ΔΙΑΤΙ ΔΙΕΚΟΨΑΜΕΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑΝ ΜΕΤΑ ΤΩΝ ΝΙΚΟΛΑΙΤΩΝ

+ Ο ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ ΚΑΙ ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ ΚΗΡΥΚΟΣ ΤΗΣ ΓΝΗΣΙΑΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Δ/ΝΣΙΣ: ΕΠΙΣΚΟΠΕΙΟΝ ΑΓΙΑΣ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗΣ ΣΤΡΟΓΓΥΛΗ ΚΟΡΩΠΙ Τ.Κ.19400 Τ.Θ. 54 ΤΗΛ. 210.6020176, 210.2466057 Α.Π. Ε/61 Ἐν Κορωπίω Ἀπρίλιος 2008 (Ε.Η.) ΗΡΩΤΗΘΗΜΕΝ ΚΑΙ ΑΠΑΝΤΩΜΕΝ ΔΙΑΤΙ ΔΙΕΚΟΨΑΜΕΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑΝ ΜΕΤΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙ ΤΟΝ «ΠΕΙΡΑΙΩΣ» κ. ΝΙΚΟΛΑΟΝ ΦΑΤΡΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΙΑ Η ΓΝΩΜΗ ΜΑΣ ΔΙΑ ΤΗΝ ΕΓΚΥΚΛΙΟΝ ΤΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΠΕΡΙ ΚΑΤΑΔΙΚΗΣ ΤΗΣ ΧΕΙΡΟΘΕΣΙΑΣ Ἀγαπητέ μοι πάτερ, χαῖρε ἐν Κυρίω. Εἰς ἀπάντησιν ἐπί σχετικοῦ ἐρωτήματός σας, σᾶς γνωρίζομεν ἐν πολλῆ συντομία τούς λόγους διά τούς ὁποίους τήν 16.6.2005 ΔΙΕΚΟΨΑΜΕΝ ΠΑΣΑΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑΝ» μετά τῆς περί τόν ψευδοαρχιεπίσκοπον «Πειραιῶς» κ. Νικόλαον φατρίας καί διεγράψαμεν τά ὀνόματα αὐτοῦ καί τῶν περί αὐτόν Ἐπισκόπων ἀπό τά Δίπτυχα τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, καί «ΠΟΙΑ Η ΓΝΩΜΗ ΜΑΣ ΔΙΑ ΤΗΝ ΕΓΚΥΚΛΙΟΝ ΤΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΔΙ’ ΗΣ ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ ΤΗΝ ΧΕΙΡΟΘΕΣΙΑΝ ΤΟΥ 1971». Α΄ Ὡς γνωστόν, τόν Σεπτέμβριο τοῦ 1971, ὅταν ἡ τριμελής Ἐξαρχία (Κορινθίας Κάλλιστος, Κιτίου Ἐπιφάνιος καί Πρωθιερεύς Εὐγένιος Τόμπρος) ἐπέστρεψεν ἐξ’ Ἀμερικῆς, ὅπου μετέβη χάριν τῆς Ἱεραποστολῆς, ὅπως ἀποδεικνύουν τά ὑπάρχοντα ἔγγραφα, καί διά νά ἔλθουν εἰς συζήτησιν καί ἐπικοινωνίαν μετά τῆς Ρωσικῆς ἐν Διασπορᾶ Συνόδου, ΩΜΟΛΟΓΗΣΕΝ «ἐν Ἐπιτραχηλίῳ καί ὠμοφορίῳ», ὅτι οὐδεμία χειροθεσία ἐγένετο ἀπό τούς Ρώσους τῆς Διασπορᾶς τοῦ Μητροπολίτου Φιλαρέτου ἐπί τῶν Ἀρχιερέων Καλλίστου καί Ἐπιφανίου, καί ὅτι ἐγένετο ἁπλῶς μία ἐξωτερική τυπική πράξις, (συγχωρητική εὐχή), ἀφοῦ προηγουμένως ἡ Ρωσική Σύνοδος ἀπεδέχθη τήν Ὁμολογίαν – Ἐκκλησιολογίαν τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ἐδήλωσαν δέ ὅτι εἰς αὐτήν τήν ἐξωτερικήν τυπικήν πράξιν οἱ Ρῶσοι τῆς Διασπορᾶς προέβησαν κατ’ οἰκονομίαν, διά νά ἀφαιρέσουν ἀπό τούς Φλωρινικούς τήν πρόφασίν των (ἤτοι τό «ὑφ’ ἑνός» διά τήν μή ἐπιστροφήν των εἰς τήν Ἐκκλησίαν. Αὐτήν τήν ἐξωτερικήν τυπικήν πρᾶξιν ἐδέχθησαν οἱ Ἀρχιερεῖς τῆς Ἐξαρχίας. Μέχρις ὅτου δημοσιευθῆ ὑπό τῶν Φλωρινικῶν εἰς τά «Χαρμόσυνα μηνύματα» (ὑπό τοῦ μον. Βίκτωρος) καί εἰς τόν «Κήρυκα Ἐκκλησίας Ὀρθοδόξων» (ὑπό τοῦ Πρωθιερέως Εὐγενίου Τόμπρου), εἰς τούς ἐν Ἑλλάδι Ἀρχιερεῖς καί Ἱερεῖς, ἡ ἀντιφατική ἀπόφασις τῶν Ρώσων τῆς Διασπορᾶς, εἰς τήν ὁποίαν ἀνεφέρετο καί ὁ Η΄ Κανών τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ἦτο παντελῶς ἄγνωστος, δεδομένου ὅτι ἡ Ἐξαρχία διά τούς ἰδικούς της λόγους τήν ἀπέκρυψεν. Ὅλοι (Ἀρχιερεῖς καί Ἱερεῖς καί ὅσοι ἐκ τοῦ πιστοῦ πληρώματος παρηκολούθουν τά ἐκκλησιαστικά θέματα) εἶχον πιστεύσει καί ἀποδεχθεῖ τήν δήλωσιν - Ὁμολογίαν τῆς Ἐξαρχίας, ὅτι οὐδεμία χειροθεσία ἐγένετο, ἀλλ’ ὅτι εἲς Ἀμερικήν ἔγινεν ἕν μέγα θαῦμα, ἀφοῦ μέ τήν ἀποδοχήν ἐκ μέρους τῶν Ρώσων τῆς Ὁμολογίας τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἡ Ὀρθοδοξία «ἔφυγε ἀπό τά τέσσαρα ντουβάρια τῆς Κερατέας» καί μετεδόθη πλέον εἰς τά πέρατα τῆς Οἰκουμένης, ὅπως χαρακτηριστικά ἔλεγε ὁ συνωδεύσας τήν Ἐξαρχίαν καί ὅπως ἀπεδείχθη, ὀ μέγας ὑποκριτής Ἀρχιμανδρίτης Καλλιόπιος Γιαννακουλόπουλος. Μετά τήν δημοσίευσιν τῆς ἀποφάσεως, (σημείωσις: παραμένει τό ἐρώτημα διατί δέν τήν ἐκοινοποίησαν πρίν τό πανηγυρικόν συλλείτουργον τῆς 28.10.1971, τό ὀποῖον ἔγινε διά τήν ἔνωσιν εἰς τόν Ἰερόν Ναόν Κοιμήσεως Θεοτόκου Καλλιθέας;) ἤρχισαν οἱ πάντες νά ἀνησυχοῦν καί νά διαμαρτύρωνται. Δέν εἴμεθα εἰς θέσιν νά γνωρίζωμεν, ἅν οἱ Ἀρχιερεῖς ἐγνώριζον τήν ἀπόφασιν πρίν τό συλλείτουργον. Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀνδρέας, οὐδέποτε διευκρίνισεν αὐτήν τήν λεπτομέρειαν, οὔτε καί οἱ ἄλλοι Ἀρχιερεῖς. Μόνον ἐν ἔτει 1981, κατά τήν μεγάλην ἐκείνην Σύνοδον, κατά τήν ὁποίαν συνεζητήθη τό θέμα, ἐρωτηθείς ὑπ’ ἐμοῦ, περιωρίσθη νά εἴπει, ὅτι ὅταν τό 1971 τοῦ ἔδειξαν τήν Ἀπόφασι καί τήν ἀνέγνωσε εἶπεν: «Μέ αὐτήν θά μᾶς κατηγορήσουν ὅτι βγάζουμε παράνομο τόν ἅγιο Πατέρα». Ὁ θεολόγος Ἐλευθέριος Γκουτζίδης, ὁ ὁποῖος ἐκλήθη εἰς τάς τότε, (ἤτοι μετά τήν ἐπιστροφήν των καί πρό τοῦ συλλειτούργου) συνεδριάσεις, δηλώνει ὅτι πρίν τήν δημοσιεύσουν οἱ Φλωρινικοί, οὔτε ὁ ἴδιος τήν ἐγνώριζε. Εἶμαι αὐτήκοος μάρτυς, ὅτι ὅταν τό βράδυ τῆς ἐπιστροφῆς τῆς Ἐξαρχίας, ὁ θεολόγος κ. Ἐλευθέριος Γκουτζίδης, τούς ἐζήτησε γραπτά ντοκουμέντα, δι’ ὅ,τι ἔγινε στήν Ἀμερική, καί δι’ ὅσα εἶπον ὅτι ἀπεφάσισαν οἱ Ρῶσοι, τοῦ ἀπήντησεν ὁ Καλλιόπιος, ὅτι τήν Ἀπόφασιν – Ἐγκύκλιον θά τήν ὑπογράψουν οἱ Ρῶσοι Ἐπίσκοποι, κατά τήν ἑπομένην συνεδρίασιν, καί θά μᾶς τήν ἀποστείλουν. Καί ὅταν ἐπέμενε ὅτι τόσον σοβαρά θέματα ἀπαιτοῦν γραπτά «σκρίπτα», τότε ἐδέχθη πάλιν τήν παρατήρησιν τοῦ Καλλιοπίου: «Μήν ἀσεβεῖς, παιδί μου. Δέν ἔχεις ἐμπιστοσύνην σέ δύο ’Αρχιερεῖς;» Β΄ Τινές τῶν Ἀρχιερέων ἀντέδρασαν τότε καί δι’ αὐτήν τήν συγχωρητικήν εὐχήν, τήν ὀποίαν ἐδέχθησαν ἐν Ἀμερικῆ οἱ δύο Ἀρχιερεῖς τῆς Ἐξαρχίας. Ἀντέδρασαν καί πρό τοῦ συλλειτούργου τῆς ἑνώσεως καί μετά ἀπό αὐτό. Ἀντέδρασαν, διότι ἄλλα εἶπεν ἡ Ἐξαρχία κατά τήν ἐπιστροφήν της καί ἄλλα ἠκούοντο παρά τῶν Φλωρινικῶν καί τινῶν Ἀρχιερέων τῆς Ρωσικῆς Διασπορᾶς. Ἡ πρώτη δήλωσις τοῦ Αὐξεντίου, ἡ ὁποία ἐδημοσιεύθη μετά τό συλλείτουργον καί πρόν δημοσιευθεῖ ἡ ἀπόφασις ὑπό τοῦ Βίκτωρος Ματθαίου, ἦτο διαμαρτυρία κατά τῶν Ρώσων Ἐπισκόπων, διότι δέν ἔκαμαν χειροθεσίαν ἐπί σχισματικῶν εἰς τούς Ματθαιϊκούς Ἐπισκόπους, ἀλλά ἀνεγνώρισαν τήν χειροτονίαν των. Ἑτέρωθεν ἄλλοι Φλωρινικοί διέδιδον ὅτι ἔγινε κανονική χειροθεσία, ὁ δέ Ἐπίσκοπος Μανχάταν τότε καί κατόπιν Μητροπολίτης τῶν Ρώσων τῆς Διασπορᾶς Λαῦρος, ἐλθών εἰς Ἑλλάδα (Ἅγιον Ὄρος) διέδωσεν ὅτι τούς Ματθαιϊκούς τούς ἐδέχθησαν μέ χειροτονίαν, γεγονός τό ὁποῖον κατέγραψαν τότε καί ἐκκλησιαστικαί Ἐφημερίδες τοῦ νέου Ἡμερολογίου. Οἱ ἐν Ἑλλάδι ἀντιδράσαντες Ἀρχιερεῖς, ἐφ’ ὅσον ἡ Ἐξαρχία τούς ἐδήλωσεν ὅτι δέν ἔγινε κἄν χειροθεσία (ὁ π. Εὐγένιος μάλιστα ἀπείλησε τά ἔντυπα τοῦ νέου Ἡμερολογίου μέ μήνυσι ἐνώπιον τῶν Δικαστηρίων), ἀλλά μία συγχωρητική εὐχή, προμηθούμενοι διά τήν ἐνότητα, δέν ἐπέμειναν εἰς τάς ἀντιδράσεις των. Ἀλλά καί οἱ Ἱερεῖς, ἀντέδρασαν καί δέν ἐδέχθησαν, οὔτε αὐτήν τήν τυπικήν ἐξωτερικήν πράξιν τῆς συγχωρητικῆς εὐχῆς, πλήν δύο ἤ τριῶν. Ἠ ἐπίσημος ἐνημέρωσις πάντως πρός τήν Ρωσικήν Σύνοδον τῆς Διασπορᾶς, διά τό τί ἔγινε εἰς τήν Ἑλλάδα, ὅπως ἀποδεικνύεται ἀπό δύο ἐπιστολάς τοῦ Μητροπολίτου Φιλαρέτου, ἦτο ὅτι εἰς τήν Ἑλλάδα οὔτε αὐτή ἡ τυπική συγχωρητική εὐχή ἀνεγνώσθη. Ἡ ἐν ἔτει 1974 ἐπιστολή τοῦ Μητροπολίτου Φιλαρέτου, ἡ ὁποία ἀπευθύνεται εἰς τόν Ἀρχιεπίσκοπον Ἀνδρέα, κάμνει λόγον διά μή ἐφαρμογήν τῆς ἀποφάσεως εἰς τούς ἐν Ἑλλάδι Ἀρχιερεῖς. Παραπονεῖται, δηλαδή ὁ Μητροπολίτης Φιλάρετος πρός τόν Ἀρχιεπίσκοπον Ἀνδρέα, διότι ἡ Ἐξαρχία δέν συνεμορφώθη πλήρως πρός τήν ἀπόφασιν τῆς Συνόδου. Δηλαδή ὅτι δέν ἀνέγνωσαν τήν εὐχήν τῆς χειροθεσίας εἰς τούς ὑπολοίπους Ἀρχιερεῖς καί Ἱερεῖς. Ὑπάρχει καί ἐτέρα ἐπιστολή τοῦ ἰδίου, ἡ ὁποία ἀπευθύνεται αὐτήν τήν φοράν πρός τόν Μητροπολίτην Κιτίου Ἐπιφάνιον, εἰς τόν ὁποῖον πάλιν ἐκφράζει τό ἴδιον παράπονον, μέ τήν διαφοράν ὅτι εἰς αὐτήν τήν ἐπιστολήν (τοῦ 1979) τήν χειροθεσίαν τήν ὀνομάζει συγχωρητικήν εὐχήν. Τό ἐρώτημα εἶναι, πῶς ἐγνώριζεν ὁ Μητροπολίτης Φιλάρετος, ὅτι δέν ἀνεγνώσθη ἐν Ἑλλάδι ἡ ΣΥΓΧΩΡΗΤΙΚΗ ΕΥΧΗ εἰς τούς ὑπολοίπους Ἀρχιερεῖς καί Ἱερεῖς, ἐάν δέν τόν εἶχεν ἐνημερώσει ἡ ἰδία ἡ Ἱερά Σύνοδος. Ἀπό τήν ἐπιστολήν τοῦ 1974, προκύπτει, ὅτι τοῦτο ἐπληροφορήθη παρά τῶν Φλωρινικῶν. Ἡμεῖς πιστεύομεν, ὅτι τήν πληροφορίαν αὐτήν ἔσχε καί παρά τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, ἡ ὁποία μόλις ἠκούσθησαν αἱ πρῶται διαμαρτυρίαι Ἀρχιερέων καί Ἱερέων, καί κυρίως μόλις ἐκυκλοφόρησεν ἡ ἀποκρυβεῖσα Ἀπόφασις τῆς Συνόδου, ἐνημέρωσεν τόν Μητροπολίτην Φιλάρετον περί τῶν ἀντιδράσεων αὐτῶν, αἱ ὁποῖαι πράγματι ἐκορυφώθησαν ἐπί τῆ δημοσιεύσει τῆς Ἀποφάσεως ὑπό τῶν Φλωρινικῶν («Χαρμόσυνα Μηνύματα» ὑπό Βίκτωρος), καί ὑπό τοῦ π. Εὐγενίου («Κήρυξ Ἐκκλησίας Ὀρθοδόξων»). Δηλαδή, μόλις ἐδημοσιεύθη ἡ Ἀπόφασις, αἱ ἀντιδράσεις, ὡς εἴπομεν, ἐκορυφώθησαν, διά τοῦτο καί ἡ Ἱερά Σύνοδος ἐζήτησε παρά τῆς Συνόδου τῶν Ρώσων τῆς Διασπορᾶς νά διευκρινίσουν καί περί τῆς Ὁμολογίας των καί περί τί εἴδους χειροθεσίαν ἔκαμαν εἰς τούς δύο Ἀρχιερεῖς εἰς Ἀμερικήν. Καί οὐσιαστικά εἰς αὐτάς τάς ἐπιστολάς εἶναι σαφής ἡ ἄρνησις τῆς Ἱερᾶς Συνόδου νά ἀποδεχθῆ τήν ἀπόφασιν τῶν Ρώσων τῆς Διασπορᾶς, τήν ὁποίαν εὐθύς οἱ πάντες τήν ἐχαρακτήρισαν ὡς ἀντιφατικήν. Ἡ ἀπάντησις εἰς αὐτάς τάς ἐπιστολάς τῆς Ἱερᾶς Συνόδου ἐδόθη μέ τάς δύο ὡς ἄνω ἀναφερομένας ἐπιστολάς τοῦ Μητροπολίτου Φιλαρέτου, τάς ὁποίας, παραλλήλως μέ τάς ἀπ’ ἀρχῆς δηλώσεις τῆς Ἐξαρχίας, ἐχρησιμοποίησεν ἡ Ἱερά Σύνοδος διά νά διατυπώση ἐν ἔτει 1981 τήν ἐπίσημον ΑΠΟΦΑΝΣΙΝ – ΟΜΟΛΟΓΙΑΝ της, ὅσον ἀφορᾶ τό θέμα αὐτό τῆς χειροθεσίας. Ὑπάρχουν καί ἄλλα κείμενα ἐκ μέρους τῶν Ρώσων τά ὁποῖα εἶναι ἐν πολλοῖς ἀντιφατικά καί δέν διευκρινίζουν σαφῶς τί τέλος πάντων ἔγινε. Τό 1976 ὁ Κορινθίας Κάλλιστος ὑπανεχώρησε ἀπό τήν δήλωσιν του ὅτε ἐπέστρεψεν ἐξ’ ‘Αμερικῆς, ἀκόμη καί ἀπό τάς θέσεις τάς ὁποίας ἐπισήμως διετύπωσε μετά τήν β΄ (1974) μετάβασίν του (μετά τοῦ Πειραιῶς Νικολάου αὐτήν τήν φοράν), ἤτοι ἐδήλωσεν ὅτι ἐδέχθη χειροθεσία ὡς πρώην σχισματικός. ‘Ηκολούθησεν ἡ καθαίρεσις τοῦ Κορινθίας Καλλίστου, ὡς ἀρνητοῦ τῆς Ἀρχιερωσύνης του. Αὐτή ἡ ἱεροσυνοδική πράξις (τῆς καθαιρέσεως τοῦ Καλλίστου), καθώς καί αἱ δύο προαναφερθεῖσαι ἐπιστολαί τοῦ Μητροπολίτου Φιλαρέτου, ἦσαν τά βασικά ντοκουμέντα, ὥστε νά ΔΟΘΗ τό 1981 καί ΙΕΡΟΣΥΝΟΔΙΚΩΣ ἡ ἐπίσημος ΑΠΑΝΤΗΣΙΣ εἰς τό ψεῦδος τοῦ Ἐπισκόπου τῶν Ρώσων Μανχάταν Λαύρου, ὅτι δῆθεν τούς Ματθαιϊκούς τούς ἐχειροτόνησαν ἐξ’ ὑπαρχῆς, καί τῶν Φλωρινικῶν, ὅτι τούς ἐδέχθησαν (τούς δύο Ἀρχιερεῖς) ὡς πρώην σχισματικούς. ‘Εν τέλει ἡ ἐπίσημος ἀπόφασις - ἀπόφανσις τῆς Ἱερᾶς Συνόδου ἐν ἔτει 1981 ἦτο ὅτι εἰς τήν Ἀμερικήν δέν ἔγινε χειροθεσία, ἀλλά μία συγχωρητική εὐχή, ἡ ὁποία ὄμως, κατά τήν μαρτυρίαν τῶν δύο ἀνωτέρω ἐπιστολῶν τοῦ Μητροπ. Φιλαρέτου δέν ἐφηρμόσθη εἰς τήν Ἑλλάδα. Ἐπίσης δι’ αὐτῶν τῶν δύο ντοκουμέντων (τῆς καθαιρέσεως τοῦ Καλλίστου καί τῶν δύο ἐπιστολῶν τοῦ Φιλαρέτου), ἐδόθη καί ἀποστομωτική ἀπάντησις εἰς τούς ἐν Ἑλλάδι «παπαγάλους» (Φλωρινικούς καί Νεοημερολογίτας) οἱ ὁποῖοι ἐπανελάμβανον τά ἴδια, καί βάσει αὐτῶν καί τῶν δηλώσεων πάλιν τοῦ Σεβ. κ. Ἐπιφανίου, καί ΔΙΕΜΟΡΦΩΘΗ περαιτέρω καί ἡ ΕΠΙΣΗΜΟΣ ΑΠΟΦΑΝΣΙΣ – ΟΜΟΛΟΓΙΑ τῆς Ἱερᾶς Συνόδου ἐπί τοῦ θέματος. Ἀκριβῶς αὐτά τά τρία ντοκουμέντα (τήν καθαιρετικήν ἀπόφασιν κατά τοῦ Καλλίστου καί τάς δύο ἐπιστολάς τοῦ Φιλαρέτου) ἐχρησιμοποίησαν οἱ Σεβασμιώτατοι Ἀρχιερεῖς καί δή ὁ Μητροπολίτης Κιτίου Ἐπιφάνιος καί ὁ Μακαριώτατος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀνδρέας, διά νά πείσουν καί ἐμέ, ὅτι ΔΕΝ ΥΦΙΣΤΑΤΑΙ ΚΑΝΕΝΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΔΙΑ ΤΟ ΘΕΜΑ ΤΗΣ ΧΕΙΡΟΘΕΣΙΑΣ, καί ἑπομένως δέν πρέπει νά ἀρνηθῶ τήν χειροτονίαν. Διότι εἶχα δηλώσει, ὅτι ἐάν δέν δοθῆ ἐπίσημος ἀπάντησις εἰς τά ψεύδη τῶν Φλωρινικῶν δέν δύναμαι νά δεχθῶ χειροτονίαν παρ’ αὐτῶν. Αὐτή οὐσιαστικά ἦτο ἡ ἀπάντησις τῶν Ἀρχιερέων καί εἰς τήν πρότασίν μου, τοῦ 1972 (βλ. τήν χειρόγραφον περί χειροθεσίας μελέτην μου τοῦ 1972 τήν ὁποίαν κυκλοφοροῦν παραπληροφοροῦντες καί ψευδόμενοι οἱ Νικολαῖται) καθ’ ἥν ἐζήτησα πράγματι νά «καταδικάσουν τήν χειροθεσίαν». Γ΄ Πράγματι τό 1971-72 ὡς φοιτητής τῆς θεολογίας εἶχον ἄγνοιαν πολλῶν ἐκκλησιαστικῶν πραγμάτων, ἤκουα ὅμως ά λεγόμενα περί χειροθεσίας, καί ἠθέλησα νά μελετήσω τό θέμα. Δέν ἐγνώριζα κἄν τί εἶναι αὐτή ἡ χειροθεσία. Μἀλιστα, ὅταν ἤκουσα, ὅτι ὁ Ἐπίσκοπος τῶν Ρώσων Μανχάταν Λαῦρος ἐλθών εἰς Αγιον Ὄρος εἶπεν ὅτι τούς Ματθαιϊκούς τούς ἐχειροτόνησαν, ἀνησύχησα καί ἠναγκάσθην νά ἐρευνήσω τό θέμα, πράγμα τό ὁποῖον μέ ὡδήγησε εἰς τό νά πληροφορηθῶ ὅτι ἡ χειροθεσία κατά τόν Η΄ Κανόνα τῆς Α΄ Οἱκουμενικῆς εἶναι χειροθεσία ἐπί σχισματικῶν. Ἔγραψα τότε μίαν σύντομον ἐργασίαν, ἡ ὁποία εἶχε τήν ἔννοιαν τῆς διαμαρτυρίας. Εἰς αὐτήν ἔχων ὑπ’ ὄψιν τήν ἀποκρυβεῖσαν κατ’ ἀρχήν καί ὑπό τῶν Φλωρινικῶν ἐν συνεχεία δημοσιευθεῖσαν ἀπόφασιν τῶν Ρώσων, καί κατ’ ἐπέκτασιν ἔχων ὑπ’ ὄψιν ὅτι ἡ χειροθεσία αὕτη ἐγένετο μόνον εἰς τούς δύο Ἐπισκόπους, δέν ἐγένετο ὅμως δεκτή ὑπό τῶν λοιπῶν Ἐπισκόπων ἐν Ἑλλάδι, ἐπρότεινα πράγματι νά καταδικασθῆ ἡ χειροθεσία. Τοῦτο σημαίνει, ὅτι ἔπρεπε οἱ ἐν Ἑλλάδι Ἀρχιερεῖς, οἱ ὁποῖοι δέν ἐδέχθησαν χειροθεσίαν, νά δικάσουν τούς δύο Ἀρχιερεῖς, οἱ ὁποῖοι ἐδέχθησαν ἐν Ἀμερικῆ χειροθεσίαν, ὅπως προβλέπει ἡ ἀπόφασις, ἤτοι κατά τόν Η΄ Κανόνα. Ἡ ἀπάντησις ὅμως ἐπ’ αὐτοῦ ἐκ μέρους τῶν Ἀρχιερέων ἦτο ἡ ἑξῆς: «Τί νά δικάσωμεν καί τί νά καταδικάσωμεν, ἀφοῦ κατά τήν δήλωσίν των οἱ δύο Ἀρχιερεῖς τῆς Ἐξαρχίας δέν ἐδέχθησαν καμμίαν χειροθεσίαν, ἀλλά μίαν συγχωρητικήν εὐχήν, ἡ ὁποία δέν ἔθιγε τό μυστήριον τῆς χειροτονίας». Ἐν τῶ μεταξύ τό 1974 ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀνδρέας εἰς τό βιβλίον του «Ἀποκατάστασις τῆς Ἀληθείας» ἔγραψεν καί ἐπισήμως διεκήρυξε ὅτι εἰς Ἀμερικήν οὐδεμίαν χειροθεσίαν ἐδέχθησαν οἱ Ἀρχιερεῖς, ἀλλά μίαν συγχωρητικήν εὐχήν. Τό δέ ἑπόμενον ἔτος 1975 μοί ἀνετέθη (εἰς μίαν σύντομον ἄδειαν ἐκ τῆς στρατιωτικῆς μου θητείας) νά συντάξω ἐπί τῆ βάσει σχετικῆς Ἱεροσυνοδικῆς ἀποφάσεως, τό τελικόν κείμενον τό ὁποῖον θά ἀπεστέλλετο εἰς τούς Ρώσους τῆς Διασπορᾶς περί τῆς διακοπῆς τῆς μετ’ αὐτῶν ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας, ὅπερ ἔπραξα συνεργασθείς μετά τοῦ θεολόγου κ. Ἐλευθερίου Γκουτζίδη. Εἰς τό τελικόν σχέδιον, τό ὁποῖον τούς παρέδωσα, εἶχα σημειώσει διά τήν ἀπόφασιν τῶν Ρώσων τῆς Διασπορᾶς, ὅτι «ταύτην ὡς ἀντικανονικήν, ἀντορθόδοξον καί ἄκυρον οὐδέποτε παρεδέχθημεν», ἀλλά καί ὅταν ἐδημοσιεύθη τό ἔγγραφον πρός τούς Ρώσους, διεπίστωσα ἐν Ἀλεξανδρουπόλει ὅπου ὑπηρέτουν τήν στρατιωτικήν μου θητείαν, ὅτι τό σημεῖον αὐτό ἔλειπεν. Ὅταν ἀργότερα ἠρώτησα διατί ἀπάλειψαν αὐτήν τήν διατύπωσιν μοῦ ἀπήντησαν οἱ τότε ἀποτελοῦντες τήν Ἐνδημοῦσαν Ἀρχιερεῖς, διά στόματος τοῦ Ἀττικῆς Ματθαίου, ὅτι «βάσει αὐτῆς τῆς ἀποφάσεως μᾶς ἀναγνωρίζουν τά δικαστήρια». Ἀνεφέρετο προφανῶς εἰς τήν μήνυσιν τοῦ Νεοημερολογίτου Μητροπολίτου Πειραιῶς Χρυσοστόμου Ταβλαρουδάκη, κατά τοῦ Μητροπολίτου Πειραιῶς κ. Νικολάου, καί εἰς τήν ἔκδοσιν τοῦ ἀθωωτικοῦ Ἀπαλλακτικοῦ Βουλεύματος. Τό ἔτος 1978, λόγω τῆς ὑπαναχωρήσεως τοῦ Κορινθίας Καλλίστου καί ὅσων ἄλλων ἐλέγοντο καί ἠκούοντο ὅσον ἀφορᾶ τό θέμα τῆς χειροθεσίας, καί προπάντων διότι καί μετά τήν καθαίρεσιν τοῦ Καλλίστου συνέχιζε ὁ Κιτίου Ἐπιφάνιος νά προβάλλει ἀμφιβολίας διά τάς χειροτονίας τοῦ 1948 καί ἐπεκαλεῖτο στοιχεῖα πρός δικαίωσιν τῆς χειροθεσίας, τότε εἰς κοινόν ἔγγραφον μετά τοῦ θεολόγου Ἐλευθερίου Γκουτζίδη, ἐμηνύσαμεν τήν Ἐξαρχίαν τοῦ 1971, δι’ ὑπέρβασιν καθηκόντων, καί ἐζητήσαμεν παρά τῆς Ἱερᾶς Συνόδου νά λάβη θέσιν καί νά διατυπώση δημοσίως τήν Ὁμολογίαν της, ὅσον ἀφορᾶ τό θέμα τῆς λεγομένης χειροθεσίας. Καί τότε καί μόνον τότε ἐδέχθημεν νά χειροτονηθῶμεν, ὅταν δηλαδή ἐλάβομεν παρά τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τήν ἐπ’ αὐτοῦ τοῦ θέματος ΚΑΛΗΝ ΟΜΟΛΟΓΙΑΝ, ὅτι δηλαδή τό 1971 εἰς Ἀμερικήν δέν ἐγένετο ΧΕΙΡΟΘΕΣΙΑ ΕΠΙ ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΩΝ, ΩΣ ΔΙΑΔΙΔΟΥΝ ΟΙ ΦΛΩΡΙΝΙΚΟΙ, ΟΙ ΝΕΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΑΙ ΚΑΙ ΤΙΝΕΣ ΤΩΝ ΡΩΣΩΝ, ΑΛΛΑ ΜΙΑ ΤΥΠΙΚΗ ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΠΡΑΞΙΣ ΥΠΟ ΤΗΝ ΕΝΝΟΙΑΝ ΤΗΣ ΣΥΓΧΩΡΗΤΙΚΗΣ ΕΥΧΗΣ, ΚΑΙ ΥΠΟ ΤΗΝ ΠΡΟΥΠΟΘΕΣΙΝ ΟΤΙ Η ΡΩΣΙΚΗ ΣΥΝΟΔΟΣ ΩΡΘΟΔΟΞΗΣΕΝ ΚΑΙ ΕΚΕΡΔΗΘΗ ΤΟ ΜΕΙΖΟΝ, ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΔΙΑ ΝΑ ΑΦΑΙΡΕΘΗ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΦΛΩΡΙΝΙΚΟΥΣ Η ΠΡΟΦΑΣΙΣ ΤΟΥ ΥΦ’ ΕΝΟΣ ΚΑΙ ΝΑ ΕΠΙΣΤΡΕΨΟΥΝ ΕΙΣ ΤΗΝ ΓΝΗΣΙΑΝ ΟΡΘΟΔΟΞΟΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΝ, ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑΝ ΑΠΕΚΟΠΗΣΑΝ ΤΟ 1937. Τό 1983, ἐπειδή καί πάλιν οἱ Φλωρινικοί, διά τοῦ Ἀρχιεπισκόπου των Αὐξεντίου, ἀλλά καί οἱ Νεοημερολογῖται μέσω τοῦ «Ὀρθοδόξου Τύπου» διά τοῦ Σακαρέλλου, ἐπανελάμβανον τά περί χειροθεσίας ἐπί σχισματικῶν – χειροτονίαν τῶν δύο Ἐπισκόπων Καλλίστου καί Ἐπιφανίου ὑπό τῶν Ρώσων τῆς Διασπορᾶς, ἡ Ἱερά Σύνοδος ἐπανέλαβε διά μεγάλης καί ἱστορικῆς Ἐγκυκλίου τήν ΚΑΛΗΝ ΟΜΟΛΟΓΙΑΝ ἐπί τοῦ θέματος. Τό 1991-1992 ἕως τό 1997, ὅταν ἀφ’ ἑνός οἱ Φλωρινικοί διά στόματος τοῦ Προέδρου τῆς Ἐπιτροπῆς των ἐπί τοῦ θεολογικοῦ Διαλόγου τοῦ «Ὁἰνόης» Ματθαίου εἶπον ὅτι μᾶς ἀναγνωρίζουν βάσει τῆς χειροθεσίας τοῦ 1971, διά τῆς ὁποίας ἀπεκατεστάθη τό σχίσμα τοῦ 1937 καί ἔγιναν Κανονικαί αἱ χειροτονίαι τοῦ 1948, ἀφ’ ἑτέρου ὁ Ἱερομόναχος Εὐθύμιος ἐδήλωσεν δι’ Ἐγκυκλίου του Ἐπιστολῆς, τήν ὁποίαν υἱοθέτησαν καί οἱ πέντε, ὅτι «μᾶς περιρρέει ἡ ἀνομία τῆς χειροθεσίας», «ἐπταίσαμεν οὐχί ὡς ἄτομα ἀλλά ὡς ἐκκλησία», «ἐξεφύγομεν τῆς γραμμῆς πλεύσεως τοῦ ἁγίου Πατρός», τότε οἱ τρεῖς Ἀρχιερεῖς (Ἀνδρέας, Νικόλαος, καί Παχώμιος) ἐπανέλαβον τήν καλήν Ὁμολογίαν, ἰδιαιτέρως ὅμως ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀνδρέας ἔγραψε δι’ ἄλλην μίαν φοράν καί ξεκάθαρα ὅλην τήν ἀλήθειαν ἐπί τοῦ θέματος. Δ΄ Ἀπό τό 1998 καί μέχρι σήμερον, εἰς τά πλαίσια τῆς «λύσεως τοῦ παλαιοημερολογιτικοῦ» κατά τάς προτάσεις τοῦ κ. Χριστοδούλου, ἤτοι μέ «τήν ἕνωσιν μετά τῆς ἰσχυροτέρας παρατάξεως, ἤτοι τοῦ Χρυσοστόμου Κιούση» καί τήν ἐν συνεχείᾳ ἀναγνώρισιν τῶν Κληρικῶν τῶν παλαιοημερολογιτῶν, τῶν ὁποίων αἱ χειροτονίαι προέρχονται ἀπό τούς Ρώσους τῆς Διασπορᾶς, εἴτε διά «τῶν χειροτονιῶν τῶν Φλωρινικῶν» τοῦ 1960, εἴτε διά τῶν «χειροθεσιῶν τῶν Ματθαιικῶν» τοῦ 1971, καί τήν ὑπαγωγήν ὅλων αὐτῶν ὑπό τόν κ. Χριστόδουλον, ἔστω καί ὡς παλαιοημερολογιτῶν, διεπιστώθη σταδιακή ἄμβλυνσις τοῦ ὀρθοδόξου φρονήματος, καί διείσδυσις εἰς τόν χῶρόν μας ἐπιδράσεων παλαιοημερολογιτικοῦ οἰκουμενισμοῦ, αἱ ὁποῖαι καταφαίνεται κυρίως εἰς τήν ἀρνησιν τῶν Ἀρχιερέων νά λάβουν θέσιν, παρά τό γεγονός ὅτι ἐγκαίρως ἐπεσημάναμεν τόν κίνδυνον. Ε΄ Ἐξ’ ὅλων αὐτῶν διαπιστώσαμεν ὅτι σκοπός τοῦ νέου κινήματος, ἦτο ἡ προσβολή τῆς μέχρι τοῦδε καλῆς Ὁμολογίας τῆς Ἱερᾶς Συνόδου καί τῆς Ἀποστολικῆς μας Διαδοχῆς, τήν ὁποίαν ἀνόθευτον καί γνησίαν ἐλάβομεν διά τῶν εὐλογημένων χειροτονιῶν τοῦ 1935, 1948 καί 1995, διά τῆς ἔστω καί ἐκ τῶν ὑστέρων ἀποδοχῆς τῆς χειροθεσίας ὡς ἐπί σχισματικῶν, ὥστε νά γίνη πραγματικότης τό ἀποτυχόν τό 1971 καί μέχρι σήμερον σχέδιον τοῦ παλαιοημερολογιτικοῦ οἰκουμενισμοῦ τῆς ΕΞΑΡΤΗΣΕΩΣ τῶν χειροτονιῶν μας καί τῆς Ὁμολογίας μας ἀπό τούς Ρώσους τῆς Διασπορᾶς, διά τήν «λύσιν τοῦ παλαιοημερολογιτικοῦ». Διά τοῦτο καί ΑΝΕΛΑΒΟΜΕΝ σκληρόν Ἀγῶνα, πεποιθότες ὅτι εἰς αὐτόν τόν Ἀγῶνα θά συμπαραταχθοῦν καί οἱ ὑπόλοιποι Ἀρχιερεῖς, ἤτοι ἐζητήσαμεν, μαζί καί μέ ἄλλους Ἀρχιερεῖς, δι’ ἐγγράφων καί προφορικῶν διαμαρτυριῶν, παρακλήσεων, καταγγελιῶν, ἐνστάσεων κλπ. νά ὁμολογήση ἡ Ἱερά Σύνοδος τήν καλήν Ὁμολογίαν, ὡς τήν ὡμολόγει μέχρι σήμερον. Δυστυχῶς διεψεύσθημεν, διότι ἡ πλειοψηφία τῶν Ἀρχιερέων ὄχι μόνον δέν ἔλαβον ὁμολογιακήν στάσιν, ἀλλά διά πράξεων, ἐνεργειῶν καί παραλείψεων, ἤτοι «γράμμασι καί πράγμασιν» ἄφησαν νά ἐννοηθῆ, ὅτι ἤδη πρό πολλοῦ εἶχον «μυηθῆ» εἰς τό νέον κίνημα προδοσίας. Ὁ Μακαριώτατος εἶπε χαρακτηριστικά τό 1998 πρός ἐμέ καί τόν κ. Ἐλευθ. Γκουτζίδην. «Τούς εἶπα (τούς Τσακίρογλου καί Κάτσουρα) νά κάνουν ὅ,τι θέλουν». Καί ὄχι μόνον αὐτό, ἀλλά, ἐνῶ μέχρι ἵστατο εἰς τάς ἐπάλξεις τοῦ ἀγῶνος διά τήν Ἀλήθεια, καί τήν καλήν Ὁμολογίαν καί τήν γνησίαν καί ἀνόθευτον Ἀποστολικήν Διαδοχήν, ἐν ἔτει 1998 καί μέχρι τῆς ἐκδημίας του ἔδωσε τόν ἑαυτόν του (τήν ὑπογραφήν του) εἰς τούς ἀδελφούς Τσακίρογλου καί τόν κ. Κάτσουρα, νά τήν χρησιμοποιήσουν κατά τάς ὀρέξεις των, (ὀρέξεις τοῦ παλαιοημερολογιτικοῦ οἰκουμενισμοῦ), μέ ἀποτέλεσμα νά τόν ἔχουν μέχρι τέλους τῆς ζωῆς του καί πρό καί μετά τήν ἱερόσυλον παραίτησιν «σημαιοφόρον» εἰς τάς βαρβαρικάς διωκτικάς ἐνεργείας καί ἀποφάσεις των, τάς ὁποίας ἐπαρουσίαζον ὡς Ἱεροσυνοδικάς. Δ΄ Ἀλλά καί οἱ ὑπόλοιποι Ἀρχιερεῖς τῆς σημερινῆς φατρίας τοῦ ψευδαρχιεπισκόπου Νικολάου, ὑπανεχώρησαν βλασφήμως εἰς τό θέμα τοῦτο τῆς χειροθεσίας. Σημειώνομεν τήν ὑπαναχώρησιν τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀνδρέου, ὅτι «ἔγιναν ἀνθρώπινα λάθη εἰς τό θέμα τῆς χειροθεσίας», χωρίς νά διευκρινίζη τί λάθη ἔγιναν, τοῦ Κιτίου Ἐπιφανίου μέσω τρίτων, ὅτι ἡ «χειροτονία του πέρασε ἀπό τόν ἅγιο Φιλάρετο μέ τήν χειροθεσία τοῦ 1971», τοῦ Πειραιῶς Νικολάου, ὅτι «τό 1976 ἠθωώθημεν πανηγυρικῶς διότι ἐκάναμε ΚΑΛΗΝ ΟΜΟΛΟΓΙΑΝ», (ἐνῶ ἀποδεικνύεται ὅτι ἡ καλή του Ὁμολογία ἔγκειτο εἰς τό νά καταθέση τά περί χειροθεσίας κατά τόν Η΄ Κανόνα τῆς Α΄ Οἰκουμενισκῆς Συνόδου), τοῦ «Ἀργολίδος» Παχωμίου, ὅτι «προερχόμεθα ὅλοι ἀπό χειροθετημένους», τοῦ «Περιστερίου» Γαλακτίωνος, ὅτι «καί εἰς Ἀμερικήν καί εἰς Ἑλλάδα, ἀνεγνώσθησαν εὐχαί χειροτονίας». Πέραν τούτου ἠρνήθησαν «Συνοδικῶς» (φατριαστικῶς) καί ἀπέρριψαν τήν «ΟΜΟΛΟΓΙΑΝ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΠΙΣΤΕΩΣ» καί ΔΕΝ ΕΛΑΒΟΝ ΘΕΣΙΝ, ὅπως τούς ἐζητήσαμεν δι’ ἐπισήμου ἐγγράφου ἐπί τῆς «ΠΕΡΙΓΡΑΦΗΣ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Μεταμορφώσεως Μπροῦκλιν Μασσαχουσέτης», σύμφωνα μέ τήν ὁποίαν τήν 17ην καί 18ην Σεπτεμβρίου 1971 εἰς Ἀμερικήν ἐπί τῶν Ἐπισκόπων Καλλίστου καί Ἐπιφανίου ἐγένετο χειροθεσία – ἀναχειροτονία, ἀνεγνώσθησαν δέ καί εὐχαί χειροτονίας κλπ», ἡ ὁποία (περιγραφή) ἐδημοσιεύθη παράλληλα μέ τάς ἰδικάς των ἀπό 2003 -2004 παρομοίας ὡς ἄνω δηλώσεις, Κατόπιν ὅλων αὐτῶν ἣμεῖς ὁ Μητροπολίτης Κήρυκος ΗΝΑΓΚΑΣΘΗΜΕΝ ΝΑ ΔΙΑΚΟΨΩΜΕΝ ΠΑΣΑΝ ΜΕΤ’ ΑΥΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑΝ ΚΑΙ ΝΑ ΔΙΑΓΡΑΨΩΜΕΝ ΤΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΑΥΤΩΝ ΑΠΟ ΤΑ ΔΙΠΤΥΧΑ ΤΗΣ ΓΝΗΣΙΑΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ, καί νά δηλώσωμεν, ὅτι ἄν χρειασθῆ καί μόνος, ὅπως ἔπραξε ὁ ὁμολογητής Ἱεράρχης Ματθαῖος, θά συνεχίσωμεν τόν ΑΓΩΝΑ ὑπέρ τῆς καθαρᾶς Ὁμολογίας – Ἐκκλησιολογίας, καί τῆς ἀνοθεύτου Ἀποστολικῆς Διαδοχῆς, ὅπως ταύτην παρελάβομεν ἅπαντες οἱ Ἀρχιερεῖς τῆς Γνησίας ‘Ορθοδόξου Ἐκκλησίας παρά τοῦ ὁμολογητοῦ Ἱεράρχου Ματθαίου τό 1948 καί προηγουμένως ἀπό τούς τρεῖς Ἀρχιερεῖς τό 1935, οἱ ὁποῖοι πάλιν εἶχον τήν Ἀρχιερωσύνην ἀπό Ἀρχιερεῖς Ὀρθοδόξους πρό τοῦ νεοημερολογιτικοῦ σχίσματος. Τό γεγονός, ὅτι ἐν ἔτει 2007 ἔφθασαν εἰς τό σημεῖον νά «καταδικάσουν» τἠν χειροθεσίαν τοῦ 1971, ἀποδεικνύει, ὅτι δέν παρεξέκκλιναν καθόλου ἀπό τήν ὑπαναχώρησίν των, τοῦ 2003, ἀλλά καί ἐπιστοποίησαν αὐτήν τήν ὑπαναχώρησιν ἔτι πλέον μέ αὐτήν τήν καταδίκην, δεδομένου ὅτι αὐτό τό ὁποῖον Συνοδικῶς ἐθεώρουν ἀνυπόστατον, ἄκυρον, καί ὡς μή γενόμενον, τώρα μέ τήν καταδίκην τό ἐπιστοποίησαν, τό ἐπιβεβαίωσαν, τοῦ ἔδωσαν ὑπόστασιν. Δηλαδή ἐπιβεβαίωσαν αὐτό τό ὁποῖον ἐδήλωσαν τό 2003 καί εἰς τό ὁποῖον ἐπιμένουν μέχρι σήμερον, ὅτι «ὅλοι προερχόμεθα ἀπό χειροθετημένους», καί ἑπομένως ὀφείλουν οἱ Φλωρινικοί καί οἱ Νεοημερολογῖται, ενώπιον των οποίων εθεσαν τους εαυτούς των εν υποδικία, νά μᾶς ἀναγνωρίζουν. Καλή, ἐκ πρώτης ὄψεως εἶναι ἡ Ὁμολογία των ὅτι ἔχουν τό κῦρος ἀπό τάς χειροτονίας τοῦ Βρεσθένης Ματθαίου, ἀλλά αὐτήν τήν Ὁμολογίαν τήν ἀκυρώνουν μέ τήν καταδίκην τῆς χειροθεσίας, διότι μέ τήν καταδίκην τῆς χειροθεσίας ἐπιστοποίησαν ἐγγράφως καί «Συνοδικῶς» καί «γυμνῆ τῆ κεφαλῆ», ὅτι εἶναι βλάσφημοι κατ’ αὐτῆς τῆς Ἀποστολικῆς των Διαδοχῆς. Καί βλασφημία κατά τῆς Ἀποστολικῆς Διαδοχῆς σημαίνει ἄρνησιν τῆς Ἀρχιερωσύνης, ὁ δέ ἀρνούμενος τήν Ἀρχιερωσύνην του, ἔστω καί πρός καιρόν, δέν δύναται, κατά τούς Ἱερούς Κανόνας νά τήν ἐπανακτήση, δέν δύναται δηλαδή νά ἐπανέλθη εἰς τήν Ἀρχιερωσύνην, ἔστω καί ἄν μετανοήση. Πρός Κύριον εὐχέτης + Ὁ Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς Κήρυκος

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΟΙ ΣΑΡΑΝΤΑ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΜΑΡΤΥΡΕΣ

ΚΑΘΑΙΡΕΣΙΣ ΝΙΚΟΛΑΙΤΩΝ ΥΠΟ ΤΗΣ ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΣΥΝΟΔΟΥ

ΟΙ ΡΩΣΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΣΠΟΡΑΣ ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΑΠΕΔΕΧΘΗΣΑΝ ΤΗΝ ΟΜΟΛΟΓΙΑΝ ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑΝ ΜΑΣ