ΠΕΡΙ ΟΝΕΙΡΩΝ
ΥΠΟΘΕΣΗ Κ' (20) - ΟΝΕΙΡΑ
«Του αγίου Διαδόχου>
Τα όνειρα που παρουσιάζονται στην ψυχή από την αγάπη του Θεού είναι αψευδείς μάρτυρες ότι η ψυχή υγιαίνει. Γι' αυτό ούτε από ένα σχήμα μεταβάλλονται σε άλλο, ούτε φυσικά προκαλούν φόβο στην αίσθηση της ψυχής, ούτε γελούν ή σκυθρωπιάζουν ξαφνικά, αλλά πλησιάζουν την ψυχή με πολλή καλοσύνη και τη γεμίζουν πνευματική χαρά. Γι' αυτό και μετά το ξύπνημα του σώματος ή ψυχή ζητά με πολύν πόθο τη χαρά του ονείρου. Οι φαντασίες όμως που προέρχονται από τους δαίμονες είναι σε όλα αντίθετες, γιατί ούτε παραμένουν στο ίδιο σχήμα ούτε παρουσιάζουν μορφή ατάραχη για πολύ. Την αταραξία δηλαδή, την οποία οι δαίμονες δεν την έχουν με την προαίρεσή τους και απλώς τη μιμούνται στην προσπάθειά τους να πλανήσουν, δεν μπορούν να τη διατηρήσουν για πολύ, αλλά καυχησιολογούν και λένε ένα σωρό απειλές παίρνοντας συχνά μορφή στρατιωτών, ενώ καμιά φορά ψάλλουν κραυγάζοντας στην ψυχή.
Από αυτά τους καταλαβαίνει ο νούς –όταν είναι καθαρός- και μέσα στις φαντασίες ξυπνά το σώμα. Κάποτε μάλιστα και χαίρεται που έχει συνηθίσει να αναγνωρίζει τον δόλο των δαιμόνων γι' αυτό και πολύ συχνά τους ελέγχει κατά τη διάρκεια του ονείρου και τους κάνει να οργίζονται πολύ. Υπάρχουν ωστόσο περιπτώσεις που και τα αγαθά όνειρα δεν φέρνουν χαρά στην ψυχή αλλά της προκαλούν γλυκιά λύπη και δάκρυα. Αυτό συμβαίνει σε εκείνους που προοδεύουν πολύ στην ταπεινοφροσύνη.
Κάναμε λόγο για τη διάκριση καλών και κακών ονείρων, όπως ακούσαμε από εκείνους που απέκτησαν σχετική πείρα. Άς μας είναι όμως αρκετό να θεωρούμε μεγάλη αρετή το να μη δίνουμε πίστη σε καμία φαντασία. Γιατί τα όνειρα τις πιο πολλές φορές δεν είναι τίποτε άλλο παρά είδωλα αδέσποτων λογισμών ή, όπως είπα, απάτες των δαιμόνων. Ακόμη λοιπόν και αν κάποτε μας σταλεί από την αγαθότητα του Θεού ένα όραμα και εμείς δεν το δεχτούμε, δεν θα οργιστεί μ' εμάς γι' αυτό ο πολυπόθητος Κύριός μας Ιησούς, γιατί γνωρίζει ότι δεν το δεχτήκαμε λόγω των παγίδων των δαιμόνων. Η διάκριση που είπαμε προηγουμένως είναι βέβαια ακριβής, συμβαίνει όμως από κάποια απροσεξία να μολυνθεί η ψυχή χωρίς να το καταλάβει –κάτι που νομίζω ότι κανένας δεν μπορεί να αποφύγει-, με συνέπεια να χάσει τα ίχνη της ακριβούς διάκρισης και να πιστέψει ότι τα καλά όνειρα είναι μη καλά.
Σχετικά με αυτό ας πάρουμε παράδειγμα έναν δούλο, τον οποίο φώναξε τη νύχτα ο κύριός του από την αυλή του σπιτού έχοντας επιστρέψει από μακρόχρονο ξενιτεμό. Ο δούλος όμως αρνήθηκε κατηγορηματικά να ανοίξει την πόρτα στον κύριό του, επειδή φοβήθηκε μήπως τον γελάσει η ομοιότητα της φωνής και γίνει αιτία να χαθούν τα πράγματα που εκείνος του εμπιστεύτηκε. Όταν έγινε μέρα, ο κύριός του όχι μόνο δεν οργίστηκε με αυτόν, αλλά και τον επαίνεσε πολύ, επειδή ακόμη και τη δική του φωνή τη θεώρησε απατηλή, θέλοντας να μη χάσει τίποτε από τα πράγματά του.
~ ΕΥΕΡΓΕΤΙΝΟΣ Δ', σελ. 215 - 216, ΥΠΟΘΕΣΗ 20
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου