Η ΕΠΙΧΕΙΡΗΘΕΙΣΑ ΑΠΟ ΤΟ 1999 ΠΡΟΣΒΟΛΗ ΤΗΣ ΟΜΟΛΟΓΙΑΣ ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΝΟΘΕΥΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΔΙΑΔΟΧΗΣ ΤΗΣ ΓΝΗΣΙΑΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

Η ΑΠΟ ΤΟ 1999 ΕΠΙΧΕΙΡΗΘΕΙΣΑ ΠΡΟΣΒΟΛΗ ΤΗΣ ΟΜΟΛΟΓΙΑΣ ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΓΝΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΟΘΕΥΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΔΙΑΔΟΧΗΣ ΤΗΣ ΑΚΑΙΝΟΤΟΜΗΤΟΥ ΓΝΗΣΙΑΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ, ΟΠΩΣ ΠΕΡΙΓΡΑΦΕΤΑΙ ΕΙΣ ΤΟ ΕΝ ΕΤΕΙ 2008 ΣΥΝΤΑΓΕΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΤΑΤΙΚΟΝ ΤΟΥ «ΙΕΡΟΥ ΦΙΛΑΝΘΡΩΠΙΚΟΥ ΣΥΝΔΕΣΜΟΥ ΚΛΗΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΝΟΡΙΤΩΝ ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠ. ΝΑΟΥ ΑΓΙΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΑΧΑΡΝΩΝ»
(ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΕΝ ΕΤΕΙ 2008 ΣΥΝΤΑΓΕΝ ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟΝ ΤΟΥ «ΙΕΡΟΥ ΦΙΛΑΝΘΡΩΠΙΚΟΥ ΣΥΝΔΕΣΜΟΥ ΚΛΗΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΝΟΡΙΤΩΝ ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠ. ΝΑΟΥ ΑΓΙΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΑΧΑΡΝΩΝ»)
«…. Δυστυχῶς ἀπό τοῦ τοῦ 1998 ἤρξατο ἐκδηλουμένη μεταξύ τῶν Ἀρχιερέων μία διάστασις ἐκκλησιαολογικῆς φύσεως, ἡ ὁποία ἦτο συνέχεια τῆς προηγηθείσης 1990-95, ἡ ὁποία ὡδήγησε εἰς τήν σχισματοαίρειν τῶν πέντε πρώην Μητροπολιτῶν. Ἡ ὅλη ἐκκλησιαστική κατάστασις ὅπως αὕτη διεμορφώθη μετά τό κατά τό 1995 σχίσμα τῶν ἐν λόγω πέντε πρώην Μητροπολιτῶν (σήμερον Γρηγοριανῶν) καί ἐν συνεχεία μέ τό κατά τό 2005 ἐπισυμβάν νέον σχίσμα ὑπό τῶν περί τόν πρώην Πειραιῶς Νικόλαον ‘Αρχιερέων, προκύπτει ἀνάγλυφος ἐξ’ ἐπισήμων ἐκκλησιαστικῶν ἐγγράφων.
Ὑπό τῶν ἤδη πεπτωκότων Ἀρχιερέων πρώην Πειραιῶς Νικολάου, πρώην ‘Αργολίδος Παχωμίου, πρώην Διαυλείας Ἀνδρέου καί πρώην Φιλίππων Χρυσοστόμου, συνεπικουρουμένων καί ὑπό ἄλλων, ἐπεχειρήθη ὠργανωμένη (ληστρική) ἐπίθεσις κατά τῆς Ἐκκλησίας, ἤτοι ἐπεδιώχθη ἡ προσβολή τῆς Ὁμολογίας τῆς Πίστεως καί τῆς γνησίας καί ἀνοθεύτου Ἀποστολικῆς Διαδοχῆς, ἀλλ’ αὕτη ἀντιμετωπίσθη Τά σχετικά ἐπίσημα ἔγγραφα εἶναι καταχωρημένα εἰς τό ἐπίσημον δημοσιογραφικόν ὄργανον τῆς Μητροπόλεως Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς τῆς Γνησίας ‘Ορθοδόξου Ἐκκλησίας, «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΠΝΟΗ». Ἡ προσβολή αὕτη ἐπεχειρήθη διά τῆς μετά τριάκοντα καί πλέον ἔτη ὑπαναχωρήσεώς των εἰς τό θέμα τῆς χειροθεσίας ὑπό τῶν Ρώσων τῆς Διασπορᾶς ἐπί τῶν ‘Επισκόπων Καλλίστου καί ‘Επιφανίου ἐν ἔτει 1971, τήν ὁποίαν ἐνεφάνιζον ὡς γενομένην δεκτήν ὑφ’ ὅλων τῶν Ἀρχιερέων καί δή ὡς ἐπί σχισματικῶν. Τοῦτο ἀποτελεῖ πτῶσιν, διότι ἀνεξαρτήτως τί ἀπεφάσισαν οἱ Ρῶσοι τό 1971 καί τί ἔγινεν εἰς ‘Αμερικήν τήν 17 καί 18 Σεπτεμβρίου τοῦ1971, εἰς τήν Ἑλλάδα, ὅπως προκύπτει ἀπό ἐπίσημα στοιχεῖα, οὐδέποτε ἀπεδέχθη τοιαύτην χειροθεσίαν, ἀλλά μίαν συγχωρητικήν εὐχήν, ὅπως παρουσίασεν ἡ ἐπιστρέψασα Ἱεραρχία τήν λεγομένην χειροθεσίαν.
Εἰς αὐτήν τήν ὑπαναχώρησιν ἀντέδρασαν οἱ Μητροπολῖται Κήρυκος καί Πανάρετος, καί ἄλλοι, διότι διεῖδον διό καί ἀπεκάλυψαν, ὅτι αὐτή ἡ ὑπαναχώρησις εἶναι μέσα εἰς τά πλαίσια τῶν σχεδίων τοῦ παλαιοημερολογιτικοῦ οἰκουμενισμοῦ, διά τόν ἀφανισμόν τῆς ἀκαινοτομήτου γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, διότι ἐπίστευον καί πιστεύουν ὅτι ἔτσι «θά λυθῆ» τό παλαιοημερολογιτικόν.
Ἀναφέρομεν ἐνδεικτικῶς τινά τῶν ὁμολογιακῶν κειμένων καί ἤδη ἱστορικῶν ἐγγράφων, τά ὁποῖα ἀπέστειλεν ὁ Μητροπολίτης Κήρυκος, πρός τούς ἀνωτέρω Ἀρχιερεῖς, δι’ ὧν διαχωρίζει τήν θέσιν του καί διακόπτει πᾶσαν ἐκκλησιαστικήν κοινωνίαν μετ’ αὐτῶν, διαγράφει δέ τά ὀνόματα αὐτῶν ἐκ τῶν Διπτύχων τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἤτοι τούς ἀποκηρύττει, μέ ὅλας τάς συνεπείας δι’ αὐτούς καί ἐπί τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ καί ἐπί τοῦ νομικοῦ πεδίου: α) Ὑπ’ ἀριθμ. 223/21.11.2001, β) Ὑπ’ ἀριθμ. 357/14.5.2004 («Ὁμολογία ‘Ορθοδόξου Πίστεως»), γ) Ὑπ’ ἀριθμ. 360/14.7.2004, δ) Ὑπ’ ἀριθμ. 363/16.9.2004, ε) Ὑπ’ ἀριθμ. 364/30.9.2004, ζ) Ὑπ’ ἀριθμ. 369/20.10.2004, η) Ὑπ’ ἀριθμ. 378/18.2.2005, θ) Ὑπ’ ἀριθμ. 384/12.5.2005, ι) Ὑπ’ ἀριθμ. 385/14.5.2005 ια) Ὑπ’ ἀριθμ. 390/16.6.2005 (‘Αποκηρυκτικόν) γ) Ὑπ’ ἀριθμ. 390/16.6.2005 (Ἀποκηρυκτικόν).
Ἐπελέξαμεν τά ἔγγραφα ταῦτα, διότι εἶναι χαρακτηριστικά, καθόσον ἐξ αὐτῶν προκύπτει διαπιστωτικῶς ἡ φύσις καί οὐσίᾳ τοῦ ἀπό 26.6.2005 νέου σχίσματος ἐκκλησιολογικῆς καί δογματικῆς φύσεως, τό ὁποῖον συνίσταται εἰς τήν «λόγοις καί ἔργοις» ἔκπτωσιν εἰς θέματα Πίστεως καί Κανονικῆς Τάξεως τῶν ἀνωτέρω ἀναφερομένων Ἀρχιερέων, καί παρέκκλισιν ἀπό τήν Ὁμολογίαν - Ἐκκλησιολογίαν τῆς ἀκαινοτομήτου Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Τοῦτο ἀφαιρεῖ ἀπό αὐτούς τήν ἐκκλησιαστικήν ἁρμοδιότητα καί διοικητικήν ἐπέμβασιν ἀπό τούς Ναούς - Ἐνορίας, οἱ ἐνορῖτες τῶν ὁποίων προκειμένου νά παραμείνουν γνήσια μέλη τῆς ἀκαινοτομήτου Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, τούς ἀπεκήρυξαν διά λόγους Πίστεως καί Ὁμολογίας καί διέκοψαν πᾶσαν εκκλησιαστικήν κοινωνίαν μετ’ αὐτῶν, ὡς σχισματικῶν.
Ἡ διάστασις αὐτή εἶχε τάς συνεπείας της καί εἰς τήν λειτουργίαν τοῦ «ΙΕΡΟΥ ΦΙΛΑΝΘΡΩΠΙΚΟΥ ΣΥΝΔΕΣΜΟΥ ΚΛΗΡΙΚΩΝ» τό ὁποῖον οὐσιαστικά ἦτο ὁ νομικός φορέας τῆς γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ὅπως κατηγγέλθη κατά τόν πλέον κατηγορηματικόν τρόπον, μέ τήν ἀπό 15 Σεπτεμβρίου 2006 Ἀπόφασιν τῆς Μητροπολιτικῆς Ἱερᾶς Συνόδου, ἀπό τοῦ 1999 ἤρχισε νά ὑπολειτουργεῖ, νά ἐκτρέπεται ἐκ τοῦ Καταστατικοῦ, καί αἱ συγκλήσεις τῶν «Δ.Σ.» καί Γ.Σ.» καί αἱ ἀποφάσεις των κατηγγέλθησαν πολλαπλῶς ΑΚΥΡΟΙ, ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΑΙ καί ΠΑΡΑΝΟΜΟΙ, καί ἀπό τοῦ 1999-2000 δέν ἀνταποκρίνεται ο Ιερος Φιλανθρωπικος Συνδεσμος εἰς τούς σκοπούς δι' οὕς οὗτος ἱδρύθη, ἐξ ὧν πρῶτος ἡ διασφάλισις τῆς ΟΜΟΛΟΓΙΑΣ — ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑΣ καί τῆς ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΔΙΑΔΟΧΗΣ καί δεύτερος ἡ διασφάλισις τῶν εἰς τήν Γνησίαν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν ὑπαγομένων ἱερῶν Ναῶν ὡς καί ἡ ἐν γένει Φιλανθρωπία». Τό γεγονός, ὅτι ὁ Ι.Φ.Σ.Κ.Α.Ε.Ε. ἐτέθη εἰς τήν ὑπηρεσίαν τοῦ Παλαιοημερολογιτικοῦ Οἰκουμενισμοῦ, κατηγέλθη καί ἐφ’ ὅσον δέν ὑπῆρξε διόρθωσις ΚΑΤΕΔΙΚΑΣΘΗ ὑπό τῶν πρώτων ἐκείνων καί βασικῶν ἱδρυτικῶν του μελῶν, τά ὁποῖα παρέμεινον ἑδραῖα καί ἀμετακίνητα εἰς τάς ἀρχάς τῆς Ὀρθοδοξίας, κατήγγειλαν δέ τήν ἐκτροπήν καί διεφύλαξαν τό κῦρος τοῦ Ι.Φ.Σ.Κ.Α.Ε., τά ὁποῖα πλέον εἶναι τά μόνα τά ὁποῖα ἔχουν χρέος νά κινήσουν πᾶσαν Κανονικήν, Νόμιμον καί κατά τό Καταστατικόν διαδικασίαν, διά νά ἐπανέλθη οὗτος εἰς τήν καταστατικήν του τροχιάν, ἐπαναλειτουργήση καί συνεχίση τήν διακοπεῖσαν ἀπό τό 1999, ΚΑΝΟΝΙΚΗΝ καί ΝΟΜΙΜΟΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΝ ΔΙΑΚΟΝΙΑΝ ΤΟΥ, ὡς προβλέπεται ὑπό τῶν ἄρθρων 2, 8 καί 24 αὐτοῦ». Ἡ δημιουργία τοῦ παρόντος νομικοῦ προσώπου κεῖται ἐντός τῶν πλαισίων αὐτῶν.
Ἕνα σοβαρόν θέμα τό ὁποῖον σχετίζεται μέ τήν πορειαν τοῦ «ΙΕΡΟΥ ΦΙΛΑΝΘΡΩΠΙΚΟΥ ΣΥΝΔΕΣΜΟΥ» εἶναι καί ἡ «ΙΕΡΟΣΥΛΟΣ», ὡς ἐχαρακτηρίσθη ὑπό τῆς Μητροπολιτικῆς Συνόδου τοῦ 2006 «ΠΑΡΑΙΤΗΣΙΣ» τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀνδρέου, τοῦ καί ἰσοβίου Προέδρου τοῦ «ΙΕΡΟΥ ΦΙΛΑΝΘΡΩΠΙΚΟΥ ΣΥΝΔΕΣΜΟΥ», καί ἡ ἐν συνεχείᾳ παράνομος καί ἐκτός πάσης Κανονικῆς Ἐκλησιαστικῆς τάξεως, ἀνάδειξις τοῦ ἀπό Πειραιῶς Νικολάου εἰς ψευδαρχιεπίσκοπον Ἀθηνῶν. Αἱ ἐνέργειαι αὗται ὡς πράξεις ἀντιεκκλησιαστικαί, στρεφόμεναι κατά τῆς Ὁμολογίας καί Ἐκκλησιολογίας τῆς Ἀκαινοτομήτου Ἐκκλησίας, καί ἐπομένως καί ἀντικαταστατικαί, ἐξέβαλον τούτους τοῦ ΙΦΣΚΑΕΓΟΧ, ὁ ὁποῖος, ἐπαναλαμβάνομεν, ἱδρύθη μέ τήν προϋπόθεσιν ἅπαντα τά μέλη νά παραμένουν ἐπί τῶν βασικῶν ἀρχῶν τῆς ἀκαινοτομήτου Ἐκκλησίας, ἤτοι τήν ἀκριβή Ὁμολογίαν καί τήν ἀδιάκοπον καί ἀνόθευτον Ἀποστολικήν Διαδοχήν.
Μέσα εἰς τά ἴδια πλαίσια (σχέδια ξένων Κέντρων διά τήν ἐπιβολήν τοῦ παλαιοημερολογιτικοῦ Οἰκουμενισμοῦ) ἐντάσσεται καί ἡ ἀπό 16.11.2002 καταγγελεθεῖσα συνωμοσία — φατρία τῶν τότε ᾽Αρχιεπισκόπου ᾽Αθηνῶν ᾽Ανδρέου καί Πειραιῶς Νικολάου, κατά τοῦ Μητροπολίτου Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς Κηρύκου, δι' ἡς συνεφώνησαν καί συναπεφάσισαν τήν ἐκδίωξίν του ἐκ τοῦ ῾Ιεροῦ Ναοῦ ῾Αγίου Δημητρίου ᾽Αχαρνῶν καί τήν κατάληψιν αὐτοῦ ὑπό τῶν ἰδίων. Τήν συνωμοσίαν ταύτην ἐπεχείρησαν εἰς τά πλαίσια τοῦ σχεδίου των, περί ὑφαρπαγῆς ὅλων τῶν Ναῶν, ἵνα οἱ ᾽Ορθόδοξοι οὐδαμοῦ ἐν ᾽Αθήναις ἔχουν ῾Ιερόν Ναόν, διά νά ἀσκοῦν τά τῆς λατρείας των, μιμούμενοι καί εἰς τοῦτο τούς ἀνά τούς αἰῶνας αἱρετικούς. Ἡ Μητροπολιτική Σύνοδος τοῦ 2006 κατεδίκασε τήν κατά Νοέμβριον τοῦ 2002 ἀνεπιτυχῆ ταύτην προσπάθειάν των ἐκδιώξεως ἐκ τοῦ ῾1. Ν. ῾Αγίου Δημητρίου τοῦ Μητροπολίτου Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς Κηρύκου καί παραδόσεως τοῦ Ναοῦ εἰς τά ὄργανα τοῦ παλαιοημερολογιτικοῦ Οἰκουμενισμοῦ. («Ο.Π.» Τόμος 2002 σελ. 461-494 καί «Ο.Π.» Τόμος 2004 σελ. 15-39 καί 101-114).
Ὑπό τῆς ἰδίας Μητροπολιτικῆς Συνόδου τοῦ Σεπτεμβρίου τοῦ 2006 κατεδικάσθη καί τό γεγονός ὅτι οἱ περί τόν ψευδαρχιεπίσκοπον πλέον Νικόλαον ἐμφανίζονται ὡς τό νόμιμον Διοικητικόν Συμβούλιον τοῦ ΙΦΚΑΕΓΟΧ, τό ὁποῖον ὅμως πολλάκις κατηγγέλθη ὑπό ‘Αρχιερέων καί Ἱερεων, ἀλλά καί ὑπό τῆς Γενικῆς Συνελεύσεως τῶν Ἐνοριτῶν τοῦ Ἱεροῦ Ἁγίου Δημητρίου ‘Αχαρνῶν ὡς παράνομον, καί ἀπεφασίσθη, ὅπως ἀναγνωρίζονται ὡς τό Κανονικόν Διοικητικόν Συμβούλιον οἱ ἐκ τῶν Ἱδρυτικῶν μελῶν τοῦ «ΙΕΡΟΥ ΦΙΛΑΝΘΡΩΠΙΚΟΥ ΣΥΝΔΕΣΜΟΥ» ἐναπομείναντες εἰς τήν ἀκαινοτόμητον Ἐκκλησίαν, ἤτοι οἱ: α) Μητροπολίτης Κήρυκος (κατά κόσμον Μηνᾶς Κοντογιάννης), β) Ἱερομόναχος Ἀμφιλόχιος (κατά κόσμον Ἀπόστολος Ταμπουρᾶς), γ) Ἱερεύς Θωμᾶς Κοντογιάννης καί δ) Θεολόγος Ἐλευθέριος Γκουτζίδης. Ἐπίσης οἱ ἴδιοι ἀναγνωρίζονται ὡς οἱ μόνοι πληροῦντες τάς προϋποθέσεις νά ἐκπροσωποῦν καί νά λαμβάνουν ἀποφάσεις διά τήν πορείαν τοῦ ἐν ἔτει 1981 ἱδρυθέντος «ΙΕΡΟΥ ΦΙΛΑΝΘΡΩΠΙΚΟΥ ΣΥΝΔΕΣΜΟΥ ΚΛΗΡΙΚΩΝ ΑΚΑΙΝΟΤΟΜΗΤΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΜΑΤΘΑΙΟΣ Ο Α», (τοῦ Καταστατικοῦ αὐτοῦ τροποποιηθέντος τό 1985), τῶν λοιπῶν ἱδρυτικῶν μελῶν διαγραφέντων ὡς περιπεσόντων εἰς τό σχίσμα τοῦ 1995, τῶν λοιπῶν μή δυναμένων νά ἐκπροσωποῦν τόν Σύνδεσμον ὡς δεχθέντων ὡς Πρόεδρον αὐτοῦ τόν εἰς τήν σχισματοαίρεσιν τοῦ 2005 περιπεσόντα πρώην Πειραιῶς Νικόλαον}».
Ακριβες αντιγραφον
(εκ του Καταστατικου του 2008 σημερον 19ην Μαιου 2024)
+ Ο Μεσογαίας Λαυρεωτικης και Αχαρνων Κηρυκος

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΟΙ ΣΑΡΑΝΤΑ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΜΑΡΤΥΡΕΣ

ΚΑΘΑΙΡΕΣΙΣ ΝΙΚΟΛΑΙΤΩΝ ΥΠΟ ΤΗΣ ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΣΥΝΟΔΟΥ

ΟΙ ΡΩΣΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΣΠΟΡΑΣ ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΑΠΕΔΕΧΘΗΣΑΝ ΤΗΝ ΟΜΟΛΟΓΙΑΝ ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑΝ ΜΑΣ