ΕΠΙΚΑΙΡΑ ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ
ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΡΟΣ ΕΝΗΜΕΡΩΣΙΝ, ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΝ ΚΑΙ ΛΗΨΙΝ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ ΕΠΙ ΚΡΙΣΙΜΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ
+ Ο ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ ΚΑΙ ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ ΚΗΡΥΚΟΣ
ΤΗΣ ΓΝΗΣΙΑΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
Δ/ΝΣΙΣ: ΕΠΙΣΚΟΠΕΙΟΝ ΑΓΙΑΣ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗΣ ΣΤΡΟΓΓΥΛΗ
ΚΟΡΩΠΙ Τ.Κ.19400 Τ.Θ. 54 ΤΗΛ. 210.6020176, 210.2466057
Α.Π. 11 Κορωπί τη 9.3.2006
Ευρισκόμενος εν τῶ Ἐπισκοπείω Ἁγίας Αἰκατερίνης Κορωπίου Ἀττικῆς τῆ 9.3.2006 (Ε.Η.), εν τη íερά μνήμη των Ἁγίων Τεσσαράκοντα μαρτύρων.
Πρός
τόν ἐλλογιμώτατον θεολόγον
κ. ‘Ελευθέριον Γκουτζίδην
Μόλις πρό δύο ἡμερῶν ἦλθε στά χέρια μου τό ὑπ’ ἀριθμ. 1629 φύλλον τοῦ «‘Ορθοδόξου Τύπου» μέ ἡμερομηνίαν 3 Φεβρουαρίου 2006 εἰς τό ὁποῖον ἀναγράφεται ὡς κύριον θέμα (πρωτοσέλιδον) ἡ «’Απόφασις τῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς ἐπί τῶν Δογματικῶν καί Νομοκανονικῶν ζητημάτων» σύμφωνα μέ τήν ὁποῖα «ΑΜΦΙΣΒΗΤΟΥΝΤΑΙ ΤΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΤΩΝ ΠΑΛΑΙΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΩΝ». Τό φύλλον ἐκυκλοφόρησε ὅταν εὑρισκόμουν εἰς Αὐστραλίαν καί γι αὐτό δέν ἦλθε ἐγκαίρως στά χέρια μου. Παραθέτω αὐτό τό δημοσίευμα, μόνον κατά τό μέρος πού ἀφορᾶ τήν «ἀπόφασιν ταύτην» μέ τήν σημείωσιν, ὅτι εἰς τό ἴδιο δημοσίευμα ἀναφέρονται καί ἔτεραι ἀποφάσεις τῆς «Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς», ὅπως περί «κήδευσις αὐτόχειρος», «ἀριθμός ἀναδόχων εἰς τάς βαπτίσεις», «βαπτίσεις ἀλλοθρήσκων» «τρόπος ὑποδοχῆς τῶν παλαιοημερολογιτῶν εἰς τήν Ἐκκλησίαν» καί «τά Μυστήρια εἰς ἰδιωτικούς Ναούς».
Γράφει ὁ ‘Ορθόδοξος Τύπος:
«Ἀποφάσεις ἐπί κρισίμων ζητημάτων ἔλαβεν ἡ Συνοδική Ἐπιτροπή ἐπί τῶν Δογματικῶν καί Νομοκανονικῶν Ζητημάτων καί τάς ἐγνωτσοποίησε τήν 26ην Ἰανουαρίου. Αἱ ἀποφάσεις ἀφοροῦν εἰς .... εἰς τήν ὑποδοχήν τῶν Παλαιοημερολογιτῶν εἰς τήν Ἐκκλησίαν καί τά Μυστήριά των. Εἰς τήν ἀπόφασιν διά τούς Παλαιοημερολογίτας διατυπώνεται εὐθέως ἡ κατηγορία ὅτι συμπεριφέρονται ὡς οἱ Προτεστάνται, τούς ὁποίους πολεμοῦν, ἀλλά ἀκολουθοῦν τήν τακτικήν των μέ ἀποτέλεσμα τήν πολυδιάσπασιν. ‘Επισημαίνεται ἐπίσης ὅτι τά μυστήρια τῶν Παλαιοημερολογιτῶν θεωροῦνται ὡς μή γενόμενα καί θά πρέπει νά ἐπαναλαμβάνωνται ἐξ ὑπαρχῆς, κατά τήν περίπτωσιν κατά τήν ὁποίαν ἐπιστρέφουν εἰς τήν Ἐκκλησίαν ὁμάδες ἀδελφῶν μετά τῶν ἱερέων των. Ἡ Συνοδική ‘Επιτροπή διατυπώνει, ἐπίσης, τήν ἄποψιν τῆς ἀντικανονικότητος τῶν ἱερέων τοῦ Παλαιοῦ Ἡμερολογίου. Αἱ προαναφερόμεναι θέσεις εἶναι βέβαιον ὅτι θά προκαλέσουν ἐντόνους ἀντιδράσεις εἰς τόν χῶρον τοῦ Παλαιοῦ Ἡμερολογίου. Διότι ἀμφισβητοῦνται τά Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Παλαιοῦ Ἡμερολογίου, ὅταν αὐτό τό Ἑλληνικόν Κράτος τά ἀναγνωρίζη καί ἕως σήμερον δέν τά ἔχει ἀμφισβητήσει. Ἡ ἀπόφασις ἐπίσης ἔρχεται εἰς μίαν περίοδον κατά τήν ὁποίαν ὑπάρχουν (ἀπό τάς ἀρχάς Δεκεμβρίου) κινήσεις εἰς τούς χώρους τοῦ Παλαιοῦ «Ημερολογίου διά τήν συρρίκνωσιν τῶν παρατάξεων διά κοινόν λόγον καί διά τήν ἀνάπτυξιν πρωτοβουλιῶν, μέ σκοπόν τήν ἐπικοινωνίαν τῆς νόμω κρατούσης Ἐκκλησίας καί τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Παλαιοῦ Ἡμερολογίου».
Εἰς τήν συνέχειαν ἀναφέρει τό ρεπορτάζ τό πλῆρες κείμενον τῆς ἀποφάσεως τῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροῆς ὡς κατεχωρίσθη εἰς τόν ἰστοσελίδα τῆς « Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος».
«Τά Μυστήρια καί ἡ ὑποδοχή τῶν Παλαιοημερολογιτῶν
Β Ἡ διόρθωση τοῦ ‘Ιουλιανοῦ Ἡμερολογίου ἔγινε γιά νά συμβαδίζει ἡ ‘Εκκλησία μέ τά πολιτικά θέσμια καί νά μή ταλαιπωροῦνται τά τέκνα Της. Κάνοντας αὐτή τήν προσαρμογή ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία δέν ἔκανε τίποτε περισσότερο ἀπό τό νά ἐφαρμόσει τόν ΛΗ Κανόνα τῆς Πενθέκτης Συνόδου, σύμφωνα μέ τόν ὁποῖο, «τοῖς πολιτικοῖς καί δημοσίοις τύποις καί ἡ τῶν ἐκκλησιαστικῶν πραγμάτων τάξις ἀκολουθείτω». Ἄλλες ἐκκλησίες πού δέν εἶχαν πρόβλημα συνεργασίας μέ τήν Πολιτεία, κράτησαν τό Ἰουλιανό Ἡμερολόγιο, χωρίς νά διακόψουν τήν κοινωνία τους μέ τήν Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία. Εἴμαστε συνεπῶς ἑνωμένοι μέ τήν Ἐκκλησία τῶν Ἱεροσολύμων, μέ τήν Μοναστική Πολιτεία τοῦ Ἁγίου Ὄρους, μέ τήν Ι.Μ. Ἁγ. Αἰκατερίνης τοῦ Σινᾶ καί μέ τίς Σλαβικές Ἐκκλησίες πού ἀκολουθοῦν τό μή διορθωθέν ‘Ιουλιανό Ἡμερολόγιο. Συλλειτουργοῦμε καί συμπροσευχόμεθα τόσο στίς νέες, ὅσο καί στίς παλαιές ἡμερομηνίες, χωρίς κανένα ἀπολύτως πρόβλημα, γιατί τό ἡμερολόγιο εἶναι ἕνα ἐργαλεῖο καί τίποτε περισσότερο. ‘Ακόμη ἡ Ἐκκλησία μας ἔχει δεχτεῖ καί εὐλογήσει καί τή λειτουργία ‘Ενοριῶν, πού ἀκολουθοῦν τό μή διορθωθέν Ἰουλιανό ἡμερολόγιο. Αὐτή τήν τόσο ἁπλῆ ἀλήθεια δέν μπόρεσαν ἤ δέν θέλησαν νά ἐννοήσουν ὁρισμένες ὁμάδες ἀδελφῶν μας. Δέν ἐμπιστεύτηκαν τήν Μητέρα Ἐκκλησία, ἀλλά «διέρρηξαν τόν ἄρραφο χιτῶνα τοῦ Χριστοῦ». Κυριάεχησε μιά περίεργη λογική τῆς ἀτομικῆς ἐπιλογῆς καί ὄχι τῆς συλλογικῆς πορείας κάτω ἀπό τήν σκέπη τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ συνέχεια ἦταν ἀναμενόμενη. Ἀκολούθησαν τούς Προτεστάντες, τούς ὁποίους ὑποτίθεται πολεμοῦν. Ἡ πολυδιάσπαση τους δέν ἀποτελεῖ πλέον ἔκπληξη. Ἡ Ἁγία μας ‘Εκκλησία δέχεται πολλές αἰτήσεις ὀργανωμένων ὁμάδων παλαιοημερολογιτῶν καί πολύ περισσότερες μεμονωμένων προσώπων, πού ἐκφράζουν τόν πόθο τῆς ἐπανόδου στούς κόλπους Της.
Τά Μυστήρια τῶν Παλαιοημερολογιτῶν θεωροῦνται ὡς μή γενόμενα καί θά πρέπει νά ἐπαναλαμβάνονται ἐξ ὑπαρχῆς. Τοῦτο ἰσχύει καί προκειμένου περί μιᾶς ὁμάδας ἀδελφῶν πού ζήτησαν έπανένταξη τοῦ «Ἱερέως» των στήν Ἐκκλησία. Τά στοιχεῖα πού προσκομίσθηκαν στήν Ἱ. Σύνοδο γιἀ τήν Κανονικότητα τῆς Ἱερωσύνης τοῦ Ἱερέως δέν εἶναι ἐπαρκῆ. .Εχουμε συνεπῶς ἀμφισβήτηση τῆς Χειροτονίας καί στήν περίπτωση αὐτή ἰσχύει ἡ μέ ἀριθμ. 1027/6367/765/21.6.1996 ‘Απόφαση τῆς Ι. Συνόδου, σύμφωνα μέ τήν ὁποία ἡ Χειροτονία πρέπει νά τελεῖται ἐξ ὑπαρχῆς ἀπό Κανονικό Ἐπίσκοπο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Τό ἴδιο θά μποροῦσε νά ἰσχύσει καί διά τό Βάπτισμα τῶν μελῶν της ὁμάδας αὐτῆς. Ὅμως ἡ Ι. Σύνοδος, κατ’ ἄκραν ἐπιείκειαν καί ἐφαρμόζοντας τήν Ἐκκλησιαστική Οἰκονομία, δέχτηκε φιλανθρώπως τήν εἰσδοχή τῆς Ὁμάδος στήν Ἐκκλησία διά χρίσεως ἁγίου Μύρου. Ἡ Ι. Σύνοδος προχώρησε σέ ἕνα ἀκόμη βῆμα, ἄξιο ἀναφορᾶς. ‘Επέτρεψε στήν ὁμάδα αὐτή τήν χρήση τοῦ μή διορθωμένου ‘Ιουλιανοῦ Ἡμερολογίου, ὥστε νά μή ἀποκοποῦν ἀπο τίς συνήθειές τους ἡλικιωμένα κυρίως πρόσωπα».
Εἰς τό ὡς ἄνω δημοσίευμα τοῦ «Ὀρθοδόξου Τύπου» καί τήν «ἀπόφανσιν» τῆς «Συνοδικῆς ‘Επιτροπῆς ἐπί τῶν δογματικῶν καί Νομοκανονικῶν ζητημάτων» πρέπει νά δοθῆ ἀναλυτική ἀπάντησις δεδομένου ὅτι εἰς αὐτά θίγονται σοβαρά θέματα ἐκκλησιολογικῆς, δογματικῆς φύσεως καί Κανονικῆς τάξεως. Πρέπει προπάντων νά ἀντιμετωπισθῆ καταλλήλως τό ψεῦδος (ἀπάτη), τήν ὁποίαν ἐπιχειρεῖ ἡ ‘Επιτροπή, διά λογαριασμόν τοῦ Νεοημερολογιτισμοῦ, ὅτι δῆθεν ἡ ἀλλαγή τοῦ Ἡμερολογίου ἔγινε σύμφωνα μέ τόν Κανόνα πού λέγει νά ἀκολουθοῦν τά ‘Εκκλησιαστικά πράγματα τίς ἀλλαγές τῶν Πολιτικῶν, ἐνῶ παραθεωρεῖ τήν καί ὑπό Νεοημερολογιτῶν ὑποστηριζομένην ἄποψιν ὅτι ἡ δεοντολογία τῆς ἀλλαγῆς ἦτο καθαρά Οἰκουμενιστική. ‘Επίσης νά ἀντιμετωπισθῆ, ἄν καί πολλάκις ἔχει γραφεῖ τό ἄλλο ψευδοεπιχείρημα - ἀπάτη καθ’ ὅ οἱ νεοημερολογῖται ἠκολούθησαν τό διορθωμένον Ἰουλιανόν ἡμερολόγιον.
Ἐδῶ ἀναφέρω μόνον, τό ὁποῖον βρῆκα πρόχειρο, τί ἔγραψε ὁ ἁγιορείτης θεολόγος Μοναχός Νικόδημος Μπιλάλης σχολιάζοντας αὐτήν τήν θέσι τῶν νεοημερολογιτῶν: «Γιά μή φανῆ ὅτι οἱ Ὀρθόδοξοι πρόκειται ν’ ἀκολουθήσουν τό δυσφημισμένο Παπικό ἡμερολόγιο, καί ἐνῶ τελικά τό Συνέδριο ἀποδέχθηκε τό Παπικό ἡμερολόγιο, τό ὀνόμασε διορθωμένο ‘Ιουλιανό γιά μετριασμό τῶν ἐντυπώσεων καί ἀντιδράσεων πού δέν ἀποφεύχθησαν. Καί φυσικά τό κέντρο βάρους σκόπιμα ἔπεφτε στή γνωστή μετακίνηση πρός τά πίσω τῆς ἐαρινῆς ἰσημερίας γιά νά τονίζεται ἡ ἀστρονομική πλευρά τοῦ θέματος, ἀλλ’ ὄχι ἡ Ἐκκλησιαστική, πού ἀπόλυτα ἐβάρυνε ἐπί 341 χρόνια (1582 – 1923) στήν ὁμόφωνη ἀπορριπτική στάση καί πράξη σύνολης τῆς Ὀρθοδοξίας. Τό δέ σύνθημα πρός παραπλάνησιν ἦτο: Οὐδέν Κανονικόν, οὐδέν δογματικόν κώλυμα ὑπάρχει». (Βλ. «Ὀρθόδοξο Τύπο» ἀριθμ. Φύλ. 1182/19.7.1996).
Εἰς τήν ἀπάντησιν ἐπ’ αὐτοῦ τοῦ θέματος δέον νά ὑπομνησθοῦν αἱ καταδῖκαι τοῦ 16ου αἰῶνος κατά τῆς ἀλλαγῆς τοῦ Ἡμερολογίου, καί νά ληφθῆ ὑπ’ ὄψιν καί τό πολύ σημαντικό βιβλιαράκι τοῦ Μοναχοῦ Ἀρσενίου Κοττέα «’Αντέλεγχος ἀβασίμου καί ἀσυστάτου ἐλέγχου, ἀπάντησις εἰς τόν ‘Αρχιεπίσκοπον Ἀθηνῶν περί τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Ἡμερολογίου», ‘Αθῆναι 1932, εἰς τό ὁποῖον ἀπαντᾶ εἰς τήν σκευωρίαν τοῦ Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου περί δῆθεν πλαστότητος τῶν ἀποφάσεων τῶν ὡς ἄνω Πανορθοδόξων Συνόδων.
‘Αλλά ἐκεῖνο πού κυρίως πρέπει νά σχολιασθῆ καί νά στηλιτευθῆ ἐπἰ τῆς ἀνωτέρω ἐνεργείας τῆς Νεοημερολογιτικῆς Συνόδου, εἶναι ἡ σκοπιμότης πού κρύβεται πίσω ἀπ’ αὐτήν τήν ἐνέργεια. ‘Εν προκειμένω γεννῶνται ἀμέσως τά ἐρωτήματα:
1) Διατί ἐπέλεξε αὐτόν τόν χρόνον καί αὐτόν τόν τρόπον νά παρουσιάση τό θέμα;
2) Διατί ἐπί μίαν δεκαετίαν δέν ἐδημοσιοποίησε, τήν μέ ἀριθμ. 1027/6367/765/21.6.1996 «Ἀπόφαση –‘Απόφανσή» της, ἡ ὁποία ἐπιχειρεῖ νά «λύση» τό «παλαιοημερολογιτικόν» ὄχι μέ τόν διάλογο ἐπί τῆς οὐσίας, ὅπως τούς προτείνει ἡ Γνησία ‘Ορθόδοξος Ἐκκλησία πάντοτε μέν, ἰδιαιτέρως ὅμως ἀπό τό 1983, ἀλλά μέ ἀποφάσεις σύμφωνες μέ τήν ἐντολή πού ἔλαβαν ἀπό τό Σαμπεζύ τοῦ τύπου: «Ἀφομοῖῶστε τούς παλαιοημερολογίτες στίς κατά τόπους ἐκκλησίες καί ὅσοι δέν δεχθοῦν νά ἐνταχθοῦν - ἀφομοιωθοῦν διῶξτέ τους»
1) Διατί ὅταν ἀνέβηκε στό «Ἀρχιεπισκοπικό θρόνο» ὁ κ. Χριστόδουλος, μέχρι σήμερα, δέν ἐδημοσιοποίησε παρόμοιες «ἀποφάνσεις», ἀλλά προσεπάθησε νά περάση τήν θέσιν, ἡ ὁποία ἠκούσθη καί πρίν ἀπό τό Χριστόδουλο: «Ὅλοι οἱ παλαιοημερολογῖτες νά ἑνωθοῦν μέ τόν Χρυσόστομο Κιούση διά νά ἀναγνωρισθοῦν ὅλοι μαζί»;
2) Διατί ὅλα αὐτά τά χρόνια ἐνεργεῖ μέσω τῶν πρακτόρων του στό χῶρο τῶν Φλωρινικῶν (Σακαρέλλο, Καλλίνικο κλπ.) καί τῶν φίλων του στόν χῶρο τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου ‘Εκκλησίας (Σακκᾶ, Τσακίρογλου, Κάτσουρα), διά νά περάση στούς Ἀρχιερεῖς μας τήν ἄποψι ὅτι «βιάσθηκε ὁ ἅγιος πατέρας», «τό 1971 ἔγινε πραγματική χειροθεσία», «τό ἀπαλλακτικά Βουλεύματα εἶναι ἰσχυρά», «δέν ὑπάρχει διαφορά εἰς τήν ‘Αποστολική Διαδοχή μεταξύ Ματθαιϊκῶν καί Φλωρινικῶν, διότι ἀμφότεροι προέρχονται ἀπό τούς Ρώσους τῆς Διασπορᾶς» καί παράλληλα κάμνει τήν δήλωσιν, ἡ ὁποία ἠκούσθη καί ἀπό τηλεοράσεως ὅτι «οἱ παλαιοημερολογῖτες πού προέρχονται ἀπό τούς Ρώσους τῆς Διασπορᾶς εἶναι ἀναγνωριστέοι»;
3) Διατί παραλλήλως προωθοῦν οἱ πράκτορέ του τήν ἐπισημοποίησιν - δημοσιοποίησιν τῶν Ἀπαλλακτικῶν Βουλευμάτων, «τήν δήλωσιν τῶν Φλωρινικῶν ὅτι μᾶς ἀναγνωρίζουν βάσει τῆς χειροθεσίας καί ἐπομένως δέν χρειάζεται νά συζητᾶμε γιά τό σχίσμα τοῦ 1937 τό ὁποῖον ἦτο ἀναίτιον, οὔτε γιά τίς χειροτονίες τοῦ 1948 οἱ ὁποῖες ἦσαν παράνομες, διότι ὅλα αὐτά διωρθώθηκαν καί ἀπεκατεστάθησαν ἀπό τούς Ρώσους τῆς Διασπορᾶς μέ τήν χειροθεσία τό 1971»;
4) Διατί ὁ κ. Χριστόδουλος, ὅταν εἶδε νά ἀποτυγχάνουν τά σχέδιά του (νά γίνουν δηλαδή ἀποδεκτά τά ἀνωτέρω ἀπό ὅλους τούς Ἀρχιερεῖς, διότι, πάλιν κατά δήλωσίν του, ἔφεραν ἐμπόδια ὁ Κήρυκος καί ὁ Γκουτζίδης), διατί κατέφυγε εἰς τόν «Μόσχας» ‘Αλέξιο καί τοῦ ἐζήτησε νά θέση ὅρον τῆς ἑνώσεώς τοῦ Λαύρου μέ τό Πατριαρχεῖον τῆς Ρωσίας «νά πιέση ὁ Λαῦρος τούς Ἕλληνες Παλαιοημερολογίτας, Φλωρινικούς καί Ματθαιϊκούς, οἱ ὁποῖοι προέρχονται ἀπό τήν Ρωσικήν Διασποράν βάσει τῆς χειροτονίας τοῦ 1960 καί τῆς χειροθεσίας τοῦ 1971, νά ἐνταχθοῦν εἰς τήν ‘Εκκλησίαν των, τήν ὁποίαν ὀνομάζουν Κανονικήν Ἐκκλησίαν;
5) Διατί τέλος τά Κέντρα πού εἰσῆλθον τά τελευταῖα χρόνια ἐντός τῶν τειχῶν τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, «ἐπίεσαν» τόν ‘Αρχιεπίσκοπον ‘Ανδρέαν νά «παραιτηθῆ» ὑπέρ τοῦ ἀναγνωριζομένου καί ἀπό τά Δικαστήρια Νικολάου;
6) Διατί τά σχέδια δέν προχώρησαν μέ τόν ‘Αρχιεπίσκοπο ‘Ανδρέα, ἀλλά ἐχρειάσθη νά ἐπιστρατευθῆ ὁ ἀναγνωρισμένος καί ἀπό τήν Πολιτεία Νικόλαος, καί διατί ὅλοι μαζί οἱ ‘Αρχιερεῖς ὑπανεχώρησαν εἰς τό θέμα τῆς χειροθεσίας, καί ἀντί μιᾶς τυπικῆς πράξεως, ὅπως τήν ἐδέχθη κατ’ ἄκραν οἰκονομίαν ἡ ‘Εκκλησία τήν ἐμφανίζουν, μαζί καί μέ τό παράλληλον περιγραφήν τῆς Μονῆς Μεταμορφώσεως, ὡς χειροθεσίαν ἐπί σχισματικῶν, ὅπερ διευκολύνει τήν ὑπό τοῦ κ. Χριστοδούλου «λύσιν τοῦ παλαιοημερολογιτικοῦ»;
7) Διατί, τέλος, ἐπέλεξαν νά δημοσιοποιήσουν μίαν ἀπόφανσίν των τοῦ 1996, αὐτήν τήν περίοδον, καί αὐτήν τήν κατάστασιν, ἡ ὁποία διεμορφώθη μετά τήν διακοπήν κοινωνίας μετά τῆς ὁμάδος τοῦ Νικολάου καί τήν δήλωσίν μου, ὅτι ὅταν παραστῆ ἀνάγκη καί μόνος θά προβῶ εἰς χειροτονίας ‘Επισκόπων;
Κατά τήν γνώμην μου, ὁ κ. Χριστόδουλος ἀφοῦ εἶδε, ὅτι δέν κατώρθωσαν οἱ Πράκτορές του νά μᾶς βάλουν ὅλους μέσα στό ἴδιο τσουβάλι τοῦ παλαιοημερολογιτικοῦ οἰκουμενισμοῦ, ἀφοῦ εἶδε ὅτι ὁ Κήρυκος ἔμεινε ἀπ’ ἔξω, τώρα ἐπιχειρεῖ μέ ψευδοαπειλές, ὅτι δῆθεν δέν ἀναγνωρίζει τά μυστήριά των, ὥστε νά ἀναγκασθοῦν νά ὁμολογήσουν ὅτι ὅλοι προέρχονται ἀπό τούς Ρώσους τῆς Διασπορᾶς, οἱ ὁποῖοι εἶχον καί ἔχουν κοινωνίαν μαζί του, καί ἑπομένως κακῶς δέν ἀναγνωρίζει τά μυστήριά των. Ὁπότε νά πῆ καί ὁ ἴδιος: «Ἐφ’ ὅσον τό ὁμολογοῦν οἱ ἴδιοι διατί νά μή τούς ἀποδεχθῶ καί γιατί νά μήν τούς ἀναγνωρίσω».
Δηλαδή ἐπαναλαμβάνεται τό ἴδιο ἀκριβῶς σκηνικό πού ἔγινε μέ τήν ΜΗΝΥΣΙ τοῦ νεοημερολογίτου Πειραιῶς Χρυσοστόμου Ταβλαρουδάκη, κατά τοῦ Μητροπολίτου Πειραιῶς Νικολάου καί τοῦ Φλωριναίου Γεροντίου, ὥστε μέσα ἀπό τήν δικαστική αὐτή διαδικασία νά προκύψη ἡ Ὁμολογία τοῦ μέν Γεροντίου, ὅτι προέρχεται ἀπό τούς Ρώσους τῆς Διασπορᾶς διά τῶν χειροτονιῶν τοῦ 1960, τοῦ δέ Νικολάου (καί αὐτός ἦτο ὁ βασικός σκοπός) τοῦ Νικολάου, ὅτι προέρχεται ἐπίσης ἀπό τούς Ρώσους τῆς Διασπορᾶς βάσει τῆς κατά τόν Η΄ Κανόνα τῆς Α’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου χειροθεσίας (ὅπως αναγράφει ἡ ἀπόφασις), καί αὐτό διότι παρά τίς προσπάθειες, παρά τίς ληστρικές ἐνέργειες καί μεθοδεύσεις δέν πέρασε ἡ Χειροθεσία στήν ‘Εκκλησία.
Μέ αὐτό πού ἔκανε, λοιπόν, ἡ Συνοδική ‘Επιτροπή, εἶναι σάν νά ἔλεγε, κάτι πού τό λέγει ἀπό χρόνια: «Ἄντε πές τε μιά κουβέντα, κάντε μιά δήλωσι, ὥστε νά φαίνεται ὅτι προέρχεσθε ἀπό τούς Ρώσους τῆς Διασπορᾶς καί ἐγώ θά σᾶς ἀναγνωρίσω». Καί οἱ μέν Φλωρινικοί ἔσπευσαν νά ἀπαντήσουν καί νά δηλώσουν, ὅτι πράγματι προέρχονται ἀπό τούς Ρώσους τῆς Διασπορᾶς, (Βλέπε ἀπάντησιν τοῦ Νήφωνος μέσω τοῦ περιοδικοῦ του, καί τοῦ Χρυστόμου Κιούση μέσω τοῦ Ὀρθοδόξου Τύπου», ὅσον ἀφορᾶ δέ τήν ἀπάντησιν τοῦ Νικολάου εἶναι ἀρκετόν ὅτι καλύπτει καί δέν καταδικάζει τά ‘Απαλλακτικά Βουλεύματα ὅπως ἐζήτησαν 2 ‘Αρχιερεῖς μετά τήν δημοσιοποίησίν των», εἶναι ἀρκετόν ὅτι δέν ἐξήτασε τάς βλασφημίας τῶν πρακτόρων τοῦ Χριστοδούλου «βιάστηκε ὁ Ματθαῖος», «εἶναι ἀναίτιο τό σχίσμα τοῦ 1937», «σᾶς ἀναγνωρίζουμε ἀπό τό 1971» «ἔκανε λάθος ὁ ἅγιος πατέρας», καθόσον ἡ σιωπή εἶναι καί συγκατάθεσις, ἀλλά εἶναι ὑπεραρκετόν, ὅτι κατεδίκασε ἐκείνους οἱ ὁποῖοι ἦλθον σέ ἀντίθεσι μέ αὐτό τό κίνημα προδοσίας. Δέν χρειάζεται τίποτε περισσότερο ὁ κ. Χριστόδουλος.
Δέν εἶναι, λοιπόν, ἐπίκαιρο δῆθεν περιστατικό (ἡ αἴτησι μιᾶς ὁμάδος παλαιοημερολογιτῶν νά ἐνταχθοῦν στήν νεοημερολογιτική Ἐκκλησία), ἡ αἰτία πού τούς ἠνάγκασε νά δημοσιοποιήσουν αὐτήν τήν «ἀπόφασιν - ἀπόφανσιν» τῆς «Συνοδικῆς ἐπί τῶν Δογματικῶν καί Κανονικῶν θεμάτων ‘Επιτροπῆς», ἀλλά ἡ ὅλη ἐξέλιξις τῶν ἐκκλησιαστικῶν πραγμάτων, δηλαδή ἡ ἀποτυχία νά λύσουν οἰκουμενιστικῶ τῶ τρόπω τό «παλαιοημερολογιτικόν πρόβλημα», διότι κατά τόν Χριστόδουλο «ἔφεραν ἐμπόδια ὁ Κήρυκος καί ὁ Γκουτζίδης».
Ἡ ἄποψίς μου εἶναι ὅτι πρέπει νά ἀναλυθῆ τό θέμα μέ ἐκτεταμένη ἀπάντησι μέσα ἀπό τήν Ὀρθόδοξο Πνοή.
+ Ὁ Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς
Κήρυκος
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου