Γνωμικά πατέρων
Φίλους κατ᾿ ἐξοχὴν τοῦ Θεοῦ, ὦ ἱερὲ φίλε, ἐμεῖς οἱ ἀμόρφωτοι θεωροῦμε τὶς νοερὲς καὶ ἀσώματες δυνάμεις τῶν ἀγγέλων. Γνησίους δούλους τοῦ Θεοῦ ἐκείνους ποὺ ἐξετέλεσαν καὶ ἐκτελοῦν τὸ πανάγιο θέλημά Του ἀκούραστα καὶ χωρὶς καμμία παράλειψι. Ἀχρείους δούλους ὀνομάζουμε αὐτοὺς ποὺ ἀξιώθηκαν μὲν νὰ λάβουν τὸ ἅγιον Βάπτισμα, δὲν ἐφύλαξαν ὅμως γνήσια τὶς πρὸς τὸν Θεὸν ὑποσχέσεις τους. Ὡς ξένους καὶ ἐχθρούς του Θεοῦ θὰ ἐννοήσωμε αὐτοὺς ποὺ εἶναι ἀβάπτιστοι ἢ δὲν ἔχουν ὀρθὴ πίστι. Ἀντίπαλοι τέλος τοῦ Θεοῦ εἶναι ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι ὄχι μόνον ἀπέκρουσαν καὶ ἀπέρριψαν ἀπὸ τὴν ζωή τους τὸ θέλημα τοῦ Κυρίου, ἀλλὰ καὶ πολεμοῦν μὲ πάθος αὐτοὺς ποὺ τὸ τηροῦν.
4. Ὁ Θεὸς εἶναι, γιὰ ὅσους θέλουν, ἡ ζωὴ καὶ ἡ σωτηρία τους, ὅλων, καὶ τῶν πιστῶν καὶ τῶν ἀπίστων, καὶ τῶν δικαίων καὶ τῶν ἀδίκων, καὶ τῶν εὐσεβῶν καὶ τῶν ἀσεβῶν, καὶ τῶν ἀπαθῶν καὶ τῶν ἐμπαθῶν, καὶ τῶν μοναχῶν καὶ τῶν κοσμικῶν, καὶ τῶν σοφῶν καὶ τῶν ἀγραμμάτων, καὶ τῶν ὑγιῶν καὶ τῶν ἀσθενῶν, καὶ τῶν νέων καὶ τῶν ἡλικιωμένων.
Εἶναι κάτι παρόμοιο μὲ τὴν ἀκτινοβολία τοῦ φωτός, μὲ τὴν θέα τοῦ ἡλίου καὶ μὲ τὴν ἐναλλαγὴ τῶν ἐποχῶν (τὰ ὁποῖα προσφέρονται ἐξ ἴσου σὲ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους). Καὶ δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι διαφορετικά, διότι «δὲν ὑπάρχει προσωποληψία στὸν Θεὸν» (Ρωμ. Β´ 11).
5. Ἄνθρωπος ἀσεβῆς εἶναι μία ὕπαρξις λογικὴ καὶ θνητή, ἡ ὁποία θεληματικὰ ἀποφεύγει τὴν ζωή, καὶ τὸν Δημιουργό της, ποὺ ὑπάρχει αἰώνια, τὸν θεωρεῖ ὡς ἀνύπαρκτο.
6. Παράνομος εἶναι αὐτὸς ποὺ μὲ τὴν κακή του σκέψι διαστρέφει τὸν νόμο τοῦ Θεοῦ καὶ ποὺ νομίζει ὅτι πιστεύει, ἐνῷ ἔχει ἐπιθυμίες καὶ ἀντιλήψεις ἀντίθετες πρὸς τὸν Θεόν.
7. Χριστιανὸς εἶναι ἡ ἀπομίμησις τοῦ Χριστοῦ, ὅσο εἶναι δυνατὸν στὸν ἄνθρωπο, καὶ στὰ λόγια καὶ στὰ ἔργα καὶ στὴν σκέψι. Πιστεύει δὲ ὀρθὰ καὶ ἀλάνθαστα στὴν Ἁγία Τριάδα.
8. Θεοφιλὴς εἶναι ἐκεῖνος ποὺ ἀπολαμβάνει ὅλα τὰ φυσικὰ καὶ ἀναμάρτητα δῶρα τοῦ Θεοῦ, συγχρόνως ὅμως δὲν ἀμελεῖ, ὅσο μπορεῖ, νὰ ἐπιτελεῖ τὸ ἀγαθό.
9. Ἐγκρατὴς εἶναι αὐτὸς ποὺ ζῆ μέσα στοὺς πειρασμοὺς καὶ τὶς παγίδες καὶ τοὺς θορύβους τοῦ κόσμου καὶ ἀγωνίζεται μὲ ὅλη του τὴν δύναμι νὰ μιμηθῆ τὴν ζωὴ ἐκείνων ποὺ εἶναι ἀπηλλαγμένοι ἀπὸ τοὺς θορύβους τοῦ κόσμου.
10. Μοναχὸς εἶναι τάξις καὶ κατάστασις τῶν ἀσωμάτων ἀγγέλων ποὺ κατορθώνεται μέσα σὲ ὑλικὸ καὶ ρυπαρὸ σῶμα. Μοναχὸς εἶναι ἐκεῖνος ποὺ εἶναι ἀφοσιωμένος μόνο στὶς ἐντολὲς καὶ στοὺς λόγους τοῦ Θεοῦ καὶ τὶς ἐφαρμόζει σὲ κάθε χρόνο καὶ τόπο καὶ πράγμα. Μοναχὸς εἶναι μία συνεχὴς βία τῆς ἀνθρώπινης φύσεως καὶ μία ἀδιάκοπη φυλακὴ τῶν αἰσθήσεων. Μοναχὸς εἶναι ἐξαγνισμένο σῶμα καὶ καθαρὸ στόμα καὶ φωτισμένος νοῦς. Μοναχὸς εἶναι καταλυπημένη ψυχή, ποὺ εἶναι ἀπησχολημένη μὲ τὴν συνεχῆ μνήμη τοῦ θανάτου, καὶ ὅταν εἶναι ξύπνια καὶ ὅταν κοιμᾶται.
15, 44. Κάποιος γνωστικὸς μοῦ ἔθεσε ἕνα δυσχερέστατο πρόβλημα. «Ποιὰ ἁμαρτία, μοῦ εἶπε, εἶναι βαρύτερη ἀπ᾿ ὅλες, ἑξαιρέσει τοῦ φόνου καὶ τῆς ἀρνήσεως»; Καὶ ὅταν ἐγὼ τοῦ ἀπήντησα «τὸ νὰ πέση κανεὶς σὲ αἵρεση», ἐκεῖνος μὲ ξαναρώτησε: «Καὶ πῶς ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία δέχεται τοὺς αἱρετικούς, καὶ μετὰ τὸν εἰλικρινῆ ἀναθεματισμὸ τῆς αἱρέσεώς των, τοὺς ἀξιώνει τῆς Θείας Μεταλήψεως, ἐνῷ ὅποιον ἐπόρνευσε τὸν δέχεται μὲν μετὰ τὴν ἐξομολόγησί του καὶ τὴν διόρθωσί του, ἀλλὰ τὸν στερεῖ ἐπὶ χρόνους τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, σύμφωνα μὲ τὶς διατάξεις τῶν Ἀποστολικῶν Κανόνων»; Καὶ ἐνῷ ἐγὼ ἔμεινα κατάπληκτός μὲ τὴν ἐρώτησι, τὸ ἄλυτο πρόβλημα παρέμεινε ἄλυτο.
25, 31. Εἶναι ἀκατόρθωτο νὰ προέλθη ἀπὸ τὸ χιόνι φλόγα. Περισσότερο ὅμως ἀκατόρθωτο εἶναι νὰ εὑρεθῆ ταπείνωσις στοὺς ἑτερόδοξους, διότι τὸ κατόρθωμα αὐτὸ ἀνήκει μόνο στοὺς πιστοὺς καὶ ὀρθοδόξους καὶ μάλιστα σὲ ὅσους ἐξ αὐτῶν ἔχουν καθαρθῆ ἀπὸ τὰ πάθη.
26, 11. Τοὺς ἀπίστους ἢ τοὺς αἱρετικοὺς ποὺ μᾶς ἐπιτίθενται μὲ κακότητα, ἂς τοὺς ἀφίνουμε «μετὰ πρώτην καὶ δευτέραν νουθεσίαν» (Τίτ. γ´ 10). Στοὺς ἐπιθυμοῦντας ὅμως νὰ μάθουν τὴν ἀλήθεια, «τὸ καλὸν ποιοῦντες ἕως αἰῶνος μὴ ἐκκακῶμεν» (Γαάλ. ς´ 9). Ἀλλὰ καὶ στὶς δυὸ περιπτώσεις ἂς εἶναι ἡ συμπεριφορά μας ἀνάλογη μὲ τὴν ψυχική μας δύναμι καὶ ἀντοχή.
4, 77. Εἶδα ἕναν ἀπρόκοφτο μαθητὴ ποὺ ἐκαυχάτο ἐμπρὸς σὲ ἄλλους γιὰ τὰ κατορθώματα τοῦ διδασκάλου του. Ἐνόμιζε ὅτι θὰ δοξαζόταν μὲ τὸ σιτάρι, (τὸν πνευματικὸ πλοῦτο δηλαδή), τοῦ Γέροντός του. Ἀλλὰ μᾶλλον ἀπεδοκιμάσθη, διότι ὅλοι τοῦ εἶπαν: «Καὶ πῶς ἕνα τόσο καλὸ δένδρο ἔβγαλε ἄκαρπο κλωνάρι»;
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου