ΑΠΑΝΤΗΣΙΣ ΕΙΣ ΜΙΑΝ ΑΠΟΡΙΑΝ Η ΟΠΟΙΑ ΑΦΟΡΑ ΕΙΣ ΤΟ ΣΧΙΣΜΑ ΤΩΝ ΝΙΚΟΛΑΙΤΩΝ ΤΟΥ 2005
ΑΠΑΝΤΗΣΙΣ ΕΙΣ ΜΙΑΝ ΑΠΟΡΙΑΝ
(Η ΟΠΟΙΑ ΑΦΟΡΑ ΤΟ ΣΧΙΣΜΑ ΤΟΥ 2005)
Εἰς τήν ἀπορίαν τινων, μήπως ἔπρεπε νά κάμω «ὑπακοήν» εἰς τήν «Σύνοδον» ὥστε νά μή μείνω «μόνος», ἀπαντῶ λίαν συντόμως. Ὄχι δέν ἔπρεπε νά κάμω «ὑπακοήν» εἰς μίαν ψευδοσύνοδον σχισματοαιρετικῶν ψευδεπισκόπων, ὅπως τήν κατήντησαν διά τῶν ὀργάνων των τά σκοτεινά Κέντρα τοῦ παποοικουμενισμοῦ, διότι τότε θά ἐπρόδιδα τήν Ὁμολογίαν μου, θά ἐπρόδιδα τόν Χριστόν. Ὤφειλον νά κάμω ὑπακοήν εἰς τήν ΟΝΤΩΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΝ ΚΑΙ ΚΑΝΟΝΙΚΗΝ ΑΓΙΑΝ ΣΥΝΟΔΟΝ τῆς Μίας, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, ἀπό τἠν ὁποίαν ἐξῆλθον οἱ Νικολαίται, διότι κατά τήν ἐντολήν τοῦ Κυρίου μας «οὐ δυνάμεθα δυσίν κυρίοις δουλεύειν». Σύνοδος δέν εἶναι κάθε συνάθροισις Ἐπισκόπων, «κἄν πολλοί ὦσιν». Κατά τόν ἅγιον Θεόδωρον τόν Στουδίτην: «Συνόδους τοίνυν, ... οὐ τό ἀπλῶς συνάγεσθαι Ἱεράρχας τε καί Ἱερεῖς, κἄν πολλοί ὦσιν.... ἀλλά τό ἐν ὀνόματι Κυρίου, ἐν τῆ εἰρήνη καί φυλακῆ τῶν Κανόνων.». Ἀλλά καί τό γεγονός ὅτι ἔμεινα «μόνος» δέν ἀποτελεῖ ἀπόδειξιν, ὅτι δέν βαδίζω σωστά, ἀλλά μᾶλλον ἔνδειξιν γνησιότητος, ὅταν μάλιστα συνδυάζεται μέ τήν ὑπακοήν εἰς τό θέλημα τοῦ Θεοῦ: «Κρείσσων γάρ εἶς ποιῶν τό θέλημα τοῦ Κυρίου, ἤ μύριοι παραβαίνοντες». Ἄλλωστε «ἐξῆλθον ἐκ μέσου αὐτῶν», διότι αὐτοί προηγουμένως ἐξῆλθον τῆς γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί «κεῖνται πτώματα ἐξαίσια».
Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης ἔχει «ἰδίαν πεῖραν» τί σημαίνει νά μείνης μόνος καί διωκόμενος διά τήν καλήν Ὁμολογίαν τῆς Πίστεως, ὅταν οἱ ἄλλοι πίπτουν, αὐθαιρετοῦν, βλασφημοῦν, παρανομοῦν, αὐθαδιάζουν καί κάμνουν τά «ἄνω κάτω». Διά τοῦτο καί ὁμιλεῖ αὐθεντικῶς. Ὁ δέ ψευδαρχιεπίσκοπος Νικόλαος καί ἡ Σύνοδός του, κατά τήν διδασκαλίαν τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου δέν εἶναι Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά «Συναγωγή πονηρευομένων». Εἶναι μία «ἀσεβής συμμορία» κατά τήν διατύπωσιν τῆς Ὑμνολογίας. Εἶναι ἀσεβεῖς πρός τήν Ἐκκλησίαν, διότι τά δέκα τελευταῖα ἔτη συστηματικά κατέλυσαν τήν Κανονικήν τάξιν, παραθεώρησαν καί κατεπάτησαν τόν Συνοδικόν θεσμόν, αὐθαιρέτησαν εἰς ὅλους τούς τομεῖς, ἐνέμειναν ἀμετανοήτως εἰς τά αἱρετικά φρονήματα τοῦ Νικολάου, τά ὁποῖα ἔγιναν καί ἰδικά των, ἐβλασφήμησαν κατά τῆς Ὀρθοδόξου Ὁμολογίας καί τῆς γνησίας καί ἀνοθεύτου Ἀποστολικῆς Διαδοχῆς, καί ἐν τέλει ἐδίωξαν τόν Χριστό ἀπό κεφαλή τῆς Ἐκκλησίας καί εἰς τήν θέσιν Του ἐτοποθέτησαν αὐτόν τόν ΑΛΑΖΟΝΑ καί ΒΛΑΣΦΗΜΟΝ καί ΑΜΕΤΑΝΟΗΤΟΝ ΝΙΚΟΛΑΟΝ.
Ἐπισφράγισις ὅλων τούτων καί ἀποκορύφωσις τοῦ δράματος τῆς ὑποκρισίας καί τῆς ἀνοησίας των, ἡ τελευταία Ἐγκύκλιός των, μέ τήν ὁποίαν «κατεδίκασαν» τήν οὐδέποτε γενομένην δεκτήν ὑπό τῆς Συνόδου καί ἀνυπόστατον διά τήν Ἐκκλησίαν χειροθεσίαν τοῦ 1971, προκειμένου νά τήν ὑποστασιάσουν δι’ ἑαυτούς καί ἐπ’ αὐτῆς τῆς βάσεως νά προχωρήσουν εἰς τήν ἕνωσιν μετά τῶν Φλωρινικῶν καί τήν ὑπαγωγήν των εἰς τόν Νεοημερολογιτισμόν, ὡς δεκατριμεριτῶν παλαιοημερολογιτῶν. Και τοῦτο διά να συμβάλλουν εἰς τήν ὁλοκλήρωσιν τῆς Χριστοδουλείου «λύσεως τοῦ παλαιοημερολογιτικοῦ».
Διά νά φθάσουν, ὅμως, ἐκεῖ ἐχρειάσθη δεκαετής «ἀγών» αὐθαιρεσιῶν, ψεύδους, ἀλαζονικῆς συμπεριφορᾶς, προδοσίας κλπ. Ὅποιος θά εἶχε τήν δυνατότητα νά παρακολουθήση ἀπό κοντά, τήν λειτουργία τῆς Συνόδου, τά δέκα τελευταῖα ἔτη, θά διηρωτᾶτο: «Μήπως εὑρίσκομαι εἰς τό Βατικανόν;», «Μήπως ἔχομεν πάπαν καί εἰς τήν Ἑλλάδα;». Καί ἀσφαλῶς θά ἀπαγοητεύετο. Διότι τοιαύτην ἀλαζονείαν καί αὐθαιρεσίαν, οἵαν ἐπέδειξαν οὗτοι, καί τοιοῦτον «ζῆλον» εἰς τό νά «μεταστοιχειώσουν» καί ἀλλοιώσουν τά πάντα, καί νά κάμουν τά «ἄνω κάτω» καί τἀνάπαλιν, οὐδέ εἰς τήν φαντασίαν του θά ἠδύνατο νά συλλάβη. Τολμῶ εἰπεῖν, ὅτι οὐδέ αὐτοί οἱ Πάπαι τῆς Ρώμης διαθέτουν τοσαύτην πονηρίαν, ὑποκρισίαν καί δόλον, οἵαν οἱ κατευθύναντες τά τελευταῖα ἔτη τήν Σύνοδον τοῦ Νικολάου, ἐσωτερικοί καί ἐξωτερικοί πράκτορες τοῦ ἐπαράτου Οἰκουμενισμοῦ. Τολμῶ ἐπίσης εἰπεῖν, ὅτι αἱ τρεῖς πτώσεις εἰς τήν ἱστορίαν τῆς ἀνθρωπότητος, τοῦ Ἑωσφόρου, τοῦ Ἰούδα καί τοῦ Πάπα, περί τῶν ὀποίων ὁμιλεῖ τό παρακάτω κείμενον, τοῦ νεοημερολογίτου Κληρικοῦ (π. Σαράντη Σαράντη):εὗρον τήν πλήρη ἐφαρμογήν καί τήν ἀκριβῆ συνέχειάν των εἰς τήν φατρίαν τοῦ Νικολάου, Λέγει εἰς εἰσήγησίν του ὁ ἐν λόγω Κληρικός:
«Ὁ π. Ἰουστῖνος Πόποβιτς βλέπει τρεῖς μεγάλες πτώσεις μέσα στή δημιουργία. Ἡ πρώτη τοῦ ἑωσφόρου πού ἀπό ὑπερηφάνεια ἔπεσε στήν ἀνυπακοή καί ἐντεῦθεν στή δαιμονοποίησή του. Ἡ δεύτερη εἶναι παρομοίας τάξεως πτώση: τοῦ Ἀδάμ πού ἡ αὐτονόμησή του ἔφερε τό θάνατο καί τήν ἀλλοτρίωση ὅλου τοῦ τρόπου ζωῆς του καί ἡ τρίτη τοῦ Πάπα. Πτώση καί αὐτή ἑωσφορική, ἀφοῦ ὀνομάζεται Vicarius Christi καί ἔχει τήν ἀξίωση οἱ ἀποφάσεις του νά θεωροῦνται ἀλάθητες. Τό ἀλάθητο ξεστρατίζει ὅλη τήν Ἐκκλησιολογία καί τή μετατρέπει σέ ἐνδοκοσμική θρησκευτική ὀργάνωση ἀπολυταρχική, κομματική ὅπου καμιά ἀνθρώπινη πρωτοβουλία δέν μπορεῖ νά ἀνθίσει. Ἡ ἀληθινή θεανθρώπινη καθολικότητα ἔχει ὑποκατασταθεῖ μέ τό ὅραμα μιᾶς παγκόσμιας οὑμανιστικῆς ἑνώσεως.... Τό Ὀρθόδοξο πολίτευμα εἶναι Συνοδικό. Σύνοδοι, Ἐπίσκοποι, κληρικοί, λαός ἀλληλοπεριχωροῦνται, συναδελφώνονται διά τοῦ ζῶντος Ἁγίου Πνεύματος. Ἡ κάθε Σύνοδος εἶναι συνέχεια τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Δήμου στήν ἀνθρώπινη μορφή της. Ἐξαντλεῖται ὁ ἀνθρώπινος λόγος, διατυπώνονται ἐλεύθερα ὅλες οἱ ἀπόψεις. «Πολλῆς συζητήσεως γενομένης ἔδοξε τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι καί ἡμῖν», ἔλεγαν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας. Καί μετά ἀπό τόν ἐλεύθερο, τό δημοκρατικό διάλογο, τό Ἅγιο Πνεῦμα φανερώνει τήν ἀλήθεια. Καί πάλι ποτέ, μιά Σύνοδος ἀπό μόνη της δέν ἰσχυρίστηκε κάποιο ἀλάθητο. Ἄφηνε στό χρόνο, στό λαό τοῦ Θεοῦ καί σέ μιά ἑπόμενη Σύνοδο νά ἐπικυρώσει τίς ἀποφάσεις της».
Πολύ ὀρθά τά ἀνωτέρω, καί ἀς μοῦ ἐπιτραπῆ νά ὑπογραμμίσω ὅτι τά ὅσα λέγονται εἰς αὐτό τό κείμενο, δέν ἐπεξηγοῦν μόνον τήν πτῶσιν τοῦ Πάπα, ἀλλά καί τῶν νεοημερολογιτῶν καί τῶν ψευδοπαλαιοημερολογιτῶν, ἀνάμεσα στούς ὁποίους δυστυχῶς συναντᾶς «ἀλαθήτους πάπες καί παπιστίδια», οἱ ὁποῖοι ξεπερνοῦν καί αὐτόν τόν ἀντίχριστον τῆς Ρώμης εἰς τήν συμπεριφοράν, τήν νοοτροπίαν καί τόν σατανικόν ἐγωϊσμόν. Ἑπομένως ταῦτα δέν ἀφοροῦν μόνον τόν Ἑωσφόρο, τόν Ἰούδα καί τόν Πάπα. Παρόμοιαι πτώσεις εἶναι καί αἱ πτώσεις τῶν Ὀρθοδόξων Ἀρχιερέων, ὅταν βάλλουν κατά νοῦν νά ἐκδιώξουν τόν Χριστόν ἀπό Κεφαλήν τῆς Ἐκκλησίας, διά νά τοποθετήσουν τόν ἑαυτόν των. Εἶναι φρικτόν καί ἀκουόμενον, ὅτι Ὀρθόδοξοι Ἀρχιερεῖς γαλουχηθέντες εἰς τά νάματα τῆς γνησίας Ὀρθοδοξίας καί κατασταθέντες ἐπί σκοπόν, ἵνα σαλπίζουν καί ἐγείρουν τούς μαχητάς εἰς πόλεμον κατά τῶν ἀντιχρίστων δυνάμεων, κάμνουν τό ἐντελῶς ἀντίθετον. Εἶναι τρομακτικόν, ὅτι συντάσσονται μετά τῶν ἀντιχρίστων, πού ζητοῦν τήν καταστροφήν τῆς Ὀρθοδοξίας καί ἐγείρουν πόλεμον «μέχρις αἵματος» κατά τῶν ὑπερασπιστῶν τῆς Ἀληθείας καί τοῦ Δικαίου.
Πρός Κύριον εὐχέτης
+ Ὁ Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς
Κήρυκος
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου