ΥΠΑΚΟΗ ΟΤΑΝ ΟΙ ΕΠΙΣΚΟΠΟΙ ΚΑΙ ΟΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΙ ΔΕΝ ΟΡΘΟΤΟΜΟΥΝ ΚΑΙ ΑΠΟΔΕΧΟΝΤΑΙ ΤΙΣ ΑΙΡΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΙΩΠΟΥΝ ΟΤΑΝ ΔΙΩΚΕΤΑΙ Η ΠΙΣΤΗ;;;
<< Ὅταν περὶ δογμάτων ὁ λόγος, οὐ δεῖ τῷ οἰκείω νοΐ πληροφορεῖσθαι, ἀλλ' ἃ παρελάβομεν, ταῦτα κατέχειν, κὰν ἄγγελος ἐξ? οὐρανοῦ ἕτερα εὐαγγελίζηται>>
~ ΘΕΟΦΥΛΑΚΤΟΥ ΒΟΥΛΓΑΡΙΑΣ, PG. 124, 525A
«Εἰ δὲ ὀρθὰ διδάσκει», σημειώνει ὁ ἴδιος Ἅγιος, «μὴ τῷ βίω πρόσεχε, ἀλλὰ τοῖς ρήμασι»
-----------------------
ὁ πιστὸς ὀφείλει νὰ προσέχει στοὺς λόγους ἐκείνου, ποῦ ὀρθοτομεῖ τὴν ἀλήθεια, ἀκόμη καὶ ὅταν συμβαίνει αὐτὸς νὰ ἔχει ἀνακόλουθη ὡς πρὸς τοὺς λόγους τοῦ ζωή.
~ Ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος, P.G. 62, 610 - 611
ΤΙ ΓΙΝΕΤΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΥΠΑΚΟΗ
ΟΤΑΝ Ο ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΜΑΣ ΔΕΝ ΟΡΘΟΔΟΞΕΙ
ΤΙ ΓΙΝΕΤΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΥΠΑΚΟΗ
ΟΤΑΝ Ο ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΜΑΣ ΔΕΝ ΟΡΘΟΔΟΞΕΙ
Τί μᾶς διδάσκει τὸ ἐκκλησιαστικὸ παρελθὸν σχετικῶς μὲ τὴν ὑπακοὴ στὸν Πνευματικό μας Πατέρα, ὅταν πρόκειται περὶ θέματος Πίστεως, δογματικὸ ἢ σχετικὸ μὲ τοὺς ἱεροὺς Κανόνες; Ὀφείλουμε ἀδιάκριτη ὑπακοὴ ὅταν ὁ Πνευματικὸς ἀντιτεθεῖ πρὸς τὴν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας ἢ ὄχι; Παίρνουμε ἐπάνω μας ἔναντι Θεοῦ τὴν εὐθύνη τῆς «ἀνυπακοῆς» ἢ μᾶς καλύπτει ἡ ὑπακοὴ στὸν Χριστὸ βάσει τῆς ἀλαθήτου Παραδόσεως τῆς Ἐκκλησίας; Σὲ τοῦτα τὰ ἐρωτήματα θὰ προσπαθήσουμε νὰ δώσουμε μερικὲς ἀπαντήσεις.
1. Ὁ Πνευματικὸς πρέπει νὰ εἶναι ὁ καλύτερος δυνατός, ἀπὸ πάσης ἀπόψεως
2. Ὁ Πνευματικὸς ἐπειδὴ εἶναι «εἰς τύπον καὶ τόπον Χριστοῦ», δὲν μπορεῖ νὰ ἀποδέχεται αἱρέσεις
3. Ἀπαγορεύεται ἡ ἀδιαφορία ἡ ἡ σιωπὴ περὶ τῶν αἱρέσεων ἐκ μέρους τοῦ Πνευματικοῦ
4. Τί λέγει ἡ Ἁγία Γραφὴ γιὰ τὴν ἀξιέπαινη ἀπείθεια
5. Ὁ Μοναχὸς πρέπει νὰ φεύγει ἀπὸ τὴν ὑπακοὴ σὲ αἱρετικὸ Ἡγούμενο, σύμφωνα μὲ τοὺς ἱεροὺς Κανόνες
6.Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος συνιστᾶ ἀνυπακοὴ στοὺς κακοδόξους ἐκκλησιαστικοὺς ἡγέτες
7.Ἡ «Κλίμαξ» διευκρινίζει ὅτι ὁ ταπεινὸς Μοναχὸς ἀντιλέγει στοὺς Προεστῶτες, ἐὰν πρόκειται περὶ Πίστεως.
8.Τὸ ἔμπρακτο ὑπόδειγμα τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Δεκαπολίτου
9.Ἡ διδασκαλία τοῦ Ἁγίου Συμεὼν τοῦ Νέου Θεολόγου
10. Ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος Μπριαντσιανίνωφ ὑπὲρ τῆς προσεκτικῆς ὑπακοῆς
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
Εἰσαγωγὴ
2. Ὁ Πνευματικὸς ἐπειδὴ εἶναι «εἰς τύπον καὶ τόπον Χριστοῦ», δὲν μπορεῖ νὰ ἀποδέχεται αἱρέσεις
3. Ἀπαγορεύεται ἡ ἀδιαφορία ἡ ἡ σιωπὴ περὶ τῶν αἱρέσεων ἐκ μέρους τοῦ Πνευματικοῦ
4. Τί λέγει ἡ Ἁγία Γραφὴ γιὰ τὴν ἀξιέπαινη ἀπείθεια
5. Ὁ Μοναχὸς πρέπει νὰ φεύγει ἀπὸ τὴν ὑπακοὴ σὲ αἱρετικὸ Ἡγούμενο, σύμφωνα μὲ τοὺς ἱεροὺς Κανόνες
6.Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος συνιστᾶ ἀνυπακοὴ στοὺς κακοδόξους ἐκκλησιαστικοὺς ἡγέτες
7.Ἡ «Κλίμαξ» διευκρινίζει ὅτι ὁ ταπεινὸς Μοναχὸς ἀντιλέγει στοὺς Προεστῶτες, ἐὰν πρόκειται περὶ Πίστεως.
8.Τὸ ἔμπρακτο ὑπόδειγμα τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Δεκαπολίτου
9.Ἡ διδασκαλία τοῦ Ἁγίου Συμεὼν τοῦ Νέου Θεολόγου
10. Ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος Μπριαντσιανίνωφ ὑπὲρ τῆς προσεκτικῆς ὑπακοῆς
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
Εἰσαγωγὴ
Τὸ θέμα τῆς ὑπακοῆς στὸν Πνευματικὸ Πατέρα, ὅσον ἀφορᾶ στὰ θέματα Πίστεως, θέμα ἰδιαιτέρως λεπτὸ καὶ ἄγνωστο, περιλαμβάνεται στὸ γενικότερο θέμα τῆς ὑπακοῆς στὸν Ἐπίσκοπο, διότι ἡ σχέση Πνευματικοῦ-Ἐξομολόγου καὶ πιστοῦ δὲν νοεῖται χωριστὰ ἀπὸ τὴ σχέση τοῦ χριστιανοῦ μὲ τὸν Ἐπίσκοπό της Ἐκκλησιαστικῆς Κοινότητος· ὁ Πνευματικὸς δὲν καθοδηγεῖ ἰδίω δικαίω τοὺς πιστοὺς βάσει τῆς Ἱερωσύνης του, ἀλλὰ μὲ ἐνταλτήριο γράμμα τοῦ οἰκείου Ἐπισκόπου, καθὼς ὁρίζουν οἱ ἱεροὶ Κανόνες καὶ πλέον φανερὰ ὁ 50ος (46) τῆς ἐν Καθαγένη ἁγίας Τοπικῆς Συνόδου1. Ἔτσι, ἐν πολλοῖς ἰσχύει καὶ περὶ τοῦ Πνευματικοῦ Πατρός, ὅ,τι ἤδη ἔχουμε εἰπῆ σὲ ἀναφορὰ πρὸς τὸν Ἐπίσκοπο καὶ τὴν ἀνάμειξη τῶν λαϊκῶν στὰ θέματα Πίστεως σὲ προηγούμενες ἑνότητες.
Ἐὰν δηλαδὴ οἱ πιστοὶ ἔχουν τὸ δικαίωμα βάσει τοῦ παραδείγματος τῶν Ἁγίων στὴν ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία, ἀλλὰ καὶ βάσει τῶν ἱερῶν Κανόνων, νὰ ἀπειθοῦν σὲ αἱρετίζοντες Ἐπισκόπους καὶ νὰ ἀποχωρίζονται ἀπὸ τὴν κοινωνία (καὶ τὴν κοινότητα) τῶν (ὅπως ὁρίζουν κυρίως οἱ ἱεροὶ Κανόνες 31ος Ἀποστολικὸς καὶ 15ος τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου), πολλῶ μᾶλλον πρέπει νὰ διαχωρίζονται ἀπὸ Πνευματικοὺς οἱ ὁποῖοι ἀναπτύσσουν χωρὶς μεταμέλεια ἑτερόδοξα φρονήματα.
Ἂν ὁ Ἐπίσκοπος, στὴ θέση τοῦ ὁποίου ἐνεργεῖ ὁ Πνευματικὸς τὸ Μυστήριόν της πρὸς Θεὸν καθοδηγήσεως τῶν πιστῶν, Μυστήριον Μετανοίας καὶ Ἐξομολογήσεως, δὲν εἶναι "ex officio" («ἐκ τοῦ ἀξιώματος») ἀλάθητος, πολὺ περισσότερο ὁ Πνευματικός, ὁ ὁποῖος μετέχει τῆς χάριτος τῆς Ἱερωσύνης σὲ βαθμὸ μικρότερο ἀπὸ τὸν Ἐπίσκοπο, δὲν εἶναι ὁπωσδήποτε ἀλάθητος.
Ἐὰν δηλαδὴ οἱ πιστοὶ ἔχουν τὸ δικαίωμα βάσει τοῦ παραδείγματος τῶν Ἁγίων στὴν ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία, ἀλλὰ καὶ βάσει τῶν ἱερῶν Κανόνων, νὰ ἀπειθοῦν σὲ αἱρετίζοντες Ἐπισκόπους καὶ νὰ ἀποχωρίζονται ἀπὸ τὴν κοινωνία (καὶ τὴν κοινότητα) τῶν (ὅπως ὁρίζουν κυρίως οἱ ἱεροὶ Κανόνες 31ος Ἀποστολικὸς καὶ 15ος τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου), πολλῶ μᾶλλον πρέπει νὰ διαχωρίζονται ἀπὸ Πνευματικοὺς οἱ ὁποῖοι ἀναπτύσσουν χωρὶς μεταμέλεια ἑτερόδοξα φρονήματα.
Ἂν ὁ Ἐπίσκοπος, στὴ θέση τοῦ ὁποίου ἐνεργεῖ ὁ Πνευματικὸς τὸ Μυστήριόν της πρὸς Θεὸν καθοδηγήσεως τῶν πιστῶν, Μυστήριον Μετανοίας καὶ Ἐξομολογήσεως, δὲν εἶναι "ex officio" («ἐκ τοῦ ἀξιώματος») ἀλάθητος, πολὺ περισσότερο ὁ Πνευματικός, ὁ ὁποῖος μετέχει τῆς χάριτος τῆς Ἱερωσύνης σὲ βαθμὸ μικρότερο ἀπὸ τὸν Ἐπίσκοπο, δὲν εἶναι ὁπωσδήποτε ἀλάθητος.
1. Ὁ Πνευματικός μας πρέπει νὰ εἶναι ὁ καλύτερος δυνατός, ἀπὸ πάσης ἀπόψεως
Πολὺ συχνὰ οἱ Προεστῶτες τῆς Ἐκκλησίας ὑπενθυμίζουν τὸ καθῆκον τῆς ὑπακοῆς στοὺς Ἐπισκόπους καὶ Πρεσβυτέρους καὶ στὰ ἐντάλματά τους, ἀλλὰ στὸ Ποίμνιο εἶναι μόνον ὀλίγο γνωστὸ τί εἴδους ἄνθρωποι ὀφείλουν νὰ εἶναι καὶ οἱ Κληρικοί, οἱ ὁποῖοι δίνουν κατευθύνσεις.
Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, στὸ ψυχωφελέστατο ἔργο τοῦ Πνευματικὰ Γυμνάσματα, γράφει τὰ ἑξῆς, παραπέμποντας καὶ στὸ Μέγα Βασίλειο : «Ἐξέτασαι τὴν ἐπιμέλειαν ὅπου βάνεις εἰς τὸ νὰ εὕρης ἕνα καλὸν πνευματικόν· διότι ποία ἄλλη μεγαλειτέρα ἀνάγκη εἶναι εἰς ἐσέ, ὡσὰν τὸ νὰ εὕρης ἕνα καλὸν ὁδηγὸν εἰς μίαν ὁδοιπορίαν ὅπου ἔχεις νὰ κάμης τόσον κινδυνώδη, καθὼς εἶναι τὸ νὰ πορευθῆς εἰς τὸν οὐρανόν; [...] Τώρα στοχάσου ἀγαπητὲ εἰς ποταπὸν κίνδυνον εὑρίσκεσαι, ἀνίσως ὄχι μόνον δὲν γυρεύης τοιοῦτον πνευματικὸν ἄξιον διὰ νὰ σὲ ὁδηγήση ὀρθῶς εἰς τὴν σωτηρίαν σου καὶ νὰ σὲ ἰατρεύση καλῶς ἀπὸ τὰ πάθη καὶ τὰς ἁμαρτίας σου, ἀλλὰ καὶ ἀποφεύγης αὐτὸν [...] Ὅθεν καὶ ὁ μέγας Βασίλειος (Ὄροι κατ' ἐπιτομὴν σκθ΄)2 λέγει· "ὅπως λοιπὸν τὰ πάθη τοῦ σώματος, δὲν τὰ ξεσκεπάζουν οἱ ἄνθρωποι σὲ ὅλους, οὔτε σὲ τυχαίους, ἀλλὰ σὲ ἐκείνους ποὺ εἶναι ἔμπειροι γιὰ τὴ θεραπεία τους· ἔτσι καὶ ἡ ἐξαγόρευσις τῶν ἁμαρτημάτων ὀφείλει νὰ γίνεται σὲ αὐτοὺς ποὺ μποροῦν νὰ τὰ θεραπεύσουν, κατὰ τὸ γεγραμμένον, ἐσεῖς οἱ δυνατοὶ νὰ βαστάζετε τὰ ἀσθενήματα τῶν ἀδυνάτων [Ρώμ. 15, 1], δηλαδὴ διὰ τῆς ἐπιμελείας σηκώνετε τὰ"»
Πολὺ συχνὰ οἱ Προεστῶτες τῆς Ἐκκλησίας ὑπενθυμίζουν τὸ καθῆκον τῆς ὑπακοῆς στοὺς Ἐπισκόπους καὶ Πρεσβυτέρους καὶ στὰ ἐντάλματά τους, ἀλλὰ στὸ Ποίμνιο εἶναι μόνον ὀλίγο γνωστὸ τί εἴδους ἄνθρωποι ὀφείλουν νὰ εἶναι καὶ οἱ Κληρικοί, οἱ ὁποῖοι δίνουν κατευθύνσεις.
Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, στὸ ψυχωφελέστατο ἔργο τοῦ Πνευματικὰ Γυμνάσματα, γράφει τὰ ἑξῆς, παραπέμποντας καὶ στὸ Μέγα Βασίλειο : «Ἐξέτασαι τὴν ἐπιμέλειαν ὅπου βάνεις εἰς τὸ νὰ εὕρης ἕνα καλὸν πνευματικόν· διότι ποία ἄλλη μεγαλειτέρα ἀνάγκη εἶναι εἰς ἐσέ, ὡσὰν τὸ νὰ εὕρης ἕνα καλὸν ὁδηγὸν εἰς μίαν ὁδοιπορίαν ὅπου ἔχεις νὰ κάμης τόσον κινδυνώδη, καθὼς εἶναι τὸ νὰ πορευθῆς εἰς τὸν οὐρανόν; [...] Τώρα στοχάσου ἀγαπητὲ εἰς ποταπὸν κίνδυνον εὑρίσκεσαι, ἀνίσως ὄχι μόνον δὲν γυρεύης τοιοῦτον πνευματικὸν ἄξιον διὰ νὰ σὲ ὁδηγήση ὀρθῶς εἰς τὴν σωτηρίαν σου καὶ νὰ σὲ ἰατρεύση καλῶς ἀπὸ τὰ πάθη καὶ τὰς ἁμαρτίας σου, ἀλλὰ καὶ ἀποφεύγης αὐτὸν [...] Ὅθεν καὶ ὁ μέγας Βασίλειος (Ὄροι κατ' ἐπιτομὴν σκθ΄)2 λέγει· "ὅπως λοιπὸν τὰ πάθη τοῦ σώματος, δὲν τὰ ξεσκεπάζουν οἱ ἄνθρωποι σὲ ὅλους, οὔτε σὲ τυχαίους, ἀλλὰ σὲ ἐκείνους ποὺ εἶναι ἔμπειροι γιὰ τὴ θεραπεία τους· ἔτσι καὶ ἡ ἐξαγόρευσις τῶν ἁμαρτημάτων ὀφείλει νὰ γίνεται σὲ αὐτοὺς ποὺ μποροῦν νὰ τὰ θεραπεύσουν, κατὰ τὸ γεγραμμένον, ἐσεῖς οἱ δυνατοὶ νὰ βαστάζετε τὰ ἀσθενήματα τῶν ἀδυνάτων [Ρώμ. 15, 1], δηλαδὴ διὰ τῆς ἐπιμελείας σηκώνετε τὰ"»
3.Ἑρμηνεύει σχετικῶς ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης· «Βέβαια ὁ πνευματικὸς πατὴρ ὀφείλει νὰ εὑρίσκεται ἤδη στὴν κατάστασι τοῦ φωτισμοῦ, ὥστε νὰ μπορῆ νὰ εἰσάγη καὶ ἄλλους σ' αὐτὴν τὴν κατάστασι τοῦ φωτισμοῦ καὶ νὰ τοὺς ὁδηγῆ πρὸς τὸ Βάπτισμα καὶ τοῦ ὕδατος (δηλαδὴ τῆς ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν), ἀλλὰ καὶ τοῦ Πνεύματος, ποὺ εἶναι ἡ ἐπίσκεψις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὴν καρδιὰ τοῦ βαπτιζομένου καὶ ἡ φώτισις τῆς καρδίας τοῦ ἀνθρώπου»
4.Ἂν λοιπὸν ὁ Γέρων - Πνευματικὸς - Ἐξομολόγος πρέπει νὰ εἶναι ὁ καλύτερος κατὰ τὸ δυνατὸν σὲ βίο καὶ διδαχή, πόσο περισσότερο πρέπει νὰ ἔχει τὸ ἐλάχιστον, τὴν «ἄλφα-βήτα», δηλαδὴ ἀκραιφνῆ τὴν Ὀρθοδοξία.
2. Ὁ Πνευματικὸς ἐπειδὴ εἶναι «εἰς τύπον καὶ τόπον Χριστοῦ», δὲν μπορεῖ νὰ ἀποδέχεται αἱρέσεις
Τὸ πόση σημασία ἔχει ἡ ἀποτροπὴ καὶ καταπολέμηση τῆς αἱρέσεως, συνάγεται ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι ὁλόκληρη ἡ δογματικὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας διαμορφώθηκε ὄχι ὡς φιλοσοφικὸς στοχασμός, ἀλλὰ κατὰ ἀντιπαράθεση πρὸς τὶς αἱρέσεις οἱ ὁποῖες ἀπειλοῦσαν τὴν ὁδὸ τῆς Ὀρθοδοξίας, ποὺ θεραπεύει τὴν ἀνθρώπινη φύση ἀπὸ τὴν ἁμαρτία: «Οἱ Πατέρες ἄλλαζαν ὁρολογία ἀπὸ καιρὸ σὲ καιρὸ καὶ ἔκαναν προσαρμογὴ τῆς ὁρολογίας τους, γιὰ νὰ βροῦν τοὺς σωστοὺς ὅρους ἀνάλογα μὲ τὶς ἀνάγκες τῆς ἐποχῆς. Αὐτὸ τὸ ἔκαναν, ὄχι γιὰ νὰ κατανοήσουν καλύτερα τὴν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ γιὰ νὰ χτυπήσουν τὶς αἱρέσεις ποὺ ἀνεφύοντο. Διότι ἡ κατανόησις τῆς διδασκαλίας τῆς Ἐκκλησίας ἔρχεται ἀπὸ τὸν φωτισμὸ καὶ τὴν θέωσι καὶ ὄχι ἀπὸ φιλοσοφικὴ ἢ φιλολογικὴ διεργασία ἢ ἀπὸ φιλοσοφικὸ στοχασμὸ ἐπάνω σὲ αὐτὴν τὴν διδασκαλία. Ὁ σκοπὸς τοῦ δόγματος, ποὺ διατυπώνουν οἱ Πατέρες, δὲν εἶναι ἡ κατανόησίς του, ἀλλὰ ἡ διὰ τοῦ δόγματος ἕνωσις τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεὸ»
5.Ἡ ἀποδοχὴ λοιπὸν τῆς αἱρέσεως ἀπὸ τὸν Κληρικὸ καταστρέφει τὴν θεραπευτικὴ Ποιμαντική του. «Ὅπως στὸν ἰατρικὸ χῶρο σὲ ἕναν κομπογιαννίτη (ψευτογιατρὸ) δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ τοῦ ἐπιτραπῆ νὰ θεραπεύη, ἔτσι καὶ στὴν Ἐκκλησία δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἐπιτραπῆ σὲ ἕναν αἱρετικὸ νὰ θεραπεύη τὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων. Διότι, ἐπειδὴ εἶναι αἱρετικός, δὲν γνωρίζει, δὲν μπορεῖ νὰ θεραπεύη»
6. Φυσικά, τὸ ἴδιο ἰσχύει καὶ γιὰ ἕνα Κληρικὸ ποὺ δὲν δύναται ἢ ἀδιαφορεῖ νὰ διακρίνει μεταξὺ Ὀρθοδοξίας καὶ αἱρέσεως, δήλ. πνευματικῆς «ἰατρικῆς καὶ κομπογιαννιτισμοῦ», διότι εἶναι ἁπλῶς ζήτημα χρόνου καὶ μεθοδείας τῶν πονηρῶν πνευμάτων νὰ πέσει σὲ πλάνη κι αὐτὸς καὶ τὰ πνευματικὸ-παίδια του. Λέγει ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Μπριαντσιανίνωφ «Μὲ τὴν ἀποδοχὴ ψευδοδιδασκαλιῶν (δήλ. ἐσφαλμένων σκέψεων γιὰ τὸ Θεό), μὲ τὴν παραμόρφωση τῆς δογματικῆς καὶ ἠθικῆς διδασκαλίας, ποὺ μᾶς ἀποκάλυψε ὁ ἴδιος ὁ Θεός, συντελεῖται-χάρις στὴν ἐπίδραση καὶ παρέμβαση τῶν ψευδοδιδασκαλιῶν-ἡ φθορὰ τοῦ πνεύματος. Καὶ ἔτσι ὁ ἄνθρωπος καταντάει υἱὸς τοῦ διαβόλου»
7.Ἂν λοιπὸν ἡ σχέση Πνευματικοῦ-Ἐξομολόγου καὶ πιστοῦ, ἀποσκοπεῖ στὸ νὰ εἰκονίσει πραγματικῶς τὴ σχέση Χριστοῦ-πιστοῦ, ὅπως λέγει σχετικῶς καὶ ἡ «Κλίμαξ» τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Σιναΐτου («Μὴ τὸ θεωρήσης ἀνάξιο νὰ ἐξομολογηθῆς τὶς ἁμαρτίες σου στὸν βοηθό σου, [στὸν Γέροντά σου δηλαδή], μὲ ταπείνωση καὶ συντριβὴ ὡσὰν στὸν ἴδιον τὸν Θεὸν»)
8. τότε ἡ διάρρηξη τῆς σχέσεως τοῦ Πνευματικοῦ μὲ τὸν Χριστὸ λόγω τῆς αἱρέσεως τοῦ Πνευματικοῦ, ὑποχρεώνει τὸν πιστὸ εἴτε νὰ βρῆ ἄλλον Πνευματικόν, ὀρθοφρονοῦντα, εἴτε - ἂν νομίζει ὁ πιστὸς ὅτι ὑπάρχει ἀκόμη ἐλπίδα διορθώσεως τοῦ Πνευματικοῦ του - τουλάχιστον νὰ μὴ ὑπακούει στὶς περὶ Πίστεως ἐσφαλμένες τοποθετήσεις καὶ συμβουλὲς τοῦ Πνευματικοῦ. Κατὰ τὸν Ἅγιον Γρηγόριον Νύσσης, ὅποιος «αἱρετίζει» (ἀναπτύσσει αἱρετικὸ φρόνημα) ἀποκόπτεται ἀπὸ τὴ μυστικὴ κεφαλὴ τῆς Ἐκκλησίας, τὸν Χριστὸ «ὁπωσδήποτε αὐτὸς ποὺ ἀποκόπηκε ἀπὸ τὴν σώζουσα Πίστη εἶναι ἀκέφαλος, ὅπως ὁ Γολιὰθ μὲ τὸ ἴδιο του τὸ ξίφος, τὸ ὁποῖο ἀκόνησε κατὰ τῆς ἀληθείας, χωριζόμενος ἀπὸ τὴν ἀληθινὴ Κεφαλὴ»
9. Πῶς ἕνας τέτοιος Πνευματικὸς θὰ διδάξη σὲ ἄλλους τὴ σωτηρία;
Μὴ λησμονοῦμε ὅτι ἡ μετάδοση τῆς Ὀρθοδοξίας εἶναι ὁ πρώτιστος σκοπὸς ἑνὸς Γέροντος, κατὰ τὴν Κλίμακα τοῦ Ὁσίου Ἰωάννου, καθὼς λέγει στὶς προτροπές του πρὸς τὸν Ποιμένα: «Τὴν ἀκεραία πίστη καὶ τὰ εὐσεβῆ δόγματα ἂς ἀφήσης πρὶν ἀπὸ ὅλα σὰν κληρονομία στὰ τέκνα σου, ὥστε ὄχι μόνο τὰ τέκνα σου, ἀλλὰ καὶ τοὺς ἐγγονούς σου νὰ ὁδηγήσης στὸν Κύριον διὰ τῆς ὁδοῦ τῆς Ὀρθοδοξίας»
10.Ἂν ὁ αἱρετίζων Πνευματικὸς ἀποδιώξει τότε τὸν ὀρθοφρονοῦντα πιστό, εἶναι εὔλογο, ὅτι ἡ εὐθύνη πίπτει στὸν κακῶς φρονοῦντα Γέροντα καὶ Πνευματικό, διότι ἡ Ἐκκλησία μᾶς διδάσκει ὅτι ἡ ὑπακοή μας στοὺς Γέροντες πρέπει νὰ ἀποσκοπεῖ στὸν Χριστό.
3. Ἀπαγορεύεται ἡ ἀδιαφορία ἡ ἡ σιωπὴ περὶ τῶν αἱρέσεων ἐκ μέρους τοῦ Πνευματικοῦ
Εἶναι λοιπὸν εὐνόητο, βάσει τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἐμπειρίας καὶ τῶν παραπάνω γραφομένων, ὅτι ὁ κίνδυνος τῆς αἱρέσεως δὲν ἐλλοχεύει μόνο στὴν πλήρη καὶ ἐπίσημη ἀποδοχὴ τῶν αἱρετικῶν δογμάτων ἀπὸ κάποιον Πνευματικὸ (ὅπως καὶ ἀπὸ κάποιον Ἐπίσκοπο), ἀλλ' ἐπίσης (ἃ) στὴν ἔναντί της αἱρέσεως ἀδιαφορία (τὸ ὁποῖον εἶναι ἁμάρτημα ὡς πλημμέλημα) καὶ (β) στὴν ἀποτροπὴ τῆς ἀντιδράσεως κατὰ τῆς αἱρέσεως (λ.χ. τὰ γνωστὰ ἀπαράδεκτα «μὴ μιλᾶτε γιὰ θέματα Πίστεως», «μὴ μιλᾶτε γιὰ τοὺς Ἀντιχρίστους, ἀλλὰ γιὰ τὸν Χριστὸ» τὸ ὁποῖον εἶναι ἡ γνωστὴ στὴν ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία θέση τῶν χλιαρῶν-ἀδιαφόρων ἢ πταιόντων ἡγετῶν). Ἐντελῶς παρενθετικῶς ἀναφέρουμε, ὅτι εἶναι ἐντολὴ τῶν Πατέρων νὰ προετοιμάζουμε τὰ πνευματικά μας παιδιὰ καὶ γιὰ τὴν ἔλευση καὶ τοῦ Ἀντιχρίστου
Εἶναι λοιπὸν εὐνόητο, βάσει τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἐμπειρίας καὶ τῶν παραπάνω γραφομένων, ὅτι ὁ κίνδυνος τῆς αἱρέσεως δὲν ἐλλοχεύει μόνο στὴν πλήρη καὶ ἐπίσημη ἀποδοχὴ τῶν αἱρετικῶν δογμάτων ἀπὸ κάποιον Πνευματικὸ (ὅπως καὶ ἀπὸ κάποιον Ἐπίσκοπο), ἀλλ' ἐπίσης (ἃ) στὴν ἔναντί της αἱρέσεως ἀδιαφορία (τὸ ὁποῖον εἶναι ἁμάρτημα ὡς πλημμέλημα) καὶ (β) στὴν ἀποτροπὴ τῆς ἀντιδράσεως κατὰ τῆς αἱρέσεως (λ.χ. τὰ γνωστὰ ἀπαράδεκτα «μὴ μιλᾶτε γιὰ θέματα Πίστεως», «μὴ μιλᾶτε γιὰ τοὺς Ἀντιχρίστους, ἀλλὰ γιὰ τὸν Χριστὸ» τὸ ὁποῖον εἶναι ἡ γνωστὴ στὴν ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία θέση τῶν χλιαρῶν-ἀδιαφόρων ἢ πταιόντων ἡγετῶν). Ἐντελῶς παρενθετικῶς ἀναφέρουμε, ὅτι εἶναι ἐντολὴ τῶν Πατέρων νὰ προετοιμάζουμε τὰ πνευματικά μας παιδιὰ καὶ γιὰ τὴν ἔλευση καὶ τοῦ Ἀντιχρίστου
11.Ἀναντίρρητα ἡ Παλαιὰ Διαθήκη κατακρίνει τοὺς ποιμένες τοῦ παλαιοῦ Ἰσραὴλ οἱ ὁποῖοι ἀδιαφοροῦσαν γιὰ τὴν προστασία τοῦ ποιμνίου τους. Λέγεται χαρακτηριστικῶς διὰ τοῦ στόματος τοῦ Προφήτη Ἰεζεκιήλ: «Ζῶ ἐγώ, λέγει Κύριος, ἀντὶ νὰ γίνουν τὰ πρόβατά μου ἕρμαια κλοπῆς καὶ τροφὴ γιὰ ὅλα τὰ θηρία τῆς πεδιάδος, ἐπειδὴ δὲν ὑπάρχουν ποιμένες καὶ δὲν ἀνεζήτησαν οἱ ποιμένες τὰ πρόβατά μου, καὶ οἱ ποιμένες ἐβόσκησαν τοὺς ἑαυτούς τους, καὶ δὲν ἐβόσκησαν τὰ πρόβατά μου, ἀντὶ τούτου, ποιμένες, τάδε λέγει Κύριος : Ἰδού, ἐγὼ θὰ ἐπισκεφθῶ τοὺς ποιμένες καὶ θὰ ζητήσω τὰ πρόβατά μου ἀπὸ τὰ χέρια τους καὶ θὰ τοὺς ἀποδιώξω νὰ μὴ ποιμαίνουν τὰ πρόβατά μου καὶ δὲν θὰ τὰ βοσκήσουν πλέον οἱ ποιμένες»
12.Πολὺ περισσότερον ὁ Χριστὸς στὴν Καινὴ Διαθήκη ἐπικρίνει τοὺς «Ἀγγέλους», δηλαδὴ τοὺς προεστῶτες Ἐπισκόπους, τῆς Περγάμου καὶ τῶν Θυατείρων, διότι ἐνῶ ἡ ἀναστροφὴ τοὺς γενικῶς εἶναι ἐπαινετή, μολαταύτα ἀφίνουν τοὺς αἱρετικοὺς Νικολαΐτας καὶ ψευδοπροφήτας (τὴν «Ἰεζάβελ») νὰ βλάψουν τὸ ποίμνιόν τους· «Ἀλλὰ ἔχω κατά σου ὀλίγα, ὅτι ἀφεῖς τὴν γυναῖκά σου Ἰεζάβελ, ἡ λέγει ἑαυτὴν προφήτιν, καὶ διδάσκει καὶ πλανᾶ τοὺς ἐμοῦς δούλους πορνεῦσαι καὶ φαγεῖν εἰδωλόθυτα»13. Ἀντιθέτως, ἐπαινεῖ τὸν πταίστη - σὲ μερικὰ θέματα - «Ἄγγελον» τῆς ἐφέσου, διότι διακρίνει τοὺς ψευδοπροφήτας καὶ μισεῖ τὰ ἔργα τῶν αἱρετικῶν Νικολαϊτῶν «Ἀλλὰ τοῦτο ἔχεις, ὅτι μισεῖς τὰ ἔργα τῶν Νικολαϊτῶν, ἃ καγῶ μισῶ»
14.Οἱ Ἅγιοι Πατέρες στὴν πράξη κατέκριναν καὶ παρέκαμπταν τὴν πρακτικὴ τῶν Αὐτοκρατόρων νὰ ἐπιβάλλουν ἀπαγορεύσεις στὶς συζητήσεις γιὰ θέματα Πίστεως, μὲ σκοπὸ νὰ διατηρήσουν οἱ Αὐτοκράτορες τὴν πολιτικὴ εἰρήνη καὶ ἑνότητα τῆς Αὐτοκρατορίας μεταξὺ Ὀρθοδόξων καὶ αἱρετικῶν. Διαλεγόμενος ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητὴς μὲ τὸν αἱρετικὸ Μονοθελήτη Πατριάρχη ΚΠόλεως Πύρρο σχετικὰ μὲ τὸ χριστολογικὸ θέμα, ἀνατρέπει τὴν ἔξωθεν ἐπιβαλλομένη αὐτὴ σιωπὴ στὰ θέματα Πίστεως· λέγει ἀπαντώντας στὸν Πύρρο· «Τί λοιπόν; Ἐπειδὴ ὁ Θεός, χάρη στὴν πρόθεσή μας ποῦ τὴν προγνώριζε, μᾶς ἐκάλεσε στὴν ἐπίγνωση τῆς ἀληθείας Του, δὲν πρέπει αὐτὰ [τὰ ἐσφαλμένα] ποῦ λέχθηκαν πρὸς κάποιους σχετικὰ μὲ τοῦτο ἐγγράφως ἢ ἀγράφως νὰ τὰ βασανίσουμε, χάριν ἐκείνων ποῦ, καθὼς συμβαίνει, τὰ συναντοῦν χωρὶς προσοχὴ ἢ κι ὅταν τὰ συναντοῦν εἶναι πιὸ εὐχερεῖς [στὸ νὰ σφάλουν;] ΠΥΡΡΟΣ: Ἂν σὲ τοῦτο ἀποβλέπει ἡ ἐξέταση, εἶναι ἀναγκαῖο. Διότι τὸ νὰ φροντίσει κανεὶς γιὰ τὴν ἀσφάλεια τῶν πιὸ ἄθωων, εἶναι μίμηση τῆς θείας φιλαθρωπίας»15. Ἡ στάση αὐτὴ τοῦ Ἁγίου Μαξίμου ἑρμηνεύεται ὡς ἀντίθεση στὴν πολιτικὴ αὐτὴ τῆς ἐπιβεβλημένης σιωπῆς γιὰ χριστολογικὰ θέματα, τὴν ὁποία ἐπέβαλε τὸ διάταγμα «Τύπος» (648 μ.Χ. ) τοῦ μονοθελήτου Αὐτοκράτορος Κώνσταντος Β΄16.
Συνεπῶς, ἀπαγορεύεται ἡ σιωπὴ γιὰ θέματα Πίστεως, ὅταν κινδυνεύουν ψυχὲς ἀπὸ τὶς αἱρέσεις.
Νὰ εἰποῦμε σχετικῶς μερικὰ ἁπλὰ παραδείγματα:
(α) Στὶς μέρες μᾶς διαπιστώνεται μία ἀναβίωση τοῦ ὠριγενισμοῦ, ἕνας κρυπτὸς νέο-ὠριγενισμός, ὑπὸ τὴ μορφὴ τῆς ἀκαδημαϊκῆς ἀθωώσεως τοῦ αἱρετικοῦ θεολόγου Ὠριγένους γιὰ τὶς πλάνες τοῦ (3ος μ.Χ. αἵ.). Σύμφωνα μὲ αὐτὴ τὴ διδασκαλία, ὁ Ὠριγένης δῆθεν δὲν ἦταν πράγματι αἱρετικός, διότι, ἂν ἦταν ἔτσι, ἡ Ἐκκλησία θὰ τὸν εἶχε καταδικάσει ἐν ζωὴ καὶ ὄχι μετὰ θάνατον. Ἡ καταδίκη του στὴν Ἁγία Ἐ' Οἰκουμενικὴ Σύνοδο (553 μ.Χ.) ὀφείλεται δῆθεν κυρίως στὴν προσπάθεια τῆς «ἐκκλησιαστικῆς διπλωματίας» νὰ κατευνάση τὰ πνεύματα τῶν ἰσχυρῶν ἀντὶ-ὠριγενιστῶν θεολόγων καὶ νὰ ἐπαναφέρει τὴν εἰρήνη στὴν Ἐκκλησία, ἰδιαιτέρως στὴν Ἁγία Γῆ, ὅπου ἀπὸ τὸν θάνατο τοῦ Ἁγίου Σάββα καὶ ἑξῆς (532 μ.Χ.) ἡ θεολογικὴ καὶ γενικότερη διαμάχη μεταξὺ ὠριγενιστῶν καὶ Ὀρθοδόξων εἶχε λάβει ὀξύτατη μορφή. Σ' αὐτὴ τὴ νέο-ὠριγενιστικὴ διδασκαλία, ἡ ὁποία ἔχει εἰσδύσει σὲ πολλὰ θεολογικὰ ἀκαδημαϊκὰ συγγράμματα, κυρίως ὅμως στὴν προφορικὴ διδασκαλία ἀκαδημαϊκῶν θεολόγων, προστίθεται καὶ ἡ παρουσίαση τῆς ὠριγενικῆς πλάνης γιὰ τὴν ἀποκατάσταση τῶν πάντων ὡς «θεολογούμενου» (δήλ. θεολογικῶς ἀδιευκρινίστου ἀκόμη ζητήματος). Οἱ Ἅγιοι Πατέρες καθαρῶς μᾶς προειδοποίησαν νὰ μὴ ἀποδεχθοῦμε τὴν πλάνη αὐτὴ τῆς ἀποκαταστάσεως τῶν πάντων (ὅτι δήλ. ἡ κόλασις τῶν δαιμόνων καὶ τῶν ἀμετανοήτων ἁμαρτωλῶν κάποια στιγμὴ θὰ ἔχει τέλος), διότι τοῦτο θὰ μᾶς ρίψει ὁλότελα στὴν ἁμαρτία, ἀφοῦ ἡ κόλαση δῆθεν δὲν εἶναι αἰώνια καὶ ἔτσι δῆθεν δὲν χρειάζεται νὰ τὴ φοβόμαστε. Λέγει ἀντιθέτως καὶ χαρακτηριστικῶς ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος : «Ἂς προσέξωμε ὅλοι, καὶ ἰδιαίτερα ὅσοι ἐγνωρίσαμε πτώσεις, νὰ μὴ προσβληθῆ ἡ καρδιά μας ἀπὸ τὴν νόσο τοῦ ἀσεβοῦς Ὠριγένους. Διότι ἡ βδελυκτὴ αὐτὴ νόσος προβάλλοντας τὴν φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ γίνεται εὐπρόσδεκτη στοὺς φιληδόνους»
Νὰ εἰποῦμε σχετικῶς μερικὰ ἁπλὰ παραδείγματα:
(α) Στὶς μέρες μᾶς διαπιστώνεται μία ἀναβίωση τοῦ ὠριγενισμοῦ, ἕνας κρυπτὸς νέο-ὠριγενισμός, ὑπὸ τὴ μορφὴ τῆς ἀκαδημαϊκῆς ἀθωώσεως τοῦ αἱρετικοῦ θεολόγου Ὠριγένους γιὰ τὶς πλάνες τοῦ (3ος μ.Χ. αἵ.). Σύμφωνα μὲ αὐτὴ τὴ διδασκαλία, ὁ Ὠριγένης δῆθεν δὲν ἦταν πράγματι αἱρετικός, διότι, ἂν ἦταν ἔτσι, ἡ Ἐκκλησία θὰ τὸν εἶχε καταδικάσει ἐν ζωὴ καὶ ὄχι μετὰ θάνατον. Ἡ καταδίκη του στὴν Ἁγία Ἐ' Οἰκουμενικὴ Σύνοδο (553 μ.Χ.) ὀφείλεται δῆθεν κυρίως στὴν προσπάθεια τῆς «ἐκκλησιαστικῆς διπλωματίας» νὰ κατευνάση τὰ πνεύματα τῶν ἰσχυρῶν ἀντὶ-ὠριγενιστῶν θεολόγων καὶ νὰ ἐπαναφέρει τὴν εἰρήνη στὴν Ἐκκλησία, ἰδιαιτέρως στὴν Ἁγία Γῆ, ὅπου ἀπὸ τὸν θάνατο τοῦ Ἁγίου Σάββα καὶ ἑξῆς (532 μ.Χ.) ἡ θεολογικὴ καὶ γενικότερη διαμάχη μεταξὺ ὠριγενιστῶν καὶ Ὀρθοδόξων εἶχε λάβει ὀξύτατη μορφή. Σ' αὐτὴ τὴ νέο-ὠριγενιστικὴ διδασκαλία, ἡ ὁποία ἔχει εἰσδύσει σὲ πολλὰ θεολογικὰ ἀκαδημαϊκὰ συγγράμματα, κυρίως ὅμως στὴν προφορικὴ διδασκαλία ἀκαδημαϊκῶν θεολόγων, προστίθεται καὶ ἡ παρουσίαση τῆς ὠριγενικῆς πλάνης γιὰ τὴν ἀποκατάσταση τῶν πάντων ὡς «θεολογούμενου» (δήλ. θεολογικῶς ἀδιευκρινίστου ἀκόμη ζητήματος). Οἱ Ἅγιοι Πατέρες καθαρῶς μᾶς προειδοποίησαν νὰ μὴ ἀποδεχθοῦμε τὴν πλάνη αὐτὴ τῆς ἀποκαταστάσεως τῶν πάντων (ὅτι δήλ. ἡ κόλασις τῶν δαιμόνων καὶ τῶν ἀμετανοήτων ἁμαρτωλῶν κάποια στιγμὴ θὰ ἔχει τέλος), διότι τοῦτο θὰ μᾶς ρίψει ὁλότελα στὴν ἁμαρτία, ἀφοῦ ἡ κόλαση δῆθεν δὲν εἶναι αἰώνια καὶ ἔτσι δῆθεν δὲν χρειάζεται νὰ τὴ φοβόμαστε. Λέγει ἀντιθέτως καὶ χαρακτηριστικῶς ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος : «Ἂς προσέξωμε ὅλοι, καὶ ἰδιαίτερα ὅσοι ἐγνωρίσαμε πτώσεις, νὰ μὴ προσβληθῆ ἡ καρδιά μας ἀπὸ τὴν νόσο τοῦ ἀσεβοῦς Ὠριγένους. Διότι ἡ βδελυκτὴ αὐτὴ νόσος προβάλλοντας τὴν φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ γίνεται εὐπρόσδεκτη στοὺς φιληδόνους»
17.Τοῦτο εἶναι χαρακτηριστικὸ παράδειγμα γιὰ τὸ πὼς μία λανθάνουσα αἵρεση στὸ ἐκκλησιαστικὸ σῶμα καταστρέφει ψυχές.
(β) Τὸ γνωστὸ βιβλίο «Ἡ μίμησις τοῦ Χριστοῦ», ἔργο τοῦ Λατίνου Μοναχοῦ Θωμὰ ἐκ Κέμπης, προβάλλεται ἀκόμη καὶ τώρα στὴν Ἑλλάδα ὡς ψυχωφελὲς ἀνάγνωσμα γιὰ πολλοὺς πιστούς, τὸ ὁποῖο μάλιστα κάποτε ἔφθασε διεθνῶς καὶ τὴ δεύτερη θέση κυκλοφορίας μετὰ τὴν Ἁγία Γραφή.
Ἰδού, ὅμως, πῶς κρίνει τὴν πνευματικότητα τοῦ βιβλίου τούτου ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος Μπριαντσιανίνωφ: «Καὶ κλασσικὸ παράδειγμα ἀσκητικοῦ βιβλίου, ποὺ ἐγράφη ἀπὸ συγγραφέα ποὺ βρισκόταν στὴν κατάσταση τῆς πλάνης ποὺ ὀνομάζεται "ἀπονοια" μποροῦμε νὰ θεωρήσωμε τὴν "Μίμηση τοῦ Χριστοῦ" τοῦ Θωμὰ Κεμπισίου. Ἀποπνέει μία λεπτὴ φιληδονία καὶ ὑψηλοφροσύνη, ποὺ σὲ ἀνθρώπους γεμάτους πάθη καὶ τυφλωμένους ἀπὸ αὐτά, προκαλοῦν ἕναν ἡδονισμό, ποὺ αὐτοὶ τὸν θεωροῦν "πρόγευση τῆς θείας χάριτος". Οἱ ταλαίπωροι! Οἱ ἐσκοτισμένοι! [...] Σὲ μία ἀνάλογη μὲ τὸν Μαλπὰ τρομερὴ δαιμονικὴ πλάνη στὴν ἀσκητική τους ζωὴ κατήντησαν οἱ Φραγκίσκος τῆς Ἀσσίζης, Ἰγνάτιος Λογιόλας καὶ πολλοὶ ἄλλοι ἀσκητὲς τῶν Λατίνων, ποὺ ἐκεῖνοι τοὺς θεωροῦν ἁγίους τους»
(β) Τὸ γνωστὸ βιβλίο «Ἡ μίμησις τοῦ Χριστοῦ», ἔργο τοῦ Λατίνου Μοναχοῦ Θωμὰ ἐκ Κέμπης, προβάλλεται ἀκόμη καὶ τώρα στὴν Ἑλλάδα ὡς ψυχωφελὲς ἀνάγνωσμα γιὰ πολλοὺς πιστούς, τὸ ὁποῖο μάλιστα κάποτε ἔφθασε διεθνῶς καὶ τὴ δεύτερη θέση κυκλοφορίας μετὰ τὴν Ἁγία Γραφή.
Ἰδού, ὅμως, πῶς κρίνει τὴν πνευματικότητα τοῦ βιβλίου τούτου ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος Μπριαντσιανίνωφ: «Καὶ κλασσικὸ παράδειγμα ἀσκητικοῦ βιβλίου, ποὺ ἐγράφη ἀπὸ συγγραφέα ποὺ βρισκόταν στὴν κατάσταση τῆς πλάνης ποὺ ὀνομάζεται "ἀπονοια" μποροῦμε νὰ θεωρήσωμε τὴν "Μίμηση τοῦ Χριστοῦ" τοῦ Θωμὰ Κεμπισίου. Ἀποπνέει μία λεπτὴ φιληδονία καὶ ὑψηλοφροσύνη, ποὺ σὲ ἀνθρώπους γεμάτους πάθη καὶ τυφλωμένους ἀπὸ αὐτά, προκαλοῦν ἕναν ἡδονισμό, ποὺ αὐτοὶ τὸν θεωροῦν "πρόγευση τῆς θείας χάριτος". Οἱ ταλαίπωροι! Οἱ ἐσκοτισμένοι! [...] Σὲ μία ἀνάλογη μὲ τὸν Μαλπὰ τρομερὴ δαιμονικὴ πλάνη στὴν ἀσκητική τους ζωὴ κατήντησαν οἱ Φραγκίσκος τῆς Ἀσσίζης, Ἰγνάτιος Λογιόλας καὶ πολλοὶ ἄλλοι ἀσκητὲς τῶν Λατίνων, ποὺ ἐκεῖνοι τοὺς θεωροῦν ἁγίους τους»
18.Ἂν σὲ χώρα ὀρθόδοξη, τέτοιo σύγγραμμα τῆς λατινικῆς πνευματικότητος ἔφθασε ἤδη σὲ τόσο ἐπικίνδυνο σημεῖο ἀποδοχῆς καὶ διαδόσεως, λόγω τῆς ἀγνοίας ἢ ἀμελείας τῶν Πνευματικῶν πατέρων, πόσω μᾶλλον θὰ ἐμπλησθοῦν οἱ ὀρθόδοξες χῶρες ἀπὸ τέτοια αἱρετικὴ πνευματικότητα, ἂν δὲν ὁμιλοῦμε φανερῶς ἐναντίον τῶν κινδύνων τῆς δυτικῆς αἱρετικῆς, νοησιαρχικῆς καὶ συναισθηματικῆς πνευματικότητος;
4. Τί λέγει ἡ Ἁγία Γραφὴ γιὰ τὴν ἀξιέπαινη ἀπείθεια
Ἡ σαφὴς ἐπισήμανση τοῦ Ἀποστόλου Παύλου πρὸς τοὺς Γαλάτας (Γάλ. 1, 8.9), καὶ μάλιστα δύο φορὲς μὲ ἐπίταση («ὡς προειρήκαμεν, καὶ ἄρτι πάλιν λέγω») νὰ μὴ δεχθοῦν καμμία καινοτομία τοῦ εὐαγγελικοῦ κηρύγματος, ἀκόμη κι ἂν προέρχεται ἀπὸ ἄγγελον ἐξ οὐρανοῦ ἢ ἀπὸ τοὺς ἰδίους τους Ἀποστόλους, φανερὰ καταργεῖ κάθε ἔννοια «Πρωτείου» τῶν μεμονωμένων προσώπων ἔναντί της Παραδόσεως μέσα στὴν Ἐκκλησία (ἀφοῦ οὔτε οἱ ἴδιοι οἱ Ἀπόστολοι δὲν μποροῦν ὑστερογενῶς νὰ ἀλλάξουν τὸ Εὐαγγέλιόν τους, ἐπειδὴ εἶναι «ἄνωθεν»), ἀλλὰ καὶ ἐπιπλέον ἀρκεῖ ἀπὸ μόνη της νὰ μᾶς καθοδηγήσει στὸ τί γίνεται ὅταν φαινόμαστε ὑποχρεωμένοι νὰ κάνουμε ὑπακοὴ ἐναντίον τῆς Πίστεως τῆς Ἐκκλησίας: ἀπομακρύνουμε ὅποιον ἀλλοιώνει τὸ ἀρχαῖο εὐαγγελικὸ κήρυγμα («ἀνάθεμα ἔστω»).
Σχετικῶς μὲ ἕνα ἄλλο χωρίο, τὸ «Πείθεσθε τοῖς ἠγουμένοις ὑμῶν καὶ ὑπείκετε· αὐτοὶ γὰρ ἀγυπνούσιν ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἠμῶν ὡς λόγον ἀποδώσοντες» (Ἑβρ. 13, 17) σημειώνουμε ἐδῶ καὶ τὸ ἑξῆς ἀξιοπρόσεκτο· ἡ αἰτιολογία τῆς ὑπακοῆς στοὺς «ἡγουμένους», δήλ. τοὺς προεστῶτες, εἶναι ὅτι αὐτοὶ «ἀγρυπνούσιν ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἠμῶν»· ἡ ὑπακοὴ δὲν εἶναι ἀπροϋπόθετη. Ἄν, βάσει τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἐμπειρίας διαπιστώνεται, ὅτι αὐτοὶ ὀλιγωροῦν, ἀδιαφοροῦν, γιὰ τὶς ψυχὲς καὶ ἀμελοῦν γιὰ τοὺς πνευματικοὺς κινδύνους καὶ πρωτίστως τὴν αἵρεση, τότε αἴρεται, καταργεῖται τὸ καθῆκον τῆς ὑπακοῆς σὲ αὐτούς.
Ὅπως ἔχει λεχθῆ σχετικῶς «Ἡ Ἁγία Γραφὴ ἐν πρώτοις κάνει διάκριση μεταξὺ καλῶν καὶ κακῶν ποιμένων, ἀληθινῶν καὶ γνησίων ποιμένων, διδασκάλων, προφητῶν ἀπὸ τὴ μία πλευρὰ καὶ ψευδοποιμένων, ψευδοδιδασκάλων καὶ ψευδοπροφητῶν ἀπὸ τὴν ἄλλη [...] οἱ πιστοὶ ἔχουν εὐθύνη γιὰ τὸ ἂν θὰ ἀκολουθήσουν τοὺς κακοὺς ποιμένες, [...] ἡ ὑπακοὴ δὲν εἶναι ἀδιάκριτη, ἀλλὰ διακριτικὴ»
Ἡ σαφὴς ἐπισήμανση τοῦ Ἀποστόλου Παύλου πρὸς τοὺς Γαλάτας (Γάλ. 1, 8.9), καὶ μάλιστα δύο φορὲς μὲ ἐπίταση («ὡς προειρήκαμεν, καὶ ἄρτι πάλιν λέγω») νὰ μὴ δεχθοῦν καμμία καινοτομία τοῦ εὐαγγελικοῦ κηρύγματος, ἀκόμη κι ἂν προέρχεται ἀπὸ ἄγγελον ἐξ οὐρανοῦ ἢ ἀπὸ τοὺς ἰδίους τους Ἀποστόλους, φανερὰ καταργεῖ κάθε ἔννοια «Πρωτείου» τῶν μεμονωμένων προσώπων ἔναντί της Παραδόσεως μέσα στὴν Ἐκκλησία (ἀφοῦ οὔτε οἱ ἴδιοι οἱ Ἀπόστολοι δὲν μποροῦν ὑστερογενῶς νὰ ἀλλάξουν τὸ Εὐαγγέλιόν τους, ἐπειδὴ εἶναι «ἄνωθεν»), ἀλλὰ καὶ ἐπιπλέον ἀρκεῖ ἀπὸ μόνη της νὰ μᾶς καθοδηγήσει στὸ τί γίνεται ὅταν φαινόμαστε ὑποχρεωμένοι νὰ κάνουμε ὑπακοὴ ἐναντίον τῆς Πίστεως τῆς Ἐκκλησίας: ἀπομακρύνουμε ὅποιον ἀλλοιώνει τὸ ἀρχαῖο εὐαγγελικὸ κήρυγμα («ἀνάθεμα ἔστω»).
Σχετικῶς μὲ ἕνα ἄλλο χωρίο, τὸ «Πείθεσθε τοῖς ἠγουμένοις ὑμῶν καὶ ὑπείκετε· αὐτοὶ γὰρ ἀγυπνούσιν ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἠμῶν ὡς λόγον ἀποδώσοντες» (Ἑβρ. 13, 17) σημειώνουμε ἐδῶ καὶ τὸ ἑξῆς ἀξιοπρόσεκτο· ἡ αἰτιολογία τῆς ὑπακοῆς στοὺς «ἡγουμένους», δήλ. τοὺς προεστῶτες, εἶναι ὅτι αὐτοὶ «ἀγρυπνούσιν ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἠμῶν»· ἡ ὑπακοὴ δὲν εἶναι ἀπροϋπόθετη. Ἄν, βάσει τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἐμπειρίας διαπιστώνεται, ὅτι αὐτοὶ ὀλιγωροῦν, ἀδιαφοροῦν, γιὰ τὶς ψυχὲς καὶ ἀμελοῦν γιὰ τοὺς πνευματικοὺς κινδύνους καὶ πρωτίστως τὴν αἵρεση, τότε αἴρεται, καταργεῖται τὸ καθῆκον τῆς ὑπακοῆς σὲ αὐτούς.
Ὅπως ἔχει λεχθῆ σχετικῶς «Ἡ Ἁγία Γραφὴ ἐν πρώτοις κάνει διάκριση μεταξὺ καλῶν καὶ κακῶν ποιμένων, ἀληθινῶν καὶ γνησίων ποιμένων, διδασκάλων, προφητῶν ἀπὸ τὴ μία πλευρὰ καὶ ψευδοποιμένων, ψευδοδιδασκάλων καὶ ψευδοπροφητῶν ἀπὸ τὴν ἄλλη [...] οἱ πιστοὶ ἔχουν εὐθύνη γιὰ τὸ ἂν θὰ ἀκολουθήσουν τοὺς κακοὺς ποιμένες, [...] ἡ ὑπακοὴ δὲν εἶναι ἀδιάκριτη, ἀλλὰ διακριτικὴ»
5. Ὁ Μοναχὸς πρέπει νὰ φεύγει ἀπὸ τὴν ὑπακοὴ σὲ αἱρετικὸ Ἡγούμενο, σύμφωνα μὲ τοὺς ἱεροὺς Κανόνες Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης διευκρινίζοντας στὸ «Πηδάλιον», τὴ σπουδαία καὶ ἔγκριτη αὐτὴ συλλογὴ τοῦ τῶν ἱερῶν Κανόνων, γιὰ πόσες αἰτίες μπορεῖ νὰ ἀναχωρήσει ὁ Μοναχὸς ἀπὸ τὸ Μοναστήρι τοῦ ἀπαριθμοὶ ἀνάμεσα σ' αὐτὲς τὸ ἂν ὁ Ἡγούμενος εἶναι αἱρετικὸς καὶ συνεχίζει παραπένποντας στὸν Μέγα Βασίλειο. «Ὁ δὲ Μέγας Βασίλειος (ὄροι κατὰ πλάτος λ?΄) διὰ μίαν αἰτίαν μόνον συγχωρεῖ νὰ ἀναχωρῆ τίνας ἀπὸ τὸ Μοναστήριόν του, ἤτοι ἐὰν ἔχη βλάβην ψυχικήν, τὴν ὁποίαν, λέγει, πρέπει πρῶτον νὰ τὴν φανερώνη εἰς τοὺς ἔχοντας δύναμιν νὰ τὴν διορθώσουν, καὶ ἂν δὲν τὴν διορθώσουν, τότε νὰ χωρίζεται, ὄχι πλέον ὡσὰν ἀπὸ ἀδελφούς, ἀλλὰ ὡσὰν ἀπὸ ξένους καὶ τὰ ἐπίλοιπα ἐνδιαφέροντα καὶ ψυχωφελή».
Εἶναι φανερὸ καὶ ἐδῶ, ὅτι ἂν εἶναι ὁ Γέροντας-Πνευματικὸς αἱρετικὸς (ἡ ἂν εἶναι φίλο-αἱρετικὸς καὶ ἀναλόγως τοῦ βαθμοῦ ποὺ τείνει πρὸς τὴν αἵρεση), ὄχι μόνον ὑπακοὴ δὲν ὀφείλεται σ' αὐτόν, ἀλλ' ἐπιβάλλεται καὶ ἀπομάκρυνση.
Εἶναι φανερὸ καὶ ἐδῶ, ὅτι ἂν εἶναι ὁ Γέροντας-Πνευματικὸς αἱρετικὸς (ἡ ἂν εἶναι φίλο-αἱρετικὸς καὶ ἀναλόγως τοῦ βαθμοῦ ποὺ τείνει πρὸς τὴν αἵρεση), ὄχι μόνον ὑπακοὴ δὲν ὀφείλεται σ' αὐτόν, ἀλλ' ἐπιβάλλεται καὶ ἀπομάκρυνση.
6. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος συνιστᾶ ἀνυπακοὴ στοὺς κακοδόξους ἐκκλησιαστικοὺς ἡγέτες
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ὁ ὁποῖος θεωρεῖται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησίας μᾶς «θεόπνευστον ὄργανον καὶ δογμάτων πέλαγος ἀνεξάντλητον»21, ἑρμηνεύοντας τὴν ἀποστολικὴ ἐντολὴ περὶ ὑπακοῆς καὶ εὐπειθείας πρὸς τοὺς Προεστῶτες, τοὺς Ἡγουμένους, «πείθεσθε τοῖς ἠγουμένοις ὑμῶν καὶ ὑπείκετε» (Ἑβρ. 13, 17) διευκρινίζει : «Ἀλλ' ἴσως θὰ μᾶς εἰπῆ κάποιος, ὅτι ὑπάρχει καὶ τρίτο κακὸ [ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἀναρχία καὶ τὴν ἀπειθαρχία], ὅταν ὁ ἄρχοντας [τῆς Ἐκκλησίας] εἶναι κακός. Τὸ γνωρίζω καὶ ἐγώ, καὶ δὲν εἶναι μικρὸ τὸ κακὸ τοῦτο, ἀλλὰ καὶ πολὺ χειρότερο ἀπὸ τὴν ἀναρχία: διότι εἶναι καλύτερο νὰ μὴ καθοδηγεῖσαι ἀπὸ κανένα, παρὰ νὰ καθοδηγεῖσαι ἀπὸ κάποιον κακόν. Διότι ὁ μὲν πολλὲς φορὲς σώθηκε, καὶ πολλὲς φορὲς ἐκινδύνευσε, ἀλλὰ αὐτὸς ὁπωσδήποτε θὰ κινδυνεύσει, ὁδηγούμενος πρὸς βάραθρα. Πῶς λοιπὸν λέγει "Πείθεσθε τοῖς ἠγουμένοις ὑμῶν καὶ ὑπείκετε;" Ἀφοῦ πιὸ πάνω εἶπε "τῶν ὁποίων βλέποντες τὴν ἔκβαση τῆς ζωῆς, μιμεῖσθε τὴν πίστη τους" τότε εἶπε "Πειθαρχεῖτε στοὺς ἡγουμένους σας καὶ ὑπακούετε". Τί γίνεται λοιπόν, λέγει, ὅταν εἶναι πονηρὸς καὶ δὲν πειθαρχοῦμε; Πονηρός, πῶς τὸ ἐννοεῖς; Ἂν ἐξ αἰτίας τῆς πίστεως, ἀπόφευγε καὶ παράτησε τὸν, ὄχι μόνον ἂν εἶναι ἄνθρωπος, ἀλλὰ κι ἂν εἶναι ἄγγελος ποὺ κατέρχεται ἐξ οὐρανοῦ [Γάλ. 1, 8] Ἂν ἐξ αἰτίας τῆς ζωῆς του, μὴ ἀσχολεῖσαι [...] Ἀλλὰ μὴ προσέχετε στὴ ζωή, ἀλλὰ στὰ λόγια τους· διότι ἐξ αἰτίας τῶν ἠθῶν δὲν θὰ ἠμποροῦσε κανεὶς ποτὲ νὰ βλαβτεῖ. Γιατί; Διότι εἶναι φανερὰ σὲ ὅλους, καὶ ὁ ἴδιος, ἀκόμη κι ἂν εἶναι πονηρὸς μύριες φορές, ποτὲ δὲν θὰ διδάξει πονηρά. Ἀλλὰ ὅταν εἶναι στὴν πίστη [πονηρὸς] οὔτε εἶναι φανερὸ σὲ ὅλους, κι ὁ πονηρὸς δὲν θὰ σταματήσει νὰ διδάσκει. Διότι καὶ τὸ "Μὴ κρίνετε, ἴνα μὴ κριθῆτε" εἶναι γιὰ τὸν βίο καὶ ὄχι γιὰ τὴν πίστη».
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ὁ ὁποῖος θεωρεῖται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησίας μᾶς «θεόπνευστον ὄργανον καὶ δογμάτων πέλαγος ἀνεξάντλητον»21, ἑρμηνεύοντας τὴν ἀποστολικὴ ἐντολὴ περὶ ὑπακοῆς καὶ εὐπειθείας πρὸς τοὺς Προεστῶτες, τοὺς Ἡγουμένους, «πείθεσθε τοῖς ἠγουμένοις ὑμῶν καὶ ὑπείκετε» (Ἑβρ. 13, 17) διευκρινίζει : «Ἀλλ' ἴσως θὰ μᾶς εἰπῆ κάποιος, ὅτι ὑπάρχει καὶ τρίτο κακὸ [ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἀναρχία καὶ τὴν ἀπειθαρχία], ὅταν ὁ ἄρχοντας [τῆς Ἐκκλησίας] εἶναι κακός. Τὸ γνωρίζω καὶ ἐγώ, καὶ δὲν εἶναι μικρὸ τὸ κακὸ τοῦτο, ἀλλὰ καὶ πολὺ χειρότερο ἀπὸ τὴν ἀναρχία: διότι εἶναι καλύτερο νὰ μὴ καθοδηγεῖσαι ἀπὸ κανένα, παρὰ νὰ καθοδηγεῖσαι ἀπὸ κάποιον κακόν. Διότι ὁ μὲν πολλὲς φορὲς σώθηκε, καὶ πολλὲς φορὲς ἐκινδύνευσε, ἀλλὰ αὐτὸς ὁπωσδήποτε θὰ κινδυνεύσει, ὁδηγούμενος πρὸς βάραθρα. Πῶς λοιπὸν λέγει "Πείθεσθε τοῖς ἠγουμένοις ὑμῶν καὶ ὑπείκετε;" Ἀφοῦ πιὸ πάνω εἶπε "τῶν ὁποίων βλέποντες τὴν ἔκβαση τῆς ζωῆς, μιμεῖσθε τὴν πίστη τους" τότε εἶπε "Πειθαρχεῖτε στοὺς ἡγουμένους σας καὶ ὑπακούετε". Τί γίνεται λοιπόν, λέγει, ὅταν εἶναι πονηρὸς καὶ δὲν πειθαρχοῦμε; Πονηρός, πῶς τὸ ἐννοεῖς; Ἂν ἐξ αἰτίας τῆς πίστεως, ἀπόφευγε καὶ παράτησε τὸν, ὄχι μόνον ἂν εἶναι ἄνθρωπος, ἀλλὰ κι ἂν εἶναι ἄγγελος ποὺ κατέρχεται ἐξ οὐρανοῦ [Γάλ. 1, 8] Ἂν ἐξ αἰτίας τῆς ζωῆς του, μὴ ἀσχολεῖσαι [...] Ἀλλὰ μὴ προσέχετε στὴ ζωή, ἀλλὰ στὰ λόγια τους· διότι ἐξ αἰτίας τῶν ἠθῶν δὲν θὰ ἠμποροῦσε κανεὶς ποτὲ νὰ βλαβτεῖ. Γιατί; Διότι εἶναι φανερὰ σὲ ὅλους, καὶ ὁ ἴδιος, ἀκόμη κι ἂν εἶναι πονηρὸς μύριες φορές, ποτὲ δὲν θὰ διδάξει πονηρά. Ἀλλὰ ὅταν εἶναι στὴν πίστη [πονηρὸς] οὔτε εἶναι φανερὸ σὲ ὅλους, κι ὁ πονηρὸς δὲν θὰ σταματήσει νὰ διδάσκει. Διότι καὶ τὸ "Μὴ κρίνετε, ἴνα μὴ κριθῆτε" εἶναι γιὰ τὸν βίο καὶ ὄχι γιὰ τὴν πίστη».
7. Ἡ «Κλίμαξ» διευκρινίζει ὅτι ὁ ταπεινὸς Μοναχὸς
ἀντιλέγει στοὺς Προεστῶτες, ἐὰν πρόκειται περὶ Πίστεως
Στὸ ἔργο «Κλίμαξ» τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Σιναΐτου, τὸ ὕψιστο αὐτὸ πνευματικὸ σύγγραμμα τὸ ὁποῖον χαρακτηρίζεται ὡς «ἀριστούργημα τοῦ ἀνατολικοῦ ἀσκητισμοῦ», καὶ στῆς ὁποίας «τὴν ἀρετολογία κατέχει θεμελιώδη θέσι ἡ ὑπακοὴ»23, διευκρινίζεται ὅτι μᾶς ἐπιτρέπονται καὶ ἐξαιρέσεις. Λέγει χαρακτηριστικῶς ὁ Ὅσιος Ἰωάννης περὶ τῆς ἀρετῆς τῆς ταπεινώσεως: «Δὲν συναντᾶς σὲ ὅποιον συνδέεται μὲ αὐτὴν μίσος οὔτε κάποια μορφὴ ἀντιλογίας οὔτε καμμία ὀσμὴ ἀπειθαρχίας, ἐκτὸς ἂν τυχὸν πρόκειται γιὰ θέματα Πίστεως».
ἀντιλέγει στοὺς Προεστῶτες, ἐὰν πρόκειται περὶ Πίστεως
Στὸ ἔργο «Κλίμαξ» τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Σιναΐτου, τὸ ὕψιστο αὐτὸ πνευματικὸ σύγγραμμα τὸ ὁποῖον χαρακτηρίζεται ὡς «ἀριστούργημα τοῦ ἀνατολικοῦ ἀσκητισμοῦ», καὶ στῆς ὁποίας «τὴν ἀρετολογία κατέχει θεμελιώδη θέσι ἡ ὑπακοὴ»23, διευκρινίζεται ὅτι μᾶς ἐπιτρέπονται καὶ ἐξαιρέσεις. Λέγει χαρακτηριστικῶς ὁ Ὅσιος Ἰωάννης περὶ τῆς ἀρετῆς τῆς ταπεινώσεως: «Δὲν συναντᾶς σὲ ὅποιον συνδέεται μὲ αὐτὴν μίσος οὔτε κάποια μορφὴ ἀντιλογίας οὔτε καμμία ὀσμὴ ἀπειθαρχίας, ἐκτὸς ἂν τυχὸν πρόκειται γιὰ θέματα Πίστεως».
8. Τὸ ἔμπρακτο ὑπόδειγμα τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Δεκαπολίτου
Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Δεκαπολίτης, ἑορταζόμενος στὶς 20 Νοεμβρίου, ὁ ὁποῖος διέλαμψε τὸ δεύτερο ἥμισύ του 8ου αἵ. στὴ Δεκάπολη τῆς Ἰσαυρίας, διακρίθηκε ὡς ἔφηβος καὶ ἀργότερα ὡς νέος Μοναχὸς γιὰ τὴν ἐλεημοσύνη, τὸ ἀνεπιτήδευτον, τὴν ὑπακοή, τὴν ταπείνωση καὶ πραότητά του. Ὁ Βίος τοῦ Ἁγίου μας διηγεῖται, ὅτι ἡ μητέρα τοῦ Ἁγίου, χωρὶς νὰ τὸν ἀποτρέψει ἀπὸ τὴ μοναχικὴ ὁδό, τὸν ἔπεισε ὡστόσο νὰ ἐνταχθεῖ σὲ ἄλλο Μοναστήρι, στὸ ὁποῖο εὑρισκόταν καὶ ὁ ἄλλος ἀδελφός του γιὰ νὰ ἀγωνίζονται ἐκεῖ μαζί, ὥστε νὰ ἔχει ὁ ἕνας τὸν ἄλλο παραμυθία καὶ βοήθεια.
Ἡ συνέχεια τοῦ Βίου μᾶς διηγεῖται, πῶς ἀντιμετώπισε ὁ Ἅγιος Γρηγόριος τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ Ἡγούμενος τοῦ Μοναστηρίου ἐκείνου ἀποδείχθηκε αἱρετικός: «Δία νὰ κάμη λοιπὸν τὸ θέλημα τῆς μητρὸς τοῦ ὁ Γρηγόριος ἐπῆγεν εἰς ἐκεῖνο τὸ Μοναστήριον, τοῦ ὁποίου ὁ Καθηγούμενος ἦτο αἱρετικὸς ὁ ἄθλιος καὶ ὁπόταν τὸ ἠννόησεν ὁ Ἅγιος, δὲν τὸ ὑπέμεινεν, ὡς ζηλωτὴς τῆς εὐσεβείας θερμοτατος, ἀλλὰ τὸν ἤλεγξε παρρησία ἔμπροσθεν ὅλης της ἀδελφότητος, ἐκεῖνος δὲ θυμωθεῖς ἔδειρε δυνατὰ τὸν Ἅγιον, ὁ ὁποῖος ἔφυγε καθὼς ἦτο μὲ τὰς πληγᾶς καὶ ἐπῆγεν αἱματωμένος εἰς ἕτερον Μοναστήριον, εἰς τὸ ὁποῖον ἦτο συγγενής της μητρὸς τοῦ Ἡγούμενος, Συμεὼν ὀνομαζόμενος, ὅστις ἦτο καὶ Ἀρχιμανδρίτης εἰς ὅλα τὰ Μοναστήρια τῆς Δεκαπόλεως».
Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Δεκαπολίτης, ἑορταζόμενος στὶς 20 Νοεμβρίου, ὁ ὁποῖος διέλαμψε τὸ δεύτερο ἥμισύ του 8ου αἵ. στὴ Δεκάπολη τῆς Ἰσαυρίας, διακρίθηκε ὡς ἔφηβος καὶ ἀργότερα ὡς νέος Μοναχὸς γιὰ τὴν ἐλεημοσύνη, τὸ ἀνεπιτήδευτον, τὴν ὑπακοή, τὴν ταπείνωση καὶ πραότητά του. Ὁ Βίος τοῦ Ἁγίου μας διηγεῖται, ὅτι ἡ μητέρα τοῦ Ἁγίου, χωρὶς νὰ τὸν ἀποτρέψει ἀπὸ τὴ μοναχικὴ ὁδό, τὸν ἔπεισε ὡστόσο νὰ ἐνταχθεῖ σὲ ἄλλο Μοναστήρι, στὸ ὁποῖο εὑρισκόταν καὶ ὁ ἄλλος ἀδελφός του γιὰ νὰ ἀγωνίζονται ἐκεῖ μαζί, ὥστε νὰ ἔχει ὁ ἕνας τὸν ἄλλο παραμυθία καὶ βοήθεια.
Ἡ συνέχεια τοῦ Βίου μᾶς διηγεῖται, πῶς ἀντιμετώπισε ὁ Ἅγιος Γρηγόριος τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ Ἡγούμενος τοῦ Μοναστηρίου ἐκείνου ἀποδείχθηκε αἱρετικός: «Δία νὰ κάμη λοιπὸν τὸ θέλημα τῆς μητρὸς τοῦ ὁ Γρηγόριος ἐπῆγεν εἰς ἐκεῖνο τὸ Μοναστήριον, τοῦ ὁποίου ὁ Καθηγούμενος ἦτο αἱρετικὸς ὁ ἄθλιος καὶ ὁπόταν τὸ ἠννόησεν ὁ Ἅγιος, δὲν τὸ ὑπέμεινεν, ὡς ζηλωτὴς τῆς εὐσεβείας θερμοτατος, ἀλλὰ τὸν ἤλεγξε παρρησία ἔμπροσθεν ὅλης της ἀδελφότητος, ἐκεῖνος δὲ θυμωθεῖς ἔδειρε δυνατὰ τὸν Ἅγιον, ὁ ὁποῖος ἔφυγε καθὼς ἦτο μὲ τὰς πληγᾶς καὶ ἐπῆγεν αἱματωμένος εἰς ἕτερον Μοναστήριον, εἰς τὸ ὁποῖον ἦτο συγγενής της μητρὸς τοῦ Ἡγούμενος, Συμεὼν ὀνομαζόμενος, ὅστις ἦτο καὶ Ἀρχιμανδρίτης εἰς ὅλα τὰ Μοναστήρια τῆς Δεκαπόλεως».
9. Ἡ διδασκαλία τοῦ Ἁγίου Συμεὼν τοῦ Νέου Θεολόγου
Ὁ θαυμαστὸς Ἅγιος Συμεὼν ὁ Νέος Θεολόγος, περὶ τοῦ ὁποίου δὲν μποροῦμε ἐδῶ νὰ εἰποῦμε ὅσα θὰ ἔπρεπε, μᾶς κατέλιπε θαυμάσιες διδαχὲς καὶ ἔνθεες ἐμπειρίες τοῦ θείου τοῦ ἔρωτος, ἀλλὰ καὶ διδασκαλία ἐλεγκτικὴ γιὰ τὴν κατάσταση τοῦ κλήρου τῆς ἐποχῆς του. Θεωρεῖται, ὅτι ὁ Ἅγιος Συμεὼν ἔκανε μίαν σημαντικὴ πνευματικὴ ἐπανάσταση. Γράφει χαρακτηριστικῶς ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης «... ἦλθε ἐποχὴ κατὰ τὴν ὁποία ἐχειροτονοῦντο ὡς κληρικοὶ ἄνθρωποι, ποὺ στὴν ἀρχαία Ἐκκλησία θὰ ἐθεωροῦντο ὡς λαϊκοὶ [...] Δὲν εἶχαν δηλαδὴ τὶς πνευματικὲς προϋποθέσεις τῆς ἱερωσύνης. Ἐναντίον αὐτῆς τῆς ἀνωμάλου καταστάσεως ἐπανεστάτησε ὁ ἅγιος Συμεὼν ὁ Νέος Θεολόγος μὲ τόσο μεγάλη ἐπιτυχία, ὥστε ἡ Ἐκκλησία τὸν ὠνόμασε Νέο Θεολόγο. Ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τοῦ μέχρι τὴν ἐποχὴ τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ ἔγινε μία μεγάλη διαμάχη μέσα στὴν Ἐκκλησία, ὅσον ἀφορᾶ στὰ προσόντα ἐκλογῆς τῶν ἐπισκόπων. Ἐξ αἰτίας αὐτῆς τῆς Ἡσυχαστικῆς ἔριδος, ὅπως ὀνομάσθηκε, κατὰ τὴν ὁποία ἐπεκράτησε τελικὰ ἡ γραμμὴ τοῦ ἁγίου Συμεὼν τοῦ Νέου Θεολόγου, καθιερώθηκε οἱ ἐπίσκοποί της Ἐκκλησίας νὰ λαμβάνωνται ἀπὸ τοὺς μοναχούς της Ἡσυχαστικῆς παραδόσεως, τῆς καθάρσεως, τοῦ φωτισμοῦ καὶ τῆς θεώσεως»
Ὁ θαυμαστὸς Ἅγιος Συμεὼν ὁ Νέος Θεολόγος, περὶ τοῦ ὁποίου δὲν μποροῦμε ἐδῶ νὰ εἰποῦμε ὅσα θὰ ἔπρεπε, μᾶς κατέλιπε θαυμάσιες διδαχὲς καὶ ἔνθεες ἐμπειρίες τοῦ θείου τοῦ ἔρωτος, ἀλλὰ καὶ διδασκαλία ἐλεγκτικὴ γιὰ τὴν κατάσταση τοῦ κλήρου τῆς ἐποχῆς του. Θεωρεῖται, ὅτι ὁ Ἅγιος Συμεὼν ἔκανε μίαν σημαντικὴ πνευματικὴ ἐπανάσταση. Γράφει χαρακτηριστικῶς ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης «... ἦλθε ἐποχὴ κατὰ τὴν ὁποία ἐχειροτονοῦντο ὡς κληρικοὶ ἄνθρωποι, ποὺ στὴν ἀρχαία Ἐκκλησία θὰ ἐθεωροῦντο ὡς λαϊκοὶ [...] Δὲν εἶχαν δηλαδὴ τὶς πνευματικὲς προϋποθέσεις τῆς ἱερωσύνης. Ἐναντίον αὐτῆς τῆς ἀνωμάλου καταστάσεως ἐπανεστάτησε ὁ ἅγιος Συμεὼν ὁ Νέος Θεολόγος μὲ τόσο μεγάλη ἐπιτυχία, ὥστε ἡ Ἐκκλησία τὸν ὠνόμασε Νέο Θεολόγο. Ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τοῦ μέχρι τὴν ἐποχὴ τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ ἔγινε μία μεγάλη διαμάχη μέσα στὴν Ἐκκλησία, ὅσον ἀφορᾶ στὰ προσόντα ἐκλογῆς τῶν ἐπισκόπων. Ἐξ αἰτίας αὐτῆς τῆς Ἡσυχαστικῆς ἔριδος, ὅπως ὀνομάσθηκε, κατὰ τὴν ὁποία ἐπεκράτησε τελικὰ ἡ γραμμὴ τοῦ ἁγίου Συμεὼν τοῦ Νέου Θεολόγου, καθιερώθηκε οἱ ἐπίσκοποί της Ἐκκλησίας νὰ λαμβάνωνται ἀπὸ τοὺς μοναχούς της Ἡσυχαστικῆς παραδόσεως, τῆς καθάρσεως, τοῦ φωτισμοῦ καὶ τῆς θεώσεως»
26.Ὁ Ἅγιος Συμεὼν λοιπόν, τέτοιου πνευματικοῦ μεγέθους Ἅγιος, ὥστε νὰ κατέχει τρίτος τὴν προσωνυμία τοῦ Θεολόγου, καὶ μὲ τόσο σημαντικὴ συμβολὴ στὴν ἀσκητικὴ διδασκαλία, κατέλιπε καὶ μία σημαντικὴ γιὰ τὴν περίπτωσή μας διδαχή, χαρακτηριστικὴ γιὰ τὸ θέμα μας: «Μὲ προσευχὲς καὶ δάκρυα ἱκέτευσε τὸν Θεὸν νὰ σοὺ στείλει ὁδηγὸ ἀπαθῆ καὶ ἅγιο. Ἐρεύνα δὲ καὶ ὁ ἴδιος τὶς θεῖες Γραφὲς καὶ κυρίως τὶς πρακτικὲς συγγραφὲς τῶν Ἁγίων Πατέρων· ὥστε σὲ αὐτὲς ἀντιπαραθέτοντας τὰ διδάγματα καὶ ἔργα τοῦ διδασκάλου καὶ Προεστῶτος σου νὰ μπορεῖς νὰ τὰ βλέπεις καὶ νὰ τὰ κατανοεῖς. Καὶ ὅσα μὲν συμφωνοῦν πρὸς τὶς Γραφές, νὰ τὰ ἐγκολπώνεσαι καὶ νὰ τὰ κατακρατεῖς στὴ διάνοια, τὰ δὲ νόθα καὶ ἀλλότρια νὰ τὰ διακρίνεις καὶ ἀποδιώκεις, γιὰ νὰ μὴ πλανηθεῖς. Διότι, γνώριζε, ὅτι πολλοὶ πλάνοι καὶ ψευδοδιδάσκαλοι ἔχουν γίνει αὐτὲς τὶς ἡμέρες»
27.Μία ἀκόμη παρόμοια διδασκαλία διέσωσε στὸ Βίο (τὴ βιογραφία) τοῦ Ἁγίου Συμεὼν ὁ Ἅγιος Νικήτας ὁ Στηθάτος, μαθητής του· ὀλίγον πρὸ τοῦ θανάτου τοῦ ὁ Ἅγιος Συμεὼν παρότρυνε τοὺς μαθητές του νὰ ὑπακούουν ἐπακριβῶς στὸν διάδοχο Ἡγούμενό τους, τὸν Ἀρσένιο, ἀλλὰ μὲ κάποια ἐνδεχόμενη ἐξαίρεση: «Νὰ μὴ δυσαρεστῆσθε μὲ τὰ ὑπ' αὐτοῦ λεγόμενα καὶ πραττόμενα, ἀλλ' ἀκόμη κι ἂν εἶναι ἀντίθετα πρὸς τὶς γνῶμες τῶν Πατέρων, νὰ ὑποκλίνετε σ' αὐτὸν τὶς κεφαλὲς σᾶς ἐπὶ τοῦ παρόντος. Ἔπειτα, ὅσοι τυχὸν ἀπὸ σᾶς ὑπερτεροῦν τῶν λοιπῶν σὲ χρόνια καὶ βίο καὶ λόγο, ἂς τοῦ γνωστοποιήσουν ἰδιαιτέρως τὸν λόγο τοῦ κωλύματος πρὸς ἐφαρμογὴ τῶν, ὅπως διετύπωσε στοὺς «Ὅρους» ὁ Μέγας Βασίλειος27α. Χάριν τοῦ Κυρίου ὑπομείνατε τὸν σὲ ὧρες ἐρεθισμοῦ καὶ πικρίας, χωρὶς ν' ἀντιλέγετε ἢ ἀνθίστασθε σ' αὐτόν· διότι ὁ ἀντιλέγων ἢ ἀνθιστάμενος σ' αὐτὸν ἀνθίσταται στὴν ἐξουσία τοῦ Θεοῦ, ὅπως λέγει ὁ Παῦλος (Ρώμ. 13, 2). Πραγματικά, σὲ θέματα ποὺ δὲν σημειώνεται παράβασις ἐντολῆς Θεοῦ ἢ ἀποστολικῶν Κανόνων καὶ διατάξεων, ὀφείλετε νὰ ὑπακούετε κὰθ΄ὅλα καὶ νὰ πείθεσθε σ' αὐτὸν ὡσὰν στὸν Κύριον. Σὲ ὅσα δὲ κινδυνεύουν τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ καὶ οἱ νόμοι τῆς Ἐκκλησίας του, ὄχι μόνο σ' αὐτὸν δὲν πρέπει νὰ πείθεσθε ὅταν παραινῆ καὶ σᾶς διατάσση, ἂλλ΄οὔτε σὲ ἄγγελο ποὺ μόλις ἦλθε ἀπὸ τὸν οὐρανὸ καὶ εὐαγγελίζεται σὲ σᾶς διαφορετικὰ ἀπ' ὅτι εὐαγγελίσθηκαν οἱ αὐτόπτες τοῦ Λόγου».
10. Ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος Μπριαντσιανίνωφ ὑπὲρ τῆς προσεκτικῆς ὑπακοῆς
Ὁ ἐπιφανὴς αὐτὸς Ἅγιος καὶ θεολόγος τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας τοῦ 19ου αἵ., στὸν ὁποῖον ἤδη προαναφερθήκαμε, ἀφιερώνει ἕνα ὁλόκληρο κεφάλαιο τοῦ πολυτίμου βιβλίου τοῦ «Προσφορὰ στὸν Σύγχρονο Μοναχισμό», στὸ θέμα τῆς «Ὑπακοῆς σὲ Γέροντα». Μεταξὺ τῶν πολλῶν ἀναφορῶν σὲ Πατέρες, τὶς ὁποῖες παραθέτει γιὰ τὸ θέμα τῆς ἀδιακρίτου ὑπακοῆς σὲ μὴ κεκαθαρμένους Πνευματικούς, κάνει σημαντικὲς διευκρινίσεις καὶ παρεμβάσεις: «Ἡ ὑπακοὴ κάνει τὸν ὑποτακτικὸ ὅμοιο μὲ ἐκεῖνον στὸν ὁποῖον ὑπακούει. Ἡ Ἁγία Γραφὴ λέγει: "Καὶ ἐγκισσήσωσι τὰ πρόβατα εἰς τὰς ράβδους"(Γέν. 30, 39). [...] Θὰ εἰποῦν: Ἡ πίστη τοῦ ὑποτακτικοῦ μπορεῖ νὰ ἀναπληρώσει τὴν ἀνεπάρκεια τοῦ γέροντα; Λάθος! Ἡ πίστη στὴν ἀλήθεια σώζει. Ἡ πίστη στὸ ψεῦδος καὶ στὴν διαβολικὴ ἀπάτη βλάπτει! Αὐτό μας τὸ λέει ὁ Ἀπόστολος. Λέγει γιὰ αὐτοὺς ποὺ θεληματικὰ χάνονται. "Τὴν ἀγάπην τῆς ἀληθείας οὐκ ἐδέξαντο εἰς τὸ σωθῆναι αὐτούς· καὶ διὰ τοῦτο πέμψει αὐτοῖς ὁ Θεὸς (θὰ ἐπιτρέψει ὁ Θεὸς νὰ ὑποστοῦν) ἐνέργειαν πλάνης εἰς τὸ πιστεῦσαι αὐτοὺς τῷ ψεύδει, ἴνα κριθῶσι πάντες οἱ μὴ πιστεύσαντες τὴ ἀληθεία, ἀλλ' εὐδοκήσαντες ἐν τὴ ἀδικία"(Β΄ Θέσ. 2, 10-12) [...] Βλέπομε στοὺς καιροὺς μᾶς μία γενικὴ κατάπτωση τῆς Χριστιανοσύνης [...] Καὶ εἶναι μεγάλη εὐλογία γιά μας, καὶ μεγάλη εὐτυχία, ὅτι μᾶς ἐδόθη ἡ δυνατότητα νὰ τρεφόμαστε μὲ τὰ ψιχία ποὺ πέφτουν ἀπὸ τὴν Πνευματικὴ τράπεζα τῶν Πατέρων. Αὐτὰ τὰ ψιχία δὲν ἀποτελοῦν αὐτὰ καθ' ἑαυτὰ τὴν πιὸ ἱκανοποιητικὴ τροφή. Ἀλλὰ μποροῦν, ἂν καὶ ὄχι χωρὶς τὴν αἴσθηση στέρησης καὶ πείνας, νὰ μᾶς γλυτώσουν ἀπὸ τὸν πνευματικὸ θάνατο»29.
Ὁ ἐπιφανὴς αὐτὸς Ἅγιος καὶ θεολόγος τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας τοῦ 19ου αἵ., στὸν ὁποῖον ἤδη προαναφερθήκαμε, ἀφιερώνει ἕνα ὁλόκληρο κεφάλαιο τοῦ πολυτίμου βιβλίου τοῦ «Προσφορὰ στὸν Σύγχρονο Μοναχισμό», στὸ θέμα τῆς «Ὑπακοῆς σὲ Γέροντα». Μεταξὺ τῶν πολλῶν ἀναφορῶν σὲ Πατέρες, τὶς ὁποῖες παραθέτει γιὰ τὸ θέμα τῆς ἀδιακρίτου ὑπακοῆς σὲ μὴ κεκαθαρμένους Πνευματικούς, κάνει σημαντικὲς διευκρινίσεις καὶ παρεμβάσεις: «Ἡ ὑπακοὴ κάνει τὸν ὑποτακτικὸ ὅμοιο μὲ ἐκεῖνον στὸν ὁποῖον ὑπακούει. Ἡ Ἁγία Γραφὴ λέγει: "Καὶ ἐγκισσήσωσι τὰ πρόβατα εἰς τὰς ράβδους"(Γέν. 30, 39). [...] Θὰ εἰποῦν: Ἡ πίστη τοῦ ὑποτακτικοῦ μπορεῖ νὰ ἀναπληρώσει τὴν ἀνεπάρκεια τοῦ γέροντα; Λάθος! Ἡ πίστη στὴν ἀλήθεια σώζει. Ἡ πίστη στὸ ψεῦδος καὶ στὴν διαβολικὴ ἀπάτη βλάπτει! Αὐτό μας τὸ λέει ὁ Ἀπόστολος. Λέγει γιὰ αὐτοὺς ποὺ θεληματικὰ χάνονται. "Τὴν ἀγάπην τῆς ἀληθείας οὐκ ἐδέξαντο εἰς τὸ σωθῆναι αὐτούς· καὶ διὰ τοῦτο πέμψει αὐτοῖς ὁ Θεὸς (θὰ ἐπιτρέψει ὁ Θεὸς νὰ ὑποστοῦν) ἐνέργειαν πλάνης εἰς τὸ πιστεῦσαι αὐτοὺς τῷ ψεύδει, ἴνα κριθῶσι πάντες οἱ μὴ πιστεύσαντες τὴ ἀληθεία, ἀλλ' εὐδοκήσαντες ἐν τὴ ἀδικία"(Β΄ Θέσ. 2, 10-12) [...] Βλέπομε στοὺς καιροὺς μᾶς μία γενικὴ κατάπτωση τῆς Χριστιανοσύνης [...] Καὶ εἶναι μεγάλη εὐλογία γιά μας, καὶ μεγάλη εὐτυχία, ὅτι μᾶς ἐδόθη ἡ δυνατότητα νὰ τρεφόμαστε μὲ τὰ ψιχία ποὺ πέφτουν ἀπὸ τὴν Πνευματικὴ τράπεζα τῶν Πατέρων. Αὐτὰ τὰ ψιχία δὲν ἀποτελοῦν αὐτὰ καθ' ἑαυτὰ τὴν πιὸ ἱκανοποιητικὴ τροφή. Ἀλλὰ μποροῦν, ἂν καὶ ὄχι χωρὶς τὴν αἴσθηση στέρησης καὶ πείνας, νὰ μᾶς γλυτώσουν ἀπὸ τὸν πνευματικὸ θάνατο»29.
Αὐτὰ τὰ «ψιχία» τῶν πατερικῶν διδαχῶν, σὰν αὐτὲς ποὺ παρατέθηκαν, ἂς κρατήσουμε καὶ ἐμεῖς καλά, γιὰ νὰ σωθοῦμε ἀπὸ τὸ θεολογικὸ χάος καὶ τὸν σχετικισμὸ καὶ τὴ συγκατάβαση στὴν αἵρεση, μὲ ἀταλάντευτη ἀνυπακοὴ σὲ φίλο-αἱρετικὲς ψευδὸ-ὑπακοές. Εἶναι φοβερὸς ὁ λόγος τοῦ Ἁγίου Ἐφραὶμ τοῦ Σύρου περὶ τῆς Δευτέρας Παρουσίας τοῦ Κυρίου: «Ἀλλίμονο σὲ ὅσους μολύνουν τὴν ἁγία Πίστη μὲ αἱρέσεις ἡ συγκαταβαίνουν στοὺς αἱρετικοὺς»30. Εἴτε αὐτοὶ εἶναι λαΐκοι, εἴτε πολὺ περισσότερο, κληρικοί.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου