Η ΣΚΕΥΩΡΙΑ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΑΝΑΡΧΟΥ ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ

+ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΚΗΡΥΚΟΥ ΚΟΝΤΟΓΙΑΝΝΗ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ ΚΑΙ ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ ΤΗΣ ΑΚΑΙΝΟΤΟΜΗΤΟΥ ΓΝΗΣΙΑΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Η ΣΚΕΥΩΡΙΑ ΠΕΡΙ ΤΟΥ «ΑΝΑΡΧΟΥ» ΑΝΑΤΥΠΟΝ ΑΠΟ ΤΑ ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΤΗΣ ΚΑΤΑ ΝΟΕΜΒΡΙΟΝ ΤΟΥ 2009 ΔΙΕΞΑΧΘΕΙΣΗΣ ΔΙΚΗΣ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΝΙΚΟΛΑΙΤΩΝ ΒΛΕΠΕΤΕ ΕΝ: «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΠΝΟΗ» ΤΕΥΧΟΣ 191, ΙΑΝ. - ΦΕΒΡ. 2010 ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΠΝΟΗΣ» ΚΟΡΩΠΙ 2011 ΑΝΤΙ ΠΡΟΛΟΓΟΥ ΕΙΣ ΤΟ ΠΑΡΟΝ ΤΕΥΧΙΔΙΟΝ Ἀφορμήν τῆς ἐκδόσεως και κυκλοφορίας του παρόντος τευχιδίου είναι το γεγονός ὅτι ὁ ὑπόδικος ἐνώπιον τοῦ Ἀνωτάτου Συνοδικού Δικαστηρίου ψευδεπίσκοπος Σεβαστιανός προέβη εἰς μίαν ακόμη ἀπονενοημένην πράξιν. Ἤτοι ἐκυκλοφόρησεν τον Ἡμεροδείκτην τοῦ 2011, τοῦ ὁποίου ἡ ὕλη γέμει ψευδῶν κατηγοριῶν και αἰτιάσεων κατά τῆς ἐμῆς ἐλαχιστότητος τοῦ Μητροπολίτου Μεσογαίας και Λαυρεωτικῆς Κηρύκου, ἐπαναβιώνων την σκευωρίαν περί τῆς δῆθεν αἱρέσεως τῆς «κοινωνίας προσώπων εἰς τον Τριαδικόν Θεόν», ἡ ὁποία δῆθεν ὑπάρχει εἰς την διατύπωσιν τοῦ θεολόγου Ἐλευθερίου Γκουτζίδη: «περί πρώτης ἀνάρχου, αἰωνίας και ἀοράτου Ἐκκλησίας». Εἰς τό παρόν τευχίδιον, (Ὀρθόδοξος Ἐνημέρωσις Νο 542/Ιανουάριος 2011) παρουσιάζεται ἡ ἀνάλυσις τῆς περί «ανάρχου» σκευωρίας, την ὁποίαν ἐξεκίνησαν πρῶτοι οἱ Φλωρινικοί και συγκεκριμένα ὁ σημερινός «Αρχιεπίσκοπός» των Καλλίνικος Σαραντόπουλος, καί τήν ὁποίαν ὅλως ἀναποδείκτως συνεχίζουν οἱ Νικολαίται, καί τήν ὁποίαν συνέπλασαν και μετεποίησαν αὐθαιρέτως, ἀναποδείκτως και δολίως εἰς κατηγορίαν κατά τοῦ θεολόγου Ἐλευθερίου Γκουτζίδη, τον ὁποῖον «ψευδοαφώρισαν» και τῆς ἐμής ἐλαχιστότητος, τον ὁποῖον «ψευδοκαθήρεσαν» και «ψευδοαφώρισαν». Ἐλάχιστος ἐν Ἐπισκόποις + Ὁ Μεσογαίας και Λαυρεωτικῆς Κήρυκος ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΕΝΗΜΕΡΩΣΙΣ ΘΕΜΑΤΑ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΟΜΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΟΙΚΟΔΟΜΗΣ, ΗΤΟΙ ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑΣ, ΑΓΙΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΑΙΡΕΤΙΚΟΥ ΑΓΩΝΟΣ ΤΗΣ ΑΚΑΙΝΟΤΟΜΗΤΟΥ ΓΝΗΣΙΑΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Ἔκδοσις τῆς νεοιδρυθείσης «ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ» τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς τῆς ἀκαινοτομήτου γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἡ ὁποία ἑδρεύει εἰς τό «Ἱερόν Ἡσυχαστήριον Ιεραποστολικόν Κέντρον Παναγίας Παραμυθίας καί Ἅγιοι Πάντες» (‘Ανδρέου Συγγροῦ 55-59, Περιοχή Πλάτωνος ‘Αχαρνῶν). Τηλέφωνα: Μητροπόλεως: 210.6020176, 210.2466057 καί 6977290326 ΤΕΥΧΟΣ 542 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 2011 Η ΣΚΕΥΩΡΙΑ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΑΝΑΡΧΟΥ ΑΠΟ ΤΑ ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΤΗΣ ΚΑΤΑ ΝΟΕΜΒΡΙΟΝ 2009 ΔΙΕΞΑΧΘΕΙΣΗΣ ΔΙΚΗΣ ΔΙΚΗΣ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΝΙΚΟΛΑΙΤΩΝ (ΒΛΕΠΕΤΕ: «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΠΝΟΗ» , ΤΕΥΧΟΣ 191, ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ - ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2010) ΠΑΡΑΛΛΗΛΟΙ ΔΙΩΞΕΙΣ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ ΓΚΟΥΤΖΙΔΗ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΕΒ. ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ ΚΑΙ ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ ΚΗΡΥΚΟΥ (Τό θέμα παρουσιάζει ἐνώπιον τοῦ ἀνωτάτου Συνοδικοῦ Δικαστηρίου, ὁ Σεβ/τος κ. Κήρυκος, ἐνῶ ὁ θεολόγος Ἐλευθέριος Γκουτζίδης καταθέτει ὁσάκις τοῦ ζητεῖται). «ΝΕΟΣ ΘΕΟΛΟΓΙΚΟΣ ΔΙΑΛΟΓΟΣ» ΠΡΟΣ ΕΝΩΣΙΝ! Τήν ἰδίαν περίοδον ἀπό τό 1996 καί μετά 1997, 1998, ὅπως ἤδη ἐλέχθη, οἱ Δ. Κάτσουρας καί Μον. Μάξιμος Τσακίρογλου, συνεργάζονται μετά τῶν Φλωρινικῶν «Ἀχαΐας» Καλλινίκου Σαραντοπούλου καί Ἀθαν. Σακαρέλλου καί ἀποφασίζουν, κατ' ἀρχάς μυστικῶς, νέον διάλογον πρός ἕνωσιν, (Φλωρινικῶν καί «Ματθαιϊκῶν»), ἐπί τῆ βάσει τῆς δῆθεν ἰδίας Ὁμολογίας - Ἐκκλησιολογίας καί βάσει «τῆς ἰδίας ἀποστολικῆς Διαδοχῆς», ἤτοι, τῶν μέν Φλωρινικῶν διά τῆς κατά τό 1960 χειροτονίας τοῦ ἀκακίου Παπᾶ ὑπό τοῦ ἐπισκόπου Σικάγου Σεραφείμ, τῆς Ρωσικῆς Διασπορᾶς, τῶν δέ «Ματθαιϊκῶν» διά τῆς ἀπό τό 1971, «χειροθεσίας» ἐπίσης ὑπό τῆς Ρωσικῆς Συνόδου τῆς Διασπορᾶς. Τό ὅλον κίνημα ἀποκαλυφθέν προσέκρουσεν πάλιν εἰς τόν θεολόγον Ἐλευθέριον Γκουτζίδην, ὁ ὁποῖος εἰσηγήθη, ὅπως ὁ ἀπαραδέκτως κρυφίως συμφωνηθείς νέος διάλογος ἀποτελέση συνεπῆ συνέχειαν τοῦ Κανονικοῦ καί Ὀρθοδόξου θεολογικοῦ Διαλόγου κατά τά ἔτη 1988-1991. Ἐζήτησεν ἐπί τό ἀκριβέστερον νά συνεχισθῆ ἐκεῖνος ὁ Θεολογικός Διάλογος ἐκ τοῦ σημείου εἰς τό ὁποῖον διεκόπη, ἤτοι ἐκ τοῦ γ΄ θέματος: «Τό σχίσμα τοῦ 1937» καί νά ὁλοκληρωθῆ καί μέ τά ἑπόμενα, ἤτοι, τό δ΄ θέμα: «Χειροτονίαι 1948», τό Ε΄ θέμα: «Χειροτονίαι Ἀκακίου 1960», καί τό ΣΤ΄ θέμα: «ἡ λεγομένη "Χειροθεσία" 1971». Κατόπιν τούτου ἐγκατελείφθη σιωπηρῶς αὐτός ὁ νέος θεολογικός διάλογος, οὐσία δέ προδοσία, ἐνῶ αὐτό ἀκριβῶς τό γεγονός, ἀπετέλεσεν ἕναν ἀκόμη λόγον νά διωχθῆ μέχρι «θανάτου» ὁ θεολόγος Ἐλευθέριος Γκουτζίδης. Η ΣΚΕΥΩΡΙΑ «ΠΕΡΙ ΑΝΑΡΧΟΥ» Ἡ κατά τήν Κυριακή τῆς ‘Ορθοδοξίας 1997 ὁμιλία τοῦ θεολόγου Προηγουμένως κατά τό ἔτος 1977, τό ἴδιον πρόσωπον, τήν Κυριακήν τῆς Ὀρθοδοξίας ὡμίλησεν εἰς τόν Μητροπολιτικόν Ναόν τῆς Θεσσαλονίκης μέ θέμα: «ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΔΙΩΚΤΑΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ»(*), καί ἰδιαιτέρως τά μετά τό 1935 προδοτικά σχέδια τῶν Φλωρινικῶν, ἀλλά καί τῶν θεωρουμένων εἰσέτι ὡς ἡμετέρων, οὐσία ὅμως ἐγκαθέτων, λαϊκῶν, μοναχῶν καί ἰδιαιτέρως ἐπιόρκων ἐπισκόπων μας. Αὐτό τό γεγονός εἶχεν ὡς ἀποτέλεσμα νά ἐγερθοῦν ἐναντίον του ὅλοι αὐτοί ἐν χορῶ. Εἰδικώτερον, κατά τήν ἐν λόγω ὁμιλίαν του, ὁ ὁμιλητής ἔθεσεν εἰς τήν βάσιν των τά θέματα τῆς Ὁμολογίας Ἐκκλησιολογίας, Ἀποστολικῆς Διαδοχῆς, τό Φλωρινικόν Σχίσμα κ.λπ., μεθ' ὅ, τό Φλωρινικόν Κέντρον, διά τῶν ἐγκαθέτων του ἀπήντησεν: «Ἤ θά ρίξη νερό στό κρασί του, ὁ κ. Γκουτζίδης, καί θά τά βροῦμε, ἤ ἄλλως θά διωχθῆ καί θά περιθωριοποιηθῆ κατασυκοφαντημένος». Οὕτω τό 2002 ἀπεφάσισαν καί τόν «Συνοδικόν ἀφορισμόν» του, ἤτοι τήν «ἀκοινωνησίαν», μέ τήν νέαν πρόφασιν, περί δῆθεν ὡς «ἀμαρτύρου» τῆς Διατυπώσεως: «Δέ θά ὁμιλήσω σήμερον διά τήν πρώτην ἄναρχον, αἰώνιαν καί ἀόρατον ἐκκλησίαν..., τοῦ ἑνός Θεοῦ», τήν ὁποίαν συνεσκευώρησαν ἐκίνησαν οἱ κατωνομασθέντες Φλωρινικοί καί ἡμέτεροι, ἀπό τοῦ τέλους τοῦ 1997 καί τήν ἐσυνέχισαν κλιμακουμένην μέχρι σήμερον. Διά νά προχωρήσουν τά περί ἑνώσεως - προδοσίας σχέδιά των οἱ Φλωρινικοί καί οἱ ἡμέτεροι, μοναχός Μάξιμος μετά τῶν αὐταδέλφων του, ἱερομονάχου Στεφάνου καί Νεοφύτου, καί ὁ Δημήτριος Κάτσουρας, ἔπρεπε νά μήν γίνεται οὐδείς λόγος περί ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑΣ καί ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΔΙΑΔΟΧΗΣ, οὔτε περί τῶν πέντε σχισματοαιρετικῶν, οὔτε περί Φλωρινικοῦ σχίσματος, πολύ δέ περισσότερον περί πραγματικοῦ Θεολογικοῦ Διαλόγου ἐν ἀγάπη καί ἀληθεία, ὁ ὁποῖος, ἤδη κατά τά ἔτη 1988-1991, εἶχεν φθάσει εἰς τό Γ΄ Θέμα, τό ὁποῖον ἀφεώρα τό ΣΧΙΣΜΑ ΤΟΥ 1937, ἐνῶ ἠκολούθουν καί τά θέματα: Δ΄ «ΑΙ ΧΕΙΡΟΤΟΝΙΑΙ ΤΟΥ 1948», ΣΤ΄ «Η ΟΥΤΩ ΛΕΓΟΜΕΝΗ ΨΕΥΔΩΣ «ΧΕΙΡΟΘΕΣΙΑ» τοῦ 1971»! Ε΄ «Η ΧΕΙΡΟΤΟΝΙΑ ΤΟΥ ΑΚΑΚΙΟΥ ΠΑΠΑ ΚΑΤΑ ΤΟ 1960», ὑπό μόνου τοῦ Ρώσου ἐπισκόπου Σικάγου Σεραφείμ, καί παρά τήν σχετικήν ἀπαγόρευσιν τῆς Ρωσικῆς Συνόδου. Περί ὅλων αὐτῶν, ἤδη ἀπό τό 1996, ἐν τῶ συνόλω των οἱ σκευωροί, δέν διενοοῦντο νά γίνεται λόγος, ἀλλ' ἐπιμελῶς ἐνήργουν ὥστε νά ξεχασθοῦν παντελῶς! Ὅστις δέ διενοεῖτο νά τά φέρη εἰς φῶς ἐδιώκετο, ἐτίθετο εἰς «ἀργίαν», «ἀφωρίζετο» καί ἐν τέλει «καθηρεῖτο»! Οὕτω, παραλλήλως μέ τάς διώξεις κατά τοῦ π. Ἀμφιλοχίου, ἐδιώχθησαν καί ὁ θεολόγος Ἐλευθέριος Γκουτζίδης καί πρό πάντων ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Κήρυκος, διότι πλήν ἄλλων, ἐτάχθησαν ὑπέρ τῶν θέσεων τοῦ π. ἀμφιλοχίου, περί ΣΥΝΟΔΙΚΗΣ ΟΜΟΛΟΓΙΑΣ, ΚΑΝΟΝΙΚΗΣ ΤΑΞΕΩΣ κ.λπ. καί πρό πάντων, ὡς ἔδει, ἐτάχθησαν κατά τῆς ἐναντίον του σκευωρίας. Τέλος τά πάντα ἑστίασαν καί «ἐστήριξαν» εἰς τό ψεῦδος «περί ΑΝΑΡΧΟΥ», ἀμαρτύρου - καινοτομίας» κ.λπ. τῆς διατυπώσεως τοῦ θεολόγου, καθ' ἥν τήν πλήρη καί τελείαν ἑνότητα ἀγάπης καί κοινωνίας τῆς ὁμοουσίου καί Τρισυποστάτου Θεότητος ἀπεκάλεσεν «Πρώτην Ἄναρχον, τελείαν καί προαιωνίαν Ἐκκλησίαν, περί τῆς ὁποίας οὐδείς δύναται νά ὁμιλῆ, ἐνῶ αὕτη ἡ ὑπερούσιος ἑνότης καί κοινωνία τῆς Ἁγίας Τριάδος ἀντανακλᾶται εἰς τήν κατά χάριν καί ἐνέργειαν τοιαύτην τῶν προσώπων τῆς ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Εἰς τό σημεῖον αὐτό ἐκρίθη ἀπαραίτητον ὅπως ἀναγνωσθῆ ὁλόκληρος ἡ σχετική εἰσαγωγική ἑνότης, ἡ ὁποία προηγήθη τῆς ἱστορικῆς ὁμιλίας τοῦ Ἐλευθερίου Γκουτζίδη κατά τήν Κυριακήν τῆς Ὀρθοδοξίας τοῦ 1997. «ΠΙΣΤΕΥΩ ΕΙΣ ΜΙΑΝ, ΑΓΙΑΝ, ΚΑΘΟΛΙΚΗΝ ΚΑΙ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΝ Ἡ Ἔννοια τῆς Ἐκκλησίας Ἡ ἐκκλησία κατά τήν ἁγίαν Γραφήν καί τήν ἐν γένει ὀρθόδοξον διδασκαλίαν, εἶναι θεῖον καί ἀνθρώπινον ἐγκαθίδρυμα. Εἶναι ὁρατή καί ἀόρατος πραγματικότης! Εἶναι ἕνωσις Οὐρανοῦ καί Γῆς! Εἶναι ὁ Χριστός καί οἱ πιστοί. Εἶναι ὁ Παράκλητος, ὁ ὁποῖος ἀπό τήν ἡμέραν τῆς Πεντηκοστῆς συγκροτεῖ καί συνέχει ὅλον τόν Θεσμόν τῆς ἐκκλησίας(1). Δέν θά ὁμιλήσω σήμερον διά τήν πρώτην, ἄναρχον, αἰωνίαν καί ἀόρατον ἐκκλησία, διότι αὕτη εἶναι ἡ τελεία Κοινωνία τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Εἶναι ἡ πλήρης καί τελεία κοινωνία καί ἀδιαίρετος ἑνότης τῶν τριῶν Θείων Προσώπων, τοῦ ΕΝΟΣ Θεοῦ. Θά ὁμιλήσω ὅμως διά τήν ἀποκεκαλυμμένην ἐπί τῆς γῆς ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία ὅμως ὡς ὑπάρχουσα, ἐν τῆ προαιωνία βουλή τοῦ ἀνάρχου Θεοῦ καί πρό τῆς ἱδρύσεώς Της, εἶναι καί αὕτη προαιωνία. Ἡ ἀπαρχή τῆς ἐπί γῆς ἀποκεκαλυμμένης ἐκκλησίας, εὑρίσκεται ἐν τῶ Χριστῶ, ὁ ὁποῖος, διά τῆς ἐνανθρωπήσεως, τοῦ κηρύγματος, τοῦ Εὐαγγελίου, τῆς Σταυρικῆς του θυσίας καί τῆς Ἀναστάσεως, ἱδρύει τήν ἐπί γῆς ἐκκλησίαν Του. Λέγοντες, ἀγαπητοί καί σεβαστοί ἐν Χριστῶ ἀδελφοί καί Πατέρες, λέγοντες ἐκκλησίαν, ἐννοοῦμεν ἕν καί μόνον πρᾶγμα: ΚΟΙΝΩΝΙΑΝ - ΕΝΟΤΗΤΑ Θεοῦ καί ἀνθρώπων. Ἐννοοῦμεν τό μυστήριον, διά τοῦ ὁποίου ὁ ἄνθρωπος καλεῖται νά γίνη Θεάνθρωπος, διότι ἐκκλησία εἶναι ὁ Χριστός, ὁ ὁποῖος διά τῶν μυστηρίων συνεχῶς προσλαμβάνει μυστικῶς τόν ἄνθρωπον, τόν καθιστᾶ σῶμα Του καί οὕτω τόν σώζει. Πρίν ἀπό τήν ἐπί γῆς ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ καί τῶν ἀνθρώπων ὑπάρχει ἡ ἐν οὐρανοῖς ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ καί τῶν ἀγγέλων. Αὕτη ὡς κοινωνία ἐκφράζεται εἰς τήν ὑπό τῶν ἀγγέλων δοξολογίαν τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, καθώς καί εἰς τήν ὑπ' αὐτῶν ἐκτέλεσιν τοῦ θελήματος Αὐτοῦ. Μετά τήν ἐκκλησίαν τῶν ἀγγέλων καί πρίν ἀπό τήν ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ, ἔχομεν τήν ἐκκλησίαν τῶν Πρωτοπλάστων, τήν ἐκκλησίαν τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἡ ὁποία δέν εἶναι ἄλλη ἐκκλησία, ἀλλ' ἡ προέκτασις τῆς ἐν οὐρανοῖς ἐκκλησίας τῶν ἀγγέλων, εἰς τήν γῆν. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος διδάσκει ὅτι ἡ ἐκκλησία «κατέβη ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ἀπό τοῦ Θεοῦ» (Ἀπόκ. ΚΑ΄, 2), καί ὁ Ἅγιος Εἰρηναῖος ὅτι «μετεφυτεύθη» εἰς τήν γῆν λαβοῦσα αἰσθητήν ὕπαρξιν διά τῶν πρωτοπλάστων. Ἡ ἐκκλησία ἐν προκειμένω μεγαλύνει τόν Χριστόν διότι «ἀρρήτως ἥνωσεν τά ἐπουράνια μέ τά ἐπίγεια καί μίαν ἐκκλησίαν ἀπετέλεσεν ἀγγέλων καί ἀνθρώπων» (Μηναῖον Νοεμ. η΄ Ὠδή Θ). Αὕτη ἡ ἐκκλησία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης (τῶν πρωτοπλάστων) τραυματισθεῖσα, διά τῆς παραβάσεως τῶν ἰδίων τῶν πρωτοπλάστων, διέκοψεν τό ἔργον της. Ἔργον τό ὁποῖον ἦτο ἡ κοινωνία καί ἑνότης τοῦ πλάσματος μετά τοῦ Δημιουργοῦ καθώς καί ἡ ὑπ' αὐτῶν συνέχισις τῆς λίαν καλῆς θείας δημιουργίας. Ἡ τετραυματισμένη καί ὡς «τάλαινα» καί ὡς «παγκληρία τῶν ἐθνῶν» ἐκκλησία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἀνέμενεν τήν ἀναδημιουργίαν της ὑπό τοῦ ἰδίου τοῦ Θεοῦ. Ὅτε δέ ἦλθε τό πλήρωμα τοῦ χρόνου, ἡ πεσοῦσα Ἐκκλησία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, γίνεται ὑπό τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ ἡ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ. Διά νά γίνη ἡ τετραυματισμένη Ἐκκλησία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἐχρειάσθη νά γίνη ὁ Θεός Λόγος ἄνθρωπος, νά φωτίση μέ τό φῶς τοῦ Εὐαγγελίου τό πνευματικόν σκότος, εἰς τό ὁποῖον ἐβυθίσθη ὁ πεπτωκώς ἄνθρωπος, νά θυσιασθῆ ἐπί τοῦ Σταυροῦ, νά ἐξαγοράση μέ τό αἷμα του τόν αἰχμαλωτισθέντα ἄνθρωπον, νά σχίση τό χειρόγραφον τῆς ἁμαρτίας καί, διά τοῦ θανάτου του, νά νικήση τόν θάνατον καί νικητής τοῦ θανάτου, πρωτότοκος νά ἀναστηθῆ ἐκ τῶν νεκρῶν, συνανιστῶν «παγγενῆ τόν Ἀδάμ». Μέ αὐτάς τάς θείας ἐνεργείας, αἱ ὁποῖαι συνθέτουν τό ὅλον μυστήριον τῆς «ΘΕΙΑΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ», ὁ Χριστός ἱδρύει τήν ἐκκλησίαν Του, ὅπερ σημαίνει: γκρεμίζει τό μεσότειχον τῆς ἁμαρτίας καί καθιστᾶ δυνατήν τήν ἑνότητα καί κοινωνίαν τοῦ ἀνθρώπου μετά τοῦ Θεοῦ. ἐκκλησία, λοιπόν, εἶναι τό μυστικόν «ἐργαστήριον», ἐντός τοῦ ὁποίου, ὁ Χριστός, ἀπό τήν ἡμέραν τῆς Πεντηκοστῆς, διά τῆς χάριτος τοῦ Παναγίου Πνεύματος, συνεχῶς καταργεῖ τήν ἁμαρτία, συντρίβει τόν θάνατον, δίδει τήν ζωήν καί φέρει εἰς κοινωνίαν καί ἑνότητα τόν ἄνθρωπον μετά τοῦ Θεοῦ. ἐκκλησία = μυστική παρουσία τοῦ Χριστοῦ ἐπί τῆς γῆς καί μυστική ἑνότης καί κοινωνία τῶν ἀνθρώπων μετ' Αὐτοῦ...». Παρεμβαίνει ὁ «Ἀχαΐας» Καλλίνικος Ἐκ τοῦ ἀνωτέρω προλόγου, τῆς ἐν λόγω ὁμιλίας τοῦ θεολόγου κατά τήν Κυριακήν τῆς Ὀρθοδοξίας 1997, οἱ Φλωρινικοί Καλλίνικος Σαραντόπουλος, Ἀθαν. Σακαρέλλος καί οἱ θεωρούμενοι ὡς ἡμέτεροι Μ. Μάξιμος καί Δ. Κάτσουρας, ἐπέλεξαν, διά νά χρησιμοποιήσουν ὡς Κατηγορητήριον, τήν παράγραφον: «Δέν θά ὁμιλήσω σήμερον διά τήν πρώτην, ἄναρχον, αἰωνίαν καί ἀόρατον ἐκκλησία, διότι αὕτη εἶναι ἡ τελεία Κοινωνία τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Εἶναι ἡ πλήρης καί τελεία κοινωνία καί ἀδιαίρετος ἑνότης τῶν τριῶν Θείων Προσώπων, τοῦ ΕΝΟΣ Θεοῦ». Τοῦτο δέ σκοπίμως ἐποίησαν διά νά ἀμαυρώσουν τήν ὁμιλίαν καί τόν ὁμιλητήν καί πρό πάντων καλυφθῆ τό ἔγκλημα τοῦ 1937 τοῦ πρ. Φλωρίνης καί ἐπιτύχουν τήν ἕνωσιν καταλύοντες καί τήν ἀποστολικήν Διαδοχήν καί τήν Ὁμολογίαν - Ἐκκλησιολογίαν τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἐνῶ ἡ φίμωσις καί περιθωριοποίησις τοῦ θεολόγου ἦτο ὁ πρώτιστος σκοπός των. Ἐν προκειμένω, ὁ Φλωρινικός «Ἐπίσκοπος Ἀχαΐας» Καλλίνικος, εἰς ἄρθρον του ὑπό τόν τίτλον: «ἀδελφοί ἤ ψευδάδελφοι», γράφει: «...Τό ἀναίτιο αὐτό σχίσμα (σ.σ. ἐννοεῖ τό Φλωρινικόν κατά τό 1937), ἐπέφερε ὀλέθρια ἀποτελέσματα στήν ἐκκλησία μας, γιατί ἔστρεψε τά μέλη της ἀντί τοῦ κοινοῦ ἐχθροῦ, πού ἦταν καί εἶναι ἡ αἵρεση κι ὁ Οἰκουμενισμός, ἐναντίον ἀλλήλων, πρός χαράν τῶν ὑπεναντίων. Ἀτυχῶς, τήν τακτικήν αὐτήν βλέπομεν ἐσχάτως νά συνεχίζουν ὡρισμένοι θεολόγοι τῶν Ματθαιϊκῶν. Εἴχομεν τήν ἐλπίδα ὅτι μετά τό διαμορφωθέν ἥπιον κλῖμα κατά τόν μεταξύ μας «Θεολογικόν Διάλογον» πρό τοῦ 1995, δέν θά ἐπανήρχοντο σέ προηγούμενες τακτικές, γιά τίς ὁποῖες δέν θά πρέπει νά συμνύνωνται. Φαίνεται ὅμως, ὅτι καί πάλιν, ἡ κοινή λογική ὑπεχώρησε πρό τοῦ φανατισμοῦ κι ἐμπάθειας. Μᾶς λυποῦν ἀφάνταστα αὐτές οἱ δυσάρεστες διαπιστώσεις. Θέλομεν ὅμως νά πιστεύουμε ὅτι ὅλες αὐτές οἱ κατάκριτες συμπεριφορές τους εἶναι ἀπότοκες τῆς δημιουργηθείσης ὀξύτητος μεταξύ αὐτῶν καί τῶν ἐξ αὐτῶν ἀποσχισθέντων ἐπισκόπων τους καί οὕτω δέν ἐκφράζουν τήν χάραξη μιᾶς νέας γραμμῆς, πρᾶγμα τό ὁποῖο θά ἐξηνάγκαζε καί τήν Ἐκκλησία μας ν' ἀναθεωρήσει σέ πολλά σημεῖα τήν ἔναντι αὐτῶν ἀδελφική στάση της κι ἀντικαταστήσει μέ τήν ἁρμόζουσα σέ ψευδαδέλφους. Ἐμεῖς, θά διατηρήσουμε τήν ψυχραιμία μας καί δέν θά ὑψώσουμε τούς τόνους, παρά μόνον τά ἐπιχειρήματά μας. Αὐτό σημαίνει, ὅτι εἴμεθα ὑποχρεωμένοι ν' ἀπαντήσουμε σ' ὡρισμένα ζητήματα πίστεως ἤ ἄλλα θέματα πού ἀφοροῦν τήν ἐκκλησία μας, χωρίς νά ρίξουμε λάδι στή φωτιά, γιατί πρόθεσή μας δέν εἶναι νά διευρύνουμε τό μεταξύ μας χάσμα, ἀλλά νά σμικρύνουμε, καί εἰ δυνατόν νά ἐκμηδενίσουμε, τίς μεταξύ μας ἀποστάσεις. Θ' ἀσχοληθοῦμε στή συνέχεια μέ τά δημοσιεύματα δύο Ματθαιϊκῶν θεολόγων καί μέ γνώμονα τήν ἀγάπη κι ἀλήθεια στήν ὀρθή πίστη θά ἐλέγξουμε ὅσα ψευδῆ κι ἄδικα ἔχουν διατυπώσει οἱ δύο οὗτοι ἀδελφοί. Ὁ θεολόγος κ. Ἐλευθέριος Γκουτζίδης σέ σειρά ἄρθρων του ὑπό τόν γενικόν τίτλον «ἡ ὀρθοδοξία κατά τόν 20όν αἰῶνα καί οἱ διῶκται αὐτῆς», στό περιοδικό «Κῆρυξ Γνησίων ὀρθοδόξων», στήν Ε΄ συνέχεια ἀναφέρεται στούς «Διῶκτες τῆς Ὀρθοδοξίας», στούς ὁποίους μετά τούς Νεοημερολογίτες περιλαμβάνει τήν σεπτή μορφή τοῦ ἀειμνήστου πρώην Φλωρίνης Χρυσοστόμου Καβουρίδη. Οὐδέποτε μπορούσαμε νά φαντασθοῦμε ὅτι ὁ κ. Γκουτζίδης θά διενοεῖτο νά γράψει κάτι τέτοιο, μετά τόν διεξαχθέντα Θεολογικό Διάλογο, στόν ὁποῖον πρωτοστάτησε ἄλλωστε. ἐκτός, ἄν δέν πίστευε στήν ἀποτελεσματικότητα τοῦ «Διαλόγου» αὐτοῦ, ἀλλά μετεῖχε χάριν ἄλλων σκοπῶν................. Τό ἄκρον ἄωτον ὅμως τῆς θρασύτητος εἶναι ὁ ἰσχυρισμός τοῦ κ. Γκουτζίδη νά μιλάει (καί περί τοῦ ὁμολογητοῦ) τῆς ὀρθοδοξίας ἀειμνήστου πρώην Φλωρίνης Χρυσοστόμου, ὁ ὁποῖος ἀποτελεῖ κολοσσό τῆς ὀρθοδόξου θεολογίας καί Πατέρα τῆς Ἐκκλησίας........... Δέν μποροῦμε ὅμως νά μή ἐπισημάνουμε ὡρισμένες κακοδοξίες, πού κηρύσσονται ἀπό πλευρᾶς τους σήμερα, ὅπως ἀπό τόν ἴδιο τόν κ. Γκουτζίδη καί τόν ἐπίσκοπό τους Νικόλαο Μεσσιακάρη. α) Οὕτω, ὁ κ. Γκουτζίδης ὑποστηρίζει τήν κακοδοξία ὅτι ἡ ἐκκλησία εἶναι «ἄναρχος»! Ἄναρχος ὅμως εἶναι μόνον ὁ Θεός Πατήρ, διότι μόνον οὗτος εἶναι ἄνευ ἀρχῆς! Ὁ Χριστός εἶναι «συνάναρχος» διότι οὗτος ἔχει ὡς ὑποστατικόν ἰδίωμά του «τό γεννητόν» ἀπό τόν Πατέρα, ὅπως καί τό ἅγιον Πνεῦμα ἔχει «τό ἐκπορευτόν», ἀλλά καί τά δύο αὐτά πρόσωπα δέν ἔχουν χρονικήν ἀρχήν τῆς ὑπάρξεώς τους. Η Ἐκκλησία, μολονότι ἔχει ὡς κεφαλήν τόν Χριστόν, μολονότι εἶναι «σῶμα Χριστοῦ», δέν εἶναι ἄναρχος, οὔτε ἡ ἀόρατος, οὔτε ἡ στρατευομένη, διότι ναί μέν ὑπῆρχεν αὕτη προαιωνίως στόν νοῦ καί τήν βούληση τοῦ Θεοῦ, ὅμως δημιουργήθηκε, κτίσθηκε ἀπ' τό Θεό ὑπερφυσικά καί πρό τοῦ χρόνου, ὡς πρώτη δημιουργία του, τουλάχιστον ἀπ' τήν ἄποψη τῆς μετοχῆς σ' αὐτήν τῶν μελῶν της. Ἔτσι, ἡ ἀρχή τῆς Ἐκκλησίας εἶναι «πρό καταβολῆς κόσμου». Δέν εἶναι ἄναρχος ἡ ἐκκλησία, ἡ ὁποία δέν ταυτίζεται ὀντολογικά μέ τόν Χριστό, ὡς φαίνεται νά πιστεύει ὁ κ. Γκουτζίδης, ἀλλ' ἁπλῶς ἡ ἐκκλησία εἶναι τό σῶμα Του, ὑπό τήν ἔννοια ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ἡ κεφαλητης, μέλη του δέ οἱ ἑνωθέντες μετ' Αὐτοῦ πιστοί. Ἄς ἐλπίσουμε ὅτι ὁ κ. Γκουτζίδης θ' ἀναγνωρίσει μέ ταπείνωση τό ἀκούσιο γιά μᾶς αὐτό λάθος του, πού εἶναι σέ τελευταία ἀνάλυση κακοδοξία καί θά θελήσει νά ἐπανορθώσει τό λάθος του, ὅπως ἁρμόζει σέ καλούς ὀρθοδόξους, πού δέν διακατέχονται ἀπό ἐωσφορικούς ἐγωισμούς, ὅπως ὁ διάβολος, πού παραμένει ἀμετανόητος». (Φλωρινικόν Περιοδικόν: Ἐκκλησία Γ.Ο.Χ. Ἑλλάδος» ἀρ. Τ. 17 Νοέμβριος - Δεκέμβριος 1997 σελ. 12-14). Κατελέγχεται διά τό ψεῦδος του Κατελεγχθείς ὁ κ. Καλλίνικος διά τήν διαστροφήν τοῦ συγκεκριμένου κειμένου, διότι ἐνῶ ὁ ὁμιλητής χαρακτηρίζει ὡς «πρώτην, ἄναρχον, αἰωνίαν καί ἀόρατον ἐκκλησίαν» τήν πλήρη καί τελείαν κοινωνίαν καί ἀδιαίρετον ἑνότητα τοῦ Τρισυποστάτου καί ἐν ταυτῶ ἑνός κατά τήν Οὐσίαν Θεοῦ», οὕτος διαστροφικῶς γράφει ὅτι ὁ θεολόγος εἶπεν ὅτι εἶναι «ἄναρχος ἡ ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ...»! Κατελεχθείς διά τό διαστροφικόν ψεῦδος του, δέν ἐσυνετίσθη, ἀλλ' ἀφηνιάσας ἐπανῆλθεν μέ νέον πολύ διαστροφικώτερον ἄρθρον του ὑπό τόν τίτλον «Κακοδοξίες καί Φλυαρίες τοῦ θεολόγου κ. ἐλευθερίου Γκουτζίδη»! Εἰς αὐτό μετά ἀπό σειρά ψευδῶν συμπεπλασμένων ψευδοκατηγοριῶν, καταλήγει προκαλῶν τήν ἱεράν Σύνοδον νά λάβη μέτρα κατά τοῦ θεολόγου: «...ἀπό κεῖ καί πέρα, εἶναι νομίζομεν θέμα τῆς παρατάξεώς του νά δηλώση ὅτι συμφωνεῖ... ἤ ἐν ἐναντία περιπτώσει νά λάβει τά διατεταγμένα ὑπό τῶν ἱερῶν Κανόνων... μέτρα ἐναντίον του» (Φλωρινικόν Περιοδικόν: «Ἐκκλησία Γ.Ο.Χ. Ἐλλάδος» ἀρ. Τ. 24 Ἰανουάριος - Φεβρουάριος 1999 σελ. 43-45). Καί ἐπ' αὐτοῦ ἐδόθη ἡ δέουσα ἀπάντησις, ἐκ τῆς ὁποίας προέκυπτεν ὅτι ὁ ἴδιος ἔχει ἐπιδοθεῖ εἰς ἀκατάσχετον ἀήθη διαστροφικήν φλυαρίαν καί δεινάς κακοδοξίας. Τήν ἀπάντησιν ὅμως αὐτήν ὁ κ. Δ. Κάτσουρας, ὡς συνεργός καί συνυπεύθυνος μετά τῶν Φλωρινικῶν κ.κ. Καλλινίκου καί Ἀθ. Σακαρέλλου, ΑΡΝΕΙΤΑΙ νά τήν δημοσιεύση εἰς τόν «ΚΗΡΥΚΑ ΓΝΗΣΙΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ» καί προκαλεῖ μέγαν σάλον, ἐνῶ ὁ κ. Καλλίνικος ἐπανέρχεται μέ τρίτον ἄρθρον του ὑπό τόν τίτλον: «Καί πάλιν περί τοῦ θεολόγου κ. Ἐλευθερίου Γκουτζίδη», τό ὁποῖον ἐδημοσίευσεν εἰς τό περιοδικόν του, «ἡ Φωνή τῆς Ὀρθοδοξίας», ἀρ. Φ. 900 Σεπτέμβριος - Ὀκτώβριος 1999. Καί εἰς τό τρίτον του ἄρθρον ὁ κ. Καλλίνικος, ἐνῶ ἐξαντλεῖται εἰς τήν σύμπλασιν ψευδοκατηγοριῶν, γράφει πάλιν ἀκροτελευτείως: «Δ΄ Θά σταματήσωμεν στό σημεῖο τοῦτο τόν ἐντοπισμόν τῶν ΚΑΚΟΔΟΞΙΩΝ τοῦ κ. Ἐλευθερίου Γκουτζίδη. Ἄν συσχετίσουμε τίς ἐκτεθεῖσες ἀνωτέρω ἀπόψεις του μέ ἄλλα προηγούμενα δημοσιεύματά του, φοβούμεθα ὅτι δέν θά τελειώσουμε ποτέ. Ἴσως, αὐτό εἶναι θέμα τῆς Συνόδου του, τήν ὁποία ἐκθέτει μέ τά φαντασιοκοπήματα καί τίς κακοδοξίες του. ἡ περαιτέρω ἀνεξήγητη σιωπή τῆς Συνόδου του, μόνον ὡς υἱοθέτηση τῶν κακοδοξιῶν αὐτῶν καί συνενοχή της, μέ αὐτή τοῦ κ. Ἐλευθερίου Γκουτζίδη δύνανται νά ἐκληφθῆ! Θά κλείσουμε τήν Β΄ ἀνταπάντησή μας αὐτή μέ μιά ὄχι εὐχάριστη διαπίστωση. Εἴχαμε χαρακτηρίσει παληότερα «ἀκούσιο λάθος» τά ὅσα ἔγραψε ὁ κ. Ἐλευθέριος Γκουτζίδης. Μετά ὅμως ἀπό τίς ἀπαντήσεις καί ἀνταπαντήσεις μας, πιστεύουμε πλέον ὅτι οὗτος συνειδητά κηρύσσει τά ὅσα κακόδοξα λέει. Καί γιά τόν λόγο αὐτό πιστεύουμε πώς ἄν ποτέ θελήσει ν' ἀποκαταστήσει τόν ἑαυτό του στήν Ὀρθοδοξία, δέν θά μπορεῖ νά τό κάνει μέ μιά ἁπλή δήλωση μετανοίας καί ἀνακλήσεως. Μόνο μέ λίβελλο καταδίκης τῶν αἱρετικῶν του φρονημάτων πού θά ἀποτελεῖ ὁμολογία Πίστεως, καί πού λεπτομερῶς καί ἀναλυτικῶς θά ἀναιρεῖ κάθε κακοδοξία του, θά τόν ἀποκαταστήσει ποτέ στή συνείδηση τοῦ ὀρθοδόξου λαοῦ ὡς "γνήσιο" Ὀρθόδοξο θεολόγο καί Χριστιανό, πράγμα τό ὁποῖο εὐχόμεθα εἰλικρινῶς» («Ἡ Φωνή τῆς Ὀρθοδοξίας Α. Φ. 900 Σεπτ. - Ὀκτωβρίου» 1999 σελ. 9). Δέν παραιτεῖται τοῦ σκοποῦ του, ἤτοι τοῦ «ἀφορισμοῦ» Καί πάλιν μέ δεδομένην τήν ἔγγραφον Συνοδικήν ἀπαίτησιν, ἡ ὁποία ἐκοινοποιήθη εἰς τόν θεολόγον καί ἀπήτει τήν ἀνάκλησιν τῆς διατυπώσεως, ἐπανερχόμενος λαῦρος ὁ κ. Καλλίνικος διότι ἐπίστευσεν ὅτι ἡ ἱερά Σύνοδος ἤδη ὁδηγεῖται εἰς τό νά καταστῆ πειθήνιον ὄργανόν του, γράφει: Πῶς ἡ Ἀνδρεϊκή Ἱεραρχία ἀφήνει μιά τέτοια κακοδοξία νά διαβρώνει τήν παράταξή της; Πόσον ὑποκριτική εἶναι ἡ ἀνακοίνωση αὐτῆς τῆς Ἀνδρεϊκῆς Συνόδου, φαίνεται ἀπ' τό ὅτι ἀπεφάσισε, ὡς λέγει, νά ζητήσει ἀπό τόν θεολόγο κ. Ἐλευθ. Γκουτζίδη νά ἀνακαλέσει τήν ἐν λόγω διατύπωσίν του, ...ἐμεῖς καταγγείλαμε γιά πρώτη φορά τόν ἐν λόγω θεολόγον στό περιοδικό μας... Νοέμβριος - Δεκέμβριος 1997! Ἄν οἱ Ἀνδρεϊκοί ἐπίσκοποι ἐνδιαφέρονταν γιά τήν Ὀρθοδοξία εἶχαν ὅλη τήν ἄνεση νά ἐνεργήσουν τά δέοντα... Δέν τό ἔκαμαν! Ἔτσι ὁ κ. Ἐλευθ. Γκουτζίδης θά ἔχη ὅλη τήν ἄνεση χρόνου νά διαβρώση τήν παράταξή τους μέ τίς πλάνες του, μέ ἀποτέλεσμα στό τέλος, ἤ θά ἀναγκασθοῦν ὅλοι οἱ Ματθαιϊκοί ἐπίσκοποι νά ἀποδεχθοῦν τίς πλάνες του ἤ θά τούς ἀπομονώσει ἀπό τό ποίμνιό τους ὡς ἀκατάλληλους καί ἀγράμματους νά κατανοήσουν τίς δικές του... σοφίες! Ὑπόλογος γιά τίς κακοδοξίες αὐτές... εἶναι πλέον ὅλοι οἱ λεγόμενοι ἀνδρεϊκοί ἐπίσκοποι τῆς Ματθαιϊκῆς παρατάξεως. Δέν ἔκαμαν τό καθῆκον τους...». («Η ΦΩΝΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ» Α.Φ. 906 Σεπτ. - Ὀκτ. 2000 σελ. 12). Ὁποία ψευδής καί ἀνόσιος προκλητική, συκοφαντική καί ἀπαισία προπαγάνδα! Σχολιάζεται μόνον ἡ ἄκρα ὑποκρισία τοῦ κ. Καλλινίκου, καθ' ἥν οὗτος ΚΟΠΤΕΤΑΙ διά τούς «Ματθαιϊκούς» Ἐπισκόπους!... Καί πάλιν ἐξωφρενικῶς ψεύδεται συνεχίζων: «ἡ ὁμολογία πού ὑποστηρίζει, (σ.σ. ὁ κ. ἐλ. Γκουτζίδης), δέν εἶναι ἡ ὁμολογία πού εἶχαν ὅλοι τό 1924 καί μετά... αὐτήν προσπαθεῖ νά ἐπιβάλει στήν παράταξή του! Γιά μᾶς ὁ κ. Ἐλευθ. Γκουτζίδης, πέραν τῶν ἄλλων... δέν ἔχει οὔτε ὀρθόδοξη ὁμολογία. Θέλουμε νά πιστεύουμε ὅτι ἡ παράταξή του δέν ἀποδέχεται τήν ὁμολογία αὐτή... Σ' ἀντίθετη περίπτωση, θά κινδύνευαν ὅλοι τους νά βρεθοῦν στήν κακοδοξία...»! (Αὐτόθι Α.Τ. 909 Μάρτιος 20001 σελ. 8 καί 9). Καί πάλιν: «Τό μόνο πράγμα πού μᾶς λυπεῖ εἶναι ἡ στάση τῆς Συνόδου τῆς παρατάξεώς του, ἡ ὁποία μέ τήν σιωπή της γίνεται συνυπεύθυνη... οἱ Ματθαιϊκοί ἐπίσκοποι ἄς προσέξουν ἰδιαίτερα... ὑπάρχει κίνδυνος ἐφ' ἑξῆς νά παύσουν νά ὀνομάζωνται Ματθαιϊκοί... ἀλλά «Γκουτζιδικοί», ἡ δέ παράταξή τους «Γκουτζίδεια παράταξη...» (Αὐτόθι Α.Τ. 912 Σεπτ. - Ὀκτ. 2001 σελ. 10). Ὁποία, τῶ ὄντι, Σατανική πρόκλησις! Ἡ ἀπό τό 1924, καί Συνοδικῶς διακηρυχθεῖσα τό 1935 Ὁμολογία - Ἐκκλησιολογία τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἀμφισβητεῖται ὡς δῆθεν ἴδιον τοῦ θεολόγου κατασκεύασμα! Φρίκη καταλαμβάνει κάθε ὀρθόδοξον πρό τῆς ὄχι ἁπλῆς σιωπῆς τῶν ὀρθοδόξων ἐπισκόπων, τούς ὁποίους προκαλεῖ, ἀλλά πρό πάντων διότι ἀπέδειξαν, λόγω τε καί ἔργω, ὅτι ἀπεδέχοντο ταῦτα, διό, τό 2002 «ἀφώρισαν» τόν θεολόγον τό δέ 2007 κατά τόν πλέον ὕπουλον πλήν ἐπίσημον καί ἀναμφισβήτητον τρόπον, ἔργω καί λόγω, ἠρνήθησαν καί ἐβλασφήμησαν καί τῆς ἀποστολικῆς των Διαδοχῆς καί τῆς ΟΜΟΛΟΓΙΑΣ - ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑΣ τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Τούτων δέ δημοσίως λαβόντων χώραν, ἀντιλαμβάνεταί τις ὁποῖαι καί ὁπόσαι συνδιασκέψεις ἔλαβον χώραν ἰδαιτέρως ἐν τοῖς παρασκηνίοις ὑπό τῶν ἰδίων πάντοτε προσώπων, ἤτοι, αὐτῶν τοῦ Φλωρινικοῦ Κέντρου, τοῦ μοναχοῦ Μαξίμου καί τοῦ Δημητρίου Κάτσουρα! Ἐν τῶ πλαισίω τούτω, ὁ Μακαριώτατος, ἤδη κατά τήν 10.10.1999, ἐκάλεσεν τούς θεολόγους του δῆθεν διά νά συσκεφθοῦν καί εἰσηγηθοῦν ἐπί τῆς «κακοδόξου» ἤ «ἁμαρτύρου» καί ἑπομένως «καινοτομίας» τοῦ θεολόγου. Κατ' αὐτήν οἱ θεολόγοι ἀπεφάνθησαν ὅτι «ἡ συγκεκριμένη διατύπωσις δέν εἶναι δόκιμος, διότι δέν ἀπαντᾶται εἰς τήν περί ἁγίας Τριάδος ὀρθόδοξον Δογματικήν διδασκαλίαν, οὔτε δύναται, καθ' ἡμᾶς, νά ἑρμηνευθῆ ἀσφαλῶς, ἐπί τῆ βάσει ἀναλόγου ἤ σχετικῆς διδασκαλίας τῶν ἁγίων Πατέρων»!!! Οἱ ἄνθρωποι αὐτοί τήν 10.10.1999, προετίμησαν νά ἐμφανισθοῦν ἄσχετοι, ἀθεολόγητοι καί ἀγράμματοι, ἀλλά καί χωρίς ἦθος, ἀφοῦ προέκυψαν χείρονες τοῦ κ. Καλλινίκου, δεδομένου ὅτι ἐνήργουν διά λογαριασμόν του. (Βλέπε σχετικῶς εἰς «Ο.Π.» Τόμος 2003 σελίδες: 83-93, 121-139 καί 260-274). Ἠκολούθησεν ἡ παρουσίασις τῆς μακρᾶς Γραμματολογίας ἐκ τῶν ἀνταλλαγέντων ἐγγράφων, τά ὁποῖα κατατίθενται εἰς τόν οἰκεῖον φάκελλον τῶν Παραστατικῶν. Ἀποστέλλεται ὑπό τοῦ θεολόγου ΘΕΟΛΟΓΙΚΟΝ ΥΠΟΜΝΗΜΑ ἀλλά δέν λαμβάνεται ὑπ' ὄψιν Ὡστόσον ὁ θεολόγος Ἐλευθέριος Γκουτζίδης, ἐνῶ πλειστάκις (περίπου 10 φοράς) ἐδήλωσεν ὅτι ἑτοίμως ἔχει νά διορθώση ἤ νά ἀνακαλέση ὁτιδήποτε ἤθελεν ἀποδειχθεῖ καί τεκμηριωθεῖ ὡς «ἀμάρτυρον», «καινοτομία» ἤ «κακοδοξία», γεγονός τό ὁποῖον ΟΥΔΕΙΣ ἐκ τῶν κατηγόρων ποτέ ἐτόλμησεν! Ἀντιθέτως ὁ θεολόγος, πέραν τῶν ὡς ἄνω δηλώσεών του, ἀπέστειλεν καί Θεολογικόν ὑπόμνημα πρός τήν συνεδριάζουσαν ἱεραρχίαν, τήν 14ην/27ην Φεβρουαρίου 2002. Δι' αὐτοῦ ἀποδεικνύει, ὡς ἡλίου φαεινότερον, ὅτι τό Τριαδολογικόν καί ἐκκλησιολογικόν περιεχόμενον τῆς διατυπώσεώς του, «Δέν θά ὁμιλήσω σήμερα διά τήν πρώτην, ἄναρχον, αἰωνίαν καί ἀόρατον Ἐκκλησία, διότι αὕτη εἶναι ἡ τελεία Κοινωνία τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Εἶναι ἡ πλήρης καί τελεία κοινωνία καί ἀδιαίρετος ἑνότης τῶν τριῶν Θείων Προσώπων, τοῦ ΕΝΟΣ Θεοῦ», ΜΕΜΑΡΤΥΡΗΤΑΙ ΚΑΙ ΥΠΟ τῆς Ἁγίας ΓΡΑΦΗΣ ΚΑΙ ΥΠΟ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ, μετά τῶν ὁποίων συμφωνοῦν καί οἱ Δογματολόγοι, πλήν ὅμως οἱ πολέμιοι τῆς ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖοι, εἰς τήν πλειονότητά των πλέον ἦσαν ἐπίσκοποί μας τό ἀπέρριψαν! Ἐπίσης τό ἐν λόγω Θεολογικόν ὑπόμνημα, ἐδημοσιεύθη περισσότερον ἀπό τρεῖς φοράς(*) πλήν ὅμως δέσμιοι τοῦ πονηροῦ οὐδέν ἀνέγνωσαν, οὐδέν ἠθέλησαν νά ἀντιληφθοῦν, ἐνῶ τήν 14ην/27ην.2.2002, ἐνώπιον τῆς Συνόδου τῆς ἱεραρχίας, ὁ τότε Πειραιῶς Νικόλαος «εἰσηγήθη», δηλαδή ἀνέγνωσεν τήν «εἰσήγησιν», τήν ὁποίαν, ἔγραψαν καθ' ἡμᾶς, οἱ δειλοί καί ἄφρονες Φλωρινικοί μετά τῶν Μ. Μαξίμου Τσακίρογλου καί τοῦ Δ. Κάτσουρα καί τήν ὁποίαν ἐνεχείρησαν εἰς τόν Πειραιῶς κ. Νικόλαον ὅπως τήν εἰσηγηθῆ καί ἐπιβάλη τήν ἤδη εἰλημμένην περί «ἀφορισμοῦ» ἀπόφασίν των. ΕΠΙ ΤΗΣ ΕΙΣΗΓΗΣΕΩΣ ΤΟΥ «ΠΕΙΡΑΙΩΣ» ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΕΙΣ ΤΗΝ «ΣΥΝΟΔΟΝ» ΤΟΥ ΤΗΣ 14/27 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2002 ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ ΓΚΟΥΤΖΙΔΗ Ἡ ἐν λόγω εἰσήγησις ἀποτελεῖ ἀπόλυτον ἐξέλιξιν καί συνέχεια τῆς ἀπ' ἀρχῆς σκευωρίας, τήν ὁποίαν ἐσχεδίασαν οἱ Φλωρινικοί «Ἀχαΐας» Καλλίνικος Σαραντόπουλος μετά τοῦ Ἀθ. Σακαρέλλου καί τῶν «ἡμετέρων» Δ. Κάτσουρα, Μ. Μαξίμου κ.λπ. ἀποτελεῖ ἀκριβῆ ἐκπλήρωσιν τῆς προκλήσεως - ἀποφάσεώς των, «νά ἀναλάβη τάς εὐθύνας της ἡ ἱερά Σύνοδος καί νά ἀντιμετωπίση συνειδητά τόν «κακόδοξον» θεολόγον της καί ὅσα «κακόδοξα» συνειδητά κηρύσσει». Δηλαδή ὡς «ἠτιμωμένη θεραπαινίς» ἡ Ἱ.Σ. νά ἐκτελέση τάς ἐντολάς - ἀποφάσεις των, καταλύουσα κάθε ἔννοιαν Κανονικῆς Τάξεως, ἠθικῆς καί ὀρθοδοξίας, εὐθυγραμμιζομένη μετά τοῦ Φλωρινικοῦ κέντρου καί τῶν ἐγκαθέτων του. Κατά τήν ἐν λόγω συνεδρίαν τῆς ἱερᾶς Συνόδου ἀνεγνώσθη ἡ ἐν λόγω εἰσήγησις, ἐξετελέσθησαν δέ μέ ἰδιαιτέραν «εὐλάβειαν καί ὑπακοήν», αἱ ἐντολαί τῶν Φλωρινικῶν καί τῶν ἐγκαθέτων των. Ταύτην καί ὡς πρός τό ὕφος καί πρό πάντων τάς διαστροφάς καί τάς ἀοριστίας, ἰδιαιτέρως χαρακτηρίζουν αἱ διαστροφικαί καί ψευδεῖς διατυπώσεις καί θέσεις εἰς τά προαναφερθέντα ἄρθρα τοῦ κ. Καλλινίκου(!), τάς ὁποίας συλλήβδην, διά τοῦ Πειραιῶς Νικολάου, ἐπεφόρτωσαν ἐπί τῆς «ἱερᾶς Συνόδου τῆς ἱεραρχίας» τῆς 14/27.2.2002. Καθ' ἡμᾶς(**) ὁ κ. Νικόλαος εἰσηγήθη ταῦτα, ἐνῶ ἤδη εἶχεν λάβει τάς διαβεβαιώσεις ὅτι θά τόν κάνουν «ἀρχιεπίσκοπον», ὅπερ δέν ἤργησεν, ἀφοῦ ἐγένετο μέσω τῆς ἀπό Φεβρουαρίου 2003 συμπαιγνίας, περί παραιτήσεως τοῦ Κανονικοῦ καί ὑγειοῦς τῶ τε σώματι καί νοΐ Ἀνδρέου. Ἕτερον, γεγονός, τό ὁποῖον ὡδήγησεν εἰς τό νά «ἐπιληφθῆ» ἡ Σύνοδος, καί «ἀφορίση» τόν θεολόγον, ὑπῆρξεν καί ἡ κατά τήν Κυριακήν τῆς Ὀρθοδοξίας 2001 ἐν τῆ ἱερᾶ Μητροπόλει Λαρίσης καί Τυρνάβου, ὁμολογιακή ἐκδήλωσις, καί ἰδιαιτέρως τό γεγονός ὅτι κατ' αὐτήν ὁμιλήσας ὁ Μακαριστός Μητροπολίτης Πανάρετος, ἀνεφέρθη ρητῶς εἰς τά ἐκκρεμοῦντα θέματα Πίστεως καί Κανονικῆς Τάξεως, ἐνῶ καί ὁ θεολόγος Ἐλευθέριος Γκουτζίδης, ὁμιλήσας ἐπικαίρως, κατωνόμασεν τούς διώκτας τῆς Ἐκκλησίας (ὅπως καί τό 1997) καί ἀμέσως ἑστίασεν ἐπί τῆς ἐπιμάχου διατυπώσεως: «Δέν θά ὁμιλήσω σήμερα διά τήν πρώτην, ἄναρχον, αἰωνίαν καί ἀόρατον ἐκκλησίαν, διότι αὕτη εἶναι ἡ τελεία Κοινωνία τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ ἁγίου Πνεύματος, εἶναι ἡ πλήρης καί τελεία κοινωνία καί ἀδιαίρετος ἑνότης τῶν Τριῶν Θείων Προσώπων, τοῦ ἑνός Θεοῦ». Ταύτην ἀπέδειξεν ὅτι δέν εἶναι κακοδοξία, οὔτε ἀμάρτυρος καινοτομία ἀλλά ΜΕΜΑΡΤΥΡΗΜΕΝΗ ΑΛΗΘΕΙΑ ὑπό τοῦ ἰδίου τοῦ Κυρίου καί τῶν ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας («Ο.Π.» Τόμος 11ος Φεβρουάριος 2001 Α.Τ. 109 σελ. 179-188 καί Τόμος). Εἰς τήν ἰδίαν «Ἱεράν Σύνοδον τῆς Ἱεραρχίας»(*) (κατά τήν 14ην/27.2.2002), ὑπό τῆς ἐμῆς ἐλαχιστότητος τοῦ Σεβ/του Μητροπολίτου Μεσογαίας Κηρύκου, κατετέθη τό ἐν λόγω Θεολογικόν ὑπόμνημα τοῦ Ἐλευθερίου Γκουτζίδη, πλήν ὅμως ἔμφοβοι δέν τό ἤγγισαν κἄν, ἐνῶ ὡς ἐδήλωσαν «πρῶτα θά ἤκουον τήν εἰσήγησιν τοῦ Πειραιῶς, θά ἐλάμβανον ἀπόφασιν καί μετά θά ἐλάμβανον γνῶσιν καί τοῦ ὑπομνήματος», τό ὁποῖον ὅμως ποτέ δέν ἀνέγνωσαν!... ΑΙ ΚΑΚΟΔΟΞΙΑΙ ΕΝ ΤΗ ΑΝΑΓΝΩΣΘΕΙΣΗ ΕΙΣΗΓΗΣΕΙ ΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ Ὁ Εἰσηγητής κ. Νικόλαος, ἐν ἀρχῆ τῆς εἰσηγήσεώς του, ἀναφερόμενος εἰς τήν ὁμιλίαν τοῦ θεολόγου, κατά τήν Κυριακήν τῆς ὀρθοδοξίας 2001 εἰς τήν Λάρισαν εἶπεν: «Τήν Κυριακήν τῆς Ὀρθοδοξίας τοῦ 2001, λοιπόν, εἰς τήν Λάρισαν ὁ θεολόγος Ἐλ. Γκουτζίδης ἐπιβεβαίωσε τραγικῶς ὅτι ἑνός κακοῦ μύρια ἕπονται... Καί λέγω τοῦτο, διότι εἰς τήν Λάρισαν ξεκίνησε ἡ προσπάθεια νά μετατεθῆ σταδιακῶς ὀλίγον κατ' ὀλίγον τό κέντρον βάρους τῆς Θεολογικῆς τοποθετήσεως τοῦ κ. Ἐλ. Γκουτζίδη ἀπό τό σημεῖον πού πράγματι εἶναι, τοῦ ἰσχυρισμοῦ δηλαδή ὅτι ἡ Ἁγία Τριάς εἶναι ἡ «πρώτη ἄναρχος ἐκκλησία» εἰς τό σημεῖον ὅτι ἡ ἐκκλησία εἶναι εἰκών τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, θέσις διά τήν ὁποίαν οὐδέποτε κατεκρίθη ὁ ἀδ. Ἐλευθέριος. Ἐκεῖνο δέ πού πραγματικῶς μᾶς ἐκπλήσσει εἶναι πῶς ἕνας ἐπιστήμων θεολόγος δέν μπορεῖ νά καταλάβη ὅτι χάσμα μέγα ἐστήρικται μεταξύ τῆς μιᾶς θέσεως, ἡ ὁποία εἶναι καί πατερικῶς μεμαρτυρημένη (ὑπό τοῦ Ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ) καί τῆς ἄλλης, ἡ ὁποία εἶναι ἀμάρτυρος καί σαφῶς δέν μπορεῖ νά εἶναι συνεπαγωγή τῆς πρώτης. Ἄλλο εἶναι νά ποῦμε ὅτι ἡ ἐκκλησία εἶναι εἰκών τοῦ Θεοῦ καί ἄλλο ὅτι ἡ Ἁγία Τριάς εἶναι ἐκκλησία. Δέν γνωρίζει ὁ θεολόγος Ἐλ. Γκουτζίδης, ὅτι εἰς τήν περίπτωσιν τῆς Ἁγ. Τριάδος ἔχομε ἐκ φύσεως ἕνωσιν, λόγω τῆς ὁμοουσιότητος καί ἄρα εἶναι ἀδύνατο ἡ ἁγία Τριάς νά εἶναι (χαρακτηρίζεται) Ἐκκλησία, ἡ ὁποία ἐξ ὁρισμοῦ σημαίνει κλῆσι πρός ἑνότητα τῶν τό πρίν διεστώτων; Δέν κατανοεῖ ὅτι ἄν δεχθοῦμε τήν ἁγία Τριάδα ὡς ἐκκλησία προσβάλλεται τό ἀδιαίρετον τῆς Παναγίας Τριάδος, διότι τότε θεωρητικῶς εἶναι ἀνοικτόν τό ἐνδεχόμενον ὡς ἐκκλησία ἡ Ἁγία Τριάς νά ἦτο κάποτε χωρισμένη ἤ καί δυνατότης νά χωρισθῆ εἰς τό μέλλον;». (Κ.Γ.Ο. ἀριθμ. τ. 287, Φεβρ. 2002, σελ. 51). Ἐπ' αὐτοῦ, κατ' ἀρχάς διευκρινίζομεν καί ὑπογραμμίζομεν ὅτι ὑπό τοῦ θεολόγου οὐδέποτε ἐγένετο ἔστω καί ἡ παραμικρά προσπάθεια «μεταθέσεως τοῦ κέντρου βάρους τῆς θεολογικῆς ταύτης τοποθετήσεως». Ὁ θεολόγος Ἐλ. Γκουτζίδης ἀπεκάλεσεν ὡς «πρώτην Ἄναρχον καί αἰωνίαν ἐκκλησίαν,...» τήν ἐν τῆ θεία οὐσία κοινωνίαν ἀγάπης καί ἑνότητος τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ καί ἐπ' αὐτῆς τῆς διατυπώσεως, τούς ἐδόθησαν οὐκ ὀλίγαι ἁγιογραφικαί καί Πατερικαί μαρτυρίαι. Ἐπιτονίζομεν ὅτι ὁ χαρακτηρισμός οὗτος ὑπηγορεύθη εἰς τόν ὁμιλητήν ἐκ τοῦ γεγονότος ὅτι αὕτη ἡ κατ' οὐσίαν ἁγιοτριαδική Κοινωνία καί ἑνότης ἀντανακλᾶ, εἰς τήν κατά χάριν ἑνότητα καί κοινωνίαν τῶν πολλῶν προσώπων ἐν Χριστῶ καί ἐν τῆ Ἐκκλησία Του, ἤτοι ἐσωτερικήν πνευματικήν κατά χάριν ἑνότητα ἑκάστου πιστοῦ μετά τοῦ Χριστοῦ καί ἑνότητα μεταξύ των εἰς ἕν ὀργανικόν σῶμα. Ὡστόσον ὅμως οἱ ψευδοκατήγοροι, ἐκ τῶν ὑστέρων, φέρονται ὡς δεχόμενοι ὅτι «ἡ ἐκκλησία εἶναι εἰκών τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ», ἀπορρίπτουν ὅμως τόν χαρακτηρισμόν τοῦ ἀρχετύπου τῆς Εἰκόνος, ἤτοι τῆς Τριαδικῆς Κοινωνίας καί ἑνότητος, ὡς «Ἐκκλησίας», καί καταλήγουν: «Ἄλλο εἶναι νά ποῦμε ὅτι ἡ ἐκκλησία εἶναι εἰκών τοῦ Θεοῦ καί ἄλλο ὅτι ἡ Ἁγία Τριάς εἶναι ἐκκλησία», διότι εἰς μέν τήν ἁγίαν Τριάδα ἡ ἑνότης καί κοινωνία εἶναι ἐκ φύσεως, ὡς ἐκ τοῦ ὁμοουσίου, καί ἄρα, καθ' ὑμᾶς, αὐτό ΑΠΟΚΛΕΙΕΙ τόν χαρακτηρισμόν ὡς ἐκκλησίας, τῆς Τριαδικῆς κοινωνίας καί ἑνότητος»! Μά ἀκριβῶς αὐτήν ταύτην τήν ἐκ φύσεως ἑνότητα καί Κοινωνίαν τῆς Τρισυποστάτου Μίας Θεότητος, ἀπεκάλεσεν ὡς «πρώτην, Ἄναρχον... Ἐκκλησίαν, περί τῆς ὁποίας ἀδυνατεῖ καί νά διανοηθῆ νά εἴπη τι, ἐνῶ ὠμίλησε διά τήν κατ' εἰκόνα καί κατά χάριν ἑνότητα καί κοινωνίαν, ἐν τῶ μυστικῶ Σώματι τοῦ Χριστοῦ, ἤτοι τήν ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ! Πρός περαιτέρω στηριγμόν τῆς σκευωρίας των ἀναγκάζονται νά διατυπώσουν τούς πλέον ἀντορθοδόξους καί βλασφήμους - αἱρετικούς συλλογισμούς, διό, γράφουν: «Ἐκκλησία ἐξ ὁρισμοῦ σημαίνει κλῆσι πρός ἑνότητα τῶν τό πρίν διεστώτων»! Ἤδη, μέ αὐτήν τήν διατύπωσιν διέπραξαν τό πρῶτον θεολογικόν ἐκκλησιολογικόν ἀτόπημα, κηρύξαντες ταύτην τήν ἀπαράδεκτον «ἐξ ὁρισμοῦ» ἔννοιαν περί ἐκκλησίας, ταυτίσαντες τήν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ πρός τήν «Ἐκκλησίαν τοῦ Δήμου»(!), καί μάλιστα, ἔστω καί ὑποθετικῶς, ἐτόλμησαν καί τήν προεξέτεινον καί εἰς τήν ἑνότητα καί κοινωνίαν τῆς Ἁγίας Τριάδος(!), διότι ἀμέσως καταλήγουν, ἀντορθοδόξως καί ὀρθολογιστικῶ καί δικολαβικῶ τῶ τρόπω, εἰς τό συμπέρασμα καθ' ὅ, «ἄν δεχθοῦμε τήν ἁγία Τριάδα ὡς ἐκκλησία προσβάλλεται τό ἀδιαίρετον τῆς ἁγίας Τριάδος». Ἐν τοιαύτη δέ περιπτώσει, συνεχίζουν: «θεωρητικῶς εἶναι ἀνοικτόν τό ἐνδεχόμενον, ὡς ἐκκλησία ἡ ἁγία Τριάς, νά ἦτο κάποτε χωρισμένη ἤ καί ἡ δυνατότης νά χωρισθῆ εἰς τό μέλλον»!... Ἄν, δηλαδή «ἡ ἐξ ὁρισμοῦ ἐκκλησία των» ἦτο ἀδιαίρετος, τότε, κατά τά λεγόμενά των, δέν θά ἀπεκλείετο νά χαρακτηρισθῆ καί τό ἀρχέτυπον Αὐτῆς ὡς ἐκκλησία! Μέ τό νά ἐκλαμβάνουν, ὅμως, τήν ἐκκλησίαν ὑπό τήν «κυριολεκτικήν», καί «ἐξ ὁρισμοῦ» σημασίαν τῆς λέξεως, δηλαδή, ὡς «κλῆσιν πρός ἑνότητα τῶν τό πρίν διεστώτων», σαφέστατα, ὑπ' αὐτήν τήν ἔννοιαν, ἡ «ἐξ ὁρισμοῦ» ἐκκλησία των, ἦτο κάποτε χωρισμένη, ἐνῶ ὑπάρχει καί ἡ δυνατότης κάποτε εἰς τό μέλλον πάλιν νά χωρισθῆ!! Αὐτόν τόν ἀπαράδεκτον, ὡς ἄκρως βλάσφημον καί αἱρετικόν, ἔστω καί καθ' ὑπόθεσιν συλλογισμόν, ἐπεξέτεινον καί εἰς τήν κατ' οὐσίαν κοινωνίαν καί ἑνότητα τῆς Ἁγίας Τριάδος, ἄν ἡ ἑνότης καί κοινωνία Αὐτῆς χαρακτηρισθῆ ὡς «ἐκκλησία»! Οὕτω πως καταλήγουν εἰς τό συμπέρασμα ὅτι ἡ διατύπωσις αὕτη προσβάλλει τό ἀδιαίρετον τῆς Ἁγίας Τριάδος! Βεβαίως, ὁ ἄκρως δικολαβικός - σοφιστικός καί πάντως καταχρηστικός συλλογισμός των, ὁ ὁποῖος μεταφέρει εἰς τά ἀπ' ἀρχῆς ἀναγνωσθέντα καί κατατεθέντα δικολαβικά, διαστροφικά καί κακόβουλα κείμενα τοῦ «Ἀχαΐας» Καλλινίκου καί τοῦ περιβάλλοντός του, ΠΡΟΣΒΑΛΛΕΙ καί τό ἐκκλησιολογικόν καί τό Τριαδικόν Δόγμα! Πλήν ὅμως ἡ διατύπωσις καί ἡ ἐν γένει ἁγιογραφική καί Πατερική Χριστολογία, Ἐκκλησιολογία καί Τριαδολογία, οὐδόλως θίγεται, τόσον ἀπό τήν ὁμιλίαν τοῦ θεολόγου, ὅσον καί ἀπό τά θεολογικά του ὑπομνήματα, εἰς τά ὁποῖα μόνον τήν μεταξύ των, ὡς ἀρχετύπου καί ὡς Εἰκόνος, σχέσιν κηρύσσει καί ὁμολογεῖ. Ὁ χαρακτηρισμός τῆς Τριαδικῆς κοινωνίας ὡς ἐκκλησίας δέν προσβάλλει τό ἀδιαίρετον, οὔτε τῆς ἁγίας Τριάδος, οὔτε τῆς ἐκκλησίας ἀλλά, ὅλως τοὐναντίον, ΟΜΟΛΟΓΕΙ ΚΑΙ ΔΙΑΚΗΡΥΣΣΕΙ, ὅτι τηρουμένων τῶν ἀναλογιῶν, μεταξύ κτιστοῦ καί ἀκτίστου, τό ΚΑΤΑ ΦΥΣΙΝ ΚΑΙ ΟΥΣΙΑΝ ΑΔΙΑΙΡΕΤΟΝ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΤΡΙΑΔΟΣ, ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΚΑΤΑ ΧΑΡΙΝ ΑΔΙΑΙΡΕΤΟΝ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ. Διά τοῦ ἀνωτέρω συλλογισμοῦ των, δύο τινά ἀδιανόητα ἐπεχείρησαν! Πρῶτον νά περάσουν τό κακόδοξον καί αἱρετικόν οἰκουμενιστικόν φρόνημα περί τοῦ Μυστηρίου τῆς ἐκκλησίας, καθ' ὅ, ἡ ἐκκλησία ἦτο κάποτε καί παραμένει χωρισμένη, ἐνῶ ὑπάρχει ἡ δυνατότης καί πάλιν κάποτε νά χωρισθῆ! Καθαρῶς Προτεσταντική «ἐκκλησιολογία»! Δεύτερον, τήν αἱρετικήν ταύτην περί ἐκκλησίας θεωρητικήν των ὑπόθεσιν, τήν ἀνάγουν καί εἰς τό ἀρχέτυπον Αὐτῆς, ἤτοι, τήν Ἁγίαν Τριάδα. Καταφανέστατα ἐν τῆ μήνει των νά διώξουν καί προδώσουν, ἐμωράνθησαν καί ἀπέβησαν οἱ ἔσχατοι βλάσφημοι καί αἱρετικοί! ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟΝ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, δέν εἶναι καί δέν νοεῖται, ὅπως τήν ἐννοοῦν καί τήν ἐκφράζουν, οἱ Νικολαΐται καί προσωπικῶς ὁ κ. Νικόλαος! Ἡ ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ δέν ὁρίζεται λεξικολογικῶς ἤ νοησιαρχικῶς ἤ ἐξ ὁρισμοῦ, καί πάλιν κατ' ἀκρίβειαν, δέν ὑπάρχει ὁρισμός τοῦ Μυστηρίου τῆς ἐκκλησίας. Δέν εἶναι Αὐτή ὡς ἡ «Ἐκκλησία τοῦ Δήμου τῶν Ἀθηναίων», τήν ὁποίαν κατόπιν κλήσεως (προσκλήσεως - καλέσματος) συνεκάλουν οἱ ἀθηναῖοι Ἄρχοντες, ἀπεφάσιζον περί τῶν κοινῶν καί κατόπιν πάλιν διέλυον αὐτήν εἰς τά ἐξ ὦ συνετέθη. »Ἡ Μία, Ἁγία, Καθολική καί ἀποστολική τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία δέν ὁρίζεται οὕτω, καί δέν ἔχει ΑΠΟΛΥΤΩΣ ΚΑΜΜΙΑΝ σχέσιν ἤ προσέγγισιν πρός ἐκείνας τάς ἐκκλησίας τοῦ Δήμου, οὔτε καί πρός τάς πάσης φύσεως σχισματικάς καί αἱρετικάς τοιαύτας, ὡς καί τάς Προτεσταντικάς καί πάσης φύσεως σχισματικάς «ἐκκλησίας», αἱ ὁποῖαι εἶναι καθαρῶς ἀνθρώπιναι ὀργανώσεις καί κατασκευάσματα τοῦ ἀντιδίκου Διαβόλου. Αὐτά διαιροῦνται, ἐννοῦνται καί πάλιν διαιροῦνται, ὅπως καί ὅλαι αἱ παλαιοημερολογιτικαί τοιαῦται, καθ' ἡμᾶς δέ, καθ' ὑπαγόρευσιν τῶν κέντρων τοῦ Οἰκουμενισμοῦ - Σιωνισμοῦ. Ἡ ἐκκλησία εἶναι τό μέγα Μυστήριον, ἐν τῶ ὁποίω καί διά τοῦ ὁποίου μυστικῶς καί ἐν ἁγίω Πνεύματι συντελεῖται ἡ μυστική κατά χάριν ἑνότης καί κοινωνία τῶν ζώντων μελῶν εἰς τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ καί δι' Αὐτοῦ καί πρός τήν ἁγίαν Τριάδα. ΑΥΤΗ ΔΕΝ ΗΤΟ ΠΟΤΕ ΔΙΕΣΠΑΣΜΕΝΗ εἰς διεστῶτα μέρη, οὔτε θά ΔΙΑΣΠΑΣΘΗ ΕΙΣ ΤΟΥΣ ΑΙΩΝΑΣ. Δέν ἦτο ποτέ διηρημένη, οὔτε θά διαιρεθῆ! Τά πρίν διεστῶτα ἤ τά «ἀμφότερα», ἅτινα ἐν Χριστῶ ἐγένοντο ΕΝ, δέν ἦτο ἡ εἰς «δύο διηρημένη ἐκκλησία», ἀλλ' ἦσαν οἱ Ἑβραῖοι καί οἱ ἐθνικοί, οἱ ὁποῖοι πράγματι ἐγένοντο Ἕν διά καί ἐν τῆ ἐκκλησία! Αὐτά ἦσαν τά πρίν διεστῶτα ὅπως ἀναφέρει ὁ ἀπόστολος Παῦλος εἰς τό Β΄ Κεφάλαιον τῆς πρός Ἐφεσίους ἐπιστολῆς του, ἀπό τόν στῖχον 14 καί ἑξῆς. ἐνανθρωπήσας ὁ Κύριος, Σταυρωθείς καί ἀναστάς, Αὐτός ἵδρυσεν τήν ἐκκλησίαν, καί ὡς ὁ Χριστός οὐδέποτε ἀποθνήσκει, ἀλλά ΖΗ καί θά ΖΗ εἰς τούς αἰῶνας, οὕτω καί ἡ Μία, Ἁγία, Καθολική καί ἀποστολική ἐκκλησία, ΖΗ ἀδιαιρέτως καί ἀδιασπάστως κατ' ἀναλογίαν τῆς ἐν Χριστῶ εἰς τούς αἰῶνας ὑποστατικῆς ἑνώσεως τῶν δύο ἐν Αὐτῶ φύσεων, τῆς Θείας τε καί ἀνθρωπίνης. Ὡστόσον, ἡ κατά φύσιν ἕνωσις τῆς ὑπερουσίου Ἁγίας Τριάδος δέν μιμεῖται, οὔτε ἔχει ὡς ἀρχέτυπον τό ἐν χρόνω ἀποκαλυφθέν μυστήριον τῆς ἐκκλησίας, ἀλλ' ὅλως τό ἀντίθετον! Ἡ κατά Χάριν ἑνότης καί κοινωνία ἐν τῶ σώματι τοῦ Χριστοῦ, ἔχει ὡς ΑΡΧΕΤΥΠΟΝ τήν κατ' οὐσίαν ἕνωσιν καί κοινωνίαν τῆς ὑπερουσίου καί ἀνάρχου ἁγίας Τριάδος. ὁ ὑπ' αὐτῶν ἐπινοηθείς, ἔστω ὑποθετικῶς, νοησιαρχικός συλλογισμός των, εἶναι ἀδιανόητος, ἐξ ὀρθοδόξου ἀπόψεως καί ἑπομένως ΑΚΡΩΣ ΑΝΕΠΙΤΡΕΠΤΟΣ ὡς ΑΚΡΩΣ ΒΛΑΣΦΗΜΟΣ καί ΠΑΝΤΗ ΑΙΡΕΤΙΚΟΣ, καταλύει δέ καί τό Τριαδολογικόν καί τό ἐκκλησιολογικόν Δόγμα, ἀλλά καί τό Χριστολογικόν. Ὅθεν, ἐφ' ὅσον ἡ ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ εἶναι τύπος καί εἰκών τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, δέν εἶναι δυνατόν, οὔτε, ἔστω καί καθ' ὑπόθεσιν, νά νοηθῆ ὅτι κάποτε ὑπῆρξε διηρημένη, ἤ ὅτι εἶναι ποτέ δυνατόν νά διαιρεθῆ εἰς τό μέλλον. Τοῦτο δέ διότι ἔχει κεφαλήν τόν ἀναστάντα Χριστόν, ἔχει ψυχήν τό Ἅγιον Πνεῦμα καί πληροῦται ὑπό τῶν θείων χαρίτων καί ἀκτίστων ἐνεργειῶν τῆς Ἁγίας Τριάδος. Οὕτω δυνάμεθα νά λέγωμεν ὅτι ἐν τῶ ἐκκλησιολογικῶ Δόγματι ἐνυπάρχουν ἤ συνυπάρχουν καί τό Χριστολογικόν καί τό Τριαδολογικόν Δόγμα, καί διά τόν λόγον ὅτι «ἐν τῶ Χριστῶ κατοικεῖ πᾶν τό πλήρωμα τῆς Θεότητος». (Κολ. β, 9). Τά ἀσθενῆ μέλη τῆς ἐκκλησίας, καί ἐξόχως τά αἱρετικά, ὅταν ὡς σεσηπότα ἀποβάλλωνται, ἤ προκαλοῦν ὠργανωμένα σχίσματα καί αὐτοαποκόπτωνται, αὗται αἱ σχισματικαί ὀργανώσεις - «ἐκκλησίαι», ὄχι ἁπλῶς δέν εἶναι ὅπως αὐτοαποκαλοῦνται, ἀλλά δέν ἔχουν ἀπολύτως ΟΥΔΕΜΙΑΝ σχέσιν πρός τό ΜΥΣΤΗΡΙΟΝ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ, πολλῶ δέ μᾶλλον δέν προκαλοῦν ΔΙΑΙΡΕΣΙΝ τῆς ἐκκλησίας. Τά φρονήματα τῶν Νικολαϊτῶν τά ἔχει καί τά διδάσκει μόνον ὁ ἀντίχριστος Οἰκουμενισμός, καί ὁ ἰδικός των ὁ Παλαιοημερολογιτικός τοιοῦτος. Εἰς τό σημεῖον αὐτό, ἐνδείκνυται νά παραθέσωμεν καί ἕν ἀπόσπασμα ἀπό κείμενον ἑνός Νεοημερολογίτου, τό ὁποῖον ὁμιλεῖ περί τῆς σχέσεώς των Δογμάτων τῆς Τριαδολογίας καί ἐκκλησιολογίας. «Ἡ φύση τῆς ἐκκλησίας πρέπει νά κατανοηθεῖ μέ βάση τό γεγονός ὅτι εἶναι ἡ ἐκκλησία τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. ἡ ἁγία Τριάς εἶναι ἡ θεμελιώδης βάση καί πηγή τῆς ὑπάρξεως τῆς ἐκκλησίας. Σάν τέτοια ἡ ἐκκλησία εἶναι ἡ εἰκόνα καί ἡ ὁμοίωση τοῦ Θεοῦ. Αὐτή ἡ ὕπαρξη κατ' εἰκόνα καί ὁμοίωση τῆς Εὐλογημένης Τριάδος, συνιστᾶ τόν τρόπο τῆς ὑπάρξεως τῆς ἐκκλησίας, πού πραγματικά ἀποκαλύπτει τή φύση της. Μέ τό νά ὑπάρχει κατά Θεό ἀντανακλᾶ ἡ ἐκκλησία στό κτιστό ἐπίπεδο τῆς ὑπάρξεως τήν ἑνότητα στήν Τριαδικότητα τοῦ Θεοῦ. Ὅ,τι ἔχει ἀπό τή φύση του ὁ Θεός δίδεται στήν ἐκκλησία μέ τή χάρη. ἡ χάρη τῆς Τριάδος εἶναι τό ἀρχικό σημεῖο γιά τήν κατανόηση τῆς φύσεως τῆς ἐκκλησίας, καί ἰδίως τῆς ἑνότητάς της στήν πολλαπλότητα. Ἡ Ἁγία Τριάς ἔχει μία ζωή καί μία οὐσία. Παρόμοια ἡ ἐκκλησία παρουσιάζει μία παράλληλη πολλαπλότητα προσώπων στήν ἑνότητα τῆς ζωῆς καί τῆς οὐσίας. Ἡ διαφορά μεταξύ Θεοῦ καί ἐκκλησίας εἶναι ὅτι στόν Πρῶτο ἡ πολλαπλότητα στήν ἑνότητα εἶναι ἡ ἀλήθεια, ἐνῶ στή δεύτερη αὐτό εἶναι μόνο μετοχή καί μέθεξη στήν ἀλήθεια. Στήν Πατερική γλῶσσα τό πρῶτο εἶναι «οὐσία», ἐνῶ τό δεύτερο εἶναι «μετουσία». Ἔτσι λοιπόν ἡ ἑνότητα τῶν τριῶν θείων Προσώπων στή ζωή καί τήν οὐσία εἶναι τό πρωτότυπο τῆς ἑνότητας τῶν προσώπων τῆς ἐκκλησίας στή ζωή καί τήν ὕπαρξη, ὅπως ὁ ἴδιος ὁ Χριστός λέγει στήν προσευχή Του γιά τήν Ἐκκλησία, «ἵνα ὦσιν ἕν καθώς ἡμεῖς ἕν. ἐγώ ἐν αὐτοῖς καί σύ ἐν ἐμοί, ἵνα ὦσιν τετελειωμένοι εἰς ἕν». Τό σημεῖο τῆς ἑνότητας εἶναι προσωπική ἐμπεριχώρηση μέ βάση τήν κοινή φύση καί ἀγάπη καί οὐχί καθυπόταξη. Πρῶτα - πρῶτα λοιπόν ἡ ὀρθόδοξη Τριαδολογία, βασισμένη στή χάρη τῆς Τριάδος, προσφέρει τίς βασικές ὀντολογικές κατηγορίες γιά τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησιολογία. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι εἰκόνα τῆς Ἁγίας Τριάδος, μετοχή στή χάρη τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ». (Γ. Δ. Δράγα εἰς Περιοδικόν «ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ» Τόμος 14/1982, τεῦχος 2 σελ. 326). ΠΑΡΕΡΜΗΝΕΙΑΙ ΚΑΙ ΔΙΑΣΤΡΟΦΑΙ Ἐπί τῆς κατηγορίας των περί «ἀμαρτύρου», «κακοδοξίας» καί περί «Ἐκκλησιολογικῆς καί Τριαδολογικῆς αἱρέσεως», κατέστη σαφές ὅτι ὅτι ἡ διατύπωσις τοῦ θεολόγου: «Δέν θά ὁμιλήσω, διά τήν πρώτην ἄναρχον καί αἰωνίαν ἐκκλησίαν, διότι αὕτη εἶναι ἡ πλήρης καί τελεία κοινωνία καί ἑνότης τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ ἁγίου Πνεύματος...», καί ἁγιογραφικῶς καί Πατερικῶς μεμαρτύρηται πληθωρικῶς, ἐνῶ οἱ ψευδοκατήγοροι, ὅλας τάς ἁγιογραφικάς καί Πατερικάς μαρτυρίας, τάς ἐν τοῖς θεολογικοῖς ὑπομνήμασι καταγεγραμμένας, σκοπίμως ἤ ἠγνόησαν ἤ διέστρεψαν, ἤ ἐκακοποίησαν καί παρηρμήνευσαν συστηματικῶς, καί πάντως ἐπί τῶ σκοπῶ νά συκοφαντήσουν, νά διώξουν καί νά ἐξοντώσουν πρόσωπα, ἐπί τῆς καθαρᾶς ὁμολογίας τῶν ὁποίων, προσέκρουον ἐν πολλοῖς τά σχέδια καί οἱ στόχοι τοῦ παλαιοη¬μερολογιτικοῦ των Οἰκουμενισμοῦ! Οὗτος, δηλαδή ὁ Οἰκουμενισμός, ὡς προσωποποίησις καί ἔκφρασις τοῦ ἀντιχρίστου, δέν ἀνέχεται οὔτε τά περί ΟΜΟΛΟΓΙΑΣ – ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑΣ οὔτε καί τά περί τῆς γνησίας καί ΑΔΙΑΚΟΠΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΔΙΑΔΟΧΗΣ τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Εἰς τά δημοσιευμένα Πρακτικά τῆς Συνόδου των (14/27.2.2002, «Κ.Γ.Ο.» Φεβρουαρίου 2002), ἐπί τῆς ἁγιογραφικῆς μαρτυρίας τοῦ Κυρίου (ἀρχιερατική προσευχή), παρατηροῦν: Ὁὁ κ. Γκουτζίδης γράφει ὅτι, «ὁ Κύριος πρῶτος κηρύσσει ὅτι ἡ ἑνότητα καί κοινωνία τῶν μελῶν τῆς ἐκκλησίας, ὡς μελῶν τοῦ ἰδικοῦ Του σώματος θά εἶναι «κατ' εἰκόνα καί ὁμοίωσιν, πρός τήν πλήρη καί τελείαν κοινωνίαν καί ἑνότητα ἀγάπης τῆς ὁμοουσίου καί Τρισυποστάτου Θεότητος, θέτει τήν ἁγιοτριαδικήν κοινωνίαν καί ἑνότητα ὡς ΠΡΟΤΥΠΟΝ τῆς κοινωνίας τῶν μελῶν τοῦ Σώματος τῆς Ἐκκλησίας πού εἶναι τό ἰδικόν Του Σῶμα». (Κ.Γ.Ο., Φεβρ. 2002, σελ. 53-54). Καί διευκρινίζουν ὅτι ὁ θεολόγος μέ τά ἀνωτέρω: «Ἀναφέρεται εἰς τούς λόγους τοῦ Κυρίου ἐκ τῆς ἀρχιερατικῆς του προσευχῆς εἰς τό κατά Ἰωάννην Εὐαγγέλιον, (Κεφ. ΙΖ, στ. 20-21): Οὐ περί τούτων δέ ἐρωτῶ μόνον, ἀλλά καί περί τῶν πεπιστευκότων διά τοῦ λόγου αὐτῶν εἰς ἐμέ, ἵνα πάντες ἕν ὦσιν, καθώς σύ, Πάτερ, ἐν ἐμοί καγώ ἐν σοί, ἵνα καί αὐτοί ἐν ἡμῖν ἕν ὦσιν...» καί ἀμέσως γράφουν: «Ὁ Ἐλ. Γκουτζίδης ὑποστηρίζει ὅτι ἐκ τοῦ συγκεκριμένου ἀποσπάσματος τῆς ἀρχιερατικῆς προσευχῆς τοῦ Κυρίου, συνάγεται τό συμπέρασμα ὅτι ἡ «ἑνότητα καί κοινωνία τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας» εἶναι «κατ' εἰκόνα καί καθ' ὁμοίωσιν» πρός τήν κοινωνίαν καί ἑνότητα ἀγάπης τῆς ὁμοουσίου καί Τρισυποστάτου Θεότητος! Τό συμπέρασμα ὅμως αὐτό εἶναι ἐντελῶς αὐθαίρετο καί ἀστήρικτο, διότι: α) ἐνῶ ἡ κοινωνία καί ἑνότητα τῶν πιστῶν μέ τόν Θεόν εἶναι «κατ' ἐνέργειαν» καί «κατά χάριν», ἡ κοινωνία καί ἑνότητα τῆς ἁγίας Τριάδος εἶναι κατ' οὐσίαν... β) «ἡ Ἐκκλησία μᾶς διδάσκει διά τήν «κατ' εἰκόνα καί ὁμοίωσιν Θεοῦ δημιουργίαν τοῦ ἀνθρώπου, ὄχι ὅμως καί διά τήν «κατ' εἰκόνα καί καθ' ὁμοίωσιν» τῆς ἑνότητος τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, τῶν ἀνθρώπων, καί γ) Τό «καθώς» τοῦ Εὐαγγελίου... δέν πρέπει νά ἐκλαμβάνεται κυριολεκτικῶς...». (Αὐτόθι σελ. 54). Ἐκ τῶν ἀνωτέρω σαφῶς προκύπτει ὅτι τόν ἴδιον τρόπον συμπλάσεως καί παραγωγῆς κακοήθων ψευδοκατηγοριῶν συναντᾶ κανείς εἰς τά κείμενα τοῦ πρώτου κατηγόρου, δηλαδή τοῦ «Ἀχαΐας» Καλλινίκου Σαραντόπουλου, ὥστε νά λέγη πᾶς ἐχέφρων ὅτι συντάκτης καί τῆς Εἰσηγήσεως τοῦ Νικολάου εἶναι τό ἴδιο Φλωρινικόν κέντρον. Ὡστόσον, ὅμως πρέπει νά καταστῆ σαφές ὅτι εἰς τό ἀνωτέρω ἀπόσπασμά των, πρωτίστως παραπλανητικῶς «ὀρθοδοξολογοῦν» καί οὐσία αἱρεσιολογοῦν, διότι κηρύσσουν ὅτι ἡ κοινωνία καί ἑνότητα τῶν ἐν τῆ ἐκκλησία πιστῶν δέν εἶναι κατ' εἰκόνα καί ὁμοίωσιν τῆς Τριαδικῆς τοιαύτης(!). Ὅμως τό «ἵνα πάντες ἕν ὦσιν, καθώς σύ, πάτερ, ἐν ἐμοί κἀγώ ἐν σοί» τῆς Κυριακῆς προσευχῆς, ποῦ ἀλλοῦ ἀναφέρεται, ἄν δέν ἀναφέρεται εἰς τήν κατ' οὐσίαν ἑνότητα καί κοινωνίαν τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ καί εἰς τήν κατά Χάριν καί ἐνέργειαν ἑνότητα καί κοινωνίαν τῶν μελῶν τῆς ἐκκλησίας μετά τοῦ Χριστοῦ καί μεταξύ των; Παραλογίζονται ὡς ἐντελῶς ἐσκοτισμένοι ἤ ἐκλαμβάνουν ὅλους τούς πιστούς ὡς ἀνοήτους. Διότι σαφῶς ἐν τῆ ὀρθοδοξία, ἡ ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ νοεῖται καί εἶναι αὐτή ἀκριβῶς ἡ ἐν τῶ Σώματι τοῦ Χριστοῦ μυστική κατ' ἐνέργειαν καί χάριν ἑνότης καί κοινωνία τῶν πολλῶν πιστῶν, κατ' ἀναλογίαν τῆς κατ' οὐσίαν τοιαύτης τῆς Τρισυποστάτου Ἁγίας Τριάδος. Κατόπιν αὐτοῦ τοῦ δεδομένου, ποῦ εἶναι τό πρόβλημα, ἐάν καί τό Πρότυπον (ὄχι Πρωτότυπον) τῆς Εἰκόνος, ἤτοι ἡ «κατ' οὐσίαν ἑνότης» καί Κοινωνία τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ ἁγίου Πνεύματος, χαρακτηρισθῆ ὡς «ἐκκλησία»; Τοῦτο δέ ἀποκλειστικῶς ἵνα τονισθῆ καί συνειδητοποιηθῆ ὅτι αὐτή ἡ ἁγιοατριαδική ἑνότης ἀντανακλᾶ καί εἰς τήν ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ! Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ σημαίνει καί εἶναι ἡ μυστική κατά χάριν καί ἐνέργειαν, ἑνότης τῶν πιστῶν μετά τοῦ Χριστοῦ καί μεταξύ των, κατά τήν κατ' οὐσίαν τοιαύτην τοῦ προτύπου, ἤτοι τῆς Ἁγίας Τριάδος. Ἕτερον ἐπιχείρημά των: «β) Ἡ Ἐκκλησία μᾶς διδάσκει διά τήν «κατ' εἰκόνα καί καθ' ὁμοίωσιν» Θεοῦ δημιουργίαν τοῦ ἀνθρώπου, ὄχι ὅμως καί διά τήν «κατ' εἰκόνα καί καθ' ὁμοίωσιν τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ ἑνότητα τῶν ἀνθρώπων...»! Πάλιν ἀντιφάσκοντες πρός ἑαυτούς, ἀπορρίπτουν ὅτι ὁ Κύριος εἶπεν ἐν τῆ προσευχῆ του, νά εἶναι ἕν οἱ μαθηταί του καί ὅλοι οἱ πιστοί, ἀνά τούς αἰῶνας, «καθώς» εἶναι Ἕν ὁ Υἱός ἐν τῶ Πατρί καί ὁ Πατήρ ἐν τῶ Υἱῶ! ὡστόσον φέρονται καί νά ἀγνοοῦν ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι πλασμένος κατ' Εἰκόνα καί ὁμοίωσιν τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, δηλαδή εἶναι δημιουργημένος ὡς Πρόσωπον καί ὡς τοιοῦτος κοινωνεῖ μετά τῶν λοιπῶν Προσώπων κατ' ἀναλογίαν τοῦ προτύπου, ἤτοι, τῆς Κοινωνίας καί ἑνότητος τῶν Τριῶν Θείων ὑποστάσεων - Προσώπων! Συνεχίζοντες ὅμως τήν ΑΝΤΙΦΑΣΙΝ των, γράφουν ὅτι εἰς τήν μαρτυρίαν τοῦ ἁγίου Μαξίμου, τήν ὁποίαν ἐπικαλεῖται ὁ θεολόγος εἰς τό ἴδιον θεολογικόν του ὑπόμνημα, «πουθενά δέν γίνεται λόγος περί τῆς Ἁγίας Τριάδος ὡς ἐκκλησίας, ἀλλά περί τῆς Ἐκκλησίας ὡς εἰκόνος τοῦ Θεοῦ. Ἕτερον ἑκάτερον» καί συνεχίζουν: «Καί τοῦτο μάλιστα ὑπό τήν ἔννοιαν ὅτι, ὅπως ἐξηγεῖ ὁ ἴδιος ὁ Ἅγιος Μάξιμος, ἡ ἐκκλησία εἶναι τύπος καί εἰκόνα τοῦ Θεοῦ». Ἐν προκειμένω ἄλλοτε ἀπορρίπτουν καί αὐτήν τήν «κατ' εἰκόνα καί καθ' ὁμοίωσιν» ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας πρός αὐτήν τήν Τριαδικήν, καί ἄλλοτε δέχονται ὅτι ἡ ἐκκλησία εἶναι τύπος καί εἰκόνα τοῦ Θεοῦ! Ἐν πάση ὅμως περιπτώσει τί εἶναι, κατ' αὐτούς ἐκεῖνο τό ὁποῖον προσδιορίζει τήν Ἐκκλησίαν ὡς Εἰκόνα τοῦ Θεοῦ; Εἰς τήν ἐν λόγω ἀντίφασιν προσθέτουν: «τό καθώς» τοῦ Εὐαγγελικοῦ ἀποσπάσματος... δέν πρέπει νά ἐκλαμβάνεται κυριολεκτικῶς, διότι... δέν ὑπάρχει πραγματική ἀναλογία μεταξύ τῆς κατ' οὐσίαν ἑνώσεως καί κοινωνίας τῆς Ἁγίας Τριάδος καί τῆς κατά Χάριν καί ἐνέργειαν τοῦ Σώματος τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως δέν ὑπάρχει ὁμοιότης μεταξύ κτιστῶν καί ἀκτίστων» (Αὐτόθι Κ.Γ.Ο. Φεβρ. 2002 σελ. 54). Πόθεν ὅμως ἐξάγουν καί τό συμπέρασμά των, ὅτι ὁ θεολόγος Ἐλ. Γκουτζίδης, αὐτό τό «καθώς» τό ἐκλαμβάνει δῆθεν κυριολεκτικῶς(!) καί ὅτι ἐξισώνει τό κτιστόν πρός τό ἄκτιστον; Δυστυχῶς αὐτή εἶναι ἡ ἀξιοπρέπεια, ἡ σύνεσις καί συνέπειά των, αὐτή εἶναι ἡ παιδεία των καί αὐτό τό ἦθος τούς διακρίνει. Τεσσαράκοντα ἔτη παρακολουθοῦν τήν «θεολογίαν» τοῦ ἐλλογίμου Καθηγητοῦ, τά πιστεύω καί φρονήματά του καί τώρα ἀηθέστατα ἀμφισβητοῦν πῶς ὁ θεολόγος ἐκλαμβάνει τό «καθώς»!... Δεύτερον, θέτουν καί τό «ἐρώτημα», ὅπως παλαιότερον ἔθεσεν καί ὁ ἐγκάθετος τῶν Φλωρινικῶν Δημ. Κάτσουρας: «εἰς τήν ἐκκλησίαν τῆς ἁγίας Τριάδος ποῖος εἶναι ὁ καλῶν καί ποῖοι οἱ καλούμενοι», οὔτω καί εἰς τήν «εἰσήγησίν» των, ἔθεσαν ἄλλο ἀνόητον δίλημμα: «...ὁ Γκουτζίδης ὑποστηρίζει ὅτι ἡ ἁγιοτριαδική κοινωνία εἶναι πλήρης, τελεία, σταθερά, ἀνεξέλικτος, ἀπερινόητος, ἀπερίγραπτος καί ἀνέκφραστος, ἐνῶ ἡ κοινωνία τῶν μελῶν τοῦ Σώματος τῆς ἐκκλησίας εἶναι ἐξελικτική καί προοδευτική, βαίνουσα συνεχῶς «πρός τό καθ' ὁμοίωσιν» αὐτῆς τῆς Τριαδικῆς. ἡ ἁγιοτριαδική ἑνότητα καί κοινωνία εἶναι τό Α καί τό Ω, ἐνῶ ἡ τῶν μελῶν τῆς ἐκκλησίας εἶναι μία συνεχής πορεία ἐκ τοῦ Α πρός τό Ω»! Τά ἀνωτέρω χαρακτηρίζουν ὡς δῆθεν «πρωτοφανῆ βλασφημίαν» τοῦ θεολόγου, ἐνῶ θέτουν ὡς συμπέρασμα καί τό ψευδές δίλημμα: «Δηλαδή εἰς αὐτήν τήν περίπτωσιν ὅταν ἡ πορεία ὁλοκληρωθῆ, κατά τά γραφόμενα τοῦ κ. Γκουτζίδη, θά ἐξομοιωθῆ πλήρως ἡ κοινωνία τῶν πιστῶν μέ τήν Κοινωνίαν τῆς ἁγίας Τριάδος!...». Τό ἀνωτέρω ψευδοδίλημμα δέν τό θέτουν κἄν ὡς ἐρώτησιν, ἀλλ' ἀποφαίνονται θαυμαστικῶς, καίτοι ἐπ' αὐτοῦ ἔχουν γραπτήν τήν ἀπάντησιν ἀπό τό 1999! Εἰς τό ἴδιον ἐρώτημα τοῦ Δ. Κάτσουρα ἰδού τί ἀπήντησεν ὁ θεολόγος: «Ὅταν θά ὁλοκληρωθῆ αὐτή ἡ πορεία τῆς Ἐκκλησίας», δέν θά ἐξομοιωθῆ, κατ' οὐσίαν, τό κτιστόν πρός τό ἄκτιστον, ἀλλά τότε θά φθάσωμεν εἰς τήν κατά χάριν θέωσιν! Τότε θά ἔχει ὁλοκληρωθεῖ ὁ σκοπός - ἔργον τῆς ἐκκλησίας, ὅπερ κατά τόν Ἁπόστολον Παῦλον εἶναι: «πρός τόν καταρτισμόν τῶν ἁγίων εἰς ἔργον διακονίας, εἰς οἰκοδομήν τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ, μέχρι καταντήσωμεν οἱ πάντες εἰς τήν ἑνότητα τῆς πίστεως καί τῆς ἐπιγνώσεως τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, εἰς ἄνδρα τέλειον, εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ. Ἵνα μηκέτι ὦμεν νήπιοι, κλυδωνιζόμενοι καί περιφερόμενοι παντί ἀνέμω τῆς διδασκαλίας, ἐν τῆ κυβεία τῶν ἀνθρώπων, ἐν πανουργία πρός τήν μεθοδείαν τῆς πλάνης, ἀληθεύοντες δέ ἐν ἀγάπη αὐξήσωμεν εἰς αὐτόν τά πάντα, ὅς ἐστιν ἡ κεφαλή, ὁ Χριστός, ἐξ οὗ πᾶν τό σῶμα συναρμολογούμενον καί συμβιβαζόμενον διά πάσης ἀφῆς τῆς ἐπιχορηγίας ΚΑΤ' ΕΝΕΡΓΕΙΑΝ ἐν μέτρω ἑνός ἑκάστου μέρους τήν αὔξησιν τοῦ σώματος ποιεῖται εἰς οἰκοδομήν ἑαυτοῦ ἐν ἀγάπη». (Ἐφ. Δ 11-16). Ὅταν λοιπόν, ἀπήντησεν ὁ θεολόγος, «ὁλοκληρωθῆ» αὐτή ἡ πορεία, ὅταν «αὐξήσωμεν εἰς αὐτόν τά πάντα», τότε δέν θά εἴμεθα νήπιοι, δέν θά κλυδωνιζώμεθα, δέν θά σκευωροῦμεν... ἀλλά θά ἀληθεύωμεν ἐν ἀγάπη καί ἀληθῆ ταπεινώσει! Τρίτον, ἐπί τῆς μαρτυρίας τοῦ Κλήμεντος Ἀλεξανδρείας παρατηροῦν: «Ὁ κ. Γκουτζίδης παραθέτει ἐν συνεχεία ἕνα χωρίο τοῦ Κλήμεντος τοῦ Ἀλεξανδρέως, ὅπου καί πάλιν ἀναφέρεται ἡ ἐκκλησία ὡς εἰκών τῆς οὐρανίου ἐκκλησίας». Ὁ ἐκκλησιαστικός συγγραφεύς τοῦ β΄ αἰῶνος, ὁ περιώνυμος Κλήμης ὁ Ἀλεξανδρεύς γράφει: «Σπεύσωμεν εἰς σωτηρίαν ἐπί τήν παλιγγενεσίαν, εἰς μίαν ἀγάπην συναχθῆναι οἱ πολλοί, κατά τήν τῆς μοναδικῆς οὐσίας ἕνωσιν» καί πάλιν: «Εἰκών δέ τῆς οὐρανίου ἐκκλησίας ἡ ἐπίγειος, ὅπερ εὐχόμεθα καί ἐπί τῆς γῆς γενέσθαι τό θέλημα τοῦ Θεοῦ ὡς ἐν οὐρανῶ»(*). Διά νά συσκοτίσουν, τόν χαρακτηρισμόν «εἰκών δέ τῆς Οὐρανίου ἐκκλησίας», ἐπαναφέρουν καί πάλιν τό «κατά» διά νά εἴπουν ὅτι ὁ ἱερός Συγγραφεύς δέν τό χρησιμοποιεῖ κυριολεκτικῶς: «καί ἐδῶ τό «κατά», ὅπως προηγουμένως τό «καθώς» δέν ἔχουν κυριολεκτικήν σημασίαν, διότι τότε θά ἐθεωρεῖτο το ὁμοούσιον τῆς Ἁγίας Τριάδος ὡς τό χαρακτηριστικόν γνώρισμα καί τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἑνότητος καί κοινωνίας τῶν πιστῶν». Διερωτᾶται κάθε λογικός ἄνθρωπος, ποῖος καί ποῦ αὐτά τά «καθώς» καί «κατά» τά ἐξέλαβεν ἤ ἐχρήσατο κυριολεκτικῶς, ὅπως καί τό «ἐκκλησιάσασα» τοῦ Μεγάλου Φωτίου; Πρός τί πάλιν αὕτη ἡ δικολαβική διευκρίνισις; ἁπλούστατα διά νά ψευδοκατηγορήσουν ὅτι δῆθεν ὁ θεολόγος θεωρεῖ τό ΟΜΟΟΥΣΙΟΝ τῆς Ἁγίας Τριάδος καί «ὡς τό χαρακτηριστικόν γνώρισμα καί τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἑνότητος καί κοινωνίας τῶν πιστῶν, ὅπερ ἄτοπον». Ὡστόσον μέ τήν ἀνωτέρω διατύπωσίν των, ἐμμέσως διακηρύσσουν ὅτι ἐν τῶ ΕΝΙ ΣΩΜΑΤΙ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ δέν ὑπάρχει ΟΜΟΟΥΣΙΟΤΗΣ! Τό Σῶμα ὅμως τοῦ Χριστοῦ, ἡ ἐκκλησία, καίτοι ἀποτελεῖται ἀπό ἀναρίθμητα κτιστά Πρόσωπα, ταῦτα ἀποτελοῦν τό κατά χάριν καί ἐνέργειαν ΕΝ, ΟΜΟΟΥΣΙΟΝ καί ΑΔΙΑΙΡΕΤΟΝ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, διότι «χαρακτηριστικόν γνώρισμα καί τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἑνότητος καί κοινωνίας τῶν πιστῶν» εἶναι ὅτι οὗτοι «συνάγονται εἰς μίαν ἀγάπην οἱ πολλοί κατά τήν τῆς ΜΟΝΑΔΙΚΗΣ ΟΥΣΙΑΣ ΕΝΩΣΙΝ», ταύτης νοουμένης, ὁμολογουμένης καί κηρυσσομένης ΚΥΡΙΟΛΕΚΤΙΚΩΣ ΚΑΤΑ ΧΑΡΙΝ ΚΑΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑΝ, ἐν Χριστῶ καί ἐν Ἁγίω Πνεύματι. Τέταρτον, καί τήν συντριπτικήν μαρτυρίαν τοῦ Μ. Φωτίου, (ὁ ὁποῖος ἔχει ὑπ' ὄψιν του τήν ἀνωτέρω ρῆσιν τοῦ Κλήμεντος), τήν ὁποίαν, ὁ θεολόγος Ἐλευθέριος Γκουτζίδης, παραθέτει εἰς τό θεολογικόν του ὑπόμνημα καί ἡ ὁποία ἔχει οὕτω: «...Διό πρός ἑαυτήν μέν ἡ τῆς Τριάδος ἑνότης, εἰ θέμις εἰπεῖν, ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΑΣΑ, θέμις δέ τοῦτο λέγειν, (= εἶναι ἐπιτρεπτόν δέ νά λέγωμεν ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΑΣΑ) ἐπί τῆς ἀναπλάσεως...», τήν ἡμαύρωσαν, ἀλλά καί τόν Μέγαν Φώτιον, ὅλως ἀσεβῶς, τόν παρηρμήνευσαν, ἰσχυριζόμενοι ὅτι ὁ Μέγας οὗτος Θεολόγος δῆθεν δέν ἀποκαλεῖ τήν ἁγιοτριαδικήν κοινωνίαν καί ἑνότητα ὡς ἐκκλησίαν, παραβλέποντες τήν ρητήν διατύπωσιν Αὐτοῦ: «Διό πρός ἑαυτήν μέν ἡ τῆς Τριάδος ἑνότης ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΑΣΑ... τῶ ἐνιαίω τῆς γνώμης βουλήματι τήν ἀνάπλασιν τοῦ συντριβέντος διετίθετο πλάσματος»! Δυστυχῶς δέν ἠθέλησαν, νά ἴδουν καί νά κατανοήσουν αὐτόν τόν ρηματικόν τύπον, «ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΑΣΑ ἡ τῆς Τριάδος ἑνότης... τῶ ἑνιαίω τῆς γνώμης βουλήματι...», ἀλλ' ἀποδίδουν τήν μετοχήν «ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΑΣΑ», μέ τά ρήματα «ΣΥΝΗΘΡΟΙΣΘΗ» «ΣΥΝΗΧΘΗ» ἡ ἑνότης τῆς ἁγίας Τριάδος»! Τί πιό φρικτόν θά ἠδύνατο τις νά εἴπη; Καί ἐν προκειμένω ὅμως τό «ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΑΣΑ ΠΡΟΣ ΕΑΥΤΗΝ Η ΤΗΣ ΤΡΙΑΔΟΣ ΕΝΟΤΗΣ» δέν χρησιμο¬ποιεῖται κυριολεκτικῶς καί κατά τήν λεξικολογικήν ἔννοιαν τοῦ ὅρου, ὅπως αὐτοί τόν ἐννοοῦν, διότι ὁ Μέγας Φώτιος βιοῖ τό μυστήριον τῆς ἐκκλησίας καί δέν ἐννοεῖ τήν ἐκκλησίαν λεξικολογικῶς ἤ ἐξ ὁρισμοῦ. Δέν χρησιμοποιεῖ τήν μετοχήν «ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΑΣΑ», «ἐξ ὁρισμοῦ» καί δέν φαντάζεται διηρημένην τήν Παναγίαν Τριάδα, (ὅπως ἰδιαιτέρως τήν φαντάζεται καί τήν εἰκονίζει ὁ «Πειραιῶς»!), νά κινῆται εἰς «συνάθροισιν - σύναξιν», διότι ὁ Ἅγιος «ἐμπειρικῶς» βιῶν τό μυστήριον τῆς σωτηρίας λέγει: «πρός ἑαυτήν ἐκκλησιάσασα ἡ τῆς Τριάδος ἑνότης»! Τοῦτο δέν προϋποθέτει οὔτε καλοῦντα, οὔτε καλουμένους, πολλῶ δέ μᾶλλον κίνησιν κεχωρισμένων πρός ΣΥΝΑΘΡΟΙΣΙΝ - ΣΥΝΑΞΙΝ, ἀλλ' εἶναι ἔκφρασις τῆς προαιωνίως ἡνωμένης ἐν τῆ μιᾶ θεία οὐσία Τρισυποστάτου Θεότητος, ἡ ὁποία προαιωνίως ἑνιαίως ἠβουλήθη νά δημιουργήση τόν κόσμον καί τόν ἄνθρωπον, καί πάλιν νά ἀναπλάση αὐτήν τήν δημιουργίαν ἐν Χριστῶ καί ἐν τῆ ἐκκλησία Του. Ὁ ἱερός καί Μέγας Φώτιος μέ τήν μετοχήν «ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΑΣΑ» ἀποδίδει τήν ἐν τῆ μιᾶ Οὐσία δεδομένην ἑνότητα καί κοινωνίαν τῆς τρισυποστάτου Θεότητος, τήν «ἐν τῆ ΜΟΝΑΔΙΚΗ ΟΥΣΙΑ ΕΝΩΣΙΝ». Ἐκκλησία καί ἐκκλησιάσα¬σα ἀπό ὀρθοδόξου ἐκκλησιολογικῆς ἀπόψεως, σημαίνουν δεδομένην ΕΝΟΤΗΤΑ («πρός ἑαυτήν»), ἐκ τῆς ὁποίας προῆλθεν καί ἡ ΜΙΑ Μεγάλη καί Κοινή προαιωνία Βουλή πρός ἀνάπλασιν καί παλιγγενεσίαν τοῦ πλάσματος καί τοῦ κόσμου. «Μεγάλος ὁ Θεός ἀγαπήσας τόν κόσμον, τόν Ἄγγελον βουλῆς ἑαυτοῦ τῆς μεγάλης, τῶ κόσμω μέν ἀπέστειλεν, εἰς ἀγάπης ἐπίδειξιν, τόν Υἱόν αὐτοῦ, ἐκ τῆς ἁγνῆς σαρκωθέντα, τεχθησόμενον ἐν Βηθλεέμ τῶ σπηλαίω, ταχύ ὅν δοξάσομεν» (Θεοτόκιον Α΄ Καθίσματος, 17ης Δεκεμβρίου). Πέμπτον, ἀπορρίπτουν καί τάς μαρτυρίας τῶν δογματολόγων γράφοντες: ὅτι ὁ κ. Γκουτζίδης «ἐπικαλεῖται τούς συγχρόνους δογματολόγους, διότι δέν εὗρεν στήριγμα εἰς τούς Πατέρας»(!), καί καταλήγουν: «Ἄν καί ὡς κακοδοξοῦντες καί οἰκουμενισταί (σ.σ. οἱ Δογματολόγοι Καθηγηταί), δέν ἀξίζουν κἄν τήν ἀναφοράν εἰς τά λεγόμενά των, ὅμως, διά νά μή θεωρηθῆ μία τοιαύτη στάσις ὡς ἀδυναμία ἀντικρούσεως τῶν ἰσχυρισμῶν των, ἀναφέρομεν ὅτι ἐκ τῶν ἀναφερομένων ὑπό τοῦ κ. Γκουτζίδη θεολόγων, Ι. Καρμίρη, Νικ. Μητσοπούλου, Παύλου Εὐδοκίμωφ, Σπυρίδωνος Μπιλάλη, Νικ. Ἰωαννίδη, Γεωργίου Μεταλληνοῦ καί Γεωργίου Καψάνη, οὐσιαστικῶς μόνον ὁ Παῦλος Εὐδοκίμωφ ὑποστηρίζει τήν θέσιν ὅτι ἡ ἁγία Τριάς εἶναι ἐκκλησία, χαρακτηρίζων αὐθαιρέτως τήν Ἁγίαν Τριάδα ὡς «ἀπόλυτον ἐκκλησίαν». Ἐνῶ ἐν προκειμένω δέν ὑπάρχει λόγος νά συνηγορήση τις ὑπέρ τῶν συγχρόνων Δογματολόγων, διότι οἱ κατήγοροι ἀδιακρίτως κινοῦνται καί κατ' αὐτῶν ἐκ τῆς ἰδίας προθέσεως καί σκοποῦ, ὅμως κρίνεται ἀπαραίτητον εἰς τό σημεῖον αὐτό νά σημειωθῆ ὅτι ἠδίκησαν καί τούς μεγάλους Δογματολόγους καί ὅτι δέν εἶναι ἄξιοι νά τούς ἀξιολογήσουν καί δι' αὐτόν τόν λόγον ἀπορρίψαντες τάς ὀρθοδόξους μαρτυρίας των, μέ τό πρόσχημα ὅτι εἶναι Νεοημερολογῖται, ἀπέρριψαν ὁλόκληρον τήν ὀρθόδοξον Δογματικήν διδασκαλίαν των. Ἄλλο, ὅμως ὁ Νεοημερολογιτισμός - Οἰκουμενισμός, ὡς Παπική καινοτομία καί ὡς ὑπό οἰκουμενιστικῆς δεοντολογίας ἐπιβληθεῖσα τό 1924, καί ἄλλο τά Δογματικά των συγγράμματα, τά ὁποῖα αὐτοί δέν εἶναι εἰς θέσιν νά ἀξιολογήσουν καί ἐκτιμήσουν. ὡστόσον ὀρθῶς ἐπισημαίνουν τάς ἀπαντωμένας ἐν τοῖς συγγράμμασιν τινῶν καί αἱρετικάς - Οἰκουμενιστικάς θέσεις! Ὅσον καί ἄν ἕκαστος τῶν Δογματολόγων ὑπέστη τυχόν ἐπίδρασιν ἐκ τῶν διαφόρων θεολογικῶν Δυτικῶν «ρευμάτων», ὅμως δέν ἀγνοοῦν τήν Ὀρθόδοξον Δογματικήν τόσον ἐπί τοῦ Χριστολογικοῦ, ὅσον καί τοῦ Ἐκκλησιολογικοῦ καί τοῦ Τριαδολογικοῦ. Οἱ πλείονες τῶν Δογματολόγων, τοὐλάχιστον ὡς Ἀκαδημαϊκοί Διδάσκαλοι, διατυπώνουν ὀρθῶς τήν συστηματικήν Δογματικήν διδασκαλίαν τῶν Πατέρων καί γενικῶς τῆς ὀρθοδοξίας, καίτοι κακῶς δέν ὑπεισέρχονται εἰς τήν ἐκκλησιολογικήν αἵρεσιν τοῦ Οἰκουμενισμοῦ - Νεοημερολογιτισμοῦ, ἤ ὅσοι εἰσέρχονται, καταγγέλλοντες αὐτόν, δυστυχῶς ἐν τῆ πράξει δέν ἐξέρχονται τοῦ Νεοημερολογιτισμοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Ἰδού ἐν προκειμένω μόνον ἡ μαρτυρία τοῦ Δογματολόγου Ἰωάννου Καρμίρη(*), διά νά προκύψη ὅτι ὀρθοδόξως διατυπώνει τήν σχετικήν διδασκαλίαν καί ὅτι ἐκφράζει τούς ἁγίους Πατέρας, ἤτοι τόν Ἅγιον Διονύσιον τόν Ἀρεοπαγίτην καί τόν Ἅγιον Μάξιμον τόν ὁμολογητήν. Οὗτος εἰς τό βιβλίον του «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑ» Ἀθῆναι 1973, σελ. 156, γράφει: «Ἡ ἑνότης δέ τοῦ Χριστοῦ καί τῆς ἐκκλησίας καί τῶν χριστιανῶν πρός ἀλλήλους ἐν τῆ κοινωνία τοῦ Χριστοῦ ἀντικατοπτρίζει τήν ΤΡΙΑΔΙΚΗΝ ΕΝΟΤΗΤΑ, δυναμένη νά συγκριθῆ πως πρός τήν ἐν τῆ ἁγία Τριάδι ἕνωσιν τῶν τριῶν θείων προσώπων, εἰ καί αὕτη εἶναι ἄλλης τάξεως καί πάντη ἀκατάληπτος τῶ ἀνθρώπω. Οὕτως «ΕΙΚΩΝ ἐστί τοῦ (Τριαδικοῦ) Θεοῦ ἡ ἁγία ἐκκλησία, ὡς τήν αὐτήν τῶ Θεῶ περί τούς πιστούς ἐνεργοῦσα ἕνωσιν, κἄν διαφόροις ἰδιώμασιν...». Καθώς δηλαδή τά τρία πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος ἑνοῦνται ἐν τῆ μιᾶ θεία οὐσία καί εἶναι εἷς Θεός, οὕτω καί ἡ πληθύς τῶν μελῶν τῆς ἐκκλησίας ἑνοῦται ἐν τῶ ἑνί σώματι τοῦ Θεανθρώπου, ὅ ἔστιν ἡ ἐκκλησία... ὡς ἐν τῆ Ἁγία Τριάδι ὑπάρχει μία μέν θεία οὐσία, τρία δέ πρόσωπα, οὕτω καί ἐν τῆ ἐκκλησία ὑπάρχει μία μέν θεανθρωπίνη φύσις, πληθύς δέ καί ποικιλία προσώπων μελῶν, ἅτινα πάντα ἑνοῦνται ἐν τῶ ἑνί πνευματικῶ σώματι τοῦ Χριστοῦ, ὅ ἔστιν ἡ ἐκκλησία. Ἕνεκα τούτου ἡ ἐκκλησία ὡς σῶμα Χριστοῦ, θεωρεῖται ὑπό τῶν ὀρθοδόξων ὡς ΕΙΚΩΝ καί ΟΜΟΙΩΣΙΣ τῆς Ἁγίας Τριάδος, ἀναγομένης τουντεῦθεν τῆς Ἐκκλησιολογίας εἰς Τριαδολογίαν». Οἱ ψευδοκατήγοροι εἰσηγηταί καί ὁ δυστυχέστατος πρ. Πειραιῶς Νικόλαος καί ἐκείνη ἡ «Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἱεραρχίας» τῆς 27ης.11.2007, καί τήν ἀνωτέρω ΟΡΘΟΔΟΞΟΝ μαρτυρίαν τήν ἀπέρριψαν, ὅπως καί ὅλας τάς ἄλλας, διότι ἦτο Νεοημερολογίτης, ἐνῶ δέν ἀναιροῦν τόν Παῦλον Εὐδοκίμωφ, ὁ ὁποῖος, ὅπως γράφουν, «οὐσιαστικῶς μόνον αὐτός ὑποστηρίζει τήν θέσιν, ὅτι ἡ «ἁγία Τριάς εἶναι ἐκκλησία, χαρακτηρίζων αὐθαιρέτως τήν Ἁγίαν Τριάδα, ὡς ΑΠΟΛΥΤΟΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΝ»! Λοιπόν ὤφειλον καί ὀφείλουν νά ἀναιρέσουν καί τόν Παῦλον Εὐδοκίμωφ καί νά τόν «ἀφορίσουν»!... ΠΑΡΑΝΟ.Ι.ΚΗ - ΔΑΙΜΟΝΙΚΗ ΑΠΟΨΙΣ Δέν ἠρκέσθησαν ὅμως εἰς ὅσα διαστροφικῶς καί παρερμηνευτικῶς κατέγραψαν κατά τῶν ἁγιογραφικῶν καί Πατερικῶν μαρτυριῶν! Δέν ἠρκέσθησαν εἰς κακοδόξους καί αἱρετικάς διατυπώσεις, ἀλλά καί ὅλας τάς Κανονικάς - θεολογικάς καί ἄλλας τιμίας παρεμβάσεις τοῦ θεολόγου κατά τῆς προδοσίας, ὅλας τάς ἐχαρακτήρισαν ὡς δῆθεν «ἀνοίκειον στάσιν δι' ἕνα ὀρθόδοξον θεολόγον ἔναντι τῆς ἱερᾶς Συνόδου καί εὑρύτερον τῆς ἐκκλησίας, ἡ ὁποία τόν ἀνέθρεψεν ἐν Κυρίω...»! Ταῦτα δέ διότι, ὁ θεολόγος, θέλων, δῆθεν νά δικαιώση τόν ἑαυτόν του, ἀρνεῖται καί νά συνεργασθῆ μέ τούς συνεργάτας ἀδελφούς του, ἀλλά καί «ἀντιδρᾶ ἀρνητικῶς εἰς τάς Πατρικάς προσπαθείας τοῦ Μακαριωτάτου νά τόν ἐπαναφέρη εἰς τήν ὁδόν τῆς ἐπιγνώσεως καί τῆς ὑπακοῆς... κρατεῖ ὑβριστικήν καί συκοφαντικήν στάσιν κατά τῆς Συνόδου, διότι δέν συνεδριάζει Κανονικῶς αὕτη, ὅτι ἐγκρίνει ἐξωεκκλησιαστικάς προειλημμένας ἀποφάσεις, καί συκοφαντεῖ ὅτι ἡ Σύνοδος διά τῶν ἀποφάσεών της ἐξυπηρετεῖ σχέδια τοῦ Παλαιοημερολογιτικοῦ Οἰκουμενισμοῦ». Σεβασμιώτατοι Ἅγιοι ἀδελφοί, μετ' ἐπιγνώσεως καταθέτω ὅτι αὐτά τά ὁποῖα μόλις ἀνέγνωσα εἶναι ΑΠΟΛΥΤΩΣ ΨΕΥΔΗ, διότι ὁ θεολόγος, δέν ἐτήρησεν ποτέ «ἀνοίκειον στάσιν» ἔναντι οὐδενός, πολλῶ δέ μᾶλλον «ἔναντι τῆς Ἱερᾶς Συνόδου» ἤ τοῦ Ἀρχιεπισκόπου ἤ μελῶν τῆς Συνόδου, τῶν ὁποίων μόνον τάς ἑκάστοτε ἀδυναμίας ἤ ἐκτροπάς, καί εἰς τά μέτρα τῶν δυνατοτήτων του, ἀνεπλήρωνεν καί προελάμβανεν, ἐνῶ ὑπῆρξεν σκληρός μόνον εἰς τάς ἐκτροπάς ἐκ τῆς Κανονικῆς Τάξεως καί τῆς ὁμολογίας - ἐκκλησιολογίας καί ἰδιαιτέρως τῆς ἀποστολικῆς Διαδοχῆς. ΠΑΝΤΟΤΕ καί μέ ΟΛΟΥΣ, ἐπεδίωξεν καί συνειργάσθη, ὅλους τούς προώθησεν καί ἐχαίρετο νά ἔχη συνεργάτας. Δέν συνειργάσθησαν μετ' αὐτοῦ μόνον ἐκεῖνοι οἱ κακοήθεις ὑποκριταί, οἱ ὁποῖοι πάντοτε ἐφέροντο «ὡς μή κατανοοῦντες τά περί ὀρθοδόξου ἐκκλησιολογίας», ἤθελον ὅμως νά τά «ἔχουν καλά» μαζί του, διό ὑπεκρίνοντο, τοῦ προσέφερον δέ μέχρι καί ὑλικάς ἐκδουλεύσεις, μέχρις ὅτου ὁ «κόμπος ἔφθασεν εἰς τό χτένι»! Δηλαδή μέχρις ὅτου τό ἀντίχριστον κίνημά των, βεβαιωθέν ὅτι ὁ θεολόγος, δέν πρόκειται νά «ρίξη νερό στό κρασί του», ἔδωκε τήν ἐντολήν «ἔξω ὁ θεολόγος καί ὅλοι οἱ ὀρθόδοξοι, διότι ἄλλως δέν γίνεται ἕνωσις καί δέν περνᾶ ἡ ἐν ἑλλάδι, συγχωρητική εὐχή τοῦ 1971 ὡς χειροθεσία»! Ὡλοκλήρωσεν δέ τήν «εἰσήγησιν» του ὁ πρ. Πειραιῶς Νικόλαος καταλήξας: «Ὅπως ἀπεδείχθη, ἡ θεολογική θέσις τοῦ Ἐλευθ. Γκουτζίδη(*) δέν εἶναι ἁπλῶς ἀδόκιμος καί ἐσφαλμένη, ἀλλά συνιστᾶ ἀλλοίωσιν τῆς ὀρθοδόξου ἐκκλησιολογίας καί εἰσαγωγήν εἰς τόν χῶρον τῆς ἐκκλησίας τῶν διεφθαρμένων ἀπόψεων τῶν Οἰκουμενιστῶν...». (Αὐτόθι σελ. 61). Πρίν προχωρήσω πρέπει νά ἐπισημάνω ὅτι ὁ κ. Νικόλαος δέν εἶχεν ἐπίγνωσιν αὐτῶν τῶν ὁποίων ἀνεγίνωσκεν πολλῶ δέ μᾶλλον δέν ἐγνώριζεν!... τό συγκεκριμένον ἐκκλησιολογικόν καί Τριαδολογικόν Δόγμα! ὡστόσον ἡ προκλητική αὐτή ψευδοκατηγορία ἐπιβάλλει νά τονίσωμεν ὅτι ἡ ἐν γένει ἐκκλησιολογία τοῦ θεολόγου διαχρονικῶς κηρυσσομένη, συνιστᾶ ἔκφρασιν τῆς γνησίας Ἁγιογραφικῆς καί Πατερικῆς Ἐκκλησιολογίας, ἀλλά καί τῆς Χριστολογίας καί Τριαδολογίας, ἐπί τῆς ὁποίας προσέκρουσεν καί προσκρούει ἰδιαιτέρως ὁ Φλωρινικός καί ὁ Νεοημερολογιτικός καί πάντως ὁ Παπικός - Προτεσταντικός Οἰκουμενισμός. «ΕΔΩ ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΝΑ ΤΟΝ ΑΦΟΡΙΣΩΜΕΝ» Ἡ δεοντολογία τοῦ πονηροῦ τούτου κατασκευάσματος, δηλαδή ἡ δεοντο¬λογία τῆς εἰσηγήσεως, τήν ὁποίαν κατά τήν 14/27 Φεβρουαρίου 2002 εἰσηγήθη (ἀνέγνωσεν) ὁ κ. Νικόλαος ἦτο, ὅπως, κατά τάς ἐντολάς τοῦ Φλωρινικοῦ Κέντρου καί τῶν ἐγκαθέτων των, ζητηθῆ διά τοῦ ΔΥΣΤΥΧΕΣΤΑΤΟΥ «Πειραιῶς» κ. Νικολάου, ὁ ἀφορισμός τοῦ ἐλυθερίου Γκουτζίδη διό λέγει: «...Προτείνω ...νά ἐπιβληθῆ εἰς τόν θεολόγον Ἐλ. Γκουτζίδην ἐπιτίμιον... ἀποχῆς τοῦ ἐν λόγω θεολόγου ἀπό τό ψάλλειν, τό κηρύττειν καί μετέχειν τῶν θείων Μυστηρίων...»!!! Ποῖος εἰσηγεῖται ταῦτα; Ἕνας σφόδρα βλάσφημος, ἕνας αἱρετικός, μία ἐκ νεότητος δυστυχής ὕπαρξις!... Τοῦτο κατ' ἀκρίβειαν εἰσηγοῦνται οἱ παράγοντες τοῦ Φλωρινικοῦ κέντρου καί οἱ ἐγκάθετοί των εἰς τόν χῶρον τῆς ἐκκλησίας, προκειμένου νά ἐκφοβίσουν, φιμώσουν ἤ περιθωριοποιήσουν ὄχι μόνον τόν θεολόγον, ἀλλά καί τήν ἐλαχιστότητά μου ὡς Μητροπολίτου Μεσογαίας, ἐν ὅσω δέ ἔζη καί τόν Μητροπολίτην κυρόν Πανάρετον, καί τόν ἱερομόναχον π. Ἀμφιλόχιον καί ὅλους τούς ὀρθοδόξους Μοναχούς, Μοναχάς, καί λαϊκούς, διότι ἐπί τῆς ὁμολογίας αὐτῶν προσέκρουον καί προσκρούουν τά οἰκουμενιστικά των σχέδια. Αὐτή ἡ ἰδία δεοντολογία τούς ἐξώθησεν καί εἰς τάς κυριολεκτικῶς συλλήβδην ἀντικανονικάς καί οὐσία ληστρικάς των ἀποφάσεις περί «ἀργιῶν», «καθαιρέσεων» καί «ἀφορισμῶν», ἐναντίον τῶν ὀρθοδόξων! Ἤδη ὅμως πρόκειται ἡ Πανορθόδοξος Ἱερά Σύνοδος καί ὡς Ἀνώτατον Συνοδικόν Δικαστήριον, νά κρίνη καί νά ἀποφασίση, λαμβανομένου ὑπ' ὄψιν ὅτι ἡ ἐκ μέρους τῶν ὀρθοδόξων ἀποδοχή αὐτῆς τῆς ἐκκλησιολογικῆς καί Τριαδολογικῆς θέσεως τοῦ Ἐλ. Γκουτζίδη, ἐστάθη ἡ μόνη ΨΕΥΔΟΚΑΤΗΓΟΡΙΑ, διά νά ἀποφασίσουν τάς ἐναντίον ὅλων τῶν ὀρθοδόξων ἀκύρους καί ληστρικάς των πράξεις περί «ἀργιῶν» καί «καθαιρέσεων» καί πρό πάντων διότι δέν συνεπορεύθησαν εἰς τήν προδοσίαν των κατά τῆς ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΔΙΑΔΟΧΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑΣ. ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ (*) Σημ. «Ο.Π.»: Καί κατά τήν Κυριακήν τῆς Ὀρθοδοξίας τοῦ 1996 πάλιν εἶχεν ὁμιλήσει μέ θέμα «Η ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΙΣ ΚΑΙ ΤΟ ΧΡΕΟΣ ΤΩΝ ΟΡΘΟΔΟ¬ΞΩΝ». Ἡ ὁμιλία ὡς ἐκ τῆς διαχρονικῆς σημασίας της ἀλλά καί τοῦ ἐπικαίρου, καθ' ὅτι ἐκεῖνο, τό ὁποῖον ἀντιμετώπισεν ἡ ἐκκλησία διά τοῦ κινήματος τῶν πέντε, αὐτό ἀντιμετώπισεν καί πάλιν ὑπό τοῦ διαδόχου κινήματος τῶν Νικολαϊτῶν, ἐπαναδημοσιεύεται εἰς συνεχείας ἀρχομένας ἤδη ἀπό τοῦ παρόντος τεύχους. (1) Ἄλλο εἶναι ἡ ἐκκλησία ὡς μυστήριον, ὡς Θεανθρώπινος ὀργανισμός καί ἄλλο ὁ Ναός ὡς οἰκοδόμημα. (*) Βλέπε: «Ο.Π.» Α.Τ. 109 Φεβρουάριος 2001 σελ. 179-188 καί Α.Τ. 118 Νοέμβριος 2001 σελ. 265-279 καί Α.Τ. 134 Μάρτιος 2003 σελ. 86. (**) Ὑπομνήσκεται ὅτι τό θέμα ἐνώπιον τοῦ Α.Σ.Δ. εἰσηγεῖται ὁ Μητροπολίτης κ. Κήρυκος. (*) Περί αὐτῆς ὅρα εἰς «Ο.Π.» Α.Τ. 121 Φεβρ. 2002 σελ. 41-88, καί Α.Τ. 123 σελ. 142-162, Α.Τ. 124 σελ. 188-207, Α.Τ. 125 σελ. 232-250, Α.Τ. 126/127 σελ. 267-286, Α.Τ. 128 σελ. (*) Κλήμεντος Ἀλεξανδρέως α) Λόγος Προτρεπτικός πρός Ἕλληνας, P.G. Τόμος 8 σελ. 2008 καί 2816 καί β) Λόγος Δ τῶν Στρωματέων, Αὐτόθι σελ. 1277Β. (*) Χωρίς νά, ὑποτιμῶνται ὅλαι αἱ λοιπαί μαρτυρίαι τῶν λοιπῶν Δογματολόγων, τάς ὁποίας ἀναφέρει εἰς τό Θεολογικόν του ὑπόμνημα ὁ θεολόγος Ἐλ. Γκουτζίδης, ἡ καί ὅτι ἔν τισι καί ὁ Δογματολόγος οὗτος διατυπώνει καί κακοδόξους θέσεις ἐπί τοῦ ἐκκλησιολογικοῦ! (*) «Δέν θά ὁμιλήσω σήμερον διά τήν πρώτην ἄναρχον, αἰωνίαν καί ἀόρατον Ἐκκλησίαν, διότι αὐτή εἶναι ἡ πλήρης καί τελεία κοινωνία καί ἑνότης τῶν τριῶν θείων προσώπων...».

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΟΙ ΣΑΡΑΝΤΑ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΜΑΡΤΥΡΕΣ

ΚΑΘΑΙΡΕΣΙΣ ΝΙΚΟΛΑΙΤΩΝ ΥΠΟ ΤΗΣ ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΣΥΝΟΔΟΥ

ΟΙ ΡΩΣΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΣΠΟΡΑΣ ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΑΠΕΔΕΧΘΗΣΑΝ ΤΗΝ ΟΜΟΛΟΓΙΑΝ ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑΝ ΜΑΣ