ΚΑΘΑΙΡΕΣΙΣ ΝΙΚΟΛΑΙΤΩΝ ΥΠΟ ΤΗΣ ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΣΥΝΟΔΟΥ


ΚΑΘΑΙΡΕΣΙΣ ΝΙΚΟΛΑΙΤΩΝ

 
ΓΝΗΣΙΑ ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟΣ
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ ΚΑΙ ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ
ΕΠΙΣΚΟΠΕΙΟΝ ΑΓΙΑΣ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗΣ ΚΟΡΩΠΙ ΑΤΤΙΚΗΣ 194 00
Τ.Θ. 54  ΚΟΡΩΠΙ ΑΤΤΙΚΗΣ ΤΗΛ. 210.6020176, ΤΗΛ. -ΦΑΞ: 210. 6021467
          
        Α.Π. 532                                 Ἐν Κορωπίω τῆ 28η Νοεμβρίου 2009


ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ
ΤΟΥ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΣΥΝΟΔΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΣΥΝΕΛΘΟΝΤΟΣ
ΕΝ ΕΛΛΑΔΙ ΚΑΙ ΕΝ ΤΗ ΕΔΡΑ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ
ΚΑΙ ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ (ΕΠΙΣΚΟΠΕΙΟΝ ΑΓΙΑΣ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗΣ
ΣΤΡΟΠΓΓΥΛΗ ΚΟΡΩΠΙΟΥ ΑΤΤΙΚΗΣ 19 400)

ΚΑΤΑ

Τῶν ἀποκεκηρυγμένων καί διαγεγραμμένων ἐκ τῶν Διπτύχων τῆς Ἐκκλησίας (Α.Π. 390/16.5.2005), πρώην ἐπισκόπων τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος: 1) Νικολάου Μεσσιακάρη, 2) Παχωμίου Ἀργυροπούλου, 3) Γαλακτίωνος Γκαμίλη, 4) Ταρασίου Καραγκούνη, 5)  Ἀνδρέου Σύρου, 6) Χρυσοστόμου Σύρου, ὡς καί τῶν ἐξ αὐτῶν προελθόντων. 1) Παντελεήμονος Ντέσκα, καί 2) Ἰγνατίου Δάσσιου.

Τό ΑΝΩΤΑΤΟΝ ΣΥΝΟΔΙΚΟΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΝ,
συγκροτούμενον ἐκ τοῦ συνόλου τῶν μελῶν τῆς Πανορθοδόξου Ἱερᾶς Συνόδου, ἤτοι, τῶν Σεβασμιωτάτων Μητροπολιτῶν, 1) Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς ΚΗΡΥΚΟΥ τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου  Ἐκκλησίας  τῆς Ἑλλάδος. 2) - Βράντσεα ΓΕΡΟΝΤΙΟΥ τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου  Ἐκκλησίας  τῆς Ρουμανίας. 3) - Κένυας ΜΑΤΘΑΙΟΥ τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου  Ἐκκλησίας  τῆς Ἀλεξανδρείας. 4) - Κιέβου ΣΕΡΑΦΕΙΜ τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου  Ἐκκλησίας  τῆς Οὐκρανίας. 5) - Κιτίου καί πάσης Κύπρου ΠΑΡΘΕΝΙΟΥ τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου  Ἐκκλησίας  τῆς Κύπρου, καί  τοῦ Γραμματέως, Πανοσιολ/του Ἱερομονάχου Ἀμφιλοχίου Ταμπουρᾶ,

ΣΥΝΕΛΘΟΝ ΚΑΝΟΝΙΚΩΣ
σήμερον 26ην Νοεμβρίου 2009 ἡμέραν Τετάρτην καί συνεδριάσαν ἐπί τριήμερον, ἕως καί τήν 28ην, ἡμέραν Παρασκευήν, ἐν τῶ ἐπισκοπείω τῆς ἁγίας Αἰκατερίνης τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς, ΕΚΡΙΝΕΝ ΚΑΙ ΑΠΕΦΑΣΙΣΕΝ κατά τῶν ἀνωτέρω πρώην ἐπισκόπων τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου  Ἐκκλησίας , κατά τό μέ Α.Π. 498/2/15.1.2009 Κατηγορητήριον, τό ὁποῖον Κανονικῶς καί Νομοτύπως, ἀπεστάλη αὐτοῖς καί ἐκλήθησαν εἰς ἀπολογίαν.

Οὗτοι κατηγοροῦνται διά χειρίστης σκοπιμότητος, ἀντικανονικάς, Ληστρικάς καί πάντως Πράξεις καί ἀποφάσεις ἐσχάτης βλασφημίας καί ἐκκλησιομαχίας, τάς ὁποίας διέπραξαν, ἤτοι, διά:

Α΄ Τήν ἐκ σκοπιμότητος συλλήβδην κατάλυσιν τῆς Κανονικῆς Τάξεως κατά τάς συγκλήσεις καί ἐργασίας τῶν ἐνδημουσῶν καί Ἱερῶν Συνόδων τῆς Ἱεραρχίας ἀπό τό 1999 καί ἑξῆς καθώς καί αὐτοῦ τοῦ θεσμοῦ τῆς Συνόδου.

** *      

Β΄ Τήν μέ Α.Π. 3280/28.11.2007 κοινήν ἐγκύκλιόν των ὡς καί τά προηγηθέντα παρόμοια κείμενα: α) Τοῦ κ. Παχωμίου Ἀργυροπούλου, «ἐξομολογητική ἐπιστολή» ἀπό 20.8.1974 ὡς καί ἑτέρα ἐπιστολή τοῦ ἰδίου, ἀπό 25-30/7.2004 καί β) Τοῦ κ. Νικολάου Μεσσιακάρη, ἀπολογητικόν ὑπόμνημα πρός τόν Πταισματο¬δίκην Ἀθηνῶν ἀπό 28.10.1974, ἀποτέλεσμα τοῦ ὁποίου ὑπῆρξεν τό «54/76 ἀπαλλακτικόν Βούλευμα τοῦ Συμβουλίου ΠλημμελειοδικῶνΠειραιῶς», δι' ὦν ψευδῶς κηρύσσεται ὡς χειροθεσία ἡ κατά τό 1971 γενομένη δεκτή ὑπό τῆς Ἱερᾶς Συνόδου συγχωρητική εὐχή.

* * *       

Γ΄ Τήν α) μέ Α.Π. 3282/28.11.2007 «ἀπόφασιν» τῶνΚατηγορουμένων περί «καθαιρέσεως» τοῦ Μητροπολίτου Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου  Ἐκκλησίας  τῆς Ἑλλάδος, καί β) τήν μέ Α.Π. 3298/7.8.2009 ἑτέραν «ἀπόφασίν» των κατά τοῦ ἰδίου Μητροπολίτου καί τοῦ θεολόγου Ἐλευθερίου Γκουτζίδη, περί «ἀπογυμνώσεως ἀπό πάσης Ἱερατικῆς χάριτος καί Μοναχικῆς ἰδιότητος» τοῦ πρώτου, ἀμφοτέρων δέ περί «Μεγάλου ἀφορισμοῦ καί στερήσεως τῆς Χριστιανικῆς ἰδιότητος καί ἔξω τῆς Ἐκκλησίας  τῶν Γ.Ο.Χ.»!

* * *

Δ΄ Τήν μέ Α.Π. 13/26.3.2006 πρᾶξιν τοῦ κ. Παχωμίου Ἀργυροπούλου περί «ἀργίας» κατά τοῦ Πανοσ/του Ἱερομονάχου Ἀμφιλοχίου Ταμπουρᾶ, καί  μέ Α.Π. 3285/22.4.2008 ἑτέραν ἀπόφασιν τοῦ ἰδίου περί «καθαιρέσεως», κατά τοῦ ἰδίου Ἱερομονάχου.

* * *

Ε΄ Τήν μέ Α.Π. 3166/14/27.2.2002 «Συνοδικήν ἀπόφασιν» περί «ἀκοινωνησίας» (μικροῦ ἀφορισμοῦ) κατά τοῦ ἐλλογιμωτάτου θεολόγου Ἐλευθερίου Γκουτζίδη ὡς καί τήν ἀπό τό ἔτος 1977 ἐκδηλωθεῖσαν συκοφαντικήν σκευωρίαν κατ' αὐτοῦ μέ αἰτίαν καί ἀφορμήν τήν διατύπωσιν «...Δέν θά ὁμιλήσω σήμερον διά τήν πρώτην, ἄναρχον, αἰωνίαν καί ἀόρατον ἐκκλησίαν, διότι αὕτη εἶναι ἡ τελεία Κοινωνία τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Εἶναι ἡπλήρης καί τελεία κοινωνία καί ἀδιαίρετος ἑνότης τῶν τριῶν Θείων Προσώπων, τοῦ ΕΝΟΣ Θεοῦ. Θά ὁμιλήσω ὅμως διά τήν ἀποκεκαλυμμένην ἐπί τῆς γῆς ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία ὅμως ὡς ὑπάρχουσα, ἐν τῆ προαιωνία βουλή τοῦ ἀνάρχου Θεοῦ καί πρό τῆς ἱδρύσεώς Της, εἶναι καί αὕτη προαιωνία...».

* * *

ΣΤ΄ Τά αἱρετικά φρονήματα τοῦ πρ. Πειραιῶς Νικολάου, τά ὁποῖα ἐν πολλοῖς εἶναι τά αὐτά μέ τά τῶν «πέντε» σχισματοαιρετικῶν, καί αἱ συναφεῖς παραχαράξεις Ἱερῶν κειμένων, τά ἱστορικά ψεύδη καί αἱ ἀναλήθειαι, `άτινα κατηγγέλθησαν πολλάκις, ἀλλ' οὐδέποτε ἀντιμετωπίσθησαν. («Ο.Π.» 2004, σελ. 124-154 καί 212-214).

* * *

Ζ΄ Τήν ὑπό τοῦ Μητροπολίτου Κιτίου Παρθενίου καί τοῦ πιστοῦ Κλήρου καί Λαοῦ τῆς πρεσβυγενοῦς Αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας  τῆς Κύπρου καταγγελίαν, ἐπί παρανόμω, ἀντικαταστατικῆ καί ἀντικανονικῆ παρεμβάσει εἰς τήν ἐκκλησίαν τῆς Κύπρου, πρόκλησιν σχίσματος καί ἔκθεσμον καί ἀντικανονικήν ἐπισκοπικήν χειροτονίαν, ἐν μέσω ξυλοδαρμῶν καί αἱμάτων, καί ὑπό παρουσίαν καί ἐπέμβασιν ἀστυνομικῶν δυνάμεων, μεμαρτυρημένως ἀναξίου προσώπου, ἤτοι τοῦ φερομένου κατ' ἀρχάς ὡς «Τριμυθοῦντος» καί κατόπιν ὡς «Κιτίου» κ. Σεβαστιανοῦ Σταύρου.

* * *

Η΄ Τήν κατάλυσιν τοῦ Καταστατικοῦ Νόμου τοῦ «ΙΕΡΟΥ ΦΙΛΑΝΘΡΩΠΙΚΟΥ ΣΥΝΔΕΣΜΟΥ ΚΛΗΡΙΚΩΝ...» τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου  Ἐκκλησίας  τῆς Ἑλλάδος (ἀρ. ἐγκριτ. ἀποφάσεως Πρωτοδικείου Ἀθηνῶν 680/1982 καί 3427/1985, κατά τό μέρος, τό ὁποῖον ὁ «ΙΕΡΟΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ» ἀποτελεῖ θεματοφύλακα «ἐπί τῶ τέλει τῆς θριαμβεύσεως τῶν ἀρχῶν τῆς ἀκαινοτομήτου Μιᾶς ἁγίας Καθολικῆς καί ἀποστολικῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας, `ῆς αἱ ἀρχαί ἀνόθευτοι διαφυλάσσονται ὑπό τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς προεδρευομένης σήμερον ὑπό τοῦ ἀρχιεπισκόπου ἀνδρέου Κανονικοῦ Διαδόχου τοῦ ἀοιδίμου Ἀρχιεπισκόπου Ματθαίου τοῦ Α΄», Ἄρθρον 2 παράγρ. γ, καί «Πᾶν μέλος τό ὁποῖον ἤθελεν παρεκκλίνει ἀπό τῆς ἐκκλησιολογίας τῆς ἀκαινοτομήτου Ἐκκλησίας Γ.Ο.Χ., θέτει ἑαυτό ἐκτός τοῦ Συνδέσμου καί ἀποβάλλεται καί τυπικῶς δι' ἀποφάσεως τοῦ Δ.Σ.», Ἄρθρον 8 παράγρ. γ.

ΜΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΑΠΟΦΑΝΣΙΣ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΝΩΤΕΡΩ ΚΑΤΗΓΟΡΙΩΝ

ΑΙ ΑΝΩΤΕΡΩ ΑΝΑΦΕΡΘΕΙΣΑΙ ΚΑΙ ΕΚΔΙΚΑΖΟΜΕΝΑΙ ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΩΝ ΚΡΙΝΟΝΤΑΙ ΩΣ ΛΗΣΤΡΙΚΑΙ, ΒΛΑΣΦΗΜΟΙ, ΙΕΡΟΣΥΛΟΙ ΚΑΙ ΕΙΣ ΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΟΜΑΧΙΑΣ ΗΤΟΙ ΣΤΡΕΦΟΝΤΑΙ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΟΜΟΛΟΓΙΑΣ ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΔΙΑΔΟΧΗΣ.

Ἡ ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟΣ, ἡ ὁποία συνεδρίασεν ἐπί τριήμερον (26-28.9.2009), ὡς ΑΝΩΤΑΤΟΝ ΣΥΝΟΔΙΚΟΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΝ, ἐμελέτησεν τό μακρόν ἄμα καί σοβαρόν κατηγορητήριον, λαβόν δέ ὑπ' ὄψιν καί τά ἐφ' ἑνός ἑκάστου θέματος κατατεθέντα παραστατικά, ὡς καί τάς καταθέσεις καί μαρτυρίας, συσκεψαμένη ἐν ἁγίω Πνεύματι, κατ' ἀρχάς διαπιστώνει ὅτι οὐσιαστικῶς καλεῖται νά ἀντιμετωπίση Ἕν καί μόνον Θέμα, ἤτοι, τήν βαρεῖαν διαχρονικήν ΕΚΚΛΗΣΙΟΜΑΧΙΑΝ πρωτίστως τῶνδύο πρώην Μητροπολιτῶν, Πειραιῶς Νικολάου ἀπό τό 1976, καί Ἀργολίδος Παχωμίου ἀπό τό 1974, καί 2004, ἡὁποία ΕΚΚΛΗΣΙΟΜΑΧΙΑ των, ἐκορυφώθη μέ τήν ὑπ' ἀριθμ. 3280/28.11.2007 φερομένην ὡς «Συνοδικήν ἐγκύκλιόν» των. Ταύτην συνυπογράφουν καί οἱ λοιποί τῆς ἐκκλησιομάχου ὁμάδος, ὑποκριτικῶς ἤ ἀφελῶς φερόμενοι ὡς ὀρθόδοξοι ἐπίσκοποι: Γαλακτίων Γκαμίλης, Ἀνδρέας Σύρος, Χρυσόστομος Σύρος, Παντελεήμων Ντέσκας, Ἰγνάτιος Δάσσιος, Σεβαστιανός Σταύρου, καί Λάζαρος Ἀθανάσωφ, τοῦ Ταρασίου Καραγκούνη ἐξαιρουμένου.

Ὡσαύτως ἐξ ἀρχῆς διαπιστώνει ὅτι ἐν τῶ πλαισίω τούτω τῆς ἐκκλησιομαχίας των, εἶναι μεθοδευμέναι καί τοποθετημέναι ἅπασαι αἱ ληστρικαί «ἀποφάσεις» καί «πράξεις» των, κατά τοῦ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ ΚΑΙ ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ ΚΗΡΥΚΟΥ, ΤΟΥ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ π. ΑΜΦΙΛΟΧΙΟΥ, ΤΟΥ ΙΕΡΕΩΣ ΜΙΧΑΗΛ ΙΩΑΝΝΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ ΓΚΟΥΤΖΙΔΗ. Α`ῦται ἐν τῶ συνόλω των, ὡς ἀντικανονικαί – ληστρικαί «πράξεις» καί «ἀποφάσεις» χειρίστης σκοπιμότητος, οὐδέν Κανονικόν καί πραγματικόν ἔργον παρήγαγον διά τούς καθ' 'ῶνἐξεδόθησαν, ἐνῶ διά τούς ὑπογράφοντας ταύτας ἀποτελοῦν διαχρονικήν ἐσχάτην βλασφημίαν, ὕβριν καί ἐκκλησιομαχίαν. Ὅθεν ὁμοφώνως `άπαντα τά μέλη τοῦ Συνοδικοῦ Δικαστηρίου κατηγορηματικῶς ΑΠΟΦΑΙ¬ΝΟΝΤΑΙ ὅτι `άπασαι αἱ κατά τῶνὡς ἄνω ὀρθοδόξων διώξεις ἁπλῶς διέρχονται διά τῶν συγκεκριμένων Προσώπων, ἐνῶ στοχεύουν εἰς τό νά πλήξουν τήν ΟΜΟΛΟΓΙΑΝ - ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑΝ, μέσω καί διά τῆς προσβολῆς καί διακοπῆς τῆς ἀνοθεύτου ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΔΙΑΔΟΧΗΣ τῶν Ἐπισκόπων καί Πρεσβυτέρων τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου  Ἐκκλησίας !

Ἐπίσης ΑΠΟΦΑΙΝΕΤΑΙ ὅτι τό κίνημα τοῦτο τῶν Νικολαϊτῶν, ὀργανικῶς εἶναι ἀπολύτως συνδεδεμένον, μετά τοῦ ἀπό τό 1920, 1923, 1924 καί μέχρι σήμερον Νεοημερολογιτικοῦ - Οἰκουμενιστικοῦ Κινήματος, ὡς συνέχεια αὐτοῦ καί ἐξέλιξις, ὅπως καί τοῦ ἀπό τό 1937 παρομοίου καί παραλλήλου Φλωρινικοῦ κινήματος, τό ὁποῖον, ἐπολέμησεν καί ἐπεβουλεύθη ὅσον οὐδείς, τήν ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΝ ΔΙΑΔΟΧΗΝ, ἤτοι τάς κατά τά ἔτη 1935 καί 1948, ἐπισκοπικάς χειροτονίας, τάς ὁποίας ΩΜΟΣΕΝ νά προσβάλη καί διακόψη καθ' οἱονδήποτε τρόπον. Τῶν κινημάτων τούτων διάδοχος κατάστασις καί ἐξέλιξις ὑπῆρξεν τό κίνημα τῶν πέντε σχισματοαιρετικῶν πρ. Μητροπολιτῶν (1991-1995), ὅλων δέ αὐτῶν ἀδιάκοπος συνέχεια καί ἀποκορύφωσις εἶναι τό ἀπό 1996 ἐκδηλωθέν ΚΙΝΗΜΑ ΤΩΝ ΝΙΚΟΛΑ.Ι.ΤΩΝ, τό ὁποῖον, θρασύτατα καί «γυμνῆ τῆ κεφαλῆ», ἐπεχείρησεν τό ἀπ' ἀρχῆς σχέδιον, περί προσβολῆς τῆς ἐκκλησιολογίας καί τῆς ἀποστολικῆς Διαδοχῆς, προσφέρον οὕτω «τήν λύσιν» ἐπί τοῦ ἀπό τό 1924 «ἡμερολογιακοῦ προβλήματος».

 * * *

ΑΠΟΦΑΝΣΕΙΣ – ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ
ΕΠΙ ΕΚΑΣΤΗΣ ΕΠΙ ΜΕΡΟΥΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΣ

ΕΠΙ ΤΗΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΣ Α  ΗΤΟΙ ΤΗΣ ΚΑΤΑΛΥΣΕΩΣ ΤΗΣ ΚΑΝΟΝΙΚΗΣ ΤΑΞΕΩΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΝΟΔΙΚΟΥ ΘΕΣΜΟΥ, ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΝ ΑΠΟΦΑΙΝΕΤΑΙ:

Ἐπί τῆς πρώτης κατηγορίας, ἤτοι τῆς Καταλύσεως τῆς Κανονικῆς Τάξεως καί τοῦ Συνοδικοῦ θεσμοῦ, τό Ἀνώτατον Συνοδικόν Δικαστήριον ἀρχικῶς ἔλαβεν ὑπ' ὄψιν τό γεγονός ὅτι, ἡ καθ' οἱονδήποτε τρόπον κατάλυσις τῆς ΚΑΝΟΝΙΚΗΣ ΤΑΞΕΩΣ καί παραβίασις τοῦ Ἱερωτάτου θεσμοῦ ΤΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ, ἀποτελοῦν αἵρεσιν, ἐνῶ ἐν προκειμένω τό γεγονός ἐξυπηρέτησεν καί δεινάς ἀντορθοδόξους σκοπιμότητας μή γνησίως καί ὀρθοδόξως ἀλλά καί ἐκκλησιομαχικῶς πολιτευομένων. Μετά μεγίστης δέ προσοχῆς ἐξήτασεν τό ὅλον θέμα καί μελετήσαν τά σχετικά παραστατικά, διεπίστωσεν ὅτι σχεδόν ἅπασαι αἱ ἐνδημοῦσαι καί Ἱ.Σ. τῆς Ἱεραρχίας ἀπό τό 1999 ἕως καί τοῦ σχίσματος τοῦ 2005, βρίθουν ἀντικανονικοτήτων καί χειρίστων μεθοδεύσεων, ἐν αἷς καί τό θλιβερόν γεγονός τῆς ἀπό 5.2.2003 Ἱεροσύλου συναλλαγῆς - Συμπαιγνίας περί παραιτήσεως τοῦ Ἀρχ/που Ἀνδρέου ἀπό τόν Ἀρχ/πικόν θρόνον (καί μεταθέσεώς του ὡς προέδρου Πατρῶν) ὑπέρ τοῦ κ. Νικολάου, ἤδη κατηγγελμένου ἐπί αἱρέσεσι καί ἀρνήσει τῆς τε ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑΣ τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου  Ἐκκλησίας  καί τῆς ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΤΟΥ ΔΙΑΔΟΧΗΣ, μέσω τοῦ 54/76 Ἀπαλλακτικοῦ Βουλεύματος. Τήν οὕτως εἰπεῖν «βράβευσίν» του, διά τοῦ ἀρχιεπισκοπικοῦ ἀξιώματος καί τήν ἐν συνεχεία προσπάθειαν τοῦ ἰδίου περί ἀποδείξεως ὡς Κανονικῆς τῆς παραιτήσεως διά τῆς ἀπό 25.4.2003 εἰσηγήσεώς του ἐνώπιον τῆς Ἱ.Σ. τῆς Ἱεραρχίας, ἥτις γέμουσα ψευδῶν καί ἀπάτης, σκοπεῖ εἰς τήν παραπλάνησιν τῶν ἁπλῶν Χριστιανῶν. Ἐπισημαίνεται ἐν προκειμένω ὅτι παραιτούμενος ὁ Ἀρχ/πος Ἀνδρέας ἀλλά καί μέχρι τέλους τῆς ζωῆς του, εἶχεν σώας τάς φρένας καί ὑπ' οὐδέν κώλυμα τῆς ἀρχιερωσύνης τελῶν, προσδιορίζει ὡς διάδοχόν του τόν ἔχοντα τά πρεσβεῖα τῆς ἀρχιερωσύνης κ. Νικόλαον, τοῦ ὁποίου προτείνει τήν ἀνοικτήν ἐκλογήν, ἐνῶ κατωνομάζει ρητῶς τάς πρώτας ἐνεργείας του, ἤτοι, α) Νά προβῆ εἰς χειροτονίας ἐπισκόπων, β) Νά ἐκδιώξη τόν δῆθεν «ἐν ἀνταρσία τελοῦντα» ἐπίσκοπον Κήρυκον ἀπό τήν ἐνορία τοῦ ἁγίου Δημητρίου Ἀχαρνῶνκαί γ) Νά προβῆ εἰς τέλεσιν ἁγίου Μύρου εἰς τήν ὁποίαν θά λάβη μέρος καί ὁ ἵδιος.

Τό Α.Σ.Δ. ἐπεσήμανεν, ὅτι ἡ πρωτοφανής διά τά χρονικά τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου  Ἐκκλησίας  Ἱερόσυλος παραίτησις, ἐντάσσεται εἰς τά πλαίσια τῆς παγίας προσπαθείας πρός ἐξόντωσιν τῶν ἀντιδρώντων εἰς τήν ἐνεργουμένην προδοσίαν κατά τῆς ὁμολογίας - ἐκκλησιολογίας καί τῆς ἀποστολικῆς Διαδοχῆς καί πρός ἑδραίωσιν τοῦ Παλαιοημερολογιτισμοῦ Οἰκουμενισμοῦ.

Ὅθεν καθ' ὅλα τά ἐπακολουθήσαντα μετά τό 1998 ἔτη ὑπεβλήθησαν ἐκ μέρους τοῦ Σεβ/του Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς Κηρύκου, τοῦ Μακαριστοῦ Μητροπολίτου Λαρίσης καί Τυρνάβου Παναρέτου, καί τοῦ πιστοῦ λαοῦ προφορικαί καί γραπταί καταγγελίαι ἀλλ' ἐγένοντο καί ἐκκλήσεις ὑπ' ἀμφοτέρων τῶν ὡς ἄνω Μητροπολιτῶν, καθώς καί τοῦ Ἱερομονάχου π. Ἀμφιλοχίου καί τοῦ θεολόογου Ἐλευθερίου Γκουτζίδη, πρός Κανονικήν σύγκλησιν καί λειτουργίαν τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, Κανονικῶς προσδιοριζομένην ἑκάστοτε ἡμερησίαν Διάταξιν, τήρησιν Πρακτικῶν κ.λπ. ἐνδεικτικῶς ἐλήφθησαν ὑπ' ὄψιν τά ἀπό πάσης ἀπόψεις ἱστορικά κείμενα: α) «ΟΞΥΝΕΤΑΙ Η ΚΡΙΣΙΣ ΣΥΝΟΔΙΚΟΤΗΤΟΣ» τοῦ Μητροπολίτου Κηρύκου («Ο.Π.» Ἰαν. - Φεβρ. 2003 σελ. 6-22). β) «ΔΙΑΚΗΡΥΞΙΣ - ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΚΛΗΡΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΠΙΣΤΟΥ ΠΛΗΡΩΜΑΤΟΣ ΤΗΣ Ι. Μ. ΛΑΡΙΣΗΣ ΚΑΙ ΤΥΡΝΑΒΟΥ ΕΠΙ ΤΗ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ 2003 («Ο.Π.» Μάρτιος 2003, σελ. 71). γ) ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΕΠΙΣΤΟΛΗ τοῦ Μητροπολίτου Μεσογαίας Κήρυκου Α.Π. 331/31.5.2003 («Ο.Π.» Μάϊος 2003 σελ. 147-159). δ) ἐνστάσεις καί Καταγγελίαι ἐπί τῆς παραιτήσεως τοῦ Μ. Ἀρχ/που Ἀνδρέου («Ο.Π.» Μάιος 2003 σελ. 163-182). ε) Ἔνστασις – Διαμαρτυρία τοῦ Μητροπολίτου Λαρίσης καί Τυρνάβου Παναρέτου («Ο.Π.» Ἰούνιος 2003 σελ. 225-227). στ) Μητροπολίτου Κηρύκου («Ο.Π.» Ἰούλιος 2003 σελ. 243-253). ζ) Τό ὑπ' Α.Π. 67/26.5.2003 τοῦ Μητροπολίτου Παναρέτου («Ο.Π.» Ἰούλιος 2003 σελ. 253-255). η) Τό 30.5.2003 ἔγγραφον τοῦ Μητροπολίτου Βερροίας Ταρασίου («Ο.Π.» Ἰούλιος 2003 σελ. 256). θ) ἡ ἀλήθεια ἐξ ἐπόψεως ἱστορικῆς τοῦ θεολόγου Ἐλ. Γκουτζίδη («Ο.Π.» Ἰούλιος 2003 σελ. 272). ι) ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΠΙΣΤΕΩΣ τοῦ Μητροπολίτου Κηρύκου («Ο.Π.» Μάιος 2004 σελ. 184-186). ια) «Ἀπόψεις - Προτάσεις - Θέματα» Μητροπολίτου Παναρέτου («Ο.Π.» Μάιος 2004 σελ. 204-205). ιβ) ὑπόμνημα - ἀπάντησις τοῦ Ἱερ/χου π. Ἀμφιλοχίου  Ταμπουρᾶ («Ο.Π.» Αὔγουστος 2004 σελ. 361-368). ιγ) Ἔκκλητος προσφυγή Ἱερ/χου π. Ἀμφιλοχίου  Ταμπουρᾶ («Ο.Π.» Ἰανουάριος 2005 σελ. 20-21 καί 77/80.1.2005) καί ιδ) ὑπ' Α.Π. 401/26.10.2005 ΑΝΟΙΚΤΗ ΠΡΟΣΚΛΗΣΙΣ Μητροπολίτου Κηρύκου. («Ο.Π.» Δεκέμβριος 2005 σελ. 403-412).

ΕΠΙ ΤΗΣ Β  ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΣ ΗΤΟΙ ΤΗΣ ΒΛΑΣΦΗΜΙΑΣ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΡΝΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΔΙΑΔΟΧΗΣ ΠΡΟΕΛΘΟΥΣΗΣ ΕΚ ΤΗΣ ΥΠΑΝΑΧΩΡΗΣΕΩΣ ΕΠΙ ΤΟΥ ΘΕΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΣΥΓΧΩΡΗΤΙΚΗΣ ΕΥΧΗΣ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑΝ ΜΕ ΤΗΝ Α.Π. 3280 ἀπό 28.11.2007 «ΕΓΚΥΚΛΙΟΝ» ΤΩΝ, ΚΑΙ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΩΣ ΜΕ ΤΑΣ ΑΠΟ 1974 ΚΑΙ 2004 «ΕΠΙΣΤΟΛΑΣ» ΤΟΥ ΠΡ. ΑΡΓΟΛΙΔΟΣ ΠΑΧΩΜΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ «54/76 ΑΠΑΛΛΑΚΤΙΚΟΥ ΒΟΥΛΕΥΜΑΤΟΣ» ΥΠΕΡ ΤΟΥ ΠΡ. ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΜΕΤΕΠΟΙΗΣΑΝ ΕΙΣ ΧΕΙΡΟΘΕΣΙΑΝ ΕΠΙ ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΩΝ, ΚΑΙ ΟΥΤΩ ΗΡΝΗΘΗΣΑΝ ΕΥΘΕΩΣ ΤΗΝ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΝ ΤΩΝ ΔΙΑΔΟΧΗΝ.

Ἐπί τῆς δευτέρας ταύτης κατηγορίας σύσσωμον τό ΑΝΩΤΑΤΟΝ ΣΥΝΟΔΙΚΟΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΝ ἐγκύψαν ἐπί τῶν ἀνωτέρω κειμένων, εὐχερῶς διεπίστωσεν ὅτι οἱ δύο οὗτοι ἀρχιερεῖς, (Παχώμιος καί Νικόλαος), ἤδη ἀπό τό 1974 καί 1976 κατέστησαν ἑαυτούς αὐτόχρημα βλασφήμους καί ἐσχάτους ἐκκλησιομάχους. Αὐτήν τήν ὄντως φρικτήν προκύπτουσαν βλασφημίαν καί τήν ἐσχάτην προδοσίαν των, στηρίζουν ἐπί τοῦ ΨΕΥΔΟΥΣ περί «χειροθεσίας» των, τήν ὁποίαν, κατά τά κείμενά των, δῆθεν ἐδέχθη ἡ Ἱερά Σύνοδος ἐν ἑλλάδι τήν 15/18ην ὀκτωβρίου 1971, ὅπερ ἀποτελεῖ ΑΠΟΛΥΤΩΣ ΚΑΚΟΗΘΕΣ ΨΕΥΔΟΣ! Τό ψεῦδος των τοῦτο συντρίβεται ὑπό τῆς ἱστορικῆς καί ἐξ ἀντικειμένου ΑΛΗΘΕΙΑΣ, καθ' ἥν ἡἹερά Σύνοδος, τήν ἐπιστρέψασαν (3.10.1997) ἐξ ἀμερικῆς Ἱεραποστολικῶς μεταβάσαν ἐκεῖ ἐξαρχίαν, ἐδέχθη κατόπιν τῶν σαφῶν καί ρητῶν Δηλώσεων Αὐτῆς, καθ' ἅς ἡ Ἱεραποστολή ἐστέφθη ὑπό πλήρους ἐπιτυχίας, ἤτοι: Ἡ Ρωσική Σύνοδος κατ' ἀρχάς ἀπεδέχθη καί ὡμολόγησεν τήν ἐκκλησιολογίαν τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου  Ἐκκλησίας , κατόπιν δέ τούτου ἐκηρύχθη καί ἡ Ἕνωσις τῶν δύο Ἐκκλησιῶν, Ἑλλάδος καί Ρωσικῆς Διασπορᾶς, καί τότε, ἐν τῆ ἰδία Συνόδω (15/28.9.1971), ἐτέθη καί τό θέμα τῶν ἐπισκοπικῶν χειροτονιῶν τοῦ 1935 καί ἰδιαιτέρως τοῦ 1948. Ἐπ' αὐτῶν ἡΡωσική Σύνοδος ἀπεφάνθη ὅτι ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ τάς χειροτονίας τοῦ 1935, ἐξαιρέτως δέ τήν ἀπό Σεπτεμβρίου 1948, ὑπό μόνου τοῦ ἀοιδίμου Βρεσθένης Ματθαίου τελεσθεῖσαν πρώτην χειροτονίαν, (τοῦ ἀρχιμανδρίτου Σπυρίδωνος εἰς ἐπίσκοπον Τριμυθοῦντος τῆς Κύπρου), τονίζουσα ὅτι ὁ μακαριστός Βρεσθένης Ματθαῖος, χειροτονήσας μόνος του, δέν ἡμάρτησεν κατά τῆς Ἐκκλησίας, ἀφοῦ ἐνήργησεν κατ' ἀπόλυτον ἐκκλησιαστικήν ἀπαίτησιν καί δεοντολογίαν, καί ὄχι πρός δημιουργίαν φατρίας ἤ σχίσματος! Ἐπί τούτοις καί ἡἰδία ἐξαρχία, ἄμα τῆ ἐπιστροφῆ της, ΔΙΕΨΕΥΣΕΝ τήν περιρρέουσαν φήμην περί «χειροθεσίας» τῶνδύο «ἐπισκόπων» μας ἐν Ἀμερικῆ καί διευκρίνισεν ὅτι ὡς τοιαύτην οἱ ἀνεύθυνοι ἐξέλαβον τήν συγχωρητικήν εὐχήν, δεδομένου ὅτι καί ἐπί ἀναγνώσεως συγχωρητικῆς εὐχῆς εἰς ἐξομολογούμενον, ἀλλά καί εἰς κάθε ἄλλην  περίπτωσιν γίνεται ἐπίθεσις χειρῶν.
Τό Α.Σ.Δ. ἡρεύνησεν τάς πηγάς καί διεπίστωσεν τήν ἀπόλυτον καί ἀδιάκοπον συνείδησιν καί συνέπειαν τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, καθ' ὅλα τά ἀπό τό 1971 ἔτη μέχρι καί τό 2004 καί 2008, ἐξαιρέτως δέ τό γεγονός ὅτι κατά τό 1976, ἡἹερά Σύνοδος, τόν κατά τό 1976 ὑπαναχωρήσαντα ἐκ τῶν ὡς ἄνω δηλώσεων Κορινθίας Κάλλιστον, ΟΜΟΦΩΝΩΣ ΚΑΘΗΡΕΣΕΝ ΩΣ ΒΛΑΣΦΗΜΟΝ ΚΑΙ ΕΚΚΛΗΣΙΟΜΑΧΟΝ, μέ τήν ὑπ' Α.Π. 1353/28.10.1977 Ἀπόφασίν της. («Κ.Γ.Ο.» Τόμος 22ος Τεῦχος 10ον Ὀκτώβριος 1977). Καί μόνον ἐκ τοῦ ἀνωτέρω γεγονότος, ἐγείρεται πελώριον τό σκληρόν ἐρώτημα, ΠΩΣ οἱ δύο οὗτοι ἐπίσκοποι, Νικόλαος καί Παχώμιος, συμμετεῖχον εἰς τό ἐν λόγω Ἀνώτατον Συνοδικόν Δικαστήριον, ἔκριναν καί ἐδίκασαν καί ἐν τέλει ὑπέγραψαν ὁμοφώνως τήν ὡς ἄνω Καθαιρετικήν κατά τοῦ Καλλίστου ἀπόφασιν, ὅταν οὗτοι πρό τοῦ 1977 εἶχον διακηρύξει ΕΓΓΡΑΦΩΣ, (πλήν ἐκράτουν τά κείμενα εἰς τήν ἀφάνειαν), ὄχι μόνον ἐκεῖνο, τό ὁποῖον ὑπαναχωρήσας ἐδήλωσεν ὁ Κάλλιστος, δηλαδή, ὅτι αὐτός εἰς τήν Ἀμερικήν δέν ἐδέχθη συγχωρητικήν εὐχήν, ὅπως ἀρχικῶς ἐδήλωσεν, ἀλλά «χειροθεσίαν κατά τόν Η΄ Κανόνα τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου», ἀλλά ψευδόμενοι ΔΙΕΚΗΡΥΞΑΝ ΟΤΙ ΚΑΙ ΕΝ ΕΛΛΑΔΙ ΕΛΑΒΕΝ ΧΩΡΑΝ Η ΙΔΙΑ «ΧΕΙΡΟΘΕΣΙΑ»(!), τήν δέ 29.11.2007 τό διεκήρυξαν καί «συνοδικῶς»!!!

Εἰς τό σημεῖον αὐτό τό Δικαστήριον ἐπισημαίνει καί ὑπογραμμίζει τήν ἀσυνέπειαν καί τάς εὐθύνας τῶνἀνωτέρω δύο ψευδεπισκόπων, διότι ὁ μέν Κάλλιστος ὑπαναχωρήσας τό 1976, δέν εἶπεν ὅτι ἐνηργήθη τι περί «χειροθεσίας» ἐν Ἑλλάδι, ἀλλ' ὅτι αὐτός προσωπικῶς τήν 17ην Σεπτεμβρίου 1971 ἐδέχθη χειροθεσίαν καί ὄχι συγχωρητικήν εὐχήν. ἀντιθέτως οἱ Νικόλαος καί Παχώμιος διακηρύσσουν, ὁ μέν ἀπό τό 1976, ὁ δέ ἀπό τό 1974 καί 2004, ὅτι τόσον ἐν Ἀμερικῆ οἱ δύο ἐπίσκοποί μας, ὅσον καί ἐν ἑλλάδι οἱ λοιποί ἀρχιερεῖς, ἐδέχθησαν τήν ἰδίαν χειροθεσίαν κατά τόν Η΄ Κανόνα! Ἐδῶ εὑρίσκεται ἡἀπαρχή τῆς ἐπιχειρηθείσης προδοσίας των, ἀλλά προκύπτει καί τό ΨΕΥΔΟΣ καί τό ΗΘΟΣ των, διότι ΠΩΣ τό 1977 καθήρεσαν τόν Κάλλιστον, ἐνῶ ἡ αἰτία τῆς καθαιρέσεώς του προηγεῖται εἰς αὐτούς τούς δύο καί δή εἰς πολύ μεγαλυτέρας καί φρικτάς διαστάσεις; Αὐτό μαρτυρεῖ ἀπολύτως ὅτι δέν εχουν συνείδησιν τί ἐκπροσωποῦν, ἐν ταυτῶ δέ καταδεικνύει τό ἀδίστακτον, σκόπιμον ἀλλά καί ὑστερόβουλον ἄκρως Ἱερόσυλον καί ἐκκλησιομάχον ΨΕΥΔΟΣ των.
Ἐπίσης τό Α.Σ.Δ., ΕΠΙΣΗΜΑΙΝΕΙ ὅτι αἱ συνέπειαι αὐτοῦ τοῦ ΨΕΥΔΟΥΣ ἐπεκτείνονται ἐφ' ὅλων τῶνἐπισκόπων καί λοιπῶν Κληρικῶν, οἱ ὁποῖοι ἔχοντες κοινωνίαν μετά τῶν ὡς ἄνω δύο «ἐπισκόπων», καθίστανται μέτοχοι καί κοινωνοί τοῦ ἰδίου Ἱεροσύλου ψεύδους καί δή διά τόν σκοπόν, ὁ ὁποῖος ἐπενοήθη καί διετυπώθη ὑπό τῶν δύο Ἐπισκόπων τό 1974 καί 1976, ἐνῶ τήν 28ην Νοεμβρίου 2007 τό ἵδιον ψεῦδος ΩΜΟΛΟΓΗΘΗ ΚΑΙ ΔΙΕΚΗΡΥΧΘΗ ΚΑΙ «ΣΥΝΟΔΙΚΩΣ»!
Εἰς τό σημεῖον αὐτό καί πάλιν, ἰδιαιτέρως ΕΠΙΣΗΜΑΙΝΕΤΑΙ ὅτι, προκειμένου νά ἐπιβληθῆ τό ἐν λόγω ψεῦδος προεκάλεσαν τήν συλλήβδην ΚΑΤΑΛΥΣΙΝ ΤΗΣ ΚΑΝΟΝΙΚΗΣ ΤΑΞΕΩΣ, ἀλλά καί τήν ΚΑΤΑΛΥΣΙΝ ΚΑΙ ΑΝΤΙΠΟΙΗΣΙΝ ΤΟΥ ΣΥΝΟΔΙΚΟΥ ΘΕΣΜΟΥ, ἐξ 'ῶν προέκυψεν ἡ μακρά σειρά τῶν ληστρικῶν καί σκοπίμων πράξεών των, αἱ ὁποῖαι ἐμπίπτουν καί εἰς τό κοινόν ποινικόν Δίκαιον, τό ὁποῖον ὅμως οὐδείς διανοεῖται νά θέση ὑπεράνω τοῦ Θείου Δικαίου, ἤγουν τῆς Κανονικῆς Τάξεως, τῆς Ἱερᾶς Συνόδου καί τῶν Συνοδικῶν Δικαστηρίων.
Ἐπίσης ΕΠΙΣΗΜΑΙΝΕΤΑΙ ὅτι ἡ ὅλη κατ' αὐτῶν τῶν πράξεών των, δικαστική δεοντολογία τοῦ Α.Σ.Δ. δέν εἶναι ἡἐκδίκησις καί τιμωρία τῶν ὑπό τάς ὡς ἄνω κατηγορίας τελούντων, ἀλλά πρωτίστως ἡἀλήθεια, ἡ περιφρούρησις τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας καί πρό πάντων ἡ ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΔΙΑΔΟΧΗΣ τῶν ἐπισκόπων καί Πρεσβυτέρων τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου  Ἐκκλησίας. Σκοπός τοῦ Δικαστηρίου μας εἶναι ἡ διαφώτισις καί αὐτῶν τῶν ἰδίων, ἀλλά καί παντός παρασυρθέντος, ἵνα ἔλθουν εἰς ἐπίγνωσιν, μετανοήσουν καί ἀποπτύοντες τήν προδοσίαν ἐπιστρέψουν εἰς τήν Ἐκκλησίαν.

Ἐπί τούτοις, τό Α.Σ.Δ. καθιστᾶ σαφές ὅτι τά κατά τῆς Ἐκκλησίας  ἀδικήματα τῶν δύο ἐπισκόπων ἀλλά καί ὅλων τῶν κοινωνούντων αὐτοῖς, δέν περιορίζονται μόνον εἰς τά ἀνωτέρω, ἀφοῦ διά τῶν συγκεκριμένων κειμένων των, δέχονται καί ὁμολογοῦν ὅτι:

α) Ὁ Ἀοίδιμος Βρεσθένης Ματθαῖος ἀποκηρύξας τό 1937 τόν βλάσφημον κατά τῆς Ὁμολογίας - Ἐκκλησιολογίας τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου  Ἐκκλησίας  πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομον, «ἀπεκόπη - ἀπεσχίσθη ἐκ τῆς Ἐκκλησίας  καί τῆς Συνόδου τοῦ πρ. Φλωρίνης καί ἵδρυσεν μίαν ἄλλην δευτέραν σχισματικήν ἐκκλησίαν Παλαιοημερολογιτῶν»! (Βλέπε 54/76 Βούλευμα).
β) Δέχονται ἐπίσης καί κηρύσσουν ὅτι ἀπό τό 1937 καί μέχρι τό 1971 'ῆσαν σχισματικοί, ἄμοιροι πάσης χάριτος, καί ὡς ἐκ τούτου ψευδοχριστιανοί, ψευδοϊερεῖς καί ψευδεπίσκοποι, οἱ ὁποῖοι μόλις τό 1971, μετά τήν ἐκ τῶνὑστέρων ψευδῶς προβαλλομένην «χειροθεσίαν» των ὡς ἐπί σχισματικῶν, κατά τόν Η΄ Κανόνα τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, κατεστάθησαν «ὀρθόδοξοι Χριστιανοί καί ἔγκυροι Κληρικοί καί ἐπίσκοποι»! Δηλαδή, τόσον οἱ δύο πρῶτοι, Νικόλαος καί Παχώμιος, ὅσον καί οἱ λοιποί τῆς ὁμάδος των, ἀποτελοῦν πρωτοφανές φαινόμενον ἀσυστόλου ψεύδους, βλασφημίας καί ἐκκλησιομαχίας!

Ὡσαύτως τό Α.Σ.Δ. λαμβάνει σοβαρῶς ὑπ' ὄψιν του, ὅτι καί ἡἀπό τό 1974 ἀρξαμένη Ποινική Δίωξις κατά τοῦ Πειραιῶς Νικολάου, ἦτο ἀποκλειστικῶς ἐνέργεια τοῦ τότε Νεοημερολογίτου Μητροπολίτου Πειραιῶς Χρυσοστόμου Ταβλαδωράκη καί τῶν τότε ἀρχιμανδριτῶν Χριστοδούλου Παρασκευαίδη, Ἀλεξίου Βρυώνη καί Μελετίου Καλαμαρᾶ, οἱ ὁποῖοι μέ τήν προσφυγήν των εἰς τά Ποινικά Δικαστήρια κατά τοῦ τότε ἐπισκόπου Νικολάου Μεσσιακάρη «ὡς ἀντιποιουμένου ἐκκλησιαστικόν λειτούργημα», ΔΕΝ ΕΠΕΔΙΩΚΟΝ ΤΗΝ ΚΑΤΑΔΙΚΗΝ ΤΟΥ, ἀλλ' ἀντιθέτως ΤΗΝ ΑΘΩΩΣΙΝ ΤΟΥ, ὑπό τόν ὅρον καί προϋπόθεσιν ὅτι οὗτος ἀπολογούμενος καί ἐπιζητῶν τήν παῦσιν τῆς Ποινικῆς διώξεώς του, θά ἐπεκαλεῖτο τήν «χειροθεσίαν», τήν ὁποίαν ἀναφέρει ἡ 16-11/15/28.9.1971 Συνοδική πράξις τῶν Ρώσων τῆς Διασπορᾶς. Τοῦτο δέ διότι ἡ δήλωσίς του αὕτη θά ἤνοιγεν τήν ὁδόν πρός λύσιν τοῦ παλαιοημερολογιτικοῦ, ἀφοῦ ὁμολογουμένη καί κηρυσσομένη, μέσω μιᾶς τοιαύτης Δικαστικῆς ἀποφάσεως, ἡ ἔστω ἀνυπόστατος χειροθεσία, θά διέκοπτεν τήν ἐκ τῶν ἱστορικῶν χειροτονιῶν τοῦ 1935 καί 1948 ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΝ ΔΙΑΔΟΧΗΝ, κατόπιν δέ τούτου θά συνετρίβετο καί ἡ ἀπό τό 1924 ΟΜΟΛΟΓΙΑ - ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑ τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλη¬σίας! Αὐτό «ἐπέτυχον» οἱ ἀνωτέρω Μηνυτής καί οἱ Μάρτυρες, ἀφοῦ αὐτά κατέθεσεν ἐν ὑπομνήματι ὁ κ. Νικόλαος, καί ὡμολόγησεν καί διά τῆς μηδέποτε γενομένης δεκτῆς ο'ύτε ἐφαρμοσθείσης ἔν τινι σημείω ἀποφάσεως τῆς Ρωσικῆς Συνόδου, ἡὁποία ἐνῶ ἀναγνωρίζει τάς ἐν λόγω χειροτονίας, ἐν ταὐτῶ ἀντιφάσκουσα ἀναφέρει ρητῶς καί τήν περί χειροθεσίας, κατά τόν Η΄ Κανόνα, ἀπόφασίν της!

Τό Ἀνώτατον Συνοδικόν Δικαστήριόν μας ἰδιαιτέρως λαμβάνει ὑπ' ὄψιν ὅτι, τόσον οἱ συγκεκριμένοι ΕΠΙΟΡΚΟΙ ἐπίσκοποι, ὅσον καί ΟΙ ΦΛΩΡΙΝΙΚΟΙ καί ὁ ΝΕΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΙΣΜΟΣ, καίτοι ἐπί περισσότερον ἀπό τρεῖς δεκαετίας ἀπε¬τύγχανον τά σχέδιά των, ὅπως μεταποιήσουν καί ἐπιβάλουν ἐκ τῶν ὑστέρων τήν συγχωρητικήν εὐχήν ὡς χειροθεσίαν, ὡστόσον ποτέ δέν παρητήθησαν! Διά νά φθάσουν εἰς τήν «ἐπιτυχίαν» αὐτοῦ τοῦ σχεδίου των, μετῆλθον τάς συκοφαντίας δι' ὦν ἐσκευώρησαν καθ' ὅλων ἐκείνων τῶν Ἐκκλησιαστικῶν Προσώπων, ἐφ' ὦν προσέκρουον καί ἐματαιοῦντο τά σχέδιά των. Οὕτω κατανοοῦνται πλήρως αἱ ἀπό τό 1998 πάσης φύσεως σκόπιμοι συκοφαντίαι καί διώξεις, κατά τοῦ παλαιμάχου Πανοσιολογιωτάτου Ἱερομονάχου π. Ἀμφιλοχίου, τοῦ Ὀρθοδόξου  θεολόγου Ἐλευθερίου Γκουτζίδη, καί τοῦ ὁμολογητοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Κηρύκου! Οὗτοι, χάριτι Χριστοῦ, 'ῆσαν καί παραμένουν τά Πρόσωπα, τά ὁποῖα, ὅπως οἱ ἵδιοι οἱ Νικολαῖται ρητῶς προσμαρτυροῦν καί διαβεβαιοῦν, ἠμπόδιζον καί ἔκλεινον τόν δρόμον νά ἔλθη «ὁ καιρός» τῆς προδοσίας των, τόν ὁποῖον ἐν τέλει ἤνοιξαν τήν 28ην Νοεμβρίου 2007, ὅτε ἐξέδωκαν τήν μέ Α.Π. 3280 δολίαν, ψευδῆ, ἀπατηλήν καί πάντως ἄκρως ΒΛΑΣΦΗΜΟΝ ΚΑΙ ΕΚΚΛΗΣΙΟΜΑΧΟΝ «Ἐγκύκλιόν» των.

Τό ΑΝΩΤΑΤΟΝ ΣΥΝΟΔΙΚΟΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΝ ἐγκύψαν ἐπί τῆς ἐν λόγω ἐγκυκλίου τῶν Νικολαϊτῶν (Α.Π. 3280/28.11.2007) καί λαβόν ὑπ' ὄψιν ὅσα ἐν τῶ εἰδικῶ φακέλλω κατετέθησαν καί προηγουμένως ἀνελύθησαν, θεωρεῖ τήν ἐν λόγω Πράξιν - Ἐγκύκλιον, ὡς τήν πλέον εὐτελῆ καί ἀχρείαν ἐκδήλωσιν τῆς ἐσχάτης βλασφημίας καί ἐκκλησιομαχίας των, καί ἐπισημαίνει, ὅτι:

- Τά μέλη αὐτῆς τῆς ΨΕΥΔΟΣΥΝΟΔΟΥ, τήν ὁποίαν ἀπήρτισαν οἱ ἤδη πρό πολλοῦ «πεπτωκότες πρώην Ἄγγελοι τῆς Ἐκκλησίας», (οὕτω χαρακτηρίζει ἐν τῆ θεία ἀποκαλύψει ὁ ἐπιστήθιος Μαθητής, Ἀπόστολος καί Θεολόγος ἰωάννης, τούς ἐκπεσόντας Ἐπισκόπους τῶν Ἐκκλησιῶντῆς Ἀσίας), ἀδιστάκτως καί πάντως ἐκ χειρίστης σκοπιμότητος, ΥΠΟΚΡΙΝΟΝΤΑΙ τούς δῆθεν ἀκραιφνεῖς Ὀρθοδόξους καί κηρύσσουν ὅλως ΨΕΥΔΩΣ, ΔΟΛΙΩΣ καί ΥΠΟΚΡΙΤΙΚΩΣ, ὅτι δῆθεν κρατοῦν τήν ΟΜΟΛΟΓΙΑΝ - ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑΝ καί τήν ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΝ ΔΙΑΔΟΧΗΝ, ἤτοι κέκτηνται τήν ἀρχιερωσύνην (χειροτονία των) ἐκ τῶν χειροτονιῶν τοῦ 1935 καί 1948, σέβονται δέ καί ἀκολουθοῦν τήν γραμμήν τοῦ ἁγίου Πατρός Ματθαίου! Ταῦτα ἐπαναλαμβάνουν, οὐχί ἅπαξ ἡδίς, ἀλλ' ὑπέρ τάς δέκα (10) φοράς, διά νά καλύψουν οὕτω τήν προδοσίαν των, ἀφοῦ παραλλήλως, περισσότερον ἀπό δέκα (10) φοράς, ἐπαναλαμβάνουν καί τό βλάσφημον ψεῦδος ὅτι τό 1971 ἡΙερά Σύνοδος ἐδέχθη χειροθεσίαν, ἐνῶ μέ ἰδιαιτέραν προσοχήν ἀποσιωποῦν ἀπολύτως τήν ἀλήθειαν περί «ΣΥΓΧΩΡΗΤΙΚΗΣ ΕΥΧΗΣ»! Πρός τούτοις θέτουν καί «ἀσφαλιστικάς δικλείδας» λέγοντες ὅτι «ἀποκηρύσσουν καί ἀπορρίπτουν (καταδικάζουν) τήν «χειροθεσίαν» ὑπό οἱανδήποτε μορφήν καί ἔννοιαν ἐγένετο αὕτη τό 1971, τόσον εἰς τήν Ἀμερικήν, ὅσον καί εἰς τήν Ἑλλάδα»! Αὐτό τό ψεῦδος, ὁ δόλος καί ὑποκρισία, πλημμυρίζει ἀπ' ἀρχῆς μέχρι τέλους τήν ἐκ δεκατεσσάρων μεγάλου μεγέθους σελίδων «ἐγκύκλιόν» των, διότι εἶναι πέραν πάσης ἀμφισβητήσεως ὅτι ἐν ἑλλάδι δέν ἔλαβεν χώραν ΚΑΜΜΙΑ χειροθεσία. Τό γεγονός ἀναλυτικῶς ἐκτίθεται ἐν τοῖς Πρακτικοῖς καί ἐν τῶ βιβλίω τοῦ θεολόγου Ἐλευθερίου Γκουτζίδη: «ΑΜΕΣΟΣ ΑΠΑΝΤΗΣΙΣ...» Άθῆναι Μάρτιος 2008, ἐνῶ μεμαρτύρηται καί ἐν ἑτέρω τόπω τῆς παρούσης.

Ἐν τέλει τό ΑΝΩΤΑΤΟΝ ΣΥΝΟΔΙΚΟΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΝ λαβόν ὑπ' ὄψιν:

α) Τό γεγονός ὅτι διά νά ὁλοκληρώσουν  τήν ἐσχάτην βλασφημίαν - ἐκκλησιομαχίαν των, δέν ἔλαβον κἄν ὑπ' ὄψιν τήν Κανονικήν τάξιν, τήν ὁποίαν συλλήβδην κατέλυσαν, ἀλλά καί τόν Συνοδικόν θεσμόν κυριολεκτικῶς ἐσυλαγώγησαν ἀπό τό 1998 καί μέχρι σήμερον, καί

β) Τάς ἀπό 1974 καί 2004 ἄκρως βλασφήμους καί πλήρεις ψεύδους καί ἀπάτης ἐπιστολάς τοῦ ἐκπεσόντος Παχωμίου Ἀργυροπούλου, καθώς καί τό 54/76 ἀπαλλακτικόν Βούλευμα καί κατ' ἀκρίβειαν τάς βλασφημίας, τάς ὁποίας τοῦτο ἠρύσθη ἐκ τοῦ ἀπό 28.10.1974 Ἀπολογητικοῦ του Ὑπομνήματος, καθώς καί ἐκ τῆς ἀντιφατικῆς καί ἀκύρου διά τήν Ἐκκλησίαν «Ἀποφάσεως» 16-11/15/28.9.1971 τῆς Ρωσικῆς Συνόδου τῆς Διασπορᾶς, ἐξαιρέτως δέ τήν ὑπ' Α.Π. 3280/28.11.2007 ἐγκύκλιόν των,

 ΟΜΟΦΩΝΩΣ ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ, ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ ΚΑΙ ΠΑΡΑΔΙΔΕΙ ΤΩ ΑΝΑΘΕΜΑΤΙ ΤΑ ΕΝ ΑΥΤΟΙΣ ΨΕΥΔΗ καί ΒΛΑΣΦΗΜΙΑΣ, ΤΟΥΣ ΔΕ ΠΡΩΤΑΙΤΙΟΥΣ, ἀλλά καί ὅλους τούς συνεργήσαντας καί ἀποδεξα¬μένους τά κείμενα ταῦτα, κατά τήν 28ην Νοεμβρίου 2007, ὅτε συνέπηξαν τό ΚΑ.Ι.ΑΦΙΚΟΝ ΣΥΝΕΔΡΙΟΝ των κατά τῆς ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΔΙΑΔΟΧΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΟΜΟΛΟΓΙΑΣ -  ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑΣ τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου  Ἐκκλησίας, ΚΡΙΝΕΙ ὡς ἤδη ΠΕΠΤΩΚΟΤΑΣ καί ΕΞΩ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΕΥΡΙΣΚΟΜΕΝΟΥΣ, ὄντων δέ ψευδεπισκόπων περιττεύει οἱονδήποτε Κανονικόν Ἐκκλησιαστικόν ἐπιτίμιον ἐναντίον των.

ΕΠΙ ΤΗΣ Γ΄ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΣ, ΗΤΟΙ ΕΠΙ ΤΩΝ ΙΕΡΟΣΥΛΩΝ ΠΡΑΞΕΩΝ ΤΩΝ ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΩΝ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΚΗΡΥΚΟΥ, ΗΤΟΙ: 1) ΤΗΣ ΜΕ Α.Π. 3282/28.11.2007 ΠΡΑΞΕΩΣ  - ΑΠΟΦΑΣΕΩΣ ΤΩΝ ΠΕΡΙ «ΚΑΘΑΙΡΕΣΕΩΣ» ΚΑΙ 2) ΤΗΣ ΜΕ Α.Π. 3298/7.8.2009 ΕΤΕΡΑΣ «ΑΠΟΦΑΣΕΩΣ» ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΙΔΙΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ, ΩΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ ΓΚΟΥΤΖΙΔΗ ΠΡΑΞΕΩΣ - ΑΠΟΦΑΣΕΩΣ ΤΩΝ, περί «ἀπογυμνώσεως ἀπό πάσης Ἱερατικῆς χάριτος καί Μοναχικῆς ἰδιότητος», ἀμφοτέρων δέ περί «Μεγάλου ἀφορισμοῦ καί στερήσεως καί τῆς ἰδιότητος τῶν Χριστιανῶν καί τεθέντας ἔξω τῆς Ἐκκλησίας»!

Τό ΑΝΩΤΑΤΟΝ ΣΥΝΟΔΙΚΟΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΝ ἐπί τοῦ θέματος  τούτου, ἔλαβεν ἰδιαιτέρως ὑπ' ὄψιν τάς ἀπό τό 1998-1999 κ.ἑ., ἐκφάνσεις τοῦ ἐκκλησιομάχου τούτου κινήματος τῶν ΝΙΚΟΛΑ.Ι.ΤΩΝ, ὅπως αὐτό προκύπτει ἐκ τοῦ περιεχομένου τῶν ἑκατέρωθεν ἐκδοθέντων καί δημοσιευθέντων ἐπισήμων ἐγγράφων - ντοκουμέντων καί εἰδικώτερον:

1) Τήν μέ Α.Π. 2891/28.10.1995 ΑΠΟΦΑΣΙΝ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ ΤΗΣ ΙΕΡΑΡΧΙΑΣ, (κατά τῆς μέ Α.Π. 2706/8.10.1993 Ληστρικῆς ἀποφάσεως τῶν πέντε σχισματοαιρετικῶν, διά τῆς ὁποίας εἶχεν θέσει εἰς «ἐπ' ἀόριστον ἀργίαν» τόν π. Ἀμφιλόχιον), μέ τήν ὁποίαν, (ἡ Ἱ.Σ.) ἀπεκατέστησεν ἀπολύτως τόν Πανοσ/τον Ἱερομόναχον π. Ἀμφιλόχιον ὡς Κανονικόν καί ὀρθόδοξον Κληρικόν. («Ο.Π.» Τόμος 11ος/2000 Α.Τ. 107 σελ. 122-123).

2) Τήν σειράν τῶν ἄρθρων τοῦ θεολόγου Ἐλευθερίου Γκουτζίδη, τά ὁποῖα ἔγραψεν εἰς ἀπάντησιν σχετικῆς πλήν ψευδοῦς «ἀνακοινώσεως», διά τοῦ Κ.Γ.Ο. (μηνός Ἰουλίου 2000 κυκλοφορήσαντος τόν Ὀκτώβριον τοῦ 2000), ἐπί τῶν ἐργασιῶν τῆς Ἱ.Σ. τῆς Ἱ., τῆς 17ης Μαῒου 2000, καί ἰδιαιτέρως τό μέ Α.Π. 158/25.10.2000 ἔγγραφον τοῦ Μητροπολίτου Κηρύκου, δι' οὗ καταγγέλλει ὡς ψευδές τό ἐν λόγω δημοσίευμα τοῦ «Κήρυκος», τό ὁποῖον καί ἀνεγνώσθη ἐνώπιον τοῦ Δικαστηρίου, ἀπεφασίσθη δέ ὅπως ταῦτα καί ἅπαντα τά συναφῆ ἐκδοθοῦν εἰς τόμους, εἰς τό ἄμεσον μέλλον, ὑπό τόν τίτλον «ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ», ὡς συνέχεια τῶν προηγηθέντων τοιούτων. («Ο.Π.» Τόμος 11ος/2000 Α.Τ. 106 σελ. 87-91, 120-133, 139-146). Ἐπίσης ἐκ τῶν προτέρων ἐλήφθη ὑπ' ὄψιν τό σχετικόν ἄρθρον τοῦ ἰδίου Μητροπολίτου, ὑπό τόν τίτλον «Ἕνα ἀπαράδεκτον δημοσίευμα τό ὁποῖον ἐχαρακτηρίσαμεν ὡς «ΣΑΠΡΟΝ ΚΑΡΠΟΝ»(*).

Ἐξ ὅλων αὐτῶν τό Α.Σ.Δ. εὐχερῶς διεπίστωσεν, ἀφ' ἑνός μέν ὅτι τό ὅλον κίνημα τῶν Νικολαϊτῶν εἶχεν ὡς αἰτίαν καί ἀφορμήν τήν ὑπό τῶν Ὀρθοδόξων Διακήρυξιν τῆς ΟΜΟΛΟΓΙΑΣ ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΔΙΑΔΟΧΗΣ τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, γεγονός τό ὁποῖον ἀποκλειστικῶς προκάλεσεν τάς διώξεις καί σκευωρίας κατά Ὀρθοδόξων, ἐν ταὐτῶ δέ προεκάλεσεν καί τήν ὑπό τῶν Νικολαϊτῶν παντελῆ κατάλυσιν τοῦ τε ΣΥΝΟΔΙΚΟΥ ΘΕΣΜΟΥ καί τῆς ΚΑΝΟΝΙΚΗΣ ΤΑΞΕΩΣ. Ἰδιαιτέρως τό Δικαστήριόν μας ἐπεσήμανεν τό γεγονός ὅτι, ὁ Μητρο¬πολίτης Κήρυκος ἀείποτε ἐπεδείξατο ἀληθῆ ἀγάπην καί ταπείνωσιν, ὅπως καί ὁ π. Ἀμφιλόχιος  ἀλλά καί ὁ θεολόγος Ἐλευθέριος Γκουτζίδης. Αἱ προσκλήσεις καί παρακλήσεις των πρός διόρθωσιν ὅλων τῶν ἐκτροπῶν, μέσω τῆς Κανονικῆς συγκροτήσεως τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, Ἱεραρχήσεως ὅλων τῶν θεμάτων ΠΙΣΤΕΩΣ καί ΟΜΟΛΟΓΙΑΣ, ὡς καί πάσης φύσεως αἰτιάσεών των, ἵνα ἐπέλθη ἡ ἀγάπη καί διακηρυχθῆ ἡ Πίστις καί ὁμολογία ἐπί τῆς Ἐκκλησιολογίας καί τῆς ἀποστολικῆς Διαδοχῆς, δυστυχῶς δέν ἔσχον οὐδέν κατά Θεόν ἀποτέλεσμα ἀλλά καί τούς ἠνόχλουν μεγάλως!

Ἐπίσης ἐλήφθη ὑπ' ὄψιν καί ὑπεγραμμίσθη ὅτι, ἐνῶ ἐφ' ὅλων αὐτῶν δέν ὑπῆρξεν ἡ παραμικρά ἀνταπόκρισις ὑπό τῆς ὁμάδος τῶν Νικολαϊτῶν, οὖυτοι δέν ἐδίστασαν καί νά διαστρέψουν τά πάντα, ἀκόμη καί τάς δύο ΟΜΟΛΟΓΙΑΣ ΠΙΣΤΕΩΣ, τόσον τοῦ Μητροπολίτου Κηρύκου ὅσον καί τῆς Μητροπολιτικῆς Συ¬νόδου, ἀλλά καί τάς παρομοίας τοῦ Ἱεροῦ Κλήρου καί τοῦ Πιστοῦ Πληρώματος τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Λαρίσης καί Τυρνάβου ὑπό τήν αἰγίδα καί τάς εὐλογίας τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Παναρέτου, κατά τά ἔτη 2001, 2002 καί 2003! Αὗται τούς ἐκοινοποιήθησαν Κανονικῶς καί ἐζητήθησαν κρίσεις καί ὑποδείξεις, αὐτοί ὅμως τάς ΑΠΕΡΡΙΨΑΝ «ΣΥΝΟΔΙΚΩΣ», διότι εἰς αὐτάς περιείχετο καί ἡ, κατ' αὐτούς, δῆθεν «ἀμάρτυρος», «καινοτομία», «κακοδοξία», καί «ἐκκλη¬σιολογική καί τριαδολογική Παπική - Οἰκουμενιστική αἵρεσις», τοῦ θεολόγου Ἐλ. Γκουτζίδη, τήν ὁποίαν ὅμως ποτέ δέν κατενόησαν, πολλῶ δέ μᾶλλον δέν ἀπέδειξαν τήν κατηγορίαν των, ἐπί τῆς ὁποίας ὅμως ἐστήριξαν τάς σκευωρίας των, καί ἐν προκειμένω ὅλας τάς περί «ἀργιῶν» «καθαιρέσεων», «ἀφορισμῶν» καί λοιπῶν ἀκατανοήτων πλήν τολμηρῶν, μέχρι βαρβαρότητος πράξεών των!

ΕΙΔΙΚΩΤΕΡΟΝ ΕΠΙ ΤΗΣ ΥΠ' Α.Π. 3282/28.11.2007  «ΑΠΟΦΑΣΕΩΣ» των, «Περί καθαιρέσεως» τοῦ Μητροπολίτου Κηρύκου, ὑπό τῶν ἤδη Κανονικῶς καί κατ' ἀπόλυτον ὀρθόδοξον συνέπειαν καί ἐπιταγήν ΑΠΟΚΕΚΗΡΥΓΜΕΝΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΓΕΓΡΑΜΜΕΝΩΝ ἐκ τῶν Διπτύχων τῆς Ἐκκλησίας  Νικολαϊτῶν, ὑπό τοῦ ἰδίου τοῦ Μητροπολίτου Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς Κηρύκου, («Ο.Π.» Τόμος 2005, σελ. 195-221).

ΤΟ ΑΝΩΤΑΤΟΝ ΣΥΝΟΔΙΚΟΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΝ ΑΠΟΦΑΙΝΕΤΑΙ:

- Ἡ ἐν λόγω (ὑπ' Α.Π. 3282/2007) «ἀπόφασις» ἐξεδόθη ὑπό ὁμάδος ἐκπεσόντων πρώην ἐπισκόπων, ὡς ἐπιβούλων καί ἐχθρῶν κατά τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου  Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Δέν πρόκειται ἐν προκειμένω κἄν περί «Συνοδικῆς ἀποφάσεως», ἔστω καί ἀντικανονικῶς προελθούσης, (τήν ὁποίαν θά ἔδει τό Δικαστήριόν μας νά ἀντιμετωπίση ἀπό πάσης ἀπόψεως καί πάντως ἀπό Κανονικῆς καί Ὀρθοδόξου), ἀλλά σαφῶς πρόκειται περί μιᾶς «ἀποφάσεως σαθρᾶς συμμορίας», ὅπως ἐπιτυχῶς χαρακτηρίζονται ὑπό τῆς Ὀρθοδόξου  ὑμνολογίας τά τοιαῦτα «Καϊαφικά συνέδρια». Ἐν προκειμένω τό συγκροτηθέν κατά τήν 28ην Νοεμβρίου 2009 ὑπό ΕΚΠΕΣΟΝΤΩΝ ΚΑΙ ΑΠΟΚΕΚΗΡΥΓΜΕΝΩΝ ψευδεπισκόπων «πονηρόν συνέδριον», συνεκροτήθη καί ἐλειτούργησεν ὡς πειθήνιον ὄργανον ὅλων τῶν ξένων κέντρων.

Ἑτέρωθεν τήν «ἀπόφασίν» των, μή ἔχοντες ἀληθῆ κατηγορίαν, διενοήθησαν νά στηρίξουν ἀποκλειστικῶς καί μόνον ἐπί τῆς ψευδοκατηγορίας των περί δῆθεν «ἀμαρτύρου» κ.λπ., καί τήν ὁποίαν ἐπαναλαμβάνουν - ἀναμασοῦν ὀκτώ φοράς, ἤτοι, εἰς ὅλας τάς παραγράφους τοῦ κατηγορητηρίου των, (παράγρ. α΄ ἕως η΄), καί διά τόν λόγον αὐτόν προκύπτει, ΑΚΥΡΟΣ διά τόν καθ' οὗ ἐξεδόθη, ἀλλά διά τούς ἰδίους ἀπέβη καί ἐσχάτη βαρυτάτη Ἱεροσυλία, ἡ ὁποία παρήγαγεν βαρύτατον ἀδίκημα τόσον ἀπό Κανονικῆς - Ἐκκλησιαστικῆς ὅσον καί Νομικῆς ἀπόψεως, διότι ἐν τέλει πρόκειται περί ἄκρως αἰσχροῦ «θεάτρου» μέ θέμα τά Ἱερά καί Ὅσια τῆς Ἐκκλησίας !

Εἰς τήν ὑπό στοιχεῖον θ΄ κατηγορίαν των, ἐπικαλοῦνται τό γεγονός, καθ' ὅ, ἐνῶ ὁ Μητροπολίτης Κήρυκος δέν ἀνεκάλεσεν καί δέν ἀπεκήρυξεν τήν δῆθεν «ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑΝ ΠΕΡΙ ΑΜΑΡΤΥΡΟΥ», ὁ ἵδιος τήν 17ην Ἰουνίου 2005, «ΕΠΕΔΩΚΕΝ πρός τήν Συνεδριάζουσαν Ἱεράν Σύνοδον τῆς Ἱεραρχίας», τό ὑπ' Α.Π. 390/16.6.2005 ἔγγραφον, διά τοῦ ὁποίου διέκοψεν πᾶσαν κοινωνίαν πνευματικήν, τούς ἀπεκήρυξεν ὡς ἀπροκαλύπτως ἐπιβουλευομένους τήν ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΝ ΔΙΑΔΟ¬ΧΗΝ. Ἐπίσης ἀναφέρουν ρητῶς καί ὅσα σχετικῶς ἐδήλωσεν αὐτοῖς διά τῶν ὑπ' Α.Π. 384/12.2.2005 καί 385/14.5.2005 προηγουμένων ἐπισήμων ἐγγράφων του, καί ΔΙΕΓΡΑΨΕΝ τά ὀνόματα αὐτῶν ἐκ τῶνΔιπτύχων τῆς Ἐκκλησίας. Ἐν προκειμένω ὅμως, μέ τό ὑπ' Α.Π. 390/16.6.2005 ἠτιολογημένον καί ἀπολύτως Κανονικόν ΑΠΟΚΗΡΥΚΤΗΡΙΟΝ ἔγγραφόν του, ὁ Μητροπολίτης Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς Κήρυκος δέν προεκάλεσεν σχίσμα, πολλῶ δέ μᾶλλον δέν ἐξῆλθεν τοῦ Σώματος τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλ' ΟΝΤΩΣ ἐξῆλθεν τῆς πονηρᾶς συναγωγῆς των, ὅπως ἀκριβῶς ἐξῆλθον καί οἱ Πατέρες μας τό 1924 ἐκ τῆς συναγωγῆς τοῦ πονηρευομένου Παπικοῦ καί Οἰκουμενιστικοῦ Νεοημερολογιτισμοῦ, τό 1937 ἐκ τοῦ ὁμοίου πλήν περισσότερον ὑπούλου, Φλωρινικοῦ - Παλαιοημερολογιτικοῦ Οἰκουμε¬νισμοῦ, καί τό 1995 ἐκ τῆς σχισματοαιρέσεως τῶν πέντε!
Τό Α.Σ.Δ., πρωτίστως διακρίνει ἐν προκειμένω καί καταγγέλλει τόν ἕνα καί διαχρονικόν διώκτην τῆς Ἐκκλησίας , ἀπό τήν ἀρχήν τοῦ παρελθόντος 20οῦ αἰῶνος, καί αὐτός εἶναι ὁ Νεοημερολογιτικός καί Παλαιοημερολογιτικός Οἰκουμενισμός, ὁ ὁποῖος κατά τά τελευταῖα 15 ἔτη ἐνεργεῖ διά τῶν Νικολαϊτῶν! Παρά ταῦτα ἐπισημαίνει καί τό γεγονός ὅτι ἐνῶ ὁ Μητροπολίτης Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου  Ἐκκλησίας  τῆς Ἑλλάδος, ΚΑΝΟΝΙΚΩΣ ΟΡΘΟΔΟΞΩΣ ΚΑΙ ΑΠΟΛΥΤΩΣ ΗΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΩΣ, μᾶλλον καί ἐπιβεβλημένως προέβη εἰς τήν ἀποκήρυξίν των, ὅμως καί ἐν τῆ ἰδία τῆ ἀποκηρύξει καί κατόπιν, εὐγενῶς ὡς ἐπίσκοπος τῆς Ἐκκλησίας, τούς παρακαλεῖ νά συμβάλουν «ὅπως μᾶς εὐσπλαχνισθῆ ὁ Κύριος, ὥστε νά μή χρονίση οὗτος ὁ χωρισμός ἀλλά νά εὐδοκήση ὅπως, δημιουργηθησο¬μένων τῶν Κανονικῶν προϋποθέσεων, ἐπανέλθη ἡἐν ἀγάπη καί ἀληθεία ἐν τῆ Γνησία Ὀρθοδόξω Ἐκκλησία ἑνότης ὅλων καί καταισχυνθῆ τό βδέλυγμα τοῦ Παλαιοημερολογιτικοῦ Οἰκουμενισμοῦ». («Ο.Π.» Τόμος 2005 σελ. 195-221). Τό Δικαστήριον χαρακτηρίζει ὡς μνημειώδη καί τήν μέ Α.Π. 401/26.10.2005 ΕΚΚΛΗΣΙΝ – ΠΑΡΑΚΛΗΣΙΝ, τοῦ Μητροπολίτου, (Αὐτόθι, σελ. 403-412), πλήν ὅμως ἡ ἀγάπη καί ἡ εἰλικρίνειά του καί πρό πάντων ἡ καταγραφή τῶν θεμάτων Πίστεως, τά ὁποῖα καί μετά τήν ἀποκήρυξίν των καταγράφει ὡς τάς μοναδικάς αἰτίας τῆς ἀποκηρύξεώς των, ἰδιαιτέρως δέ ἡ ἀντιμετώπισίς των, κατά τήν Κανονικήν Τάξιν καί τήν Ὀρθοδοξίαν, ἡ ὁποία θά ἐπαναφέρη τόν σύνδεσμον καί τήν ἐν Ἁγίω Πνεύματι ἑνότητα ἐν τῆ Ἐκκλησία, τούς προεκάλεσεν καί ὀργήν!

Συνεχίσας ὁ Μητροπολίτης Κήρυκος τήν ἐν τῶ ἰδίω πνεύματι ἀγάπης καί ἀληθείας ἀντιμετώπισίν των, καί μετά τήν μέ Α.Π. 3282/28.1.2007, ἐξ ἀπογνώσεως ψευδοκαθαίρεσίν του ὑπό τῶν Νικολαϊτῶν, καί κατανοῶν ὅτι δι' αὐτῆς τῆς πράξεώς των, ἀποκλειστικῶς ἐστόχευσαν εἰς τήν «διακοπήν» καί ἐξάλειψιν τῆς ΓΝΗΣΙΑΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΤΟΥΣ ΔΙΑΔΟΧΗΣ, θέσουν δέ καί «κώλυμα», πρός περαιτέρω μετάδοσιν αὐτῆς, ὑπό τοῦ ἰδίου Μητροπολίτου, (ὡς δῆθεν καθηρημένου), ἤδη ἅμα τῆ εἰσόδω τοῦ σωτηρίου ἔτους 2008, ἡ ἐπίσης διωκομένη καί ἐν ἀφανεία οὖσα τοπική Γνησία Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία τῆς Ρουμανίας, ἡνώθη ἀπολύτως Κανονικῶς καί Ὀρθοδόξως, ἤτοι, ΕΝ ΑΓΑΠΗ, ΚΑΝΟΝΙΚΟΤΗΤΙ ΚΑΙ ΑΛΗΘΕΙΑ μετά τῶν Τοπικῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν τῆς Ἑλλάδος καί τῆς Κύπρου! Τό γεγονός αὐτό καί ἡ χάριτι καί εὐδοκία Χριστοῦ, προκύψασα παρουσία ἀπολύτως Ὀρθοδόξων Ἐπισκόπων, προεκάλεσεν ΠΑΝΙΚΟΝ, εἰς ὅλα τά κέντρα τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἵσως πολύ μεγαλύτερον ἐκείνου, τοῦ κατά τό 1935 καί 1948!  Τέλος, ὅλως ἐξαιρέτως τό μέ Α.Π. 398/2.15.2009 Κατηγορητήριον καί ἡ τριττή Κανονική καί Νομότυπος Κλήτευσίς των, τούς ἔφερεν εἰς κατάστασιν ἀπογνώσεως.

Ἐν προκειμένω τό ΑΝΩΤΑΤΟΝ ΣΥΝΟΔΙΚΟΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΝ ἀναγνῶσαν καί ἅπαντα τά τελευταῖα ἔγγραφα τά δημοσιευθέντα εἰς τήν «Ο.Π.» (Α.Τ. 188 Ἰούλιος - Α'ύγουστος 2009 σελ. 291-314),  ἤτοι: τό μέ Α.Π. 516/4.8.2009 (π.ἡ.) ἔγγραφον τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς, ἐν τῶ ὁποίω περιέλαβεν καί τήν μέ Α.Π. 3297/31.7.2009 ἐπιστολήν τοῦ Νικολάου, τήν «κατ' ἐντολήν τοῦ Ἀρχιεπισκόπου» του ὑπογραφομένην ὑπό τοῦ «Γραμματέως τῆς Ἱερᾶς Συνόδου Πρωτοπρεσβυτέρου Δημητρίου Τσαρκατζόγλου», ὡς ἀπάντησιν ἐπί τῆς μέ Α.Π. 512/20.6.2009 Γ΄ Κλήσεως πρός ἀπολογίαν καί Δίκην των, κατά τήν 8ην Αὐγούστου (π.ἡ.) ἡμέραν Παρασκευήν, καί τέλος τό μέ Α.Π. 317/6.8.2009 (π.ἡ.) ἀλλοπρόσαλλον ἔγγραφον τοῦ ψευδοαρχιεπισκόπου Νικολάου, ἐξ οὗ προκύπτει ὅτι καταφανῶς ἤλλαξαν τά σχέδιά των πρό τῆς βεβαίας καθαιρέσεώς των καί δεδομένου ὅτι δέν τούς ἐκάλυπτεν ἡμέ Α.Π. 3282/28.11.2007, ψευδοκαθαίρεσίς των κατά τοῦ Μητροπολίτου Κηρύκου, προέβησαν εἰς τήν ὡς ἄνω ἀναφερθεῖσαν 3298 «ἀπόφασίν των».

Δι' αὐτοῦ πλήν ἄλλων, ἀποφασίζουν καί περί τῆς «ἀπογυμνώσεώς του ἐκ τῆς μοναχικῆς του ἰδιότητος...», ὡς καί τόν «παντελῆ ἀφορισμόν, τοῦ μοναχοῦ Κηρύκου Κοντογιάννη, καί τοῦ θεολόγου Ἐλευθερίου Γκουτζίδη...». Ταῦτα δέ διότι, ὡς σημειώνουν εἰς τό διατακτικόν τῆς ἀποφάσεώς των:

1) Ὁ «καθαιρεθείς καί εἰς τήν τάξιν τῶν μοναχῶν τεθείς» μέ τήν 2382/28.11.2007 ψευδοαπόφασίν των, συνέχισεν νά ἐνεργῆ ὡς ἐπίσκοπος καί τό μεῖζον, ὅπερ τούς ἠνώχλησεν, ῆτο ὅτι πρός τούς ἰδίους ἐπεδείξατο ἀγάπην, ταπείνωσιν ἀλλά καί τούς ἔφερεν πρό ἀδιεξόδου μέ τό αἵτημα περί Κανονικῆς Συνόδου καί σεβασμοῦ εἰς τά θέματα τῆς Πίστεως. (Ἔγγραφα ὑπ' Α.Π. 331/31.8.2003 καί Α.Π. 401/26.10.2005).

2) Ἐπιμένει εἰς τήν «Τριαδολογικήν καί ἐκκλησιολογικήν Καινοτομίαν περί τῆς κοινωνίας καί ἑνότητος τῶν τριῶν θείων Προσώπων ὡς πρώτης ἀνάρχου Ἐκκλησίας», περί τῆς ὁποίας ὅμως, ἐνῶ τούς ἀπεδείχθη ὅτι δέν προσκρούει οὐδαμοῦ, ἀλλά καί συνάδει τῆ ὀρθοδόξω Ἐκκλησιολογία καί Τριαδολογία, οὗτοι ποτέ δέν ἀπέδειξαν τήν κατηγορίαν των, διότι εἶναι καταφώρως ψευδής καί σκόπιμος.

3) Συνέπραξεν «ἀσεβῶς καί Ἱεροσύλως» μετά τῶν Ἐπισκόπων τῆς ἐν Ρουμανία Ἐκκλησίας, «προέβη εἰς χειροτονίας νέων ἐπισκόπων καί συγκαλεῖ καί συνεδριάζει πλέον ὡς Πανορθόδοξος Σύνοδος».

4) Ἐπιδεικνύει «Ἄρνησιν καί ἐσχάτην πτῶσιν ἐκ τῆς Ὀρθοδόξου  ὁμολογίας, ἀλλά καί βλασφημίαν κατά τῆς ἀποστολικῆς Διαδοχῆς...»(!!!), ὅπερ καθαρά παραφρο¬σύνη βαρυτάτης μορφῆς!

5) «Καλεῖ εἰς «ἀπολογίαν» καί δίκην αὐτούς, οἱ ὁποῖοι «διασφαλίζουν» τήν ἀποστολικήν Διαδοχήν καί συνεχίζουν τήν ἀκαινοτόμητον πίστιν»!!!

6) «Ἀποκρύπτει στοιχεῖα καί γεγονότα, τά ὁποῖα ἀφοροῦν τήν ἐξ ἀρχῆς ἀντιμετώ¬πισιν αὐτοῦ ὑπό τῆς Ἱερᾶς Συνόδου... ἐπίκλησιν προσχηματικῶν λόγων διά τῶν ὁποίων ἐπεχείρησεν νά δικαιολογήση τήν ἐκ μέρους αὐτοῦ ἀντικανονικήν διακοπήν τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας μετά τῆς Ἱερᾶς Συνόδου...»!!!

7) «Συγκροτεῖ» Συνοδικόν Δικαστήριον καί τούς καλεῖ εἰς ἀπολογίαν καί δίκην, ἐνῶ οἱ ἐπίσκοποι αὐτοί (σ.σ. τῆς Πανορθοδόξου Συνόδου), δέν εἶναι Κανονικοί καί δέν νομιμοποιοῦνται διότι προέρχονται ὑπό τοῦ «Καθηρημένου» δηλαδή ἀπό τόν Μητροπολίτην Κήρυκον».

8) «Ὁ Ἐπίσκοπος Κήρυκος καί ὁ  θεολόγος Ἐλευθέριος Γκουτζίδης ἀποσποῦν τούς πιστούς ἐκ τῆς ὁμάδος των, διό αἰσθάνονται «τήν ἀνάγκην διαφυλάξεως καί προστασίας τῶνπιστῶνἀπό τήν ἀπάτην καί διαβολήν ἐπιβούλων καί πολεμίων τῆς Ἐκκλησίας ...»!!!

Ἅπαντα τά ἀνωτέρω ἐνῶ ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΟΥΝ τούς ὄντως ἐν πανικῶ παραλογισμούς των, ἀλλά καί τήν ἀμετανοησίαν των, κρίνονται ὡς παντελῶς ἄσχετα δι' οὕς ἀναφέρονται, ἤτοι, τόν Μητροπολίτην Κήρυκον καί τόν θεολόγον Ἐλευθέριον Γκουτζίδη, ἐνῶ δι' ὅλης τῆς σειρᾶς τῶν ἀδιανοήτων «κατηγοριῶν» των, μαρτυρεῖται τό ἀδιέξοδόν των ἤ ἐνδεχομένως κάποια ὑστεροβουλία, δεδομένου τό κείμενόν των μέ Α.Π. 3298/7.8.2009 (π.ἡ.), ἐκοινοποιήθη ἀνυπόγραφον ὑφ' ὅλων τῶν «συνοδικῶν», τό ὑπογράφει δέ μόνον ὡς «Λαρίσης καί Τυρνάβου», ὁ ὑπό Κανονικήν ἀργίαν τελῶν Ἰγνάτιος Δάσσιος(!), γεγονός τό ὁποῖον δέν παραβλέπει τό Δικαστήριόν μας.

Κατόπιν ὅλων αὐτῶν τό ΑΝΩΤΑΤΟΝ ΣΥΝΟΔΙΚΟΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΝ ἀποφαίνεται ὅτι δέν ἔχει νά ἀντιμετωπίση ἐξ ἀντικειμένου ὑπαρκτάς Κανονικάς ἤ ἀντικανονικάς ἀποφάσεις, ἀλλά κενάς, δαιμονιώδεις τοιαύτας ὡς αἱ μέ Α.Π. 3282/28.11.2007 πρώτη «ἀπόφασίς» των, ὡς καί ἡ νεωτέρα μέ Α.Π. 3298/7.8.2009, ὅμως ΔΙΑ ΤΥΠΙΚΟΥΣ ΚΑΙ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ἀμφοτέρας, κηρύσσει ἀπολύτως ΑΚΥΡΟΥΣ, ὡς παντελῶς ἐκτός καί πέραν πάσης ἐννοίας Κανονικῆς Τάξεως καί Ὀρθοδοξίας, μέ ψευδές καί πλασματικόν Κατηγορητήριον, ἐξαιρέτως δέ ὡς «ἀποφάσεις» Ἱεροσύλου - ἐκκλησιομάχου σκοπιμότητος, τάς ὁποίας ἔλαβον ΑΠΟΚΕΚΗΡΥΓΜΕΝΟΙ ΕΚΚΛΗΣΙΟΜΑΧΟΙ, ΒΛΑΣΦΗΜΟΙ ΚΑΙ ΑΙΡΕΤΙΚΟΙ, διό, δι' ὅλους τούς ὡς ἄνω λόγους, ἀμφοτέρας ΜΕΤΑ ΒΔΕΛΥΓΜΙΑΣ ΑΠΟΚΗΡΥΣΣΕΙ ΚΑΙ ΠΑΡΑΔΙΔΕΙ ΕΙΣ ΤΟ ΑΙΩΝΙΟΝ ΑΝΑΘΕΜΑ.

ΕΠΙ ΤΗΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΣ Δ΄, ΗΤΟΙ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΝΤΙΚΑΝΟΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΧΕΙΡΙΣΤΗΣ ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΟΣ ΠΡΑΞΕΩΝ - ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ ΥΠ' Α.Π. 13/26.3.2006 «ΠΕΡΙ ΑΡΓΙΑΣ» ΚΑΙ 3285/22.4.2008 «ΠΕΡΙ ΚΑΘΑΙΡΕΣΕΩΣ» ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΠΑΝΟΣ/ΤΟΥ ΙΕΡ/ΧΟΥ ΑΜΦΙΛΟΧΙΟΥ ΤΑΜΠΟΥΡΑ.

Τό Ἀνώτατον Συνοδικόν Δικαστήριον ἐπί τοῦ θέματος τούτου, λαβόν ὑπ' ὄψιν:

α) Τάς ἀπό 22.9.1998 καί 11/24.12.1998 «αὐστηρῶς προσωπικάς, ἐμπιστευτικάς ἐπιστολάς τοῦ Ἱερομ. Ἀμφιλοχίου Ταμπουρᾶ πρός τούς τότε Σεβασμιωτάτους ἀρχιερεῖς, δι' ῶν παρεμβαίνει ὑπέρ τῆς ΟΜΟΛΟΓΙΑΣ - ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑΣ.

β) Τούς ἀπό 2000 καί 2008, Α΄ καί Β΄ Τόμους τῶν «ΣΥΓΧΡΟΝΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ», εἰς τούς ὁποίους περιελήφθησαν ἅ¬παντα τά σχετικά ἔγγραφα ἐπί τοῦ θέματος καί

γ) Τάς μέ Α.Π. 13/26.3.2006 καί Α.Π. 3285/22.4.2008 «ἀποφάσεις» τοῦ πρώην Ἀργολίδος Παχωμίου Ἀργυροπούλου, δι' 'ῶν οῦτος διενοήθη καί ἐπεχείρησεν τάς κατά τοῦ Ἱερομονάχου «ποινάς» περί «ἀργίας» καί «καθαιρέσεως» ἀντιστοίχως, συσκεψάμενον ἐν ἁγίω Πνεύματι,

ΑΠΟΦΑΙΝΕΤΑΙ:

Ὁ Πανοσ/τος Ἱερομόναχος Ἀμφιλόχιος  Ταμπουρᾶς, παρεμβάς πρός τήν Ἱεράν Σύνοδον μέ τάς ἀπό 22.9.1998 καί 11/24.12.1998 ἐπιστολάς του, ἐζήτησεν ὅπως, μετά τήν σχισματοαίρεσιν τῶν πέντε, ἡ ὁποία ἐκλυδώνισεν τήν Ἐκκλησίαν, διακηρυχθῆ Συνοδικῶς ἡ ΟΜΟΛΟΓΙΑ - ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑ, ἀλλά καί ἡ ἀδιάκοπος καί γνησία ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΔΙΑΔΟΧΗ τῶν Ἐπισκόπων καί Πρεσβυτέρων τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου  Ἐκκλησίας, ΠΑΡΕΝΕΒΗ ἀπολύτως Κανονικῶς, ὡς ἔχων αὐτό τό δικαίωμα, ἀλλά καί τό καθῆκον ὡς ὀρθόδοξος Κληρικός.
Ἐπ' οὐδενί δύναται νά χαρακτηρισθῆ ἡ παρέμβασίς του αὕτη, ἀλλά καί τά ἀκολουθήσαντα ὑπέρ πεντήκοντα σχετικά ἔγγραφα καί ἀπολογητικά κείμενά του, ὡς δῆθεν «ἀσεβής παρέμβασις εἰς τά τῆς Συνόδου»!, ἀλλ' ὡς χρέος καί καθῆκον Ὀρθοδόξου Κληρικοῦ. Δυστυχῶς ὅμως ζητήσας τήν Συνοδικήν Διακήρυξιν τῆς Ὁμολογίας κ.λπ., ἔθεσεν εἰς δεινήν δοκιμασίαν τά ἀπό 1996 καί 1997 συνεχιζόμενα σχέδια περί ἑνώσεως μετά τῶν Φλωρινικῶν μέ τήν προϋπόθεσιν τῆς δῆθεν «χειροθεσίας»(!), καθώς καί τό σχέδιον νά ἀθωωθοῦν καί δικαιωθοῦν οἱ πέντε σχισματοαιρετικοί, «τούς ὁποίους θά ἀνελάμβανον οἱ Φλωρινικοί νά ἐπαναφέρουν ὀπίσω καί οὕτω ἐκλείψη τό σχίσμα των»!
Αὐτοί οἱ λόγοι, ὅπως προκύπτει ἐκ τῆς πληθύος τῶν ἐγγράφων ἔλαβον τεραστίας διαστάσεις καί διαφωτίζουν πλήρως τό ὅλον κίνημα τῶν Φλωρινικῶν, τῶν ἐγκαθέτων των καί τοῦ Νεοημερολογιτισμοῦ, ὡς ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ ΕΣΧΑΤΗΣ ΠΡΟΔΟΣΙΑΣ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΑΓΙΩΤΑΤΗΣ ΜΗΤΡΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ (Βλέπετε ἐνδεικτικῶς:  «Ο.Π.» Τόμος 11ος/2000 σελ. 111-116, 151-159, 171-199, 206-208, 217-225, Τόμος 12ος/2001 Α.Τ. 111 Ἀπρίλιος 2001 σελ. 11-24, 37-39, 41-53, 67-69, 75-97, 107-130, 133-140, 151-157, 166-173, 192-195, 211-216, 219-223, 243-279 (ἔνθα καί τό μέ Α.Π. 223/2.11. 2001 ἔγγραφον τοῦ Μητροπολίτου Κηρύκου, καθώς καί τό θεολογικόν ὑπόμνημα ἐπί τῆς σκευωρίας «περί ἀνάρχου» τοῦ θεολόγου Ἐλευθερίου Γκουτζίδη) Τόμος 13ος/2002 Α.Τ. 120 σελ. 3-19, 43-84, 91-127, 139-162, 168-206, 219-250, 267-286, 336-355, 411-439, Τόμος 14ος/2003 σελ. 6-22, 27-38, 51-82, 83-93, 99-139, 147-159, 163-187, 195-217, 222-233, 243-257, 260-274, 291-322, ὁλόκληρον τό τεῦχος τῆς «Ο.Π.» 140 Σεπτεμβρίου 2003 σελ. 339-400, 387-403, 419-447, 453-479, Τόμος 15ος/2004: σελ. 5-38, 43-75, 84-91, 101-114, 123-154, 163-188 206-214, 219-244, 254-267, 283-296, 303-311, 331-340, 346-350, 387-396, 427-454, 532-539. Τόμος 16ος/2005: σελ. 3-24, 51-59, 80-86, 102-115, 164-187, 195-221, 198-201 ΑΠΟΚΗΡΥΞΙΣ, 259-300, 313-321, 361-393, 403-412, 413-431, Τόμος 17ος/2006: 118-132, 187-201, 253-284, 285-324, 331-368, Τόμος 18ος/2007: 227-256, 307-324, 375-387). Ταύτην τήν βλάσφημον σκοπιμότητα ἐκορύφωσαν οἱ Νικολαῒται μέ τήν ὑπ' Α.Π. 3280/28.11.2007, ἤδη ὑπό τοῦ ἀνωτάτου Συνοδικοῦ Δικαστηρίου μας ΑΝΑΘΕΜΑΤΙΣΘΕΙΣΑΝ «Ἐγκύκλιόν» των. Ἐξαιρέτως δι' αὐτῆς προέκυψαν ἀναμφισβητήτως ὡς οἱ πλέον ἀσεβεῖς, βλάσφημοι, Ἱερόσυλοι, ΨΕΥΤΑΙ  καί ΠΛΑΝΟΙ πρωτίστως κατά τῆς Ἐκκλησίας  καί κατόπιν καί κατά τοῦ Ἱερομονάχου Ἀμφιλοχίου, τοῦ ὁποίου τό ἦθος καί τόν ὁμολογιακόν ζῆλον, ἡ Πανορθόδοξος Ἱερά Σύνοδος καί ὡς Ἀνώτατον Συνοδικόν Δικαστήριον, ἐκτιμᾶ καί περιτειχίζει, ἵνα οὗτος, χάριτι Χριστοῦ, διατηρήση μέχρι τέλους αὐτόν τόν ὁμολογιακόν ζῆλον, ἀδιαφορῶν δι' οἱασδήποτε καί εἰς τό μέλλον διώξεις του κ.λπ., εὕρη δέ μιμητάς καί ἄλλους Κληρικούς, Μοναχούς καί ἁπλοῦς Πιστούς.

Τάς κατά τοῦ ἰδίου Ἱερομονάχου «ἀποφάσεις» τοῦ πρ. «’Αργολίδος» Παχωμίου μέ Α.Π. 13/26.3.2006 καί Α.Π. 3285/22.4.2008 περί «ἀργίας» καί «καθαιρέσεως» ἀντιστοίχως, καί ταύτας, ΚΗΡΥΣΣΕΙ, ἀπολύτως ΑΚΥΡΟΥΣ ὡς πράξεις χειρίστης σκοπιμότητος ἔξω καί πέραν πάσης Κανονικῆς Τάξεως καί Ὀρθοδοξίας καί ὡς ἐκ τούτου ΟΥΔΕΝ Κανονικόν - πραγματικόν ἔργον παραγαγούσας καθ' οὗ ἐξεδόθησαν, σκοπούσας δέ ἵνα «φιμώσουν» τόν Ἱερομόναχον, τόν «ἀφανίσουν» καί εὐθύνουν τήν ὁδόν τῆς προδοσίας, τῆς ὁποίας, κατ' αὐτούς, «τό πλήρωμα τοῦ χρόνου» ἐπῆλθεν τήν 28ην Νοεμβρίου 2007.

Αἱ ὡς ἄνω πράξεις, καίτοι διά τόν καθ' οὗ ἐξεδόθησαν εἰσιν ΑΚΥΡΟΙ, διά τόν ἐκδόσαντα (ἤ ἐκδόσαντας) ὅμως ταύτας, ἀποτελοῦν ἐσχάτην πραγματικήν Ἱεροσυλίαν, ἀφοῦ δι' αὐτῶν ἠσέβησαν κατά τῆς Ἱερωσύνης τοῦ Ἱερομονάχου καί περαιτέρω κατά τῆς ΟΜΟΛΟΓΙΑΣ - ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑΣ καί τῆς ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΔΙΑΔΟΧΗΣ, ἅτινα διακρατεῖ ἡ ἀνά τόν Κόσμον Γνησία Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία.

Ἐπί τούτοις, τό Ἀνώτατον Συνοδικόν Δικαστήριον, ἐκ τῶν προτέρων λαμβάνει ὑπ' ὄψιν καί τήν ἀπό Φεβρουαρίου 2005 ἀντικανονικήν καί Ληστρικήν εἰσπήδησιν τοῦ πρώην ἀργολίδος Παχωμίου, εἰς τήν Ἱεράν Μητρόπολιν Λαρίσης καί Τυρνάβου καί τάς συλλαγωγίας του τόσον κατά πενταμελοῦς ἐν Ραψάνη Πυργετοῦ Λαρίσης Ἀδελφότητος τῶν «Ἁγίων Ἀποστόλων - Τιμίου Σταυροῦ», ὅσον καί τοῦ πληρώματος τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Λαρίσης καί Τυρνάβου, τό ὁποῖον ἔσχισεν.

Εἰδικώτερον δέ ἐπί τῆς κατηγορίας (μέ ἀριθμόν 5 τοῦ Γ’ μέρους τοῦ Κα¬τηγο¬ρητηρίου) τῆς ἀφορώσης εἰς τήν ὡς «κλέπτου καί ληστοῦ» εἰσπήδησιν τοῦ πρ. «Ἀργολίδος» Παχωμίου Ἀργυροπούλου, ὑπό τό πρόσχημα τοῦ δῆθεν Τοποτηρητοῦ, εἰς τήν Ἱεράν Μητρόπολιν Λαρίσης, ἤδη ὄντος ΑΠΟΚΕΚΗΡΥΓΜΕΝΟΥ (Α.Π. 390/16.6.2005), τό Συνοδικόν Δικαστήριον λαβόν ὑπ' ὄψιν καί ὅτι:

1) Ὁ ἀπό 2006 διορισμός τοῦ κ. Παχωμίου ὡς «Τοποτηρητοῦ» εἰς τήν Ἱεράν Μητρόπολιν Λαρίσης καί προηγουμένως ἡ παῦσις τοῦ προηγουμένου «Τοποτηρητοῦ», ἤτοι, τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀνδρέου, ἔλαβον χώραν ὑπό ἀντικανονικῆς, βλασφήμου καί ἐκκλησιομάχου Συνόδου, ἡ ὁποία τήν 5.2.2003 εἶχεν ἀναγκάσει εἰς ἀντικανονικήν καί σκόπιμον παραίτησιν τόν ἔχοντα ὑγιεῖς τάς φρένας Ἀρχιεπίσκοπον Ἀνδρέαν, καί τοῦτο ἀποκλειστικῶς ἵνα καταλάβη τήν θέσιν αὐτοῦ ὁ ἀπό πάσης ἀπόψεως ἀπαράδεκτος Νικόλαος καί πάντως χειροθετημένος κατά τό 54/76 Ἀπαλλατικόν του Βούλευμα! Ὅθεν ὁ κ. Παχώμιος οὐδέποτε ὑπῆρξεν Κανονικός Τοποτηρητής, διό καί ποτέ δέν ἀνεγνωρίσθη ὑπό τοῦ πληρώματος τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Λαρίσης.

2) Καί ἄν ἀκόμη ἦτο κατά πάντα Κανονικός καί κατά τήν Ὀρθόδοξον ἐκκλησιαστικήν τάξιν καί δεοντολογίαν διορισμένος Τοποτηρητής, καί πάλιν δέν εἶχεν καμμίαν ἁρμοδιότητα ἐπί τῆς Μητροπόλεως νά ἀντιμετωπίζη τοιούτου εἵδους θέματα, πλήν μόνον τρεχούσης φύσεως διοικητικά, ψιλῶ δέ ὀνόματι νά μνημονεύεται τό ὄνομά του εἰς τάς Ἱεροτελεστίας.

3) Παρά ταῦτα ἐπειδή, ὡς ἐκ τῶν γεγονότων προέκυψεν, σκοπίμως ὁρισθείς «Τοποτηρητής» ὁ κ. Παχώμιος, εἶχεν ἀναλάβει τήν ὑποχρέωσιν νά συλλαγωγή¬ση ἐπί τῆς ὑπό τόν π. Ἀμφιλόχιον 4μελοῦς ἀδελφότητος, ἀλλά καί ἐπί τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Λαρίσης, δέν ἐδίστασεν νά ὑφαρπάση ἁρμοδιότητας, τάς ὁποίας ἀκόμη καί Κανονικός Μητροπολίτης καί Σύνοδος δέν ἔχουν! Οὕτω τόν ὑπό ἀργίαν τελοῦντα Ἱερομόναχον Ἰγνάτιον (Τήν ἀργίαν εἶχεν ἐπιβάλει Κανονικῶς, ἠτιολογημένως καί ἀπολύτως ἐπιβεβλημένως, ὁ Γέροντας καί Πνευματικός του π. Ἀμφιλόχιος καί μόνος αὐτός εἶχεν τό δικαίωμα νά τήν ἄρη ἤ νά τόν παραπέμψη εἰς τήν Ἱεράν Σύνοδον!), ἀπέσπασεν ἀπό τόν Πνευματικόν καί Γέροντά του, ἤτοι, τόν π. Ἀμφιλόχιον, ἠγνόησεν τήν κατ' αὐτοῦ ἀργίαν καί διά νά ἐνισχύση τό προδοτικόν κίνημά των, ἀντικανονικῶς καί πάντως ἀπολύτως ἀντιδεοντολογικῶς ἀπό πάσης ἀπόψεως, εἰς μηδενικόν χρόνον, τόν κατέστησεν «ΜΕΓΑΛΟΣΧΗΜΟΝ» «ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΝ», «ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΝ» καί ΕΠΙΣΚΟΠΟΝ»!!

Οὕτως ἱεροσυλήσας τήν ἐσχάτην Ἱεροσυλίαν κατά τοῦ ἐν ἀργία ὅντος νεαροῦ Ἱερομονάχου, καί προκαλέσας διπλοῦν σχίσμα, ἤτοι, καί εἰς τήν ἀδελφότητα τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων - Τιμίου Σταυροῦ Ραψάνης Λαρίσης καί εἰς τήν Ἱεράν Μητρόπολιν Λαρίσης καί Τυρνάβου, επεδίωξε νά σβήση ἕναν ἀνατέλλοντα φάρον τῆς Ὀρθοδοξίας, καί καταστήση τό Ἱερόν Ἡσυχαστήριον κέντρον βλασφημίας κατά τε τῆς ἀποστολικῆς Διαδοχῆς καί τῆς ὁμολογίας - Ἐκκλησιολογίας.

Σχετικῶς δέ μέ τόν προελθόντα ἐκ τῶν Νικολαϊτῶν ὡς ἐπίσκοπον «Φαναριοφαρσάλων» καί κατόπιν, διά τοῦ ἐπαράτου μεταθετοῦ, ὡς «Λαρίσης καί Τυρνάβου» Ἰγνάτιον Δάσσιον, τό Α.Σ.Δ. ἔλαβεν ὑπ' ὄψιν:

α) Τήν ἀπό πολύ ἐνωρίς ἔνταξίν του εἰς τό ἐκκλησιομάχον κίνημα τῶν Νικολαϊτῶν καί ἰδιαιτέρως τήν ὅλως ἀήθη πράξιν του νά ὑποκλέψη τήν ὑπογραφήν τοῦ Μακαριστοῦ Μητροπολίτου Λαρίσης καί Τυρνάβου Παναρέτου, διά τοῦ ὑπ' Α.Π. 72/20.10.2004 ἐγγράφου, διά νά τόν ἐμφανίση ὡς δῆθεν ὑπέρμαχον τῶν θέσεων καί πράξεων τοῦ πρ. Πειραιῶς Νικολάου καί τῶν συμπορευομένων του, γεγονός τό ὁποῖον ἀποτελεῖ πνευματικήν ἀσέλγειαν ἐπί ἑνός ἀσθενοῦς καί προβεβηκυίας ἡλικίας ἐπισκόπου (+ 22.11.2004), τόν ὁποῖον ὅμως ἡ θεία χάρις δέν ἐγκατέλειψεν, ὅθεν κατανοῶν τήν ἀπάτην τοῦ Ἱερομονάχου Ἰγνατίου, ἀνεκάλεσεν τήν ὑπογραφήν του διά τοῦ ἀμέσως ἀκολουθή¬σαντος ἑτέρου ἐγγράφου του, ὑπ' Α.Π. 72Α/21.10.2004 ἐγγράφου του.

β) Τό γεγονός ὅτι ὡς ἀρχηγός τῆς ἀνταρσίας εἰς τό Ἱ. Ἡσυχαστήριον Ἁγίων Ἀποστόλων - Τιμίου Σταυροῦ καί καθοδηγητής τῶν δύο συμμοναζόντων του, Ἱεροδιακόνου Βαρθολομαίου καί Μοναχοῦ Ἀγαθαγγέλου τούς παρέσυρεν μαζί του καί τούς ἔθεσεν ὑπό τόν βλάσφημον καί αἱρετικόν Νικόλαον, προκειμένου νά «βαπτισθοῦν», «Ἱερωθοῦν», «ἐπισκοποιηθοῦν» καί ἐν γένει βραβευθοῦν μέ ὑψηλά ἀξιώματα, ὡς ἀντιμισθίαν των, διά τάς τῆς κατά τοῦ Γέροντος καί Πνευματικοῦ των π. Ἀμφιλοχίου ἀνταρσίας, προδοσίας τῆς Πίστεως - Ὁμολογίας καί ἀποστασίας των, καί

γ) Τό γεγονός ὅτι ὁ φερόμενος ὡς «Λαρίσης καί Τυρνάβου» Ἰγνάτιος  Δάσ¬σιος, διά δύο ἀλλεπαλλήλων ἀγωγῶν προσέφυγεν εἰς τά ἀστικά Δικαστήρια κατά τοῦ Ἐπισκόπου Κηρύκου, τοῦ Ἱερομονάχου π. Ἀμφιλοχίου , τοῦ Διευθυντοῦ τῆς «Ο.Π.» Ἐλευθερίου Γκουτζίδη καί τῶν λοιπῶν μελῶν τῆς Συντακτικῆς της ἐπιτροπῆς, ὡς δῆθεν συκοφαντηθείς, διά δέ τήν «ἀποκατάστασιν τῆς τιμῆς καί ὑπολήψεώς του», ἀπήτει χρηματικόν ποσόν 1.500.000 εὐρώ!... Κατόπιν ὅλων αὐτῶν ΤΟ ΑΝΩΤΑΤΟΝ ΣΥΝΟΔΙΚΟΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΝ μας συσκεφθέν ἐν Ἁγίω Πνεύματι,

ΟΜΟΦΩΝΩΣ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ΚΑΙ ΑΝΑΘΕΜΑΤΙΖΕΙ τάς ἀνωτέρω ὑπ' Α.Π. 13 καί Α.Π. 3285 «ἀποφάσεις» τοῦ πρώην Ἀργολίδος Παχωμίου Ἀργυροπούλου κατά τοῦ Πανοσ/του Ἱερομονάχου Ἀμφιλοχίου  Ταμπουρᾶ, ὡς ἀπολύτως ἀντικανονικάς καί πάντως ἐκ χειρίστης σκοπιμότητος ἐκδοθείσας, ἐνῶ τήν εἰσπήδησίν του εἰς τήν Ἱεράν Μητρόπολιν Λαρίσης ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ ὡς εἰσπήδησιν «Κλέπτου καί Ληστοῦ» κατά τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας .

ΕΠΙ ΤΗΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΣ Ε΄ ΗΤΟΙ ΕΠΙ ΤΗΣ ΥΠ' Α.Π. 3166/14/27.2.2002 «ΑΠΟΦΑΣΕΩΣ» ΠΕΡΙ «ΑΚΟΙΝΩΝΗΣΙΑΣ» (ΑΦΟΡΙΣΜΟΥ) ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ ΓΚΟΥΤΖΙΔΗ

Τό Ἀνώτατον Συνοδικόν Δικαστήριον ἔλαβεν ὑπ' ὄψιν τήν ἐν τῶ Κατηγηροτηρίω (Α.Π. 498/2/15.1.2009) ὑπό στοιχεῖον Γ΄, μακράν σειράν βαρυτάτων Κατηγοριῶν (1 ἕως καί 7), καί ἐν προκειμένω ἰδιαιτέρως τά ἐν τῆ παραγράφω 2, ἤτοι τήν κατά τοῦ θεολόγου Ἐλευθερίου Γκουτζίδη σκευωρίαν, ἡ ὁποία κατέληξεν εἰς τήν ὑπ' Α.Π. 3166/14/27.2.2002 «Πράξιν ἀκοινωνησίας» κατ' αὐτοῦ, ὡς καί τήν πληθύν τῶν σχετικῶν ἐν τῆ «Ὀρθοδόξω Πνοή» παραπομπῶν, αἵτινες καί ἐτέθησαν εἰς τόν Τόμον τῶν Παραστατικῶν, ὡς ἀφορῶσαι ἀμέσως εἰς τήν ὑπ' Α.Π. 3166 Ἱερόσυλον ἀπόφασιν καί πράξιν. Πρωτίστως ὅμως ἔλαβεν ὑπ' ὄψιν του ἐν τῶ συνόλω της, τήν κατά τήν Κυριακήν τῆς Ὀρθοδοξίας 1997 ὁμιλίαν αὐτοῦ ἐν τῶ Μητροπολιτικῶ Ναῶ τῆς Ἁγίας Μαρίνης ἐν Θεσσαλονίκη. Ὡσαύτως ἔλαβεν σοβαρῶς ὑπ' ὄψιν καί τήν ἐν τῆ ὁμιλία ταύτη διατυπουμένην καί κηρυσσομένην ἐκκλησιολογίαν, τήν ὁποίαν ἀπό τό 1971 ἀδιαλείπτως προσεπάθησεν νά συστηματοποιήση, διδάξη καί διακηρύξη ὁ θεολόγος, καί διεπίστωσεν τήν συνέπειαν τοῦ ἐλλογιμωτάτου Καθηγητοῦ ἐν τῆ Πίστει καί Ὁμολογία, ὡς ἁπλοῦ ἐργάτου ἐν τῶ Σώματι Αὐτῆς, οὐδέν ἀντορθόδοξον εὐρόν ἐν αὐτῆ.

Εἰδικώτερον ἐπί τῆς προαναφερθείσης ὁμιλίας αὐτοῦ, ἐν ἔτει 1997, τό Ἀνώτατον Συνοδικόν Δικαστήριον, ἐν ταυτῶ δέ καί ὡς Πανορθόδοξος Σύνοδος, διεπίστωσεν τάς ἐν αὐτῆ μεγίστας κηρυσσομένας ἀληθείας, ἀλλά καί τόν μέγιστον, πλήν ἐξ ἀντικειμένου ἐπιβεβλημένον ὀρθόν ἔλεγχον, τόν ὁποῖον ἀσκεῖ ἐν τῆ ὁμιλία του ὁ θεολόγος, ἀποκαλύπτων, περιγράφων καί στιγματίζων τούς ΣΥΓΧΡΟΝΟΥΣ ΔΙΩΚΤΑΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ, καί ἐπί τό ἀκριβέστερον, τούς ἐχθρούς καί πολεμίους τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἤτοι, τῆς ΟΜΟΛΟΓΙΑΣ - ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑΣ καί τῆς ἀνοθεύτου καί ἀδιακόπου ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΔΙΑΔΟΧΗΣ.

Ὡστόσον τῆς ὅλης ὁμιλίας του ὁ θεολόγος προτάσσει σύντομον εἰσαγωγήν εἰς τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησιολογίαν, ἐν ὦ μέρει, διετύπωσεν καί τήν Τριαδολογικήν καί Ἐκκλησιολογικήν θέσιν εἰπών: «Δέν θά ὁμιλήσω σήμερον διά τήν πρώτην, ἄναρχον, αἰωνίαν καί ἀόρατον ἐκκλησίαν, διότι αὕτη εἶναι ἡ τελεία Κοινωνία τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Εἶναι ἡπλήρης καί τελεία κοινωνία καί ἰδιαίρετος ἑνότης τῶντριῶνΘείων Προσώπων, τοῦ ΕΝΟΣ Θεοῦ».

Ἐγκύψαν ἰδιαιτέρως ἐπ' αὐτῆς τῆς διατυπώσεως τοῦ θεολόγου τό ΑΝΩΤΑΤΟΝ ΣΥΝΟΔΙΚΟΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΝ καί λαβόν ὑπ' ὄψιν τήν ἀκατάσχετον σκόπιμον καί διαστροφικήν συκοφαντίαν, ἀλλά καί τά σχετικά Θεολογικά ὑπομνήματα τοῦ θεολόγου, ΑΠΟΦΑΙΝΕΤΑΙ ὅτι ἡ θεολογική αὕτη θέσις οὐδέν τό μεπτόν περιέχει, ἀσχέτως ἄν φραστικῶς ἡ διατύπωσις θά ἠδύνατο νά εἶναι καλυτέρα, ἀλλά ποῖος ἐφαντάζετο ὅτι Φλωρινικοί καί ἐγκάθετοι αὐτῶν, ἀλλά καί ἤδη προδόται ἐπίσκοποι τῆς Ἐκκλησίας, θά ἤγειρον τοιαύτην ΣΚΟΠΙΜΟΝ ΣΥΚΟΦΑΝΤΙΑΝ, τήν ὁποίαν «ἐστήριξαν» ἐπί διαστροφικῶν καί πλασματικῶν κατηγοριῶν, τήν δέ 14ην/27ην Φεβρουαρίου 2002, θά κατέληγον ὁ μέν πρώην Πειραιῶς Νικόλαος νά εἰσηγηθῆ ἀπολύτως ΑΙΡΕΤΙΚΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑΝ καί ΤΡΙΑΔΟΛΟΓΙΑΝ, διά λογαριασμόν δέ ὅλων τῶν ξένων Κέντρων νά ἀπαιτήση τόν ἄδικον, ἀλλά σκόπιμον «Ἀφορισμόν» κατά τοῦ θεολόγου, ἐνῶ οἱ λοιποί νά ἀποδεχθοῦν καί συμπράξουν εἰς τό ἔγκλημα, πρωτίστως κατά τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία ΟΥΔΕΝ ΕΠΑΘΕΝ, ὅπως ἐπίσης οὐδέν ἔπαθεν καί ὁ ἐλλογιμώτατος θεολόγος Ἐλευθέριος Γκουτζίδης, ἀφοῦ ἐδιώχθη «ἀφωρίσθη» καί ἐσυκοφαντήθη ψευδῶς «ἕνεκεν ἐκείνου καί τῆς Ἐκκλησίας Του»!...

Περαιτέρω τό Ἀνώτατον Συνοδικόν Δικαστήριον, λαβόν ὑπ' ὄψιν του καί τό ΠΟΤΕ, ΠΩΣ καί ὑπό ΠΟΙΩΝ ἐκινήθη ἡ σκευωρία καί τό σκάνδαλον, διεπίστωσεν ὅτι ἐπελέγη ἵνα κινήση τοῦτο ὁ Φλωρινικός «Ἀχαῒας» Καλλίνικος, ὅστις κατ' ἀρχάς ἠρκέσθη νά διαστρέψη τήν διατύπωσιν, εἰπών δημοσίως τό ψεῦδος ὅτι δῆθεν «ὁ θεολόγος εἰς τήν ὁμιλίαν του ἀπεκάλεσεν τήν ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ ὡς Ἄναρχον»! Δέν ἐτόλμησεν, ὁ κ. Καλλίνικος, νά ἀμφισβητήση τό ὀρθόν καί μεμαρτυρημένον τῆς θεολογικῆς - Ἐκκλησιολογικῆς διατυπώσεως, ἐνῶ εἰς τήν συνέχειαν συνέπλασεν πλείστας ὅσας ψευδεῖς καί πλασματικάς συκοφαντικάς – ψευδοκατηγορίας κατά τοῦ θεολόγου, ἐνῶ τό ἵδιον θέμα τῆς σκευωρίας, μέσω τῶνμἐγκαθέτων των, ἤτοι, τοῦ Μοναχοῦ Μαξίμου, τοῦ Δημητρίου Κάτσουρα καί ἄλλων, προοδευτικῶς τό μετέφερον εἰς τήν Ἱεράν Σύνοδον, τήν ὁποίαν, ὁ ἐν λόγω Κατήγορος, Φλωρινικός «Ἀχαῒας» Καλλίνικος Σαραντόπουλος, δι' ἀλληλοδιαδόχων δημοσιευμάτων του, μονίμως ἐξεβίαζεν «ὅπως λάβη μέτρα κατά τοῦ θεολόγου, ἄλλως καθίσταται καί αὕτη βλάσφημος, κακόδοξος, αἱρετική, ὅπως ὁ θεολόγος της».

Οὔτω πως ἀπό τό 1997 μόλις τόν Φεβρουάριον τοῦ 2002, «ὡρίμασεν» ἡ σκευωρία, ὁπότε συνετάγη ἡ σχετική εἰσήγησις, ἡ ὁποία ἐδόθη εἰς τόν τότε Πειραιῶς Νικόλαον νά τήν εἰσηγηθῆ καί ΑΠΑΙΤΗΣΗ τόν ἀφορισμόν τοῦ Θεολόγου, μέ ἀντάλλαγμα «νά τόν κάνουν ἀρχιεπίσκοπον»! Οὕτως ὅμως ἡ Σύνοδος ἐκείνη, ἡ δεχθεῖσα καί ἐγκρίνασα τήν γέμουσαν ἀπό αἱρετικάς θέσεις Εἰσήγησιν, καί βάσει αὐτῆς τήν 14/27.2.2002, ἀπεφάσισεν «ἀκοινωνησίαν» κατά τοῦ θεολόγου, ἀφρόνως ἐπιχειρηματολογοῦσα, ἔστω καί ὑποθετικῶς, ἔγραψεν περί «διηρημένης Ἁγίας Τριάδος» ἤ «διηρημένης Ἐκκλησίας» ἤ ὅτι «εἶναι δυνατόν νά διαιρεθῆ εἰς τό μέλλον» καί ταῦτα ὡς ἐκ τῆς διατυπώσεως τοῦ θεολόγου: «Δέν θά ὁμιλήσω σήμερον διά τήν πρώτην, ἄναρχον, αἰωνίαν καί ἀόρατον Ἐκκλη¬σίαν, διότι αὕτη εἶναι ἡ τελεία Κοινωνία τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Εἶναι ἡ πλήρης καί τελεία κοινωνία καί ἰδιαίρετος ἑνότης τῶν Τριῶν Θείων Προσώπων, τοῦ ΕΝΟΣ Θεοῦ». Οὕτω ὅμως ἡ ἰδία «Σύνοδος» κατέστησεν ἑαυτήν ἰδιαιτέρως Αἱρετικήν καί ὡς πρός τό Δόγμα τῆς Ὀρθοδόξου  Ἐκκλησιολογίας, ἀλλά καί τό Τριαδολογικόν Δόγμα – Διδασκαλίαν καί πρό πάντων Ἱερόσυλον ὄργανον τῶν ξένων κέντρων.

Ἐπί τούτοις λαβόν ὑπ' ὄψιν καί ὅλα τά μετά τό 1997 ἤδη προαναφερθέντα σχετικά ἔγγραφα καί ἰδιαιτέρως τοῦ Ἀρχιεπισκόπου ‘Ανδρέου πρός τόν θεολόγον, ἀλλά καί τήν πληθύν τῶν Δημοσίων ἀπαντήσεων αὐτοῦ, εἰς τά ὁποῖα ὁ θεολόγος διά νά ἀποσοβήση τό σκάνδαλον, πλειστάκις ἐδήλωσεν καί ὅτι «ἑτοίμως ἔχει νά ἀνακαλέση τήν διατύπωσιν ἐφ' ὅσον οἱ κατήγοροί του ἤθελον ἀποδείξει ταύτην ὡς «ἀμάρτυρον», «καινοτομίαν», «κακοδοξίαν» καί ἐν τέλει «Τριαδολογικήν καί Ἐκκλησιολογικήν Παπικήν - Οἰκουμενιστικήν αἵρεσιν»(!), γεγονός τό ὁποῖον, ὡς ἐκ τοῦ ἀσφαλοῦς διεπιστώθη, ΟΥΔΕΙΣ ΠΩΠΟΤΕ ΕΤΟΛΜΗΣΕΝ!

Ἐπί πᾶσι τούτοις τό Συνοδικόν Δικαστήριον, ἰδιαιτέρως ἔλαβεν ὑπ' ὄψιν καί τάς ἐν τοῖς θεολογικοῖς ὑπομνήμασι τοῦ θεολόγου ΑΓΙΟΓΡΑΦΙΚΑΣ ΚΑΙ ΠΑΤΕΡΙΚΑΣ ΜΑΡΤΥΡΙΑΣ, καθ' ἅς ἡ ἑνότης καί Κοινωνία τῆς Ὑπερουσίου Τριάδος (ἐν τῆ ἀγάπη καί τῆ μία Θεία Οὐσία) εἶναι τό ΠΡΟΤΥΠΟΝ τῆς ἐν τῶ Σώματι τῆς Ἐκκλησίας  κατά χάριν Κοινωνίας καί ἑνότητος τῶν ἀπειραρίθμων Προσώπων - Πιστῶν. Ἡ ἀπόλυτος ἑνότης καί Κοινωνία τοῦ ὑπερουσίου ἑνός καί Τρισυποστάτου Θεοῦ, ὄντως ἀντανακλᾶ εἰς τό Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας  τοῦ Χριστοῦ, διό αὕτη, ὡς κοινωνία καί ἑνότης τῶν πιστῶν ἐν τῶ Σώματι τοῦ Χριστοῦ, εἶναι κατ' εἰκόνα ἐκείνης τῆς Ἁγίας Τριάδος, τηρουμένων βεβαίως τῶν ἀναλογιῶν μεταξύ κτιστοῦ καί ἀκτίστου. Ἰδιαιτέρως τό Α.Σ.Δ. ἐνέκυψεν ἐπί τῶν ἀναμφισβητήτων σαφῶν ΑΓΙΟΓΡΑΦΙΚΩΝ ΜΑΡΤΥΡΙΩΝ (Ἰωάννου ΙΖ΄ 20-21), ἀλλά καί τῶν ΠΑΤΕΡΙΚΩΝ τοιούντων, ὡς τοῦ Ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ: P.G. Τόμος 91ος 664 D, 665 C καί 668 B-C), Κλήμεντος τοῦ Ἀλεξανδρέως, P.G.Τόμος 8ος σελ. 200 καί 1277, Μεγάλου Φωτίου P.G. Τόμος 102ος σελ. 557 D, καθώς καί εἰς πληθύν τῶν μαρτυριῶν μεγάλων Δογματολόγων Καθηγητῶν ὡς τῶν: Ἰωάννου Καρμίρη, Νικολάου Μητσοπούλου, Παύλου Εὐδοκίμωφ, Σπυρίδωνος Μπιλάλη, π. Νικολάου Ἰωαννίδη, π. Γεωργίου Μεταλληνοῦ, π. Γεωργίου Καψάνη κ.ἄ. («Ο.Π.» Τόμος 12ος 2001 ἀρ. Τ. 118 μήν Νοέμβριος σελ. 271-279 καί ἀλλαχοῦ).

ΚΑΤΟΠΙΝ ΟΛΩΝ ΑΥΤΩΝ ΤΟ ΑΝΩΤΑΤΟΝ ΣΥΝΟΔΙΚΟΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΝ
ΚΑΙ ΕΠ’   ΑΥΤΗΣ ΤΗΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΣ ΔΙΑΠΙΣΤΩΤΙΚΩΣ ΑΠΟΦΑΙΝΕΤΑΙ:

Ἡ μακροχρόνιος συκοφαντία - σκευωρία, τήν ὁποίαν ἐκίνησαν οἱ Φλωρινικοί καί οἱ ἐγκάθετοί των, τελικῶς δέ τήν ἐπέβαλον καί εἰς τό σῶμα τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, τό ἐπεχείρησαν διά τόν ἀποκλειστικόν λόγον ὅτι, ἡ καθαρά Ὁμολογία ἤτοι, ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησιολογία τοῦ θεολόγου, ἀλλά καί ἡ ὑπ' αὐτοῦ ἀντιμετώπισις τῶν πολεμίων τῆς Ἐκκλησίας, παρεκώλυεν τά κατά τῆς Ἐκκλησίας σχέδια τοῦ ἐν γένει Νεοημερολογιτικοῦ καί Παλαιοημερολογιτικοῦ Οἰκουμενισμοῦ καί οὕτω δέν ἠδύναντο νά μεταλλάξουν καί μετατρέψουν τήν συγχωρητικήν εὐχήν, τήν ὁποίαν ὑπό δεδομένας ρητάς προϋποθέσεις καί διά τήν ἀγάπην καί ἑνότητα ἐδέχθη ἡ Ἱερά Σύνοδος τό 1971, εἰς χειροθεσίαν καί οὕτω νά ἐξαλείψουν καί τήν ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΝ ΔΙΑΔΟΧΗΝ καί τήν ΟΜΟΛΟΓΙΑΝ – ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑΝ τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου  Ἐκκλησίας.  Ὡστόσον τά πάντα καταβοῶσιν ὅτι τά πρόσωπα, τά ὁποῖα ἀπετόλμησαν τήν σκευωρίαν καί τήν ἔφερον εἰς πέρας, ἦσαν καί συνεχίζουν νά εἶναι, ἀπολύτως συνειδητοί καί ἀδίστακτοι ἐπίβουλοι κατά τῆς Ἐκκλησίας, διό πεισμόνως εἰργάσθησαν τό ψεῦδος, καί συνέπλασαν φρικτάς συκοφαντίας. Αὐτῶν ὅλων ὑποχείριοι εὑρέθησαν οἱ Νικολαῒται, οἱ ὁποῖοι ὡς ἀμέτοχοι παιδείας, καί μακράν τῆς Ὀρθοδόξου  Θεολογίας ἀνέλαβον τήν ἐκτέλεσιν τῶν καταχθονίων σχεδίων των, ἐπιτυχόντες μόνον νά καταστήσουν ἑαυτούς πραγματικούς ΕΚΚΛΗΣΙΟΜΑΧΟΥΣ καί πάντως χείρονας ὅλων τῶν συγχρόνων διωκτῶν τῆς Ἐκκλησίας !

ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ ΤΟ ΑΝΩΤΑΤΟΝ ΣΥΝΟΔΙΚΟΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΝ ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ ΚΑΙ ΠΑΡΑΔΙΔΕΙ ΤΩ ΑΝΑΘΕΜΑΤΙ

α) Τό ἀπ' ἀρχῆς (τέλος 1997 καί ἰδιαιτέρως ἀπό 1999) ΚΙΝΗΜΑ - ΣΚΕΥΩΡΙΑΝ πρωτίστως κατά τῆς Ἐκκλησίας, δευτερευόντως δέ κατά τοῦ θεολόγου Ἐλευθερίου Γκουτζίδη, τόν ὁποῖον, ἐνῶ ὑπό τήν βαθυτέραν χριστιανικήν ἄποψιν, ὄχι μόνον δέν ἔβλαψεν τόν θεολόγον, ἀλλά καί τόν ἐτίμησεν μέ τό διακριτικόν τοῦ «δεδιωγμένου ἕνεκεν δικαιοσύνης καί ἀληθείας ἐκείνου», ἤτοι, τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας  Του.

β) Τήν ὑπ' Α.Π. 3166/14/27.2.2002 «Πρᾶξιν ἀκοινωνησίας», ἤτοι, «μικροῦ ἀφορισμοῦ», ὡς Πρᾶξιν ἀπολύτως ἀντικανονικήν, ἀλλά καί ὡς ἔξωθι ἀποφασισθεῖσαν ὑπό τοῦ Φλωρινικοῦ Κέντρου καί τῶνἐγκαθέτων του παρά τῆ Ἱερᾶ Συνόδω, πρό πάντων δέ ὡς Πρᾶξιν στυγνῆς ΙΕΡΟΣΥΛΟΥ ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΟΣ, ἐκκλησιολογικῆς ὑφῆς καί ὑποστάσεως, τήν ὁποίαν ὁ πρ. Πειραιῶς Νικόλαος Μεσσιακάρης εἰσηγήθη καί ἀπήτησεν κατά τήν «Σύνοδον» ἐκείνην τῆς 14.2.2002, ἐν ἧ ἐγένοντο ἀποδεκταί ὑπ' αὐτῶν καί αἱ περί «διαιρέσεως καί ἑνώσεως τῆς Ἁγίας Τριάδος καί τῆς Ἐκκλησίας», ἔστω καί ὑποθετικῶς ἀποτολμηθεῖσαι καί διατυπωθεῖσαι δεινότατοι αἱρεσχιλίαι.

Ἐπί τούτοις, τό ΑΝΩΤΑΤΟΝ ΣΥΝΟΔΙΚΟΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΝ καί ὡς ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΣΥΝΟΔΟΣ, συσκεψάμενον ἐν Ἁγίω Πνεύματι, καλεῖ τούς ἤδη Καθαιρεθέντας ὅπως, διά τό προσωπικόν των πνευματικόν συμφέρον, μετανοήσουν καί ἀνακαλέσουν, (ἀποκλειστικῶς δι' ἑαυτούς), τήν ψευδῆ, ἄδικον καί Ἱερόσυλον πρᾶξιν των, ἄλλως ταύτην θέλωσιν εὕρη προηγουμένην αὐτῶν, κατά τήν ὥραν ἐκείνην τῆς κρίσεως, ὅπερ καί ὡς Πανορθόδοξος Ἱερά Σύνοδος καί ὡς Ἀνώτατον Συνοδικόν Δικαστήριον ΑΠΕΥΧΟΜΕΘΑ.

ΕΠΙ ΤΗΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΣΤ΄ ΗΤΟΙ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΤΙΚΩΝ ΦΡΟΝΗΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΠΡ.ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΝΙΚΟΛΑΟΥ

Τό Ἀνώτατον Συνοδικόν Δικαστήριον συνεχίσαν τάς συνεδριάσεις του μέχρι καί τήν Παρασκευήν 28.11.2009, ἐπελήφθη καί τῶν αἱρετικῶν φρονημάτων τοῦ πρ. Πειραιῶς Νικολάου, τά ὁποῖα οὗτος, «γυμνῆ τῆ κεφαλῆ», ἤτοι, δημοσίως καί ἐγγράφως, μέσω βιβλιδίων καί τῆς ἐφημερίδος του «Πειραϊκή Ἐκκλησιαστική Ἀγγελία» π.χ. Α.Φ. 21 Ἀπρίλιος - Ἰούνιος 1998, ἐκήρυξεν ἐπανειλημμένως.

Εἰδικώτερον ὁ κατηγορούμενος διά νά στηρίξη τά αἱρετικά του φρονήματα, καταφανῶς παραχαράσσει Πατερικά καί Συνοδικά κείμενα καί ὅρους τῆς Ζ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου! Ἐν προκειμένω ἐλήφθη ὑπ' ὄψιν τό ἀνωτέρω κείμενόν του ἐν «Π.Ε.Α.» Α.Φ. 21/1998, καί ἰδιαιτέρως ἡ καταγγελία τοῦ θεολόγου Ἐλευθε¬ρίου Γκουτζίδη ἐν «Ο.Π.» Τόμος 2004 σελ. 124-142, ὡς καί αἱ λοιπαί ἀκολουθοῦσαι (Αὐτόθι σελ. 142-154).

Τό Α.Σ.Δ. διέτρεξεν τάς συγκεκριμένας δημοσίας Καταγγελίας, ὡς καί τά σημεῖα ἐκεῖνα ἐκ τῶνἐντύπων τοῦ κ. Νικολάου, τά ὁποῖα καταγγέλλονται, ἐφ' ὦν ρητῶς ἀπεφάνθη ὅτι, ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ΚΑΙ ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ ΕΚ ΤΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ ΤΟΥ κ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ, πᾶν ὅ,τι ἀντιβαίνει εἰς τήν ὀρθόδοξον Παράδοσιν, ἤτοι εἰς τά Πρακτικά τῶν Ἁγίων Οἰκουμενικῶν Συνόδων καί τήν ὁμόφωνον διδασκαλίαν τῶν ἁγίων Πατέρων, ἐξαιρέτως δέ τάς ἐπ' αὐτῶν παραχαράξεις καί παρερμηνείας, τάς ὁποίας συστηματικῶς ἀπετόλμησεν ὡς αἱρετικός βλάσφημος καί ἐκκλησιομάχος ὁ κ. Νικόλαος, καί συνωδᾶ τῆ Ἁγία Ζ’ Οἰκουμενικῆ Συνόδω ἀναθεματίζει.
Ἀντιπροσωπευτικῶς, τό Α.Σ.Δ. μας, παραδίδει τῶ αἰωνίω ΑΝΑΘΕΜΑΤΙ τά αἱρετικά φρονήματα καί παραχαράξεις αὐτοῦ, τάς ὁποίας ἐπεχείρησεν ἐγγράφως εἰς τό βιβλίδιόν του «ΠΡΟΣΚΥΝΟΥΜΕΝ ΠΑΤΕΡΑ ΥΙΟΝ ΚΑΙ ΑΓΙΟΝ ΠΝΕΥΜΑ...» (Ἀθῆναι 1993) ἀλλά καί ἑτέρω ἐντύπω - ἐφημερίδι «Π.Ε.Α.» ὅτι «Οἱ προφῆται εἶδον τόν Θεόν Πατέρα καί οὐχί τόν μέλλοντα νά ἐνανθρωπήση» μή λαμβάνων ὑπ' ὄψιν τάς περί αὐτοῦ Πατερικάς Ἑρμηνείας, «ὅτι εἰς τήν φιλοξενίαν τοῦ Ἀβραάμ ἐφάνη ὁ Πατήρ, ὁ Υἱός καί τό Ἅγιον Πνεῦμα», τό γεγονός ὅτι παραποιεῖ καί παρερμηνεύει τά Πρακτικά τῆς Ζ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, καθώς καί τήν ἐπιστολήν τοῦ Ἁγίου Πάπα Γρηγορίου, τόν Ἅγιον Διονύσιον τόν Ἀρεοπαγίτην, τόν Συμεών Θεσσαλονίκης, τόν Ἱερόν Δαμασκηνόν καί ἐν τέλει πλαστογραφεῖ καί τήν ἱστορικήν πραγματικότητα σχετικῶς μέ ὡρισμένας Ἱεράς Εἰκόνας κ.λπ. Ταῦτα πάντα καί πλείονα ἕτερα τό Α.Σ.Δ. μας, καθηκόντως καθυποβάλλει μετά τῶνἁγίων Πατέρων, ἐξαιρέτως δέ τῆς Ἁγίας Ζ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου εἰς τό ΑΝΑΘΕΜΑ, τόν δέ κ. Νικόλαον καθώς καί ὅλους τούς ὁμόφρονάς του κἄν τε ὡς ἐπίσκοποι φέρονται, κἄν ὡς Κληρικοί ἤ Μοναχοί ἤ λαϊκοί ΑΠΟΒΛΗΤΟΥΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΚΗΡΥΣΣΕΙ. Ὅσοι δέ ἀποδειχθῆ ὅτι παρεσύρθησαν ὑπό τοῦ Νικολάου, κατόπιν δέ διαφωτισθέντες μεταμεληθῶσιν καί ἀποκηρύξωσι τάς κακοδοξίας – παραχαράξεις καί τά αἱρετικά φρονήματα του, ἡ Ἐκκλησία, ὡς φιλόστοργος Μήτηρ, θέλει τούς δεχθεῖ, ἐνῶ τούς Κληρικούς μεταμελλουμένους ἀληθῶς, ἕκαστον εἰς τόν οἰκεῖον βαθμόν καί τάξιν θέλει ἀποκαταστήση.

Τό Ἀνώτατον Συνοδικόν Δικαστήριον καί προηγουμένως ὡς Πανορθόδοξος Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας, ἔχει Συνείδησιν ὅτι, ΧΑΡΙΤΙ ΧΡΙΣΤΟΥ, καί μέ τάς ἐν τῆ παρούση πράξει ἀποφάσεις, ὑπερμαχεῖ γενικῶς τῆς Παραδοθείσης ΑΚΑΙΝΟΤΟΜΗΤΟΥ ΠΙΣΤΕΩΣ, εἰδικῶς δέ τῆς ΟΜΟΛΟΓΙΑΣ - ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΔΙΑΔΟΧΗΣ ΤΗΣ ΓΝΗΣΙΑΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ, ἑπομένη ταῖς ἀπ' ἀρχῆς Ἁγίαις Συνόδοις, ἤγουν τῆ πρώτη ἀποστολικῆ, ταῖς Οἰκουμενικαῖς, Πανορθόδοξοις καί Τοπικαῖς, τάς ὁποίας, ἐν ἑτέροις χρόνοις, συνεκάλεσεν καί συνεκρότησεν τό ΕΝ ΑΓΙΟΝ ΠΝΕΥΜΑ. Δι' ὅλων δέ αὐτῶν, διεκηρύχθη καί ὡμολογήθη ὁ ΕΙΣ ἐνανθρωπήσας, Διδάξας, Σταυρωθείς καί Ἀναστάς Χριστός, ἡρμηνεύθη καί ἐσυστηματοποιήθη ἡ ὑπ' Αὐτοῦ ἀποκαλυφθεῖσα Μία Ἀλήθεια, ὡμολογήθη ἡ Μία Ἁγία Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία, ἐβλήθη δέ ἔξω ὁ ἀντίδικος, ὅστις ἀπό τήν φάτνην τῆς Βηθλεέμ ἐπολέμησεν τόν Χριστόν καί μέχρι σήμερον πολεμεῖ τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ τήν Ἐκκλησίαν Του, διά τῶν αἱρετικῶν καί ἰδιαιτέρως διά τῶν πεπτωκότων βλασφήμων καί αἱρετικῶν Νικολαϊτῶν. Αὐτούς τούς πολεμίους ἀντιμετώπισεν καί τό ὑφ' ἡμᾶς ΑΝΩΤΑΤΟΝ ΣΥΝΟΔΙΚΟΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΝ, προηγουμένως δέ καί ὡς ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟΣ, ἡ ὁποία οὕτω διακονεῖ τήν Μητέρα Ἐκκλη¬σίαν εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

ΕΠΙ ΤΗΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ Ζ΄ ΗΤΟΙ ΕΠΙ ΤΟΥ ΘΕΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΕΙΣΠΗΔΗΣΕΩΣ ΚΑΙ ΕΙΣ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΝ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

Σχετικῶς μέ τήν ὑπό τοῦ Μητροπολίτου Κιτίου Παρθενίου τοῦ πιστοῦ Κλήρου καί Λαοῦ τῆς πρεσβυγενοῦς Αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου καταγγελίαν, ἐπί παρανόμω, ἀντικαταστατικῆ καί ἀντικανονικῆ παρεμβάσει εἰς τήν Ἐκκλησίαν τῆς Κύπρου, πρόκλησιν σχίσματος καί ἔκθεσμον καί ἀντι¬κα¬νονικήν ἐπισκοπικήν χειροτονίαν, ἐν μέσω ξυλοδαρμῶν καί αἱμάτων, καί ὑπό παρουσίαν καί ἐπέμβασιν ἀστυνομικῶν δυνάμεων, μεμαρτυρημένως ἀναξίου προσώπου, ἤτοι τοῦ φερομένου κατ' ἀρχάς ὡς «Τριμυθοῦντος» καί κατόπιν ὡς «Κιτίου» κ. Σεβαστιανοῦ Σταύρου, ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Κιτίου κ. Παρθένιος, εἰσηγήθη ὅπως τά ἀδικήματα τῶν Νικολαϊτῶν κατά προσώπων, ἀλλά καί κατ' Αὐτῆς τῆς ἑνότητος τῆς Ἐκκλησίας  τῆς Κύπρου, ἐξετασθοῦν εἰς ἄλλην συνεδρίασιν τοῦ Α.Σ.Δ., διότι ἐν προκειμένω δέν προηγήθη ἡ προβλεπο¬μένη Κανονική καί Νομότυπος διαδικασία κλητεύσεως τῶν κατηγορουμένων ἅπασαν τήν Κανονικήν καί Νόμιμον διαδικασίαν, θέλει κινήση ὁ ἵδιος ὁ Μητροπολίτης ὥστε νά ἐπιληφθῆ τό Ἀνώτατον Συνοδικόν Δικαστήριον, ὅπερ ἐγένετο ἀποδεκτόν.

ΕΠΙ ΤΗΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΣ Η΄ΚΑΘ' ΗΝ ΚΑΤΕΛΥΣΑΝ ΤΟΝ ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟΝ ΝΟΜΟΝ ΤΟΥ «ΙΕΡΟΥ ΦΙΛΑΝΘΡΩΠΙΚΟΥ ΣΥΝΔΕΣΜΟΥ ΚΛΗΡΙΚΩΝ ΤΗΣ ΑΚΑΙΝΟΤΟΜΗΤΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ Γ.Ο.Χ.»

Τό ΑΝΩΤΑΤΟΝ ΣΥΝΟΔΙΚΟΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΝ ἔλαβεν ὑπ' ὄψιν:

Τό γεγονός ὅτι ἐν ἔτει 1999 τό Διοικητικόν Συμβούλιον τοῦ Ι.Φ.Σ.Κ.Α.Ε., διά πρώτην φοράν, δέν συνεκροτήθη ἐπί ἐννέα ὁλοκλήρους μῆνας, (ἐνῶ κατά τό καταστατικόν ὑποχρεωτικῶς συνεδριάζει κάθε μῆνα), διότι οἱ ἐγκάθετοι καί ἐξαιρέτως ὁ Μοναχός Μάξιμος, ἤθελον νά ἀποκρύπτουν τήν πορείαν καί τάς ἀποφάσεις τῶν Ἀστικῶν Δικαστηρίων τῆς περιόδου ἐκείνης καί ἄλλα, τόσον ἀπό τοῦ Διοικητικοῦ Συμβουλίου τοῦ Ι.Φ.Σ.Κ.Α.Ε. ὅσον καί ἀπό τήν Ἱεράν Σύνοδον! Σημειωθήτω ὅτι τά θέματα ἀφεώρων καί εἰς ὑλικά πράγματα, ἀλλά πρό πάντων εἰς θέματα Πίστεως σχετικῶς μέ τάς πράξεις καί ἀποφάσεις τῶν πέντε σχισματοαιρετικῶν. Ἐπίσης ἔλαβεν ὑπ' ὄψιν τά παραστατικά τῶν ἐν συνεχεία ἐπακολουθησασῶν συσσωρευμένων συγκλήσεων τοῦ Δ.Σ., (μετά ὁλό¬κληρον ἐννεάμηνον), καί δή ἐντός ἑνός μηνός, ἤτοι, α) Κατά τήν 30.10.2000. β) Τήν 9.11.2000. γ) Τήν 14.11.2000, καί ἰδιαιτέρως ὅσα ἀποκαλυπτικά ἔλαβον χώραν, κατ' αὐτήν, δ) Τήν 4/17.11.2000, τετάρτην κατά σειράν ἐντός 20 ἡμερῶν, σύγκλη¬σιν τοῦ Δ.Σ. καί ἰδιαιτέρως τήν αὐθημερόν συνταχθεῖσαν ὑπ' Α.Π. 222/4/17.11.2000 «Πρόσκλησιν διά Γενικήν Συνέλευσιν», ὁρισθεῖσαν μόλις μετά τριήμερον, ἤτοι, κατά τήν 7ην/26ην Νοεμβρίου 2000, καί ἐν τῆ ὁποία οὐδέν ἐκ τῶν ἐκκρεμούντων ἄκρως σοβαρῶν θεμάτων ἐσημειοῦτο.

Ἐπίσης ἔλαβεν ὑπ' ὄψιν καί τά μέ Α.Π. 161/5/18.11.2000 καί 169/24.11.2000 ἔγγραφα τοῦ Μητροπολίτου Κηρύκου ὡς Γενικοῦ Γραμματέως, καθώς καί τό ἐξόχως ἀποκαλυπτικόν ὑπόμνημα μέ Α.Π. 169/Α΄/24.11.2000, τό ὁποῖον ὑπογράφεται ὑπό τοῦ Μητροπολίτου Κηρύκου, τοῦ Ἱερομονάχου Ἀμφιλοχίου Ταμπουρᾶ καί τοῦ θεολόγου Ἐλευθερίου Γκουτζίδη. Τό γεγονός ἐπίσης ὅτι μετά ταῦτα δέν ἐπραγματοποιήθη ἡ Γ.Σ., ὡς προεβλέπετο, κατά δέ τό ἀπό 16/29.12.2000 συνελθόν Δ.Σ. κατετέθη τό μέ Α.Π. 176/16.29.12.2000 ἔγγαφον ὑπό τοῦ Μητροπολίτου Κη¬ρύκου, ἐκπροσωποῦντος καί τούς Ἱερομ. Ἀμφιλόχιον καί τόν θεολόγον Ἐλευθέριον Γκουτζίδην, τό ὁποῖον ἰδιαιτέρως ἔλαβεν ὑπ' ὄψιν τό Δικαστήριόν μας, καθώς καί τό γεγονός ὅτι ἐπεχειρήθη ὅπως καλυφθοῦν τά πάντα μέ τάς σκευωρίας κατά τοῦ θεολόγου περί δῆθεν «χειροδικίας» του κατά τοῦ Ἀρχιεπισκόπου, καθώς καί περί «ἀνάρχου»!

Τέλος λαβόν ὑπ' ὄψιν καί τήν, ἐπί τῆς ὑπ' Α.Π. 226/26.11.2000, «ἀνακοινώσεως», ὑπογραφομένης ὑπό τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀνδρέου, νέαν ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΙΝ - ΔΗΛΩΣΙΝ τῶν Μητροπολίτου Κηρύκου, Ἱερ/χου π. Ἀμφιλοχίου καί θεολόγου Ἐλευθερίου Γκουτζίδη,

ΣΥΣΚΕΨΑΜΕΝΟΝ ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΝ ΜΑΣ ΑΠΟΦΑΙΝΕΤΑΙ

Ὅτι, καταφανῶς τά συγκεκριμένα Πρόσωπα τῆς περιόδου ἐκείνης καί αὐτά τά ὁποῖα σήμερον φέρονται ὡς μέλη καί ὡς Δ.Σ. τοῦ Ι.Φ.Σ.Κ.Α.Ε., ἔδει πρό πολλοῦ νά εἶχον διαγραφεῖ καί ἀπομακρυνθεῖ τοῦ Ι.Φ.Σ.Κ.Α.Ε., διότι πέραν τοῦ ὅτι ἐκ κακῆς προθέσεως καί σκοποῦ κατέλυσαν τήν Κανονικήν Τάξιν καί τόν Συνοδικόν θεσμόν, διά τόν ἵδιον σκοπόν, οὗτοι κατέλυσαν καί τόν Καταστα¬τικόν Νόμον τοῦ Ι.Φ.Σ.Κ.Α.Ε., ἐπί τῶ σκοπῶ ἅμα τῆ ὁλοκληρώσει τῆς προδοσίας των νά διεκδικήσουν, καί κατακρατήσουν ἅπαντα τά ἀκίνητα(Ναούς καί Ἱδρύματα), στεροῦντες ταῦτα ἀπό τούς Ὀρθοδόξους, εἰς τούς ὁποίους καί κατά τό ἵδιον τό Καταστατικόν ἀνήκουν.

Ἐν προκειμένω τό ΑΝΩΤΑΤΟΝ ΣΥΝΟΔΙΚΟΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΝ ὑπογραμμίζει ὅτι οἱ κατηγορούμενοι δέν κατέλυσαν ἁπλῶς ὡρισμένας ἐκ τῶν ἀρχῶν τῆς ἀκαινοτομήτου Γνησίας Ὀρθοδόξου  Ἐκκλησίας, ἀλλ' ἠθέλησαν καί ἐπεχείρησαν νά σβήσουν καί ἐξαλείψουν ταύτην προσβάλλοντες καί διακόπτοντες τήν ἀποστολικήν Διαδοχήν καί δι' αὐτῆς καί τήν Ὁμολογίαν ‘Εκκλησιολογίαν, τήν ὁποίαν ἀναφέρει καί προστατεύει τό Ἄρθρον 8 παράγρ. γ΄ τοῦ Καταστατικοῦ.

Ἐπί πᾶσι τούτοις τό Ἀνώτατον Συνοδικόν Δικαστήριον, ἐπειδή δέν εἶναι ἁρμόδιον νά προβῆ εἰς τήν διαγραφήν ὅλων αὐτῶν ἐκ τοῦ Ι.Φ.Σ.Κ.Α.Ε., τοῦτο ἀπαραιτήτως δέον νά πράξουν τά ἐναπομείνατα (4) τέσσαρα ἱδρυτικά μέλη, ἤτοι, ὁ Μητροπολίτης Κήρυκος, ὁ Πρωτοπρεσβύτερος Θωμᾶς, ὁ Ἱερομόναχος Ἀμφιλόχιος καί ὁ θεολόγος Ἐλευθέριος Γκουτζίδης. ἐπί τούτω, ἄν χρειασθῆ ἔχουν τήν ἄδειαν καί ἐντολήν τῆς Πανορθοδόξου Συνόδου νά ζητήσουν καί τήν ἐφαρμογήν τῶν Νόμων, ὅπως προβλέπει ὁ Καταστατικός Νόμος τοῦ Ι.Φ.Σ.Κ.Α.Ε. Τέλος ἅπαντα τά παραστατικά ὡς ἐκ τῆς μεγίστης ἱστορικῆς καί ὄχι μόνον σημασίας των, ἀπεφασίσθη νά τεθῶσιν εἰς τόν τόμον τῶν Πρακτικῶν.

***

ΕΙΣ ΤΟ ΣΗΜΕΙΟΝ ΤΟΥΤΟ ΑΝΕΓΝΩΣΘΗΣΑΝ ΚΥΡΙΑΚΑ ΚΑΙ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΑ ΛΟΓΙΑ, ΟΙ ΘΕΙΟΙ ΚΑΙ ΙΕΡΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ, ΩΣ ΚΑΙ ΠΑΤΕΡΙΚΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ, ΤΑΣ ΟΠΟΙΑΣ ΚΑΤΕΠΑΤΗΣΑΝ ΟΙ ΑΝΩΤΕΡΩ ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΟΙ ΚΑΙ ΕΠΙ ΤΩΝ ΟΠΟΙΩΝ ΘΑ ΣΤΗΡΙΧΘΗ ΤΟ ΑΝΩΤΑΤΟΝ ΣΥΝΟΔΙΚΟΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΝ ΔΙΑ ΤΑΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΤΟΥ

ΑΝΕΓΝΩΣΘΗΣΑΝ ΤΑ ΚΑΤΩΘΙ:

ΕΚ ΤΩΝ ΑΓΙΟΓΡΑΦΙΚΩΝ ΛΟΓΙΩΝ:

 «Καί ὅς ἄν είπη λόγον κατά του Υιού του ανθρώπου, αφεθήσεται αυτώ. ος δ’ αν είπη κατά του Πνεύματος του Αγίου, ουκ αφεθήσεται αυτώ ούτε εν τω νυν αιώνι ούτε εν τω μέλλοντι». (Ματθαίου 12. 32).
 «Ἀλλά και εάν ημείς ή άγγελος εξ ουρανού ευαγγελίζηται υμίν παρ’ ο ευαγγελισόμεθα υμίν, ανάθεμα έστω». (Απόστολος Παύλος: Γαλάτας 1. 8):
 «Εξ’ ἡμῶν ἐξῆλθον ἀλλ’ οὐκ ἦσαν ἐξ ἡμῶν, εἰ γάρ ἦσαν ἐξ  ἡμῶν, μεμενήκεσαν ἄν μεθ’ ἡμῶν» (Α΄ Ἰωάν β, 19).
«Εἴ τις οὐ φιλεῖ τόν Κύριον, ἥτω ἀνάθεμα, μαράν ἀθά» (Α΄ Κορ. 16,22).
«Ὅσοι τῶ κανόνι τούτω στοιχήσουσιν ειρήνη ἐπ’ αυτούς καί ἔλεος» (Γαλ. 6, 16).
«Εγώ γάρ οἶδα τοῦτο ὅτι εἰσελεύσονται μετά τήν αφιξίν μου λύκοι βαρεῖς εἰς ὑμᾶς μή φειδόμενοι τοῦ ποιμνίου... Καί ἐξ’ ὑμῶν αὐτῶν ἀναστήσονται ανδρες λαλοῦντες διεστραμμένα τοῦ ἀποσπᾶν τούς μαθητάς ὀπίσω αυτῶν»(Πραξξ. 20, 29-30

ΕΚ ΤΗΣ ΠΑΤΕΡΙΚΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ

ΚΑΘΟΛΙΚΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΟΡΘΗ ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ

Ἀπό τόν βίο τοῦ Ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ. Παραθέτουμε στη συνέχεια ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα από μιά ανάκρισή του: «…έρχονται σ’ αυτόν (τον άγιο Μάξιμο) άλλοι…που τους είχε στείλει ο (αιρετικός) πατριάρχης και του λένε: - Εσύ σε ποια εκκλησία ανήκεις; Του Βυζαντίου (=ΚΠόλεως), της Ρώμης, της Αντιόχειας, της Αλεξάνδρειας, των Ιεροσολύμων; Ορίστε, όλες αυτές και μαζί και οι επαρχίες τους ενώθηκαν ( εννοούν ότι ενώθηκαν με «κοινωνία» με την αιρετική τότε ΚΠολη). Αν είσαι, λοιπόν, και εσύ της Καθολικής (= Ορθόδοξης) Εκκλησίας, ενώσου, μήπως ανοίγοντας νέα, διαφορετική οδό στη ζωή, πάθεις εκείνα που δεν περιμένεις. Σ’ αυτούς ο μακάριος επίκαιρα και συνετά αποκρίνεται: - Καθολική Εκκλησία είπε ο Κύριος ότι είναι η ορθή και σωτήρια ομολογία της πίστεως. Γι’ αυτό και μακάρισε τον Πέτρο, που ομολόγησε καλά, πάνω στο οποίο διακήρυξε ο Θεός των όλων ότι θα οικοδομήσει αυτή την Εκκλησία…» Μαξίμου του Ομολογητού, Φιλοκαλία ΕΠΕ τόμ. 15Γ΄ , σ. 315

ΕΙ ΚΑΙ ΠΑΝΥ ΟΛΙΓΟΙ ...ΔΙΑΜΕΙΝΩΣΙΝ ... ΟΥΤΟΙ ΕΙΣΙΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ

Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέει, ότι και τρία μόνο άτομα να κρατήσουν ακέραιη την Ορθή Πίστη, αυτά μόνο θ’ αποτελούν την Εκκλησία του Χριστού (P.G. 55,158 & 160, 203)
Ο άγιος Νικηφόρος ο ομολογητής προσθέτει: «Ει δε και πάνυ ολίγοι εν τη ευσεβεία και Ορθοδοξία διαμείνωσιν, ούτοι εισίν Εκκλησία και το κύρος και η προστασία των εκκλησιαστικών θεσμών εν αυτοίς κείται, καν αυτοίς υπέρ της ευσεβείας κακοπαθήσαι δεήσοι»
Το ίδιο λέει κι’ ο άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης ( P.G. 99, 1049)


ΕΚ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΠΗΔΑΛΟΥ (ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ ΕΙΣ ΤΟΥΣ ΙΕΡΟΥΣ ΚΑΝΟΝΑΣ)

«Ὅτι παρά πάντων πρέπει νά φυλάττωνται οἱ θεῖοι Κανόνες ἀπαρασάλευτοι. Οἱ γάρ μή φυλάττοντες, εἰς φρικτά ἐπιτίμια καθυποβάλλονται».
«Ταῦτα περί Κανόνων διετάχθω ὑμῖν παρ' ἡμῶν, ὧ Ἐπίσκοποι. Ὑμεῖς δέ ἐμμένοντες αὐτοῖς σωθήσεσθε καί εἰρήνην ἔξετε, ἀπειθοῦντες δέ κολοσθήσεσθε καί πόλεμον μετ' ἀλλήλων ἀίδιον ἔξετε,...»,
«...μηδενί ἐξεῖναι τούς προδηλωθέντας παραχαράττειν Κανόνας ἤ ἀθετεῖν».
«Εἰ δέ τις ἀλῶ Κανόνα τινά τῶνεἰρημένων καινοτομῶν ἤ ἀνατρέπειν ἐπιχειρῶν, ὑπεύθυνος ἔσται κατά τόν τοῦτον Κανόνα, ὡς αὐτός διαγορεύει τήν ἐπιτιμίαν δεχόμενος...», «τούς τῶνἑπτά Συνόδων Κανόνες θέλει κρατεῖν καί τά δόγματα αὐτῶν ὡς τάς θείας Γραφάς»,
«Ὡρίσθη παρά τῶν ἁγίων Πατέρων χρῆναι καί μετά θάνατον ἀναθεματί­ζεσθαι, τούς εἵτε εἰς πίστιν, εἵτε εἰς Κανόνας ἀμαρτάνοντας...», «Τοῖς ἐν καταφρο­νήσει τιθεμένους τούς Ἱερούς καί θείους Κανόνας τῶν ἹερῶνΠατέρων ἡμῶν, οἵ καί τήν ἁγίαν ἐκκλησίαν ὑπερείδουσι, καί ὅλην τήν χριστιανικήν πολιτείαν κοσμοῦντες, πρός θείαν ὁδηγοῦσιν εὐλάβειαν, ἀνάθεμα». (Πηδάλιον, «περί τῶνἹερῶνΚαόνων» σελ. ιη-κα΄), καί
«...εἰ μέν γάρ ἐναντίον τοῖς κανόσιν ἐπίσκοπος ἐνέγκη ψῆφον, τιμω­ρηθήσεται, ἤγουν καθαιρεθήσεται... οὐ γάρ συγγνωστέος ἔσεται λέγων μή εἰδέναι τούς Κανόνας, οὕς ἀναγκάζεται διά γλώσσης ἔχειν σχεδόν ἀεί» (Βαλσα­μών...).

ΕΚ ΤΩΝ ΠΡΑΚΤΙΚΩΝ ΤΩΝ ΣΥΝΟΔΩΝ

"ΟΛΟΙΣ ΤΟΙΣ ΑΙΡΕΤΙΚΟΙΣ ΑΝΑΘΕΜΑ" (Ζ΄ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗ ΣΥΝΟΔΟΣ) Καί ἕν σχόλιον ἐπ’ αυτοῦ:  Η Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδος αναφωνεί το «ανάθεμα» για όλους τους αιρετικούς. Λέει: «Όλοις τοις αιρετικοίς , ανάθεμα» (ΣυνοδικόνΚυριακης Ορθοδοξίας[ Mansi 13, 397- 400). Η δε Ε΄ Οικουμενική Σύνοδος αναθεματίζει όσους δεν αναθεματίζουν, αυτούς που αναθεμάτισε η Εκκλησία. Λέει: «Ει τις μη αναθεματίζει... πάντας αιρετικούς, τους κατακριθέντας και αναθεματισθέντας υπό της αγίας Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας... ο τοιούτος ανάθεμα έστω» (Πρακτικά Ε΄ Οικουμ. Συνόδου ΜΑΝSΙ, 9, 384)

ΕΚ ΤΗΣ ΠΑΤΕΡΙΚΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ

ΜΕΓΑΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ:

 «Ανατέτραπται μεν τα της ευσεβείας δόγματα, συγκέχυται δε Εκκλησίας θεσμοί. Φιλαρχίαι δε των μη φοβουμένων τον Κύριον ταις προστασίαις επιπηδώσι (γίνονται δηλαδή Επίσκοποι οι φίλαρχοι) και εκ του προφανούς λοιπόν άθλον δυσσεβείας η προεδρία πρόκειται, ( η Επισκοπή είναι το έπαθλο για τους ασεβείς ), ώστε ο τα χαλεπώτερα βλασφημήσας εις επισκοπήν λαού προτιμότερος (επίσκοπος γίνεται ο πλέον βλάσφημος)......Ημαύρωται κανόνων ακρίβεια, εξουσία του αμαρτάνειν πολλή......»(Μ. Βασιλείου ΕΠΕ, 3,86).

ΑΓΙΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ

"῏Ων τό φρόνημα ἀποστρεφόμεθα τούτοις καί τῆς κοινωνίας προσήκει φεύγειν" (Μ. ᾿Αθανασίου, Πρός Μοναχούς ΒΕΠΕΣ 33, 182)

ΕΚ ΤΟΥ ΚΛΗΜΕΝΤΟΣ ΑΛΚΕΞΑΝΔΡΕΩΣ

«Πάντα δε δοκιμάζετε τό καλόν κατέχετε, τοῖς πνευματικοῖς λέγω τοῖς ἀνακρίνουσιν πάντα κατ’ ἀλήθειαν λεγόμενα (νόει φαινόμενα) πότερον δοκεῖ ἤ οὕτως ἔχετε τῆς ἀληθείας. Πᾳιδεία δέ ἀνεξέλεγκτος πλανᾶται, καί αἰ πληγαί καί οἱ ἔλεγχοι διδόασιν παιδείαν σοφίας, οἱ μετ’ ἀγάπης δηλονότι ἔλεγχοι ... οἱ ζητήσαντες αὐτήν εἰρήνην εὗρον. Οὗτος ἐκκλησιαστικός κανών.  Οὕτω πιστεύομεν. Καί οὔτως ἀποδεχόμεθα τούς Ἁγίους Πατέρας ἡμῶν καί διδασκάλου, καί τά τούτων συγγράμματα» (Κλημ. Ἀλεξ. τόμ. Η  752)  

 «Οὔτε πολιτείας ἀκρίβεια καθ’ ἑαυτήν μή διά τῆς εἰς Θεόν πίστεως πεφωτισμένη, ὠφέλιμος, οὔτε ὀρθή ὁμολογία ἀγαθῶν ἔργων ἄμοιρος οὖσα, παραστῆσαι ἡμᾶς δυνήσεται τῶ Κυρίω, ἀλλά δεῖ ἀμφότερα συνεῖναι ἵνα ἄρτιος ἦ ὁ τοῦ Θεοῦ ἄνθρωπος καί μή κατά τό ἐλλεῖπον χλαίνη ἡμῶν ἡ ζωή. Ἡ πίστις γάρ ἐστίν ἡ σώζουσα ἡμᾶς, ὡς φησίν ὁ Ἀπόστολος, ἡ δι’ ἀγάπης ἐνεργουμένη». (Μέγας Βασίλειος ἐπιστολή 235 επιστολή πρός Μονάζοντας).

«Καί τό δοκοῦν εἶναι ἀρετή, κακία ἐστί, χωρίς εὐσεβείας. Οὐ γάρ συντείνει πρός ἀρετήν, ὅ, τι Θεῶ οὐκ εὐάρεστον» (Ἱερός Ἀμβρόσιος)

  
ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΤΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ

ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΠΑΡΙΟΣ ΠΕΡΙ ΑΛΗΘΟΥΣ ΚΑΙ ΨΕΥΔΟΥΣ ΣΥΝΟΔΟΥ

«’Ορθόδοξος Σύνοδος ἐστί καί ὀνομάζεται, ἡ φυλάττουσα άπαρασαλεύτως τά δόγματα καί τάς παραδόσεις καί τούς Κανόνας τῆς Καθολικῆς ‘Εκκλησίας . Κακόδοξος δέ καί αἱρετική ἐστίν ἐκ τοῦ ἐναντίου, ἡ μή φυλάττουσα αὐτά, ἀλλά τινός ἑνός φρονήματος ἀκολουθοῦσα, ἥτις διά ταῦτα καί ὑπό τῆς ἁγίας οἰκουμενικῆς Συνόδου ἀναθέματι καθυποβάλλεται.
Λοιπόν δέν εἶναι πάντοτε σεπτόν καί τίμιον τό τῆς Συνόδου ὄνομα. ‘Αλλ’ ἐκείνη εἶναι σεπτή καί τιμία καί ἀγία Σύνοδος, ἡ στοιχοῦσα τοῖς τε ἐγγράφοις καί ἀγράφοις παραδεδομένοις, ὑπό τῶν ἁγίων ‘Αποστόλων καί τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας. Καί τῆς τοιαύτης Συνόδου τάς ἀποφάσεις δεχόμεθα καί φυλάττομεν, τῶν δέ ἀλλοτρίωνων τήν φωνήν οὔτε γινώσκομεν, οὔτε πειθόμεθα αὐτῆ. Δυνάμεθα ἐνταῦθα ν’ ἀπαριθμήσωμεν τοιαύτας κακοδόξους συνόδους. ‘Αλλ’ ἵνα μή χρονοτριβῶμεν περιττῶς, ἀς ἴδη ὀ ἀναγνώστης τόν Β΄ Τόμον τῶν Συνοδικῶν καί θέλει εὕρει αὐτάς, ὅπου καί ρητῶς ληστρικαί ἐπιγράφονται.
Καί τό χειρότερον ὅπου ὄχι μόνον τοπικαί καί ὀλιγάριθμοι ἐστάθησαν τοιαῦται, ἀλλά καί οἰκουμενικαί πολυάριθμοι, οἵα ἡ ἐν ‘Εφέσῳ τό δεύτερον, ἡ συμφρονήσασα τῶ μονοφυσίτῃ Εὐτυχεῖ, καί τόν εὐσεβέστατον καί ἁγιώτατον Φλαβιανόν τόν Κων¢λεως ἀποκτείνασα. Μετά ταύτην ἡ ἐπί Κοπρωνύμου πολυαριθμοτάτη, ἡ φρυάξασα κατά τῶν ἀγίων Εἰκόνων ὁμοίως καί ἠ ἐπί Βασιλείου τοῦ Μακεδόνος οἰκουμενική ὀνομασθεῖσα, παρανομωτάτη δέ ἀναφανεῖσα, ὡς καθελοῦσα καί ἀναθεματίσασα τόν ἀγιώτατον Φώτιον. Περιττόν δέ εἶναι ν’ ἀναφέρω τό ἐν Φλωρεντίᾳ οἰκουμενικόν μέν, ληστρικώτατον δέ συνέδριον.
Λοιπόν πάλιν λέγομεν, δέν εἶναι ἀείποτε σεπτόν καί τίμιον τό τῆς συνόδου ὄνομα, καθώς οὐδέ τό τῆς ἐκκλησίας, καθότι ἔστι ‘Εκκλησία ἁγίων καί Ἐκκλησία ὁσίων, ἀλλά ἔστι κατά τόν ψαλμωδόν καί «ἐκκλησία πονηρευομένων».
Αἱ φωναί, λοιπόν, ἤτοι τά ὀνόματα οὕτως ἔχουσιν, ἤτοι καί ἐπι καλοῦ καί ἐπί κακοῦ. Καί ἐπί κακοῦ μέν λαμβάνονται καθώς διά παραδειγμάτων ἐδείξαμεν. ‘Αλλ’ οἱ ἁπλοῖ ἄνθρωποι, ἤτοι οἱ ἀπαίδευτοι, οὐ δύνανται ποιῆσαι τήν διάκρισιν ταύτην ἐκ τῆς ἀμαθείας αὐτῶν. ‘Αλλά σύνοδον ἤκουσαν, τόσον φθάνει, εὐθύς προσκυνοῦσι καί πείθονται καί μέ ζῆλον ἄκρατον τά πάντα θορυβοῦσι καί ταράττουσι. Περί τῶν τοιούτων ὁ θεῖος ‘Απόστολος ὁμολογεῖ πώς «ἔχουσι ζῆλον Θεοῦ, ἀλλ’ οὐ κατ’ ἐπίγνωσιν».

Ο ΑΓΙΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΣ Ο ΣΤΟΥΔΙΤΗΣ ΠΕΡΙ ΑΝΤΙΚΑΝΟΝΙΚΩΝ ΣΥΝΟΔΩΝ

«... Συνόδους συνεκρότησαν μεγάλας καί παμπληθεῖς καί Ἐκκλησίαν Θεοῦ ἑαυτούς ὠνομάκασι, καί ὑπέρ Κανόνων ἐφρόντισαν τῶ δοκεῖν (φρόντισαν νά φαίνωνται πώς ἐργάζονται ὑπέρ τῶν Κανόνων), κατά Κανόνων τό ἀληθές κινούμενοι (ἐνῶ στήν πραγματικότητα ἐστρέφοντο κατά τῶν Κανόνων). Τί δή θαυμαστόν, εἰ καί πέντε καί δέκα ἐπίσκοποι, συναχθέντες τόν ὑπό τῶν Κανόνων καθηρημένον κατά τάς δύο αἰτίας ἠθώωσαν, λύσαντες τοῦ ἱερουργεῖν; Συνόδους τοίνυν, δέσποτε, οὐ τό ἀπλῶς συνάγεσθαι Ἱεράρχας τε καί Ἱερεῖς, κἄν πολλοί ὦσιν (κρείσσων γάρ εἶς ποιῶν τό θέλημα τοῦ Κυρίου, ἤ μύριοι παραβαίνοντες), ἀλλά τό ἐν ὀνόματι Κυρίου, ἐν τῆ εἰρήνη καί φυλακῆ τῶν Κανόνων. Καί τό δεσμεῖν καί λύειν οὐχ ὡς ἔτυχεν, ἀλλ’ ὡς δοκεῖ τῆ ἀληθείᾳ, καί τῶ κανόνι, καί τῶ γνώμονι τῆς ἀκριβείας. Εἰ δείξωσιν οἱ συνελθόντες τοῦτο πεποιηκότες καί ἡμεῖς σύν αὐτοῖς. Εἰ οὐ δεικνύουσι, ἐκβαλέτωσαν τόν ἀνάξιον, ἵνα μή τις εἰς κατηγόρημα αὐτοῖς καί τοῖς μετέπειτα γενεαῖς παραδοθήσεται ... καί ἐξουσίᾳ τοῖς ἱεράρχαις ἐν οὐδενί δέδοται ἐπί πάση παραβάσει κανόνος, ἤ μόνον στοιχεῖν τά δεδογμένα καί ἔπεσθαι τοῖς προλαβοῦσιν».

ΕΚ ΤΩΝ ΚΑΝΟΝΙΚΩΝ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ

ΤΟ ΠΡΩΤΙΣΤΟΝ ΜΕΛΗΜΑ ΤΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΕΞΕΤΑΖΗ ΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ

 «Δεύτερον του έτους Σύνοδος γινέσθω των Επισκόπων, και ανακρινέτωσαν αλλήλως τα δόγματα της ευσεβείας…» (ΛΖ΄ Αποστολικός Κανών).

Η ΚΑΝΟΝΙΚΗ ΤΑΞΙΣ ΚΑΙ Η ΕΥΤΑΞΙΑ ΦΕΡΕΙ ΤΗΝ ΕΙΡΗΝΗΝ
Α΄ ΚΑΝΩΝ ΑΓΙΟΥ ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ

"Ἕκαστα τῶν καθ' ἡμᾶς πραγμάτων, ὅταν εὐθὺ φέρηται κανονικῆς ευταξίας, οὐδένα μὲν ἡμῖν ἐντίκτει θόρυβον, ἀπαλλάττει δὲ καὶ τῆς παρά τινων δυσφημίας, μᾶλλον δὲ καὶ τὰς παρὰ τῶν εὖ φρονούντων εὐφημίας ἡμῖν προξενεῖ. Τίς γὰρ οὐκ ἂν ἀποδέξαιτο ψῆφον ἀπροσκλινῆ, ἥπερ ἂν γένοιτο παρά τινων; ἢ πῶς τὸ κρίνειν ὀρθῶς καὶ ἐννόμως οὐκ ἀνεπίπληκτον ἔσται, μᾶλλον δὲ παντὸς ἐπαίνου μεστόν; Καὶ ταῦτα γράφω νυνί, τῆς σῆς θεοσεβείας ἐν τοῖς ἑαυτῆς γράμμασι τοῖς σταλεῖσι πρὸς ἐμέ τε καὶ τὸν ὁσιώτατον καὶ θεοφιλέστατον ἀδελφὸν ἡμῶν καὶ συνεπίσκοπον Πρόκλον, ἐπίσκοπον μεν ὀνομαζούσης τὸν εὐλαβέστατον καὶ θεοσεβέστατον Πέτρον, αὐτοῦ κλαίοντος, καὶ τῆς ἐκνεμηθείσης αὐτῷ ἐκκλησίας παραλόγως κεκινῆσθαι λέγοντος. Ἦν δ' ἀκόλουθον, ἢ τὸ τῆς ἱερωσύνης ὄνομα μετὰ τοῦ πράγματος ἔχειν αὐτόν, ἤγουν, εἴπερ μὴ ἦν ἄξιος τοῦ προεστᾶναι θείου θυσιαστηρίου, μηδ' αὐτῇ τιμᾶσθαι τῇ κλήσει τῆς ἐπισκοπῆς. Ἀλλ' ἴσως δόξειεν ἄν τῇ σῇ θεοσεβείᾳ σκληρὸς εἶναί τις καὶ ἀφιλάλληλος ὁ παρ' ἐμοῦ λόγος· ἔχει δὲ οὐχ οὕτω κατὰ τὸ ἀληθές. Ἐλεῆσαι γὰρ τάχα που νομίζομεν τὸν πρεσβύτην, μόνην αὐτῷ τὴν κλῆσιν ἀφέντες. Μακρῷ δὲ ἦν ἄμεινον ἐννοῆσαι καὶ τὸ ἕτερον· φάσκει γὰρ δύνασθαι μὲν συστῆναι τῇ οἰκείᾳ ὑπολήψει, οὐ λαβεῖν δὲ καιρὸν ἀπολογίας, οὔτε μὴν ἀκρόασιν αὐτῷ προτεθῆναι κανονικήν. Εἰ δ' ἐγεγόνει τι τοιοῦτον, αὐτὴ τῶν ὑπομνημάτων ἡ σύστασις διήλεγξεν ἂν αὐτόν, ἢ ἁλόντα τοῖς αἰτιάμασιν ἔνοχον ἀποπεφασμένον καὶ οὐδὲν ἔχοντα λοιπὸν εἰπεῖν ὡς ἠδικημένον, ἢ γοῦν ἐλεύθερον ἀποφήνασα πάλιν ἐδίδου τὸ προεστᾶναι τῆς ἐκκλησίας, ἣ καὶ ὑπὸ χεῖρα γέγονε τὴν ἑαυτοῦ. Οὐδενὸς δὲ πεπραγμένου τοιούτου, καταβοᾷ τοῦ πράγματος καὶ ἀδικίαν ἀφόρητον ὑποστῆναί φησι καὶ ἀθέσμως ἐκβεβλῆσθαι προσεπάγων, ὅτι καὶ ἡρπάγη πάντα τὰ προσόντα αὐτῷ χρήματα. Ἡ σὴ τοιγαροῦν ὁσιότης, ἐννοοῦσα καὶ τὸ τοῖς θείοις κανόσι δοκοῦν καὶ τὸ πρέπον τῇ Ἐκκλησίᾳ καὶ τοῖς τεταγμένοις εἰς ἱερὰν λειτουργίαν, ἔτι τε πρὸς τούτοις καὶ τὰ παρ᾽ ἡμῶν δυσωπηθεῖσα γράμματα, στησάτω τοῦ πρεσβύτου τὸ δάκρυον. Καὶ εἰ μὲν ἕλοιτο δικάσασθαι πρὸς τοὺς ἐπάγοντας αὐτῷ τὰς αἰτίας, δικαζέσθω κατὰ τὸ εἰωθὸς ἐπὶ τῆς σῆς θεοσεβείας, συμπαρόντων δηλονότι τῶν ὑπὸ τὴν αὐτῆς χεῖρα θεοσεβεστάτων ἐπισκόπων, ἐκτὸς εἰ μὴ παραιτοῖτό τινας ὡς ὑπόπτους. Οὐδένα μὲν γὰρ τῶν θεοσεβεστάτων ἐπισκόπων ἐχθρὰ φρονεῖν ἀδελφῷ πιστεύομεν. Ἵνα δὲ μὴ πρόφασις αὕτη γένηται, τὴν ἐσομένην ἐπ' αὐτῷ κρίσιν παραλύουσα, πρὸς τὸ μὴ ἐν δίκῃ πεποιῆσθαι δοκεῖν, οὐδέν ἐστι τὸ λυποῦν ἀπεῖναι τοῦ συνεδρίου τῶν ἐν ὑποψίᾳ τινάς".

ΕΚ ΤΩΝ ΙΕΡΩΝ ΚΑΝΟΝΩΝ

ΠΕΡΙ ΦΑΤΡΙΑΣ ΚΑΙ ΤΥΡΕΙΑΣ Η ΣΧΙΣΜΑΤΟΣ

Κανὼν ΙΗ' της Δ΄ Οικουμενικῆς Συνόδου:"Τὸ τῆς συνωμοσίας, ἢ φατρίας, ἔγκλημα καὶ παρὰ τῶν ἔξω νόμων πάντῃ κεκώλυται, πολλῷ δὴ μᾶλλον ἐν τῇ τοῦ Θεοῦ ἐκκλησίᾳ τοῦτο γίνεσθαι ἀπαγορεύειν προσήκει. Εἴ τινες τοίνυν κληρικοί, ἢ μονάζοντες, εὑρεθεῖεν συνομνύμενοι, ἢ φατριάζοντες, ἢ κατασκευὰς τυρεύοντες ἐπισκόποις, ἢ συγκληρικοῖς, ἐκπιπτέτωσαν πάντῃ τοῦ οἰκείου βαθμοῦ". (Πηδάλιον τῆς Νοητῆς Σιών, σελ. 200)

Ο ΙΕ ΚΑΝΩΝ ΤΗΣ ΠΡΩΤΟΔΕΥΤΕΡΑΣ

«Οι γαρ δι' αιρεσίν τινα, παρά των αγίων Συνόδων η Πατέρων κατεγνωσμένην, της προς τον πρόεδρον κοινωνίας εαυτούς διαστέλλοντες, εκείνου την αίρεσιν δηλονότι δημοσία κηρύττοντος και γυμνή τη κεφαλή επ' εκκλησίας διδάσκοντος, οι τοιούτοι ου μόνον τη κανονική επιτιμήσει ουχ υποκείσονται, προ συνοδικής διαγνώσεως εαυτούς της προς τον καλούμενον επίσκοπον κοινωνίας αποτειχίζοντες, αλλά και της πρεπούσης τιμής τοις ορθοδόξοις αξιωθήσονται. Ου γαρ επισκόπων, αλλά ψευδεπισκόπων και ψευδοδιδασκάλων κατέγνωσαν, και ου σχίσματι την ένωσιν της εκκλησίας κατέτεμον, αλλά σχισμάτων και μερισμών την εκκλησίαν εσπούδασαν ρύσασθαι» (ΙΕ΄ Κανών Πρωτοδευτέρας Συνόδου).

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΙΕ ΚΑΝΟΝΟΣ ΤΗΣ ΑΒ  ΣΥΝΟΔΟΥ

Εκείνα όπου οι ανωτέρω Κανόνες εδιώρισαν περί Επισκόπων και Μητροπολιτών, τα αυτά διορίζει, και πολλώ μάλλον, ο παρών Κανών, περί Πατριαρχών, λέγων ότι, όστις Πρεσβύτερος, ή Επίσκοπος, ή Μητροπολίτης ήθελε χωρισθή από την συγκοινωνίαν του Πατριάρχου Αυτού, και δεν μνημονεύη το όνομα αυτού κατά το σύνηθες ( ο Μητροπολίτης δηλ. μόνος ο γαρ Πρεσβύτερος του Επισκόπου του το όνομα μνημονεύει, ο δε Επίσκοπος του Μητροπολίτου του) προτού να φανερώσουν τα κατά του Πατριάρχου αυτών εις την Σύνοδον, και παρά της Συνόδου αυτός να κατακριθή ούτοι, λέγω, πάντες να καθαίρωνται παντελώς, οι μεν Επίσκοποι και Μητροπολίται, πάσης Αρχιερατικής ενεργείας, οι δε Πρεσβύτεροι, πάσης Ιερατικής. Πλήν ταύτα μεν να γίνωνται, εάν δια εγκλήματα τινα, πορνείαν θετέον, ιεροσυλίαν και άλλα,χωρίζωνται οι Πρεσβύτεροι από τους Επισκόπους των, οι Επίσκοποι από τους Μητροπολίτας των, και οι Μητροπολίται από τους Πατριάρχας των(1), εάν δε οι ρηθέντες πρόεδροι ηναι αιρετικοί, και την αίρεσιν αυτών κηρύττουσι παρρησία(2), και δια τούτου χωρίζονται οι εις αυτούς υποκείμενοι, και προ του να γένη ακόμη συνοδική κρίσις περί της αιρέσεως ταύτης, οι χωριζόμενοι αυτοί, όχι μόνον δια τον χωρισμόν δεν καταδικάζονται, άλλα και της τιμής της πρεπούσης, ως ορθόδοξοι, είναι άξιοι, επειδή, όχι σχίσμα επροξένησαν εις την Εκκλησίαν με τον χωρισμόν αυτόν, άλλα μάλλον ηλευθέρωσαν την Εκκλησίαν από το σχίσμα και την αίρεσιν των ψευδεπισκόπων αυτών. Όρα και τον λά. Αποστολικόν.

(1)Αγκαλά και ο λα'. Αποστολικ. Ανεύθυνον κρίνη και τον χωριζόμενονεάν γνωρίζη αυτόν και άδικον. (2)Από τον λόγον τούτον του κανόνος φαίνεται ότι δεν πρέπει τινάς να χωρίζηται, κατά τον Βαλσαμωνά, από τον Επίσκοπον του, εάν αυτός έχη μεν καμμίαν αίρεσιν, την φυλάττει όμως εις το κρυπτόν και δεν την κηρύττει τυχόν γαρ αυτός πάλιν αφ' εαυτού μετά να διορθωθή.


Ο ΠΕΡΙ ΤΑΥΤΟΠΑΘΕΙΑΣ ΣΤ ΚΑΝΩΝ ΤΗΣ Β΄ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ

Ἐπειδὴ πολλοὶ τὴν ἐκκλησιαστικὴν εὐταξίαν συγχεῖν καὶ ἀνατρέπειν βουλόμενοι, φιλέχθρως καὶ συκοφαντικὼς αἰτίας τινὰς κατὰ τῶν οἰκονομούντων τάς ἐκκλησίας ὀρθοδόξων ἐπισκόπων συμπλάσσουσιν, οὐδὲν ἕτερον, ἢ χραίνειν τὰς τῶν ἱερέων ὑπολήψεις, καὶ ταραχὰς τῶν εἰρηνευόντων λαῶν κατασκευάζειν ἐπιχειροῦντες· τούτου ἕνεκεν ἤρεσε τῇ ἁγίᾳ συνόδῳ τῶν ἐν Κωνσταντινουπόλει συνδραμόντων ἐπισκόπων, μὴ ἀνεξετάστως προσίεσθαι τοὺς κατηγόρους, μηδὲ πᾶσιν ἐπιτρέπειν τάς κατηγορίας ποιεῖσθαι κατὰ τῶν οἰκονομούντων τὰς ἐκκλησίας, μηδὲ μὴν πάντας ἀποκλείειν. Ἀλλ' εἰ μέν τις οἰκείαν τινὰ μέμψιν, τουτέστιν ἰδιωτικήν, ἐπαγάγοι τῷ ἐπισκόπῳ ὡς πλεονεκτηθείς, ἢ ἄλλο τι παρὰ τὸ δίκαιον παρ' αὐτοῦ πεπονθώς, ἐπὶ τῶν τοιούτων κατηγοριῶν μὴ ἐξετάζεσθαι, μήτε πρόσωπον τοῦ κατηγόρου, μήτε τὴν θρησκείαν. Χρὴ γὰρ παντὶ τρόπῳ, τό τε συνειδὸς τοῦ ἐπισκόπου ἐλεύθερον εἶναι, καὶ τὸν ἀδικεῖσθαι λέγοντα, οἵας ἂν ᾖ θρησκείας, τῶν δικαίων τυγχάνειν. Εἰ δὲ ἐκκλησιαστικὸν εἴη τὸ ἐπιφερόμενον ἔγκλημα τῷ ἐπισκόπῳ, τότε δοκιμάζεσθαι χρὴ τῶν κατηγορούντων τὰ πρόσωπα· ἵνα, πρῶτον μὲν αἱρετικοῖς μὴ ἐξῇ κατηγορίας κατὰ τῶν ὀρθοδόξων ἐπισκόπων ὑπὲρ ἐκκλησιαστικῶν πραγμάτων ποιεῖσθαι. Αἱρετικοὺς δὲ λέγομεν, τούς τε πάλαι τῆς ἐκκλησίας ἀποκηρυχθέντας, καὶ τοὺς μετὰ ταῦτα ὑφ' ἡμῶν ἀναθεματισθέντας· πρὸς δὲ τούτοις, καὶ τοὺς τὴν πίστιν μὲν τὴν ὑγιῆ προσποιουμένους ὁμολογεῖν, ἀποσχίσαντας δέ, καὶ ἀντισυνάγοντας τοῖς κανονικοῖς ἡμῶν ἐπισκόποις. Ἔπειτα δέ, καὶ εἴ τινες τῶν ἀπὸ τῆς ἐκκλησίας ἐπὶ αἰτίαις τισὶ προκατεγνωσμένοι εἶεν καὶ ἀποβεβλημένοι, ἢ ἀκοινώνητοι, εἴτε ἀπὸ κλήρου, εἴτε ἀπὸ λαϊκοῦ τάγματος, μηδὲ τούτοις ἐξεῖναι κατηγορεῖν ἐπισκόπου, πρὶν ἂν τὸ οἰκεῖον ἔγκλημα πρότερον ἀποδύσωνται. Ὁμοίως δὲ καὶ τοὺς ὑπὸ κατηγορίαν προλαβοῦσαν ὄντας, μὴ πρότερον εἶναι δεκτοὺς εἰς ἐπισκόπου κατηγορίαν, ἢ ἑτέρων κληρικῶν, πρὶν ἂν ἀθώους ἑαυτοὺς τῶν ἐπαχθέντων αὐτοῖς ἀποδείξωσιν ἐγκλημάτων. Εἰ μέντοι τινὲς μήτε αἱρετικοί, μήτε ἀκοινώνητοι εἶεν, μήτε κατεγνωσμένοι, ἢ προκατηγορημένοι ἐπί τισι πλημμελήμασι, λέγοιεν δὲ ἔχειν τινὰ ἐκκλησιαστικὴν κατὰ τοῦ ἐπισκόπου κατηγορίαν, τούτους κελεύει ἡ ἁγία σύνοδος, πρῶτον μὲν ἐπὶ τῶν τῆς ἐπαρχίας πάντων ἐπισκόπων ἐνίστασθαι τάς κατηγορίας, καὶ ἐπ' αὐτῶν ἐλέγχειν τὰ ἐγκλήματα τοῦ ἐν αἰτίαις τισὶν ἐπισκόπου· εἰ δὲ συμβαίη ἀδυνατῆσαι τοὺς ἐπαρχιώτας πρὸς διόρθωσιν τῶν ἐπιφερομένων ἐγκλημάτων τῷ ἐπισκόπῳ, τότε αὐτοὺς προσιέναι μείζονι συνόδῳ, τῶν τῆς διοικήσεως ἐκείνης ἐπισκόπων ὑπὲρ τῆς αἰτίας ταύτης συγκαλουμένων· καὶ μὴ πρότερον ἐνίστασθαι τὴν κατηγορίαν, πρὶν ἢ ἐγγράφως αὐτοὺς τὸν ἴσον αὐτοῖς ἐπιτιμήσασθαι κίνδυνον, εἴπερ ἐν τῇ τῶν πραγμάτων ἐξετάσει συκοφαντοῦντες τὸν κατηγορούμενον ἐπίσκοπον ἐλεγχθεῖεν. Εἰ δέ τις καταφρονήσας τῶν κατὰ τὰ προδηλωθέντα δεδογμένων, τολμήσειεν ἢ βασιλικὰς ἐνοχλεῖν ἀκοάς, ἢ κοσμικῶν ἀρχόντων δικαστήρια, ἢ οἰκουμενικὴν σύνοδον ταράσσειν, πάντας ἀτιμάσας τοὺς τῆς διοικήσεως ἐπισκόπους, τὸν τοιοῦτον τὸ παράπαν εἰς κατηγορίαν μὴ εἶναι δεκτόν, ὡς καθυβρίσαντα τοὺς κανόνας, καὶ τὴν ἐκκλησιαστικὴν λυμηνάμενον εὐταξίαν.

ΕΚ ΤΗΣ ΠΑΤΕΡΙΚΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ

ΩΣΠΕΡ ΤΟΥΤΩΝ (ΤΩΝ ΑΙΡΕΤΙΚΩΝ) ΧΩΡΙΖΟΜΑΙ ΟΥΤΩ ΕΝΟΥΜΑΙ ΤΗ ΑΛΗΘΕΙΑ ΚΑΙ ΤΟΙΣ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΡΑΣΙ.

Ο Αγιος Μάρκος Ευγενικός αρνήθηκε κάθε εκκλησιαστική «κοινωνία», όχι μόνο με όσους δέχτηκαν την «ψευδένωση», αλλά και με όσους «κοινωνούσαν» με αυτούς που δέχτηκαν την «ψευδένωση»!
Συγκεκριμένα ο άγιος Μάρκος Ευγενικός αρνήθηκε να έλθη σε οποιαδήποτε επαφή με το νέο Πατριάρχη, τον Λατινόφρονα Μητροφάνη, και τους ομόφρονές του επισκόπους. Δικαιολογών την στάση του γράφει: «Ούτε βούλομαι, ούτε δέχομαι την αυτού, η την μετ’ αυτού κοινωνίαν, το παράπαν, ουδαμώς… ώσπερ ούτε γεγονυίαν ένωσιν και τα δόγματα λατινικά, άπερ εδέξατο αυτός και οι μετ’ αυτού…. Πέπεισμαι γαρ ακριβώς, ότι όσον αποδιίσταμαι τούτου και των τοιoύτων, εγγίζω τω Θεώ και πάσι τοις πιστοίς και αγίοις Πατράσι. Και ώσπερ τούτων χωρίζομαι, ούτως ενούμαι τη αληθεία και τοις αγίοις πατράσι τοις θεολόγοις της Εκκλησίας» P.G. 160, 536CD


ΠΕΡΙ ΑΛΗΘΟΥΣ ΚΑΙ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΣΥΝΟΔΟΥ
(ΕΞ ΕΠΙΣΗΜΟΥ ΑΡΧΙΕΡΑΤΙΚΟΥ ΕΓΓΡΑΦΟΥ)

Α.Π. 209                              Εν τῶ Ἐπισκοπείῳ Ἀγ. Αἰκατερίνης τῆ 19-6-2001


Μακαριώτατε, Σεβασμιώτατοι ᾿Αρχιερεῖς. Πρόσχωμεν, ἵνα ὁ Χριστός εἴη ἐν τῷ μέσω ἡμῶν πάντοτε.
Διά τήν ᾿Ορθόδοξον ᾿Εκκλησίαν τό Συνοδικόν σύστημα διοικήσεως πηγάζει, προδιαγράφεται, στηρίζεται καί ἐμπνέεται ἀπό τήν πρώτην ᾿Αποστολικήν Σύνοδον. Αὐτή εἶναι τό αἰώνιον πρότυπον, εἰς τό ὁποῖον ἐστηρίχθησαν καί αἱ ἀπ᾿ ἀρχῆς ῞Αγιαι Οἰκουμενικαί καί λοιπαί ᾿Ορθόδοξοι Σύνοδοι. ᾿Από αὐτό τό πρότυπον πρέπει νά ἐμπνέεται κάθε Σύνοδος μας, διά νά εἶναι ἀληθής Σύνοδος τῆς ᾿Ορθοδόξου ᾿Εκκλησίας καί νά ἐκπροσωπῇ γνησίως Αὐτήν (τήν ᾿Εκκλησίαν). Παρακαλῶ νά διερωτηθῶμεν ἐάν ἡμεῖς, ὡς ᾿Αρχιερεῖς, καί, ὡς Σύνοδος, ἐμπνεώμεθα ἀπό αὐτά τά πρότυπα. Οἱ ὅροι οἱ ὁποῖοι, ἀπό ὅσα γνωρίζομεν, προϋποτίθενται διά μίαν Σύνοδον, διά νά εἶναι ὡς αἱ ῞Αγιαι Σύνοδοι τῆς ᾿Ορθοδοξίας, καί νά ἐκπροσωπῇ καί νά ἐκφράζῃ τήν ᾿Ορθόδοξον ᾿Εκκλησίαν, συνοψίζονται ὡς κάτωθι.
α) Πρέπει ὅλοι οἱ συμμετέχοντες εἰς τήν Σύνοδον ᾿Επίσκοποι νά ὑγιαίνουν ἐν τῇ Πίστει: "Οὐ γάρ οἷόν τε συνόδῳ συναριθμηθῆναι τούς περί τήν πίστιν ἀσεβοῦντας" (Μ. Αθανασίου, ΒΕΠΕΣ, 31, 260). Δέν δύνανται ἑπομένως εἰς μίαν Σύνοδον νά εἶναι συμπάρεδροι οἱ "παρά ἀξιοπίστων ἀνθρώπων" κατηγορηθέντες "ἐπί κακοδοξία" καί μάλιστα καταφανῇ.
β) Εἰς μίαν ᾿Ορθόδοξον Σύνοδον ὁποιαδήποτε ἄποψις, διαφωνία ἐπί Κανονικοῦ ἤ Δογματικοῦ θέματος, ἔνστασις κλπ, δέν νοεῖται νά περιφρονῆται καί νά παραγκωνίζεται καί οὕτω νά ἀποσιωπᾶται τό θέμα, ἤ καί διάφορος γνώμη - πρότασις ᾿Επισκόπου, νά φιμώνεται τό Συνοδικόν μέλος μέ συμπεριφοράν ἐξουσιαστικήν καί ἀλαζονικήν, κλπ.. Δηλαδή εἰς μίαν ᾿Ορθόδοξον Σύνοδον πρῶτον ἱεραρχοῦνται τά θέματα καί κατόπιν ἀντιμετωπίζονται καί τακτοποιοῦνται ταῦτα ἐλεύθερα καί πέραν σκοπιμοτήτων ἤ παρεμβολῶν τρίτων. Οἱ μετέχοντες δέον νά ἔχουν εἰλικρινῆ διάθεσιν νά συζητήσουν καί νά ἀποφασίσουν ὄχι κατά τό ἴδιον θέλημα, ἤ καί ἀλλοτρίων, ἀλλά κατά τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Τό φαινόμενον τῆς καταλύσεως τοῦ ὅρου αὐτοῦ συναντῶμεν πληθωρικῶς εἰς τάς ἡμέρας μας, καί αὐτό εἶναι πού ἀλλοτριώνει ᾿Επισκόπους, ἀλλά καί ὁλοκλήρους Συνόδους ἀπό τό ᾿Ορθόδοξον Συνοδικόν σύστημα.
γ) ᾿Εν Συνόδῳ εἶναι ἐλεύθερος ὁ ὀρθόδοξος λόγος εἰς ὅλα τά μέλη, δέν περιφρονεῖται κανείς, οὔτε μέ τήν πρόφασιν ἐλλείψεως χρόνου ἤ δι᾿ ἄλλον τινά λόγον, ἀλλά συζητῶνται καί ἐξετάζονται ἐλεύθερα τά θέματα καί ἀναζητεῖται τό δίκαιον, τό ἀληθές καί "πολλῆς συζητήσεως γενομένης", καταλήγει ἡ Σύνοδος εἰς τό "ἔδοξε τῷ ἁγίῳ Πνεύματι καί ἡμῖν" (Πράξ. ΙΕ, 7 καί 28). Λειτουργεῖ ἠ ῾Ιερά Σύνοδος μας κατ᾿ αὐτά τά πρότυπα, ἤ ἠλλοιώθη εἰς τάς ἡμέρας μας ἡ λειτουργία τοῦ Συνοδικοῦ θεσμοῦ καί ὡς ἐκ τούτου προκύπτει ἔντονος ἡ κρίσις Συνοδικότητος;
δ) ᾿Επιβάλλεται αἱ ἀποφάσεις νά μή εἶναι προαποφασισμέναι, διότι τό προαποφασίζειν ἐξωσυνοδικῶς καί δή παρά ἐξωσυνοδικῶν, καί ἐν τισιν καί ἐξωεκκλησιαστικῶν προσώπων, ἀποτελεῖ οὐσιαστικήν κατάλυσιν τῆς Συνόδου καί ἀναιδῆ ἐμπαιγμόν τοῦ Συνοδικοῦ θεσμοῦ τῆς ᾿Ορθοδοξίας, βλάπτει τό ἔργον τῆς ᾿Εκκλησίας καί ἐν τέλει ἀποτελεῖ τήν ἐσχάτην βλασφημίαν κατά τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος.
ε) Αἱ Συνοδικαί ἀποφάσεις καί σήμερον δέον νά διέπωνται, καί νά ἕπωνται καί νά συμφωνοῦν πρός τάς ἀποφάσεις καί τά θέσμια ὅλων τῶν ῾Αγίων Οἱκουμενικῶν καί λοιπῶν ᾿Ορθοδόξων Συνόδων, διά τῶν ὁποίων ἐνήργησεν ἡ μία Χάρις τοῦ ἑνός ῾Αγίου Πνεύματος. Μόνον οὕτω διαφυλάσσεται ἡ ᾿Αποστολικότης καί ἡ Πατερικότης, ἡμεῖς δέ παραμένομεν ᾿Ορθόδοξοι καί γνήσιοι Αὐτῆς ᾿Επίσκοποι. Οὕτω μόνον μποροῦμε νά λέμε μετά τῶν Πατέρων τῆς Δ' Οἱκουμενικῆς Συνόδου: "Αὕτη ἡ πίστις τῶν Πατέρων, αὕτη ἡ Πίστις τῶν ᾿Αποστόλων, πάντες οὕτω πιστεύομεν. Οἱ ᾿Ορθόδοξοι οὕτω πιστεύουσιν"
στ) Διά νά κριθῇ τελικά μία Σύνοδος, ὡς ὄντως ᾿Ορθόδοξος, εἶναι ἀναγκαῖον αἱ ἀποφάσεις της νά γίνουν ἀποδεκταί καί ὑπό τῆς καθ᾿ ὅλου ᾿Εκκλησίας. Δηλαδή ὑπό πάντων τῶν ᾿Ορθοδόξων ῾Ιεραρχῶν, τῶν λοιπῶν Κληρικῶν, τῶν Μοναχῶν καί τῶν λαϊκῶν. ῾Ο ἅγιος Μάξιμος ὁ ῾Ομολογητής λέγει: "Τάς γενομένας Συνόδους ἡ εὐσεβής πίστις κυροῖ καί πάλιν, ἡ τῶν δογμάτων ὀρθότης κρίνει τάς Συνόδους".(Πηδάλιο, σελ. 118).
Μακαριώτατε, Σεβασμιώτατοι ᾿Αρχιερεῖς. Κατά τά τρία τελευταῖα ἔτη σᾶς ἀπέστειλα ἑκατοντάδες ἔγγραφα μέ τά ὁποῖα ἔχω διαχωρίσει τάς εὐθύνας μου ἐπί συγκεκριμένων παραβιάσεων τῆς Κανονικῆς Τάξεως. Μέσα ἀπό τά ἔγγραφα αὐτά ἔχω διατυπώσει πληθωρικῶς τάς ἀπόψεις μου διά τήν Κανονικήν, δικαίαν καί ᾿Ορθόδοξον ἀντιμετώπισιν τῶν μεγάλων καί σοβαρῶν ὑπαρκτῶν ἐκκλησιαστικῶν προβλημάτων Πίστεως, ῾Ομολογίας, ᾿Αποστολικῆς Διαδοχῆς, Θεολογικοῦ Διαλόγου, Διοικητικά, κλπ. Τά ἔγγραφα ταῦτα μέχρι σήμερα δέν ἐλήφθησαν καθόλου ὑπ᾿ ὄψιν, τά δέ ὑπάρχοντα καί καταγγελθέντα θέματα, μέ ἰδιαίτερον πεῖσμα δέν ἱεραρχοῦνται καί δέν ἀντιμετωπίζονται.
Καί τοῦτο, ὅταν τά ἴδια θέματα ἀπειλοῦν νά μᾶς καταπνίξουν. Τουναντίον, παρατηρεῖται, ὅτι συνεχῶς, μέσα ἀπό τά ἴδια ἔγγραφα, χαλκεύονται ψευδεῖς κατηγορίαι καί συκοφαντίαι, αἱ ὁποῖαι χρησιμοποιοῦνται ὡς μέσα καί τεχνητοί λόγοι διώξεως ἡμῶν, ὡς καί ἄλλων πού δέν ἀνέχονται αὐτάς τάς παρανομίας. Τό ἀποτέλεσμα εἶναι ὅτι διασαλεύεται ἡ Κανονική τάξις καί χειμάζεται πράγματι τό Σῶμα τῆς ᾿Εκκλησίας.
Τά κείμενά μας αὐτά, μέσα ἀπό τά ὁποῖα πιστεύομεν, ὅτι διεξάγεται ἕνας τίμιος ἐκκλησιαστικός ἀγών ὑπέρ τῆς ᾿Ορθοδόξου ῾Ομολογίας, ὑπέρ τῆς διαφυλάξεως ἀνοθεύτου τῆς ᾿Αποστολικῆς Διαδοχῆς, καί διά τήν περιφρούρησιν τῆς Κανονικῆς Τάξεως, δημοσίως πλέον, πλήν μέ δεινάς περιστροφάς καί ἀοριστολογίας, χαρακτηρίζονται ὡς ἀσεβῆ, τά γραφόμενά μας ὡς διαστροφικά τῆς ἀληθείας, ἡ ἐλαχιστότης μας δέ συκοφαντούμεθα καί "ἐπί ἐσχάτη προδοσίᾳ" !. Διότι τί ἄλλο σημαίνει, ὅτι τό δημοσιογραφικό ὄργανο τῆς ᾿Ιερᾶς Συνόδου γράφει, ἐξ ὀνόματος δῆθεν τῆς Συνόδου, ὅτι "ἐξυπηρετῶμεν ἰδιοτελεῖς στόχους καί σκοτεινά σχέδια κατά τῆς χειμαζομένης ᾿Εκκλησίας τοῦ Χριστοῦ". Αὐτό ἀκριβῶς εἶναι κακοήθης φαντασία ὄχι μιᾶς ἀρρωστημένης ψυχολογικά ὑποστάσεως, ἀλλά συνειδητῶν σκευωρῶν, οἱ ὁποῖοι ἀνήγαγον τήν μέθοδον ταύτην εἰς κύριον ἔργον των.
᾿Αλλά καί ἡ ῾Ημερησία Διάταξις τῆς ῾Ιεραρχίας, ὅπως διατυπώνεται εἰς τό Α.Π. 3153/19-6-2001 ἔγγραφον, τό ὁποῖον ὑπογράφει ὁ παρανόμως ὁρισθείς ᾿Αρχιγραμματεύς (π. Δημήτριος Τσαρκατζόγλου) δέν περιέλαβεν τά προηγούμενα πραγματικά Δογματικά καί Κανονικά θέματα, οἷα τῶν πέντε, τοῦ Θεολογικοῦ Διαλόγου, τοῦ ΙΦΣΚΑΕ, τῶν κειμένων τοῦ π. ᾿Αμφιλοχίου καί τά συναφῆ, ὅπως καί τά τοιαῦτα τοῦ κ. ᾿Ελευθ. Γκουτζίδη, ἀλλά περιέλαβεν νέα θέματα ἐκ τῶν τελευταίων μας καυστικῶν ἐγγράφων, ἀφῆκε δέ καί τά κείμενα τῆς "᾿Ορθοδόξου Πνοῆς"!. Τό χείριστον δέ εἰς τήν περίπτωσιν αὐτήν εἶναι, ὅτι τά θέματα τῆς Η.Δ. εἶναι ἀπολύτως προσηρμοσμένα καί περιελήφθησαν εἰς "ἐκτέλεσιν" τῶν ἐντολῶν τῶν Φλωρινικῶν κ.κ.Σαραντοπούλου καί Σακκαρέλλου νά ἐκδιωχθοῦν ὁ θεολόγος κ. ᾿Ελευθ. Γκουτζίδης καί ἐσχάτως καί ὁ ᾿Επίσκοπος Κήρυκος.(῾Ορᾶτε "Φωνή ᾿Ορθοδοξίας" τεύχη 908 καί 909, ὅπου γίνεται λόγος διά τιμωρίαν, ὅσων δέν συμφωνοῦν μέ τήν γνώμη τους). Αὐτή εἶναι ἡ σημερινή ἀποκορύφωσις τῆς μονίμου κρίσεως Συνοδικότητος, ἡ ὁποία ὑφίσταται καί ἀλλοτριώνει, τούς ὑπευθύνους καί, εἰ θέμις εἰπεῖν, καί τούς ἀνεχομένους ταύτην.
῾Η ἐλαχιστότης μου ἀρνοῦμαι τήν τοιαύτην καταχρηστικήν ῾Ημερησίαν Διάταξιν καί ὡς ᾿Αρχιερεύς τῆς ᾿Εκκλησίας τοῦ Χριστοῦ καί ὡς Συνοδικόν μέλος ζητῶ νά ἱεραρχηθοῦν τά θέματα σήμερον, αὐτήν δέ τήν στιγμήν νά μᾶς δοθοῦν καί τά Πρακτικά καί αἱ ἀποφάσεις, αἱ σχετικαί μέ τήν "παῦσίν" μου ἐκ τῆς θέσεως τοῦ ᾿Αρχιγραμματέως. Νά μᾶς δοθῇ, ὡς ἔχομεν ζητήσει, καί ἡ ἐξ 62 σελίδων ῎Εκθεσις τῆς ᾿Επιτροπῆς, ἡ ὁποία μέ Συνοδικήν ἀπόφασιν ἐστάλη ἵνα ἐρευνήσῃ τά τῆς ῾Ιεραποστολῆς εἰς Ρουμανίαν.
᾿Εάν ταῦτα, ἔστω σήμερον δέν θέλετε λάβῃ ὑπ᾿ ὄψιν, ἀλλά προτίθεσθε καί ἐν τῇ παρούσῃ Συνόδῳ νά γίνῃ κατάχρησις τοῦ θεσμοῦ καί νά τεθῇ δι᾿ ἄλλην μίαν φοράν εἰς τήν ὑπηρεσίαν καταχθονίων σχεδίων τρίτων, ἡμεῖς δέν δυνάμεθα νά συμμεθέξωμεν καί νά συμβάλωμεν εἰς τήν κατάχρησιν τοῦ θεσμοῦ. Δέν γινόμεθα ὑποχείριοι καί ἐκτελεστικά ὄργανα, οὔτε τοῦ ἰδικοῦ μας παρασυνοδικοῦ κατεστημένου, οὔτε τῶν κ. Σαραντοπούλου Σακαρέλλου, οὔτε ὅσων κρύβονται καί πίσω ἀπό αὐτούς.
῾Ως ᾿Επίσκοποι ἐδώσαμεν κατά τήν χειροτονίαν μας, τήν ὑπόσχεσιν νά φυλάξωμεν αὐτήν τήν ἁγίαν Παρακαταθήκην, ὅσα δέ περί τοῦ Συνοδικοῦ θεσμοῦ καί περί ὅλων τῶν θεμάτων Πίστεως καί Κανονικῆς Τάξεως ἔγραψα, δέν εἶναι τίποτ᾿ ἄλλο παρά συνέπεια πρός αὐτήν τήν ὑπόσχεσιν, πρός αὐτήν τήν ἁγίαν Παρακαταθήκην.
Πέραν τῶν ἀνωτέρω, ἐσχάτως ἐσημειώθησαν καί ἔτερα συγκεκριμένα γεγονότα, τά ὁποῖα ἑρμηνευόμενα ἀποδεικνύουν, ὅτι πράγματι καί κατ᾿ αὐτήν τήν Συνεδρίασιν τῆς ῾Ιερᾶς Συνόδου ἑτοιμάζονται, παρασυνοδικῶς καί ἐξωσυνοδικῶς, διωκτικαί καί καταδικαστικαί κατά τῆς ἐλαχιστότητός μου καί ἐναντίον τοῦ κ. ᾿Ελευθερίου Γκουτζίδη πράξεις καί ἀποφάσεις. Σᾶς διαβεβαιοῦμεν, ὅτι δέν θά τάς λάβωμεν κἄν ὑπ᾿ ὄψιν, διότι ὡς ἔχουν τά πράγματα, αἱ τυχόν καταδικαστικαί ἤ διωκτικαί καθ᾿ ἡμῶν ἀποφάσεις, δέν δύνανται νά εἶναι παρά μόνον ἀντικανονικαί καί ἄδικοι, ὡς πράξεις δέ σκοπιμότητος θά ἐξυπηρετοῦν σχέδια καί μόνον τοῦ παλαιοημερολογιτικοῦ Οἰκουμενισμοῦ.
Καί οἱ ᾿Ορθόδοξοι ᾿Επίσκοποι χάριτι Χριστοῦ δέν δειλιάζουν, δέν πτοῦνται, κἄν ὅλαι αἱ δυνάμεις τοῦ ῞Αδου ἐγερθοῦν. Παρά ταῦτα εὐσεβάστως καί ἐνθέρμως παρακαλοῦμε νά ἐπικρατήσῃ εἰς ὅλους μας σύνεσις καί νά παύσῃ ἡ ἐξυπηρέτησις ἀλλοτρίων σχεδίων. Παρακαλῶ ἰδιαιτέρως τούς δύο ᾿Αρχιερεῖς, τόν Μακαριώτατον, ὡς Πρόεδρον καί τόν Σεβ. Πειραιῶς, ὡς ᾿Αντιπρόεδρον, διά τό προσωπικόν των καλόν καί τῆς ᾿Εκκλησίας, νά σκεφθοῦν νηφαλιώτερα. Διότι ἄν θελήσουν νά συνεχίσουν εἰς τό ἴδιον πνεῦμα τῆς 16-6-2001 (᾿Ενδημούσης), ἄς γνωρίζουν καλῶς, ὅτι ἡμεῖς προσωπικῶς, ἤ καί ὁ κ. Γκουτζίδης, εἰς οὐδέν θά βλαφθῶμεν ἀπό τάς "ἀποφάσεις" των, τάς ὁποίας ἤδη ἔχουν λάβει, ἤ ἔχει ἐπιβάλει τό παρασυνοδικόν καί δι᾿ αὐτοῦ τό ἐξωεκκλησιαστικόν κατεστημένον. ᾿Ιδού τό πνεῦμα τῆς ᾿Ενδημούσης ῾Ιερᾶς Συνόδου τῆς 16-6-2001 :
α) Κατά τήν ᾿Ενδημοῦσαν ῾Ιερά Σύνοδον τῆς 16-6-2001 καταθέτοντες ἡμεῖς τήν ὑπ᾿ ἀριθμ. 208/16-6-2001 Καταγγελίαν - ῾Υπόμνησιν, ἐλέχθησαν τά κάτωθι: ῾Ο Μακαριώτατος εἶπε: "Μόνο τό θέμα νά σημειώσουμε στά Πρακτικά, τό ἔγγραφο δέν παραλαμβάνεται", ἐνῶ ὁ Σεβ/τος Πειραιῶς: "῎Οχι Μακαριώτατε, νά κατατεθῇ, εἶναι εἰς βάρος του, τό χρειαζόμαστε...". Τί λέγει αὐτό; Νομίζομεν ἀποκαλύπτει τάς προθέσεις, καί τό προσωπικόν μῖσος καί ἐκφράζει τό πνεῦμα τῆς ἀντιδικίας, μέ ὅ,τι αὐτά συνεπάγονται δι᾿ ἕναν ᾿Αρχιερέα. β) Εἰς τήν ἰδίαν ᾿Ενδημοῦσαν ὁ ἴδιος ᾿Αρχιερεύς ὡς ἀπό καθέδρας ἀπαντᾶ στήν ἐπιμονή μου νά σημειωθοῦν εἰς τήν ῾Ημερησίαν Διάταξιν καί τά θέματα πού προτείνει ἡ ἐλαχιστότης μου: "῞Ο, τι θέματα ἔχεις νά τά καταθέσῃς στήν ῾Ιεραρχία, ἐκεῖ θά τά ποῦμε". Τί ἄλλο σημαίνει καί αὐτό;
Τό ἴδιο πνεῦμα κυριαρχεῖ καί ἐκτός Συνόδου: ῾Ο Μακαριώτατος ἀπευθυνόμενος εἰς ἀνθρώπους πού διατυπώνουν τήν ἀγωνίαν των διά τά ὅσα συμβαίνουν, λέγει: "Τελείωσε τό θέμα, στήν Σύνοδο τόν Μεσογαίας θά τόν τιμωρήσουμε", ὑπό δέ μοναχῆς τοῦ περιβάλλοντος τοῦ ῾Αγίου Μοδέστου, πού "λύνει καί δένει", πρό ὀλίγων ἡμερῶν ἐλέχθη: "Τώρα εἶναι ἀργά νά τά βροῦμε μέ τόν Κήρυκο, τά πράγματα πῆραν τό δρόμο τους".
Κατόπιν τῶν ἀνωτέρω δηλοῦμεν, ὅτι ἐφ᾿ ὅσον συνεχίσῃ ἡ παροῦσα Σύνοδος τάς ἐργασίας ἐπί τῶν θεμάτων τῆς ῾Ημερησίας Διατάξεως, ὡς ἔχει αὕτη, καί ὑπό τάς ὡς ἄνω προϋποθέσεις καί χωρίς νά ληφθοῦν ὑπ᾿ ὄψιν τά ἐκατοντάδες ἔγγραφα μας, ὡς καί αἱ διαμαρτυρίαι τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Λαρίσης καί Τυρνάβου κ. Παναρέτου, ἡμεῖς δέν δυνάμεθα νά λάβωμεν μέρος εἰς τάς ἐργασίας ταύτης.
Φρονοῦμεν δέ, ὅτι, διά νά εἴμεθα συνεπεῖς καί πρός τήν Κανονικήν Τάξιν, καί πρός τούς ὅρους τούς ὁποίους ἐξεθέσαμεν ἀνωτέρω, καί τούς ὁποίους οὐδείς δύναται νά ἀμφισβητήσῃ, δέν δύνανται νά συμμετάσχουν καί θά πρέπει νά ἐξαιρεθοῦν ἀπό τήν σημερινήν Σύνοδον μέ τήν συγκεκριμένην ῾Ημερησίαν Διάταξιν, τόσον ὁ Μακαριώτατος ᾿Αρχιεπίσκοπος κ. ᾿Ανδρέας, ὅσον καί ὁ Σεβασμιώτατος Πειραιῶς κ. Νικόλαος, διότι ἐπί δύο ἔτη ἐνεργοῦν ἀντίθετα πρός τούς ἀνωτέρω ὅρους, καί ἔχουν καταγγελθεῖ διά πολλαπλᾶς Κανονικάς καί ἄλλας παραβάσεις, καί δή ἐπί θεμάτων Πίστεως, καί ῾Ομολογίας, ᾿Αποστολικῆς Διαδοχῆς κλπ., καί ἔχουν ἐκφρασθεῖ καί προφορικῶς καί γραπτῶς, δημοσίως, καί κατ᾿ ἰδίαν, ἐχθρικῶς καί διωκτικῶς ἐναντίον μου, καί ἐναντίον τοῦ θεολόγου κ. ᾿Ελευθερίου Γκουτζίδη, καί ἔχουν ὡς αὐτοσκοπόν τήν ἠθικήν καί πνευματικήν δολοφονίαν μας.
᾿Ιδιαιτέρως δέ νά ἐξαιρεθῇ ὁ Σεβ/τος κ. Νικόλαος, διότι εἰς βάρος του ἐκκρεμοῦν πλῆθος κακοδοξιῶν πού διετύπωσε σέ κείμενά του, καί ἰδίως, διότι ἐπί 25 ἔτη, δέν διεμαρτυρήθη διά τό γνωστόν ᾿Απαλλακτικόν Βούλευμα ἐπί ἀντιποιήσει, τό ὁποῖον ἐστηρίχθη εἰς τόν μοναδικόν λόγον, ὅτι οἱ ᾿Επίσκοποι τῆς Γνησίας ᾿Ορθοδόξου ᾿Εκκλησίας ἀπεκατεστάθησαν τό 1971 διά τῆς λεγομένης χειροθεσίας ἀπό τήν Ρωσική Σύνοδο τῆς Διασπορᾶς. Οὔτε καί ὅταν κατηγγέλθη τό Βούλευμα ἔπραξε τοῦτο. Αὐτό, ὅμως, ἀποτελεῖ βαρυτάτην προσβολήν καί κατά τῆς μνήμης τοῦ ἀοιδίμου ῾Ομολογητοῦ ῾Ιεράρχου Ματθαίου.
Η περαιτέρω στάσις μας σήμερον ἐξαρτηθήσεται ἀπό τό ἐάν θελήσετε νά διορθώσωμεν τά κακῶς κείμενα καί νά ἐνεργήσωμεν σύμφωνα μέ τήν ἁγιοπατερικήν παράδοσιν, ἤτοι συμφώνως μέ τούς ὅρους καί τάς προϋποθέσεις, τάς ὁποίας ἔθεσεν, κατά τήν μακραίωνα αὐτῆς παράδοσιν, ἡ ᾿Εκκλησία, διά τήν λειτουργίαν τοῦ πρώτου καί ὑψίστου θεσμοῦ τῆς ᾿Εκκλησίας, τοῦ ῾Ιεροσυνοδικοῦ θεσμοῦ.
Ταῦτα εὐσεβάστως καταθέτομεν, πρό ῾Ημερησίας Διατάξεως, εἰς τήν συνεδριάζουσαν σήμερον 4-7-2001 Σύνοδον, καί παρακαλοῦμε νά ληφθοῦν σοβαρῶς ὑπ᾿ ὄψιν.
+ Ὁ Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς
Κήρυκος

ΕΚ ΤΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΜΑΡΚΟΥ ΤΟΥ ΕΥΓΕΝΙΚΟΥ (ΠΕΡΙ ΔΙΑΓΡΑΦΗΣ ΤΩΝ ΑΙΡΕΤΙΚΩΝ ΑΠΟ ΤΑ ΔΙΠΤΥΧΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ)

Ο άγιος Μάρκος ο Ευγενικός λέει: «…πολύς εστιν ο του μνημοσύνου λόγος και ουχί μικρός, διότι εκείνοι μνημονεύονται επ’ εκκλησίαις, όσοι εισί Ορθόδοξοι και κοινωνικοί προς την αυτήν εκκλησίαν. Οι δε ακοινώνητοι ούτε μνημονεύονται, ούτε γαρ έχει άδεια τις των ιερωμένων εύχεσθαι επ’ εκκλησίαις πώς ουν μνημονεύσωμεν αυτόν όντα Λατινόφρονα;».

Ο Γεννάδιος Σχολάριος γράφει: «Η πνευματική κοινωνία των ομοδόξων, και η τελεία υποταγή προς τους γνησίους ποιμένας εκφράζεται με το μνημόσυνο. Οι Σύνοδοι και οι άλλοι Πατέρες ορίζουν, ότι αυτών που αποστρεφόμεθα το φρόνημα, (αυτών) πρέπει να αποφεύγουμε και την κοινωνία» (Γενναδίου Σχολαρίου, Γράμμα προς τους εκκλησιαστικούς... περιοδ. Ο όσιος Γρηγόριος Αγίου Όρους, αριθμ.21, σελ.23).

Ο άγιος Υπάτιος (+446) διέγραψε αμέσως το όνομα του Νεστορίου από τα δίπτυχα της Εκκλησίας, για να μη μνημονεύεται. ΄Όταν ο επίσκοπος Ευλάλιος τον παρετήρησε για την πράξιν του αυτήν, ο ζηλωτής Όσιος απάντησε, ότι δεν θεωρεί πλέον τον Νεστόριο ως επίσκοπο: "Εγώ από τότε που έμαθα, ότι μιλά άσχημα για τον Κύριό μου, παύω την επικοινωνία μαζί του και ούτε αναφέρω το όνομά του, δεν είναι πια επίσκοπος.Και όταν πάλιν ο επίσκοπος Ευλάλιος τον απείλησε, ο άγιος Υπάτιος του αποκρίθηκε με σταθερότητα και διάθεση μαρτυρίου: «΄Ο,τι θέλεις κάνε. διότι εγώ αποφάσισα να πάντα να πάθω. Και μ’ αυτή την απόφαση το έκαμα αυτό» (Καλλινίκου, Βίος Αγίου Υπατίου, σ. 93-94).

ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΜΝΗΜΟΝΕΥΕΤΑΙ Ο ΑΚΟΙΝΩΝΗΤΟΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΠΙΣΤΙΝ ΜΕΤΑ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΟΥΝΤΩΝ ΤΟΙΣ ΑΙΡΕΤΙΚΟΙΣ

Ο ιστορικός της ψευδοσυνόδου Φεράρας – Φλωρεντίας Μέγας Εκκλησιάρχης Σίλβεστρος Συρόπουλος, πιεζόμενος από τους μεσάζοντες του Αυτοκράτορα να μνημονεύει τον πάπα, απάντησε: «Εκείνοι γαρ μνημονεύονται επ’ εκκλησίαις, όσοι εισίν ομόδοξοι και κοινωνικοί προς την αυτήν Εκκλησίαν. Οι δε ακοινώνητοι, ουδέ μνημονεύονται ουδέ έχει άδειαν τις των ιερωμένων εύχεσθαι επ’ εκκλησίαις υπέρ ακοινωνήτου. Ο δε πάπας εστίν ακοινώνητος. Πώς ουν μνημονευθήσεται ο ακοινώνητος μετά των κοινωνικών:» (S. Syropoulos, Les Mémoires XII, 13, Παρίσι 1971, ó. 562-564 )

ΕΚ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ

ΓΕΝΝΑΔΙΟΣ ΣΧΟΛΑΡΙΟΣ: ΑΘΛΙΟΙ ΡΩΜΑΙΟΙ ΕΙΣ ΤΙ ΕΠΛΑΝΗΘΗΤΕ

Λίγο πριν την άλωση της Βασιλεύουσας και ενώ ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Παλαιολόγος κατέβαλε κάθε προσπάθεια να επιβάλει την ψευδένωση της Φλωρεντίας Φεράρας, ο Γεννάδιος Σχολάριος έγινε μοναχός και κλεισμένος στο κελί του, δεν δέχονταν κανένα, έγραψε δε έξω από αυτό: «Άθλιοι Ρωμαίοι εις τι επλανήθητε και απεμακρύνατε εκ της ελπίδος του Θεού, και ελπίσατε εις την δύναμιν των Φράγκων, και συν τη πόλει εν η μέλλει φθαρήναι, εχάσατε και την ευσέβειάν σας; Ίλεώς μοι Κύριε. Μαρτύρομαι ενώπιόν σου, ότι αθώός ειμί του τοιούτου πταίσματος. Γινώσκετε άθλιοι πολίται, τι ποιείτε; και συν τω αιχμαλωτισμώ, ός μέλλει γενέσθαι εις υμάς, εχάσατε και το πατροπαράδοτον, και ωμολογήσατε την ασέβειαν; ουαί υμίν εν τω κρίνασθαι»!

Ο Δοσίθεος Ιεροσολύμων γράφει σχετικά: «Όθεν, ιερωμένοι και λαϊκοί αναθεμάτιζον και τους αποδεξαμένους την σύνοδον και την ένωσιν και εδέοντο, είπερ βοηθήσει δια της Θεοτόκου, την δε των Λατίνων βοήθειαν απεστρέφοντο. Οι ενωτικοί ελειτούργησαν εις την αγίαν Σοφίαν και εμνημόνευσαν του Πάπα Νικολάου και του εξωσθέντος Πατριάρχου Γρηγορίου... Οι πολλοί δε ουκ έλαβον αντίδωρον, βδελυκτήν νομίζοντες την τοιαύτην λειτουργίαν, όπου δε εφαίνετο ιερεύς τις ενωτικός έφευγον εξ αυτού, ει δε και ην πνευματικός, ουκέτι εξωμολογούντο εις αυτόν» (Πατριάρχου Νεκταρίου, Επιτομή Ιεροκοσμικής Ιστορίας, Εκδόσεις Ιεράς Μονής Σινά, Αθήναι 1980, σ.231)

Ο Σίλβεστρος Συρόπουλος γράφει ακόμα, ότι κατά την ενθρόνισή του Λατινόφρονα Πατριάρχη Μητροφάνη, μετά την Ψευδένωση της Φλωρεντίας ο ορθόδοξος ιερεύς Θεοφύλακτος την παρακολουθούσε από μακρυά. Οι ενορίτες του έπαυσαν να τον πλησιάζουν. Έφευγαν από αυτόν και δεν εκκλησιάζονταν στο ναό που λειτουργούσε (Σίλβεστρος Συρόπουλος, Απομνημονεύματα, σ. 556)

Ο ίδιος δε Γεννάδιος ο Σχολάριος καθορίζει με άριστο τρόπο τη στάση των Ορθοδόξων, έναντι των επισκόπων. Γράφει σε μια επιστολή του στους μοναχούς: «Τους επισκόπους υμών επιτηρείτε ίνα ώσιν Ορθόδοξοι, και μη διδάσκουσι δόγματα εναντίον της Ορθοδόξου Πίστεως, μηδέ τοις αιρετικοίς, ή τοις απεσχισμένοις συλλειτουργώσι. Τα δε άλλα, ή της αγνοίας αυτών εισί και της του καιρού κακίας και εισί συγγνωστοί, ή της προαιρέσεως αυτών και αυτοί μόνοι απολογήσονται τω Θεώ» (Πατριάρχου Νεκταρίου, Επιτομή Ιεροκοσμικής Ιστορίας, Εκδόσεις Ιεράς Μονής Σινά, Αθήναι 1980, σ.231)

ΠΕΡΙ ΔΙΑΚΟΠΗΓΣ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟΥ

ΦΕΥΓΕΤΕ ΤΗΝ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΑΚΟΙΝΩΝΗΤΟΥΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΝ ΚΑΙ ΤΟ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟΝ ΤΩΝ ΑΜΝΗΜΟΝΕΥΤΩΝ

α. Ο 10ος Αποστολικός κανόνας ορίζει ότι ακόμα και αν περιορίσει κάποιος την «κοινωνία» σε κατ’ οίκον ιδιωτική προσευχή με κάποιο αιρετικό, αυτός αφορίζεται. Λέει: «Ει τις ακοινωνήτω, καν εν οίκω συνεύξηται, ούτος αφοριζέσθω»
β. Ο άγιος Μάρκος προσθέτει: «φεύγετε ουν και υμείς, αδελφοί, την προς τους ακοινωνήτους κοινωνίαν και το μνημόσυνον των αμνημονεύτων. ΄Ίδε εγώ Μάρκος ο αμαρτωλός λέγω υμίν ότι ο μνημονεύων του πάπα ως ορθοδόξου αρχιερέως ένοχος έστι πάντα τον λατινισμόν εκπληρώσαι μέχρι και αυτής της κουράς των γενείων» (Μάρκου Ευγενικού, Επιστολή προς Θεοφάνην εν Ευβοία Petit, Docw. σελ. 481, σελ. 377-404, 521 – 75. και J. Gill, H Σύνοδος της Φλωρεντίας, Αθήναι 1972, σ. 413).
γ. Ο άγιος Γερμανός ο νέος, Πατριάρχης Κπόλεως, συμβουλεύει: «Εξορκίζω όλους τους λαϊκούς, που κατοικούν στην Κύπρο, όσοι είστε γνήσια τέκνα της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, να φεύγετε ολοταχώς από τους ιερείς, που υπέπεσαν στην υποταγή στους Λατίνους, και μήτε σε εκκλησία (που αυτοί λειτουργούν) να συγκεντρώνεστε μαζί τους, μήτε να παίρνετε οποιαδήποτε ευλογία από τα χέρια τους. Είναι καλύτερα να προσεύχεστε στο Θεό στα σπίτια σας μόνοι σας, παρά να συγκεντρώνεστε στην εκκλησία μαζί με τους Λατινόφρονες (ιερείς και αρχιερείς). Ει δ’ άλλως θα υποστήτε την ίδια κόλαση με αυτούς» (P.G. 140, 620)

ΑΠΟ ΤΑΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΑΣ ΔΙΑΤΑΓΑΣ
«ΦΕΥΓΕΤΕ ΜΑΚΡΑΝ ΤΩΝ ΦΘΟΡΟΠΟΙΩΝ ΠΟΙΜΕΝΩΝ»

Οι Αποστολικές Διαταγές σημειώνουν ότι πρέπει οι πιστοί να φεύγουν μακριά από τους κακούς ποιμένες, τους «φθορείς», όπως τους αποκαλούν! Γράφουν: «Ώσπερ γαρ τω καλώ ποιμένι το μη ακολουθούν πρόβατον λύκοις έκκειται εις διαφθοράν, ούτω τω πονηρώ ποιμένι το ακολουθούν πρόδηλον έχει τον θάνατον ότι κατατρώξεται αυτό. Διό φευκτέον από των φθορέων ποιμένων» (P.G. 1, 633Β)

ΟΥΔΕΙΣ ΚΡΙΝΕΤΑΙ ΕΑΝ ΔΑΙΜΟΝΙΑ ΕΞΕΒΑΛΕΝ, ΑΛΛ ΕΑΝ ΤΗΝ ΠΙΣΤΙΝ ΓΝΗΣΙΩΣ ΕΦΥΛΑΞΕΝ

Ο άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος, τονίζοντας την ευθύνη όλων μας για την περιφρούρηση της Πίστης, λέει σχετικά: «Ουδείς γαρ υμών κρίνεται διατί δαιμόνια ουκ εξέβαλεν, ει διατί ουκ έσχε πρόγνωσιν, αλλ’ έκαστος κριθήσεται, ει την πίστιν τετήρηκε και τας εντολάς και παραδόσεις γνησίως εφύλαξεν»


ΕΠΙΒΑΛΛΕΤΑΙ ΑΝΑΘΕΜΑΤΙΣΜΟΣ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΑΙΡΕΤΙΚΩΝ ΩΣ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ ΕΧΘΡΩΝ

Ὁ Α Κανόνας της Στ΄ Οικουμενικής Συνόδου λέει: «Την των αγίων Πατέρων πίστιν κρατείν βεβαίαν και μέχρι συντελείας του αιώνος ασάλευτον διαμένειν θεσπίζομεν και τα αυτών θεοπαράδοτα συγγράμματα τε και Δόγματα, πάντας αποβαλλόμενοι τε και αναθεματίζοντες, ους απέβαλον και αναθεμάτισαν, ως της αληθείας εχθρούς»!

ΕΝΤΟΛΗ ΚΥΡΙΟΥ ΜΗ ΣΙΩΠΑΝ ΕΝ ΚΑΙΡΩ ΚΙΝΔΥΝΕΥΟΥΣΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ

Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέγει ὅτι εκεῖνος πού κάνει πώς δεν βλέπει και σιωπά, όταν οι θεϊκοί νόμοι υβρίζονται, «των θείων νόμων υβριζομένων, ο σιγήσας και παριδών, ουτος έστιν κολάσεως άξιος;» (PG. 50. 547 13)

Ὀ ἅγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης λέγει:: «Εντολή γαρ Κυρίου μη σιωπάν εν καιρώ κινδυνευούσης Πίστεως. Λάλει γαρ, φησί, και μη σιώπα... Δια τούτο καγώ ο τάλας, δεδοικώς το Κριτήριον, λαλώ» (PG 99, 1321).

Ο μοναχός Ιωσήφ Βρυέννιος, γράφει: «Πας ο δυνάμενος λέγων την αλήθειαν και μη λέγων κατακριθήσεται υπό του Θεού. Και ταύτα ένθα πίστις εστί το κινδυνευόμενον και της όλης Εκκλησίας των Ορθοδόξων η κρηπίς. Το γαρ εφησυχάζειν εν τοις τοιούτοις αρνήσεως ίδιον, το δε λέγειν, ομολογίας ειλικρινούς. (Ιωσήφ Βρυεννίου, Τα ευρεθέντα έργα, τομ. Β΄ Θε4σσαλονίκη 1990, σελ. 18).

"ΤΟ ΕΚ ΜΕΡΟΥΣ ΕΥΣΕΒΕΙΝ ΚΑΙ ΕΚ ΜΕΡΟΥΣ ΚΟΙΝΟΥΣΘΑΙ ΒΕΒΗΛΟΝ"

Ὁ Θ Κανών τοῦ Ἁγίου Νικηφόρου Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως λέγει μεταξύ αλλων: "Τό γάρ ἐκ μέρους εὐσεβεῖν καί ἐκ μέρους κοινοῦσθαι βέβηλον" (Βλέπετε Πηδάλιον 738 ε). Τοιαύτην βεβηλότητα ειχεν ἡ 'Απόφασις τῶν Ρώσων τῆς Διασπορᾶς ἡ ὁποία ὑπῆρξεν ἄκρως ἀντιφατική, ἀφοῦ ἀφ' ἑνός λέγει ὅτι δέν ειναι σχισματικοί οἱ προερχόμενοι ἐκ τοῦ Ματθαίου 'Αρχιερεῖς, καί ἀφ' ἑτέρου χρησιμοποιεῖ τόν Η΄ Κανόνα τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ὁ ὁποῖος ἀφορᾶ χειροθεσίαν ἐπί σχισματικῶν. Τοιαύτην καί πλέον φοβεράν βεβηλότητα παρουσιάζουν καί αἱ "ἀποφάσεις" τῶν ΝΙκολαίτῶν, τήν τελευταίαν δεκαετίαν, καθ' ἅς ἀφ' ἑνός μέν λέγουν ὅτι διαφυλάττουν τήν Ὁμολογίαν καί ἔχουν τήν γνησίαν Ἀποστολικήν Διαδοχήν ἀπό τῶν χειροτονιῶν τοῦ Ἐπισκόπου Ματθαίου καί ἀφ' ἑτέρου ὅτι ἐδέχθησαν ολοι χειροθεσίαν ἐπί σχισματικῶν καί "μᾶς περιρρέει ἡ ανομία τῆς χειροθεσίας".

Η ΑΡΝΗΣΙΣ ΤΗΣ ΙΕΡΩΣΥΝΗΣ

Περί ἀρνήσεως τῆς Ἱερωσύνης καί τῶν συνεπειῶν ὁμιλεῖ ὁ ΞΒ Κανών τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων. Ἰδού τί μεταξύ ἄλλων διαγορεύει: "Εἴ τις Κληρικός διά φόβον ἀνθρώπινον ... ἀρνήσηται τό ὄνομα τοῦ Κληρικοῦ καθαιρείσθω. Μετανοήσας δέ ὡς λαϊκός δεχθήτω" Εἰς τήν ὑποσημείωσιν τοῦ Κανόνος τούτου ἀναγράφεται καί τὁ τοῦ Ἱεροῦ Χρυοστόμου: "Ἀρνήσεως οὐδέν χεῖρον ἁμάρτημα". Βάσει αὐτοῦ τοῦ Κανόνος καθηρέθη ὀ ποτέ Κορινθίας Κάλλιστος, καθ' ὅσον ἐν ἔτει 1976-77 ἠρνήθη τήν προτέραν Ὁμολογίαν του, ὅτι τήν 17ην Σεπτεμβρίου 1971 ἐδέχθη μίαν ἁπλῆν συγχωρητικήν εὐχήν καί ἐκήρυξε "γυμνῆ τῆ κεφαλῆ" ὅτι ἐδέχθη "χειροθεσίαν ὡς πρώην σχισματικός", ὅπερ σημαίνει ὅτι ἠρνήθη τήν 'Αρχιερωσύνην του. Εἰς τόν ἴδιον Κανόνα ὑπόκεινται καί ὅσοι ἐκ τῶν ὑστέρων κηρύττουν ὅτι τό 1971 ἐδέχθησαν χειροθεσίαν κατά τόν Η΄ Κανόνα τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου (βλ. 'Απόφασιν Ρώσων τῆς Διασπορᾶς, 'Απαλλακτικόν Βούλευμα 54/76 Πλημμελειοδικείου Πειραιῶς, τό ὁποῖον ἀπεδέχθη πανηγυρικῶς ὁ τότε Πειραιῶς Νικόλαος, καί ἐπιστολάς πρώην 'Αργολίδος Παχωμίου), καθ' ἅς "ὅλοι ἔχομεν τήν χειροθεσίαν παρά χειροθετηθέντων ὡς πρώην σχισματικῶν". Εἰς τό ἐπιτίμιον αὐτοῦ τοῦ Κανόνος ὑπόκειται καί ὅστις Ὀρθόδοξος Κληρικός κανονικῶς χειροτονημένος δεχθῆ δευτέραν χειροτονίαν εἴτε παρ' Ὀρθοδόξων, ὁπότε καθαιρεῖται καί αὐτός καί ὁ χειροτονήσας, εἴτε παρά κακοδόξων, ὁπότε οὗτος καθαιρεῖται καί ἀφορίζεται.

ΟΙ ΕΚΤΟΣ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ ΕΙΝΑΙ ΕΚΤΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

Ο Μέγας Αθανάσιος αναφερόμενος σε όποιον έχει εκπέσει από την αλήθεια της Πίστεως λέγει ότι αυτός δεν είναι δυνατόν να καλείται καν χριστιανός, «ούτ’ αν είη, ούτ’ αν λέγοιτο χριστιανός» . Ο δε άγιος Ειρηναίος λέει ότι όσοι «είναι εκτός αληθείας», αυτοί «είναι εκτός Εκκλησιάς» . Η αλήθεια είναι ο Χριστός .

ΟΥΣ ΤΩ ΑΝΑΘΕΜΑΤΙ ΠΑΡΑΠΕΜΠΟΜΕΝ
ΚΑΙ ΗΜΕΙΣ ΑΝΑΘΕΜΑΤΙΖΟΜΕΝ

Ζ΄ Οικουμενική 783 Κανών Α΄:

«….. Τούτων ουν ούτως όντων και διαμαρτυρομένων ημίν, αγαλλώμενοι επ’ αυτοίς, ως ει τις εύροι σκύλα πολλά, ασπασίως τους θείους Κανόνας ενστερνιζόμεθα, και ολόκληρον την αυτών διαταγήν και ασάλευτον κρατύνομεν, των εκτεθέντων υπό των σαλπίγγων του Πνεύματος πανευφήμων Αποστόλων, των τε εξ αγίων Οικουμενικών Συνόδων, και των τοπικώς συναθροισθεισών επί εκδόσει τοιούτων διαταγμάτων, και των αγίων Πατέρων ημών. εξ ενός γαρ άπαντες και του αυτού Πνεύματος αυγασθέντες, ώρισαν τα συμφέροντα. και ους μεν τω αναθέματι παραπέμπουσι, και ημείς αναθεματίζομεν, ους δε τη καθαιρέσει, και ημείς καθαιρούμεν, ους δε τω αφορισμώ, και ημείς αφορίζομεν, ους δε επιτιμίω παραδιδόασι, και ημείς ωσαύτως υποβάλλομεν…..».

ΟΥΔΕΝ ΠΡΟΣΘΕΤΟΝΤΕΣ, ΜΗΔΕ ΚΙΒΔΗΛΕΥΟΝΤΕΣ

Η Σύνοδος τοῦ 879 (ἡ χαρακτηριζομένη υπό πολλῶν καί ὡς Οἱκουμενική)

 Όρος Πίστεως:  «….. Ούτω περί τούτων φρονούντές τε και κηρύττοντες, τον άνωθεν εκ πατέρων και μέχρις ημών κατεληλυθότα της ακραιφνεστάτης των χριστιανών πίστεως όρον και διανοία και γλώσση στέργομέν τε και διαπρυσίω τη φωνή περιαγγέλομεν, ουδέν αφαιρούντες, ουδέν προστιθέντες, ουδέν αμείβοντες, ουδέν κιβδηλεύοντες. Η μεν γαρ αφαίρεσις και η πρόσθεσις, μηδεμιάς υπό των του πονηρού τεχνασμάτων ανακινουμένης αιρέσεως, κατάγνωσιν εισάγει των ακαταγνώστων και ύβριν των πατέρων αναπολόγητον….. Ούτω φρονούμεν, εν ταύτη τη ομολογία της πίστεως εβαπτίσθημεν, δι’ αυτής πάσαν αίρεσιν θραυομένην τε και καταλυομένην ο της αληθείας λόγος απέδειξε….. Ει δε τις ετέραν έκθεσιν, παρά τούτο δη το ιερόν Σύμβολον, το άνωθεν εκ των μακαρίων και ιερών πατέρων ημών μέχρις ημών διαφοιτήσαν, τολμήσειεν αναγράψασθαι και όρον πίστεως ονομάσαι, συλήσαι το αξίωμα της των θεσπεσίων εκείνων ανδρών ομολογίας, και ταις ιδίαις ευρεσιολογίαις τούτο περιάψαι, κοινόν τε μάθημα τούτο προθείναι πιστοίς, ή και τοις εξ αιρέσεώς τινος επιστρέφουσι, και ρήμασι νόθοις ή προσθήκαις ή αφαιρέσεσι την αρχαιότητα του ιερού τούτου και σεβασμίου όρου κατακιβδηλεύσαι αποθρασυνθείη, κατά την ήδη και προ ημών εκφωνηθείσαν ψήφον υπό των αγίων και οικουμενικών Συνόδων, ει μεν των ιερωμένων είη τις, παντελεί καθαιρέσει τούτον καθυποβάλλομεν, ει δε των λαϊκών, τω αναθέματι παραπέμπομεν».


ΑΠΟ ΤΑΣ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥΣ

Β΄ Οικουμενική 381
Κ ανών Α΄: «Ώρισαν οι εν Κωνσταντινουπόλει συνελθόντες άγιοι Πατέρες μη αθετείσθαι την πίστιν των Πατέρων των Τριακοσίων δεκαοκτώ, των εν Νικαία της Βιθυνίας συνελθόντων, αλλά μένειν εκείνην κυρίαν και αναθεματισθήναι πάσαν αίρεσιν, και ιδιαιτέρως…..», δηλ. το Σύμβολο της Πίστης, που διατυπώνει ακριβώς την πίστη των Πατέρων, την πίστη της Εκκλησίας να μείνει απαρασάλευτον, κάθε δε απόκλιση, δηλ. κάθε αίρεση, από την ορθή Πίστη να αναθεματίζεται. Αυτό βέβαια δηλώνει, ότι η προσθήκη των Λατίνων στο Σύμβολο, για την εκπόρευση του αγίου Πνεύματος και εκ του Υιού θα πρέπει να αναθεματίζεται.

Γ΄ Οικουμενική 431

Κανών Ζ΄: «….. ώρισεν η αγία Σύνοδος, ετέραν πίστιν μηδενί εξείναι προφέρειν, ή γουν συγγράφειν, ή συντιθέναι, παρά την ορισθείσαν παρά των αγίων Πατέρων των εν τη Νικαέων πόλει, συν αγίω Πνεύματι…..», όπου και εδώ διατρανώνεται η μη αλλοίωση της Πίστης με προσθήκη ή αφαίρεση από το Σύμβολο.

Δ΄ Οικουμενική 451

Όρος Πίστης: «….. ώρισεν η αγία και οικουμενική Σύνοδος ετέραν πίστην μηδενί εξείναι προφέρειν ή γουν συγγράφειν ή συντιθέναι ή φρονείν ή διδάσκειν ετέρω. Τους δε τολμώντας….. παραδιδόναι έτερον Σύμβολον….. αλλοτρίους είναι τους επισκόπους της επισκοπής….. ή λαϊκοί είεν, αναθεματίζεσθαι αυτούς».

Σύνοδος Λατερανού 649

Όρος Πίστης της Ε΄ Συνόδου του Λατερανού υπό του Μαρτίνου του αγιωτάτου και μακαριωτάτου πάπα της των Ρωμαίων αγίας του Θεού καθολικής και αποστολικής Εκκλησίας: «Διό τούτους (τους αιρετικούς) και τα τούτων καταδικάζοντες δόγματα, κατά την των αγίων Συνόδων νομοθεσίαν, ήτοι διάταξιν, τούτο ποιείν ημάς εκ παντός τρόπου παρακελευομένην, τα των αγίων Πατέρων ημών δόγματά τε και ρήματα συμφώνως εγκρίνομεν άπαντες εν ενί στόματι και μια καρδία, μηδέν προστιθέντες, μηδέν αφαιρούντες των εξ αυτών παραδοθέντων ημίν». Αυτά τα οποία οι ίδιοι οι Λατίνοι κατακύρωσαν στη Σύνοδο του Λατερανού, αργότερα τα καταπάτησαν και εξευτέλισαν την ίδια τους την υπογραφή!

ΣΤ΄ Οικουμενική 680

Επιστολή Ρώμης Αγάθωνα. Στην επιστολή του προς τη Σύνοδο, μεταξύ άλλων αναφέρει ότι: «πρέπει να δείξουν ότι περιφρουρούν την ευαγγελική αλήθεια, διότι δεν πρέπει να γίνει καμία αλλαγή ούτε στις λέξεις ούτε στις έννοιες αυτής, αλλά πρέπει να παραμείνουν αναλλοίωτα». Εδώ φαίνεται καθαρά ότι ο Πάπας ακολουθεί την αγιοπατερική παράδοση και όλες τις προηγούμενες πέντε Οικουμενικές Συνόδους.

Πενθέκτη Οικουμενική 691

Κανών Α΄: «….. χάριτι θεία ορίζομεν ακαινοτόμητόν τε και απαράτρωτον υπάρχειν την παραδοθείσαν πίστιν ημίν, υπό τε των αυτοπτών και υπηρετών του λόγου θεοκρίτων Αποστόλων, έτι δε και των τριακοσίων δέκα και οκτώ αγίων και μακαρίων Πατέρων, των εν Νικαία συνελθόντων….. και την τε των ανίσων βαθμών της θεότητος δόξαν καθελόντες και διασπάσαντες, τα τε υπό των αιρετικών συστάντα εκ ψάμμου κατά της Ορθοδοξίας μειρακιώδη αθύρματα καταβαλόντες και ανατρέψαντες….. την κρατείν βεβαίαν, και μέχρι συντελείας του αιώνος ασάλευτον διαμένειν θεσπίζομεν, και τα αυτών θεοπαράδοτα συγγράμματά τε και δόγματα, πάντας αποβαλλόμενοί τε και αναθεματίζοντες, ους απέβαλον και αναθεμάτισαν, ως της αληθείας εχθρούς, και κατά Θεού φρυαξαμένους κενά, και αδικίαν εις ύψος εκμελετήσαντες….. Ημείς γαρ ούτε προστιθέναι τι, ούτε μην αφαιρείν κατά τα προορισθέντα, παντελώς διεγνώκαμεν, ή καθ’ οντιναούν δεδυνήμεθα λόγον». Περίφημη διακήρυξη για το απαρασάλευτο της Πίστης, την οποίαν οι Παπικοί έχουν γράψει κυριολεκτικά εις τα «παλαιότερα των υποδημάτων» τους.

Ζ΄ Οικουμενική 783

Κανών Α΄: «….. Τούτων ουν ούτως όντων και διαμαρτυρομένων ημίν, αγαλλώμενοι επ’ αυτοίς, ως ει τις εύροι σκύλα πολλά, ασπασίως τους θείους Κανόνας ενστερνιζόμεθα, και ολόκληρον την αυτών διαταγήν και ασάλευτον κρατύνομεν, των εκτεθέντων υπό των σαλπίγγων του Πνεύματος πανευφήμων Αποστόλων, των τε εξ αγίων Οικουμενικών Συνόδων, και των τοπικώς συναθροισθεισών επί εκδόσει τοιούτων διαταγμάτων, και των αγίων Πατέρων ημών. εξ ενός γαρ άπαντες και του αυτού Πνεύματος αυγασθέντες, ώρισαν τα συμφέροντα. και ους μεν τω αναθέματι παραπέμπουσι, και ημείς αναθεματίζομεν, ους δε τη καθαιρέσει, και ημείς καθαιρούμεν, ους δε τω αφορισμώ, και ημείς αφορίζομεν, ους δε επιτιμίω παραδιδόασι, και ημείς ωσαύτως υποβάλλομεν…..». 

῾Η διακοπή κοινωνίας καί τῆς μνημονεύσεως τοῦ ὀνόματος αἱρετικῶν, βλασφήμων καί ἰεροσύλων ᾿Επισκόπων, ἐφ᾿ ὅσον ὑπάρχουν λόγοι Πίστεως, ἀποτελεῖ πατερική ἐντολή καί μέτρο ἀσφαλείας διά τήν παραμονήν μας στήν ἀληθινή  ᾿Εκκλησία. ῾Η διακοπή τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας καί τοῦ μνημοσύνου, θεολογικά ἐξεταζομένη περιέχει ἀφ᾿ ἑνός τήν διαμαρτυρία πρός τόν μή ὀρθοτομοῦντα τόν λόγον τῆς ἀληθείας καί ἀφ᾿ ἑτέρου σύνταξι μέ τούς ἁγίους, τήν ὀρθόδοξον παράδοσιν, τήν ᾿Εκκλησία τοῦ Χριστοῦ. ῾Η μνημόνευσις τοῦ αἱρετικά φρονοῦντος καί μή ὀρθοτομοῦντος τόν λόγον τῆς ἀληθείας ᾿Επισκόπου κατατάσσει τόν μνημονεύοντα εἰς τήν ἰδίαν θέσιν μέ τόν μνημονευόμενον. ᾿Επ᾿ αὐτῆς τῆς θεολογικῆς βάσεως ἐκινήθησαν καί ἐνήργησαν οἱ Πατέρες μας, ὅταν οἱ ᾿Επίσκοποι ἐφρόνουν αἱρετικά, ἔστω καί ἄν ἦσαν αὐτοί Πατριάρχαι, ἤ ᾿Αρχιεπίσκοποι. ᾿Ας ἴδωμεν τινά παραδείγματα.

῾Ο ῞Αγιος Μάρκος ὁ Εὐγενικός ἔναντι τῶν λατινοφρόνων
῾Η ῾Ομολογία του ὀλίγον πρό τῆς πρός Κύριον ἐκδημίας του

"Βούλομαι πλατύτερον τήν ἐμήν γνώμην εἰπεῖν, εἴπερ ποτέ καί νῦν ἐν τῷ ἐγγίζειν τήν τελευτήν μου, ἵνα σύμφωνος ὧ ἐμαυτῷ ἀπ᾿ ἀρχῆς μέχρι τέλους, καί μή δόξῳ τισίν ὅτι ἄλλα μέν ἔλεγον, ἄλλα δέ ἔκρυπτον ἐν τῇ διανοίᾳ, ἅ εἰκός ἦν ἐλεγχθῆναι τῇ ὥρᾳ ταύτῃ τῆς ἐμῆς ἀναλύσεως. Λέγω δέ περί τοῦ Πατριάρχου, μήπω δόξῃ αὐτῷ προφάσει τάχα τιμᾶν τῆς πρός ἐμέ ἐν τῇ κηδείᾳ τοῦ ταπεινοῦ μου τούτου σώματος, ἤ καί ἐν τοῖς μνημοσύνοις μου στεῖλαί τινας τῶν ἀρχιερέων αὐτοῦ, ἤ ἄλλως τῶν κοινωνούντων αὐτῷ τινά συνεύξασθαι, ἤ συμφορέσαι τοῖς ἐξ  ἡμετέρου μέρους ἱερεῦσι τοῖς πρός τά τοιαῦτα παρακληθεῖσι δοξάσῃ ὡς οἱωδήποτε τρόπῳ προσιέναι κἄν ἐν τῷ κρυπτῶ τήν αὐτοῦ κοινωνίαν. Καί ἵνα μή ἡ σιωπή μου συγκατάβασιν τινά ὑπονοῆσαι παρέξῃ τοῖς μή καλῶς καί εἰς βάθος εἰδόσι τόν ἐμόν σκοπόν, λέγω καί διαμαρτύρομαι ἐνώπιον τῶν παρατυχόντων πολλῶν καί ἀξιολόγων ἀνδρῶν, ὡς οὔτε βούλομαι, οὔτε δέχομαι τήν αὐτοῦ ἤ τῶν μετ᾿ αὐτοῦ κοινωνίαν, τό παράπαν οὐδαμῶς οὔτε ἐπί τῆς ζωῆς μου, οὔτε μετά θάνατον, ὥσπερ οὔτε γεγονυῖαν, ἕνωσιν, καί τά Δόγματα τά Λατινικά, ἅπερ ἐδέξατο αὐτός καί οἱ μετ᾿ αὐτοῦ, καί ὐπέρ τοῦ διαφενδεύειν ταῦτα, καί τήν προστασίαν ταύτην ἐμνηστεύσατε ἐπί καταστροφῇ τῶν ὀρθῶν δογμάτων τῆς ᾿Εκκλησίας. Πέπεισμαι γάρ ἀκριβῶς, ὅτι ὅσον ἀποδιἰσταμαι τούτου καί τῶν τοιούτων, ἐγγίζω τῷ Θεῷ καί πᾶσι τοῖς πιστοῖς καί ἁγίοις πατράσι καί θεολόγοις τῆς ᾿Εκκλησίας῾ ὥσπερ αὖ πείθομαι τούς συντιθεμένους τούτοις ἀποδιΐστασθαι τῆς ἀληθείας καί τῶν μακαρίων τῆς ᾿Εκκλησίας διδασκάλων. Καί διά τοῦτο λέγω ὥσπερ παρά πᾶσαν μου τήν ζωήν ἤμην κεχωρισμένος ἀπ᾿ αὐτῶν, οὕτω καί ἐν τῷ καιρῷ τῆς ἐξόδου μου, καί ἔτι καί μετά τήν ἐμήν ἀποβίωσιν· καί ἐξορμῶν ἐντέλλομαι, ἵνα μηδείς ἐξ  αὐτῶν προσεγγίσῃ ἤ ἐν τῇ ἐμῇ κηδείᾳ, ἤ ἐν τοῖς μνημοσύνοις μου· ἀλλ᾿ οὐδέ ἄλλου τινός τῶν τούτου μέρους ἡμῶν ὥστε συμφορεύειν ἐπιχειρῆσαι, καί συλλειτουργεῖν τοῖς ἡμετέροις. Τοῦτο γάρ ἐστί τό "τά ἄμικτα μίγνυσθαι". Δεῖ γάρ παντάπασιν ἐκείνους εἶναι κεχωρισμένους ἡμῶν, μέχρις ἄν δῶ ὁ Θεός τήν καλήν διόρθωσιν καί εἰρήνην τῆς ᾿Εκκλησίας αὐτοῦ" (Π.Η. Νιηξε, 160, σελ. 536,537).
᾿Ακολουθεῖ ἡ μετάφρασις:
Θέλω νά πῶ τήν γνώμη μου, ὥστε νά γίνη εὑρέως γνωστή, γι᾿ αὐτά πού εἶναι φυσικό νά ὑποστοῦν ἔλεγχο τήν ὥρα αὐτή τῆς ὁμολογίας μου καί μάλιστα τώρα πού πλησιάζει τό τέλος μου, γιά νά εἶμαι σύμφωνος ἀπό τήν ἀρχή μέχρι τό τέλος μέ τόν ἑαυτό μου καί νά μή φανῶ σέ κάποιους ὅτι ἄλλα ἔλεγα ἀπ᾿ τήν μιά μεριά, ἐνῶ ἄλλα ἔκρυβα στό μυαλό μου ἀπ᾿ τήν ἄλλη. Καί λέω λοιπόν γιά τόν Πατριάρχη μή τυχόν ἀποφασίσει μέ κάποια πρόφαση νά τιμήσει τάχα τήν κηδεία τοῦ ταπεινοῦ αὐτοῦ σώματος μου, ἤ νά στείλει στά μνημόσυνά μου κάποιους ἀπ᾿ τούς ἀρχιερεῖς του, ἤ ἀπ᾿ τόν κλῆρό του, ἤ νά συμπροσευχηθεῖ κάποιος ἀπ᾿ αὐτούς πού συμφωνοῦν μαζί του, ἤ νά συμπράξει μέ τούς δικούς μας ἱερεῖς, ὅσον ἀφορᾶ τίς παρακλήσεις, ὥστε νά φανεῖ μέ ὁποιοδήποτε τρόπο ὅτι θά μποροῦσε νά προσεγγίσει στά κρυφά τήν κοινωνία μαζί του. Καί μιλάω ἐπίσης γιά νά μήν ὑπονοήσει κανείς ἀπ᾿ αὐτούς πού δέν γνωρίζουν καλά καί σέ βάθος τήν πρόθεσή μου, ὅτι ἡ σιωπή μου φανερώνει κάποια συγκατάβαση·  καί μιλάω καί διαμαρτύρομαι, μπροστά σ᾿ αὐτούς τούς πολλούς καί ἀξιόλογους ἄνδρες πού παρευρίσκονται, ὅτι οὔτε θέλω οὔτε δέχομαι τήν ἕνωση μ᾿ αὐτόν ἤ μέ τούς δικούς του, οὔτε ὅσο ζῶ, οὔτε μετά τό θάνατό μου. ῞Οπως δέν δέχομαι καί τήν ἕνωση πού ἔγινε καί τά λατινικά δόγματα, τά ὁποῖα αὐτός καί οἱ ἀκόλουθοί του τά δέχθηκαν καί τάχθηκαν ὑπέρ αὐτῶν, καί ὅλη αὐτή τήν στάσι (τήν ὑπεράσπισι τῶν λατινικῶν δογμάτων) τήν ἔκαμε γιά νά φέρει τήν καταστροφή τῶν ὀρθῶν δογμάτων τῆς ᾿Εκκλησίας. ᾿Επειδή εἶμαι ἐντελῶς πεπεισμένος, ὅτι ὅσον ἀπομακρύνομαι ἀπό αὐτόν καί τούς δικούς του, πλησιάζω τόν Θεό καί ὅλους τούς πιστούς καί ῾Αγίους Πατέρες. Καί ὅτι ὅπως χωρίζομαι ἀπ᾿ αὐτούς, ἔτσι ἑνώνομαι μέ τήν ἀλήθεια καί τούς ῾Αγίους Πατέρες τούς θεολόγους τῆς ᾿Εκκλησίας. ᾿Εάν πάλιν ὑπακούω σ᾿ αὐτούς πού προκάλεσαν αὐτές τίς καταστάσεις, ἀπομακρύνομαι ἀπ᾿ τήν ἀλήθεια καί ἀπό τούς μακαρίους διδασκάλους τῆς ᾿Εκκλησίας. Καί γι᾿ αὐτό λέγω ὅτι, ὅπως σέ ὅλη μου τήν ζωή ἤμουν διαχωρισμένος ἀπ᾿ αὐτούς, ἔτσι θά εἶμαι καί τόν καιρό τῆς "ἐξόδου" μου καί μετά τό θάνατό μου. Καί καθώς φεύγω, δίνω τήν ἐντολή κανείς ἀπ᾿ αὐτούς νά μή πλησιάσει εἴτε στήν κηδεία μου, εἴτε στά μνημόσυνά μου·  ἀλλά καί κανένας ἄλλος ἀπ᾿ αὐτούς πού εἶναι μέ τό μέρος τοῦ Πατριάρχη νά ἐπιχειρήσει νά συμφορέση (νά φορέση τά ἄμφιά του) καί νά συλλειτουργήσει μέ τούς δικούς μας· διότι αὐτό εἶναι πού λένε νά μή ἀναμειγνύονται τά ἄμεικτα. Διότι πρέπει ὅλοι ἐκεῖνοι νά εἶναι διαχωρισμένοι ἀπό ἐμᾶς μέχρι πού ὁ Θεός θά φέρει τήν σωστή διόρθωσι καί τήν εἰρήνη στήν ᾿Εκκλησία Του.

Μέ τήν θαυμασίαν αὐτήν ὁμολογίαν του, τήν ὁποίαν ἔκανε ὀλίγον πρό τῆς τελευτῆς του, ὁ ἅγιος Μάρκος δηλώνει ὅτι ἀποστρέφεται τήν ἐκκλησιαστική κοινωνία τοῦ λατινόφρονος Πατριάρχου καί τῶν κοινωνούντων μετ᾿ αὐτοῦ καί τούς παραγγέλλει οὔτε στό μνημόσυνό του νά μή συμπροσευχηθοῦν. ῾Ομολογεῖ ὅτι ὅσον ἀπομακρύνεται ἀπό τούς Λατινόφρονες ἀρχιερεῖς, τόσο πλησιάζει τόν Θεό καί ὅσο πείθεται σ᾿ αὐτούς, τόσο ἀπομακρύνεται ἀπό τήν ἀλήθεια.

Οἱ ἁγιορεῖται Πατέρες ἔναντι
τοῦ Λατινοφρονήσαντος Πατριάρχου Βέκκου

Οἱ ἁγιορεῖται ἀπευθυνόμενοι πρός τόν ἐπί Βέκκου Λατινόφρονα Βασιλέα τοῦ γρφουν: "Εἴ τις ἔρχεται πρός ὑμᾶς καί ταύτην τήν διδαχήν οὐ φέρει μεθ᾿ ἑαυτοῦ. χαίρειν αὐτῷ μή λέγετε καί εἰς οἰκίαν μή λαμβάνετε·  ὁ γάρ λέγων αὐτῷ χαίρειν, κοινωνεῖ τοῖς ἔργοις αὐτοῦ τοῖς πονηροῖς (Β  ᾿Ιω. 10) Εἰ δέ ἁπλῶς ἐν ὁδῷ χαίρειν αὐτῷ κυλωόμεθα λέγειν, εἰς τό εἰσάγειν εἰς οἰκίαν κοινήν εἰργόμεθα, πῶς οὐκ ἐν οἰκίᾳ, ἀλλ᾿ ἐν ναῷ Θεοῦ, ἀλλ᾿ ἐν αὐτοῖς τοῖς ἀδύτοις ἐπί τῆς μυστικῆς καί φρικτῆς τραπέζης τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ ἀθύτως σφαγιαζομένου. Εἰ γάρ τό ἁπλῶς χαίρειν εἰπεῖν, κοινωνίαν δίδωσι τοῖς ἔργοις τοῖς πονηροῖς, πόσον ἡ διάτορος αὐτοῦ μνημοσύνη καί ταῦτα Αὐτῶν τῶν μυστηρίων φρικτῶν προκειμένων. Εἰ δέ ὁ προκείμενος αὐτός ἐστιν ἡ αὐτοαλήθεια, πῶς ἄν τό μέγα τοῦτο ψεῦδος  δέχηται εἰκάζειν εἰκός, τό συντάττειν αὐτόν ὡς ᾿Ορθόδοξον Πατριάρχην μεταξύ τῶν λοιπῶν ὀρθοδόξων Πατριαρχῶν, ἐν καιρῷ φρικτῶν μυστηρίων, σκηνικῶς παίζομεν. Καί πῶς ταῦτα (τήν μνημόνευσιν αἱρετικοῦ) ἀνέξεται ὀρθοδόξου ψυχή, καί οὐκ ἀποστήσεται τῆς κοινωνίας τῶν μνημονευσάντων αὐτίκα, καί ὡς καπηλεύοντας τά θεῖα, τούτους ἡγήσεται.  "῎Ανωθεν γάρ ἡ τοῦ Θεοῦ ᾿Ορθόδοξος ᾿Εκκλησία τήν ἐπί τῶν ἀδύτων ἀναφοράν τοῦ ὀνόματος τοῦ ᾿Αρχιερέως, συγκοινωνίαν τελείαν ἐδέξατο τοῦτο. Γέγραπται γάρ ἐν τῇ ἐξηγήσει τῆς θείας λειτουργίας, ὅτι ἀναφέρει ὁ ἱερουργῶν τό τοῦ ἀρχιερέως ὄνομα, δεικνύων καί τήν πρός τό ὑπερέχον ὑποταγήν, καί ὅτι κοινωνός ἐστιν αὐτοῦ καί Πίστεως καί τῶν θείων Μυστηρίων διάδοχος"  (᾿Επιστολή ἁγιορειτῶν πρός τόν Λατινόφρονα Βασιλέα).
Στήν δογματική αὐτή ἐπιστολή οἱ πατέρες διακηρύττουν ὅτι ἡ μνημόνευσις μή ὀρθοδόξου ᾿Επισκόπου εὐτελίζει καί ταπεινώνει τό μυστήριο, ὑποβαθμίζοντας αὐτό σέ ἁπλῆ σκηνική παράστασι καί ὀ ἱερουργός γίνεται κάπηλος (ἔμπορος) τῶν θείων καί συγκοινωνός μέ τήν πίστι τοῦ μνημονευομένου ᾿Επισκόπου.

῾Ο ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης
ἔναντι τῶν μοιχειανιστῶν τῆς ἐποχῆς του

  "Τῷ πρεσβυτέρῳ καί ἡγουμένῳ καλῶς ἀπεκρίθης, εἰρχθῆναι τῆς λειτουργίας τούς νυνί χειροτονηθέντας ὑπό τοῦ εὑρεθέντος, λέγοντος ὅμως ὅτι κακῶς ἐγένετο ἡ σύνοδος, καί ἀπολώλαμεν. Διατί γάρ ὁμολογῶν οὐ φεύγει τήν ἀπώλειαν, διαστέλλων ἑαυτόν τῆς αἱρέσεως, ἵνα μένη παρά Θεῷ ἐπίσκοπος; καί εἰσίν αὐτοῦ δεκταί αἱ χειροτονίαι αὐτίκα. ῎Η διά τί προκειμένης τῆς αἱρέσεως, εἰς χειροτονίαν ὁ ἡγούμενος προήγαγε τούς ἀδελφούς αἱρετικήν; ῎Αν οὖν ὁ χειροτονήσας ὤρθωσεν, ἦν αὐτοῖς εὐθύς ἱερουργεῖν·  ὄντος δέ ἐν τῇ αἱρέσει διά τό ἀναφέρειν αὐτόν αἱρετικόν, κἄν τό φρόνημα λέγει ἔχειν ὑγιές·  οὐχ οἷόν τε οὕς χειροτονεῖ τῇ ἀληθείᾳ εἶναι λειτουργούς Θεοῦ. Εἰ δέ πνεῦμα ζήλου Θεοῦ ἀνῆψεν ἐν τῷ Καθηγουμένῳ, καί προθυμεῖται ὁμολογίας στέφανον ἀναδήσασθαι·  μηδέ λειτουργείτω ἐν τῇ ὑπ᾿ αὐτοῦ ἐνθρονισθείσῃ ἐκκλησίᾳ·  μήτε ἀναφερέτω αὐτόν ὡς ἐπίσκοπον. Καί μακάριος οὗτος, πολλῶν καί ἄλλων παράδειγμα σωτηρίας γενόμενος" (῾Αγίου Θεοδώρου Στουδίτου ῾Ελλην.  Πατρολ. 99, 1056Δ)
Εἰς αὐτό τό κείμενον ὁ ὅσιος καί ὁμολογητής Θεόδωρος ὁ Στουδίτης ἀπαγορεύει ρητῶς τήν μνημόνευσι τῶν μοιχειανῶν ᾿Επισκόπων τῆς ἐποχῆς του καί  καί μάλιστα δηλώνει ὅτι μολύνεται ἡ θεία λειτουργία μέ τήν ἀναφορά τοῦ αἱρετικοῦ ᾿Επισκόπου. ᾿Επίσης δηλώνει ὅτι οἱ χειροτονίες τίς ὁποῖες ἐτέλεσε ὁ αἱρετικός ᾿Επίσκοπος δέν εἶναι ἔγκυρες.
"Γνωστόν δέ πᾶσιν ὅτι νῦν αἵρεσις ἐν τῇ καθ᾿ ἡμᾶς ᾿Εκκλησίᾳ κατακρατοῦσα τῶν Μοιχιανῶν ἔστι. Φεῖσαι τοίνυν τῆς τιμίας σου ψυχῆς μετά τῶν ἀδελφῶν καί τῆς κεφαλῆς. ῎Εφης δέ μοι, ὅτι δέδοικας εἰπεῖν τῷ πρεσβυτέρῳ σου, μή ἀναφέρειν τόν αἰρεσιάρχην. Καί τί περί τούτου εἰπεῖν σοι τό παρόν, οὐ καθορῶ. Πλήν ὅτι μολυσμόν ἔχει ἡ κοινωνία ἐκ μόνου τοῦ ἀναφέρειν, κἄν ὀρθόδοξος εἴη ὁ ἀναφέρων" (῞Αγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης ῾Ελλην. , 99, 1669Α).

῾Ο ῞Αγιος ᾿Αθανάσιος ὁ Μέγας γενικά ἔναντι τῶν αἱρετικῶς
 φρονούντων καί διαστρεφόντων τήν ἀλήθεια

"῏Ων τό φρόνημα ἀποστρεφόμεθα τούτοις καί τῆς κοινωνίας προσήκει φεύγειν" (Μ. ᾿Αθανασίου, Πρός Μοναχούς ΒΕΠΕΣ 33, 182)
(Σχόλιον: ᾿Εδῶ ὁ Μέγας ᾿Αθανάσιος συνοψίζοντας τήν περί ᾿Εκκλησιαστικῆς κοινωνίας ᾿Ορθόδοξον Παράδοσιν λέγει ὅτι πρέπει νά φεύγωμε μακρυά ἀπό κάθε ἐκκλησιαστικήν κοινωνίαν ἀπό αὐτούς οἱ ὁποῖοι ἔχουν διεστραμμένο φρόνημα. Ἐπί τοῦ θέματος τούτου, καθ' ὅ κατέλυσαν ἐν τῶ συνόλω της τήν Κανονικήν τάξιν, ἤ ἐπί τό ὀρθώτερον, ὄχι μόνον ἠγνόησαν παντελῶς αὐτήν, ἀλλά ἐνήργησαν καί ἐναντίον αὐτῆς, κατέλυσαν δέ καί τόν Ἱερόν θεσμόν τῆς Συνόδου, μετελθόντες Αὐτόν ὡς ἠτιμωμένον ὄργανον τῶν σχεδίων των, τό Ἀνώτατον Συνοδικόν Δικαστήριον συσκεψάμενον ἀποφαίνεται ὅτι «οὐ μικρόν τό ἀδίκημα τῆς διασαλεύσεως τῆς τε Κανονικῆς Τάξεως καί τοῦ θεσμοῦ τῆς Ἱερᾶς Συνόδου».
Κατόπιν τούτων τῶνἐνδεικτικῶς μόνον σημειωθέντων τό Α.Σ.Δ. τρανῶς διεπιστώνει ὅτι ἡ ὁμάς τῶνΝικολαϊτῶν ὄχι μόνον δέν ἐφύλαξεν ἀπαρασαλεύτους τούς Ἱερούς Κανόνας, ἀλλ' οὐδένα ἔλαβεν ὑπ' ὄψιν, διότι διά τῆς Κανονικῆς ὁδοῦ δέν εὐωδοῦτο ἀλλά καί ἀπεκλείετο ἡ ἐσχάτη ΒΛΑΣΦΗΜΙΑ των κατά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἡἐκκλησιομαχία των, καί ἐν τέλει ἡ σωρεία τῶν ληστρικῶν καί βαρβάρων ἀποφάσεών των κατά τῶν ὀρθοδόξων ἐπισκόπων Κληρικῶν καί λαϊκῶν. Διό αὗται οὐδέν πραγματικόν ἀποτέλεσμα παραγαγοῦσαι εἰσίν ἄκυροι καθ' ὦν ἐξεδόθησαν ἐπί τῶν κεφαλῶν ὅμως αὐτῶν ἐπεσώρρευσαν ἅπαντα τά ἐπιτίμια τοῦ συνόλου τῶν θείων καί Ἱερῶν Κανόνων.

ΚΑΤΟΠΙΝ ΤΟΥΤΩΝ

Α. ΤΟ ΑΝΩΤΑΤΟΝ ΣΥΝΟΔΙΚΟΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΝ ΔΙΑ ΤΗΣ ΠΑΡΟΥΣΗΣ ΠΡΑΞΕΩΣ ΣΥΝΩΔΑ ΤΟΙΣ ΙΕΡΟΙΣ ΚΑΝΟΣΙΝ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΗΝΕΚΕΙ ΠΡΑΞΕΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ ΟΜΟΦΩΝΩΣ:

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ ΚΑΙ ΠΑΡΑΔΙΔΕΙ ΤΩ ΑΝΑΘΕΜΑΤΙ ΤΑ ΛΗΣΤΡΙΚΑ ΚΑΙ ΕΚΚΛΗΣΙΟΜΑΧΑ ΕΡΓΑ ΑΥΤΩΝ, ΗΤΟΙ:

1) Τήν μέ Α.Π. 3280/28.11.2007 «ἐγκύκλιον» τήν ὑπογεγραμμένην παρά τῶνἐκπεσόντων καί ἀποκηρυχθέντων καί ἤδη Καθαιρεθέντων ψευδεπισκόπων: Νικολάου, Παχωμίου, Γαλακτίωνος, Ταρασίου (δέν ὑπογράφει), Ἀνδρέου, Χρυσο¬στόμου, (ὑπογράφει δι' ἀντιπροσώπου), Παντελεήμονος, Ἰγνατίου, Σεβαστιανοῦ, καί Λαζάρου, ἐν ἧ διακηρύσσουν ΑΠΟΛΥΤΩΣ ΨΕΥΔΩΣ καί ΜΕΤΑ ΠΟΛΛΟΥ ΔΟΛΟΥ ΚΑΙ ΑΠΑΤΗΣ ὅτι ἡ ἐν Ἑλλάδι Ἱερά Σύνοδος τήν 15/28 Ὀκτωβρίου 1971 «ἐδέχθη χειροθεσίαν» καί ὄχι συγχωρητικήν εὐχήν.

2) Τήν ἀπό 1974 «Ἐξομολογητικήν ἐπιστολήν» ὡς καί τήν ὁμοίαν, ἀπό 2004 τοῦ τέως «Ἀργολίδος» Παχωμίου Ἀργυροπούλου.

3) Τάς βλασφημίας περί σχίσματος τοῦ 1937 ὑπό τοῦ Βρεσθένης Ματθαίου καί χειροθεσίας τοῦ 1971, τάς σαφῶς διατυπουμένας ἐν τῶ διατακτικῶ τοῦ «54/76 Ἀπαλλακτικοῦ Βουλεύματος τοῦ Συμβουλίου Πλημμελειοδικῶν Πειραιῶς», καί τάς ὁποίας ὁ τέως «Πειραιῶς» Νικόλαος ΩΜΟΛΟΓΗΣΕΝ ἐνώπιόν του καί ΑΠΕΔΕΧΘΗ, προκειμένου νά «ἀναγωρισθῆ» ὡς «κανονικός ἐπίσκοπος» καί ὅτι δέν «ἀντιποιεῖται ἐκκλησιαστικόν λειτούργημα». Ταῦτα πάντα ὡς ΑΚΡΑΙΑΣ ΒΛΑΣΦΗΜΙΑΣ κατά τοῦ ἁγίου Πνεύματος, ἥγουν τῆς ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΔΙΑΔΟΧΗΣ καί τῆς ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑΣ τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου  Ἐκκλησίας, ΟΜΟΦΩ¬ΝΩΣ ΑΠΕΡΡΙΨΕΝ, ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΕΝ ΚΑΙ ΠΑΡΕΔΩΚΕΝ ΤΡΙΣ ΤΩ ΑΙΩΝΙΩ ΑΝΑΘΕΜΑΤΙ, εἰς δέ τούς ὑπογράφοντας ἤ ἀποδεχθέντας τά βδελύγματα ταῦτα κατά τῆς Ἐκκλησίας, καί ἐμμένοντας εἰς αυτάς, Κανονικῶς καί πάντως διά Ποιμαντικούς λόγους, ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ ΤΗΝ ΠΟΙΝΗΝ ΤΗΣ ΚΑΘΑΙΡΕΣΩΣ.

4) Τήν κατά τοῦ ἐλλογιμωτάτου θεολόγου Ἐλευθερίου Γκουτζίδη σκευωρίαν (1997-2002) τῶν Φλωρινικῶν «Ἀχαῒας» κ. Καλλινίκου, καί τῶ συνεργαζομένω αὐτῶ κ. Ἀθ. Σακαρέλλω καί τῶν παρά τῆ Ἱερᾶ Συνόλω ἐγκαθέτων αὐτῶν, Μοναχοῦ Μαξίμου Τσακίρογλου καί Δημητρίου Κάτσουρα, περί ΔΗΘΕΝ «ἀμαρτύρου», «καινοτομίας» «κακοδοξίας» καί «ἐκκλησιολογικῆς καί Τριαδολογικῆς αἱρέσεως», καί ἐν τέλει τήν διά τοῦ κ. Νικολάου Εἰσήγησίν των καί τήν μέ Α.Π. 3166/14/27.2.2002 «ἀπόφασίν των περί ἀκοινωνησίας» εἰς τόν Ἐλ. Γκουτζίδη ΑΠΕΡΡΙΨΕΝ, ΕΚΗΡΥΞΕΝ ΑΚΥΡΟΝ καί ΠΑΡΕΔΩΚΕΝ ΤΩ ΑΝΑΘΕΜΑΤΙ, καλεῖ δέ τούς σκευωρούς εἰς ἔμπρακτον μετάνοιαν.

5) Τάς μέ Α.Π. 13/26.2.2006 καί 3285/22.4.2008, ἀποφάσεις περί «ἀργίας» καί «καθαιρέσεως» τοῦ Πανοσιολογιωτάτου Ἱερομονάχου Ἀμφιλοχίου Ταμπουρᾶ, ἐκήρυξεν ΑΚΥΡΟΥΣ καί ΑΠΕΡΡΙΨΕΝ, εἰς δέ τόν τέως Ἀργολίδος Παχώμιον Ἀργυρόπουλον καθώς καί εἰς τόν Ἰγνάτιον Δάσσιον ἐπέβαλεν τήν ποινήν τῆς ΚΑΘΑΙΡΕΣΕΩΣ, διά καθαρῶς Κανονικούς καί ἰδιαιτέρως ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΟΥΣ λόγους.

6) Τάς μέ Α.Π. 3282/27.11.2007 καί 3298/7.8.2009 «Ἀποφάσεις - Πράξεις», περί «καθαιρέσεων, ἀφορισμῶν» κ.λπ. κατά τοῦ Σεβ/του Μητροπολίτου Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς κ. Κηρύκου ΚΗΡΥΣΣΕΙ ΩΣ ΑΠΟΛΥΤΩΣ ΑΚΥΡΟΥΣ, μηδέν Κανονικόν καί πραγματικόν ἔργον παραγαγούσας, ὡς ὁλοκληρωτικῶς ψευδεῖς κατά τό διατακτικόν καί ὡς προελθούσας παρά ἐκπεσόντων καί αὐτοεκβληθέντων τῆς Ἐκκλησίας καί τέλος καί ὡς κανονικῶς καί ἀπολύτως ἠτιολογημένως ΑΠΟΚΕΚΗΡΥΓΜΕΝΩΝ καί ΔΙΑΓΕΓΡΑΜΜΕΝΩΝ ἐκ τῶν Διπτύχων τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου  Ἐκκλησίας  τῆς Ἑλλάδος, ΠΑΡΕΔΩΚΕΝ ΤΩ ΑΙΩΝΙΩ ΑΝΑΘΕΜΑΤΙ.

7) Τάς κατά τῆς Ἁγίας Ζ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου διατυπωθείσας βλασφημίας καί κηρυχθείσας «γυμνῆ τῆ κεφαλῆ» αἱρέσεις τοῦ Νικολάου, ὡς καί τάς παραχαράξεις καί παρερμηνείας Πατερικῶν καί Συνοδικῶν κειμένων, παρέδωσε ἐπί¬σης τῶ αἰωνίω ἀναθέματι, συμφώνως καί μέ τήν ἐντολήν τῆς ἰδίας τῆς Ζ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου καθ’ ἥν: "Τοῖς μή ὀρθῶς τάς τῶν ῾Αγίων Διδασκάλων τῆς τοῦ Θεοῦ ᾿Εκκλησίας θείας φωνάς ἐκλαμβανομένοις, καί τά σαφῶς καί ἀριδήλως ἐν αὐταῖς διά τῆς τοῦ ἁγίου Πνεύματος χάριτος εἰρημένα, παρερμηνεύειν τε καί περιστρέφειν πειρωμένοις. ᾿Ανάθεμα τρίς"         .

Β΄ Τούς «ἐπί καταλύσει τῆς πίστεως» τολμήσαντας τάς τοιαύτας ληστρικάς ἱεροσύλους, ἐκκλησιομάχους πράξεις, θεωρεῖ ἤδη αὐτοκαθηρημένους καί ἐκπεσόντας τῆς Ὀρθοδόξου Ὁμολογίας καί Ἐκκλησιολογίας, καί ἑπομένως ξένους καί παηλλοτριωμένους τῆς Ἐκκλησίας, περιπεσόντας δέ εἰς τήν αἵρεσιν τοῦ παλαιοημερολογιτικοῦ Οἰκουμενισμοῦ, διό καί τούς ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ:

α) Ἐπί παλαιοημερολογιτικῶ Οἰκουμενισμῶ.
β) Ἐπί συνωμοσία κατά τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, φατρία τυρεία καί δημιουργία σχίσματος μέ οἰκουμενιστικήν σκοπιμότητα.
γ) Ἐπί ἀπειθεία, ἀπειθαρχία, ἀνυπακοῆ πρός τήν Κανονικήν Τάξιν καί παντελῆ περιφρονήσει αὐτῆς
δ) Ἐπί ἀρνήσει τῆς Ἀρχιερωσύνης καί βλασφημία κατά τού Ἀγίου Πνεύματος, ὡς μή ἐπιφοιτήσαντος κατά τάς Κανονικάς χειροτονίας τού 1935 καί 1948..
ε) Ἐπί παραχαράξει καί παρερμηνεία Ἁγιογραφικῶν Πατερικῶν καί Συνοδικῶν κειμένων.
στ) ‘Επί ἀρνήσει διακηρύξεως τῆς καθαρᾶς καί γνησίας Ὁμολογίας τῆς ἀκαινοτομήτου Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας,
ζ) Ἐπ συμπλάσει ψευδοῦς κατηγορητηρίου 
η) Ἐπί τη κηρύξει «γυμνῆ τη κεφαλή» τῆς οἰκουμενιστικῆς θεωρίας, ὅτι ἡ «Ἐκκλησία ἦτο διηρημένη ἤ εἶναι δυνατόν νά διαιρεθῆ».

ΔΙΑ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΟΥΣ ΔΕ ΛΟΓΟΥΣ 

Λαβών ὑπ’ ὄψιν ὅτι μέ τάς ἀνωτέρω πράξεις των, εἰς ἅς ἀμετανοήτως ἐμμένουν οἱ Νικόλαος Μεσσιακάρης, Παχώμιος Ἀργυρόπουλος, ‘Ιγνάτιος Δάσσιος καί Παντελεήμων Ντέσκας ὑπέπεσαν εἰς τά επιτίμια τοῦ ΞΒ Κανόνος τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, ὁ ὁποῖος διαγορεύει: "Εἴ τις Κληρικός διά φόβον ἀνθρώπινον ... ἀρνήσηται τό ὄνομα τοῦ Κληρικοῦ καθαιρείσθω. Μετανοήσας δέ ὡς λαϊκός δεχθήτω", ὅπερ σημαίνει ὅτι ἐβλασφήμησαν εὐθέως κατά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί ἠρνήθησαν τήν ἀδιάκοπον συνέχειαν τῆς Ἀποστολικῆς των Διαδοχῆς, καθ’ ἅ ἀνωτέρω σαφῶς ἐξετέθη καί δέν δύνανται πλέον νά ειναι Ἀρχιερεῖς. Εἰς τήν ὑποσημείωσιν τοῦ Κανόνος τούτου ἀναγράφεται καί τὁ τοῦ Ἱεροῦ Χρυοστόμου: "Ἀρνήσεως οὐδέν χεῖρον ἁμάρτημα", ΟΜΟΦΩΝΩΣ ΑΠΟΦΑΙΝΕΤΑΙ ΚΑΙ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ  τήν καθαίρεσιν αὐτῶν ἀπό τῆς Ἀρχιερωσύνης καί τήν ἐπάνοδον των εἰς τήν τάξιν τῶν Μοναχῶν.

Ἐπίσης, λαβών ὑπ’ ὄψιν ὅτι οἱ ΓΑΛΑΚΤΙΩΝ ΓΚΑΜΙΛΗΣ, ΑΝΔΡΕΑΣ ΣΥΡΟΣ ΚΑΙ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΣΥΡΟΣ, ἐνῶ παραμένουν εἰς κοινωνίαν μετ’ αὐτῶν, ὅπερ ἐπισύρει τήν ἰδίαν ποινήν, ὅμως καθ’ ἅ διαδίδεται δέν συμμερίζονται ἀπολύτως τά αἰρετικά καί βλάσφημα φρονήματα τῶν Νικολάου καί Παχωμίου κατά τῆς ‘Αποστολικῆς Διαδοχῆς, καί ἐκδηλώνουν τήν πρόθεσίν των νά ἔλθουν εἰς διάλογον μετά τῆς Πανορθοδόξου Ἱερᾶς Συνόδου, τό Ἀνώτατον Συνοδικόν Δικαστήριον, οἰκονομία χρώμενον, ἀπεφάσισεν, ὅπως ἀναμείνη τήν ἐκ μέρους των καταδίκην τῶν αἱρετικῶν καί βλασφήμων ὡς ἄνω ληστρικῶν καί αντιεκκλησιαστικῶν πράξεων, ὥστε νά ἀνοίξη ἡ ὁδός πρός διάλογον καί ἐπιστροφήν των εἰς τήν ‘Εκκλησίαν, ἐξ’ Ἤς κοινωνούντες μετά τῶν ἀνωτέρω, ἀπεκόπησαν.

ΣΧΕΤΙΚΩΣ μέ τόν πρώην Βερροίας Ταράσιον Καραγκούνην, τό Α.Σ.Δ. λαβόν ὑπ' ὄψιν: α) Τήν διαφοροποίησίν του ἐκ τῶν λοιπῶν εἰς τό θέμα τῆς μεταποιήσεως εἰς χειροθεσίαν τῆς Συγχωρητικῆς εὐχῆς τοῦ 1971 καί τήν ἕως τῆς σήμερον ὁμολογίαν του ὅτι ἡ Ἱερά Σύνοδος δέν ἐδέχθη χειροθεσίαν. β) Τήν ὑπ' Α.Π. 12/12.9.2003 ἐπιστολήν του «πρός τόν Πειραιῶς Νικόλαον» («Ο.Π.» Δεκέμβριος 2003, σελ. 463-467), διά τῆς ὁποίας μέ τήν δήλωσιν περί Συγχωρητικῆς εὐχῆς, ταυτοχρόνως τόν ἐλέγχει καί διά τήν συμπαιγνίαν περί παραιτήσεως τοῦ ἀρχιεπισκόπου καί ἀναρριχήσεως τοῦ ἰδίου εἰς τόν θῶκον καί γ) Τό γεγονός ὅτι δέν ὑπέγραψεν τά βλάσφημα καί ληστρικά κείμενα: 3280/28.11.2007, περί χειροθεσίας ἐγκύκλιον τῶνΝικολαϊτῶν, 3282/28.11.2007 «πρᾶξιν καθαιρέσεως» κατά τοῦ Σεβ/του Μητροπολίτου Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς Κηρύκου, καί τήν 3285/22.4.2008 «πρᾶξιν καθαιρέσεως» κατά τοῦ Πανοσ/του π. Ἀμφιλοχίου, ἐπεφυλάχθη νά λάβη οἱανδήποτε ἀπόφασιν παρέχον αὐτῶ πίστωσιν χρόνου, ὅπως καί εἰς ἅπαντας τούς Κληρικούς, Μοναχούς καί λαϊκούς, οἵτινες κοινωνοῦν τοῖς βλασφήμοις, ἐκκλησιομάχοις Νικολαίταις, ὥστε νά κατανοήσουν ὅτι οἱαδήποτε περαιτέρω σχέσις ἑνότητος καί κοινωνίας μετά τῶν συγκεκριμένων ἀλλοτρίων τῆς Ἐκκλησίας Ἐπισκόπων, αὐτοδικαίως τούς καθιστᾶ κοινωνούς καί συνεργούς ὅλων τῶν κατά τῆς Ἐκκλησίας ἐγκλημάτων των, ἤτοι, τῶν βλασφημιῶν καί ἐκκλησιομαχιῶν τῶν δεινῶς σχισματοαιρετικῶν Νικολαϊτῶν.
Ἅπαντας τούς ἀνωτέρω προτρέπει ὅπως ἐν ταπεινώσει καί προσευχῆ ἀναζητήσουν τήν φωτιστικήν χάριν τοῦ Παναγίου Πνεύματος, ἵνα ἵδωσιν τήν μετοχήν των εἰς τήν ἐν λόγω ἐσχάτην κατά τῆς Ἐκκλησίας  καί τοῦ Χριστοῦ προδοσίαν των, μετανοήσουν καί χάριτι Χριστοῦ ἀναζητήσουν καί βαδίσουν τήν ὁδόν τῆς ἐπιστροφῆς εἰς τήν Μητέραν μας ἐκκλησίαν διά τήν ἰδικήν του ἕκαστος σωτηρίαν.

Εἰς τήν ἀπόφασιν ταύτην προβαίνει τό ‘Ανώτατον Συνοδικόν Δικαστήριον διότι τοῦτο ἐπιτάσσουν οἱ ἀνωτέρω ἀναφερθέντες καί ἀναγνωσθέντες Ἱεροί Κανόνες, ἀλλά καί διότι ἔχει τήν συνείδησιν ὅτι κατά τήν διδασκαλίαν τῆς Ἐκκλησίας τά ἐπιτίμια κατά τῶν παραβατῶν τῆς Κανονικῆς Τάξεως καί τῶν ἐξερχομένων τῆς Ἐκκλησίας, τίθενται διαπιστωτικῶς καί κυρίως διά τήν συνειδητοποίησιν ὑπ’ αὐτῶν τῶν ἐκκλησιαστικῶν των ἐγκλημάτων καί τήν ἐν μεταμελεία ἐπάνοδον αὐτῶν εἰς τήν Ἐκκλησίαν.

Ἡ παροῦσα ἀναγνωσθεῖσα καί ἐγκριθεῖσα ἐν ΣΧΕΔΙΩ, ὑπογράφεται σήμερον, πρωίαν Σαββάτου τῆς 29 Νοεμβρίου 2009 (Π.Ἡ.), θέλει δέ ἀποσταλῆ εἰς οὕς ἀφορᾶ, ἀφοῦ προηγουμένως καθαρογραφῆ, καί τεθῆ ὑπ' ὄψιν ἁπάντων τῶν μελῶν τοῦ συνεδριάσαντος ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΣΥΝΟΔΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ πρός τελικήν ἔγκρισιν καί ὑπογραφήν.

Πρός τόν σκοπόν αὐτόν τό Δικαστήριον ἐξουσιοδοτεῖ τούς Σεβ/τους Μητροπολίτας: 1) Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς Κήρυκον τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου  Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καί 2) Κιτίου καί πάσης Κύπρου Παρθένιον τῆς Γνη¬σίας Ὀρθοδόξου  Ἐκκλησίας  τῆς Κύπρου καθώς καί τόν Γραμματέα τοῦ Α.Σ. Δικαστηρίου π. Ἀμφιλόχιον Ταμπουρᾶν, ὡς ἐπιμεληθῶσιν καί καθορογράψουν τό ἐπίσημον κείμενον τῆς παρούσης ΑΠΟΦΑΣΕΩΣ τό ὁποῖον ἐγκριθήσεται καί ὑπογραφήσεται ἐν ἑτέρα συνεδριάσει.

*******

Ἡ παροῦσα ΠΡΑΞΙΣ μεθ' ἁπασῶν τῶν ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ ἐφ' ὅλων τῶν ἐκδικασθέντων θεμάτων, καθαρογραφεῖσα, καί ἀναγνωσθεῖσα κατετέθη σήμερον Παρασκευή τῆς Διακαινησίμου 2010, ἐνώπιον τοῦ ἰδίου ἀνωτάτου Συνοδικοῦ Δικαστηρίου, τό ὁποῖον συνεκλήθη καί συνεδρίασεν ἐκτάκτως ἐν Μοβιλίτσα τῆς ἐπαρχίας Βράντσεα Ρουμανίας, καί τό ὁποῖον ΕΝΕΚΡΙΝΕ ΤΑΥΤΗΝ ΚΑΙ ΤΗΝ ΥΠΕΓΡΑΨΕΝ ΩΣ ΚΑΤΩΘΙ:

ΤΟ ΑΝΩΤΑΤΟΝ ΣΥΝΟΔΙΚΟΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΝ

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ                             
 + Ὁ Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς   ΚΗΡΥΚΟΣ
(τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος)

(Τ.Σ.Υ.)
     
ΤΑ ΜΕΛΗ     

  + Ὁ Βράντσεα ΓΕΡΟΝΤΙΟΣ
( τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρουμανίας)

(Τ.Σ.Υ.)


+ Ὁ Κένυας ΜΑΤΘΑΙΟΣ
(τῆς Ἐκκλησίας  τῆς Ἀλεξανδρείας)

(Τ.Σ.Υ.)


+ Ὁ Κιέβου ΣΕΡΑΦΕΙΜ
 (τῆς Ἐκκλησίας τῆς Οὐκρανίας)

(Τ.Σ.Υ.)


+ Ὁ Κιτίου ΠΑΡΘΕΝΙΟΣ
(τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου)

(Τ.Σ.Υ.)

Ὁ Ἀρχιγραμματεύς 

(Τ.Σ.Υ.)

                                        
+ Ἱερομόναχος
Ἀμφιλόχιος  Ταμπουρᾶς

(Τ.Σ.Υ.)

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΟΙ ΣΑΡΑΝΤΑ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΜΑΡΤΥΡΕΣ

ΟΙ ΡΩΣΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΣΠΟΡΑΣ ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΑΠΕΔΕΧΘΗΣΑΝ ΤΗΝ ΟΜΟΛΟΓΙΑΝ ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑΝ ΜΑΣ