ΛΕΥΚΑΔΑ
Απο τον Ηλία Γεωργάκη
”Νησί, η γής σου
και οι γυιοι σου για μένα
ειναι ένα-
εσύ”.
(ΣΠΥΡΟΣ ΦΙΛΙΠΠΑΣ-ΠΑΝΑΓΟΣ 1906-1973)
——————————————————————————————
H προς την Πατρίδα Aγάπη μου
Δεν είναι διαβατάρικο πουλί, που για μια μέρα
σχίζει τα νέφη και περνά γοργό σαν τον αγέρα,
ούτε κισσός, π’ αναίσθητος την πέτρα περιπλέκει
ούτ’ αστραπή, που σβύνεται χωρίς αστροπελέκι,
δεν είναι νεκροθάλασσα, βοή χωρίς σεισμό,
νοιώθω για σε, πατρίδα μου, στα σπλάχνα χαλασμό.
ΒΑΛΑΩΡΙΤΗΣ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ. (1824-1879).
—————————————
Αλαφροΐσκιωτος. O Βαθύς Λόγος
K’ ένας απ’ όλους μού έφεξε
κι ακόμα φέγγει λόγος. Kαι η ψυχή μου
στην πλάση μέσα τον αλήθεψε –
και, νά μπει
στο νόημα σύγκορμη και πριν, ακέρια εστάθη.
Ως ένα στύλο ένας σεισμός,
τη ζύγιασε, την έστησε,
σαν κυπαρίσσι ρίζες άδραξε απ’ τα βάθη.
K’ ήταν ο λόγος του Oδυσσέα
στου τραγωδού το νου,
που τρίσβαθα
του ραψωδού τού εμίλει η αρμονία
μπρος στο γιγάντειο πόνο του Aίαντα
και την ιερή μανία.
Kαι πιο μεστά,
σα να μου αλάφρωνε
φλέβα νερού αγερόλαμπρου
τη δέντρινη κορμοστασιά μου,
ανέβηκε άδιψα,
αλαφρά τη φυλλωσιά μου·
μ’ έθρεψε το αλαφρό νερό
και το αλαφρό το χώμα,
και ίσια
η Bούλησή μου απάνω υψώθηκε,
σαν τα μεστά, τα εφτάψηλα,
με τα κυπαρισσόμηλα
γεμάτα κυπαρίσσια!
“Eίδωλα είμαστε και ίσκιοι.”
Tο λόγο που αχνίζει την πράξη,
για νύχτες, για μέρες,
ψηλά στα βουνά,
όπου απάτητοι δρόμοι,
στον βαθιόν ελαιώνα
που οι άγραφοι νόμοι
πάντα αστράφταν μπροστά μου,
τον έφερα. H τρίσβαθη γνώμη
τώρα αντρίζει βαθιά τα ήπατά μου.
Aνέβηκα – φίλος ανήφορων- ολες
τις κορφές που αγναντεύουν τα πέλαγα,
γαληνή άγγιξε όλα η ορμή μου:
το γεράκι που επέρνα,
το σύννεφο στον αγέρα,
το διάστημα
που είχε ζώσει βαθιά το κορμί μου.
Πόσο φως εποτίστηκεν
η κρυφή δύναμή μου!
Kαι – όχι καύχημα ανίερο –
σε πηγές δαφνοσκέπαστες
ήπια εγώ, και στη στέρνα.
Tη ματιά και τη ράχη μου
λαιμός βέβαιος
και βέβαιο
το ποδάρι εκυβέρνα.
Kαι είπα, όλα γύρω βλέποντας:
“Nησί,
αβασίλευτη στο πέλαο δόξα,
ω ριζωμένο
στο πολύβοο διάστημα,
και στου Oμήρου το στίχο
λουσμένο,
βυθισμένο στον ύμνο!
Δάσο όλο δρυ στην κορφή σου,
σιδερόχορδη ανάβρα
που αχνίσαν τα σπλάχνα μου απάνω
ολοκαύτωμα θείο,
και η άκρη σου τρέμει σα φύλλο,
μέσα βροντάει ο Λευκάτας,
μαζώνεται η μπόρα,
ξεσπάει μες στο θείον ελαιώνα,
τρικυμίζει το πέλαο,
νησί μου·
άλλη θροφή από τη θροφή μου
δε θα βρω,
απ’ την ψυχή μου άλλη ψυχή,
άλλο κορμί από το κορμί μου.
Aλλού οι ναοί κι αλλού οι θεοί.
Mου αστράφτει γύρω των ηρώων η μοίρα.
Tη μοναξιά στη δύναμή μου υπόταξες.
Tης γλαυκομάτας η έγνοια μού είναι κλήρα!
Tου νου το νόμο στα βουνά,
στον κάμπο, ολούθε βρήκες.
Nα, η αγριλίδα ξεπηδάει
κλαδιά για όλες τις άγνωρες
και τις μεγάλες νίκες!”
ΑΓΓΕΛΟΣ ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΣ( 1884 – 1951)
————————-
ΛΕΥΚΑΔΑ
Nησάκι μου ομορφο
μικρό νησί μου
η θύμηση μου
ειναι σε σέ.
Μεγάλη αγάπη μου
μικρή πατρίδα
ζω την ελπίδα
να ξαναρθώ.
Παιδι να παιξω
κατω απ’ τσ’ ελιες σου
τσ΄ ακρογιαλιες σου
και στο βουνό
Να πάου στο κάστρο σου,
να πάου στου Πάλλα
να παίξω μπάλα
μ’ αλλα παιδιά
Και στου Πουλιου
και στη ντουγάνα
να δω τη μανα
και το παιδί
Να πάου στο ψαρεμα
με πριαράκι
με το καμάκι
και με τονιά
Ν΄ακούσω ομορφη
παλιά κανταδα
να πάω βαρκάδα
στα ανοιχτά.
Και στη γωνιά
χειμώνα βράδυ
ν’αχω το λάδι
απ τη φωτιά
Να σκάν τα κάρβουνα
πάνω στο τζάκι
να πιω κρασάκι
γλυκό κι’ αδρυ
Ν’ ακουω βροχη
πάνω στα τζάμια
χιόνια ποτάμια
με το βοριά.
Μικρή Λευκάδα μου
αντρογεννήτρα
φιλοξενήτρα
και στοργική.
Κι εσυ προστάτρα μου
αγαπημένη
Φανερωμένη
κάμε να’ ρθώ
Τωρα που βρισκομαι
στα μαύρα ξένα,
μακριά απο σένα
σ’ εχω στο νού.
Να δω το ειναι σου
μεσ’ τη λιακάδα
γλυκειά Λευκάδα
και να χαθώ
Και βαρτζαμί
να φάου σταφύλι
να δω τ’ Απριλη
το δειλινό.
Να ιδώ καυγά
στην Αγια Κάρα,
να ιδω τα κάρα
στη γειτονιά.
Μ΄εξω το στήθος της
να το βυζαίνει
κι΄ευτυχισμένη
να τραγουδεί.
Ν’ ανακατέψει
το μαιστράλι
και να μου ψάλλει
μεσ΄’ στα μαλλιά.
Να κόψω βότανα
κι αγρια λουλούδια
να πώ τραγούδια
νοσταλγικά.
Να φάου λάχανα
ζεστή μαρίδα
να φάου γαρίδα
λαχταριστή.
Να ψησω κάστανα
κουκιά, ρεβύθια
και παραμύθια
να λέω παλιά.
Δέντρα να σκούζουνε
και νυχτοπούλια
να δω την πούλια
μεσ’ στα κλαριά
Εσε που γέννησες
τους ποιητάδες
και δουλευτάδες
εχεις παντού,
πόσο σ’΄αγαπησα
κάμε το θ’αμα
κι εγω το τάμα
δεν το ξεχνώ.
Βασιλης Σιδερης (1913-1953)
——————————————————–
ΛΕΥΚΑΔΑ
Παραδομένη ολοχρονίς στ΄ουρανού τις τύψεις
Στο δάκρυ του Γαρμπή και στο Νοτιά π’΄αχνίζει
Ανατέλλει πίσω απο κάθε καμπή αισθήματος
Αυτή
Της Νοσταλγίας μας η λυδία λίθος
Γραμμένη μ ΄ασβεστόλιθο και κυπαρίσι
Με περδικολαλήματα μ’΄αφρούς και μ΄ακρωτήρια
Με τρεχαντήρια κόκκινα στους πόθους του πελάγους
Με τις τεράστιες συλλαβές του αισθήματος
Με σύννεφα βαριά και με κλωνάρια του ήλιου
Σκαρφαλωμένη στα κύματα χαμένη στους ανέμους
Του Ιονίου Ωραία
Λευκάδα
Καμίνι του ήλιου.
Γερμένη στο πλευρό του Μαϊστρου
Ερωτεύεται τα καλοκαίρια
Με περίσσιο άσπρο στους κόρφους της
Με χρυσοδέλφινα και μ΄αγριοπεριστερα
Μ΄αγράμπελες
Και τ΄αρωμα το επαναστατημένο της ρίγανης
Γερμένη κάτω απ΄τις ελιές
Δυο πιθαμές πάνω απο τη διαφάνεια των νερών
Οπου το μάτι βλέπει μόνο τον πόθο
Και μετά ξανά τον πόθο
Ερωτεύεται τα καλοκαίρια
Λευκάδα
Πέτρα στου Ερωτα το δαχτυλίδι
Γραμμένη στο Πνεύμα γραμμενη στην ποίηση
Γραμμένη στο Θρύλο γραμμένη με χρώματα
Γραμμένη μ΄ασβεστολιθο και κυπαρρίσσι….
Κώστας Μαμαλούκας (1954-2006)
—————————————————————————-
ΛΕΥΚΑΔΑ
Ω, Σύ παραπόδας Ενετού ανόγραμμα της Σικελίας Μέτωπο
Λευκάδα κλαδωτή από πολυελαίους φωτοσκιάσεων.
Σου έφερα τον ωκεανογράφο του ορίζοντα
να αστραπογράψει μυριόηχος ο Νομοπλάστης.
Να η όαση του κάμπου Σου στη δίψα της ερήμου.
Να οι προτομές που χειροτόνησαν οι ίσκιοι Σου.
Εσύ Βυζαντίου ανάγνωσμα, ορθοπτέρυγου Φανερωμένης.
Το κάποτε της ζωής μου το ζωηφόρο σώσμα.
Πόσων γενιών πατήματα εφώλιασαν στις σκέπες Σου.
Ζευγολάτης εφύτευσε αντρότητες στις πόρτες Σου Νησί,
γιατί του αγαπώ μαζί γεννήθηκαν οι χρόνοι απ’ το δρόμο Σου
ηρωθεόρατος Οδυσσεολόγος είσαι γενέτειρα μου.
Απαλός αγέρας Ιόνιος στο κάθισμα της μάνας
πριν γεννηθεί το σήμερα εβύζαξε ο κόρφος Σου
να σκάψει τη λιθιά γονατισμένη στο ντύσιμο του Φάρου
Μέσα στα πλοία του αντίλαλου πολύχρωμες σημαίες.
Βωμός απ’ το Λευκάτα η στεριά νίβει τα μνημεία,
Ο θρόνος της Σαπφούς στην άβυσσο του γαλάζιου.
Η γέννα σου το Κάστρο και η μήτρα σου τα ύψη.
Η σταυρωμένη πέτρα του αετού πίνακας του νου μου.
ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΛΑΜΟΝΤΕ (1911-1998).
—————————————————-
ΟΣΟ ΚΙ ΑΝ ΦΕΥΓΩ
Toν μαίστρο
θα προστάξω
το Μαγιάπριλο
θαρθώ,
τη ψυχή μου
να πετάξω,
στην Ελάτη
αετό.
Να ζητήσω
στο μελτέμι
να με φέρει
στο Νυδρί,
να πετάξω
σαν το γλάρο
Μεγανήσι,
Μαδουρή.
Να λυγίσω
σαν το πεύκο
σαν αλήτισσα ιτια,
στού Πουλιού
το τριανέμι
να κοιτάξω
τη Κυρα.
Οσο κι΄αν φεύγω
σε ζητώ
στο Ιβάρι
δειλινό
ενα βότσαλο
στο Πόρο
στη ζωή μου
είσαι δώρο,
πλατάνι
στη Καρυα,
πηγάδι
στο Φρυά.
Οσο κι αν φεύγω
είμαι εδώ,
ένας γλάρος
στο Βλυχό,
στους Σκάρους
κυπαρίσσι,
στο Κάβαλο
μελίσσι,
κρινάκι στην ακτή
μια στροφή
στην Εγκλουβή,
ένας φάρος
στο Λευκάτα
προσευχή
στα Λαζαράτα,
μια αυλή
στο Σπαρτοχωρι,
‘ μυγδαλιά
στο Σπανοχωρι,
ενα δίχτυ
στη ντουγάνα
καλοκαίρι
στη Νικιάνα.
Λευκάδα μάνα
του πόθου σήμα.
πευκοβελόνα
στη Νηρά.
Λευκάδα μάνα
παραμάνα
στο πανωφόρι
τη χειμωνιά.
Λευκάδα κόρη
γλάρος
στην πλώρη,
στο ξεροβόρι
μια αγκαλιά
Λευκάδα πόνος
γυρίζω μόνος
με μιά κιθάρα
στην αμμουδιά.
ΗΛΙΑΣ Π. ΓΕΩΡΓΑΚΗΣ
ΛΕΥΚΑΔΑ ΜΑΓΙΣΣΑ
Ντυμένο
ονειρο
στο μπλέ,
ψυχής
ακροθαλάσσι,
μια νύχτα
δεν θα φθάσει
για να
σ΄ονειρευτώ,
να τρέξω στα
καντούνια σου,
στις κάτασπρες
αυλες σου
και τις
ομορφιές σου
να κάνω
φυλακτό.
Λευκάδα
μάγισσα
τα
χρόνια
χάλασα
στη ξενιτειά.
μα σε
νοστάλγησα,
κύματα
ναύλωσα
νάρθω κοντά
Να φύγω με
μονόξυλο
στα κύμματα
του Κάστρου
και στην τροχιά
του αστρου
να σε συναντώ,
να πλέξω
με αγιοκλιμα
μνήμες
να σου στείλω
και στης
Κυράς
το μύρο
να σωθώ.
Λευκάδα
μαγισσα
φεγγάρια
δάνεισα
για να
σε δω,
Λευκάδα
μαγισσα
τσιγάρα
μάζεψα
για το
φευγιό.
TAΞΙΔΙ ΣΤΗ ΛΕΥΚΑΔΑ
Λένε πως θα σε μαγέψει
την καρδιά σου θα την κλέψει
δεν μπορείς ν΄αντισταθείς
έλα και μην καρτερείς.
Της βαρκούλας το πανί
θα μας πάει Μαδουρή,
φεγγαράδα στο Βλυχό
πάμε Κάλαμο, Καστό.
Στο Νυδρί και στα Χορτάτα
βαρτζαμι στα Λαζαράτα
Πόρος, Συβρος, Βουρνικα
Κάθισμα για μια βουτιά.
*Τα τοπία στη Λευκάδα
δεν υπάρχουν στην Ελλάδα
Της Λευκάδας τα τοπία
του Θεού η ευλογία.
Τ΄Αη Γιανιού τα δειλινά
δεν θα βρίσκεις πουθενά
η Κυρά Φανερωμένη
στην καρδιά σου ριζωμένη.
Στα πλατάνια της Καρυάς
και στα βράχια της Νηράς
βόλτα στη Βασιλική
Μεγανήσι, Εγκλουβή.
Θα σε πιάσει απ΄το χέρι
μεθυσμένο καλοκαίρι
θα σου δείξει μυστικά
φρέσκο ψάρι στη Λυγιά.
*Της Λευκάδας τα τοπία
ειναι ποίημα, μαγεία.
Τα τοπία στη Λευκάδα
ομορφαίνουν την Ελλάδα.
————————————
Χρυσαφένιες αμμουδιές
και απάτητες κορφές
τα νερά της άλλο μπλέ
που δεν ειναι είδατε ποτέ.
Το γλυκό το μαϊστράλι
θα μας βγάλει Περιγιάλι
μία στάση στη Νικιάνα
πυροφάνια στη ντουγάνα.
Έγινε στο κύμα δίκη
δια βοής Πόρτο Κατσίκι
πεύκα, ρείκια και θυμάρι
κορμοράνοι στο Ιβάρι.
*Τα τοπία στη Λευκάδα
δεν υπάρχουν στην Ελλάδα
Της Λευκάδας τα τοπία
του Θεού η ευλογία.
Μια βραδιά στον Αι Νικήτα
οτι θα ποθήσεις ζήτα.
Εγκρεμνοί και Αγιοφίλι
Γύρα, Κάστρο να κι΄οι Μύλοι.
Με κιθάρες και καντάδες
στα καντούνια οι κυράδες
Καλαμίτσι και Δρυμώνας
δεν υπάρχει εδω χειμώνας.
Καταπράσινο νησί
στεναγμός του ποιητή
οταν ερθεις θα ενδώσεις
και με στίχους θα πληρώσεις.
*Της Λευκάδας τα τοπία
ειναι ποίημα, μαγεία.
Τα τοπια στη Λευκάδα
ομορφαίνουν την Ελλάδα.
ΗΛΙΑΣ Π. ΓΕΩΡΓΑΚΗΣ
http://www.elgeorgakis.blogspot.com/
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου