ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΟΜΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ 1981
ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΟΜΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ 1981ΕΠΙ ΤΟΥ ΘΕΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΟΜΟΛΟΓΙΑΣ (ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΝ)
(Τό παρόν κείμενον ἐγράφη τόν Μάϊον τοῦ 2006)
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΝ
Πῶς προέκυψεν ἡ «Ὁμολογία τοῦ 1981».
Πρῶτος καί βασικός λόγος, καθ’ ἡμᾶς, εἶναι ἡ σημειωθεῖσα μετά τό 1971 συστηματική ἐκστρατεία, μέ πρῶτον τόν ‘Επίσκοπο καί Γραμματέα τῆς Συνόδου τῶν Ρώσων τῆς Διασπορᾶς Μανχάτταν Λαῦρο, νά παρουσιάση τήν χειροθεσίαν ὡς ΑΝΑΧΕΙΡΟΤΟΝΙΑΝ. Τοῦτο ὅμως, ὡς εἴπομεν, ἦτο ψευδές, διότι καμμία χειροθεσία δέν ἔγινε, κατά τήν δήλωσιν τῆς ‘Εξαρχίας, καί κατόπιν καί τοῦ ἰδίου τοῦ Φιλαρέτου, παρά μία ἁπλῆ τυπική πρᾶξις ὑπό τήν ἔννοιαν τῆς συγχωρητικῆς εὐχῆς καί τοῦτο ὑπό συγκεκριμένας προϋποθέσεις.
Δεύτερος βασικός λόγος ἦτο ὅτι οἱ Ρῶσοι τῆς Διασπορᾶς, δἐν ἀπέστειλαν, ὡς ὑπεσχέθησαν, κατά τήν Δήλωσιν τῆς ‘Εξαρχίας, τήν ΟΜΟΛΟΓΙΑΝ τῆς Πίστεως, οὔτε καί ποτέ ἐτήρησαν ταύτην. Ἐγένετο ἤδη ἀπό τό 1974 προσπάθεια νά περάση ἡ βλασφημία, ὅτι τό 1971 εἰς τήν Ἀμερικήν ἔγινε κανονική χειροθεσία, ἤτοι ὡς ἐπί σχισματικῶν, καί δυστυχῶς θύματα αὐτῆς τῆς νέας ληστρικῆς ἐπιθέσεως κατά τῆς Ὁμολογίας καί τῆς Ἀποστολικῆς Διαδοχῆς, ἦσαν οἱ Πειραιῶς Νικόλαος, καί ὁ Κορινθίας Κάλλιστος, οἱ ὁποῖοι ἐπρόδωσαν τήν Ὁμολογίαν καί τήν Ἀποστολικήν Διαδοχήν. Καί ὁ μέν Πειραιῶς ἐπρόδωσε μέ τό ἀπό 28.10.74 Ἀπολογητικόν του Ὑπόμνημα εἰς τόν Πταισματοδίκη ‘Αθηνῶν, ἐν συνεχεία τῆς μηνύσεως τοῦ νεοημερολογίτου «Πειραιῶς» Χρυσοστόμου, ὁ δέ Κορινθίας Κάλλιστος ἐπρόδωσε μέ τήν δήλωσίν του ὅτι ἐδέχθη χειροθεσίαν ὡς πρώην σχισματικός. Καί τοῦ μέν Νικολάου ἡ προδοσία παρέμεινε μυστική, ἀφοῦ ὑπό τοῦ ἰδίου ἐπαρουσιάζετο ὡς Ὁμολογία Πίστεως, τοῦ δέ Καλλίστου, ὡς γενομένη «γυμνῆ τῆ κεφαλῆ», κατεδικάσθη, διό καί ὁ Κάλλιστος καθηρέθη.
Τρίτος βασικός λόγος, ἦτο ὅτι ἐξ’ ἀφορμῆς ὅλων τῶν ἀνωτέρω καί ὅσων ἄλλων ἠκούοντο περί χειροθεσίας, ἡ ἐλαχιστότης μου, ἐδήλωσα, ὅτι δέν θά δεχθῶ χειροτονίαν ἐάν δέν ξεκαθαρίσουν τί ἔγινε τό 1971 εἰς ‘Αμερικήν, ὁμοῦ δέ μετά τοῦ κ. ‘Ελευθερίου Γκουτζίδη προέβημεν εἰς Μήνυσιν κατά τῆς ‘Εξαρχίας.
Τέταρτος βασικός λόγος, ἦτο ἡ ὑπαναχώρησις ἐκ μέρους τοῦ Κιτίου ‘Επιφανίου, ὁ ὁποῖος μέ τά ὅσα ἐδήλωνεν ἐκ τῶν ὑστέρων διά τό θέμα τοῦ 1971 καί μέ τό θέμα Βαρυκοπούλου καί μέ τάς ἀμφιταλαντεύσεις τοῦ φρονήματός του, ὅσον ἀφορᾶ τήν Κανονικότητα ἤ μή τῶν χειροτονιῶν τοῦ 1935 καί 1948, ἠνάγκασε καί τούς ὑπολοίπους Ἀρχιερεῖς νά ἀπαιτήσουν τήν ἐν Συνόδῳ ἐξέτασιν τοῦ θέματος, ὅπερ ἔγινε τό 1981 εἰς τήν μεγάλην Σύνοδον εἰς τήν ὁποίαν συμμετέσχε καί ὁ Κιτίου, καί κατά τήν ὁποίαν ἐξεδόθη ἡ Ἀπόφανσις – Ὁμολογία τοῦ 1981.
Καί περί τῆς «Ὁμολογίας τοῦ 1983»
Ἡ ἐπανάληψις τῆς Ὁμολογίας τοῦ 1981 ἦτο ἀπαραίτητος, διότι πάλιν τό 1983 σημειώνεται σφοδρά ληστρική ἐπίθεσις τοῦ Παλαιοημερολογιτικοῦ Οἰκουμενισμοῦ, αὐτήν τήν φοράν διά στόματος Αὐξεντίου καί Σακαρέλλου («Ὀρθόδοξος Τύπος»), στήν προσπάθειά τους πάλιν νά μᾶς παρασύρουν καί μᾶς ἐξαρτήσουν ἀπό τούς Ρώσους τῆς Διασπορᾶς.
‘Ιδού τί εἶπε τήν 13/26.5.83, ὁ Ἀρχιεπίσκοπος τῶν Φλωρινικῶν κ. Αὐξέντιος εἰς Πανελλαδικόν συνέδριον τῶν ὁπαδῶν του:
«Ἀλλ’ ἐνῶ προέκοπτεν ὁ ἱερός ἡμῶν Ἀγών πρός ἑδραίωσιν καί κατίσχυσιν τῆς Ὀρθοδοξίας, ὁ μισόκαλος καί πειραστής πάντων, ἐμίσησε τήν ἑνότητα καί τήν ἀγαστήν συνεργασίαν ἡμῶν καί ἐνέσπειρε τήν διχόνοιαν καί τήν διαίρεσιν ἀπό τοῦ ἔτους μάλιστα 1937... Καί οὕτω ἀπεσχίσθησαν τῆς Ἐκκλησίας οἱ λεγόμενοι καί φερόμενοι ὡς παράταξις ΜΑΤΘΑΙΟΥ. Προσφάτως δέ, καί ἕτεροι ἡμέτεροι Ἀρχιερεῖς ἀπεσχίσθησαν ἄνευ σοβαρᾶς αἰτίας καί λόγου. ΟΥΔΕΙΣ ΛΟΓΟΣ ΠΙΣΤΕΩΣ ὑπεχρέωσεν αὐτούς νά ἀπομακρυνθοῦν τῆς Ἐκκλησίας των.
Οἱ Ἱεροί καί Θεοφόροι Πατέρες διακελεύουν: «Περί βίου μή ἐρεύνα! Περί πίστεως ἀπόσχου». Πᾶς λοιπόν ἕτερος λόγος διαιρέσεως τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ΑΝΕΔΑΦΙΚΟΣ, ΑΝΑΞΙΟΣ ΛΟΓΟΥ. Λόγοι μωροφιλοδοξιῶν καί σπουδαρχίας) δηλαδή ἡ μετά σφοδρᾶς ἐπιθυμίας καί διά παντός μέσου ἀπόκτησις ἀξιωμάτων) ὁδήγησαν αὐτούς εἰς τήν διάσπασιν.Περί αὐτῶν, δικαίως, ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γράφων πρός τόν μαθητήν του Τῖτον λέγει: «Εἰσίν πολλοί ἀνυπότακτοι, ματαιολόγοι, καί φρεναπάται, οὕς δεῖ ἐπιστομίζειν, οἵτινες ὅλους οἴκους άνατρέπουσιν διδάσκοντες, ἅ μή δεῖ, αἰσχροῦ κέρδους χάριν» (Τίτ. Α,10).
Ἡμεῖς παρά ταῦτα, ἀνεξικάκως φερόμενοι καί πάντοτε πρόθυμοι πρός πᾶσαν δυνατήν συνεργασίαν, ἐπί τῆ βάσει τῶν ‘Ιερῶν Κανόνων καί Νόμων τῆς Ἐκκλησίας, ἐπεδιώξαμεν παντί σθένει καί τρόπῳ, τήν διατήρησιν τῆς ἑνότηος, χάριν τῆς εἰρήνης καί προὀδοου τοῦ Ἱεροῦ ¨ημῶν Ἀγῶνος.
Ἀλλά εἰς μάτην ὁ ἀγών ἡμῶν! Διότι οἱ φερόμενοι ὡς ΜΑΤΘΑΙΚΟΙ, θεωροῦντες ΑΝΤΙΚΑΝΟΝΙΚΗΝ ΚΑΙ ΕΛΛΕΙΠΗ ΤΗΝ ΥΦ’ ΕΝΟΣ ΧΕΙΡΟΤΟΝΙΑΝ ΑΥΤΩΝ, μετέβησαν εἰς Ἀμερικήν αἰτούμενοι τήν ΘΕΡΑΠΕΙΑΝ ΤΟΥ ΚΑΚΟΥ, παρά τῆς ἐν Ὑπερορίᾳ εὑρισκομένης Ρωσικῆς Ἐκκλησίας, τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Κυρίου Φιλαρέτου! Ὁπότε οἱ δύο Ἀρχιερεῖς ἐκπροσωποῦντες τήν παράταξιν Ματθαίου, εὑρεθέντες ἐν ἀπορία καί ἀμηχανία, ἤκουσαν παρά τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῶν Ρώσων τήν ΑΝΑΓΚΗΝ, ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΑΝΑΧΕΙΡΟΤΟΝΙΑΝ ΤΩΝ ΠΑΡΑ ΤΩΝ ΡΩΣΣΩΝ, ὅπως ἐπανέλθουν εἰς ΕΛΛΑΔΑ, ἵνα λάβουν τήν ΚΑΝΟΝΙΚΗΝ ΕΥΛΟΓΙΑΝ ΚΑΙ ΕΥΧΗΝ ΥΠΟ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΗΜΩΝ.
Οὗτοι ὅμως ἐπανελθόντες ἐν Ἑλλάδι, οὐχί μόνον δέν ὑπήκουσαν τοῖς κελεύσμασι τῶν Ρώσων Ἀρχιερέων, ἀλλά πρός καθησύχασιν τῶν ἐξαπτομένων πνευμάτων ἐν τῆ παρατάξει αὐτῶν, ἤρχισαν ἀδιάλλακτον πολεμικήν διά τε τῆς γραφίδος καί κηρυγμάτων, ἴσως καί παρά προσώπων μή εἰδότων καί μή κατεχόντων τήν ΑΛΗΘΕΙΑΝ περί τῆς ἀντικανονικότητος τῆς Συνόδου τῆς παρατάξεως Ματθαίου.
Ἡμεῖς, ὅμως, διά τήν ἀγάπην τοῦ Ἀναστάντος Θεοῦ καί Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, προσεπαθήσαμεν πολλάκις καί διά γραπτῶν ἡμῶν προτάσεων νά ἔλθωμεν εἰς ἑνότητα ἀγάπης μετά τῶν Ματθαιϊκῶν πρός θεραπείαν τῶν ἐν αὐτοῖς κακῶν. Ἀλλά λόγοι, οὕς αὐτοί καί μόνον γνωρίζουν, ματαιώνουν πάντοτε καί ναυαγοῦν τά προτάσεις καί τήν ἐπιθυμίαν ἡμῶν πρός ἕνωσιν.
Εὐχόμεθα πρός τήν παράταξιν ταύτην, ὅπως συνερχομένη ἐν μετανοίᾳ ἐπιστρέψη εἰς τήν Κανονικήν ἡμῶν Ἐκκλησίαν».
( Βλέπε: «ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΙΣ» (τεῦχος 10, Μάϊος -Ἰούνιος 1983)
Τά ἴδια ὑπεστήριζε τότε καί ὁ Σακκαρέλλος μέσα ἀπό τόν «Ὀρθόδοξο Τύπο» . Ἀμέσως τότε ἡ Ἱερά Σύνοδος προέβη εἰς ἐκείνην τήν ἱστορικήν - ὁμολογιακήν ἀπάντησιν, τήν ὁποίαν ὅμως ἡ Ἱερά Σύνοδος κράτησε μέχρι τό τό 1997, ἀφοῦ τό 1993 οἱ τρεῖς πού παρέμειναν τότε στήν ἀλήθεια, τήν ἐπανέλαβον, διά νά ἀντιμετωπίσουν τήν νέαν σχετικήν βλασφημίαν τῶν πέντε, τήν ὁποίαν ὑπεστήριξε πρῶτος ὁ Ἰερομ. Εὐθύμιος Ἐπιφανίου.
Η ΑΝΑΓΚΗ ΕΠΑΝΑΛΗΨΕΩΣ ΤΗΣ ΟΜΟΛΟΓΙΑΣ ΣΗΜΕΡΟΝ
Μετά τό 1997 σημειώνεται ἡ νέα ληστρική ὁμαδική ἐπίθεσις κατά τῆς Ὁμολογίας καί τῆς Ἀποστολικῆς Διαδοχῆς, καί μάλιστα μέ μεγαλυτέραν σφοδρότητα. Καί αὐτή ἡ νέα ἐπίθεσις ἐξεκίνησεν ἔξωθεν, ἀπό τά ξένα Κέντρα, ἀλλά πλέον εἰσῆλθε καί ἐντός τῶν τειχῶν. Ἔτσι αὐτό πού διεκήρυξε τό 1983 ὁ Αὐξέντιος, ΔΙΑΚΗΡΥΣΣΕΤΑΙ πολύ ἐντονώτερον, μετά τό 1997, ἀπό τούς Φλωρινικούς καί τούς Νεοημερολογίτας, ΟΜΩΣ ΤΩΡΑ διά τῶν κ. Β. Σακκᾶ, ἀδελφῶν Τσακίρογλου, καί Κάτσουρα, καί μέ συντονιστάς τούς κ.κ. «Ἀχαίας» Καλλίνικον καί Σακαρέλλον. Δηλαδή πάλιν ἐνεργοῦν τά ἴδια Κέντρα, τά ὁποῖα συνεχίζουν τήν ἐκστρατεία ἀπό τό 1971, 1976, 1978, 1980, 1983 καί 1991, ἀλλά ἐνῶ προηγουμένως ἀπετύγχανον, διότι πάντοτε ἡ Ἱερά Σύνοδος ἀπήντα ὁμολογιακῶς, αὐτήν τήν φοράν κατώρθωσαν νά εἰσέλθουν «ἐντός τῶν τειχῶν», καί τό ΧΕΙΡΟΤΕΡΟΝ, ΟΤΙ ΟΙ ΑΡΧΙΕΡΕΙΣ, ΑΝΤΙ ΝΑ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΟΥΝ ΑΥΤΗΝ ΤΗΝ ΝΕΑΝ ΠΡΟΠΑΓΑΝΔΑΝ, ΑΥΤΗΝ ΤΗΝ ΝΕΑΝ ΕΠΙΘΕΣΙΝ (ΔΙΩΓΜΟΝ), ΕΣΤΡΑΦΗΣΑΝ ΜΕ ΒΑΡΒΑΡΙΚΟΝ ΜΕΧΡΙ ΚΑΙ ΔΑΙΜΟΝΙΚΟΝ ΤΡΟΠΟΝ ΚΑΙ ΜΕ ΣΚΕΥΩΡΙΑΣ, ἐναντίον ἐκείνων οἱ ὁποῖοι ἀπ’ ἀρχῆς καί μέχρι σήμερον ἀντιμετώπισαν ΟΜΟΛΟΓΙΑΚΩΣ τό νέον προδοτικόν κίνημα. Τό ἀποκορύφωμα αὐτοῦ τοῦ κινήματος τῆς προδοσίας ἦτο ἡ ἱερόσυλος συμπαικτική καί διά λογαριασμόν τοῦ παλαιοημερολογιτικοῦ οἰκουμενισμοῦ παραίτησις τοῦ Ἀρχιεπισκόπου ‘Ανδρέου ὑπέρ τοῦ «Πειραιῶς» Νικολάου, διά νά προωθηθοῦν, ὑπ’ αὐτοῦ, ὡς «χειροθετημένου» (καί «νά ἀναγνωριζομένου» βάσει τῶν Ἀπαλλακτικῶν Βουλευμάτων) πιό γρήγορα καί πιό εὔκολα οἱ στόχοι τοῦ παλαιοημερολογιτικοῦ οἰκουμενισμοῦ, τοῦ ὁποίου ὁ τελικός, ἐπαναλαμβάνομεν, σκοπός εἶναι ἡ ΠΛΗΡΗΣ ΥΠΑΓΩΓΗ ΤΩΝ ΠΑΛΑΙΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΩΝ ΕΙΣ ΤΟΝ ΝΕΟΗΜΕΡΟΛΟΓΙΤΙΣΜΟΝ, ἔστω καί ἄν κρατοῦν τό Παλαιόν, καί αὐτή εἶναι ἡ λύσις τοῦ παλαιοημερολογιτικοῦ κατά τόν κ. Χριστόδουλον.
Εἰδικώτερον:
Ἡ νέα πρόκλησις - ἐπίθεσις κατά τῆς Ὁμολογίας καί τῆς Ἀποστολικῆς Διαδοχῆς σημειώνεται λίαν ἐπισήμως καί προκλητικώτατα εἰς μίαν «ΔΙΑΚΗΡΥΞΙΝ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΟΜΟΛΟΓΙΑΣ», τήν ὁποίαν ὁ ‘Αρχιεπίσκοπος τῶν Φώρινικῶν κ. Χρυσόστομος Κιούσης πέστειλε πρός τήν Ἐκκλησία τῶν Κατακομβῶν, εἰς τήν ὁποίαν τρόπον τινά ἀνανεώνει τήν περί «χειροθεσίας – χειροτονίας» βλασφημίαν τοῦ προκατόχου του ‘Αρχιεπισκόπου τῶν Φλωρινικῶν Αὐξεντίου.
Ἡ ΔΙΑΚΗΡΥΞΙΣ αὐτή ἦλθε στά χέρια μας τό 1997. Γράφει:
«Δοκιμάζομεν ὅμως τήν πικρίαν τοῦ χωρισμοῦ τῆς μαρτυρικῆς ἡμῶν Ἐκκλησίας, διότι οἱ μέν προερχόμενοι ἐκ τοῦ Ἐπισκόπου Ματθαίου ἀπεσπάσθησαν δημιουργήσαντες σχίσμα ἐξ αἰτίας ἀλόγου φανατισμοῦ.
Διά τό ἀληθές ὅμως παρεσύρθησαν ἀπό δεινόν τινά ἱερωμένον ἐγκάθετον τῆς Ἐκκλησίας τῶν νεοημερολογιτῶν, Εὐγένιον Τόμπρον ὀνομαζόμενον, ὁ ὁποῖος εἰσεχώρησε εἰς αὐτούς καί ὑπεκρίθη τόν θερμόν ζηλωτήν εἰς ἀκριβολογίαν πίστεως, μέ ἀποτέλεσμα τήν ἀποπλάνησιν τοῦ γέροντος ‘Επισκόπου Ματθαίου παρασύρας τοῦτον εἰς δύο φοβερά ὀλισθήματα.
Τό πρῶτον, ἀπόσχισιν ἀπό τῶν χειροτονησάντων αὐτόν Μητροπολιτῶν πρώην Φλωρίνης Χρυσοστόμου, κλπ. ὅστις ἐδικάσθη καί ἐξωρίσθη δίς διά τήν ὀρθόδοξον πίστιν καί ἀπέθανεν ἐν ὀρθοδόξω ὁμολογία. Δεύτερον εἰς χειροτονίαν ἐπισκόπων ὑπό μόνου ἐκείνου περί τό τέλος τῆς ζωῆς του κατά παράβασιν τοῦ Α Ἀποστολικοῦ Κανόνος. Τήν ἀκυρότητα τῆς χειροτονίας των οἱ Ματθαιϊκοί μετά τινα ἔτη ἐζήτησαν νά διορθώσουν ἀπό τήν Ρωσικήν ἐν διασπορᾶ ‘Εκκλησίαν εἰς Ἀμερικήν.
Ἐδέχθησαν ἀναχειροτονίαν ἤ χειροθεσίαν, πλήν ὅμως ἐξ ἐσωτερικῆς των διαμάχης ἀπεκήρυξαν ὑστέρως τήν ἐκκλησιαστικήν πρᾶξιν τῆς Ρωσικῆς Συνόδου καί ἐπανῆλθον οὕτω εἰς τήν πρώτην ἀκυρότητα τῶν χειροτονιῶν. Ματαίως ὅθεν καί σφαλερῶς πιστεύουν ὅτι ἔχουν κανονικήν Ἀποστολικήν Διαδοχήν, ἐφ’ ὅσον ἔχουν τήν ἐκδίκησιν τοῦ Α Ἀποστολικοῦ Κανόνος, ἆρα εἶναι ἀντικανονικοί».
‘Ενῶ ὀλίγον ἀργότερον, ἐν ἔτει 2002, ἡ θέσις του διά τούς «Ματθαιϊκούς», διατυπώνεται «βελτιωμένη» (καί τοῦτο καθ’ ἡμᾶς σάν μιά συμμετοχή στήν προσπάθεια πού ἐγίνετο νά περάση ἡ χειροθεσία σέ ὅλους τούς ‘Αρχιερεῖς) καί εἰς συνέντευξίν του πρός Ρῶσον δημοσιογράφον, ἔχουσα οὕτω:
«Δέν ὑπάρχουν ἄλλες τοπικές ‘Εκκλησίες στόν ἴδιο χῶρο. ‘Εμεῖς ἀποτελοῦμε τήν Ἐκκλησία τῶν ΓΟΧ Ἑλλάδος, ἐκ τῆς ὁποίας ἀπεκόπησαν οἱ Ματθαιϊκοί, οἱ Αὐξεντιανοί, οἱ Κυπριανίτες καί οἱ περί τόν Καλλίνικον Χανιώτην, οἱ ὁποῖοι ἀποτελοῦν σχισματικές παρατάξεις καί ὄχι ἐκκλησία.
Μέ τούς Ματθαιϊκούς δέν ἔχουμε οὐσιαστική διαφορά σέ θέματα πίστεως. Ὑπάρχει, κατά τήν γνώμη μου, μόνον διαφορά νοοτροπίας. ‘Εμεῖς τούς βλέπουμε μέ συμπάθεια., ἀλλά τό κακό εἶναι ὅτι ἐκεῖνοι δέν κάνουν τό ἴδιο καί ἔχουν πολύ φανατισμό. Μετά τήν μεταξύ τους διάσπαση ἔχουν ἀποδυναμωθεῖ πάρα πολύ καί δέν νομίζω ὅτι ἔχουν μέλλον»
(Βλέπετε «Η ΦΩΝΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ» ‘Ιούλιος –Αὔγουστος 2002, ἀριθμ. φύλλου 917)
Τό θέμα ἔλαβε νέας διαστάσεις καί ἀπήτει νέαν ὁμολογιακήν ἀντιμετώπισιν καί ὅταν ὁ Φλωριναῖος «Πενταπόλεως» Καλλιόπιος ἐδημοσίευσεν εἰς τά «Πάτρια» τό ‘Απαλλακτικόν Βούλευμα 54/76 Πειραιῶς καί τό εἰς αὐτό βασιζόμενον 46/91 τῆς Δράμας, μέ προφανῆ σκοπό νά περάση τό μήνυμα ὅτι οἱ Ματθαιϊκοί ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΙ ὑπό τοῦ Νόμου ὡς ἕλκοντες τήν ‘Αποστολικήν των Διαδοχήν ὑπό τῶν Ρώσων τῆς Διασπορᾶς, καί ἑπομένως εἶναι τό ἴδιο μέ τούς Φλωρινικούς εἰς τούς ὁποίους ὀφείλουν νά ὑποταχθοῦν. Μέ τό περιεχόμενον τῶν ‘Απαλλακτικῶν Βουλευμάτων ἠσχολήθημεν μετά τό μετά τό 1997. , Θά παραθέσω δὐο ἀποσπάσματα ἀπό τό Ἀπαλλακτικόν Βούλευμα 54/76, διά τό ὁποῖον, ἄν καί πέρασαν 8 ἔτη Καταγγελιῶν, ἀπό τότε πού ἔγινε γνωστόν μέσα ἀπό τά «Πάτρια» τοῦ Καλλιοπίου, ὅμως ἀκόμη οἱ ‘Αρχιερεῖς δέν θέλουν νά τό καταδικάσουν, διά νά μή θιγῆ ὁ ψευδαρχιεπίσκοπος Νικόλαος καί νά μήν ἀποκαλυφθῆ ἡ προδοσία του καί ἡ βλασφημία του κατά τῆς Ὁμολογίας καί τῆς Ἀποστολικῆς Διαδοχῆς, ἤ ὅπως ἀπεκαλύφθη ἐκ τῶν ὑπαναχωρήσεών των τοῦ 2003 καί ἀπό τήν ἄρνησιν νά λάβουν θέσιν καί διά τήν «ΠΕΡΙΓΡΑΦΗΝ» τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Μεταμορφώσεως Μπροῦκλιν, τό ΑΠΟΔΕΧΟΝΤΑΙ καί προσπαθοῦν νά γίνη ἀποδεκτόν καί ἀπό τούς διαμαρτυρομένους.
‘Ιδού τό πρῶτον ἀπόσπασμα τοῦ 54/76 ‘Απαλλακτικοῦ Βουλεύματος:
«Ἀπό τοῦ ἔτους 1937 ὁ κατά τήν 26ην Μαίου 1935 χειροτονηθείς εἰς 'Επίσκοπον Βρεσθένης Ἁγιορείτης Ἱερομόναχος Ματθαῖος Λαυρεώτης περιελθών εἰς ἔριδα μετά τῶν λοιπῶν Ἀρχιερέων, ἥν καί τύποις περιέγραψεν, ἵδρυσεν νέαν θρησκευτικήν κοινωνίαν, ἥν ὠνόμασεν ὡσαύτως Ἐκκλησίαν τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν τῆς Ἑλλάδος ... Ἡ ἐν λόγῳ δευτέρα τῶν Παλαιοημερολογιτῶν Ἐκκλησία ὑποστηρίζει τήν συγκρότησιν αὐτῆς ...», «...οἱ κατά τό ἔτος 1935 καθαιρεθέντες 'Αρχιερεῖς μετέστησαν εἰς τήν τάξιν τοῦ Μοναχοῦ, μηδεμίαν ἐξουσίαν ἔχοντες πρός ἐνέργειαν τῶν εἰς τούς Ἐπισκόπους ἐπιτρεπομένων, ἐν οἷς καί ἡ χειροτονία ἱερέως ἤ Ἀρχιερέως, ἥτις τυχόν γενομένη εἶναι ἄνευ ἐννόμου ἀξίας καί δέν περιποιεῖ τῷ χειροτονηθέντι τήν ἰδιότητα τοῦ Κληρικοῦ ἤ τοῦ Ἐπισκόπου...» (Πάτρια, Τόμος 11ος, σελ. 164 καί 165).
‘Ιδού καί τό δεύτερον ἀπόσπασμα τοῦ 54/76 ‘Απαλλακτικοῦ Βουλεύματος:
«Πρός θεραπείαν τῆς τοιαύτης "ἀδυναμίας" ... αἱ δύο θρησκευτικαί κοινωνίαι τῶν παλαιοημερολογιτῶν προσέφυγον κεχωρισμένη ἑκάστη εἰς τήν Ὑπερόριον Ρωσικήν 'Ορθόδοξον Ἐκκλησίαν, ἥτις ἐδέχθη διά χειροθεσίας κατ' οἰκονομίαν τοῦ Η 'Αποστολικοῦ Κανόνος τῆς Πρώτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου "Περί τῶν ὀνομαζόντων μέν ἑαυτούς καθαρούς ποτε, προσερχομένων δέ τῇ Καθολικῇ Ἐκκλησίᾳ, ἔδοξε τῇ Ἁγίᾳ καί Μεγάλῃ Συνόδῳ, ὥστε χειροθετουμένους αὐτούς, μένειν οὕτως ἐν τῷ κλήρῳ ...", νά καταστήση κανονικάς τάς ἐκ τοῦ Ματθαίου προερχομένας χειροτονίας τῆς "Ματθαιϊκῆς" Ἱεραρχίας, δυνάμει τῆς ἀρχῆς καθ' ἥν μία ἄνομος πράξις ἐπικυρώνεται ὡς Μυστήριον, ἄνευ τῆς ἀνάγκης τῆς ἐπαναλήψεως...» (Αὐτόθι σελ. 165).
Εἰς τά ἴδια πλαίσια κινούμενος καί ὁ κ. Βασίλειος Σακκᾶς μέ ἐπωνύμους καί ἀνωνύμους ἐπιστολάς (ἐπιλογήν τῶν ὁποίων θά παραθέσωμεν εἰς ἄλλην ‘Ενημέρωσιν) ἐπροπαγάνδιζε ὅτι βάσει τῆς χειροθεσίας «σήμερα δέν ὑπάρχει διαφορά εἰς τήν Ἀποστολικήν Διαδοχήν μεταξύ Ματθαιϊκῶν καί Φλωρινικῶν», ἐνῶ συγχρόνως καί δολίως ὁ κ. Κάτσουρας τόν ἐπρότεινε διά συνεργάτην τοῦ «Κήρυκος», διά νά εἶναι ἀπό μέσα καί νά κάνη καλύτερα τήν ... δουλειά του.
Μέ τούς ἴδιους πάντοτε οἰκουμενιστικούς στόχους ὁ κ. Δ. Κάτσουρας καί οἱ ἀδελφοί Τσακίρογλου ἐπροπαγάνδιζαν ὑπέρ τῆς χειροθεσίας, καί ὑπέρ τῆς οἰκουμενιστικῆς ἑνώσεως μετά τῶν Φλωρινικῶν, βάσει τῆς χειροθεσίας, ἐνῶ παραλλήλως ἐπροωθεῖτο προπαγανδιστικῶς καί ἡ θέσις τοῦ μ. Μαξίμου ὅτι «βιάσθηκε ὁ ἅγιος Πατέρας τό 1937 καί ἀπεκήρυξε τόν Φλωρίνης», διά νά περάσουν τήν ἀμφιβολία ὅσον ἀφορᾶ τήν ὀρθότητα τοῦ ἀγῶνος τοῦ ἁγίου Πατρός, καί τήν ἐγκυρότητα τῶν χειροτονιῶν τοῦ 1948, καί ἐπομένως ὅτι καλῶς ἐγένετο ἡ «χειροθεσία» τῶν Ρώσων ἐπί τῶν ‘Επισκόπων Καλλίστου καί ‘Επιφανίου, καί ἀπομένει νά ὑποταχθῶμεν εἰς τούς Φλωρινικούς καί δι’ αὐτῶν εἰς τόν Νεοημερολογιτισμόν κρατοῦντες πάντοτε τό παλαιόν ἡμερολόγιον ὡς δεκατριμερῖται, διά νά προχωρήση καλύτερον τό οἰκουμενιστικόν τοῦτο κίνημα.
Δυστυχῶς ἡ περί τόν Ἀρχιεπίσκοπον Ἀνδρέαν καί μετέπειτα τόν «Πειραιῶς» κ. Νικόλαον ψευδοσύνοδος, ἀπό τό 1998 ἐμφανῶς πλέον καλύπτουν τό νέον κίνημα τοῦ παλαιοημερολογιτικοῦ οἰκουμενισμοῦ , τό λαμβάνουν ὑπό τήν προστασίαν των, τό προωθοῦν διά τῶν ἀποφάσεών του καί τό ἰσχυροποιοῦν μέ τήν προσπάθειαν «ἐξοντώσεως» ἐκείνων πού τό ἀποκαλύπτουν καί τό ἀντιμετωπίζουν ὁμολογιακῶς. Δέν ἀπαντοῦν ΟΜΟΛΟΓΙΑΚΩΣ, διότι σκοπός τῶν ξένων Κέντρων πού ἐμμέσως ἤ ἀμέσως τούς κατευθύνουν διά τῶν πρακτόρων των Κάτσουρα καί Τσακίρογλου, εἶναι ἡ ἀναγνώρισίς μας ἀπό τούς Φλωρινικούς καί τούς Νεοημερολογίτας, καί «νά ἀποδυναμωθοῦν ὥστε νά μή ἔχουν μέλλον», πού σημαίνει ὅτι βλέπουν τήν ‘Εκκλησία σάν ἕνα κοσμικό ὀραγανισμό μέσα στόν ὁποῖο ὑπερισχύουν ὅσοι κάμνουν περισσοτέρας σκευωρίας καί .
Ἡ νέα αὐτή ἐπίθεσις – πρόκλησις (1997 -2005) εἶχε ἕνα καί μοναδικό στόχο, νά περάση εἰς ὅλους τούς ‘Αρχιερεῖς, ἔστω καί ἐκ τῶν ὑστέρων, ἔστω καί διά τῆς σιωπῆς, ἡ χειροθεσία ὡς ἐπί σχισματικῶν. Αὐτήν ἀκριβῶς τήν ἔννοιαν εἶχε ἡ πρότασις τῶν Φλωρινικῶν τό 1998, νά μή συζητήσουμε τά θέματα τοῦ θεολογικοῦ διαλόγου ἀπό τό 1937 ἕως τοῦ 1971, πράγμα τό ὁποῖον ἐμμέσως ἀπεδέχθησαν οἱ «ἡμέτεροι» Ἀρχιερεῖς, μή λαβόντες ὑπ’ ὄψιν τήν ἡμετέραν, ὡς Προέδρου τῆς ‘Επιτροπῆς πρότασιν νά ἐμμείνωμεν εἰς τήν Ἡμερησίαν Διάταξιν τοῦ θεολογικοῦ Διαλόγου.
‘Αντί ὁμολογιακῆς ἀντιμετωπίσεως τῶν νέων προκλήσεων κατά τῆς ‘Αποστολικῆς μας Διαδοχῆς ἔχομεν τό 2003 ὁμαδικήν ὑπαναχώρησιν τῶν περί τόν ‘Αρχιεπίσκοπον ‘Ανδρέαν ‘Αρχιερέων καί τήν εἰς τά πλαίσια αὐτῶν ἱερόσυλος παραίτησις τοῦ ‘Αρχιεπισκόπου, ἡ ὁποία ὁριστικοποίησε τό σχίσμα των.
Καί ἐνῶ μέχρι τό 2003 ἐπίσημα τουλάχιστον σιωποῦν καί δέν ἐκδηλώνονται, ἐνῶ διώκουν αὐτούς πού καταδικάζουν αὐτήν τήν νέαν πρόκλησιν, τό 2003 συμβαίνει ΟΜΑΔΙΚΗ ΕΚ ΜΕΡΟΥΣ ΤΩΝ ΑΡΧΙΕΡΕΩΝ ΥΠΑΝΑΧΩΡΗΣΙΣ ἀπό τάς ὁμολογίας τοῦ 1981 καί 1983, καί γενικώτερα ὅσον ἀφορᾶ τό θέμα τῆς «χειροθεσίας». Δηλαδή, ἐνῶ μέχρι τώρα καί ἀτομικῶς καί Συνοδικῶς ὡμολόγουν ὅτι τό 1971 δέν ἔγινε καμμία χειροθεσία, δέν ἐφηρμόσθη ἡ ἀπόφασις τῶν Ρώσων κλπ., τό 2003, παραλλήλως καί μέ τήν περιγραφήν τῆς Μονῆς Μεταμορφώσεως Μπροῦκλιν, ΥΠΑΝΕΧΩΡΗΣΑΝ.
Οὕτω ἐδήλωσαν «γυμνῆ τῆ κεφαλῆ»:
Ὁ ‘Αρχιεπίσκοπος Ἀνδρέας: «Ἔκανα λάθος τό 1971», (δίχως νά ἐξηγήση ποτέ τί λάθος ἔκανε).
Ὁ «Πειραιῶς» Νικόλαος, δέν δέχεται νά πάρη ὁμολογιακήν θέσιν ἔναντι τῶν Ἀπαλλακτικῶν Βουλευμάτων.
Ὁ ‘Αργολίδος Παχώμιος: «Ὁλοι ἔχουμε τήν χειροτονίαν ἀπό χειροθετημένους».
Ὁ Περιστερίου Γαλακτίων: «Καί εἰς τήν ‘Αμερικήν καί εἰς τήν Ἑλλάδα διαβάστηκαν εὐχαί χειροτονίας. Ἤμουν παρόν ὅταν ὁ Ἀρχιεπίσκοπος διάβαζε τίς εὐχές τῆς χειροτονίας».
Ὁ Κιτίου Ἐπιφάνιος (μέσω τρίτων): «Ἡ χειροτονία του πέρασε ἀπό τήν χειροθεσία, τήν ὁποίαν ἀντίθετα μέ ἄλλους πάντοτε ὑπερασπίζονταν, καί θά χειροτονήση μαζί μέ τούς Ἕλληνας Ἀρχιερεῖς, Ἐπισκόπους γιά τήν Ρωσία, διά νά μεταδώση ἑκατονταπλάσια ἐκεῖνο πού ἔλαβε ἀπό τόν Φιλάρετο». (Μήν ποῦν, ὅτι σέ αὐτό ἀπήντησε ὁ Κιτίου μέσω τοῦ π. Ἀντωνίου Γαβαλᾶ, διότι δέν ὑπάρχει μεγαλύτερη ἀπάτη ἀπ’ αὐτό πού ἔκανε ὁ π. Ἀντώνιος).
Παράλληλα πρός αὐτήν ὁμαδικήν ὑπαναχώρησιν καί συγχρόνως παρατηρεῖται καί ἡ ἱερόσυλος συμπαικτική καί διά λογαριασμόν τοῦ παλαιοημερολογιτικοῦ Οἰκουμενισμοῦ ΠΑΡΑΙΤΗΣΙΣ τοῦ Ἀρχιεπισκόπου, ὑπέρ τοῦ «Πειραιῶς» Νικολάου διά νά ὑπηρετήση ἐκεῖνος πλέον ὡς ἀναγνωρισμένος ὑπό τῶν Δικαστηρίων καί βάσει τῆς χειροθεσίας ὡς ἐπί σχισματικῶν τό νέον κίνημα τοῦ Παλαιοημερολογιτικοῦ Οἰκουμενισμοῦ, τό ὁποῖον ἐστηρίζετο εἰς τήν δήλωσιν τοῦ Χριστοδούλου ὅτι ἀναγνωρίζει τούς Παλαιοημερολογίτας οἱ ὁποῖοι προέρχονται ἀπό τούς Ρώσους τῆς Διασπορᾶς.
Ἡ ἄρνησις τῆς Ὁμολογίας ἐπηρεάζει καί τήν ‘Αποστολικήν τους Διαδοχήν, τούς καταργεῖ καί ὡς ‘Επισκόπους.
Μετά ἀπό αὐτήν τήν ΥΠΑΝΑΧΩΡΗΣΙΝ ἀπό ἐκείνας τάς καλάς Ὁμολογίας τοῦ 1981 καί 1983, τότε τί ΟΜΟΛΟΓΙΑΝ ἔχουν, τί ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΝ κηρύττουν, τί ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΝ ΔΙΑΔΟΧΗΝ ἰσχυρίζονται ὅτι διαφυλάττουν; Ποίαν ‘Αποστολικήν Διαδοχήν θά μεταδώσουν, ἐάν τούς ἐπιτρέψουν νά κάμουν χειροτονίας; Ποῖον κῦρος θά ἔχουν αὐταί αἱ χειροτονίαι;
Μέ τό νά ἐπικαλοῦνται ἑπομένως τάς Ὁμολογίας τοῦ 1981 καί τοῦ 1983, καί παράλληλα νά ΚΑΛΥΠΤΟΥΝ καί νά μήν ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΟΥΝ τήν νέαν ληστρικήν ἐπίθεσιν τοῦ Παλαιοημερολογιτικοῦ Οἰκουμενισμοῦ, καί τάς ληστρικάς ἀποφάσεις πού ἔλαβαν εἰς τά πλαίσια αὐτοῦ τοῦ κινήματος, δέν ἀποδεικνύονται ὑποκριταί καί δέν «ΠΡΟΣΠΟΙΟΥΝΤΑΙ ΟΜΟΛΟΓΕΙΝ»;
Μέ τό τάσσωνται δέ μετά καί ὑπέρ τῶν πολεμίων καί τῶν προδοτῶν τῆς Ὁμολογίας καί τῆς Ἀποστολικῆς Διαδοχῆς, καί ἐναντίον ὅσων ἀπαιτοῦν καθαράν Ὁμολογίαν καί γνησίαν καί ἀνόθευτον ‘Αποστολικήν Διαδοχήν, δέν ἀποδεικνύονται λησταί καί λῦκοι πού κατασπαράσσουν τήν ποίμνην;
‘Αλλά καί οἱ κοινωνοῦντες μετά τῶν Ἀρχιερέων τῆς ψευδοσυνόδου τοῦ Νικολάου, ἐνῶ γνωρίζουν ὅλας αὐτάς τάς προσοδίας, εἶναι πολύ χειρότεροι ἀπό ἐκείνους οἱ ὁποῖοι πλανῶνται, χωρίς νά τό ἀντιλαμβάνωνται.
«Προφάσεις ἐν ἁμαρτίαις»
‘Αλλά καί ἡ δικαιολογία τῶν Ἱερέων τῆς Κύπρου καί κάποιων ἀπό τήν Ἑλλάδα, ὅτι «δέν χρειάζεται Ὁμολογία, γιατί αὐτό εἶναι σάν νά παραδεχώμαστε, ὅτι δέν εἴχαμε Ὁμολογία», εἶναι πρόφασις καί δή ἐκ τοῦ πονηροῦ. Μέ αὐτό τό σκεπτικόν, ἡ ‘Εκκλησία δέν θά ἔπρεπε νά καθορίσει τό Συνοδικό τῆς ‘Ορθοδοξίας πού τό ἐπαναλαμβάνουμε κάθε χρόνο τήν Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας, οὔτε οἱ Ἅγιοι Μέγας Φώτιος, Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, Μάρκος ὁ Εὐγενικός, θά ἔπρεπε, νά προέβαινον ὁσάκις παρίστατο ἀνάγκη εἰς νέας διακηρύξεις τῆς Ὁμολογίας των, κάθε φορά πού οἱ αἱρετικοί προσπαθοῦσαν νά παραπλανήσουν τούς Ὀρθοδόξους, οὔτε ὁ ἅγιος Ἐπίσκοπος Ματθαῖος, θά ἔπρεπε νά προέβαινε, μετά τό σχίσμα τοῦ πρ. Φλωρίνης εἰς τήν διακήρυξιν σειρᾶς Ὁμολογιακῶν διακηρύξεων.
‘Επίσης τό ἐπιχείρημα τῶν ἰδίων Ἱερέων καί πολλῶν ἄλλων «τί μᾶς ἐνδιαφέρει ἐμᾶς τί λένε οἱ Φλωριναῖοι καί οἱ Νεοημερολογῖτες», εἶναι πολύ ἀστεῖο, διότι, ἐδῶ δέν πρόκειται γιά τό «τί λένε οἱ Φλωριναῖοι καί οἱ Νεοημερολογῖτες», ἀλλά διατί τό λένε. Πρόκειται περί τοῦ χειροτέρου διωγμοῦ πού ἐνέσκυψεν. Μέσω αὐτῶν πού λένε, διώκεται ἡ Ὁμολογία, διώκεται ἡ ‘Αποστολική Διαδοχή, διώκεται δηλαδή ἡ ‘Εκκλησία, διώκεται ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Καί, ὅπως λέγει ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης, «ὅταν διώκεται ὁ Χριστός, (ἡ Ἐκκλησία) ἡ σιωπή εἶναι εἶδος ἀρνήσεως». Ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ ὁμολογητής ταυτίζει τήν Καθολικήν τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίαν μέ τήν ΟΜΟΛΟΓΙΑΝ, στηριζόμενος σέ ἐκεῖνο πού εἶπε ὁ Χριστός στόν Πέτρο: «Ἐπί ταύτην τήν πέτραν (τήν ὁμολογίαν) οἰκοδομήσω μου τήν Ἐκκλησίαν».
«Μή σιγήσωμεν, ἵνα μή κραυγή Σοδόμων γενώμεθα».
Ὅταν λοιπόν πολεμεῖται ἡ Ὁμολογία καί τό ἄλλο βασικό γνώρισμα τοῦ Γνησίου Ὀρθοδόξου Κληρικοῦ, ἡ ‘Αποστολική Διαδοχή, πολεμεῖται ἡ ‘Εκκλησία, πολεμεῖται ὁ Χριστός. Καί ἄν σιωπήσουμε στίς βλασφημίες κατά τῆς Ὁμολογίας καί τῆς Ἀποστολικῆς Διαδοχῆς, εἴτε «δικοί μας ἄνθρωποι» τίς διατυπώνουν, εἴτε Φλωριναῖοι, εἴτε Νεοημερολογῖται, τότε γινώμαστε καί ἡμεῖς συνένοχοι. Ὁ ἅγιος ὅμως Θεόδωρος ὁ Στουδίτης λέγει: «Μέγα τό τῆς σιωπῆς κρῖμα», καί «μή σιγήσωμεν ἵνα μή κραυγή Σοδόμων γενώμεθα» (PG 99, 1076), ὁ δέ Ἅγιος Μελέτιος: «Τό σιγᾶν ἐν τοῖς τοιούτοις καιροῖς ἀρνήσεως ἴδιον καί προδοσία πίστεως ἀληθινῆς»
Δυστυχῶς οἱ ἀγαπητοί Ἱερεῖς καί τῆς Ἑλλάδος καί τῆς Κύπρου δέν θά ἔφθαναν εἰς αὐτό τό σημεῖο, ἐάν παρακολουθοῦσαν τήν «‘Ορθόδοξον Πνοήν» καί ἄφηναν καί τούς χριστιανούς νά ἐνημερώνωνται. Ἀλλά, τουλάχιστον ἀς διαβάσουν τί λέγουν οἱ Πατέρες διά τήν διακοπήν κοινωνίας, μέ ἐκείνους οἱ ὁποῖοι ἀρνοῦνται νά ΟΜΟΛΟΓΗΣΟΥΝ, καί ἀς πράξουν ἀναλόγως:
Ὁ Μέγας Βασίλειος λέγει: «Οἵτινες τήν ὑγιᾶ Ὀρθόδοξον Πίστιν προσποιούμενοι ὁμολογεῖν, κοινωνεῖν δέ τοῖς ἑτερόφροσι, τούς τοιούτους εἰ καί μετά παραγγελίαν οὐκ ἀποστῶσιν, μή μόνον ἀκοινωνήτους ἔχειν, ἀλλά μηδέ ἀδελφούς ὀνομάζειν» (Βλ. Ν. Βασιλειάδη, Μάρκος ὁ Εὐγενικός καί ἡ Ἕνωσις τῶν Ἐκκλησιῶν, Ἔκδοσις «Σωτήρ», ‘Αθῆναι, 1972, σελ. 95).
Ὁ ἅγιος Κύριλλος ‘Αλεξανδρείας γράφει πρός τόν λαόν τῆς Κων/λεως: «’Ασπίλους καί ἀμώμους ἑαυτούς τηρήσατε, μή κοινωνοῦντες τῶ μνημονευθέντι (Νεστορίῳ) μήτε μήν ὡς διδασκάλῳ προσέχοντες... Τοῖς δέ γε τῶν κληρικῶν, εἴτε λαϊκῶν διά τήν ὀρθήν πίστιν κεχωρισμένοις ἤ καθαιρεθεῖσι παρ’ αὐτοῦ, κοινωνοῦμε ἡμεῖς, οὐ τήν ἐκείνου κυροῦντες ἄδικον ψῆφον, ἐπαινοῦντες δέ μᾶλλον τούς πεπονθότας (τούς παθόντας)»(ΜΑΝΣΙ, 4, 1096).
Ὁ ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης δι’ ἐκείνους πού ἁπλῶς κοινωνοῦν μέ τούς αἱρετικούς λέγει: «’Εχθρούς γάρ τοῦ Θεοῦ ὁ Χρυσόστομος, οὐ μόνον τούς αἱρετικούς, ἀλλά καί τούς τοῖς τοιούτους κοινωνοῦντας μεγάλῃ καί πολλῃ τῆ φωνῆ ἀπεφήνατο(ἐχαρακτήρισε)». (P.G. 99. 1049 Α)
Ὁ ἴδιος ἅγιος λέγει: «Οἱ μέν τέλεον περί τήν πίστιν ἐναυάγησαν΄ οἱ δέ, εἰ καί τοῖς λογισμοῖς ού κατεποντίσθησαν, ὅμως τῆ κοινωνία τῆς αἱρέσεως συνόλλυνται» (P.G. 99, 1164 Α).
Ὁ ἅγιος Μάρκος ὁ Εὐγενικός λέγει: «Ἅπαντες οἱ τῆς Ἐκκλησίας διδάσκαλοι, πᾶσαι αἱ Σύνοδοι καί πᾶσαι αἱ θεῖαι Γραφαί φεύγειν τούς ἑτερόφρονας παραινοῦσι καί τῆς αὐτῶν κοινωνίας διίστασθαι» (P.G. 160. 105 C).
Ὁ ἴδιος ἅγιος λέγει: «Φεύγετε καί ὑμεῖς ἀδελφοί, τήν πρός τούς ἀκοινωνήτους κοινωνίαν καί τό μνημόσυνον τῶν ἀμνημονεύτων. Ἰδού ἐγώ Μάρκος ὁ ἁμαρτωλός λέγω ὑμῖν, ὅτι ὁ μνημονεύων τοῦ Πάπα ὡς ὀρθοδόξου ἀρχιερέως, ἔνοχος ἔστι πάντα τά τῶν Λατίνων ἐκπληρῶσαι μέχρι καί αὐτῆς τῆς κουρᾶς τῶν γενείων καί ὁ λατινοφρονῶν μετά τῶν Λατίνων κριθήσεται καί ὡς παραβάτης τῆς πίστεως λογισθήσεται» (P.G. 160, 1097 D, 1100 Α).
Οἱ ἁγιορεῖτες Πατέρες πρός τόν αὐτοκράτορα Μιχαήλ Παλαιολόγον γράφουν: «Καί πῶς ταῦτα ἀνέξεται ὀρθοδόξου ψυχή καί οὐκ ἀποστήσεται τῆς κοινωνἰας τῶν μνημονευσάντων αύτίκα ..., ὅτι μολυσμόν ἔχει ἡ κοινωνία, ἐκ μόνου τοῦ ἀναφέρειν αὐττόν, κἄν ὀρθόδοξος εἴη ὁ ἀναφέρων» (V. LAURENT - J. DARROUZES, DOSSIER GREC. DE L’ UNION DE LYON (1273-1277), Παρίσι 1976, σ. 399).
Ὁ Β΄ Κανών τῆς ἐν Ἀντιοχείᾳ Συνόδου διαγορεύει: «Μή ἐξεῖναι δέ κοινωνεῖν τοῖς ἀκοινωνήτοις... Εἰ δέ φανείη τις ... τοῖς ἀκοινωνήτοις κοινωνῶν, καί τοῦτο ἀκοινώνητον εἶναι». ( Πηδάλιον, Ἔκδοσις «ΑΣΤΗΡ», Ἀθῆναι 1993, σελ. 176).
Τό Συνοδικόν τῆς Ἁγίας Ζ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου λέγει: «Τοῖς κοινωνοῦσιν ἐν γνώσει, τοῖς ὑβρίζουσι καί ἀτιμάζουσι τάς σεπτάς εἰκόνας, ἀνάθεμα» (Πρακτικά τῶν Ἁγίων καί Οἰκουμενικῶν Συνόδων, Τόμος Γ, σελ. 230 καί 325).
‘Εδῶ σημειώνω, ὅτι τοῦτο τὀ τελευταῖον ἰσχύει ὄχι μόνον διά τούς τότε Εἰκονομάχους, οἱ ὁποῖοι ἠρνοῦντο γενικά τήν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας περί τῶν Ἱερῶν Εἰκόνων, ἀλλά καί διά τούς νεώτερους Εἰκονομάχους, τούς πέντε πρώην Μητροπολίτας, οἱ ὁποῖοι ἀρνοῦνται καί καταδικάζουν καί ἀναθεμάτισαν μάλιστα τήν διδασκαλία τῆς Ζ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου διά συγκεκριμάς ὀρθοδόξους (Βυζαντινάς) Εἰκόνας. Τοῦτο ἰσχύει ἐκ τῶν πραγμάτων πλέον καί διά τήν περί τόν κ. Νικόλαον ψευδοσύνοδον, διότι ἡ «ΟΜΟΛΟΓΙΑ» καί τοῦ ἰδίου προσωπικῶς (τοῦ κ. Νικολάου) καί τῆς περί αὐτόν ψευδοσυνόδου εἶναι ἡ αὐτή μέ τήν «ΟΜΟΛΟΓΙΑ» τῶν ΠΕΝΤΕ πρώην Μητροπολιτῶν.
Ὁ «Πειραιῶς» Νικόλαος χειρότερος ἀπό τούς πέντε
‘Εδῶ θέλω νά ὑπογραμμίσω, κάτι πού δέν εἶναι γνωστόν εἰς τούς πολλούς. Ὅτι ἄν οἱ πέντε ἔφθασαν σ’ αὐτό τό σημεῖο τῆς πλάνης, ὥστε νά ἀναθεματίζουν ὀρθοδόξους Βυζαντινάς Εἰκόνας, τοῦτο ὀφείλεται πρωτίστως εἰς τόν «Πειραιῶς» Νικόλαον. Γνωρίζω πολύ καλά, ὡς ‘Αρχιγραμματεύς τῆς Ἱιερᾶς Συνόδου, κατ’΄α τήν δεκαετίαν τοῦ 1980-90 ὅτι οἱ πέντε πρό τοῦ 1991 δέν εἶχαν τίς πλάνες ὅπως τίς ἀπεκάλυψαν ἐν μέρει μέ τά ὅσα πρόσθεσαν (πέραν τῶν ὅσων ἐν σχεδίω ὑπέδειξαν οἱ θεολόγοι) είς τήν Α, καί ἐξ’ ὁλοκλήρου μέ τίς Β΄ καί Γ’ αἱρετικάς ‘Εγκυκλίους των, ἀλλά παρεσύρθησαν ὑπό τοῦ Νικολάου, ὁ ὁποῖος ὅμως παρέμεινε μέ τόν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀνδρέα, διά νά τόν ἐμποδίση νά συνεχίση τήν ὁμολογιακήν του πορείαν, νά τόν φέρη εἰς τά κακόδοξα φρονήματά του καί διότι εἶχε καί ἄλλες σκοπιμότητες καί βλέψεις.
Τοῦ πρότειναν οἱ πέντε νά πάη μαζί τους, καί θά τόν ἔκαναν Ἀρχιεπίσκοπο, ἀλλά, ὅπως ἀφελῶς εἶπε δημόσια τήν Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας τοῦ 1976 «δέν πῆγα, διότι δέν τούς εἶχα ἐμπιστοσύνη, ὅτι θά μ΄’ε ἔκαμναν ...». Δέν τούς εἶχε ἐμπιστοσύνη πώς θά τόν ἔκαναν ‘Αρχιεπίσκοπο, ἐδῶ ὅμως, μαζί μέ τόν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀνδρέα, θά γινόνταν ἀμέσως ‘Αντιπρόεδρος καί ἦτο πολύ εὔκολο νά ἱκανοποιήση τόν διακαῆ πόθο του. Μποροῦμε ἀπ’ αὐτό νά καταλάβουμε, γιατί ἐπέτρεψε ὁ Θεός τό 1974 -1976 νά πέση, (ζητήσας νά ἀπαλλαγῆ βάσει τῆς χειροθεσίας κατά τόν Η Κανόνα τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, καί μέ τήν πανηγυρικήν ἀποδοχήν τοῦ βλασφήμου Ἀπαλλακτικοῦ Βουλεύματος). Αὐτά δέν εἶναι προσωπικά θέματα τοῦ «Πειραιῶς» Νικολάου, ὅπως μοῦ εἶπε κάποτε ὁ Περιστερίου Γαλακτίων, στήν προσπάθειά του νά τόν καλύψη, ἀλλά εἶναι θέματα κοινά - ἐκκλησιαστικά, τά ὁποῖα εἰς τήν προκειμένην περίπτωσιν συμπλέκονται μέ τήν ΠΡΟΔΟΣΙΑΝ καί ἐνοχοποιοῦν καί ὅσους τόν καλύπτουν.
Μία λύσις ὑπάρχει
Καί μία μικρά παραίνεσις πρός ὅσους ἔχουνη ἀκόμη ἀμφιβολίας, ὡς πρός τά ἀνωτέρω: Πατέρες καί ‘Αδελφοί, μία καί μοναδική λύσις ὑπάρχει, διά νά ἐξέλθετε ἐκ τοῦ ἀδιεξόδου εἰς τό ὁποῖον σᾶς ἔφεραν. Ἐκεῖνος ἀπό τούς Κληρικούς ἤ ἀπό τούς λαϊκούς, ὁ ὁποῖος θέλει νά παραμείνη στήν Κιβωτό τῆς σωτηρίας, τήν Γνησία Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία, πρέπει νά ΕΞΕΛΘΗ ΤΟ ΔΥΝΑΤΟΝ ΣΥΝΤΟΜΩΤΕΡΟΝ ΕΚ ΜΕΣΟΥ ΑΥΤΩΝ, κατά τό «ἐξέλθετε ἐκ μέσου αὐτῶν καί ἀφωρίσθητε καί ἀκαθἀρτου μή ἅπτεσθε, κάγώ εἰσδέξομαι ὑμᾶς», λέγει Κύριος Παντοκράτωρ. Δέν πρέπει νά ἐπηρεάζεται κανείς ἀπό τό ὅτι εἶναι ὀλίγοι αὐτοί πού ἐξέρχονται καί πολλοί αὐτοί πού παραμένουν μαζί τους. Ἤδη τέσσαρες μοναχοί ἀπό τήν Μονή Μεταμορφώσεως Κουβαρᾶ ‘Αττικῆς ἐπανῆλθον εἰς τήν καλήν Ὁμολογίαν τῆς Πίστεως. ‘Αλλά καί σέ ὅλες τίς ἐνορίες, καί εἰς τό ἐξωτερικόν ἄνθρωποι πού ἠμποδίζοντο ἀπό τούς ὁπαδούς τοῦ Νικολάου νά διαβάζουν τήν «ΟΡΘΟΔΟΞΟΝ ΠΝΟΗΝ», τώρα δείχνουν ἐνδιαφέρον νά γνωρίσουν τήν ἀλήθειαν... ‘Αλλά καί ὀλίγοι νά μείνωμεν, ἀς μή ξεχνᾶμε ὅτι ὁ Κύριος μᾶς δίδει θάρρος λέγοντάς μας: «Μή φοβοῦ τό μικρόν ποίμνιον».
Μετ’ εὐχῶν καί εὐλογιῶν
+Ο ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ ΚΑΙ ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ
ΚΗΡΥΚΟΣ
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου