ΒΑΠΤΙΣΜΑ, ΟΜΟΛΟΓΙΑ, ΣΥΜΦΙΛΙΩΣΙΣ
« Γιατί βαπτιζόμαστε στὸ ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος;
Γιά τό ἅγιο Βάπτισμα »
ΤΟ ΑΓΙΟ ΒΑΠΤΙΣΜΑ
Ἁγίου Τύχωνος τοῦ Ζάντονσκ
«Ὁ πιστεύσας καί βαπτισθείς σωθήσεται» (Μάρκ. 16, 16).
Αὐτόν τό λόγο τόν εἶπε ὁ Σωτήρας μας, γιά νά μᾶς ἐνισχύσει καί νά μᾶς παρηγορήσει. Τί πιό παρήγορο γιά τήν πιστή καί βαπτισμένη ψυχή ἀπ’ αὐτά τά λόγια, πού ὑπόσχονται αἰώνια σωτηρία;
Δόξα τῷ Θεῷ ἀγαπητοί χριστιανοί, πού κι ἐμεῖς πιστεύουμε στό Εὐαγγέλιο καί φωτιστήκαμε μέ τό ἅγιο Βάπτισμα. Ἀξίζει γι’ αὐτό νά δοῦμε τή δύναμή Του, νά ἐξετάσουμε τί ἤμασταν πρίν βαπτιστοῦμε καί τί γίναμε μετά τό Βάπτισμα, κι ἔτσι νά λάβουμε μεγάλη παρηγοριά.
Μέ τό ἅγιο Βάπτισμα λυτρωθήκαμε ἀπ’ ὅλα τά δεινά καί λάβαμε μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ τήν πραγματική μακαριότητα.
Πρίν βαπτιστοῦμε ἤμασταν πολύ μακριά ἀπό τόν Θεό· μέ τό Βάπτισμα Τόν πλησιάσαμε.
Πρίν βαπτιστοῦμε ἤμασταν ἐχθροί του Θεοῦ· μέ τό Βάπτισμα συμφιλιωθήκαμε μαζί Του κι Ἐκεῖνος μ’ ἐμᾶς.
Πρίν ἀπό τό Βάπτισμα ἤμασταν «τέκνα ὀργῆς»· ἀλλά μέ τό Βάπτισμα γίναμε σκεύη Θείου ἐλέους.
Πρίν ἀπό τό Βάπτισμα ἤμασταν τά σκοτεινά παιδιά τοῦ διαβόλου· μετά γίναμε φωτεινά παιδιά τοῦ Θεοῦ.
Πρίν βαπτιστοῦμε ἤμασταν ἀχρεῖοι ἀπό τίς ἁμαρτίες· μέ τό Βάπτισμα πλυθήκαμε, φωτιστήκαμε καί δικαιωθήκαμε.
Πρίν ἀπό τό Βάπτισμα ἤμασταν «ἀπολωλότες»· μετά γίναμε «σεσωσμένοι».
Πρίν τό Βάπτισμα ἦταν κλειστές γιά μᾶς οἱ πόρτες πρός τήν αἰώνια ζωή καί τή βασιλεία τῶν οὐρανῶν· μετά ἄνοιξαν καί εἰσέρχονται ἐλεύθερα ὅσοι φύλαξαν τή χάρη τοῦ ἁγίου Βαπτίσματος.
Αὐτές καί πολλές ἄλλες Θεῖες εὐλογίες παίρνουμε μέ τό Βάπτισμα. Καί τίς παίρνουμε χωρίς νά τό ἀξίζουμε, ἀπό μόνη τή φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ –γιατί τί μπορεῖ ν’ ἀξίζει ὁ «ἀπολωλώς»; Δόξα στήν ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ, δόξα στή φιλανθρωπία Του, δόξα στήν εὐσπλαχνία Του, δόξα στίς χάριτές Του! «Εἴη τό ὄνομα Κυρίου εὐλογημένον ἀπό τοῦ νῦν καί ἕως τοῦ αἰῶνος» (ψαλμ. 112, 2).
Ὅλο αὐτό τό πλούσιο ἔλεος τοῦ Θεοῦ τό ἔχει πληρώσει γιά μᾶς ὁ μονογενής Του Υἱός, ὁ Σωτήρας μας Ἰησοῦς Χριστός· τό πλήρωσε μέ τό πολύτιμο αἷμα Του καί τό θάνατό Του.
Ἀγαπητοί χριστιανοί, ἄς ἐξετάζουμε τόν ἑαυτό μας: Ἄραγε πολιτευόμαστε ἀντάξια τοῦ ἁγίου Βαπτίσματος; Γιά νά μή μᾶς γίνει τό ἴδιο τό Βάπτισμα «εἰς κατάκριμα» τή φοβερή μέρα τῆς Κρίσεως τοῦ Χριστοῦ, ὁπότε θά κριθοῦν κάθε λόγος καί σκέψη καί πράξη μας.
«Ἀπαρνήσεις καί ὑποσχέσεις»
Τό ἅγιο Βάπτισμα εἶναι ἡ πόρτα, ἀπ’ ὅπου οἱ βαπτισμένοι εἰσέρχονται στήν Ἐκκλησία καί γίνονται «συμπολῖται τῶν ἁγίων καί οἰκεῖοι τοῦ Θεοῦ» (Ἐφεσ. 2, 19). Αὐτό ὅμως δέν γίνεται ἔτσι ἁπλά, ἀλλά μετά ἀπό ὁρισμένες ἀπαρνήσεις καί ὑποσχέσεις, πού δίνουμε πρίν ἀπό τό Βάπτισμα.
Α) Ἀπαρνηθήκαμε τότε τό σατανᾶ καί ὅλα τά πονηρά ἔργα του.
Ὁ σατανᾶς εἶναι τό κακό καί πονηρό πνεῦμα. Ἀπό τόν Θεό πλάστηκε ἀγαθός, ἀλλά μαζί μέ τούς ὁμόφρονές του ἀπομακρύνθηκε ἀπ’ Αὐτόν, κι ἔτσι ἀπό φωτεινός ἔγινε σκοτεινός καί ἀπό ἀγαθός κακός καί πονηρός.
Τά ἔργα του εἶναι εἰδωλολατρία, ὑπερηφάνεια, ἀπάτη, ψέμα, κολακεία, πονηρία, ζήλεια, φθόνος, κλοπή, μοιχεία, ἀσωτία, κάθε αἰσχρότητα, συκοφαντία, βλασφημία καί γενικά κάθε ἁμαρτία, ἀφοῦ αὐτός εἶναι ὁ ἐφευρέτης τῆς ἁμαρτίας.
Αὐτό λοιπόν τό ἀκάθαρτο πνεῦμα καί ὅλα τά πονηρά του ἔργα ἀπαρνιόμαστε πρίν ἀπό τό βάπτισμα.
Α) Ἀπαρνηθήκαμε κάθε ματαιότητα, τήν ὑπερηφάνεια καί τίς ἀνέσεις τοῦ σύγχρονου κόσμου, σάν ἀναγεννημένοι καί καλεσμένοι στήν αἰώνια ζωή.
Γ) Ὑποσχεθήκαμε νά ὑπηρετοῦμε μέ πίστη καί εἰλικρίνεια τόν Χριστό, τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ, μαζί μέ τόν Πατέρα καί τό Ἅγιο Πνεῦμα, καί ν΄ ἀκολουθήσουμε τά ἴχνη Του.
Δ) Μ’ αὐτόν τόν τρόπο ἔγινε διαθήκη (συμφωνία) ἀνάμεσα σ’ ἐμᾶς καί στόν Θεό:
Ἐμεῖς ἀπαρνηθήκαμε τό σατανᾶ καί ὑποσχεθήκαμε νά ὑπηρετοῦμε τόν Θεό καί νά Τοῦ εἴμαστε πιστοί· καί ὁ Θεός μᾶς δέχεται στό ὕψιστο ἔλεός Του, μᾶς ὑπόσχεται τήν κληρονομία τῆς αἰώνιας ζωῆς καί βασιλείας, καί καταρρυπωμένους ἀπό τήν ἁμαρτία, μέ τό λουτρό τοῦ Βαπτίσματος μᾶς ἀπολούζει, μᾶς ἁγιάζει καί μᾶς δικαιώνει, ὅπως τονίζει στόν κάθε βαπτιζόμενο ὁ ἱερέας: «Ἐδικαιώθης, ἐφωτίσθης, ἡγιάσθης, ἀπελούσθης».
***
Ἀγαπητοί χριστιανοί, ἄς θυμηθοῦμε τίς ἀπαρνήσεις καί τίς ὑποσχέσεις αὐτές καί ἄς ἀναρωτηθοῦμε ἄν τίς τηροῦμε. Γιατί εἶναι βαρύ καί ἐπικίνδυνο νά ψεύδεται κανείς στόν Θεό.
Ἄς ἐξετάσουμε λοιπόν μήπως κανένας μας ἐπέστρεψε στό σατανᾶ καί ἀρνήθηκε τόν Χριστό. Σέ ποιά μερίδα βρισκόμαστε ἄραγε; Στοῦ σατανᾶ ἤ στοῦ Χριστοῦ; Ὅποιου τό θέλημα ἐκτελεῖ κανείς, σ’ αὐτόν εἶναι δοῦλος, σ’ αὐτόν καί ἀνήκει.
Ἀρνεῖται τόν Χριστό ὄχι μόνο ὅποιος ἀρνεῖται τό ἅγιο ὄνομά Του καί δέν Τόν ὁμολογεῖ ὡς Υἱό τοῦ Θεοῦ καί Σωτήρα του, ἀλλά καί ὅποιος ἀσυνείδητα καί χωρίς φόβο παραβαίνει τίς ἅγιες ἐντολές Του. Αὐτή εἶναι ἀποστολική διδασκαλία, γιατί ὁ Ἀπόστολος παρατηρεῖ: «Θεόν ὁμολογοῦσιν εἰδέναι, τοῖς δέ ἔργοις ἀρνοῦνται» (Τίτ. 1, 16).
Βλέπεις ὅτι ὄχι μόνο μέ τά χείλη, ἀλλά καί μέ τά ἔργα ἀρνοῦνται οἱ ἄνθρωποι τόν Θεό; Ἀσωτεύει κάποιος καί μοιχεύει; Ἀρνεῖται τόν Χριστό. Ὀργίζεται ἄλλος κατά τοῦ πλησίον του καί ζητάει εὐκαιρία νά τόν βλάψει; Ἔχει ἀποκοπεῖ ἀπό τόν Χριστό.
Ἐξαπατάει ὁ τρίτος καί ξεγελάει τόν ἀδελφό του; Ἤδη δέν εἶναι μέ τόν Χριστό.
Μέ ὅλα αὐτά ὁ ἄνθρωπος ὑποτάσσεται στόν ἐχθρό. Ἔτσι δέν τηρεῖ τίς ὑποσχέσεις πού ἔδωσε, ἀλλά ψεύδεται στόν Θεό.
Ἄς ρωτήσουμε, ἀγαπητοί, τή συνείδησή μας σέ ποιά μερίδα ἀνήκουμε: Τοῦ Χριστοῦ ἤ τοῦ ἐχθροῦ Του, τοῦ ἀγαθοῦ ἤ τοῦ κακοῦ, τῶν σωζομένων ἤ τῶν ἀπολλυμένων; Ὅποιος δέν εἶναι μαζί μέ τόν Χριστό, εἶναι ἐχθρός τοῦ Χριστοῦ, καθώς τό βεβαιώνει ὁ ἴδιος: «Ὁ μή ὤν μέτ’ ἐμοῦ κάτ’ ἐμοῦ ἐστι»» (Ματθ. 12, 30).
Ἀδελφοί μου, ἄς προσέξουμε νά εἴμαστε μέ τόν Χριστό σ’ αὐτόν τόν κόσμο, ὅπως ὑποσχεθήκαμε λίγο πρίν ἀπό τό Βάπτισμά μας. Ἄν θά εἴμαστε ἐδῶ μαζί μέ τόν Χριστό, θά εἴμαστε καί στόν μέλλοντα αἰῶνα μαζί Του, κατά τήν ἀψευδῆ Του ὑπόσχεση: «Ὅπου εἰμί ἐγώ, ἐκεῖ καί ὁ διάκονος ὁ ἐμός ἐσται» ( Ἰω. 12, 26).
Ἄς Τόν ὑπηρετήσουμε ἐδῶ σάν βασιλιᾶ μας καί Θεό, γιά νά μᾶς ἀναγνωρίσει τήν ἡμέρα τῆς Κρίσεως σάν ὑπηρέτες Του, νά μᾶς συγκαταριθμήσει μέ τούς πιστούς δούλους Του καί νά μᾶς ἀνοίξει τήν πόρτα τῆς αἰώνιας χαρᾶς.
Ἀπό τό βιβλίο «Πορεία πρός τόν οὐρανό»,
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ, ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗ
Γιά τό ἅγιο Βάπτισμα »
ΤΟ ΑΓΙΟ ΒΑΠΤΙΣΜΑ
Ἁγίου Τύχωνος τοῦ Ζάντονσκ
«Ὁ πιστεύσας καί βαπτισθείς σωθήσεται» (Μάρκ. 16, 16).
Αὐτόν τό λόγο τόν εἶπε ὁ Σωτήρας μας, γιά νά μᾶς ἐνισχύσει καί νά μᾶς παρηγορήσει. Τί πιό παρήγορο γιά τήν πιστή καί βαπτισμένη ψυχή ἀπ’ αὐτά τά λόγια, πού ὑπόσχονται αἰώνια σωτηρία;
Δόξα τῷ Θεῷ ἀγαπητοί χριστιανοί, πού κι ἐμεῖς πιστεύουμε στό Εὐαγγέλιο καί φωτιστήκαμε μέ τό ἅγιο Βάπτισμα. Ἀξίζει γι’ αὐτό νά δοῦμε τή δύναμή Του, νά ἐξετάσουμε τί ἤμασταν πρίν βαπτιστοῦμε καί τί γίναμε μετά τό Βάπτισμα, κι ἔτσι νά λάβουμε μεγάλη παρηγοριά.
Μέ τό ἅγιο Βάπτισμα λυτρωθήκαμε ἀπ’ ὅλα τά δεινά καί λάβαμε μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ τήν πραγματική μακαριότητα.
Πρίν βαπτιστοῦμε ἤμασταν πολύ μακριά ἀπό τόν Θεό· μέ τό Βάπτισμα Τόν πλησιάσαμε.
Πρίν βαπτιστοῦμε ἤμασταν ἐχθροί του Θεοῦ· μέ τό Βάπτισμα συμφιλιωθήκαμε μαζί Του κι Ἐκεῖνος μ’ ἐμᾶς.
Πρίν ἀπό τό Βάπτισμα ἤμασταν «τέκνα ὀργῆς»· ἀλλά μέ τό Βάπτισμα γίναμε σκεύη Θείου ἐλέους.
Πρίν ἀπό τό Βάπτισμα ἤμασταν τά σκοτεινά παιδιά τοῦ διαβόλου· μετά γίναμε φωτεινά παιδιά τοῦ Θεοῦ.
Πρίν βαπτιστοῦμε ἤμασταν ἀχρεῖοι ἀπό τίς ἁμαρτίες· μέ τό Βάπτισμα πλυθήκαμε, φωτιστήκαμε καί δικαιωθήκαμε.
Πρίν ἀπό τό Βάπτισμα ἤμασταν «ἀπολωλότες»· μετά γίναμε «σεσωσμένοι».
Πρίν τό Βάπτισμα ἦταν κλειστές γιά μᾶς οἱ πόρτες πρός τήν αἰώνια ζωή καί τή βασιλεία τῶν οὐρανῶν· μετά ἄνοιξαν καί εἰσέρχονται ἐλεύθερα ὅσοι φύλαξαν τή χάρη τοῦ ἁγίου Βαπτίσματος.
Αὐτές καί πολλές ἄλλες Θεῖες εὐλογίες παίρνουμε μέ τό Βάπτισμα. Καί τίς παίρνουμε χωρίς νά τό ἀξίζουμε, ἀπό μόνη τή φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ –γιατί τί μπορεῖ ν’ ἀξίζει ὁ «ἀπολωλώς»; Δόξα στήν ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ, δόξα στή φιλανθρωπία Του, δόξα στήν εὐσπλαχνία Του, δόξα στίς χάριτές Του! «Εἴη τό ὄνομα Κυρίου εὐλογημένον ἀπό τοῦ νῦν καί ἕως τοῦ αἰῶνος» (ψαλμ. 112, 2).
Ὅλο αὐτό τό πλούσιο ἔλεος τοῦ Θεοῦ τό ἔχει πληρώσει γιά μᾶς ὁ μονογενής Του Υἱός, ὁ Σωτήρας μας Ἰησοῦς Χριστός· τό πλήρωσε μέ τό πολύτιμο αἷμα Του καί τό θάνατό Του.
Ἀγαπητοί χριστιανοί, ἄς ἐξετάζουμε τόν ἑαυτό μας: Ἄραγε πολιτευόμαστε ἀντάξια τοῦ ἁγίου Βαπτίσματος; Γιά νά μή μᾶς γίνει τό ἴδιο τό Βάπτισμα «εἰς κατάκριμα» τή φοβερή μέρα τῆς Κρίσεως τοῦ Χριστοῦ, ὁπότε θά κριθοῦν κάθε λόγος καί σκέψη καί πράξη μας.
«Ἀπαρνήσεις καί ὑποσχέσεις»
Τό ἅγιο Βάπτισμα εἶναι ἡ πόρτα, ἀπ’ ὅπου οἱ βαπτισμένοι εἰσέρχονται στήν Ἐκκλησία καί γίνονται «συμπολῖται τῶν ἁγίων καί οἰκεῖοι τοῦ Θεοῦ» (Ἐφεσ. 2, 19). Αὐτό ὅμως δέν γίνεται ἔτσι ἁπλά, ἀλλά μετά ἀπό ὁρισμένες ἀπαρνήσεις καί ὑποσχέσεις, πού δίνουμε πρίν ἀπό τό Βάπτισμα.
Α) Ἀπαρνηθήκαμε τότε τό σατανᾶ καί ὅλα τά πονηρά ἔργα του.
Ὁ σατανᾶς εἶναι τό κακό καί πονηρό πνεῦμα. Ἀπό τόν Θεό πλάστηκε ἀγαθός, ἀλλά μαζί μέ τούς ὁμόφρονές του ἀπομακρύνθηκε ἀπ’ Αὐτόν, κι ἔτσι ἀπό φωτεινός ἔγινε σκοτεινός καί ἀπό ἀγαθός κακός καί πονηρός.
Τά ἔργα του εἶναι εἰδωλολατρία, ὑπερηφάνεια, ἀπάτη, ψέμα, κολακεία, πονηρία, ζήλεια, φθόνος, κλοπή, μοιχεία, ἀσωτία, κάθε αἰσχρότητα, συκοφαντία, βλασφημία καί γενικά κάθε ἁμαρτία, ἀφοῦ αὐτός εἶναι ὁ ἐφευρέτης τῆς ἁμαρτίας.
Αὐτό λοιπόν τό ἀκάθαρτο πνεῦμα καί ὅλα τά πονηρά του ἔργα ἀπαρνιόμαστε πρίν ἀπό τό βάπτισμα.
Α) Ἀπαρνηθήκαμε κάθε ματαιότητα, τήν ὑπερηφάνεια καί τίς ἀνέσεις τοῦ σύγχρονου κόσμου, σάν ἀναγεννημένοι καί καλεσμένοι στήν αἰώνια ζωή.
Γ) Ὑποσχεθήκαμε νά ὑπηρετοῦμε μέ πίστη καί εἰλικρίνεια τόν Χριστό, τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ, μαζί μέ τόν Πατέρα καί τό Ἅγιο Πνεῦμα, καί ν΄ ἀκολουθήσουμε τά ἴχνη Του.
Δ) Μ’ αὐτόν τόν τρόπο ἔγινε διαθήκη (συμφωνία) ἀνάμεσα σ’ ἐμᾶς καί στόν Θεό:
Ἐμεῖς ἀπαρνηθήκαμε τό σατανᾶ καί ὑποσχεθήκαμε νά ὑπηρετοῦμε τόν Θεό καί νά Τοῦ εἴμαστε πιστοί· καί ὁ Θεός μᾶς δέχεται στό ὕψιστο ἔλεός Του, μᾶς ὑπόσχεται τήν κληρονομία τῆς αἰώνιας ζωῆς καί βασιλείας, καί καταρρυπωμένους ἀπό τήν ἁμαρτία, μέ τό λουτρό τοῦ Βαπτίσματος μᾶς ἀπολούζει, μᾶς ἁγιάζει καί μᾶς δικαιώνει, ὅπως τονίζει στόν κάθε βαπτιζόμενο ὁ ἱερέας: «Ἐδικαιώθης, ἐφωτίσθης, ἡγιάσθης, ἀπελούσθης».
***
Ἀγαπητοί χριστιανοί, ἄς θυμηθοῦμε τίς ἀπαρνήσεις καί τίς ὑποσχέσεις αὐτές καί ἄς ἀναρωτηθοῦμε ἄν τίς τηροῦμε. Γιατί εἶναι βαρύ καί ἐπικίνδυνο νά ψεύδεται κανείς στόν Θεό.
Ἄς ἐξετάσουμε λοιπόν μήπως κανένας μας ἐπέστρεψε στό σατανᾶ καί ἀρνήθηκε τόν Χριστό. Σέ ποιά μερίδα βρισκόμαστε ἄραγε; Στοῦ σατανᾶ ἤ στοῦ Χριστοῦ; Ὅποιου τό θέλημα ἐκτελεῖ κανείς, σ’ αὐτόν εἶναι δοῦλος, σ’ αὐτόν καί ἀνήκει.
Ἀρνεῖται τόν Χριστό ὄχι μόνο ὅποιος ἀρνεῖται τό ἅγιο ὄνομά Του καί δέν Τόν ὁμολογεῖ ὡς Υἱό τοῦ Θεοῦ καί Σωτήρα του, ἀλλά καί ὅποιος ἀσυνείδητα καί χωρίς φόβο παραβαίνει τίς ἅγιες ἐντολές Του. Αὐτή εἶναι ἀποστολική διδασκαλία, γιατί ὁ Ἀπόστολος παρατηρεῖ: «Θεόν ὁμολογοῦσιν εἰδέναι, τοῖς δέ ἔργοις ἀρνοῦνται» (Τίτ. 1, 16).
Βλέπεις ὅτι ὄχι μόνο μέ τά χείλη, ἀλλά καί μέ τά ἔργα ἀρνοῦνται οἱ ἄνθρωποι τόν Θεό; Ἀσωτεύει κάποιος καί μοιχεύει; Ἀρνεῖται τόν Χριστό. Ὀργίζεται ἄλλος κατά τοῦ πλησίον του καί ζητάει εὐκαιρία νά τόν βλάψει; Ἔχει ἀποκοπεῖ ἀπό τόν Χριστό.
Ἐξαπατάει ὁ τρίτος καί ξεγελάει τόν ἀδελφό του; Ἤδη δέν εἶναι μέ τόν Χριστό.
Μέ ὅλα αὐτά ὁ ἄνθρωπος ὑποτάσσεται στόν ἐχθρό. Ἔτσι δέν τηρεῖ τίς ὑποσχέσεις πού ἔδωσε, ἀλλά ψεύδεται στόν Θεό.
Ἄς ρωτήσουμε, ἀγαπητοί, τή συνείδησή μας σέ ποιά μερίδα ἀνήκουμε: Τοῦ Χριστοῦ ἤ τοῦ ἐχθροῦ Του, τοῦ ἀγαθοῦ ἤ τοῦ κακοῦ, τῶν σωζομένων ἤ τῶν ἀπολλυμένων; Ὅποιος δέν εἶναι μαζί μέ τόν Χριστό, εἶναι ἐχθρός τοῦ Χριστοῦ, καθώς τό βεβαιώνει ὁ ἴδιος: «Ὁ μή ὤν μέτ’ ἐμοῦ κάτ’ ἐμοῦ ἐστι»» (Ματθ. 12, 30).
Ἀδελφοί μου, ἄς προσέξουμε νά εἴμαστε μέ τόν Χριστό σ’ αὐτόν τόν κόσμο, ὅπως ὑποσχεθήκαμε λίγο πρίν ἀπό τό Βάπτισμά μας. Ἄν θά εἴμαστε ἐδῶ μαζί μέ τόν Χριστό, θά εἴμαστε καί στόν μέλλοντα αἰῶνα μαζί Του, κατά τήν ἀψευδῆ Του ὑπόσχεση: «Ὅπου εἰμί ἐγώ, ἐκεῖ καί ὁ διάκονος ὁ ἐμός ἐσται» ( Ἰω. 12, 26).
Ἄς Τόν ὑπηρετήσουμε ἐδῶ σάν βασιλιᾶ μας καί Θεό, γιά νά μᾶς ἀναγνωρίσει τήν ἡμέρα τῆς Κρίσεως σάν ὑπηρέτες Του, νά μᾶς συγκαταριθμήσει μέ τούς πιστούς δούλους Του καί νά μᾶς ἀνοίξει τήν πόρτα τῆς αἰώνιας χαρᾶς.
Ἀπό τό βιβλίο «Πορεία πρός τόν οὐρανό»,
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ, ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗ
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου