ΠΑΥΛΟΥ ΜΟΝΑΧΟΥ ΚΥΠΡΙΟΥ, ΑΠΑΤΗΣ ΑΝΑΙΡΕΣΙΣ
ΠΑΥΛΟΥ ΜΟΝΑΧΟΥ ΚΥΠΡΙΟΥ
ΑΠΑΤΗΣ ΑΝΑΙΡΕΣΙΣ
(Ἐν ἧ ἀποκαλύπτεται
ἡ γλοιώδης «ἐπιστημονικότης» τοῦ ἀποθανόντος Ἰωὴλ Γιαννακοπούλου, εἰς τὸ ἔργον του «Παλαιὸν καὶ Νέον Ἡμερολόγιον»).
«Καὶ γνώσεσθε τὴν ἀλήθειαν,
καὶ ἡ
ἀλήθεια ἐλευθερώσει
ὑμᾶς».
(Ἰωαν. Η' 32)
«... Τὰς δὲ βεβήλους κενοφωνίας περιΐστασο... καὶ ὁ
λόγος αὐτῶν
ὡς γάγγραινα νομὴν ἕξει»
(Ἀπ. Παῦλος)
Ἐπιμέλεια: ΕΥΘΥΜΙΟΥ
Κ. ΕΠΙΦΑΝΙΟΥ (Ἀρχ/του)
Ἔκδοσις: ΙΕΡΑΣ
ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΗΣ Γ.Ο.Χ. ΕΛΛΑΔΟΣ
ΑΘΗΝΑΙ 1977
Α Φ Ι Ε Ρ Ω Σ Ι Σ
Εἰς μνήμην τῶν ὑπερασπιστῶν τῆς
πατρώας εὐσεβείας πεσόντων Κυπρίων ἀδελφῶν.
Ὁ πονήσας
Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΠΑΥΛΟΣ
«... Κήρυξον τὸν
λόγον, ἐπίστηθι εὐκαίρως ἀκαίρως,
ἔλεγξον, ἐπιτίμησον,
παρακάλεσον ἐν πάσῃ μακροθυμίᾳ
καὶ διδαχῇ˙
ἔσται γὰρ
καιρὸς ὅτε
τῆς ὑγιαινούσης
διδασκαλίας οὐκ ἀνέξονται, ἀλλὰ κατὰ
τὰς ἐπιθυμίας
τὰς ἰδίας˙
ἑαυτοῖς
ἐπισωρεύσουσιν διδασκάλους, κνηθόμενοι
τὴν ἀκοήν˙
καὶ ἀπὸ μὲν
τῆς ἀληθείας
τὴν ἀκοὴν ἀποστρέψουσιν,
ἐπὶ
δὲ τοὺς
μύθους ἐκτραπήσονται».
(Β' Τιμοθ Δ' 2-5).
Π Ρ Ο Λ Ε Γ Ο Μ Ε Ν Α
Ὁ ἐκ
Πατρῶν ἀρχιμ.
Ἰωὴλ
Γιαννακόπουλος ἀποθνήσκων πρό τινων ἐτῶν ἀφῆκεν,
ἐν χειρογράφῳ, ἕν κατασκεύασμα, τὸ ὁποῖον ἔκ
τινος ἀφορμῆς ἔγραψε κατὰ τῶν
εὐσεβῶν
«παλαιοημερολογιτῶν», βουλόμενος, μὲ ἕν
πνεῦμα ἀλαζονικὸν καὶ
«προστατευτικόν», νὰ τούς...
«διαφωτίση» καὶ διὰ νὰ
«δικαιώσῃ» ἑαυτόν καὶ τὴν «ἐκκλησίαν»
του, γινόμενος αἴτιος νὰ ἐμμένουν
εἰς τὴν
ἀποστασίαν οἱ ὅμοιοί του. Τοῦ τερατουργήματος τούτου, τὸ ὁποῖον καὶ
μὲ ἐπιφάσεις
«ἐπιστημονικότητος» περιέχει ὄχι μόνον ἀπίστευτον
ἀπάτην καὶ
παραπλάνησιν, ἀλλὰ καὶ
ἀδιστάκτους καὶ ἐξωφρενικὰς παρερμηνείας ἀκόμη καὶ ψευδολογίας,
κατηρτίσθη ἀπό τινος χρόνου (1975) Ἀναίρεσις κατὰ
τὰ κυριώτερα μέρη. Αὕτη δὲ
ἔγινεν ἐπίσης
διὰ περιωρισμένην χρῆσιν.
Ἐφ᾿ ὅσον ὅμως
τὸ ἀπατηλὸν τοῦτο
ψευδολόγημα ἐξεδόθη ὑπὸ τῶν ὁμοϊδεατῶν ὑποτακτικῶν του εἰς
βιβλίον, δημοσιεύεται καὶ ἡ Ἀναίρεσις,
πρὸς φανέρωσιν τῆς ἀπάτης καὶ ἀναισχυντίας
καὶ διὰ
νὰ διαπιστώση κάθε εὐσυνείδητος καὶ
καλοπροαίρετος ἕως ποῦ ὁδηγεῖ ἡ ἄδικος «προσπάθεια» διὰ τὴν «δικαίωσιν καὶ νομιμοποίησιν» τῆς παρανομίας.
Ἐν τῷ Ἁγιωνύμῳ Ὄρει
ἔτει σωτηρίῳ 1975.
Ὁ συγγραφεὺς
ΠΑΥΛΟΣ ΜΟΝΑΧΟΣ (Κύπριος).
ΕΠΙΣΦΑΛΗΣ ΑΥΤΟΠΕΠΟΙΘΗΣΙΣ
Γνωστόν, ἀπὸ τὰ παραδείγματα τῆς ἱστορίας, ὄχι μόνον τῆς
κοσμικῆς ἀλλὰ καὶ
τῆς ἐκκλησιαστικῆς, ὅτι
οἱ ἄνθρωποι
προκειμένου νὰ «δικαιώσουν» τοὺς ἑαυτούς
των διὰ τὰς
ἁμαρτίας καὶ τὰ σφάλματά των καὶ τὴν
οἱανδήποτε κατάστασιν εἰς ἥν
εὑρίσκονται, προσφεύγουν προθύμως εἰς τὴν
«δικαιολογίαν», μεταχειρίζονται τὰ
πλέον ἀπίθανα «ἀποδεικτικά», μὴ
διστάζοντες νὰ χρησιμοποιήσουν καὶ τὴν
ἀπάτην, τὴν
ὑποκρισίαν, τὴν παραπλάνησιν, μόνον καὶ
μόνον διότι δὲν ἔχουν τὸ σθένος ν᾿ ἀποκολληθοῦν ἀπὸ τὴν
κατάστασιν αὐτὴν καὶ τὴν ταπείνωσιν νὰ
ὁμολογήσουν τὸ σφάλμα των, νομίζοντες οἱ
δυστυχεῖς ὅτι μὲ τὴν «δικαιολογίαν»... ἐδικαιώθησαν καὶ
κατέπαυσαν τὴν εἰς τὸ βάθος ἐξεγειρομένην συνείδησίν των. Καὶ οἱ
πρῶτοι λόγοι ποὺ εἶπαν οἱ πρωτόπλαστοι πρὸς τὸν Θεόν, ἦσαν δικαιολογία! Δὲν ἐδικαιώθησαν ὅμως, ἀλλ᾿ ἀπεπέμφθησαν
μετ᾿ αἰσχύνης
καὶ ὀδυρμοῦ. Εἶναι
ἄφθαστος εἰς ἐφευρετικότητα ὁ ἄνθρωπος,
εἰς αὐτὰ ἀκόμη
τὰ ζητήματα τῆς πίστεως, διὰ νὰ μὴ
καταθέσῃ τὴν ὑπερηφάνειάν του καὶ ὁμολογήση
τὸ ἥμαρτον,
ἢ διὰ
νὰ ἐξυπηρετηθοῦν τὰ
πάθη του καὶ ἡ ματαιοδοξία του, διὰ νὰ «δικαιωθῆ»
ἡ στάσις του καὶ ἡ ἄρνησίς του νὰ
λάβη θέσιν καὶ ν᾿ ἀντιμετωπίση τὰς εὐθύνας
του ἐπὶ
τῶν θεμάτων αὐτῆς τῆς πίστεως, ὡς
εἶναι ὑπόχρεως
πᾶς Χριστιανός. Καὶ καθὼς
εἶπεν ἕνας
ἐπιστήμων˙ ἡ πανουργία τῶν Ἑλλήνων οὐδέποτε
μένει νὰ μὴ εὕρη «ἀπάντησιν» εἰς
οἱανδήποτε συζήτησιν, καὶ εἰς
τὰ πλέον ἱερὰ θὰ
δείξουν τὴν «ἐξυπνάδα» τους εὑρίσκοντες
δικαιολογίες εἰς τὰ πάντα, διὰ
νὰ μὴ
ταπεινωθοῦν.
Μὲ τοιαύτην νοοτροπίαν καὶ «προτερήματα» ὁ πρό τινων ἐτῶν ἀποιχόμενος
εἰς τὰ
ἐκεῖσε
δικαιωτήρια νεοημερολογίτης (ἀλήθεια δὲν αἰσχύνονται
αὐτὸν
τὸν τίτλον ὅσοι τὸν κατέχουν;) ἀρχιμ. Ἰωὴλ Γιαννακόπουλος, λαβὼν ἀφορμὴν ἐκ
τῆς στηλιτεύσεως καὶ καταδίκης τοῦ
νεοημερολογιτισμοῦ καὶ τῆς
ἔναντι τούτου ἰδικῆς του θέσεως καὶ στάσεως, ἀνέλαβε,
διὰ πολυγραφημένων φύλλων, τὴν ὑπεραπολογίαν
καὶ ὑπεράσπισιν
τούτου, τοῦ νεοημερολογιτισμοῦ, κατὰ
θλιβερὸν τῷ ὄντι τρόπον, ἀποτελοῦντα
παραπλάνησιν καὶ μετατόπισιν καὶ ὄχι
εἰλικρινῆ
ἀντιμετώπισιν τοῦ θέματος καὶ ὑποτιμᾶ
τὴν νοημοσύνην ὅλων τῶν ἀνθρώπων τῶν
ἐχόντων καὶ στοιχειώδη γνῶσιν τῶν πραγμάτων καὶ
τὴν φήμην του ὡς γραμματιζούμενου καὶ
«ἑρμηνευτοῦ». Ἡ ἀπεγνωσμένη προσπάθειά του νὰ «δικαιώσῃ»
μίαν ὑπόθεσιν ἄδικον καὶ παράνομον, τὸν ἠνάγκασεν
ὄχι μόνον εἰς ἀπάτην καὶ ἄχρηστον
πολυλογίαν νὰ ἐπιδίδεται, ἀλλὰ καὶ
ψευδολογίας καὶ ἀνακριβείας, ἔστιν ὅτε καὶ
ἀνοησίας νὰ παρενείρῃ, ὅπερ καταντᾶ
ἀπίστευτον. Ἀλλ᾿ ἔτσι παθαίνει ὅποιος
βουλεύεται νὰ φέρη τὰ θεῖα
εἰς τὰ
μέτρα του καὶ ὄχι νὰ συμμορφωθῆ αὐτὸς πρὸς
ἐκεῖνα.
Εὐθὺς ἀπὸ τῶν πρώτων γραμμῶν
λέγει ὁ λογιώτατος οὗτος, ὅτι
«οἱ παλαιοημερολογῖται ἀποτελοῦν μίαν ἀνασταλτικὴν βαλβῖδα
εἰς τυχὸν
μελλοντικοὺς ἐπικινδύνους νεωτερισμοὺς
ἐν τῇ
Ἐκκλησίᾳ
μας». Ὥστε ἐγνώριζεν ὅτι πρόκειται
περὶ «ἐπικινδύνων
νεωτερισμῶν»˙ ἐν τούτοις, ἐνῶ μὲ ἀπέραντον καὶ
λεπτολόγον δεινότητα ἀναδέχεται νὰ ὑπερασπισθῆ αὐτὰ τὰ
«ἐπικίνδυνα», δὲν ἔλαβεν τὸν κόπον (λέγε, τὴν εἰλικρίνειαν) νὰ ἐρευνήση
καὶ εἴπη
διατί καὶ ὡς τὶ εἰσῆλθεν
ὁ νεοημερολογιτισμὸς, τὸ
ξένον αὐτὸ
στοιχεῖον τῶν Δυτικῶν, εἰς τὴν
Ἐκκλησίαν! Διὰ τοῦτο «μεῖζον κρῖμα»
ἔχει. Ἐκεῖνοι ποὺ
τὸν εἰσήγαγον,
δὲν ἐπεκαλέσθησαν
τὰς ὑποκρισίας
καὶ ἀπατεωνίας
ποὺ ἀραδιάζει
οὗτος, ἀλλ᾿ ἐξ ἀρχῆς
διεκηρύχθη, ὅτι ὡς Οἰκουμενισμὸς εἰσήχθη.
Ἐὰν ἤθελε
ν᾿ ἀντιμετωπίση
τὸ ζήτημα εἰλικρινῶς καὶ ὀρθοδόξως
καὶ μὲ
συνέπειαν, ὤφειλε νὰ ἐρευνήσῃ -ὡς
τὸν δεινὸν
«ἐρευνητὴν»
ἐπαγγελλόμενος- πῶς καὶ
διατὶ ἐμπήχθη
ὁ νεοημερολογιτισμὸς εἰς
τὸν Ὀρθόδοξον
χῶρον καὶ
ἀναλόγως ἐπ᾿ αὐτοῦ νὰ ἐξαντλήση ὅλην
τὴν σοφίαν του. Ν᾿ ἀντιμετωπίσῃ τοῦτον
ὡς θέμα ἀπὸ σκοπιᾶς
νομιμότητος ἐξ ὑπαρχῆς, ὡς πράττει πᾶς
Ὀρθόδοξος Χριστιανὸς ὅστις
ὑπερασπίζεται τὴν πίστιν του, ὄχι ἁπλῶς
ὡς ἀποτέλεσμα
νὰ βουληθῆ
νὰ τὸν
ἐπενδύση, ὡς «καλοπροαίρετος» αὐτός,
μέ... νομιμότητα καὶ τοῦ παρέχη τὸ
«ἄλλοθι», μὲ «ἐπιχειρήματα» ποὺ δὲν
προέβαλον οὔτ᾿ ἐπεκαλέσθησαν οἱ ἐμπήξαντες
αὐτόν. Ὤφειλε
νὰ ἐνδιαφερθῆ καὶ
διαπιστώση ἀκριβῶς διατὶ ἐδημιουργήθη ζήτημα νεοημερολογιτισμοῦ, εἰς
τὶ ἀπέβλεπε,
ποῖαι παρανομίαι καὶ ὁποία
προδοσία τῆς Ὀρθοδοξίας ἔγινε δι᾿ αὐτοῦ.
Ἄν δὲν
εἶχεν αὐτὸ τὸ ἐνδιαφέρον ἢ
τὸ σθένος νὰ «θίξη» τὰ -κατὰ τὴν
σοφὴν κρίσιν του, «ἀδιάφορον πῶς
καὶ διατί»- γινόμενα, ἢ ἐνόμιζεν
ὅτι «δὲν
εἶναι δουλειά του», ἢ ἠρκεῖτο δουλικῶς
νὰ συνοδοιπορῆ εἰς ὅ,τι δῆθεν
«ἀπεφάσισεν» ἡ ἐκκλησία(!), ὤφειλε νὰ
σιωπήση ἢ τουλάχιστον σιωπήσας, νὰ εἴπη,
τὰ πράγματα ὅπως τὰ εἶπε καὶ
τὰ «ἀπεφάσισε»
ἡ κατ᾿
αὐτὸν
ἐκκλησία του καὶ ἐπ᾿ αὐτῶν νὰ
μᾶς δώση τὰς «ἐξηγήσεις καὶ διδασκαλίας» του. Ὅμως δὲν ἐσιῶπησεν˙
οὔτε ἐνέμεινεν
εἰς ἐκεῖνα, τὰ
ὁποῖα
εἶχον ὑπ᾿ ὄψιν
των καὶ διὰ τὰ ὁποῖα
ἐνήργουν οἱ μάστορές του˙ οὔτε ἐνόμισε καθῆκον
του νὰ ἐνδιαφερθῆ ἂν
παραβαίνωνται οἱ θεσμοὶ καὶ
Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας, ἂν προδίδεται
ἡ Ὀρθοδοξία,
ἂν γίνεται χωρισμὸς Θεοῦ,
ἂν κολάζωνται αἱ ψυχαί. Ἀρκεῖται μόνον εἰς
τὸ νὰ
ἐπαναλάβη τὰ ἐφευρεθέντα -ἐκ τῶν
ὑστέρων, πρὸς παραπλάνησιν- ὑποκριτικὰ «ἐπιχειρήματα»
τῶν ἀπατεώνων
καὶ ὄχι
μόνον, ἀλλὰ ὑπερθεματίζει
βαρυγδουπότατα, ὄχι διὰ νὰ ἐξετάση, ἀλλ᾿ ἁπλῶς μόνον διὰ
νὰ «δικαιώση» ὁπωσδήποτε τὴν
δημιουργηθεῖσαν παράνομον κατάστασιν.
Ἐπειδὴ
δὲ ἐνδέχεται,
ἐκ τῶν
δοκησισόφων σοφιστειῶν του, νὰ σχηματισθοῦν
ψευδεῖς γνῶμαι ὡς πρὸς τὴν
φύσιν αὐτῆς
τῆς καινοτομίας καὶ νὰ ἔχουν τινὲς
τὴν ἰδέαν,
ὅτι δὲν
ἔγινε παρανόμως ἢ νὰ ἐπαναπαύωνται εἰς
τὸ «δὲν
εἶναι τίποτε» (ὡσὰν νὰ εἶναι
συνηθισμένη ἡ Ἐκκλησία νὰ χαρακτηρίζη ἐκκλησιαστικὰ
ζητήματα ἀφορῶντα εἰς αὐτὴν
τὴν πίστιν καὶ τοὺς θεσμοὺς της ὡς
«τιποτένια»), παρατίθεται ἐν ὀλίγοις ἐν
τῷ παρόντι, τὶ εἶναι ὁ νεοημερολογιτισμός, διατὶ καὶ
ὡς τὶ
εἰσήχθη εἰς
τὴν ἐκκλησίαν
καὶ ἐπισημαίνονται
παραπλανητικαὶ ἀπατεωνίαι καὶ ἀπίστευτοι παραποιήσεις, δι᾿ ὦν ἐπεζήτησε νὰ
φενακίση ἀφελεῖς ἢ προθύμους εἰς εὐπιστίαν
καὶ ἀδιαφορίαν
ἢ ἐπιρρεπεῖς εἰς
σεισάχθειαν καὶ ὄλισθον καὶ ἀπροθύμους νὰ
ὑπομείνουν «τὸν ὀνειδισμὸν τοῦ
Χριστοῦ» καὶ τὰ «στίγματα», τὰ ὁποῖα συνεπάγεται ὁ
ἀγὼν
ὑπὲρ
τῆς Ὀρθοδόξου
πίστεως.
Μᾶς πληροφορεῖ
ὁ λογιώτατος ἐν ἀρχῇ, ὅτι
«ἠσχολεῖτο
περὶ τὸν
ὑπομνηματιμὸν τῆς Π. Διαθήκης...».
Προτιμότερόν του ὅμως θὰ ἦτο
νὰ ἠσχολῆτο μὲ
κάτι ἄλλο˙ ἢ τοὐλάχιστον ν᾿ ἀκολουθῆ κατὰ
πόδας τοὺς ἁγίους Πατέρας. (Ἂν καὶ διὰ
τὸ τοιοῦτον
ἔργον δέον νὰ συγκροτῆται πολυμελὴς ἐπιτροπὴ καὶ
ὄχι εἷς
μόνος, ὅσω σοφὸς καὶ ἂν εἶναι).
Διότι, διὰ νὰ μὴ κάμωμεν ἰδικήν μας κριτικήν, θεολόγοι καὶ ἄλλοι
λέγουν καὶ γράφουν ὅτι οἱ
«ὑπομνηματισμοί» του περιέχουν
βλασφημίας καὶ ἀνάλατα πράγματα, ἀπαράδεκτα
καὶ ἀπίστευτα.
Καὶ αὐτά...
ἐβράβευσεν ἡ Ἀκαδημία Ἀθηνῶν!
(Τρέμε κόσμε!). Μελετᾶ κανεὶς τὰ
ὑπομνήματα τῶν ἁγίων Πατέρων καὶ γλυκαίνεται ὁ
λάρυγξ του ὑπὲρ μέλι καὶ κηρίον˙
διαβάζει καὶ αὐτὰ καὶ ἀπορεῖ, τὸ
ὀλιγώτερον. Αὐτὰ εἶναι τὰ
ἀποτελέσματα τῆς ὑπερηφανείας, ὅταν τις θαρρῆ
εἰς ἑαυτόν
καὶ οὐχὶ εἰς
τοὺς ἁγίους
Πατέρας μετὰ Θεόν.
Τί εἶναι ὁ νεοημερολογιτισμός.
Κατηγορῶν τοὺς
«Παλαιοημερολογίτας», οἱ ὁποῖοι
τοῦ εἶναι
«συμπαθεῖς» (σπολάτη του!) διότι ὅτι ἔχουν
ἄγνοιαν τοῦ «παλαιοημερολογιτικοῦ»,
ἀναλαμβάνει νὰ τοὺς «διδάξη» μὲ ἕνα
ὑπερήφανον «προστατευτικὸν» ὕφος,
ἁρμόζον εἰς
πάπαν καὶ παπιστίδια! Καὶ διδάσκει! Τὶ
διδάσκει; Μὲ διδασκαλικὸν ὕφος,
ἀπευθυνόμενος πρὸς μαθητούδια «σήκω-κάτσε» καὶ
μὲ ἄκρατον
κοσμικότητα καὶ ὑποκρισίαν ποὺ θὰ ἐζήλευαν
καὶ οἱ
πλέον ρηξικέλευθοι νεωτερισταὶ καὶ οἱ ἰησουῖται
καὶ οἱ
σχολαστικοὶ τοῦ παπισμοῦ, μᾶς «ἀποκαλύπτει»,
ὅτι τὸ
νεοημερολόγιόν των δὲν εἶναι τὸ
φραγκικὸν Γρηγοριανόν, ὅτι αὐτοὶ «διώρθωσαν» ἀστρονομικῶς τὸ
Ἰουλιανὸν
ἡμερολόγιον καὶ ἔχει τὸ νεοημερολόγιόν των τὴν ἀστρονομικὴν ἀκρίβειαν,
ὅτι καὶ
μὲ τὸν
νεοημερολογιτισμὸν τηροῦν κανονικῶς
τὸ Πασχάλιον, ὅτι ἦταν «δικαίωμά» τους
νὰ εἰσάξουν
τὸν νεοημερολογιτισμὸν καὶ
νὰ μεταβάλλουν καθ᾿ ἡμέραν
τὰ τῆς
Ἐκκλησίας κατὰ τὰ κέφια τους, δίδει τὴν ἐντύπωσιν
ὅτι αἱ
ἀκίνητοι ἑορταὶ διωρίσθησαν ἁπλῶς καὶ
ὡς ἔτυχε
καὶ ὅτι
«στὸ χέρι τους εἶναι», ὅ,τι παρέλαβον ἀπὸ
τοὺς Πατέρας νὰ τὸ ξηλώσουν αὐτοί, καὶ
τὰ λοιπά.
Ἄν καί, ἀναφορικῶς πρὸς
τὴν εἰσαγωγὴν τοῦ
νεοημερολογιτισμοῦ, ἡ τοιαύτη ἀντιμετώπισίς
του καὶ ἡ
ἐπίκλησις τῶν τοιούτων «ἐπιχειρημάτων»
ἀποτελεῖ
οὐδὲν
ἄλλο εἰμὴ ἀπάτην
καὶ ὑποκρισίαν,
διότι, ὡς θὰ ἴδωμεν, ὁ νεοημερολογιτισμὸς οὐδόλως εἰσήχθη εἰς
τὴν Ἐκκλησίαν
ὡς ἡμερολογιακόν,
χρονομετρικόν, ἀστρονομικὸν «ζήτημα», οὔτε
εἶναι τόσω «ἀδιάφορον», ὡς βούλεται
νὰ τὸ
ἐμφανίση ὁ
λογιώτατος, ὅμως θὰ ἀσχοληθῶμεν ἐν
ὀλίγοις καὶ εἰς τὸ κατὰ
πόσον ἔχουν ἀξίαν αἱ βαρύγδουποι «ἐπιστημονικότητές» του. Παραπέμπων ἡμᾶς
εἰς τὰ
μαθητικὰ βιβλία, (διὰ νὰ
φωτισθῶμεν), παπαγαλίζει καὶ αὐτός,
καί, παραθέτων ἕνα ἀριθμὸν
μὲ κάμποσα ἑκατοντάκις χιλιοστά, φαντάζεται ὅτι
ἀνεκάλυψεν ἐν αὐτῶ τὴν
ἀστρονομικὴν ἀκρίβειαν! Καὶ ὅτι
ἔχει ὁ
νεοημερολογιτισμὸς τὴν ἀστρονομικὴν ἀκρίβειαν!
Ἄλλοι ὅμως,
εἰδικώτεροι, ἄλλως λέγουσιν, ὅτι δὲν εὑρίσκεται
ἀστρονομικὴ ἀκρίβεια. Καθ᾿ ἃ
βεβαιοῦν, «ἡ ἀστρονομία ἐν τῷ
ζητήματι τοῦ μήκους τοῦ ἀκριβοῦς ἡλιακοῦ ἔτους
δὲν εἶπεν
ἀκόμη τὴν
τελευταίαν λέξιν, ὡς βεβαιοῦται ἐκ
τῆς διαφορᾶς ἐν τοῖς σχετικοῖς
ὑπολογισμοῖς τῶν διασημοτέρων
μέχρι τοῦδε μαθηματικῶν καὶ
ἀστρονόμων, διὸ καὶ ἡ κατασκευὴ
ἡλιακοῦ
ἡμερολογίου τὴν ἀπόλυτον ἀκρίβειαν κεκτημένου εἶναι ἀδύνατος». Οὗτος ὅμως
νομίζει ὅτι τὴν εὗρεν εἰς τὰ...
μαθητικὰ βιβλία! Ὁ ἴδιος
ἀστρονόμος δὲν εἶναι, ἀλλὰ
πιθηκίζει, μᾶλλον παιδιαρίζει, ἀντιγράφων τοὺς
ξένους. Ἀλλ᾿ ὢ τῆς δυστυχίας δι᾿
αὐτόν! Οἱ
ξένοι, εἰς τοὺς ὁποίους ἀνέθηκε τὴν
ἐλπίδα του καὶ ἐνεπιστεύθη τὴν βεβαιότητά του, βεβαιοῦν ὅτι
τὸ νεοημερολόγιόν τους ἔχει περισσότερα σφάλματα ἀπὸ τὸ Ἰουλιανόν,
τὸ «νέον» τους... ἐπάλιωσε καὶ
γυρεύουν ἄλλο «νέον»! Ἄν τὸ
νεοημερολόγιόν τους ἀπετέλει ἄκρον ἄωτον
τῆς ἀκρίβειας,
διατὶ παιδεύονται συνεχῶς, ὡς
γνωστόν, νὰ εὕρουν ἄλλο «παγκόσμιον»;
Ζήτημα
νεοημερολογιτισμοῦ ἀνεκινήθη καὶ
ἄλλοτε προηγουμένως˙ ἂν ἐπρόκειτο
ἁπλῶς
περὶ «ἀστρονομικῆς ἀκριβείας»,
διατὶ δὲν
ἔγινεν; Ἀλλὰ τότε ὑπῆρχον εὐσεβεῖς, ὄχι
προδόται! Ἐξ ἀφορμῆς ὑποβολῆς
προτάσεως διὰ τὴν εἰσαγωγὴν τοῦ
νεοημερολογιτισμοῦ τῶ 1895, ἡ
ὑπὸ
τοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως ὁρισθεῖσα
ἐπιτροπὴ,
ἀπορρίψασα ταύτην, ἀπεφάνθη ὅτι:
«οὐδὲν
εὑρίσκει τὸ θρησκευτικῶς συνηγοροῦν ὑπὲρ τῆς
ἀνάγκης τοῦ ἀποστῆναι τῆς
διὰ τῶν
αἰώνων καθιερωθείσης πράξεως τῆς Ἐκκλησίας,
χάριν, δῆθεν, ἀστρονομικῆς ἀκριβείας... Εὐπροσδέκτως
τῷ Θεῷ
ἑορτάζουσιν οὐχὶ οἱ ἀστρονομικὴν ἀκρίβειαν
ἐπιτηδεύοντες περὶ τὴν
τήρησιν τῶν καιρῶν, ἀλλ᾿ οἱ ἀκριβεῖς
περὶ τὴν
εὐσέβειαν καὶ τὴν ἁγνότητα τῆς
ψυχῆς... ὅλως
ἐπουσιώδεις καὶ δευτερεύοντας θεωρεῖ
τοὺς ἐκ
κοινωνικῆς ἢ πολιτικῆς ἀπόψεως λόγους...». Ἀλλ᾿ ἐξεβράσθη, παραχωρήσει Θεοῦ, «ὁ
μοναδικὸς κατὰ τὴν τόλμην
Πατριάρχης», ὁ Μεταξάκις, διὰ νὰ ἐκτελέση τὰ
εἰς βάρος τῆς Ὀρθοδοξίας σχέδια τῶν σκοτεινῶν
δυνάμεων, αἵτινες τὸν προώθησαν ἐκεῖ, μασόνον ὄντα
τοῦ ὑψίστου
βαθμοῦ καὶ
οἱ εὐλαβέστατοι,
μὴ ἔχοντες
τὸ σθένος ν᾿ ἀντιμετωπίσουν εἰλικρινῶς
τὴν προδοσίαν καὶ ἀναλάβουν τὰς εὐθύνας
των, διὰ νὰ καταπαύσουν, ὡς
νομίζουν, τὴν συνείδησίν των, φάσκουν τὰ τῆς
ἀνοίας ρητά.
Βάσει τῶν ἀνωτέρω
«ἀνακαλύψεών» του, μᾶς μαθητεύει ὁ
λογιώτατος ἀνήρ, ὅτι τὸ
νεοημερολόγιόν τους... δὲν εἶναι τὸ
φράγκικο Γρηγοριανόν, ἀλλὰ «διωρθωμένον Ἰουλιανόν»!
Ἡ ἀναίδεια,
τὴν ὁποίαν
μεταχειρίζεται ἕνας ἄτιμος ἐκμαυλιστής,
παρουσιαζόμενος ὡς τίμιος γαμβρός, διὰ νὰ ἐξαπατήση μίαν κόρην, εἶναι ὀλιγωτέρα
ἐκείνων ποὺ ἐπιζητοῦν νὰ
παραπλανήσουν διὰ τὴν ἀτιμίαν
τῆς Μητρὸς
των Ὀρθοδοξίας. Ἐπειδή, λέγει, μετά... τέσσερις χιλιάδες χρόνια θὰ ἔχη
τάχα μακρὰν διαφοράν, τὸ νεοημερολόγιόν του δὲν εἶναι τὸ Γρηγοριανόν! Ὤ
τῆς ἀφθάστου
ὑποκρισίας τῶν ἀπατεώνων! Ἀλλ᾿
εἴπατε ἡμῖν, ὦ
οὗτοι: Τώρα, σήμερα, τὸ νεοημερολόγιόν σας εἶναι ἕν καὶ ταὐτὸ τὸ
Γρηγοριανὸν, ἢ ὄχι; Ὁ «συνεορτασμὸς
τῶν μεγάλων χριστιανικῶν ἑορτῶν» μὲ
τοὺς αἱρετικοὺς, ποὺ
δι᾿ αὐτὸν ἀκριβῶς εἰσήχθη ὁ
νεοημερολογιτισμός, γίνεται τὴν ἰδίαν ἡμέραν
ἢ ὄχι;
Ὅταν εἰσήγετο
εἰς τὴν
Ἐκκλησίαν, εἰσήγετο ὡς τὸ ἡμερολόγιον
τῶν Δυτικῶν,
διὰ νὰ
ἔχουν «ὁμοιόμορφον
καὶ ἑνιαῖον ἡμερολόγιον
πρὸς ταυτόχρονον ἑορτασμόν», ἢ
ὡς αὐτὸ ποὺ
θεομπαικτικῶς ἐφευρίσκετε; Καὶ μαθητὴς τοῦ
Δημοτικοῦ ἂν ἐρωτηθῆ, ποῖον
ἡμερολόγιον ἀκολουθοῦν οἱ νεοημερολογῖται,
θὰ εἴπη
τὸ Γρηγοριανόν˙ οἱ ὑποκριταὶ ὅμως
φάσκουν ὅτι «ἔχουν διαφοράν»! Καὶ μὲ αὐτὸ νομίζουν ὅτι
ἐδικαιώθησαν! Ἐνῶ ἀκριβῶς
διὰ τοῦτο
εἰσήχθη, ἐν
τῷ σχεδίῳ
νὰ παραμερισθοῦν αἱ «διαφοραὶ», καὶ
πρώτη αὐτὴ
ἡ «διαφορά».
Εἶναι καὶ
ὡσὰν
νὰ μᾶς
λέγουν, ὅτι ἐπειδὴ οἱ εἰδωλολάτραι
τῆς Ρώμης εἶχαν κάποιαν διαφορὰν ἀπὸ
τούς τῆς Ἑλλάδος,
δὲν ἦσαν
ὁμοίως εἰδωλολάτραι!
Ἤ ἐπειδὴ μία παραφυὰς
προτεσταντῶν ἔχει κάποιαν διαφορὰν ἀπὸ ἄλλην παραφυάδα, δὲν εἶναι ὁμοίως αἱρετικοί.
Εἰς αὐτὴν τὴν
«λογικήν» καταντᾶ ὁ ἐπιμένων
πεισμόνως νὰ ὑποκρίνεται. Ἀλλ᾿ ἐὰν
ἐξήταζεν εἰλικρινῶς καὶ ὄχι
προκατειλημμένως, θὰ εὔρισκεν ὅτι
ἐξ ἀρχῆς καὶ
ἐπισήμως διεκηρύσσετο ὅτι ὁ
νεοημερολογιτισμὸς εἰσήγετο ὡς
«παραδοχή» τοῦ ἡμερολογίου τῶν αἱρετικῶν,
διὰ νὰ
τὸ ἔχουν
«ἑνιαῖον».
Ἀκόμη καὶ
πρό τινος καιροῦ εἰς τὴν
Κωνσταντινούπολιν, ἐνώπιον τῆς παπικῆς
ἀντιπροσωπείας καὶ τοῦ
θεηλάτου Ἀθηναγόρα, κάποιος ὑποτακτικὸς
του, ἀριθμῶν τὰ ὅσα «μᾶς
ἔδωσεν ἡ
ἐκκλησία τοῦ Πάπα», μεταξὺ τῶν πρώτων ἔταξε
«τὸ Γρηγοριανὸν ἡμερολόγιον, τὸ ὁποῖον ἔδωσεν
εἰς τὴν
ἐκκλησίαν μας ὁ Πάπας»! Ὅμως οὗτος θέλει νὰ
περιπαίζη καὶ νὰ περιπαίζεται καὶ νὰ νομίζη ὅτι
«δικαιώνεται», ὀνομάζων αὐτὸ
«διορθωμένον Ἰουλιανόν»! Δηλαδή, κατ᾿ αὐτόν,
δὲν ἔχουν
τὴν σημασίαν αἱ πράξεις καὶ ἡ πραγματικότης, ἀλλ᾿ αἱ λέξεις τῆς
ὑποκρισίας. Καὶ ξεύρετε ποῖος τὸ ὀνόμασε
πρῶτος «διορθωμένον Ἰουλιανόν»; Προτεστάντης τις ὀνόματι Βεϋέλλος.
Καὶ λοιπόν, κατὰ
τὸν σοφὸν
τοῦτον «διορθωτήν», οἱ νεοημερολογῖται
«μὲ ἕνα
πήδημα» (ὅπως χαρακτηριστικῶς γράφει), «διόρθωσαν» καὶ ἐπανέφεραν
τὰς ἡμερομηνίας
εἰς τὰς
ἡμέρας των! Ἀλλ᾿ ἡ σεμνότης τῆς
Ἐκκλησίας δὲν τῆς ἐπιτρέπει οὖτε
μᾶς ἐσυνήθισε
νὰ τὴν
βλέπωμεν νὰ... «πηδᾶ»! Σύμφωνα δὲ
μὲ τὸν
γενναῖον τοῦτον πρωταθλητὴν τοῦ «πηδήματος», μετὰ τὰ τόσα γιγαντιαῖα «πηδήματα καὶ
διορθώματα», αὐτοὶ ἔχουν
τὸ «παλαιὸν
Ἰουλιανὸν
ἡμερολόγιον»! Φτοῦ, νὰ
μὴ βασκαθῆ
ὁ μέγας ἐφευρέτης
τοῦ αἰῶνος!
Κατὰ τὸν
σπουδαῖον αὐτὸν ἀλχημιστήν, οἱ
Πατέρες μας ἀπὸ τοῦ ἔτους 453 μέχρι τῆς ἐποχῆς τῶν
τρομερῶν αὐτῶν «πηδητῶν», τοῦ
1924, ἐτήρουν καὶ ἑώρταζον κατὰ τὸ
νέον, ἢ μᾶλλον
κατὰ πολλὰ
νέα ἡμερολόγια, ὄχι δὲ κατὰ τὸ Ἰουλιανόν! Ἐφ᾿ ὅσον,
καθὼς λέγουν, κάθε 128 χρόνια ἐκπίπτει ἡ
ἰσημερία κατὰ μίαν ἡμέραν, οἱ Πατέρες μας, κατὰ τὴν σοφίαν τοῦ σοφοῦ
τούτου, μόνον ἀπὸ τοῦ 325 μέχρι τοῦ 453 ἑώρταζον
κατὰ τὸ
Ἰουλιανὸν
ἡμερολόγιον˙ μετὰ ὅμως ἀπ᾿ αὐτὸ ἑώρταζον κατὰ
τὸ «νέον» ἡμερολόγιον μέχρι τοῦ
581˙ μετὰ ἀπ᾿ αὐτὸ
κατ᾿ ἄλλο
«νέον» ἡμερολόγιον μέχρι τοῦ 709, μετὰ
ἄλλο «νέον» μέχρι τοῦ 837 καὶ
οὕτω καθεξῆς˙ ἑπομένως ἡ Ἐκκλησία,
μὴ ἀσκηθεῖσα εἰς
τὸ «πήδημα», ἐπλανᾶτο ἀπὸ
τότε μέχρις οὗ τὸ 1924 οἱ πρωτοφανεῖς οὗτοι
γίγαντες διὰ τοῦ τεραστίου «πηδήματος» τήν.. ἐλύτρωσαν
ἀπὸ
τὴν πλάνην καὶ τὴν ἔσωσαν!!!
Εἰς ποίους παραλογισμοὺς ρίπτει ἡ ὑπερηφάνεια, ἡ
σεισάχθεια, ἡ προκατάληψις, ἡ κατὰ
προσπάθειαν ἐπιχείρησις διὰ νὰ
«δικαιώσουν» ὁπωσδήποτε μίαν ἄδικον καὶ
παράνομον ὑπόθεσιν! Ἡ ὑπόθεσις
ὅμως αὐτὴ δὲν
εἰσήχθη κἂν
διὰ τήν... ἐπαναφορὰν τῶν ἡμερομηνιῶν, ὡς
οὗτος ψευδολογεῖ, ἀλλ᾿ ἐξ ἀρχῆς
ἐκηρύχθη ἐπισήμως
ὅτι εἰσάγεται
«διὰ τὴν
διευκόλυνσιν καὶ προπαρασκευὴν τῆς
ἑνώσεως» μὲ τοὺς αἱρετικούς, δηλ. μὲ τὸ νὰ καταργῆ
βαθμηδὸν ἡ
Ὀρθοδοξία τὰ πατροπαράδοτά της. Ἑπομένως
ὁ ξεφουρνίζων τοιούτους παραλογισμοὺς καὶ
προβάλλων τοιαῦτα «ἐπιχειρήματα» εἶναι
οὐδὲν
ἄλλο παρὰ
ἀπατεώνας.
Περιπλέον,
διὰ νὰ
«ἀποδείξη» ὅτι τὸ νεοημερολόγιόν
τους... δὲν εἶναι παππικὸν
Γρηγοριανόν, λέγει ὅτι αὐτοὶ
δὲν κάμνουν τὸ Πάσχα ὅπως οἱ Λατῖνοι!
Ἡ προσπάθεια διὰ τὴν ἄδικον «δικαίωσιν» καὶ ἡ ὑπερηφάνεια, ἐπιπροσθοῦσα, δὲν
τοὺς ἀφήνει
νὰ κατανοήσουν ὅτι δὲν εἶναι πρὸς
τιμήν των τοῦτο, ἀλλὰ
πρὸς κατάκρισιν καὶ ὄνειδος.
Εἶναι «ἀπόδειξις»
αὐτή; Ἤ
«ἀποδεικτικόν» κατὰ τὸ
«ράβδος ἐν γωνίᾳ, ἄρα βρέχει»; Μᾶλλον δὲ
ἀδιαντροπία, παρουσιάζουσα τὴν αἰσχύνην
της καὶ ὡς
«καύχημα»; Τὸ νεοημερολόγιόν τους, διὰ τοῦ
ὁποίου, κατὰ τὰς σοφὰς ἀστρολογίας
των, «ἐπέφεραν τὰς ἡμερομηνίας»,
«διαφέρει» ἀπὸ τὸ παππικὸν Γρηγοριανὸν
καὶ διὰ
τοῦτο δὲν
κάμνουν Πάσχα μαζὶ μὲ τοὺς
Λατίνους; Ὤ τῆς ἀναιδείας καὶ τῆς
ἀπάτης καὶ
τῆς συγχύσεως! Ποῖον τὸ
αἴτιον καὶ
ποῖον τὸ
αἰτιατόν; Ἐπειδὴ «διαφέρει» τὸ ἡμερολόγιόν
τους, δὲν κάμνουν ὁμοῦ
Πάσχα; ἢ ἐπειδὴ δὲν
κάμνουν Πάσχα «ἀποδεικνύεται» ὅτι «διαφέρει» τὸ ἡμερολόγιόν τους; Ὄντως σπουδαῖοι
εἶναι εἰς
ἐφευρέσεις «οἱ υἱοὶ τοῦ
αἰῶνος τούτου»! Τὴν ὁποίαν
ἐφεύρεσιν διωχέτευσεν ὁ πρῶτος
ἀπατεώνας, ὁ Χρυσ. Παπαδόπουλος, διὰ
νὰ παπαγαλίζουν οἱ ἐξαπατώμενοί
του. Τὸ Πάσχα κάμνουν οὕτω οὐχὶ ὡς ἔχοντες «διαφορετικὸν ἡμερολόγιον», ἀλλὰ
χρησιμοποιοῦντες... δύο ἡμερολόγια!! Ἰδόντες
τὴν γκάφα τους, ὅτι, ὄντες «συνεπεῖς» πρὸς
τὸ νεοημερολόγιόν τους, θὰ κάμνουν Πάσχα ὁμοῦ ἢ πρὸ
τῶν ἑβραίων,
ἀνεκάλυψαν καὶ υἱοθέτησαν αὐτὸ τὸ πρωτοφανὲς
εἰς τὴν
ἱστορίαν τῆς Ἐκκλησίας, γελοῖον, μᾶλλον
δὲ ἀντορθόδοξον
καὶ παράνομον εὕρημα: ὅλον τὸν χρόνον μὲ
τὸ νεοημερολόγιόν τους τρέχουν νά...
προφθάσουν τὸν Πάπαν, μήπως καὶ θεωρηθοῦν
«καθυστερημένοι», προκειμένου δὲ νὰ κάμουν Πάσχα, γλείφοντες ἐκεῖ ὅπου ἔπτυον,
ἐπιστρέφουν εἰς τὸ ἀπ᾿ ἀρχῆς
Ἰουλιανὸν
ἡμερολόγιον! Καὶ ἔτσι ἐφαντάσθησαν ὅτι
«εἶν᾿
ὅλα ἐν
τάξει»! Μὲ τόσην «ἀκριβολογίαν» καὶ καυχησιολογίαν λεπτολογεῖ
καὶ μεγαλορρημονεῖ περὶ
τῶν «διορθώσεων» ποὺ ἔφτιαξαν,
φάσκει ὅτι τηροῦν τὰ περὶ τῆς
ἑορτῆς
τοῦ Πάσχα τέσσαρα ἀναγκαῖα
(ἰσημερία, πανσέληνος, μετὰ τὸ ἑβραϊκὸν
Πάσχα, Κυριακή) καὶ ὀνειδίζει τὸν
προσδιορισμὸν Πασχαλίου κύκλου ἀπὸ
22 Μαρτίου ἕως 25 Ἀπριλίου, λέγων μάλιστα ὅτι εἶναι...
συμπτωματικός! Ἤ σύγχυσιν φρενῶν πάσχων ἢ
ἐθελουσίως ἐπιδιώκων τὴν ἐξαπάτησιν! Τόσῳ
ὑπερηφάνως ὀνειδίζει ἄλλους, δὲν χωρεῖ
ὅμως τὸ
μυαλό του ὅτι ἡ κατὰ πρᾶξιν τήρησις τῶν
τεσσάρων τούτων ἀπαιτεῖ τὸν
ἀνωτέρω κύκλον. Μᾶλλον θεληματικῶς
προσποιεῖται αὐτὴν τήν...
παράβλεψιν!!!
Ἐπειδὴ
ἐξέφυγαν ἀπὸ αὐτὰ τὰ ὅρια καὶ
τὰ ἔκαμαν
σαλάτα, βουλεύεται νά... παρακάμψη τὸν
σκόπελον καὶ νὰ ἐπενδυθῆ μέ... νομιμότητα! Καὶ δὲν ἔχει τὴν
εἰλικρίνειαν νὰ εἴπη ὅτι δὲν
τηροῦν πάντοτε αὐτὰ τὰ τέσσαρα. Ἄν
ἦσαν «συνεπεῖς», ἔπρεπεν ὅπως οἱ
Λατῖνοι νὰ
κάμνουν τὸ Πάσχα των μετὰ τὴν
πανσέληνον τῆς ἰσημερίας κατὰ τὸ νεοημερολόγιόν τους˙ ὅμως δὲν
τὸ κάμνουν, ἀλλὰ στρέφονται εἰς τὸ...
ἀδιόρθωτον καὶ παρατηροῦν τὴν μετὰ
τὴν 21 Μαρτίου (ὀρθοδόξως ὄχι φραγικῶς), πανσέληνον, δηλαδὴ 3 Ἀπριλίου κατὰ τὸ
φραγκοημερολόγιόν τους. Μὲ ἀποτέλεσμα νὰ
μὴ κάμνουν ποτὲ Πάσχα τὸν Μάρτιον, ὅταν ἔγινεν
ἡ Ἀνάστασις
τοῦ Κυρίου, νὰ κάμνουν δὲ... «Πάσχα τὸν Μάϊον»!! ὅπως
καὶ κατὰ
τὸ ἔτος
1975. Καὶ ὕστερα λέγει οὗτος ὅτι... δὲν
ἔθιξαν τίποτε, «διώρθωσαν» καὶ τὰ
λοιπά!!
Ἀλλ᾿ ὅσοι ἔχουν
μυαλὸ καὶ
εὐλάβειαν καὶ εἰλικρίνειαν καὶ ὄχι
κοσμικὴν προσπάθειαν καὶ ὑποκρισίαν,
γνωρίζουν -καὶ αὐτοὶ οἱ «συνεπεῖς»
νεοημερολογῖται τὸ ὁμολογοῦν- ὅτι
εἶναι ἀδύνατον
νὰ μεταβληθῆ (ἢ «μεταρρυθμισθῆ» ἢ
διορθωθῇ, ὡς φάσκουν οὗτοι) τὸ Ἰουλιανὸν ἡμερολόγιον,
χωρὶς νὰ
μεταβληθῆ καὶ τὸ ἐπ᾿ αὐτοῦ
οἰκοδομηθὲν
Πασχάλιον. Οὗτοι ὅμως οἱ
τρομεροὶ ἄνθρωποι
τὰ «κατάφεραν» νὰ χαλάσουν τὰ θεμέλια τοῦ οἴκου...
χωρὶς νὰ
«θίξουν» τὸ ἐπ᾿ αὐτῶν
οἰκοδομηθέν. Μέγα βραβεῖον εὐρεσιτεχνίας
τοὺς ἀνήκει!
Αἰώνων τάξις ἀνεποδογυρίσθη, οἱ θεσμοὶ καὶ
Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας ἔγιναν
μεταχείρισμα εἰς χεῖρας τῶν
ἀθεοφόβων, τῶν ὑπονομευτῶν τῆς
Ὀρθοδοξίας, ἡ ἑνότης τῶν Χριστιανῶν
κατεστράφη, τόσαι παρανομίαι καὶ ἀθετήσεις ἔγιναν,
αὐτὸς
δὲ ὁ
λογιώτατος καὶ οἱ λοιποί ...ώτατοι, νὰ
νοιασθοῦν γιὰ τέτοια... ψιλοπράγματα; Θὰ
ἴδωμεν κατωτέρω πῶς φρονεῖ
ἐπὶ
τῶν παρανομιῶν τούτων καὶ τὰ κάμνει ὅλα
«ἴσιωμα» μετὰ μεγάλης... «εὐκολίας» ὁ καλοπροαίρετος οὗτος.
Τὸ ζήτημα τοῦ
νεοημερολογιτισμοῦ εἶναι ἐξ
ὑπαρχῆς
ζήτημα Οἰκουμενισμοῦ, τοὐτέστιν
ἀσεβείας καὶ βλασφημήσεως τοῦ
Χριστοῦ, καὶ ὡς Οἰκουμενισμὸς
ἐμπήχθη εἰς
τὸν Ὀρθόδοξον
χῶρον˙ αὐτὰ δὲ ὅλα τὰ
προβαλλόμενα «ἐπιχειρήματα», τὰ ὁποῖα οὐδεὶς ἄλλος
μὲ τόσην τολμηρὰν ἀναίδειαν καὶ ὑπουλότητα
καὶ παραπλανητικὴν διάθεσιν ἐπεχείρησε νὰ ἐπενδύση
καὶ μὲ...
«νομιμότητα», ὡς οὗτος ὁ
λογιώτατος, οὐδὲν ἄλλο εἶναι παρὰ
ἀπάτη καὶ
ἀπεγνωσμένη προσπάθεια ἀνόμου καὶ
ἀδίκου «δικαιώσεως». Καὶ ἐπαναλαμβάνει
καὶ αὐτὸς τὴν
ἐφευρεθεῖσαν
ὑποκρισίαν τῶν ἀπατεώνων, ὅτι ὁ
νεοημερολογιτισμὸς «εἶναι ἐπάνοδος
εἰς τὰς
ἡμερομηνίας τῆς Α' Οἰκουμενικῆς Συνόδου»!! Εἴδομεν
καὶ θὰ
ἴδωμεν ἂν
ὁ νεοημερολογιτισμὸς εἰσήχθη
ὡς κάτι τέτοιο. Ἄν ἐπρόκειτο περὶ τοιαύτης ὑποθέσεως
καὶ ἦτο
ἀνάγκη νὰ
γίνῃ, τόσω ἀξιοκατάκριτοι ἦταν οἱ Πατέρες, ποὺ
δὲν τὸ
ἔκαμαν τόσους αἰῶνας; Ἤ μήπως αὐτοὶ
τώρα τὰ... ἀνεκάλυψαν; Πόσο γελοῖοι
καταντοῦν οἱ συμφεροντολόγοι ὑποκριταί!!!
Ἀπὸ
τοῦ 1583 οἱ ἀοίδιμοι Πατριάρχαι
Κωνσταντινουπόλεως Ἱερεμίας καὶ Ἀλεξανδρείας
Σίλβεστρος, μετὰ Συνόδου, ἔλεγον καὶ
ἔγραφον: «Οὐδεὶς ὅλως νομισάτῳ,
ὅτι τοὺς
πανταρίστους ἐκείνους θείους Πατέρας (τῆς Α' Οἰκουμ.
Συνόδου) διέλαθε τὸ δοκοῦν τοῦτο
λάθος, ἵνα παρὰ τῶν νῦν ἀστρονόμων
τύχη βελτίονος διορθώσεως». Λόγος περὶ
«ἡμερομηνιῶν» ἔγινε καὶ ἐπὶ Ἀνδρονίκου
Παλαιολόγου (1324), ἀνεφέρθη ὑπὸ
Νικηφ. Γρηγορᾶ, Ματθαίου Βλάσταρι, τὸν ΙΔ' αἰῶνα
κλπ. Πῶς οἱ Πατέρες ἐπὶ τόσους αἰῶνας
ἦσαν ἀμελεῖς καὶ
ἀδιάφοροι διὰ τὴν σωτηρίαν τῶν Χριστιανῶν
καὶ ἐπερίμεναν
αὐτοὺς
τοὺς τρομεροὺς πρωταθλητὰς τοῦ «πηδήματος», διὰ νὰ φέρουν... τὴν σωτηρίαν; Ὁ
ἀνωτέρω Πατριάρχης Ἱερεμίας, ἀπαντῶν εἰς
τὸν Πρίγκηπα τῆς Βενετίας Ν. Νταπόντε, προτείναντα «περὶ τῆς νέας διορθώσεως τοῦ ἔτους,
ἵνα δυνηθῶμεν
συνεορτάζειν...», ἔλεγε, σὺν ἄλλοις:
«Εἴπερ ἀληθείᾳ καὶ
θείῳ Πνεύματι περὶ ἀναγκαίων
καλῶς ἐσκόπουν,
πολλὰ εἰσι
τὰ ψυχωφελῆ, καὶ οὐχὶ τὰ παίγνια τῶν
ὡρολογίων τούτων, οὐδὲν ὄντων». Μὲ
αὐτὰ
ὁ Πάπας «ἐπεχείρησε
νὰ παραπλανήσῃ τοὺς Ὀρθοδόξους», ὡς
ἔγραψεν ἡ
ἱστορία, «ἵνα ἐκ τούτου ὠφεληθῆ
ἐν καιρῷ».
Νῦν δέ, ὅτε
πολὺ δεινότερον παρεπλανήθησαν «ὀρθόδοξοι» ὑπὸ σκοτεινανθρώπων, πότε ἄραγε θ᾿
ἀνανήψουν; Τῷ 1895 ἕνας φαντασμένος
μαθηματικός, ὀνόματι Ἐπαμεινώνδας Πολυδώρου ἐκ Σμύρνης, ὑπέβαλεν
εἰς τὸ
Πατριαρχεῖον πρότασιν «μεταρρυθμίσεως»
τοῦ ἡμερολογίου,
διὰ «ἀστρονομικὴν ἀκρίβειαν,
διὰ πολιτικοὺς καὶ κοινωνικοὺς λόγους κ.λπ.». Ἀλλ᾿ ἡ ὁρισθεῖσα Ἐπιτροπὴ ἀπεφάνθη:
«Οὐδὲν
εὑρίσκει τὸ θρησκευτικῶς συνηγοροῦν ὑπὲρ τῆς
ἀνάγκης τοῦ ἀποστῆναι τῆς
διὰ τῶν
αἰώνων καθιερωθείσης πράξεως τῆς Ἐκκλησίας,
χάριν δῆθεν, ἀστρονομικῆς ἀκριβείας. Ὅλως
ἐπουσιώδεις καὶ δευτερεύοντας θεωρεῖ
τοὺς ἄλλους
λόγους τοὺς ἐκ κοινωνικῆς ἢ πολιτικῆς
ἀπόψεως προσαγομένους...». Καὶ ἀπέρριψε
τὰς ὑπερβολὰς τοῦ
ξυπασμένου πτωχοαλαζόνος. Ἀλλ᾿ εὗρον
οἱ ἄνθρωποι
τοῦ σκότους εἰς τοὺς ἀθεοφόβους ἀρχιμασόνους
Πατριάρχας τὰ ὄργανά των!
Περὶ τῶν Χριστουγέννων - ἀρχιερωσύνης τοῦ
Προφήτου Ζαχαρίου πατρὸς τοῦ Τιμίου Προδρόμου.
Ἄφθαστος εἰς
δοκησισοφίαν καὶ λίαν τολμηρὸς εἰς
καταφρόνησιν καὶ μυκτηρισμὸν τῶν
ἁγίων Πατέρων καὶ τῆς ὅλης Ἐκκλησίας
γίνεται ὁ ἐπὶ Μωσέως καθέδρας
καθίσας οὗτος, διὰ νὰ...
ἐπιτύχη τὸν
στόχον του καὶ «δικαιώση» τὴν ἄδικον
θέσιν του καὶ ἐπιβάλη σιγὴν εἰς τὴν
συνείδησίν του. Μὲ σοφολόγον ἀπεραντολογίαν βούλεται νὰ «δείξη» ὅτι
τὰ Χριστούγεννα καὶ ἄλλαι
ἑορταὶ
δὲν εἶχον
ἐξ ἀρχῆς χρονικὴν
τοποθέτησιν καὶ δημιουργεῖ τὴν
ἐντύπωσιν, ὅτι ὅ,τι παρέλαβον...
«δικαίωμά τους» εἶναι αὐτοὶ
νὰ ξηλώνουν! Μὲ στόχον νὰ «δικαιώση» τὴν διὰ
τοῦ νεοημερολογιτισμοῦ κατάργησιν τῶν
θεσμῶν τῆς
Ὀρθοδοξίας, ἀρνεῖται ὅτι τὰ
Χριστούγεννα καὶ συναφεῖς ἑορταὶ ἔχουν
ἀφετηρίαν τὸν ὑπὸ τοῦ
ἀγγέλου εὐαγγελισμὸν τοῦ
Προφ. Ζαχαρίου πατρὸς τοῦ Τιμίου Προδρόμου.
Καὶ πρῶτον
μὲν ἀπορρίπτει
ὅτι ὁ
Ζαχαρίας ἦτο ἀρχιερεύς, ἀθετῶν μεθ᾿
ὑπερηφανείας καὶ τὸν ἅγιον Χρυσόστομον, ὅστις βεβαιοῖ τοῦτο! Πόθεν ἀρύεται
αὐτὴν
τὴν σοφίαν; Ἐκ τοῦ ὅτι εἰς
τὸ Εὐαγγέλιον
καλεῖται ἱερεύς.
Κατὰ τὸν
Ἁγιορείτην ἅγιον Νικόδημον: «Εἰ δὲ καὶ
προβάλοι τινάς, διατί ὁ Εὐαγγελιστῆς
Λουκᾶς Ἱερέα
ὀνομάζει τὸν Ζαχαρίαν καὶ ὄχι Ἀρχιερέα;
ἀποκρινόμεθα, ὅτι ὁ Ἱερεύς πλατυτέρως ἐκλαμβάνεται καὶ ἐπὶ
τοῦ Ἀρχιερέως˙
ἔτζι γὰρ
τὸ Λευϊτικὸν Ἱερέα ὀνομάζει τὸν
Ἀρχιερέα Ἀαρὼν (ΙΓ' 2) καὶ
ὁ Δαβίδ προφητεύων περὶ τοῦ
Ἀρχιερέως Χριστοῦ (ψαλμ. 109) καὶ ὁ Παῦλος
(Ἑβρ. ζ' 15) καὶ εἰς πάμπολλα μέρη ὁ ἀρχιερεὺς ὀνομάζεται
Ἱερεύς». Ἀλλ᾿ ὄχι
μόνον ὁ ἅγιος
Χρυσόστομος λέγει τοῦτο. Ὁ αὐτὸς ἅγιος
Νικόδημος λέγει˙ «Ὅτι δὲ ὁ
Ζαχαρίας οὖτος ἦτον Ἀρχιερεὺς βεβαιοῦσιν
ὁ Χρυσόστομος, ὁ Αὐγουστῖνος, ὁ
Ἀμβρόσιος, ὁ Θεοφύλακτος καὶ ὁ Θεοδώρητος. Μαρτυρεῖ δὲ καὶ ἡ Ἁγία Γραφὴ
λέγουσα, ὅτι νὰ μὴ εὐρίσκεται ἄνθρωπος
μέσα εἰς τὴν Σκηνήν, ὅταν ἐξιλάσεται ὁ
Ἀρχιερεύς˙ «Καὶ πᾶς ἄνθρωπος (δῆλον
δὲ ἐκ
τούτου ὅτι οὐδὲ ἱερεύς), οὐκ
ἔσται ἐν
τῇ Σκηνῇ
τοῦ Μαρτυρίου, εἰσπορευομένου αὐτοῦ ἐξιλάσασθαι
ἐν τῶ
Ἁγίω, ἕως
ἂν ἐξέλθη»
(Λευϊτ. ις' 17). Τοῦτο τὸ ἴδιον
φρόνημα ἔχει καὶ ὅλη ἡ τοῦ
Χριστοῦ Ἐκκλησία,
ὅτι δηλαδὴ
ὁ Ζαχαρίας ἦτον Ἀρχιερεύς». Οὗτος ὅμως
ὁ λογιώτατος ἀντίθετον «φρόνημα» ἔχει
ἀπὸ
ὅλης τῆς
τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας!
Περιπλέον ἡ Ἐκκλησία
μας παραδίδει ὅτι ὁ ἴδιος
Προφήτης Ζαχαρίας εἰσήγαγε τὴν Παρθένον Μαριάμ τριετῆ εἰς
τὰ Ἅγια
τῶν Ἁγίων,
εἰς τὰ
ὁποῖα
μόνος ὁ Ἀρχιερεύς
εἰσήρχετο. Πῶς ἐποίησε τὰ Εἰσόδια
τῆς Θεοτόκου ἐκεῖ ἂν δὲν
ἦτο Ἀρχιερεὺς καὶ
ἑπομένως δὲν εἰσήρχετο ἐκεῖ;
Οὕτω ἀρχίζων
ὁ πρόθυμος οὗτος διαφεντευτὴς τῶν νεωτερισμῶν,
ἀθετεῖ
τὴν χρονικὴν τοποθέτησιν τοῦ εὐαγγελισμοῦ
τοῦ Ζαχαρίου καὶ τὴν πρὸς τοῦτον
σχέσιν τῶν ἄλλων ἑορτῶν. Ἀλλ᾿ ὁ ἅγιος Νικόδημος λέγει πάλιν˙ «Ὁ θεῖος
Χρυσόστομος, μεταχειριζόμενος τὸ ρητὸν «Καὶ
πᾶς ἄνθρωπος
οὐκ ἔσται
ἐν τῇ
Σκηνῇ τοῦ
Μαρτυρίου εἰσπορευομένου τοῦ ἀρχιερέως
ἐξιλάσασθαι ἐν τῷ Ἁγίῳ,
ἕως ἂν
ἐξέλθη», ἀποδεικνύει
ὅτι ὁ
Ζαχαρίας ἧν Ἀρχιερεὺς καὶ ὅτε
εἰσελήλυθεν εἰς τὰ Ἅγια τῶν
Ἁγίων, ἦταν
ὁ καιρὸς
τῆς Σκηνοπηγίας, ἥτις ἐτελεῖτο κατὰ
τὸν ἕβδομον
μῆνα, τὸν
Σεπτέμβριον δηλαδή». Τοῦτο συμμαρτυρεῖ καὶ
ὁ Θεοδώρητος λέγων «κατὰ τοῦτον
γὰρ τὸν
καιρὸν (ἤτοι
τῆς Σκηνοπηγίας, τῆς κατὰ
τὸν ἕβδομον
μῆνα, δηλαδὴ τὸν Σεπτέμβριον
τελουμένης) κἀκεῖνος εἰς τὰ Ἅγια
τῶν Ἁγίων
εἰσελήλυθε, καὶ τῆς Ἀγγελικῆς
ὀπτασίας ἀπήλαυσε».
Καὶ ἐπιλέγει
ὁ Ἅγιος
Νικόδημος˙ «ὅτι δηλαδὴ ὁ
Ζαχαρίας ἦτον Ἀρχιερεύς, καὶ ὅτι κατὰ
τὸν καιρὸν
τοῦ Σεπτεμβρίου, ὅτε ἐτελεῖτο ἡ
Σκηνοπηγία, εὐηγγελίσθη. Διὸ καὶ
κατὰ τὴν
εἰκοστὴν
τρίτην τοῦ Σεπτεμβρίου ἑορτάζει τὴν
τοῦ υἱοῦ τοῦ
Προδρόμου σύλληψιν˙ ἀκολούθως δέ, ἑορτάζει καὶ
τὴν γέννησιν τοῦ αὐτοῦ Προδρόμου κατὰ
τὴν εἰκοστὴν τετάρτην τοῦ
Ἰουνίου, μετὰ παρέλευσιν δηλαδὴ ἐννέα ὁλοκλήρων
μηνῶν˙ ἐντεῦθεν ἀκολούθως
τῇ Συλλήψει τοῦ Προδρόμου, ἑορτάζει καὶ τὴν
σύλληψιν τοῦ Θεοῦ Λόγου κατὰ τὴν εἰκοστὴν πέμπτην Μαρτίου, μετὰ ἕξ
μῆνας δηλαδὴ τῆς πρὸ τοῦ
Προδρόμου συλλήψεως, ὅτε εὐηγγελίσθη ἡ
Θεοτόκος˙ ἀκολούθως δὲ τῇ
τοῦ Θεοῦ
Λόγου συλλήψει, ἑορτάζει καὶ τὴν
αὐτοῦ
Γέννησιν κατὰ τὴν εἰκοστὴν πέμπτην τοῦ
Δεκεμβρίου˙ ἀκολούθως δὲ τῇ
τοῦ Θεοῦ
Λόγου Γεννήσει, ἑορτάζει καὶ τὴν
Ὑπαπαντήν μετὰ τεσσαράκοντα ἡμέρας. Ὅθεν καὶ
ἐὰν δώσωμεν (ὡς λέγουσί τινες) ὅτι ὁ Ζαχαρίας δὲν
ἦτον Ἀρχιερεὺς, καὶ
δὲν εὐηγγελίσθη
κατὰ τὸν
ἕβδομον μῆνα,
ἀνατρέπομεν τὴν ἀνωτέρω τάξιν τῶν Δεσποτικῶν
ἑορτῶν
καὶ ὅλον
τὸν Κύκλον αὐτῶν συγχέομεν˙ καθότι ὅλαι αἱ
ἀνωτέρω ἑορταὶ βάσιν καὶ
θεμέλιον ἔχουσι τὴν ἐν
τῷ ἑβδόμῳ μηνὶ
γενομένην σύλληψιν τοῦ Προδρόμου». Αὐτὰ
λέγουν οἱ Ἅγιοι καὶ γενικῶς «τὰ
φρόνημα τῆς ὅλης Ἐκκλησίας». Ἀλλ᾿ ὁ γενναῖος
ἀνατροπεὺς
δὲν δειλιᾶ
νὰ ἀνατρέπη
καὶ συγχέη ταῦτα πάντα, ἵνα «στήση» τὸ ἴδιον
θέλημα ἀνομίας!
Κατὰ τὸν
Δοσίθεον Ἱεροσολύμων (εἰς τὴν
Δωδεκάβιβλον), ὁ ὁποῖος
διὰ τοῦτο
εἶναι ἀξιόπιστος
ἐπειδὴ
εἶναι ἀκριβολόγος
ἐρευνητὴς
ἱστορικὸς:
«Ὁ Ἀδελφόθεος
Ἰάκωβος ἀπελθὼν εἰς
Βηθλεέμ, οὐκ ἐμέμψατο τοῦτο, ὅτι γίνεται δηλαδὴ ἡ τῆς Χριστοῦ
Γεννήσεως ἑορτὴ τῇ εἰκοστῇ
πέμπτῃ Δεκεμβρίου. Καὶ ὅτι
τινῶν ἐπιτελούντων
ἐν μιᾷ
ἡμέρα τὰς
δύο ἑορτάς, Γέννησιν καὶ Βάπτισιν, ὁ
Ἱεροσολύμων Κύριλλος ἔγραψε πρὸς
Ἰούλιον Ρώμης περὶ τούτου, καὶ
ὃς ἐρευνήσας
τὰ βασιλικὰ ὑπομνήματα, εὗρε τὸν
Ἰώσηπον λέγοντα, τῷ ἑβδόμῳ μηνί, ἐν
τῇ ἑορτῇ τῆς
Σκηνοπηγίας, τῇ ἡμέρα τοῦ ἱλασμοῦ,
ἥτις ἦν
ἡ εἰκοστὴ τρίτη Σεπτεμβρίου, εἶδεν ὁ Ζαχαρίας τὸν Ἄγγελον
καὶ ἐκωφώθη,
μετὰ δὲ
ἕξ μῆνας
εὐηγγελίσθη ἡ Θεοτόκος τὸν Κύριον, ἤτοι Μαρτίου εἰκοστῇ πέμπτη, καὶ
ἑπομένως ἐγέννησεν
Αὐτὸν
τῇ εἰκοστῇ πέμπτῃ
Δεκεμβρίου, ὅθεν καὶ ἐμήνυσε
τοῖς ἐν
τῇ Ἀνατολῇ τὸ
πρᾶγμα».
Αὐτὰ
λέγουν οἱ Πατέρες, ὁ δὲ
«ἔξυπνος» τῆς συνθηκολογήσεως καὶ ὀσφυοκαμψίας, ἐπιχειρῶν νὰ
«δικαιώσῃ» ὁπωσδήποτε τοὺς πάτρωνάς
του μέ... ἀποδεικτικὰ καὶ
συμπεράσματα ποὺ εἰς τὸν
νοῦν των... προϋπῆρχαν τῆς
ἐρεύνης, καὶ διὰ νὰ μὴ
καταθέση τὸ ὑπερήφανον φρόνημα, μὲ ἀπέραντον πολυλογίαν καὶ «ἐπιστημονικότητας»
(διὰ νὰ
μᾶς ἐκπλήξη!)
λέγει ἄλλα...
Περὶ παραδόσεως καὶ σχίσματος.
Ἐκεῖ ὅπου ὑπερβαίνει
πᾶν ὅριον
ἀπάτης ποὺ
φθάνει εἰς τὴν ἀσυνειδησίαν, τὴν ἀδιαντροπίαν,
ἀκόμη καὶ
τὴν ψευδολογίαν, εἶναι ἡ
ἐπιχείρησις νὰ παρουσιάση -διδασκαλικῶς
φθεγγόμενος περὶ «παραδόσεως καὶ σχίσματος»- μὲ
«ἐπιχειρήματα» οὐδεμίαν σχέσιν καὶ ἐφαρμογὴν
ἐν προκειμένῳ ἔχοντα, ὅτι ἡ
κατ᾿ αὐτὸν «Ἐκκλησία»
τὰ πάντα δύναται ν᾿ ἀλλάξῃ καὶ
νὰ μεταβάλη! Ποῖα τὰ ἐπιστρατευμένα σπουδαῖα καὶ τρομερὰ «παραδείγματα-ἐπιχειρήματά» του, κατὰ
τὰ ὁποῖα «δικαιολογεῖται»
πᾶσα ἐπέμβασις
εἰς τοὺς
θεσμοὺς καὶ τὴν πίστιν τῆς Ἐκκλησίας;
Ἰδοὺ
αὐτά: ἡ
κόμη τῶν κληρικῶν καὶ μοναχῶν, ἡ
ἁγία λαβὶς
καὶ ἡ
ἀγαμία τῶν
Ἐπισκόπων!!! Ἡ ἀδιάφορος πρᾶξις κατ᾿
αὐτά, κατὰ
τὸν σοφὸν
τοῦτον, παρέχει τὸ ἐνδόσιμον
εἰς αὐτοὺς νὰ
ἀναποδογυρίζουν τὰ τῆς
Ἐκκλησίας! Ὁ ἴδιος ὀνειδίζει τοὺς
ἄλλους περὶ «συγχύσεως» καὶ ὁ ἴδιος
καταντᾶ εἰς
τὴν πλέον μικρόμυαλον σύγχυσιν, τὸν σκοπὸν
τῆς Ἐκκλησίας
συγχέων μὲ τὴν πίστιν καὶ τοὺς θεσμοὺς
τῆς Ἐκκλησίας!
Ποίαν σχέσιν ἔχουν αὐτὰ μὲ τὸν
καρκῖνον τοῦ νεοημερολογιτισμοῦ, ὁ ὁποῖος ὄχι
μόνον κατήργησε τοὺς θεσμοὺς τῆς
Ὀρθοδοξίας καὶ τὴν αἰωνίαν καὶ
ὁμόφωνον λατρείαν καὶ ἀνεστάτωσε
τὴν Ἐκκλησίαν,
ἀλλὰ
καὶ ἀκριβῶς δι᾿
αὐτὸ
τοῦτο ἐμπήχθη,
διὰ νὰ
«διευκολυνθῇ ἡ ἕνωσις» μὲ τοὺς
αἱρετικούς, δηλ. διὰ τὸν
παραμερισμὸν τοῦ Χριστοῦ, τὴν ἀθεΐαν;
Καὶ ὅμως
αὐτὸς
φάσκει τὰ τῶν ἀπατεώνων. Αὐτὰ
παθαίνει κανείς, ὅταν γυρεύη μὲ κάθε τρόπον νὰ
«ὑποστηρίζη» τὰ ἰδικά του ἐμπαθῆ
γεννήματα, διὰ νὰ μὴ ταπεινωθῆ καὶ
ἐπιστρέψη ὅθεν ἐξῆλθε κακῶς.
Καὶ φαντάζεται οὗτος καὶ οἱ ὁμοίων
φρονημάτων, ὅτι ὅπως οἱ ἅγιοι Πατέρες ἐνήργουν
διὰ τὴν
σύστασιν καὶ οἰκοδομὴν Ἐκκλησίας, αὐτοὶ θὰ
«ἐργάζωνται» τὴν κατάρριψιν καὶ
καταστροφὴν τῆς Ἐκκλησίας! Δὲν ἔχομεν
διάθεσιν νὰ παρακολουθήσωμεν τὴν παραπλανητικὴν
καὶ ἄχρηστον
ἀπεραντολογίαν τοῦ ἀδιστάκτου
τούτου ὑποκριτοῦ καὶ δουλοπρεποῦς ἀπατεῶνος. Λέγομεν μόνον ὀλίγα καὶ μὲ τὴν
δυνατωτέραν συντομίαν ἐπὶ τῶν
βαρυγδούπων «δικαιολογητικῶν» ποὺ ἀραδιάζει,
διὰ νὰ
δειχθῇ ὅτι
ὄχι μόνον οὐδεμίαν σχέσιν, θέσιν καὶ
ἐφαρμογὴν
ἔχουν εἰς
τὴν προκειμένην περίπτωσιν καὶ μόνον πρὸς
ἐξαπάτησιν καὶ παραπλάνησιν τὰ ἐφευρίσκει, ἀλλ᾿ ὅτι
καὶ ψεύδεται, ἀκόμη καὶ παρερμηνεύει ἐθελουσίως, ὡς
μὴ ὤφειλε.
Ποίαν σχέσιν ἔχουν τὰ πρακτικῶς
γινόμενα μὲ τὰ ἀναλλοιώτως
πιστευόμενα, διὰ τὴν ὑπονόμευσιν
καὶ κατάργησιν τῶν ὁποίων οἱ νῦν
καινοτόμοι «ἐργάζονται» τὰς καινοτομίας; Ἀλλ᾿ ἄραγε καὶ
ὡς πρὸς
τὰ σπουδαῖα
«παραδείγματα» του λέγει τὴν ἀλήθειαν καὶ
οὕτως ἔχουν
τὰ πράγματα, ὅπως «δογματίζει»; Ἄς ἴδωμεν.
Περὶ τῆς κουρᾶς
τῆς κόμης τῶν κληρικῶν.
Τὰ περὶ
τῆς κουρᾶς
τῆς κόμης τῶν κληρικῶν καὶ μοναχῶν
θέλει παραλληλίσῃ μὲ τὴν
παρανομίαν τῆς εἰσαγωγῆς τοῦ νεοημερολογιτισμοῦ! Ἀνεφέρει Ι. Κανόνας,
ποὺ δὲν
ἀναφέρονται ὅλοι εἰς τὸν σκοπὸν
ποὺ θέλει νὰ τοὺς ἀποδώσῃ,
ἀναφέρει πολλὰ λόγια τοῦ ἁγίου Νικοδήμου, δὲν λαμβάνει ὅμως τὸν κόπον ν᾿
ἀναφέρη τὰ
λόγια τοῦ ἰδίου Ἁγίου, ποὺ λέγουν περιεκτικῶς τὸν σκοπὸν τῆς
Ἐκκλησίας˙ λέγει ὁ Ἅγιος:
«καθὼς εἶναι
κατηγορημένον τὸ νὰ μὴ
κόπτῃ τινὰς
τὰ μαλλιά του διὰ καλλωπισμὸν καὶ εὐμορφίαν
καὶ κακὸν
σκοπόν, ἔτσι ἐξ ἐναντίας εἶναι ἐμποδισμένον
καὶ τὸ
νὰ κόπτη αὐτὰ καὶ νὰ
τὰ ξυρίζη μὲ κάποια στρογγυλεύματα τριγύρω καὶ
ἁπλῶς
εἰπεῖν
διὰ καλλωπισμὸν καὶ ὡραιότητα». Ἡ
Ἁγία Γραφὴ
λέγει περὶ τοῦ ναζιραίου, δηλ. τοῦ ἀφιερωμένου ἡγιασμένου,
ὅτι «σίδηρος εἰς τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ οὐκ
ἀναβήσεται» (Κριτ. ιγ' 5), δηλαδὴ δὲν
θὰ κουρευθῇ˙ ὁ σκοπὸς δὲ
τῆς Ἐκκλησίας
διὰ τὴν
λεγομένην «κουράν», εἶναι τὸ ν᾿ ἀπορρίπτῃ
ὁ εἰς
τὸν Θεὸν
ἀφιερούμενος ὁμοῦ μὲ τὰς
τρίχας τὰ κοσμικά, νὰ μὴ ἀποβλέπη εἰς
τὸν «καλλωπισμὸν καὶ εὐμορφίαν» καὶ
τὸ νὰ
διαφέρη ἀπὸ τοὺς ἄλλους, τοὺς
κοσμικούς. Ἐφ᾿ ὅσον, κατὰ τοὺς
παλαιοὺς χρόνους, οἱ κοσμικοὶ,
«διὰ καλλωπισμὸν καὶ εὐμορφίαν» ἔτρεφον
μακρὰν κόμην, ἔκαμνον τὸ ἀντίθετον οἱ
ἀφιερούμενοι τῷ Θεῷ˙ ἀφ᾿ ὅτου δὲ
οἱ κοσμικοὶ, πάλιν «διὰ καλλωπισμὸν καὶ
εὐμορφίαν» κουρεύονται, οἱ ἀφιερούμενοι
τῷ Θεῷ
ἀποφεύγουν τὸν τοιοῦτον «καλλωπισμὸν καὶ
εὐμορφίαν». Ὅτι οἱ κοσμικοὶ ἔτρεφον
μακρὰν κόμην εἶναι γνωστόν, ἀναφέρει δὲ καὶ
ἡ ἱστορία.
Λόγου χάριν, ἐπὶ αὐτοκράτορος Μαρκιανοῦ, ὡς
ἱστορεῖ
ὁ Πρῖσκος,
«Ὅν Ἀέτιον
κατὰ τὴν
Ρώμην εἴδομεν πρεσβευόμενον, μήπω ἰούλου ἀρχόμενον,
ξανθὴν τὴν
κόμην τοῖς αὐτοῦ περικεχυμένην διὰ μέγεθος ὤμοις».
Ὁ ἅγιος
Νικηφόρος, ἀριθμῶν τὰ κακὰ ὅσα
ἔκαμεν ὁ
κοπρώνους Κοπρώνυμος εἰς τοὺς εὐσεβεῖς μοναχούς, ἀναφέρει
καὶ τοῦτο
περί τινων, ὅτι «καὶ τὸ
σεμνὸν μεταμφυενύμενοι στόλισμα, κομῆται αὐτοὶ ἀντὶ κεκαρμένων διεδείκνυντο καὶ εἰς
λαϊκῶν σχῆμα
εὐθὺς
μεθηρμόζοντο». Εἶναι ἐπίσης γνωστόν, ὅτι καὶ οἱ ἅγιοι
ἀπὸ
ἀρχαίων χρόνων ἔκαμνον ὅπως ἡμεῖς
σήμερον˙ ἐν τῇ Ἐκκλ. Ἱστορίᾳ
τοῦ Νικηφόρου Καλλίστου ἀναφέρεται περὶ
«τοῦ ἁγιωτάτου
ἐπισκόπου Σκυθῶν Θεοτίμου»˙ «Λόγος γε μὴν
ἔχει κομήτην ἐξ ἀρχῆς ὄντα,
ἀφ᾿
οὗ τὸ
φιλοσοφεῖν ἐπέβαλεν (ἀφ᾿ ὅτου
δηλ. ἔγινε μοναχὸς) οὕτω διαμεῖναι καὶ
ἐς τέλος».
Περὶ τῆς ἀγαμίας
τῶν ἐπισκόπων.
Ἄλλο «παράδειγμα», μᾶλλον δὲ εἰπεῖν
φρικῶδες καὶ ἀναίσχυντον
τερατούργημα, ἀραδιάζει τὸ περὶ
ἀγαμίας τῶν
ἐπισκόπων, οἱ ὁποῖοι ἄλλοτε
ἦσαν καὶ
ἔγγαμοι. Ἐνῶ ὁ
Ι. Κανὼν (Ε' Ἀποστ.) λέγει περὶ τοῦ ἐκβάλλοντος
τὴν ἑαυτοῦ γυναῖκα
«προφάσει εὐλαβείας», αὐτὸς ὄχι μόνον δὲν
ἀναφέρει τὸν σκοπόν, ἀλλὰ καὶ,
δι᾿ ὧν
λέγει, παρέχει τὴν ἐντύπωσιν ὅτι
ὅλοι οἱ
Ἐπίσκοποι ἦσαν ἔγγαμοι, ἐνῶ δὲν εἶναι
ἔτσι˙ καὶ
αὐτοὶ
ἔτι οἱ
περισσότεροι τῶν ἀποστόλων ἦσαν
παρθένοι. Καί, τὸ φοβερώτερον καὶ ἀσυγχωρήτως
πάντολμον, ἐπανειλημμένως ὀνομάζει «κατάργησιν» καὶ «ἀκύρωσιν»
τοῦ Ἀποστολικοῦ Κανόνος τὸν
ΙΒ' Κανόνα τῆς ΣΤ' Οἰκουμ. Συνόδου!! Ὡσὰν νὰ ἔλεγε
δηλ. ὁ Ε' Ἀποστολικὸς Κανὼν ὅτι
οἱ Ἐπίσκοποι
ὑποχρεωτικῶς πρέπει νὰ εἶναι ἔγγαμοι,
ἢ ὁ
ΙΒ' τῆς ΣΤ' Οἰκουμ. Συνόδου ὅτι
πρέπει νὰ ἐκβάλλῃ τις τὴν γυναῖκα
του μόνον «προφάσει εὐλαβείας»!! Ποῦ φθάνει ἡ
ἀναισχυντία τινὸς καὶ ἡ τύφλωσις, ὅταν
ἄγεται ἀπὸ ἄδικον
προσπάθειαν! Ἀπὸ αὐτὴν τὴν
ἀντίληψιν ἐδημιουργήθη καὶ ἡ παρεξήγησις, ὅτι
«δι᾿ αὐτό»
μένουν ἄγαμοι διὰ νὰ ἔχουν... πιθανότητα νὰ δεσποτοποιηθοῦν, ἐξ οὗ
καὶ ἐγέμισεν
ἡ κοινωνία ἀπὸ νεαροὺς «ἀρχιμανδρίτας»,
μὲ ἀποτέλεσμα
τὰ πολυειδῆ καὶ πολυάριθμα
σκάνδαλα. Ἐνῶ ἡ Ἐκκλησία «τῆς
σωτηρίας καὶ τῆς ἐπὶ τὸ
κρεῖττον προκοπῆς τῶν λαῶν προμηθουμένη», ἐπροτίμησε καὶ ὥρισε νὰ
γίνωνται ἐπίσκοποι οἱ ἤδη
ἀπὸ
πολλοῦ καὶ
ἀφ᾿
ἑαυτοῦ
των γενόμενοι μοναχοὶ καὶ εἰς
τὴν ἔρημον
γηράσαντες.
Περὶ ἁγίας λαβίδος.
Καὶ ἄλλην
«δικαιολογίαν», ὀρθότερον δὲ ὑποκρισίαν
καὶ ψευδολογίαν, προσάγει τὰ περὶ
τῆς ἁγίας
λαβίδος, ἐπειδὴ εἰς τοὺς παλαιοὺς
χρόνους οἱ Χριστιανοὶ ἐδέχοντο
τὸν ἅγιον
Ἄρτον ὄχι
διὰ τῆς
λαβίδος εἰς τὸ στόμα, ἀλλ᾿ εἰς
τὰς χεῖρας,
ὅπως περίπου σήμερον τὸ ἀντίδωρον˙
ἐπικαλούμενος καὶ τὸν ΡΑ' Ι. Κανόνα τῆς ΣΤ' Οἰκουμ.
Συνόδου. Ἀλλ᾿ ὁ Κανὼν οὗτος
δὲν λέγει περὶ τοῦ πῶς μεταδίδεται τὸ Σῶμα τοῦ Κυρίου˙ ἀλλ᾿ ἐπειδὴ μερικοί, τάχα δι᾿ εὐλάβειαν, ἀντὶ
νὰ δεχθοῦν
Αὐτὸ
εὐλαβῶς
εἰς τὰς
χεῖρας, τὸ
ἐδέχοντο εἰς μικρὰ δοχεῖα ἐκ
χρυσοῦ ἢ
ἄλλης πολυτίμου ὕλης˙ διὸ καταδικάζει ὁ Ι. Κανὼν
τοὺς «προτιμῶντας τῆς τοῦ Θεοῦ
εἰκόνος τὴν
ἄψυχον ὕλην».
Τὰ περὶ
λαβίδος δὲν σχετίζονται ἀμέσως μὲ
τὸν Κανόνα τοῦτον. Ἐν τούτοις, διὰ νὰ
φέρῃ εἰς
τὰ μέτρα του τὸ νόημά του, φθάνει καὶ
μέχρι τοῦ σημείου νὰ «ἑρμηνεύῃ», ὁ
δεινὸς οὗτος
ἑρμηνευτής, τὰ «τοιαῦτα δοχεῖα» ὡς
«λαβίδα»!! Ἀνοησίας ἢ ψευδολογίας μέγεθος; Τὸ δοχεῖον
ἑρμηνεύεται ποτὲ ὡς λαβίς; Ἀναφέρει τὰ
περὶ λαβίδος λόγια τοῦ ἁγίου
Νικοδήμου, ὑπερπηδᾶ ὅμως
καὶ δὲν
ἀναφέρει τὴν κυριωτέραν γνώμην τοῦ
Ἁγίου, ὅστις
λέγει: «Τὸ αἴτιον δὲ ὁποὺ ἐπενοήθη ἡ
λαβὶς ἦτο,
διατὶ μερικοί, ἢ ὑποκρινόμενοι πὼς εἶναι
χριστιανοὶ, ἢ αἱρετικοί, ἢ δεισιδαίμονες ἄνθρωποι, λαμβάνοντες εἰς
χεῖρας τὸν
ἅγιον Ἄρτον,
ἢ τὸν
ἔρριπτον, ἢ τὸν ἔκρυπταν, ἢ
εἰς μαγείας ἢ πονηρίας ἄλλας τὸν ἐμεταχειρίζοντο.
Ὅθεν διὰ
τῆς ἐπινοήσεως
τῆς λαβίδος, διδομένης τῆς ἁγίας
Κοινωνίας εἰς τὸ στόμα, ἐσηκώθη ἀπὸ τὸ μέσον κάθε αἰτία
καὶ πρόφασις τῆς τοῦ μυστηρίου
τοιαύτης καταφρονήσεως».
Εἰς τὴν
Ἐκκλησ. Ἱστορίαν
τοῦ Σωζομένου γράφεται, ὅτι «γυνή τις τὰ
τοῦ Μακεδονίου νοσοῦσα», διὰ
νὰ ἐξαπατήσῃ τὸν
ἄνδρα της ὅτι γίνεται ὀρθόδοξος
(διὰ νὰ
μὴ τὴν
χωρίση) λαβοῦσα τὸν ἅγιον
Ἄρτον, ἔσκυψε,
τάχα διὰ νὰ προσευχηθῆ, καὶ τὸν
ἔκρυψεν, ἔβαλε
δὲ εἰς
τὸ στόμα της κομμάτι ψωμὶ ποὺ
τῆς ἔδωσε
κρυφίως ἡ δούλη της ποὺ τὴν
συνώδευε˙ «τὸ δὲ πρὸς τοῖς ὀδοῦσι λίθος ἐπήγνυτο.
Περιδεὴς δὲ γενομένη ἡ γυνὴ μὴ
τι πάθοι, δρομαία ἐπὶ τὸν
ἐπίσκοπον (τὸν ἅγιον Χρυσόστομον) ἐλθοῦσα,
ἑαυτὴν
κατεμήνυσε. Καὶ τὸν λίθον ἐπέδειξεν
εἰκόνα φέροντα τοῦ δήγματος».
Ὅτι ἡ
ἁγία λαβὶς
ἐχρησιμοποιεῖτο ἀπὸ τῶν
ἀρχαίων χρόνων, μαρτυρεῖται καὶ
ἀπὸ
τὰ λεγόμενα εἰς τὸν βίον τοῦ ἁγίου
Μάρκου τοῦ Ἀσκητοῦ, ὅστις ἑορτάζεται
τὴν 5ην Μαρτίου, ἤκμασε δὲ
κατὰ τὸ
430, ὅπου γράφονται τὰ ἑξῆς: «Τόσην δὲ
καθαρότητα εἶχεν ὁ ὅσιος
οὗτος, ὥστε
ὁ πρεσβύτερος τῆς Σκήτεως ὤμνυε καὶ ἔλεγεν,
ὅτι καμμίαν φορὰν δὲν ἐκοινώνησε τὸν
ἅγιον τοῦτον
μὲ τὰς
ἰδίας του χεῖρας, ἀλλ᾿ ὅτε
προσήρχετο διὰ νὰ μεταλάβῃ, ἄγγελος Κυρίου τὸν μετελάμβανε, τοῦ ὁποίου τὴν
χεῖρα ἔβλεπεν
ἀπὸ
τὸν ἀγκῶνα βαστάζουσαν τὴν λαβίδα καὶ
μεταλαμβάνουσαν τὸν ὅσιον».
Αὐτὰ
λοιπόν. Ἡ μὲν Ἐκκλησία νὰ νομοθετῆ
καὶ καταρτίζη ἐπὶ τὸ ἀνώτερον
καὶ τελειότερον πρὸς οἰκοδομὴν καὶ
πρὸς σωτηρίαν τῶν Χριστιανῶν, οὗτοι δὲ
ν᾿ ἀντινομοθετοῦν πρὸς
κατάρριψιν καὶ ἐμπαθῆ κοσμικοποίησιν, ὠθοῦντες
πρὸς τὸν
«εὔκολον» κατήφορον καὶ τὴν
κόλασιν! Ὅ,τι διώρθωσεν ἅπαξ τότε ἡ
Ἐκκλησία εἰς τοὺς πρώτους αἰῶνας καὶ
διηυθέτησε διὰ νὰ μένουν αἰωνίως, ἐξερεύγεται οὗτος
ὅτι «δικαίωμά τους» εἶναι νὰ
«διορθώνουν» καὶ αὐτοί... ἀπὸ τὴν
ἀνάποδη, κατὰ τὰ ἑκάστοτε κέφια τους. Καὶ αὐτὸς ὁ
καλοπροαίρετος εὑρίσκει πὼς αὐτὰ εἶναι
τὸ ἴδιον
πρᾶγμα! Ἀποτελεῖ «δικαίωσιν» εἰς
τὴν προκειμένην περίπτωσιν τοῦ νεοημερολογιτισμοῦ ἡ ἐπιστράτευσις τοιούτων παραπλανητικῶν «ἐπιχειρημάτων»;
Ἤ ἀδιάντροπον
καὶ ἀπεγνωσμένην
προσπάθειαν ψευδολόγου καὶ ὑποκριτοῦ
ἀπατεῶνος;
Πόσῳ... συγκαταβατικὸς καὶ καλοπροαίρετος, ὁ προθυμότατος οὗτος «διϋλιστής», ὁ
μεγαλύνων τρομερῶς τάς, ἀνυπάρκτους, «διαφοράς» τοῦ νεοημερολογίου του ἀπὸ τὸ Γρηγοριανὸν
τοῦ Πάπα καὶ σμικρύνων μέχρις ἐξαφανίσεως
τὰς ἀσεβείας
καὶ τὰς
ὀγκώδεις παρατροπὰς καὶ
ἀθετήσεις τοῦ νεοημερολογιτισμοῦ εἰς βάρος τῆς
Ὀρθοδοξίας! Λέγει, ὁ καϋμένος, ὅτι
«βεβαίως ὡραιότερον εἶναι νὰ
συνεορτάζωμεν ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι
Χριστιανοί, νὰ νηστεύωμεν ὁμοῦ
κατὰ τὸν
αὐτὸν
χρόνον. Οὐδεμία ἀντίρρησις ἐπ᾿ αὐτοῦ». Ἐν
τούτοις βουλεύεται νὰ «δικαιώση» καὶ νὰ ὑπερασπισθῆ
αὐτὸ
ποὺ «δὲν
εἶναι ὡραῖον». Δὲν
μᾶς λέγει ποιός λόγος σοβαρὸς ὑπῆρχε γιὰ
νὰ καταστραφῆ αὐτὸ τὸ
«ὡραιότερον», γυρεύῃ νὰ
«ἀποδείξῃ»,
ὅτι ἂν
ἐφυλάγετο αὐτὸ τὸ «ὠραιότερον»...
δὲν θὰ
σωθῆ ὁ
κόσμος! Καὶ τὰς παρανομίας ποὺ ἔγιναν διὰ
τοῦ νεοημερολογιτισμοῦ τὰς
βλέπει ὡσάν... ψιλοπράγματα μὴ ἄξια
ἐνδιαφέροντος! Γιὰ τέτοια νὰ
νοιασθῇ αὐτὸς καὶ
ἡ κατ᾿
αὐτόν, «ἐκκλησία»
του καὶ νὰ
μείνη «ἐν οἷς παρέλαβε» καὶ νὰ ταπεινώση τὸ
σατανικὸν ἀνταρτικὸν φρόνημα καὶ ἐπιστρέψη
καὶ διορθωθῆ; Ἡ ὑπερηφάνεια καὶ
οἱ κρύφιοι σκοποί των ἔχουν πολὺ
πιὸ σπουδαίαν σημασίαν δι᾿ αὐτούς,
παρὰ οἱ
θεσμοὶ τῆς
Ἐκκλησίας.
Περὶ τῆς νηστείας τῶν
ἁγίων Ἀποστόλων.
Ἀναφερόμενος εἰς
τὴν κατάργησιν τῆς Νηστείας τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων,
παρέχει τὴν ἐντύπωσιν ὅτι πρόκειται
διὰ κάτι τὸ τιποτένιο, ὅτι
«δικαίωμα» τῆς «ἐκκλησίας» του νὰ καταργῇ καὶ
νὰ «περιορίζῃ»! Δὲν γνωρίζομεν ἂν ἔφθασεν
εἰς τόση θρασύτητα κανένας ἄλλος θρασὺς
ἕως τώρα. Ἐπιχειρεῖ δὲ ἀθλίως
νὰ δώση καὶ «νομιμότητα» εἰς τὴν παρανομίαν καὶ νὰ δημιουργήση τὴν ἰδέαν
ὅτι καὶ
ἄλλοτε ἔκαμνεν
ἡ Ἐκκλησία
ἔτσι!! Ἀλλ᾿ ἡ Ἐκκλησία πάντοτε ὠκοδόμει πρὸς δόξαν Θεοῦ καὶ
σωτηρίαν τῶν Χριστιανῶν, δὲν
κατέλυε ποτὲ, ὅπως φαντάζεται οὗτος καὶ οἱ ὅμοιοι ἀπατεῶνες. Ἡ
Νηστεία μετὰ τὴν ἑβδομάδα τῆς Πεντηκοστῆς
ὡρίσθη ὑπ᾿ αὐτῶν τῶν
Ἀποστόλων, ὡς γράφεται ρητῶς εἰς τὰς
διαταγὰς των (Ε' 20) καὶ μαρτυρεῖται
ὑπὸ
τῶν ἀρχαίων
Πατέρων καὶ δὲν εἶναι ἔτσι ὅπως...
ἀνακαλύπτουν οἱ περιφρονηταὶ
κοιλιόδουλοι, ὅτι «δὲν ἔχει
νομοθετηθῆ ὑπὸ Οἰκουμενικῆς
ἢ καὶ
Τοπικῆς Συνόδου». Αἱ Σύνοδοι δὲν
ἐνομοθέτησαν αὐτὰς τὰς Νηστείας, ἀλλὰ τὰς
βεβαιοῦν, οὔσας προνενομοθετημένας. Οἱ
θεῖοι Πατέρες, τιμῶντες τοὺς
ἁγίους Ἀποστόλους,
εἰς τῶν
ὁποίων τοὺς
ἱδρῶτας
καὶ τὰ
αἵματα ὀφείλομεν
τὸ κήρυγμα τῆς σωτηρίου πίστεως, ἐπεξέτειναν
τὴν Νηστείαν αὐτὴν μέχρι τῆς ἑορτῆς των. Ἐνῶ οἱ
κύριοι τοῦ νεοημερολογιτισμοῦ τὴν
καταργοῦν παντάπασι (ἔτος 1975, Νηστεία ἁγίων Ἀποστόλων, ἡμέραι 0˙ ἕνα
μεγαλοπρεπέστατον μηδέν!), ὁ δὲ λογιώτατος οὗτος
ἀναλαμβάνει νὰ «δικαιώσῃ» τὴν τῶν
Ἀποστόλων, ἤγουν τοῦ Θεοῦ δι᾿
αὐτῶν,
καταφρόνησιν! Ἀλλὰ πλὴν
ἄλλων, κατὰ τὸν ΙΘ' Κανόνα τῆς ἐν
Γάγγρα Συνόδου, ὁ «παραλύων τὰς παραδεδομένας νηστείας εἰς τὸ
κοινὸν, καὶ φυλασσομένας ὑπὸ τῆς
Ἐκκλησίας», ἀναθεματίζεται.
Περὶ τῆς ἑορτῆς τοῦ
ἁγίου Γεωργίου.
Ἐπίσης ἀναφερόμενος
οὗτος εἰς
τὴν ἑορτὴν τοῦ
ἁγίου Γεωργίου, ἡ ὁποία, πρὸς «δόξαν» τοῦ
νεοημερολογιτισμοῦ, συμπίπτει καὶ 15 ἡμέρας...
πρὸ τοῦ
Πάσχα, καὶ ἑπομένως ἐπειδή, ὡς ἀναστάσιμον,
ἐντρέπονται νὰ τὴν ἑορτάσουν πρὸ
τῆς Ἀναστάσεως
τοῦ Κυρίου καὶ τὴν «μεταθέτουν» τόσας
ἡμέρας (ὡσεὶ ἐπρόκειτο
περὶ δημοσίου τινὸς ὑπαλλήλου),
βούλεται ὁ καλοπροαίρετος οὗτος νὰ
παρουσιάσῃ τοῦτο ὡς «ἓν τίποτε» καὶ
ὡς «δικαίωμά τους» νὰ κάμνουν οὕτω!
Ἡ ἑορτὴ τοῦ
ἁγίου Γεωργίου, ὀρθοδόξως, τὸ ἐνωρίτερον πού, σπανιώτατα, δυνατὸν νὰ
συμπέση, εἶναι τὴν Μεγ. Παρασκευὴν ἢ τὸ
Μ. Σάββατον˙ ὁπότε, κατὰ τὴν
αἰωνίαν τάξιν καὶ διάταξιν τῆς Ἐκκλησίας καὶ
διὰ τὴν
δόξαν τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν τιμὴν
τοῦ Ἁγίου,
γίνεται τὴν ἑπομένην τοῦ Πάσχα. Οὗτος δέ, ταυτίζων, ὡς φαίνεται, τοὺς
κατηραμένους ἀρχιμασόνους Μ. Μεταξάκιν
καὶ Χρυσ. Παπαδόπουλον καὶ τὸν
ἑαυτόν του, μὲ τὴν Ἐκκλησίαν, ἐρωτᾷ τοὺς
Ὀρθοδόξους: «Σεῖς ἔχετε δικαίωμα
μεταθέσεως ἡμεῖς δὲν ἔχομεν;» Ἀνόητος
μωρολογία ἢ ἀδίστακτος σατανικὴ ἀναίδεια; Εὑρέθη
μέχρι σήμερον κανένας ἄλλος νὰ ἐκρεύξη
αὐτὴν
τὴν ἀδιαντροπίαν;
Ὄχι, δὲν
εὑρέθη˙ αὐτὸς εἶναι
ὁ πρῶτος.
Καὶ ἐξερεύγεται
ἐν συνεχεία: «Τὸ ἴδιον τὸ τυπικὸν
τῆς Ἐκκλησίας
διατάσσει τὴν μετάθεσιν ταύτην». Ποῖον τυπικὸν
τῆς Ἐκκλησίας
διατάσσει τοιαύτην «μετάθεσιν», ἄθλιε ἄνθρωπε; Μέχρι αὐτοῦ τοῦ σημείου καταδέχονται τὴν ἐξαπάτησιν
οἱ λογιώτατοι; Ὑπῆρξε ποτὲ ὁμοία
περίπτωσις, νὰ «μετατίθεται» κοινῶς ὑφ᾿ ὅλης
τῆς Ἐκκλησίας
μία ἑορτή... δεκαπέντε ἡμέρας, ὥστε
νὰ τὴν
προβλέπη Τυπικόν; Ὄχι, οὐδέποτε ὑπῆρξε μέχρι τῶν
εὐκλεῶν
χρόνων τοῦ λογίου τούτου.
Μετάθεσις ἑορτῆς
Ἁγίου γίνεται μόνον κατὰ μίαν ἡμέραν,
ὅταν συμπέσῃ εἰς Δεσποτικὴν ἑορτήν,
ἀφ᾿
ἑνὸς
διότι «δὲν χωρεῖ» εἰς τὴν ἑορτὴν τοῦ
Δεσπότου καὶ ἀφ᾿ ἑτέρου διὰ
νὰ τιμᾶται
ὁ Ἅγιος
ἰδιαιτέρως. Καὶ αὐτὴ ἀκόμη
τοῦ Εὐαγγελισμοῦ ἂν
συμπέση τὴν Μ. Παρασκευὴν ἢ
τὸ Μ. Σάββατον μετατίθεται εἰς τὴν
ἡμέραν τοῦ
Πάσχα, διὰ νὰ μὴ εἶναι μεμιγμένα τὰ χαρμόσυνα μὲ τὰ θρηνητικά˙ ἂν
καὶ τοῦτο
γίνεται μόνον εἰς τὰς ἐν
κόσμῳ ἐκκλησίας,
εἰς τὰς
Μονὰς δὲν
μετατίθεται. Ἡ Ἐκκλησία μετὰ λόγου καὶ σοφίας ἐν
Ἁγίῳ
Πνεύματι ὁρίζει τὰ πρὸς
ὠφέλειαν καὶ σωτηρίαν τῶν Χριστιανῶν. Ἀλλὰ ποῖος
λόγος ὑπῆρχε
νὰ καταργῆται
ἡ ἑορτὴ τοῦ
ἁγίου Γεωργίου ὅπως ἐξ ἀρχῆς
ἐτελεῖτο
καὶ νὰ
«μετατίθεται» ἐτσιθελικῶς καὶ
15 ἡμέρας; Βεβαίως ἡ ὑπερηφάνεια
τῶν ἀθεοφόβων
καὶ ἡ
προθυμία ἐξυπηρετήσεως τοῦ σχεδίου τῶν
ἐχθρῶν
τοῦ Χριστοῦ! Καὶ ἤδη ἐφευρίσκουν
καὶ ἄλλας...
«μεταθὲσεις»! Νὰ «μεταθέτουν» τὰς ἐντὸς
τῆς ἑβδομάδος
ἑορτὰς
εἰς τὴν
Κυριακήν˙ διὰ νὰ ἔχουν τὴν κατάραν καὶ
τὸ τέλος ἐκείνων
ποὺ εἶπαν:
«δεῦτε καὶ
καταπαύσωμεν τὰς ἑορτὰς
τοῦ Θεοῦ
ἀπὸ
τῆς γῆς».
Αἱ ἐκ
τοῦ νεοημερολογιτισμοῦ παρανομίαι ἐκτείνονται
ὄχι μόνον εἰς αὐτὰς τὰς
περιπτώσεις, ἀλλ᾿ εἰς ὅλον τὸν
κύκλον τοῦ ἔτους, ποὺ τὰ ἔκαμαν
«σαλάτα» καὶ τὸ δεινότερον κατέστρεψαν τὴν
αἰωνίαν λατρευτικὴν ἑνότητα
τῶν Ὀρθοδόξων
καὶ ὅ,τι
ἡ ἁγία
Α' Οἰκουμενικὴ Σύνοδος ὥρισεν εἰς δόξαν Θεοῦ,
αὐτοὶ
κατέστρεψαν μετὰ 16 ἀκριβῶς
αἰῶνας (325-1924) εἰς «δόξαν» τοῦ
σατανᾶ, οὗτος
δέ, ἐνῶ
«βλέπει» καὶ μέχρι κόρου καὶ ἀηδίας
ἐπαναλαμβάνει περὶ «καταργήσεως Ἱερῶν Κανόνων ὑπὸ τῆς
Ἐκκλησίας» (ποὺ μόνον μέσα στὰ μυαλά
του γίνεται), δὲν βλέπει τὰς ἐκ
τοῦ νεοημερολογιτισμοῦ καταργήσεις εἰς
βάρος τῆς Ὀρθοδοξίας. Καλοπροαίρετος ἄνθρωπος,
τὰ θυσιάζει ὅλα, ὡσὰν νὰ
ἦσαν κτῆμα
του, εἰς τὸν βωμὸν τῆς ὑπερηφανείας!
Σὲ τέτοια «ψιλοπράγματα» θὰ δώση σημασίαν; Ἐλογάριασεν ἄραγε καὶ τὸν
Κύριον τοῦ ἀμπελῶνος; Ἔτσι συμπεριεφέροντο καὶ οἱ Ἅγιοι Πατέρες μας;
Ἀποφάσεις!!!
Ὅ,τι ἐνομοθέτησεν,
ὥρησεν, ἐτήρησεν
ἡ Ἐκκλησία
ἀπ᾿
ἀρχῆς
μέχρι σήμερον δὲν φαίνονται νὰ ἐνδιαφέρουν
καὶ νὰ
δεσμεύουν τὸν λογιώτατον τοῦτον καὶ
ν᾿ ἀπολαμβάνουν
τοῦ σεβασμοῦ του. Τεραστίαν ὅμως καὶ ὑπέρογκον
καὶ ἀπέραντον
σημασίαν ἔχει δι᾿ αὐτὸν καὶ
εῖναι τελεσίδικον καὶ ἀσυζήτητον
ὅ,τι ἐφευρίσκουν
καὶ «ἀποφασίζουν»
σήμερον ἡ κατ᾿ αὐτὸν «ἐκκλησία»
του καὶ ἄπειρος
εἶναι ἡ
ὑπόληψις καὶ ὁ σεβασμὸς του διὰ
τὰς τοιαύτας «ἀποφάσεις», ἔστω καὶ ἂν
εἶναι παράνομοι καὶ ἀντιστρατεύονται
καὶ καταλύουν τὴν ἀπ᾿ αἰώνων
ἀληθῆ
Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ. Καὶ γνωρίζομεν σήμερον πῶς λαμβάνονται ἀπ᾿ αὐτοὺς «ἀποφάσεις»
τέτοιες! Εὑρίσκεται ἕνας «πάντολμος» καὶ ἀθεόφοβος ἀντάρτης μασόνος, ἤγουν δοῦλος τῶν ἑβραίων
(ἴδε Μεταξάκις, Χρυσ. Παπαδόπουλος,
Βασίλειος Γ' Ἀθηναγόρας κ. ὅ.), «βγάζει», χάριν τῶν ἑβραίων, μίαν «ἀπόφασιν» ἀντίχριστον
καταλυτικὴν τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ ἀκολούθως...
ἕνας-ἕνας
τὴν υἱοθετοῦν ἀδιαμαρτυρήτως
χωρὶς νὰ
τοὺς καίγεται καρφί!
Ἀπὸ εὐσέβειαν καὶ
εὐλάβειαν γίνεται οὕτω; Θὰ
ντραπῆ καὶ
ὁ πίθηκος ἂν λεχθῆ τοιοῦτό τι. Καὶ
τὰ ξύλα γνωρίζουν ὅτι ἡ
ἐξ ἀπιστίας
ἀδιαφορία καὶ ἡ ὑπερηφάνεια καὶ
ἡ κοσμικοφροσύνη καὶ ἡ ἐπήρεια τῶν
σκοτεινῶν δυνάμεων υἱοθετεῖ
αὐτὰς
τὰς «ἀποφάσεις».
Αὐτὸ
γίνεται μὲ τὸν νεοημερολογιτισμὸν καὶ ὅλα
τὰ ἄρθρα
τῆς ἀποτελούσης
τὸν Καταστατικὸν χάρτην τοῦ Οἰκουμενισμοῦ
«Ἐγκυκλίου τοῦ 1920» (περὶ ἧς κατωτέρω), αὐτὸ γίνεται μὲ
ὅλους τοὺς
νεωτερισμοὺς καὶ τοὺς «συγχρονισμούς»
καὶ τὰς
ἀθετήσεις τῆς Ὀρθοδοξίας, αὐτὸ
γίνεται εἰς τὴν «διάνοιξιν τῶν ὁδῶν»
καὶ τὴν
πρόοδον εἰς τὸν ἄθεον οἰκουμενισμόν, χωρὶς καμμίαν ἐπίσημον
διαμαρτυρίαν καὶ ἀντίδρασιν κανενός. Οὗτος δὲ «δικαιώνει» αὐτὰς
τὰς ἀσεβεῖς ἀθλιότητας.
Πῶς; Φέρων καί... παραδείγματα», ὡς τὰ
σημειωθέντα ἀνωτέρω. Ὅπως «ἡ
ἐκκλησία κατήργησεν Ἀποστολικοὺς
καὶ Συνοδικοὺς Κανόνας», κατὰ τὸν σοφὸν
τοῦτον καταργητήν, ἔτσι καὶ
αὐτοὶ
«δικαίωμά τους» εἶναι νὰ καταργοῦν
ἐκεῖνα
ποὺ παρέλαβον καὶ εἰσάγουν ἐκεῖνα
ποὺ θέλει ἡ ὑπερηφάνεια καὶ ἡ ἀντίθετος ἐμπάθειά
των! Λέγει καὶ ξαναλέγει καὶ πάλιν λέγει μέχρι ἀηδίας καὶ ἐξοργισμοῦ,
ὅτι «ἡ
Ἐκκλησία κατήργησε ρητῶς» Ι. Κανόνας, ὡς τὸν Ε' Ἀποστολικόν, περὶ γάμου ἐπισκόπων, τὸν ΡΑ' τῆς
ΣΤ' Οἰκουμενικῆς Συνόδου, περὶ... δῆθεν λαβίδος κλπ. Ὡσὰν νὰ ἔλεγεν
ὁ Ι. Κανών, ὅτι οἱ Ἐπίσκοποι πρέπει ὁπωσδήποτε νὰ
παντρεύωνται, ἢ νὰ ἔκαμνε
λόγον περὶ ἱερᾶς λαβίδος. Οὔτε περὶ
ὑποχρεωτικοῦ γάμου ὁμιλεῖ ὁ
Ι. Κανὼν, ὥστε ἡ ἀγαμία ν᾿
ἀποτελῇ
κατάργησίν του. Οὔτε περὶ τῆς
ἱερᾶς
λαβίδος, διὰ ν᾿ ἀποτελῇ κατάργησίν του ἡ νῦν χρῆσις τῆς
λαβίδος˙ αὐτὰ εἶναι σοφιστεῖαι ψευδολόγου καὶ ὄχι εὐσέβεια κανονολόγου. Τὶ λέγουν οἱ εὐλαβέστατοι, οἱ
εἰς τοὺς
Ι. Κανόνας συνεχῶς ἀσχολούμενοι; Μὲ
τοιαύτας ψευδολογίας καὶ ἀπατεωνίας «δικαιώνεται» ἡ παρανομία τοῦ
νεοημερολογιτισμοῦ;
«Ἀποδείξεις» καὶ ἐρωτήματα.
Κατὰ τὸν
Ὅρον τῆς
Ζ' Οἰκουμενικῆς Συνόδου, «ἡμεῖς οὐδὲν προστίθεμεν, οὐδὲν ἀφαιροῦμεν,
ἀλλὰ
τὰ τῶν
Πατέρων ἡμῶν φυλάττομεν˙ ἡμεῖς τοὺς
προστιθέντας τι ἢ ἀφαιροῦντας
ἀναθεματίζομεν». Καὶ αὐτὸν τὸν
ἀναθεματισμὸν θ᾿ ἀκούσουν οἱ
προστιθέντες ἢ ἀφαιροῦντες νεοημερολογῖται-οἰκουμενισταὶ, ὅταν
ἡ Ἐκκλησία
θὰ ἐπανεύρη
τὴν εὔκλειάν
της καὶ ἀναλάβη
τὴν μάχαιραν τοῦ Πνεύματος. Οὗτος ὅμως ὁ
λογιώτατος νομίζει ὅτι εἶναι «δικαίωμά τους» νὰ προσθέτουν καὶ νὰ ἀφαιροῦν. Ἀλλ᾿ ἡ
σπουδαία Ἐγκύκλιος τοῦ Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Ἀνθίμου ς' καὶ
τῶν λοιπῶν
Πατριαρχῶν (1848) λέγει ὅτι: «Παρ᾿
ἡμῖν
οὔτε Πατριάρχαι οὔτε Σύνοδοι ἐδυνήθησαν
ποτε εἰσαγαγεῖν νέα˙ φύλαξ τῆς
πίστεως ἐστὶν αὐτὸς ὁ
εὐσεβὴς
λαὸς, ὅστις
ἐθέλει τὸ
θρήσκευμα αὐτοῦ αἰωνίως ἀμετάβλητον καὶ
ὁμοειδὲς
τῷ τῶν
Πατέρων αὐτοῦ». Ἐν τούτοις
διαφορετικὴν γνώμην ἔχει οὗτος
ἄπειρος εἶναι
ἡ ὑπόληψίς
του καὶ τελεία ἡ ἐμπιστοσύνη του πρὸς τοὺς
«εἰσαγωγεῖς
νέων» καὶ «διανοικτὰς νέων ὁδῶν», νομίζει ὅτι
«ὅλα μποροῦν νὰ γίνουν»! Ὡς... ἀπόδειξιν
«δικαιώσεως» καὶ «ἐγγυητὰς»
τῆς ἐμπιστοσύνης
του ἔχει τοὺς διαφόρους «ἀρχηγοὺς», οἱ
ὁποῖοι
δὲν διεχώρισαν τὰς εὐθύνας των ἀπὸ
τοὺς «εἰσαγωγεῖς νέων», ἀνεξετάστως
καὶ ἀδιαφόρως
ἂν αὐτοὶ οἱ
«ἀρχηγοὶ
ἀκολουθοῦν
τοὺς ἁγίους
Πατέρας! Δηλαδή, νοοτροπία παπισμοῦ! Νὰ τοῦ
εἰποῦμε,
νὰ τοὺς
χαίρεται, τοιούτους «ἐγγυητάς»; Καὶ ἀφοῦ εἰς
τοὺς τοιούτους ἐκρέμασε τὴν ἐλπίδα τῆς
σωτηρίας του καὶ ἐνεπιστεύθη ἀπολύτως
ὅτι διὰ
τὴν δόξαν τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν
σωτηρίαν τῶν Χριστιανῶν ἐνεργοῦν οὗτοι,
ἐρωτᾶται
-μᾶλλον ἐρωτῶνται οἱ
τούτῳ ὁμόφρονες:
1) Ποῖος ἐκ
τούτων τῶν περιφήμων «ἀρχηγῶν»
διεχώρισε τὰς εὐθύνας του ἢ εἶπε κἂν
μίαν λέξιν διὰ τὰς ἀντιχρίστους
διακηρύξεις καὶ ἐνεργείας τοῦ θεηλάτου Ἀθηναγόρα τοῦ,
ἔτι ζῶντος,
διαβοηθέντος ἀρχιμασόνου, ἤγουν ὑπηρέτου
τῶν ἑβραίων
καὶ τὰς
ἀντορθοδόξους πράξεις τῶν ἄλλων
οἰκουμενιστῶν;
2) Ἐνδιεφέρθησαν αὐτοὶ διὰ
τὴν Ὀρθοδοξίαν,
ὅταν ἡ
πάντιμος Μητέρα μας Ὀρθοδοξία
συμφύρεται καὶ ἰσάζεται μὲ τὰς μοιχαλίδας αἱρέσεις
καὶ γίνονται συνεχῶς αἰσχροὶ «διάλογοι» καὶ
«κίνησις» Οἰκουμενισμοῦ καὶ
παζαρεύεται καὶ πάλιν ὑπὸ ἰουδαιοφρόνων ὁ
Χριστός;
3) Ἀντέδρασαν καθόλου διὰ τὴν βλάσφημον καὶ ἐκ
τοῦ ἅδου
ἐξερευχθεῖσαν
«ἄρσιν τοῦ
ἀναθέματος» τοῦ παπισμοῦ, μὲ τὴν
ὁποίαν ὑπήχθησαν
ὅλοι ὑπὸ τὸ
αὐτὸ
ἀνάθεμα;
4) Διὰ τὰς
ἀσεβεῖς
συμπροσευχὰς καὶ ἐπικοινωνίας, διὰ τὰς
ἀθέους διακηρύξεις, διὰ τὴν
ἄτιμον συμπόρευσιν εἰς τὸν
ἑβραιοκίνητον Οἰκουμενισμὸν εὑρέθη κανεὶς
νὰ ἐκφράσῃ κἂν
τὴν ἀντίθεσίν
του; Εἶναι λοιπὸν θεάρεστα ὅλα αὐτὰ
καὶ εἶναι
κανεὶς ὄντως
εὐσεβὴς
νὰ τὰ
δέχεται; Ἐν τούτοις, τοὺς τοιούτους περιφρονητὰς θέλει «ἐγγυητάς»
τοῦ νεοημερολογιτισμοῦ!!
Καὶ ἐκ
τῆς ἀρχῆς ταύτης ὁρμώμενος,
ὅτι οἱ
οἱοιδήποτε γενόμενοι «ἀρχηγοί», αὐτοὶ ἀποτελοῦν τὴν
Ἐκκλησίαν, ἐπικολλᾶ ὁ ἀναίσχυντος
οὗτος εἰς
τοὺς εὐσεβεῖς τὴν
ἰδικήν του ἀνομίαν, ὀνομάζων...
«σχισματικοὺς» τοὺς μὴ
θέλοντας ν᾿ ἀρνηθοῦν τὴν πίστιν καὶ
τὴν πορείαν τῶν Πατέρων των καὶ
χωρισθοῦν ἀπὸ τὸν Θεόν, διὰ
ν᾿ ἀκολουθήσουν
αὐτοὺς
ποὺ ἠρνήθησαν
αὐτὴν
τὴν τιμήν. Αὐτὴν ἀκριβῶς
τὴν ἀναίδειαν
τῶν σχισματικῶν παρομοιάζων ὁ ἅγιος Χρυσόστομος μὲ τὴν ἀναίδειαν τῶν
πορνῶν, λέγει: «Αἱ πόρναι καὶ
προλαμβάνουσι καὶ τὰς ἐλευθέρας
πόρνας καλοῦσιν, ἵνα μὴ
ἔχωσιν ἐκεῖναι τὶ
ἀνθυβρίσωσιν, ἐπειδὴ ἔθος τῇ
πλάνῃ τῇ
ἀληθείᾳ
τὰ ἴδια
προσάπτειν»!
Σχισματικοὶ κατὰ
τὸν σοφὸν
τοῦτον, γίνονται οἱ διαχωρίζοντες τὰς εὐθύνας των ἀπὸ οἱουσδήποτε «ἀρχηγούς»,
ἀδιάφορον ἂν αὐτοὶ δὲν
ἐνέμειναν εἰς τὴν Ὀρθοδοξίαν. Ἀλλ᾿ ἡ Ἐκκλησία τοῦ
Θεοῦ δὲν
λέγει ἔτσι. Κατὰ τὸν ΙΕ' Κανόνα τῆς ΑΒ' Συνόδου, οἱ οὕτω «τῆς πρὸς
τὸν καλούμενον Ἐπίσκοπον κοινωνίας ἑαυτούς
ἀποτειχίζοντες, οὐχὶ Ἐπισκόπων, ἀλλὰ ψευδεπισκόπων καὶ ψευδοδιδασκάλων κατέγνωσαν, καὶ
οὐ σχίσμασι τὴν ἕνωσιν τῆς Ἐκκλησίας
κατέτεμον, ἀλλὰ σχισμάτων καὶ μερισμῶν τὴν
Ἐκκλησίαν ἐσπούδασαν ρύσασθαι».
Ἐπειδὴ
αὐτοὶ
ἔχουν «κοσμικὴν ἰσχύν», τοῦτο ἔχουν
ὡς ἀρκετὸν «ἀποδεικτικόν»,
νομίζοντες ὅτι μὲ τοῦτο, ἄνευ εὐσεβείας,
εἶναι καὶ
μὲ τὸν
Θεόν. Ἀλλ᾿
ὁ Πάπας ἔχει
πολὺ περισσοτέραν «ἰσχύν» καὶ
ἐκεῖνος
ἀποκαλεῖ
τοὺς Ὀρθοδόξους
«σχισματικούς». Μετ᾿ αὐτοῦ ἔσται ἡ
μερίς των! Κατὰ τὸν Ὁμολογητὴν ἅγιον
Νικηφόρον: «Εἰ δὲ καὶ πάνυ ὀλίγοι ἐν
τῇ Ὀρθοδοξία
καὶ εὐσεβεία
διαμείνωσιν, οὗτοι εἰσιν Ἐκκλησία
καὶ τὸ
κῦρος καὶ
ἡ προστασία τῶν Ἐκκλησιαστικῶν θεσμῶν
ἐν αὐτοῖς κεῖται».
Ἡ ἀράχνη τοῦ
Οἰκουμενισμοῦ.
Ἀμέσως μετὰ
τὸν Α' παγκόσμιον πόλεμον (1918), οἱ πάντοτε ἐκμετλλευόμενοι
τὰς περιστάσεις τοῦ Ἔθνους
μας ἀπατεῶνες
τῆς Δύσεως, ἐνέπλεξαν εἰς τὰ δίκτυά των ματαιοδόξους «ὀρθοδόξους», διὰ
νὰ ὠφελῶνται εἰς
βάρος μας. Εἰς τὴν ἀσεβῆ καὶ
ἀντίχριστον «οἰκουμενιστικὴν κίνησιν»
περὶ «ἑνώσεως
τῶν ἐκκλησιῶν», τὴν
ὁποίαν σατανικῶς ἐφεῦρον καὶ
διωχέτευσαν κυρίως οἱ ἀγγλικανοὶ
τῆς Ἀγγλίας
καὶ ἐπισκοπελιανοὶ τῆς
Ἀμερικῆς,
ἔμπλεξαν τὸ ἐμπερίστατον, τότε καὶ κινδυνεῦον
Πατριαρχεῖον, καὶ παρεπλανήθη ὅτι θὰ εὕρη...
βοήθειαν εἰς αὐτοὺς τοὺς λοιμώδεις λύκους! (Δεινοτέρα Φλωρεντία!)
Ἀποστείλαντες αὐτοὶ οἱ ἀπατεῶνες
προτεστάνται «ἐπιτροπήν», ἐκάλουν τὸ
Πατριαρχεῖον νὰ μετάσχη τῶν μιαρῶν των συνεδρίων, τὰ ὁποῖα ἔφερον
ἀπὸ
τότε τὸν τίτλον «παγκόσμιον», αὐτὸ δὲ «εὐχαρίστῳ γνώμῃ
μετέσχε δι᾿ ἰδίων ἀντιπροσώπων»! Καὶ οὕτως
εἰσῆλθον
«ὀρθόδοξοι» εἰς αὐτὴν τὴν
«οἰκουμενιστικὴν κίνησιν». «Κατὰ
μίμησιν» τῆς τότε ἑβραιοδημιουργήτου περιβοήτου «Κοινωνίας τῶν ἐθνῶν», τῆς
ὁποίας πρῶτον
ἄρθρον καὶ
σκοπὸς ἦτο
ἡ δημιουργία «κράτους τῶν ἑβραίων»,
οἱ ἐν
τῷ Πατριαρχείῳ ὠνειρεύθησαν νὰ κατασκευάσουν καὶ αὐτοὶ «Κοινωνίαν τῶν
ἐκκλησιῶν»!!
μὲ σκοπὸν
τὴν πλήρη «ἕνωσιν» τούτων, χωρὶς νὰ ἔλθουν
οἱ αἱρετικοὶ εἰς
τὴν πίστιν˙ ἕνωσιν δηλ. ἀντιχρίστου!
Ὡς «πρῶτον
βῆμα» πρὸς
τὸν σκοπὸν
αὐτόν, ἦτο
ἡ ἀθέτησις
τοῦ αἰωνίου
Ἑορτολογίου τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ «ἡ ἀποδοχὴ»
τοῦ ἡμερολογίου
τῶν αἱρετικῶν. Ἀπὸ τοῦ
1919, ἐπὶ
Συνόδου, ὁ Μητροπ. Σελευκείας
«προτείνει ἀποδοχὴν τοῦ
Γρηγοριανοῦ ἡμερολογίου» καὶ ἐπιλέγει ὅτι:
«ἡ χρησιμοποίησις αὐτοῦ...
ἀποτελεῖ
μάλιστα τὸ πρῶτον βῆμα πρὸς τὴν
ποθητὴν Κοινωνίαν τῶν Ἐκκλησιῶν».
Ἔκφρασις ὅλης
αὐτῆς
τῆς «κινήσεως», ἦτο ἡ κατὰ τὸ
1920 ἔκδοσις καὶ εἰς ὅλον τὸν
κόσμον διασπορὰ τῆς περιβοήτου «Ἐγκυκλίου
- πρὸς τὰς
ἁπανταχοῦ
ἐκκλησίας», ἡ ὁποία, κατ᾿ αὐτοὺς τοὺς
οἰκουμενιστάς, εἶναι «ἀπαρχὴ τῆς
οἰκουμενιστικῆς κινήσεως ἐν τῇ Ὀρθοδοξίᾳ». Εἰς
τὴν ἔκθεσίν
της ἡ «ἐπιτροπή»,
ἥτις ἡτοίμασεν
αὐτὴν
τὴν «Ἐγκύκλιον»,
ἔλεγεν ὅτι
«ἡ ἀποδοχὴ τῶν
ὑποδείξεων αὐτῆς θ᾿ ἀποτελέσῃ τὸ
πρῶτον βῆμα
τῆς προσεγγίσεως τῶν ἐκκλησιῶν, αὕτη
δὲ σπουδαίως θὰ προλειάνῃ τὴν ὁδὸν εἰς
τὴν ποθητὴν
ἕνωσιν». Πρώτη τῶν «ὑποδείξεων» αὐτῆς
τῆς «Ἐγκυκλίου,
ἥτις εὐθὺς ἐξ
ἀρχῆς
διακηρύσσει, ὅτι αὐτὰ
γίνονται «πρὸς παρασκευὴν καὶ
διευκόλυνσιν τῆς ποτε ἑνώσεως» μὲ
τοὺς αἱρετικούς,
εἶναι «ἡ
παραδοχή, ἑνιαίου ἡμερολογίου πρὸς
ταὐτόχρονον ἑορτασμὸν τῶν μεγάλων χριστιανικῶν ἑορτῶν ὑπὸ πασῶν
τῶν ἐκκλησιῶν»! Αἱ
ἄλλαι «ὑποδείξεις»
εἶναι «ἡ
ἀνταλλαγὴ
γραμμάτων κατὰ τὰς ἑορτάς, ἡ φιλικὴ
ἐπικοινωνία, ἡ ἀνταλλαγὴ φοιτητῶν,
περιοδικῶν καὶ συγγραμμάτων, ἡ ἐπικοινωνία τῶν
«θεολογικῶν» σχολῶν, ἡ
σύγκλησις παγχριστιανικῶν συνεδρίων, ἡ ἀπαθὴς ἐξέτασις
τῶν δογματικῶν διαφορῶν κλπ.», αὐτὰ
δηλ. ἀκριβῶς, ποὺ ἐκτελοῦν
ἔκτοτε κατὰ γράμμα οἱ
«παραδεχθέντες» τὴν πρώτην «ὑπόδειξιν» νεοημερολογῖται!
Μὲ τρομερὸν
ἐνθουσιασμὸν καὶ ἀπέραντον ἱκανοποίησιν
ὑπεδέχθησαν αὐτὴν τὴν «Ἐγκύκλιον»
οἱ ὅπου
γῆς προτεστάνται - οἰκουμενισταί, τὰ
μεγαλύτερα φύλλα τῆς Εὐρώπης, καὶ
τῆς Ἀμερικῆς καὶ
ἐπίσημοι ἄνδρες
πολιτικοὶ καὶ «ἐκκλησιαστικοὶ» ἔπλεξαν
μέγιστα αὐτῆς ἐγκώμια˙ «ἡ Γενικὴ
σύνοδος τῆς ἐπισκοπελιακῆς ἐκκλησίας», ὁ
«ἀρχιεπίσκοπος» Οὐψάλας Νάθαν Σόδερμπλομ καὶ ὅλη
ἡ φάρα τῶν
αἱρετικῶν
«ἐξέφρασαν τὴν εὐγνωμοσύνην των, ἐσύστησαν τὴν
ἐκ παντὸς
τρόπου προαγωγήν, τῆς ἐπικοινωνίας ἥν
ἐπιθυμεῖ
ἡ ἐγκύκλιος,
ἐξεδήλωσαν τὴν χαράν των καὶ τὸν αὐτὸν ζῆλον
τῆς ἑνώσεως,
ὅστις ἐνέπνευσε
τὴν ἐγκύκλιον
αὐτήν. Καὶ
μέχρι σήμερον γίνεται συνεχῶς ἀναφορὰ
καὶ παραπομπὴ ὑπὸ τῶν
οἰκουμενιστῶν εἰς «τὴν περίπυστον Ἐγκύκλιον
τοῦ 1920». Εἰς «τὸν κύριον συντάκτην
τῆς Ἐγκυκλίου
αὐτῆς,
τὸν ἀρχιεπ.
Θυατείρων Γερμανόν», ἀφιερώθη πρὸ διετίας -ἐπὶ τῇ
25ετηρίδι τοῦ Π.Σ.Ε. (παγκοσμίου
συμβουλίου ἐκκλησιῶν)- «μία αἴθουσα
συνεδριάσεων μετ᾿ ἀναμνηστικῆς
πλακός», εἰς τὸ δυσῶδες «Κέντρον τοῦ Οἰκουμενισμοῦ» εἰς
τὴν Γενεύην! Μόνον τοῦτο λέγει πολλὰ
εἰς ὅσους
δὲν τυφλώττουν τά τε ὄμματα, τά τε ὧτα,
τὸν τε νοῦν.
Οἱ CHURCH TIMES τοῦ Λονδίνου ἔγραφον
τότε, ὅτι «ἡ εἰσαγωγὴ τοῦ
Γρηγοριανοῦ ἡμερολογίου καὶ ἡ μονιμοποίησις τοῦ Πάσχα τυγχάνει μόνον μέρος τῆς
διὰ τὸ
ὁμοιόμορφον παγκοσμίου κινήσεως». (Ἤδη τώρα, ὅτε
τεχνεύεται ἡ ἀπὸ τότε σχεδιασθεῖσα «μονιμοποίησις τοῦ Πάσχα» -ὅλα, βλέπετε,
«λίγο-λίγο» σὰν τὴν «μόδα»- δὲν
θὰ ἐξυπνισθῆ καμιὰ
συνείδησις;).
Ὁ κατὰ
τὸ ἑπόμενον
ἔτος (1921) κατασχών, διὰ τῶν
ὅπλων τῶν
Ἀμυνιτῶν,
τὸν Οἰκουμενικὸν θρόνον Μεταξάκις, ἐπὶ 18 μῆνας, πρὸς
«ἐκτέλεσιν» τούτων κατεσκεύαζε τὸ ψευδῶς
ὀνομασθὲν
«πανορθόδοξον» (ἐνῶ οὐδὲν τῶν
Πατριαρχείων μετέσχεν οὔτε αἱ ὀρθόδοξοι
Ἐκκλησίαι) συνέδριόν του (8 Μαΐου - 10 Ἰουνίου 1923), κατὰ τὸ ὁποῖον
διεκήρυσσεν, ἀπὸ τῆς Α' συνεδρίας, ὅτι: «διὰ
τῆς μεταβολῆς τοῦ θρησκευτικοῦ ἡμερολογίου
ἐπαυξάνομαν καὶ τὰ σημεῖα ἐπαφῆς πρὸς
τὰς λοιπὰς
χριστιανικὰς ἐκκλησίας». Εὑρεθείς...
«τυχαίως» εἰς Κωνσταντινούπολιν ὁ ἀγγλικανὸς CHARLESS GORE «πρόεδρος τῆς κινήσεως ὑπὲρ τῆς
τῶν πάντων ἑνώσεως» καὶ ζητήσας,
παρευρέθη εἰς τὴν Ε' συνεδρίαν τούτου (24 Μαΐου 1923), ὅτε καὶ σὺν ἄλλοις
εἶπε: «Δι᾿
ἡμᾶς
τοὺς ἐν
τῇ Δύσει ἦτο
μεγάλη πνευματικὴ εὐχαρίστησις νὰ
εὑρεθῶμεν
εἰς θέσιν ὥστε νὰ ἑορτάζωμεν τὰς
μεγάλας ἑορτάς... Τὸ δεύτερον βῆμα
θὰ μᾶς
κάμη τὸ ἡμερολογιακὸν ζήτημα, τὸ
ὁποῖον
θὰ μᾶς
φέρη εἰς τὸν συνεορτασμὸν τῶν ἑορτῶν»!
Εἰς τὸ
αὐτὸ
«συνέδριον» συνεχῶς ἐπανελαμβάνετο, ὅτι «ἡ μεταρρύθμισις τοῦ ἡμερολογίου»
γίνεται πρὸς ἐξυπηρέτησιν ἔν γε τούτῳ μέρει τῆς
παγχριστιανικῆς ἑνότητος», διὰ τὸν «ἐν
τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ ἑορτασμὸν τῶν
μεγάλων ἑορτῶν», διὰ τὴν «ἀποκατάστασιν
τῆς ἑνότητος
τῶν χριστιανῶν», εἶναι «ὁ πρῶτος
λίθος διὰ τὸ οἰκοδόμημα τῆς ἑνώσεως
πασῶν τῶν
ἐκκλησιῶν»
κ.ο.κ. Εἶναι γνωστοὶ καὶ
οἱ ἄλλοι
«ἐπικίνδυνοι» καὶ ὄχι μόνον ἐπικίνδυνοι ἀλλὰ θανατηφόροι «νεωτερισμοί» τοῦ Μεταξάκι καὶ
τῶν μετ᾿
αὐτόν, οἵτινες
ἔφεραν τὸ
θρησκευτικὸν αἴσθημα τοῦ Ἑλληνικοῦ
λαοῦ εἰς
αὐτὸ
τὸ θλιβερὸν
σημεῖον˙ διότι, ἀνοιχθείσης τῆς θύρας διὰ τοῦ
νεοημερολογιτισμοῦ, σπεύδουν ὁλοταχῶς
πρὸς τὸν
ἅδην!
Οὗτος ὅμως
ὁ λογιώτατος, καὶ οἱ ὅμοιοι, ἔκαμε
πὼς δὲν
τοὺς εἶδεν!
Ἀπέραντον λογοδιάρροιαν ἔρριψε, διὰ
νά... «ἀποδείξη» ὅτι «δὲν
ἔθιξαν τὸ
Πασχάλιον»! Τώρα ποὺ πορεύονται νὰ κάμουν καὶ
τὸ Πάσχα «κοινὸν» (ἤγουν ἀκάθαρτον) καὶ
τόσα ἄλλα, τί θὰ ἔλεγε; Ἐμπῆκε
λοιπόν, ὁ νεοημερολογιτισμὸς διὰ
τὴν «ἀστρονομικὴν ἀκρίβειαν»,
διὰ τὰς
«ἡμερομηνίας» κλπ., ὡς φθέγγεται αὐτὸς καὶ
ἄλλοι βαρύγδουποι, ἢ ἐξαπατώμενοι
ἢ ἐξαπατῶντες;
Οἱ καρποὶ τοῦ
νεοημερολογιτισμοῦ.
Ὅσοι ἔχουν
ὀλίγην μνήμην καὶ γνῶσιν τῶν πραγμάτων, γνωρίζουν ὅτι ἀπὸ τότε ἤρχισε
νὰ ὑποχωρῆ ἡ εὐλάβεια καὶ
ἡ εὐσέβεια
τῶν Χριστιανῶν, διὰ νὰ φθάση εἰς
τὸ σημερινὸν κατάντημα. Ἀπὸ τότε ἐχάθη
ὁ σεβασμὸς
τοῦ λαοῦ
πρὸς τὸν
κλῆρον καὶ
τὴν Ἐκκλησίαν,
ὑπαιτιότητι κυρίως αὐτοῦ
τοῦ κλήρου, ὅστις ἔχασε τὸν σεβασμὸν
πρὸς τὸν
ἑαυτόν του καὶ μὲ τὴν ἐπήρειαν
τῶν σκοτεινῶν δυνάμεων ἐδημιούργησε
τὴν προτεσταντικῆς ἐμπνεύσεως καὶ νοοτροπίας ἀνταρσίαν
καὶ ἀσέβειαν
πρὸς τὰ
πατροπαράδοτα. Σαλαυθείσης ἢ
καταστραφείσης, διὰ τῶν ἀντορθοδόξων
τούτων ἐνεργειῶν, τῆς ἐν τῇ
καρδίᾳ τῶν
Χριστιανῶν βεβαιότητος ὅτι ταῦτα
εἶναι αἰώνια
καὶ ἀναλλοίωτα
καὶ σεβαστά, ἀπώλεσαν τὸν σεβασμὸν πρὸς
τὸν Θεὸν
καὶ τὰ
τοῦ Θεοῦ,
ἐλησμόνησαν τὸν προσανατολισμόν των καὶ
ἔμειναν ἕρμαιον
«παντὶ ἀνέμῳ» καὶ
πάσῃ «δραστηριότητι» τῶν σκοτεινῶν
δυνάμεων. Ποῖον λόγον θὰ δώσουν ἐν
ἡμέρᾳ
κρίσεως οἱ αἴτιοι τῆς ἀπὸ
50 ἐτῶν
καταστάσεως, ἐξ ἧς προέρχονται ὅλα τὰ κακὰ
τοῦ Ἔθνους!
Ἡ εἰσαγωγὴ τοῦ
«νέου ἡμερολογίου» τῶν φράγκων εἰς
τὴν Ἐκκλησίαν,
δὲν ἔγινε
χάριν «ἀστρονομίας» καὶ «ἐπιστήμης»
καὶ «ἡμερομηνιῶν», οὔτε
εἶναι κάτι «ποὺ δέν πειράζει», ἢ «δὲν εἶναι
τίποτε», ὅπως ἐπιζητοῦν νὰ ἐξαπατήσουν
τὴν συνείδησίν των καὶ τοὺς
ἄλλους οἱ
διὰ κάποιον, ἰδικόν τους, λόγον ἐμμένοντες
εἰς τὸν
νεοημερολογιτισμόν. Εἶναι κατάργησις
θεσμῶν τῆς
Ὀρθοδοξίας, εἶναι παράνομος ἀρχὴ τῆς
καταργήσεως τῆς Ὀρθοδοξίας, εἶναι Οἰκουμενισμός, ὅπερ
ἐστὶν
ἄθεος πόλεμος καὶ βλασφημία κατὰ τοῦ Χριστοῦ.
Ὅσοι πονοῦν
διὰ τὴν
Μητέρα των Ὀρθοδοξίαν, διὰ τὸ Ἔθνος καὶ
διὰ τὴν
ψυχήν των, ἂς ἴδουν πῶς πορεύονται.
ΕΠΙΛΕΓΟΜΕΝΑ
Ἀγαπητὲ
ἀναγνῶστα.
Μὲ τὰς
προλαβούσας σελίδας ἐφροντίσαμεν ἀκροθιγῶς
νὰ ἀναιρέσωμεν
τὸ ψεῦδος,
τὴν πλάνην καὶ τὴν ἀπάτην, τὰ
ὁποῖα
ἐμπεριέχονται εἰς τὸ κυκλοφορῆσαν πόνημα τοῦ
ἀποθανόντος ἀμύντορος τοῦ
νεοημερολογιτισμοῦ, ἀρχιμανδρίτου Ἰωὴλ Γιαννακοπούλου, ὅστις διὰ τοῦ προσωπείου καὶ
τῆς ἐποχικῆς μωρᾶς
του «ἐπιστημονικότητος» ἠθέλησε νὰ
γίνη, τυφλὸς καὶ πεπορωμένος ὑπάρχων,
«διδάσκαλος καὶ φωτιστής».
Ἡ προσπάθειά μας σκοπὸν ἔχουσα νὰ προλάβη τὸν
σκανδαλισμὸν τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας τῶν
Γ.Ο.Χ. καὶ τὴν μὴ παραπλάνησιν τῶν ἐπιστρεφόντων
ἐκ τῆς
πλάνης τοῦ νεοημερολογιτισμοῦ εἰς
τὴν Ὀρθοδοξίαν
πεποίθαμεν ὅτι θέλει ἀνταποκριθεῖ
εἰς μυχίους πόθους καὶ θὰ
συμβάλη τὰ μέγιστα πρὸς ἐπαναγωγὴν τῶν
πεπλανημένων εἰς τὰς πηγὰς
τῆς πίστεως καὶ τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀπὸ τὰς
ὁποίας οἱ
πρωτοστάται τοῦ νεοημερολογιτισμοῦ, ὃ ἐστὶ Ο ἰ κ
ο υ μ ε ν ι σ μ ό ς, ἀπὸ
τοῦ 1920 ἐπεχείρησαν
νὰ ἀποστερήσουν
τὰ μέλη τῆς
Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ διὰ τῆς
πανουργίας καὶ δυτικῆς των πονηρίας καὶ κυνισμοῦ.
Κατὰ πόσον ἡ
συμβολή μας αὕτη ἐπέτυχε τοῦ
ἐπιδιωκομένου σκοποῦ καὶ
ἡ προσπάθειά μας ἀνταποκρίνεται εἰς τὰς προσδοκίας καὶ ἐπιδιώξεις
τῆς ἀπολογητικῆς τῶν
σκαιῶς προπηλακιζομένων, ὑπὸ
τοῦ Ἰωήλ,
Παλαιοημερολογιτῶν, θέλουσι κρίνει οἱ ἀμερόληπτοι
μελετηταί.
Εὐχόμεθα δὲ
τὸ πόνημά μας νὰ λάβη τὴν πρέπουσαν αὐτῷ
θέσιν εἰς τὴν ἀντιρρητικὴν καὶ
ἀπολογητικὴν τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν τῶν ἀπανταχοῦ
τῆς γῆς
εὑρισκομένων.
Τέλος καὶ τῷ Θεῷ
δόξα.
Πηγαὶ - Βοηθήματα
Πραγματικὴ ἀλήθεια
περὶ τοῦ
Ἐκκλησιαστικοῦ Ἡμερολογίου.
Τόμος Ἀγάπης (Δοσιθέου Ἱεροσολύμων).
Σύνταγμα Ἱερῶν
Κανόνων (Ράλλη - Ποτλῆ).
Ἐκκλησιαστικὴ
Ἱστορία (Φιλαρέτου Βαφείδου).
Διάφοροι
Μελέται περὶ Ἡμερολογίου.
ΠΙΝΑΞ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ
Εἰκὼν Ἀποστόλου
Παύλου 3
Προλεγόμενα 4
Ἐπισφαλὴς αὐτοπεποίθησις 5-7
Τὶ εἶναι ὁ
νεοημερολογιτισμὸς 7-11
Περὶ Χριστουγέννων˙ ἀρχιερωσύνης τοῦ
Προφήτου Ζαχαρίου Πατρὸς
Τιμίου Προδρόμου 11-13
Περὶ παραδόσεως καὶ σχίσματος 13-14
Περὶ τῆς κουρᾶς
τῆς κόμης τῶν κληρικῶν 14-15
Περὶ τῆς ἀγαμίας
τῶν ἐπισκόπων 15
Περὶ ἁγίας λαβίδος 15-16
Περὶ τῆς νηστείας τῶν
Ἁγίων Ἀποστόλων 17
Περὶ τῆς ἑορτὴς τοῦ
Ἁγίου Γεωργίου 17-18
Ἀποφάσεις!!! 18-19
«Ἀποδείξεις» καὶ ἐρωτήματα 19-20
Ἡ ἀράχνη τοῦ
Οἰκουμενισμοῦ 21-22
Οἱ καρποὶ τοῦ
νεοημερολογιτισμοῦ 23
Ἐπιλεγόμενα
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου