ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ ΘΗΣΑΥΡΙΣΜΑΤΑ, Νο 14 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 2021 ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΔΕΚΑ ΛΕΠΡΩΝ

ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ ΘΗΣΑΥΡΙΣΜΑΤΑ

Ιεραποστολικον φυλλάδιον πνευματικης οικοδομης

 

Εκδιδεται υπό του Μητροπολιτου ΓΟΧ Μεσογαίας, Λαυρεωτικης καί Αχαρνων Κηρυκου Προεδρου του «Μητροπολιτικου Φιλοπτωχου Ταμείου», κατα το αρθρον 4 του  Καταστατικου του «Ιερου Φιλανθρωπικου Συνδεσμου Κληρικων Ακαινοτομητου Εκκλησίας (ΙΦΣΚΑΕΓΟΧ Ματθαιος ο Α΄)» ιδρυθεντος κατοπιν

της υπ  αριθμ.  207/6.7.95/19.7.95 Απόφασεως αυτου.  Διεθυνσις: Επισκοπείον Ιεράς Μονης Αγιας Αικατερινης Στρογγυλη, 4ο χιλιόμετρο λεωφορου Κορωπίου - Μαρκοπουλου Αττικης.

 

Τευχος 14               Ιανουαριος 2021

 

ΛΟΓΟΙ ΚΑΙ ΔΙΔΑΧΑΙ

ΕΠΙ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ ΤΩΝ ΔΕΚΑ

ΛΕΠΡΩΝ, ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΙΒ ΛΟΥΚΑ (ΙΖ 12-19)

 

Τῷ καιρῷ εκείνω, εἰσερχομένου τοῦ Ἰησοῦ εἴς τινα κώμην ἀπήντησαν αὐτῷ δέκα λεπροὶ ἄνδρες, οἳ ἔστησαν πόρρωθεν, καὶ αὐτοὶ ἦραν φωνὴν λέγοντες· Ἰησοῦ ἐπιστάτα, ἐλέησον ἡμᾶς. Καὶ ἰδὼν εἶπεν αὐτοῖς· πορευθέντες ἐπιδείξατε ἑαυτοὺς τοῖς ἱερεῦσι. καὶ ἐγένετο ἐν τῷ ὑπάγειν αὐτοὺς ἐκαθαρίσθησαν. Εἷς δὲ ἐξ αὐτῶν, ἰδὼν ὅτι ἰάθη, ὑπέστρεψε μετὰ φωνῆς μεγάλης δοξάζων τὸν Θεόν, καὶ ἔπεσεν ἐπὶ πρόσωπον παρὰ τοὺς πόδας αὐτοῦ εὐχαριστῶν αὐτῷ· καὶ αὐτὸς ἦν Σαμαρείτης. Ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν· οὐχὶ οἱ δέκα ἐκαθαρίσθησαν; Οἱ δὲ ἐννέα ποῦ; Οὐχ εὑρέθησαν ὑποστρέψαντες δοῦναι δόξαν τῷ Θεῷ εἰ μὴ ὁ ἀλλογενὴς οὗτος; Καὶ εἶπεν αὐτῷ· ἀναστὰς πορεύου· ἡ πίστις σου σέσωκέ σε.

Ἀπόδοση στη νεοελληνική:

Τον καιρό εκείνο, καθὼς ἔμπαινε ὁ Ἰησοῦς σ’ ἕνα χωριό, τὸν συνήντησαν δέκα ἄνδρες λεπροί, οἱ ὁποῖοι ἐστάθηκαν λίγο μακρυά, καὶ τοῦ φώναξαν, «Ἰησοῦ Διδάσκαλε, ἐλέησέ μας». Ὅταν τοὺς εἶδε, τοὺς εἶπε, «Πηγαίνετε νὰ δείξετε τὸν ἑαυτόν σας εἰς τοὺς ἱερεῖς», καὶ ἐνῷ ἐπήγαιναν, ἐκαθαρίσθησαν. Ἕνας ἀπ’ αὐτούς,ὅταν εἶδε ὄτι ἐθεραπεύθηκε, ἐπέστρεψε δοξάζων τὸν Θεὸν μὲ δυνατὴν φωνὴν καὶ ἔπεσε μὲ τὸ πρόσωπον εἰς τὰ πόδια τοῦ Ἰησοῦ καὶ τὸν εὐχαριστοῦσε· καὶ αὐτὸς ἦτο Σαμαρείτης. Τότε εἶπε ὁ Ἰησοῦς, «Δὲν ἐκαθαρίσθησαν καὶ οἱ δέκα; Οἱ ἄλλοι ἐννέα ποῦ εἶναι; Κανεὶς δὲν εὑρέθηκε νὰ ἐπιστρέψῃ διὰ νὰ δοξάσῃ τὸν Θεὸν παρὰ αὐτὸς ὁ ἀλλοεθνής;». Καὶ εἶπε εἰς αὐτόν, «Σήκω ἐπάνω καὶ πήγαινε· ἡ πίστις σου σὲ ἔσωσε».

 

Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΩΝ ΔΕΚΑ ΛΕΠΡΩΝ

ΚΑΙ Η ΕΞΑΛΕΙΨΗ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΔΙΑΚΡΙΣΕΩΝ

 

Η εξάλειψη των κοινωνικών διακρίσεων

Αντιμέτωπο με τον ανθρώπινο πόνο και τη δυστυχία παρουσιάζει η ευαγγελική περικοπή Λου 17:12-19 τον Ιησού. Πλησιάζοντας σε κάποιο χωριό, συναντήθηκε με μια ομάδα δέκα ανθρώπων, οι οποίοι έπασχαν από τη φοβερότερη αρρώστια της εποχής, τη λέπρα. Ρακένδυτοι, με το σώμα τους γεμάτο επώδυνες πληγές, ζούσαν οι άνθρωποι αυτοί στα όρια του χωριού, αποκομμένοι από τους υπόλοιπους κατοίκους. Αιτία της απομόνωσής τους όχι μόνον ο, ως ένα βαθμό δικαιολογημένος, φόβος μετάδοσης της ασθένειας, αλλά και οι προκαταλήψεις της εποχής, σύμφωνα με τις οποίες κάθε αρρώστια θεωρείτο τιμωρία από τον Θεό για κάποια αμαρτία. Γνωρίζοντας οι λεπροί την κατάστασή τους, δεν τολμούν να πλησιάσουν τον Ιησού, παρά τα όσα προφανώς είχαν ακούσει για αυτόν, αλλά στέκονται σε κάποια απόσταση και του ζητούν να τους βοηθήσει. Η αντίδραση του Ιησού είναι άμεση. Γνωρίζοντας τον πόνο και την αγωνία των ανθρώπων αυτών, δεν χρονοτριβεί, δεν τους απευθύνει ούτε τη συνηθισμένη σε άλλες περιπτώσεις ερώτηση για το αν πιστεύουν στη δύναμή του ή αν μετανοούν για τις αμαρτίες τους, αλλά τους στέλνει αμέσως στους αρμόδιους της εποχής, στους ιερείς, για να πιστοποιήσουν τη θεραπεία τους. Και οι λεπροί, γεμάτοι εμπιστοσύνη στα λόγια του Ιησού, χωρίς δεύτερη ερώτηση που θα μαρτυρούσε το παραμικρό ίχνος αμφιβολίας, τρέχουν προς το χωριό, για να διαπιστώσουν στον δρόμο ότι γιατρεύτηκαν.

 

Εκείνο όμως που κάνει εντύπωση στην αφήγηση αυτήν και υπογραμμίζεται από τον ευαγγελιστή δεν είναι τόσο η θαυματουργική θεραπεία των δέκα λεπρών, όσο η στάση τους μετά από αυτήν. Από τους δέκα θεραπευμένους ένας μόνον, και μάλιστα ξένος και αιρετικός, γύρισε για να ευχαριστήσει τον Ιησού και να δοξάσει τον Θεό για την ευεργεσία του. Οι άλλοι εννιά, πλημμυρισμένοι από τη χαρά της θεραπείας και της συνάντησης με τους συγγενείς και φίλους τους, με δυνατό και καθαρό πια σώμα, ξέχασαν να εκφράσουν την ευγνωμοσύνη τους στον ευεργέτη τους. Πρόκειται για την τυπική στάση πολλών ανθρώπων, που, όταν βρίσκονται στην ανάγκη, απευθύνουν κραυγές βοήθειας και επικαλούνται Θεό και ανθρώπους, αλλά, όταν περάσουν οι δυσκολίες, δύσκολα θυμούνται να πουν ένα “ευχαριστώ”. Το παράπονο όμως του Ιησού Χριστού για την απουσία των υπόλοιπων εννέα θεραπευμένων, δεν προκύπτει από την απογοήτευση που γεννά η αγνωμοσύνη αλλά από τη διαπίστωση της αδυναμίας του ανθρώπου να δει την παρουσία του Θεού στη ζωή του. Η αναφορά του ανθρώπου προς τον Θεό είναι αυτό ακριβώς που διαφοροποιεί τον άνθρωπο από τα ζώα. Ως ‘‘κατ’ εἰκόνα καὶ καθ᾽ ὁμοίωσιν’’ Θεού δημιούργημα ο άνθρωπος δεν είναι απλώς ένα εξελιγμένο ον που διαθέτει νοημοσύνη, αλλά είναι πρόσωπο, ένα ον δηλαδή που δεν αντιδρά απλώς (έστω και από ευγνωμοσύνη) αλλά σκέφτεται ελεύθερα και διαμορφώνει σχέσεις αγάπης με άλλα όντα. Η ευχαριστία προς τον Θεό είναι η αναγνώριση ότι κάθε δωρεά πηγάζει από τον Θεό και επιστρέφει σ’ αυτόν ως αναφορά και δοξολογία. Το ευαγγελικό αίτημα της αγάπης προς τον Θεό, δεν είναι όρος ανταπόδοσης σε μια συμβατική σχέση, αλλά είναι ακριβώς η ελεύθερη ανταπόκριση του ανθρώπου που όταν γεύεται το έλεος και την αγάπη του Θεού αβίαστα του επιστρέφει το πλεόνασμα της χαράς και της δωρεάς που δέχθηκε.

Αναμφίβολα αγανακτεί κανείς με τη συμπεριφορά των εννιά θεραπευθέντων λεπρών, αλλά θέμα της περικοπής δεν είναι να καταδείξει το μέγεθος της αγνωμοσύνης τους, ούτε ίσως και να προβάλει την ευγνωμοσύνη του ενός. Άλλωστε, δύσκολα θα μπορούσε κανείς να βρει άνθρωπο που δεν έχει βιώσει κατά τη διάρκεια της ζωής του ανάλογες καταστάσεις, όπου άνθρωποι, που κάποτε ευεργετήθηκαν, γύρισαν έπειτα την πλάτη στον ευεργέτη τους, και όλοι ξέρουν τι σημαίνει αχαριστία και πόσο πόνο προκαλεί. Προσφέρει όμως το περιεχόμενο της περικοπής μια θαυμάσια ευκαιρία στους ακροατές της, για να αναλογιστούν τι πραγματικά ζητά ο Θεός από τους χριστιανούς, από όλους εκείνους που αναγνωρίζουν ότι ο Θεός έγινε άνθρωπος και πέθανε για χάρη της ανθρωπότητας, από όλους εκείνους που πιστεύουν ότι ο Ιησούς Χριστός τους έχει ανοίξει νέες δυνατότητες συνεργασίας με τον Θεό για τη σωτηρία ολόκληρου του κόσμου. Και αν η εύκολη απάντηση σε μια τέτοια ερώτηση θα ήταν «Ο Θεός ζητά από τους χριστιανούς αγάπη», οι δυσκολίες αρχίζουν από τη στιγμή που θα επιχειρήσει κανείς να συγκεκριμενοποιήσει το περιεχόμενο της έννοιας “αγάπη”.

Σήμερα η λέπρα δεν αποτελεί πια μάστιγα για την ανθρωπότητα. Οι πρόοδοι στην ιατρική επιστήμη και η ανάπτυξη συνθηκών υγιεινής διαβίωσης κατάφεραν να εκμηδενίσουν σχεδόν τις συνέπειες της αρρώστιας. Όμως ο πόνος και η δυστυχία δεν εξαλείφθηκαν από τη ζωή των ανθρώπων. Τη θέση της λέπρας έχει καταλάβει σήμερα μια άλλη μάστιγα, πολύ πιο φοβερή και ολέθρια, το AIDS. Όπως η λέπρα στην εποχή του Χριστού, έτσι και το AIDS σήμερα θερίζει χιλιάδες ανθρώπους, οδηγώντας τους σε έναν εξαιρετικά επώδυνο θάνατο. Όπως η λέπρα στην εποχή του Χριστού, έτσι και το AIDS σήμερα αναγκάζει τα θύματά του σε κοινωνική απομόνωση. Και είναι ίσως αυτή η απομόνωση περισσότερο επώδυνη και πιο αφόρητη και από την ίδια την αρρώστια. Όπως η λέπρα στην εποχή του Χριστού, έτσι και το AIDS σήμερα συνοδεύεται από κοινωνικές προκαταλήψεις, που κάνουν τους “σοβαρούς” και “ευσεβείς” ανθρώπους να βλέπουν τους ασθενείς σαν μολυσμένους και αμαρτωλούς και να τους αποφεύγουν.

 Όμως δεν είναι μόνον οι φορείς του AIDS σήμερα αυτοί που βιώνουν την απομόνωση από την κοινωνία. Οι σύγχρονες κοινωνίες έχουν άπειρους τρόπους για να διαχωρίζουν τους ανθρώπους σε κατηγορίες. Η φυλή και η θρησκεία είναι τα δυο βασικά χαρακτηριστικά, αλλά συχνά διαχωρίζονται οι άνθρωποι και με βάση το επάγγελμά τους, την πολιτική τους τοποθέτηση, τον τρόπο ενδυμασίας τους, το προτιμώμενο από αυτούς είδος ψυχαγωγίας και ένα σωρό άλλα. Κάθε ομάδα με διαφορετικό από τον παραδεκτό σε μια κοινωνία τρόπο ζωής τίθεται στο στόχαστρο των “υγιώς σκεπτομένων και συμπεριφερομένων πολιτών”, των “κανονικών και φυσιολογικών” ανθρώπων, οπότε θεωρείται υποδεέστερη και περιφρονείται. Όποιος διαφέρει απορρίπτεται, απομονώνεται από τους υπόλοιπους και αντιμετωπίζεται ως εχθρός. Οι Έλληνες γνωρίζουν ίσως καλύτερα από όλους τους άλλους ευρωπαϊκούς λαούς τι σημαίνει αυτή η απομόνωση και η περιφρόνηση από τον κοινωνικό περίγυρο. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που έχουν ακόμη μνήμες του ξεριζωμού και της προσφυγιάς και είναι πολλοί περισσότεροι εκείνοι που θυμούνται τα δύσκολα χρόνια κατά τη δεκαετία του 1960, που αναγκάστηκαν να ξενιτευτούν για να αναζητήσουν δουλειά ως αλλοδαποί εργάτες κάτω από συχνά άθλιες συνθήκες στα εργοστάσια της Γερμανίας, του Βελγίου και αλλού. Σήμερα οι συνθήκες άλλαξαν. Σήμερα είναι οι Αλβανοί, οι Κούρδοι, οι Πακιστανοί αυτοί που αναζητούν στην Ελλάδα την ελπίδα για καλύτερη ζωή. Σήμερα είναι οι Έλληνες οι “ανώτεροι” και αυτοί οι “κατώτεροι”.

Αν θα ήθελε να αναζητήσει κανείς μια ψυχολογική ερμηνεία του φαινομένου των κοινωνικών διακρίσεων, θα μπορούσε να υποστηρίξει ότι αυτές συναρτώνται με την εγωιστική τάση του ατόμου για διάκριση και υπεροχή. Ο πιο εύκολος δρόμος για να φανεί κάποιος ανώτερος είναι να υποτιμήσει τους άλλους, τοποθετώντας τους σε μια ομάδα υποδεέστερη. Τα συνηθέστερο λογικό σφάλμα στην προκειμένη περίπτωση είναι η γενίκευση του μερικού και η συναγωγή αυθαίρετων συμπερασμάτων από επιμέρους διαπιστώσεις. Με την απόδοση στους άλλους κάποιων μειωτικών χαρακτηριστικών, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για μειονοτικές ομάδες, αυτοεπιβεβαιώνεται το άτομο και αποκτά την αναγκαία για τη ζωή του αυτοεκτίμηση. Δεν χρειάζονται, ασφαλώς, ιδιαίτερες αναλύσεις για να αντιληφθεί κανείς ότι μια τέτοια στάση κάθε άλλο παρά συμβατή με το μήνυμα του ευαγγελίου μπορεί να θεωρηθεί.

 Ίσως το πιο εντυπωσιακό στοιχείο στη συγκεκριμένη ευαγγελική περικοπή δεν είναι η θεραπεία των λεπρών, ούτε ακόμη η αγνωμοσύνη των εννιά και η ευγνωμοσύνη του ενός. Πολύ πιο εντυπωσιακό από τα παραπάνω είναι η στάση του Ιησού, ο οποίος καταπατώντας τις κοινωνικές προκαταλήψεις της εποχής του, πλησιάζει τους λεπρούς και τους δείχνει την αγάπη του, φροντίζοντας για την επανένταξή τους στην κοινωνία. Αυτό που προκύπτει ως συμπέρασμα από τη συγκεκριμένη ευαγγελική περικοπή είναι ότι η αγάπη του Θεού, που ενσαρκώνει μέσα στον κόσμο και αποκαλύπτει με τη ζωή και τον θάνατό του ο Χριστός, δεν περιορίζεται στους λίγους, στους εκλεκτούς, στους δικούς του. Εκτείνεται σε όλους, ακόμη και σ’ αυτούς -ή μάλλον ιδιαίτερα σ’ αυτούς- που οι υπόλοιποι θεωρούν περιθωριακούς και απορριπτέους. Μια τέτοια αγάπη και μια τέτοια στάση ζητάει από τους χριστιανούς ο Χριστός σήμερα ως ένδειξη ευγνωμοσύνης για τις δωρεές του.

 

ΕΚΕΙΝΟΣ ΚΙ ΕΜΕΙΣ

 

«Απήντησαν αυτώ δέκα λεπροί άνδρες, οι έστησαν πόρρωθεν...» (Λουκ. 17, 12)

 

Θαύμα και διδασκαλία

Ένα θαύμα, αγαπητοί, ένα θαύμα βλέπουμε στο Ευαγγέλιο της ΙΒ' Κυριακής του Λουκά. Βλέπουμε ένα θαύμα, πούνε συγχρόνως και μία διδασκαλία. Είναι το θαύμα της θεραπείας των 10 λεπρών. Αλλά προς αυτούς τους 10 λεπρούς παραβάλλονται όλοι οι άνθρωποι. Πραγματικά λεπροί εκείνοι οι 10 δυστυχισμένοι άνθρωποι. Συμβολικά λεπροί όλοι οι άνθρωποι, ή μάλλον ψυχικά λεπροί. Λεπροί με λέπρα χειρότερη απ’ τη λέπρα τη σωματική, που είχαν οι άνδρες του Ευαγγελίου και όλοι οι χανσενικοί όλων των εποχών.

Οι δέκα λεπροί κι ο Χριστός είναι τα πρόσωπα του θαύματος. Ας δούμε τη στάση των 10 λεπρών μπροστά στο Χριστό! Ποια ήταν αυτή η στάση; Δεν ήταν μία η στάση. Τέσσερις στάσεις βλέπουμε ν’ αλλάζουν οι λεπροί. Αλλά κι όλοι οι άνθρωποι μπροστά στο Χριστό παίρνουν, πρέπει να παίρνουν, αυτές τις στάσεις των 10 λεπρών. Ας δούμε αυτές τις τέσσερις στάσεις, όπως φωτογραφίζονται μέσα στο Ευαγγέλιο.

 

1. Συναίσθηση

Η πρώτη στάση: Πού στέκουν οι 10 λεπροί; Στέκουν μακριά, πολύ μακριά. «Έστησαν πόρρωθεν». Βλέπουν το Χριστό από μακριά, απ’ τον έρημο τόπο που μένουν. Θέλουν να τον πλησιάσουν, να τον δουν από κοντά. Μα δεν μπορούν. Δεν τολμούν να πλησιάσουν κανένα άνθρωπο της κοινωνίας. Καταραμένη και κολλητική τότε η αρρώστια της λέπρας, τους υποχρέωνε να μένουν μακριά απ’ τις πόλεις και τα χωριά, μακριά απ’ τους υγιείς ανθρώπους. Νόμοι αυστηροί τους καθήλωναν στην ερημιά. Αλλά κι οι ίδιοι, ευγενικές υπάρξεις, αισθάνονται τη βρώμα τους, έχουν συναίσθηση της καταστάσεως τους, και δεν θέλουν να κάμουν κακό στους άλλους ανθρώπους. Δεν θέλουν να μεταδώσουν την αρρώστια τους και στους υπολοίπους. Αυτοί είναι ακάθαρτοι. Δεν πρέπει να γίνουν κι οι άλλοι άνθρωποι λεπροί κι ακάθαρτοι. Αυτοί είναι ακάθαρτοι. Δεν θέλουν να πλησιάσουν τους καθαρούς.

Ακάθαρτοι οι 10 λεπροί την εποχή εκείνη. Μα και σήμερα υπάρχουν οι ακάθαρτοι. Όχι οι ακάθαρτοι απ’ τη λέπρα και τις άλλες κολλητικές αρρώστιες. Αυτοί είναι λίγοι, γιατί η επιστήμη συνεχώς προοδεύει και βρίσκει φάρμακα, που αρρώστιες αγιάτρευτες άλλοτε και κολλητικές, σαν τη λέπρα, θεραπεύονται και γίνονται ακίνδυνες. Τι γίνεται όμως με τους άλλους τους πολλούς, πούνε ακάθαρτοι στην ψυχή; Και ποιος είναι καθαρός στην ψυχή; «Τις γάρ καθαρός έσται από ρύπου; Αλλ’ ουδείς, εάν και μία ημέρα ο βίος αυτού επί της γης» (Ιώβ 14, 4. 5). Ποιος είναι καθαρός απ’ την αμαρτία; Δείξτε μου έναν. Κανένας δεν υπάρχει. Όλοι αμαρτωλοί, όλοι βρωμεροί. Λέπρα η αμαρτία έχει πληγιάσει την ψυχή μας. Πυορροούσα πληγή η ύπαρξη μας. «Επισυρόμενον μιαντήριον» έχουνε καταντήσει. Πίσω απ’ το εύρωστο και όμορφο κορμί κρύβεται βρώμα και δυσωδία.

Ακάθαρτοι όλοι απ’ τη λέπρα της αμαρτίας. Όλοι ανεξαιρέτως. Ένας υπήρξε ο Καθαρός. Ένας βρέθηκε, που μπόρεσε ν’ απευθύνει το ερώτημα: «Τις εξ υμών ελέγχει με περί αμαρτίας;» (Ιωάν. 8, 46). Είχε συνείδηση της αναμαρτησίας του. Και αυτός είναι ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός.

Άσπιλος και άμωμος! Δεν βρέθηκε δόλος στο στόμα του και αμαρτία δεν έκαμε καμιά (Ήσ. 53, 9). Μάταια θέλησαν οι αρνητές του να βρουν μώμο στην αναμάρτητη, στην ολοκάθαρη, στην πάναγνη ζωή του.

Εκείνος Καθαρός, εμείς ακάθαρτοι. Πώς να τον πλησιάσουμε; Οι 10 λεπροί στέκονταν «πόρρωθεν». Και οι αμαρτωλοί, που έχουν συναίσθηση της αμαρτωλότητας τους, της βρωμιάς και ακαθαρσίας τους, στέκουν «πόρρωθεν». Στέκουν με ένα βαθύ δέος, με μια θεία συστολή, με μια βαθειά συναίσθηση απέναντι στο Χριστό. -Χριστέ μου, ποιος είμαι εγώ για να σε πλησιάσω; Χριστέ μου, είμαι ακάθαρτος. Πώς να πλησιάσω εσένα, πούσαι καθαρός, ο μόνος καθαρός και ακήρατος Κύριος; Χριστέ μου, πώς ν’ ανοίξω την ακάθαρτη μου γλώσσα για να μιλήσω για το όνομα σου; Πώς να σηκώσω τα ακάθαρτα μου χέρια για να προσευχηθώ σ’ εσένα; Πώς να φέρω τ’ ακάθαρτα μου πόδια μέσα στο ναό σου; Πώς να βαδίσω μέσα στο άγιο σου βήμα; Πώς ν’ αγγίξω την αγία σου τράπεζα και να ψαύσω τα κράσπεδα της μεγαλοσύνης σου; Χριστέ μου, πώς ν’ ανοίξω τ’ ακάθαρτα μου χείλη για να δεχτούν εσένα, το θείο μαργαρίτη, αυτό το πανακήρατο Σώμα σου και αυτό το πανάγιο Αίμα σου; Πώς; Πώς;...

Αυτή η βαθειά συναίσθηση, η οποία συνέχει τον αμαρτωλό που πιστεύει, τον κάνει να στέκει «πόρρωθεν», μακριά. Να στέκει με δέος και ευλάβεια. Και αν τελικά ο αμαρτωλός προσέρχεται και πλησιάζει το Χριστό και δέχεται τη θεία Κοινωνία, το κάνει όχι γιατί θεωρεί τον εαυτό του άξιο, αλλά γιατί «θαρρεί εις το έλεος της ευσπλαχνίας» του Θεού. Πλησιάζει το Χριστό με το θάρρος που του δίνει ο ίδιος, όταν λέει: «Δεύτε προς με πάντες». Πλησιάζει, αλλά πλησιάζει όχι μηχανικά ή ασυναίσθητα, αλλά «τρέμων τε και χαίρων άμα».

 

2. Κραυγή ικεσίας

Μακριά απ’ το Χριστό, «πόρρωθεν», είναι η μία στάση των 10 λεπρών, η στάση της συναισθήσεως. Μα ευθύς αμέσως ακολουθεί δεύτερη στάση. Το φιλμ του θαύματος προχωρεί. Ποια η δεύτερη στάση; Είναι η σκηνή της κραυγής. Οι 10 λεπροί κραυγάζουν. Η λέπρα δεν τους αφήνει να πλησιάσουν το Χριστό και να επικοινωνήσουν μαζί του. Αλλ’ αυτοί βρίσκουν τρόπο να επικοινωνήσουν με το Χριστό. Επικοινωνούν με τη φωνή τους. Η φωνή τους είναι φωνή πίστεως. Μετά λόγια πού λένε αναγνωρίζουν το Χριστό σαν Κύριο, σαν παντοδύναμο Κύριο, που μπορεί να τους ελεήσει και να τους κάνη καλά. «Ιησού επιστάτα, ελέησον ημάς». Η φωνή τους ήταν ακόμα μια κραυγή ικεσίας. Δεν άνοιξαν απλώς το στόμα τους να παρακαλέσουν. Όχι! «Ήραν φωνήν». Σήκωσαν φωνή μεγάλη. Άρχισαν όλοι μαζί οι 10 λεπροί να παρακαλούν με δυνατή φωνή, με κραυγή. Σπαρακτική ακούγεται η κραυγή τους, που διασχίζει τον αέρα και φτάνει μέχρι τον Ιησού. Ακούγεται ο αντίλαλος της: «Ιησού επιστάτα, ελέησον ημάς»...

Ακάθαρτοι οι λεπροί. Μα πιστεύουν στην δύναμη του καθαρού και αναμάρτητου Ιησού, που εκείνη την ώρα περνά πιο πέρα απ’ αυτούς. Ακάθαρτοι κι αμαρτωλοί είμαστε κι εμείς. Μα πιστεύουμε στη δύναμη και στο έλεος τού Χριστού. Γι’ αυτό κι επαναλαμβάνουμε τη σύντομη ικεσία των 10 λεπρών. Πολλές φορές την επαναλαμβάνουμε στη θεία λειτουργία: «Κύριε, ελέησον». Πολλές φορές τη λέμε στη νοερά προσευχή: «Κύριε ημών Ιησού Χριστέ, Υιέ και Λόγε του Θεού, ελέησον με τον αμαρτωλόν». Αμαρτωλοί είμαστε, αλλ’ όχι ασεβείς. Παραβάτες του Νόμου του Θεού, αλλ’ όχι αρνητές του Ευαγγελίου. Ακάθαρτοι και ελεεινοί, αλλά πιστεύουμε στον αναμάρτητο και νοσταλγούμε το καθαρό και άγιο. «Σοί μόνω, Κύριε, αμαρτάνομεν, αλλά και σοί μόνω λατρεύομεν».

Και όσοι πιστεύουν κραυγάζουν όπως οι 10 λεπροί. Κραυγάζουν το «Κύριε, ελέησον». Δεν το λένε μονάχα ψαλτά. Το λένε και με κραυγή, με αγωνία, με πίστη. Είναι η πιο σύντομη, αλλά και πιο επιτυχής ικεσία του αμαρτωλού προς τον Δεσπότη θεό. «Ταύτην σοι την ικεσίαν ως Δεσπότη οι αμαρτωλοί προσφέρομεν, ελέησον ημάς». Είμαστε αμαρτωλοί, Χριστέ, μα πιστεύουμε σ’ εσένα και θέλουμε νάχουμε σχέσεις μ’ εσένα Κι η γέφυρα που θα μας ενώνει είναι το έλεος σου... Ελέησε μας!

 

3. Υπακοή

Είδαμε τις δυο στάσεις των 10 λεπρών. Η μία στάση το «πόρρωθεν», η δεύτερη στάση η κραυγή της ικεσίας. Αλλ’ έρχεται αμέσως η τρίτη στάση. Ποια είναι; Είναι η στάση της υπακοής. Για κοιτάξτε τους, υπακούουν πιστά σε κάτι που τους λέει ο Χριστός. Άκουσε ο Χριστός την κραυγή τους και τους ελεεί. Βλέπει τον πόνο τους και τη δυστυχία τους και τους θεραπεύει. Αλλά πώς τους θεραπεύει; Δεν τους θεραπεύει αμέσως μ’ ένα του λόγο ή μία του ενέργεια, όπως έκαμε σε τόσα άλλα θαύματα. Τους θεραπεύει διά της υπακοής. Τους θεραπεύει, αφού προηγουμένως δοκίμασε την πίστη τους με ένα πρόσταγμα που τους έδωσε. Τι τους είπε; «Πορευθέντες επιδείξατε εαυτούς τοις ιερεύσι». Τρέξτε, τους λέει, πηγαίνετε να δείξετε τους εαυτούς σας στους ιερείς.

-Μα Χριστέ, πώς να πάμε με τέτοια κατάσταση λέπρας στους ιερείς; Πρώτα - πρώτα δεν θα μπορέσουμε να πλησιάσουμε την πόλη και τους ανθρώπους. Κι έπειτα οι ιερείς τι μπορούν να μας κάνουν; Είναι ανάγκη να πάμε στους ιερείς; Δεν μπορείς, Χριστέ, να μας θεραπεύσεις, όπως θεράπευσες τόσους άλλους; Κάνε μας καλά, κι ύστερα πηγαίνουμε στους ιερείς να πιστοποιήσουν τη θεραπεία μας, σύμφωνα με τη συνήθεια της εποχής...

Αλλ’ όχι, τίποτα από όλα αυτά δεν σκέφτηκαν ούτε είπαν οι 10 λεπροί. Κάνουν τυφλή υπακοή στην προσταγή του Χριστού. Πιστεύουν ακράδαντα πως θα γίνουν καλά. Γι’ αυτό και ξεκινούν. Και δεν προλαβαίνουν να ξεμακρύνουν πολύ, και το θαύμα γίνεται στο δρόμο που τρέχουν για τους ιερείς. «Και εγένετο εν τω υπάγειν αυτούς εκαθαρίσθησαν». Η πίστη τους και η υπακοή τους στην εντολή του Χριστού βραβεύτηκε. Η λέπρα έφυγε από πάνω τους. Η βρώμα και η δυσωδία εξαφανίστηκε. Καθαρίστηκαν.

Για φαντασθήτε νάταν οι 10 λεπροί αυθάδεις και ανυπότακτοι, σαν μερικούς σημερινούς χριστιανούς, και να περνούσαν την εντολή του Χριστού απ’ το κόσκινο της λογικής τους! -Και γιατί να πάμε στους Ιερείς να εξομολογηθούμε; Δεν μπορεί απ’ ευθείας ο Χριστός να μας συγχωρήσει τις αμαρτίες; Εγώ θα πάω απ’ ευθείας στο Χριστό, θα γονατίσω και θα του πω τ’ αμαρτήματα μου και θα συγχωρεθώ...

Αυτά λένε πολλοί χριστιανοί, που δεν θέλουν να ταπεινωθούν μπροστά στον πνευματικό και να εξομολογηθούν με συντριβή τα αμαρτήματα τους. Οι δυστυχείς! Ξεχνούν πως είναι προσταγή του Χριστού. «Επιδείξατε εαυτούς τοις ιερεύσι». Δείξτε τον εαυτό σας, τις πληγές σας, τις αμαρτίες σας στον ιερέα, στον πνευματικό. Πήγαινε, εξομολογήσου, θα επιστρέψεις καθαρός. Το έλεος του Χριστού, η αγάπη του Χριστού, το Αίμα του Χριστού καθαρίζει όλα τα αμαρτήματα.

 

4. Ευγνωμοσύνη

Είδατε, αδελφοί μου, τις τρεις στάσεις των 10 λεπρών; Και στις τρεις στάσεις είναι και οι 10 μαζί. Ό,τι κάνει ο ένας κάνουν και οι άλλοι. Μαζί στην απομόνωση, μαζί στη θλίψι, μαζί στην κραυγή της ικεσίας, μαζί στο τρέξιμο για τους ιερείς. Δεν είναι όμως μαζί στην τέταρτη και τελευταία στάση. Εκεί χωρίζουν. Δεν είναι μαζί στην επιστροφή.

Οι 9 επιστρέφουν στα σπίτια τους, στους δικούς τους. Ο ένας μονάχα επιστρέφει στο Χριστό. Τον βρίσκει, και με μάτια πλημμυρισμένα από δάκρυα πέφτει στα πόδια του και με φωνή μεγάλη και ισχυρή δοξάζει το Θεό, ευχαριστεί το Χριστό για τη μεγάλη δωρεά. Όπως κραύγαζε, όπως φώναζε παρακαλώντας, έτσι τώρα φωνάζει δοξολογώντας. -Χριστέ, σ’ ευχαριστώ... Μα είναι μόνος στη στάση αυτή της ευγνωμοσύνης. Κι ο Χριστός εκφράζει το παράπονο: «Ουχί οι δέκα εκαθαρίσθησαν; Οι δε εννέα πού;».

Χριστέ μου, σ’ ακούω και σήμερα να κάνεις το ίδιο παράπονο: -Όλους δεν τους αγαπώ; Για όλους δεν σταυρώθηκα; Πούνε τώρα οι 9; Πούνε οι πολλοί; Πούνε οι περισσότεροι; Δεν αισθάνονται την ανάγκη να δοξολογήσουν το Θεό;

Ω, η αγνωμοσύνη των ανθρώπων! Εδώ κάποιος μεγάλος και ισχυρός της ημέρας σε εξυπηρετεί, καταδέχεται να σε δεχθεί και να σ’ ακούσει, ή ικανοποιεί κάποιο αίτημα σου, και λειώνεις μπροστά του εκφράζοντας την ευχαριστία σου. Χίλια «ευχαριστώ» στους ανθρώπους! Κι ο Θεός, που μέρα - νύχτα σε ευεργετεί- ο Θεός, που έστειλε το μονογενή του Υιό για να σε καθαρίσει από τη λέπρα της αμαρτίας, ένα «ευχαριστώ» δεν ακούει από το στόμα σου. Πούνε οι πιο πολλοί άνθρωποι; Ένα «Δόξα σοι, ο Θεός» δεν βγαίνει από το στόμα τους. Μία ώρα δεν θυσιάζουν νάρθουν να δοξολογήσουν το Θεό στην εκκλησία... Κι όχι μονάχα αυτό. Όχι απλώς δεν ευχαριστούν τον Ευεργέτη τους. Όχι απλώς δεν υμνούν και δεν δοξολογούν. Όχι απλώς λησμονούν να επιστρέψουν. Αλλά και ανοίγουν το βρωμερό τους στόμα και βλαστημούν το Χριστό. Σαν λυσσασμένα σκυλιά δαγκώνουν το χέρι του Ευεργέτη τους.

Χριστέ, ακούμε και σήμερα ν’ απευθύνεις το παράπονο: «Ουχί οι δέκα εκαθαρίσθησαν; οι δε εννέα πού;». Συ γνωρίζεις πού είναι οι 9, πού γυρίζουν οι πιο πολλοί. Εμείς τίποτε άλλο δεν μπορούμε να πούμε, παρά να σε ικετεύσουμε να μας ελεήσεις. Ελέησε τον κόσμο σου, για τις αμαρτίες του, για την αποστασία του, και προ παντός για την αχαριστία του. «Ιησού επιστάτα, ελέησον ημάς».

 

ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΣΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΜΑΣ

 

ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟΝ ΤΠΥ ΑΡΧΙΜ. ΔΑΝΙΗΛ ΑΕΡΑΚΗ, ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΣΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΜΑΣ, ΚΥΡΙΑΚΗ IB' ΛΟΥΚΑ- κεφ. ιζ' στίχοι 12-19)

 

12. Η θεραπεία των δέκα λεπρών.

Α' ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Η Εκκλησία μας χρησιμοποιεί τη θαυματουργική θεραπεία των δέκα λεπρών για να μας διδάξει ότι: α) ο Κύριος είναι ο αληθινός Θεός και Σωτήρας μας, β) η αγάπη του για μας τους ανθρώπους είναι απεριόριστη και γ) ο άνθρωπος που δέχεται την αγάπη του Χριστού πρέπει να τη δείχνει με την ευγνωμοσύνη και ιΐ|ν ευχαριστία του σ' Αυτόν.

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ εἰσερχομένου τοῦ Ἰησοῦ εἰς τίνα κώμην ἀπήντησαν αὐτῷ δέκα λεπροὶ ἄνδρες, οἷ ἔστησαν πόρρωθεν, καὶ αὐτοὶ ἦραν φωνὴν λέγοντες• Ἰησοῦ ἐπιστάτα, ἐλέησον ἡμᾶς. Καὶ ἰδὼν εἶπεν αὐτοῖς- πορευθέντες ἐπιδείξατε ἑαυτοὺς τοῖς ἱερεῦσι. Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ ὑπάγειν αὐτοὺς ἐκαθαρίσθησαν. Εἳς δὲ ἐξ αὐτῶν, ἰδὼν ὅτι ἰάθη, ὑπέστρεψε μετὰ φωνῇς μεγάλης δοξάζων τὸν Θεόν, καὶ ἔπεσεν ἐπὶ πρόσωπον παρὰ τοὺς πόδας αὐτοῦ εὐχαρίστων αὐτῷ• Καὶ αὐτὸς ἢν Σαμαρείτης. Ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν: οὐχὶ οἱ δέκα ἐκαθαρίσθησαν; οἱ δὲ ἐννέα ποῦ; οὐχ εὑρέθησαν ὑποστρέψαντες δοῦναι δόξαν τῷ Θεῷ εἰ μὴ ὁ ἀλλογενὴς οὗτος; Καὶ εἶπεν αὐτῷ• ἀναστὰς πορεύου• ἡ πίστις σου σέσωκέ σε».    Εκείνο τον καιρό, ενώ έμπαινε ο Ιησούς σε κάποιο χωριό, τον συνάντησαν δέκα λεπροί άνθρωποι, που εξαιτίας της αρρώστιας τους στάθηκαν μακριά! Αυτοί λοιπόν έβαλαν τη φωνή, λέγοντας: Διδάσκαλε Ιησού, λυπήσου μας. Και όταν τους είδε ο Ιησούς, τους είπε• Πηγαίνετε να δείξετε τους εαυτούς σας στους ιερείς. Και έγινε εκεί που αυτοί πήγαιναν, καθαρίστηκαν. Και ένας από αυτούς όταν είδε που γιατρεύτηκε, γύρισε δοξάζοντας με μεγάλη φωνή το Θεό και έπεσε στα πόδια του Ιησού ευχαριστώντας τον και αυτός ήταν Σαμαρείτης. Τότε αποκρίθηκε ο Ιησούς και είπε• Μήπως δεν καθαρίστηκαν και οι δέκα; Αλλά οι άλλοι εννέα που είναι; Δε βρέθηκαν να γυρίσουν για να δοξάσουν το Θεό παρά μόνο αυτός ο αλλογενής; Και του είπε• Σήκω και πήγαινε• η πίστη σου σε έσωσε.

Γ' ΑΝΑΛΥΣΗ -ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ

1. Οι δέκα λεπροί φαίνεται πως είχαν μέσα τους κάποια πίστη στον Ιησού Χριστό. Όταν ο Κύριος τους έδωσε την εντολή να πάνε στους ιερείς, τότε αυτοί έδειξαν μεγάλη εμπιστοσύνη και υπακοή στα λόγια του Χριστού. Στο δρόμο ανακάλυψαν πως θεραπεύτηκαν. Μας δημιουργεί όμως μεγάλη έκπληξη η διαγωγή των εννέα λεπρών. Έδειξαν μεγάλη αχαριστία στον ευεργέτη τους. Φαίνεται πως στην καρδιά τους δε δοκίμασαν ευγνωμοσύνη και αγάπη για τον Κύριο. Ο ένας που γύρισε για να ευχαριστήσει τον Κύριο ήταν Σαμαρείτης. Ο Χριστός δείχνει σαν να παραπονείται, όταν ρωτάει το Σαμαρείτη: «Δε θεραπεύτηκαν και οι δέκα; Πού είναι οι άλλοι εννέα;»

2. Δυστυχώς τέτοια αγνωμοσύνη δείχνουν πολλοί άνθρωποι σήμερα. Όταν ο άνθρωπος βρίσκεται σε ανάγκη, τρέχει και ζητεί τη βοήθεια του Θεού. Όταν όμως λάβει την ευεργεσία, τότε εύκολα ξεχνά το Θεό. Αυτό δείχνει πως η πίστη δε συνοδεύεται από την αγάπη. Ο Κύριος μας βεβαιώνει στην επί του όρους Ομιλία του, πως ο Θεός δεν αναγνωρίζει τους ανθρώπους εκείνους, που έχουν μια τέτοια λειψή και αρρωστημένη πίστη.

3. Ο Κύριος δικαιώνει και βραβεύει την ευγνωμοσύνη, που τη συναντά στο πρόσωπο του Σαμαρείτη. Η ευγνωμοσύνη είναι η πρώτη αρετή, απ' όπου εκπηγάζουν και τροφοδοτούνται όλες οι άλλες αρετές του ανθρώπου. Η ευγνωμοσύνη συνδέεται με την αγάπη. Τέτοια αγάπη είχε στην καρδιά του και ο Σαμαρείτης. Γι' αυτό και ο Χριστός του δίνει κάτι πολύ περισσότερο από τη θεραπεία της σωματικής του αρρώστιας. Ο Κύριος χαρίζει στο Σαμαρείτη και τη σωτηρία της ψυχής του, όταν τον διαβεβαιώνει: «Σήκω και πήγαινε• η πίστη σου σε έσωσε».

4. Και εμείς πρέπει από τώρα να μάθουμε να είμαστε ευγνώμονες. Για κάθε τι που μας προσφέρει ο Θεός και μας δίνουν οι άνθρωποι, πρέπει πάντα να εκφράζουμε την ευχαριστία μας. Η ευγνωμοσύνη συνδέει με την αγάπη τον ευεργέτη και τον ευεργετημένο. Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος μας λέγει ότι η ευχαριστία μας δεν προσθέτει τίποτα στο Θεό, αλλά μας κάνει πολύ πιο οικείους με αυτόν.

Δ. ΔΙΔΑΓΜΑ

Ευχαριστείτε πάντοτε υπέρ πάντων ( = για όλα) εν ονόματι ( = στο όνομα) του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού τω Θεώ και Πατρί» ( Ο Απόστολος Παύλος στους Εφεσίους, κεφ. ε' στίχος 20).

ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΩΝ ΡΗΤΟΡΩΝ

Η ευγνωμοσύνη είναι χρέος, που ποτέ δεν είναι δυνατόν να το εξοφλήσουμε εξ ολοκλήρου. Καλούμαστε έμπρακτα να εξωτερικεύσουμε με έργα αγάπης τα αισθήματα της ευγνωμοσύνης που αναπηδούν από το βάθος της ψυχής μας. Ας μην παραλείπουμε τίποτε από εκείνα που μπορούμε να πράξουμε» (Αρχιμανδρίτου ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ ΠΑΠΟΥΤΣΟΠΟΥΛΟΥ - Αθαν. ΦΡΑΓΚΟΠΟΥΛΟΥ, Κυριακοδρόμιο, τόμος τρίτος, Αθήναι 1962, σελ. 170).

ΣΤ ΑΣΚΗΣΕΙΣ - ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

1.     Τι έδειξαν με τη διαγωγή τους οι εννιά λεπροί που θεραπεύτηκαν;

2.     Γιατί η ευγνωμοσύνη είναι μεγάλη αρετή;

3.     Πώς βραβεύει ο Κύριος την ευγνωμοσύνη του Σαμαρείτη;

"Σκέψεις στο Ευαγγέλιο της Κυριακής των 10 λεπρών (ΙΒ Λουκα)"

 

Ὁ Ἰησοῦς πορεύεται πρός τά Ἱεροσόλυμα καί ἔξω ἀπό μία κωμόπολη συναντᾶ μία ὁμάδα δέκα λεπρῶν, οἱ ὁποῖοι τόν παρακαλοῦν μέ μεγάλη φωνή «Κύριε, κάνε τό ἔλεός σου καί γιά μας καί θεράπευσέ μας»

Ὁ Κύριος τους εἶπε «Πηγαίνετε νά δείξετε τά σώματά σας στούς Ἱερεῖς, ὅτι ἔχετε καθαρισθεῖ γιά νά τό βεβαιώσουν» καί ἐνῶ πήγαιναν στούς Ἱερεῖς ἐθεραπεύοντο καί ἐκαθαρίζοντο.

Ἕνας ὅμως ὅταν εἶδε ὅτι θεραπεύτηκε, γύρισε πίσω καί πέφτοντας στά πόδια του μέ μεγάλη φωνή εὐχαριστοῦσε καί δοξολογοῦσε τόν Θεό. Ἦταν Σαμαρείτης, ὄχι Ἰουδαῖος. Τότε ὁ Ἰησοῦς ἐρώτησε: «Δέν καθαρίσθηκαν ἀπό τή λέπρα δέκα; Ποῦ εἶναι οἱ ἐννέα νά δώσουν καί αὐτοί δόξα στόν Θεό ὅπως ὁ Σαμαρείτης; Καί γυρίζοντας στόν Σαμαρείτη τοῦ λέει: «Πήγαινε, ἡ πίστη σου σέ θεράπευσε καί σέ ὁδήγησε στή σωτηρία».

Ἀδελφοί μου,

Γιά μία ἀκόμα φορᾶ ὁ Κύριος δείχνει τήν ἀγάπη Του καί τήν συμπαράστασή Του στόν ἀνθρώπινο πόνο σκύβοντας πάνω ἀπό τούς δέκα λεπρούς καί θεραπεύοντάς τους ἀπό τήν φοβερή ἀρρώστια τους, ἡ ὁποία σήμερα σχεδόν ἔχει ἐξαφανισθεῖ, ἐνῶ τότε συγκλόνιζε τούς ἀνθρώπους. Εἶχε μία εἰδεχθῆ μορφή καί μολύνοντας τό αἷμα κυκλοφοροῦσε σέ ὁλόκληρο τό ἀνθρώπινο σῶμα, γι’ αὐτό καί ἐμφανιζόταν παντοῦ, χέρια, πόδια, σῶμα, πρόσωπο. Μάλιστα λόγω τῆς μορφῆς τῆς οἱ ἄρρωστοι ζοῦσαν ἀπομονωμένοι. Ἀπομονωμένους τούς εἴχαμε κι ἐμεῖς στήν Σπιναλόγκα στό νησάκι ἔξω ἀπό τήν Ἐλούντα.

Καί ἐνῶ σήμερα ἔχει ἐξαφανισθεῖ, δυστυχῶς ἔχει ἀντικατασταθεῖ ἀπό μία ἄλλη ἐξίσου μολυσματική ἀρρώστια, ἡ ὁποία ὅμως ἐκδηλώνεται ὄχι στό σῶμα ἀλλά στή ψυχή μας, γι’ αὐτό καί τήν παραμορφώνει καί τήν κάνει ἕνα ἕλκος, μία πληγῆ. Αὐτή ἡ φοβερή ἀρρώστια εἶναι ἡ ἁμαρτία.

Ἀκοῦστε πώς χαρακτηρίζει τήν ἀρρώστια αὐτή ὁ Ἅγιος Ι. Χρυσόστομος: «Πώς θά μπορέσω νά μάθω ὅτι ἔχεις ψυχή ἀνθρώπου, ὅταν λακτίζεις σάν τόν ὄνον, ὅταν μνησικακεῖς σάν τή καμήλα, ὅταν δαγκώνεις ὅπως οἱ ἀρκοῦδες, ὅταν ἁρπάζεις, ὅπως οἱ λύκοι καί ὅταν ἀναισχυντεῖς ὅπως ὁ σκύλος;»

Ἀπό τόν χαρακτηρισμό αὐτόν καταλαβαίνουμε πόσο μας παραμορφώνει καί μᾶς κάνει τόσο ἀγνώριστους σάν νά μήν εἴμεθα ἄνθρωποι ἀλλά ζῶα. Ἔχει ὅμως καί ἕνα ἄλλο γνώρισμα. Εἶναι τρομερά μεταδοτική. Ὅπως μεταδίδεται ἡ φωτιά σέ ξερά φύλλα ἔτσι μεταδίδεται ἀπό τά ἄτομα στήν οἰκογένεια, στίς κοινωνίες, στούς λαούς καί τά ἔθνη. Δέν βρίσκει πουθενά τέρμα ὁ ἰός τῆς φοβερῆς αὐτῆς ἀρρώστιας μας.

Ὁμοιάζει μέ τόν Καιάδα μέσα στόν ὁποῖο ρίχνονται τά ἄνθη τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς καί μέ ὕαινα πού κατασπαράσσει τίς σάρκες τοῦ κοινωνικοῦ σώματος.

Μᾶς ἀποπλανᾶ, μᾶς παγιδεύει στόν ἀπατηλό δρόμο της καί τίς δελεαστικές ὑποσχέσεις της καί ἀρχίζει κατόπιν τό σαρκοβόρο ἔργο της. Δυστυχῶς τήν ζοῦμε καί ἔχουμε τίς ἐμπειρίες τῆς γιατί κυριαρχεῖ σέ κάθε πτυχή τῆς ζωῆς μας καί εἴμεθα τά θύματά της.

Ἀδελφοί μου,

Τό 1945 στήν Ἀθήνα ζοῦσε μία χήρα μέ τό μοναχογιό της καί μοναχοπαίδι της. Τόν ἄνδρα τῆς τόν εἶχαν σκοτώσει οἱ Γερμανοί καί γιά νά μεγαλώσει τό παιδί τῆς ξενόπλυνε. Τό παιδί τῆς ἦταν ἀπό τούς πρώτους μαθητές. Τό ἴδιο συνέχισε κατόπιν καί στό γυμνάσιο.

Ὅταν πῆγε ὅμως στή Δ΄ τάξη , σημερινή Ἅ΄ Λυκείου, ἐπειδή κουραζόταν ἡ μητέρα του καί τακτικά ἀρρώσταινε, παρά τίς διαμαρτυρίες τῆς σταμάτησε τό σχολεῖο καί ἄρχισε νά ἐργάζεται στίς οἰκοδομές.

Στήν ἀρχή τῆς ἔδινε ὅλα τά χρήματα, στή συνέχεια ὅμως ἄρχισε νά κρατᾶ γιά δικά του καί στό τέλος δέν τῆς ἔδινε τίποτα γιατί εἶχε μπλέξει μέ παρέα καί ξενυχτοῦσε. Ἄρχισε νά ἔρχεται καί μεθυσμένος καί μία φορᾶ ἐκτύπησε τήν μητέρα του, ἡ ὁποία σέ λίγο καιρό ἀπό τή στεναχώρια τῆς ἀπέθανε.

Μετά τό θάνατο τῆς μητέρας τοῦ ὁ κατήφορος τῆς ζωῆς τοῦ ἦταν τό γνώρισμά του. Ἀρκετές φορές μεθυσμένο τόν μετέφεραν στό νοσοκομεῖο «Σωτηρία». Ἔτσι δέν ἄργησε νά ἐμφανιστεῖ ἡ ἀρρώστια τοῦ ὕπατος ἡ ὁποία καί προχωροῦσε γρήγορα.

Τήν τελευταία φορᾶ πού τόν μετέφεραν στό «Σωτηρία’ οἱ γιατροί διαπίστωσαν ὅτι τό τέλος τοῦ ἦρθε γι’ αὐτό καί τόν ἔβαλαν σέ κάποιο δωμάτιο μόνο τοῦ γιά νά μή τρομάξουν οἱ ἄλλοι ἄρρωστοι.

Ἐνῶ ζοῦσε τίς τελευταῖες στιγμές του σάν νά βρῆκε κάποια στιγμή τόν ἑαυτό του καί εἶπε: «Χριστέ μου δῶσε μου σέ παρακαλῶ μία δεύτερη εὐκαιρία» καί ἔχασε τίς αἰσθήσεις του. Τότε εἶδε ἕνα ὅραμα. Δυό γυναῖκες, ἡ μία γονατιστή μπροστά στήν ἄλλη πού ἦταν μεγαλοπρεπῆ καί φωτεινή. Ἦταν ἡ μητέρα του καί ἡ Παναγία ἀλλά δέν ἄκουγε τί τῆς ἔλεγε.

Ἐπειδή εἶχαν περάσει τρεῖς ὧρες ἕνας γιατρός πῆγε νά δεῖ ἄν πέθανε ὁ νέος ἄνδρας ἔκπληκτος ὅμως διαπιστώνει κανονικό σφυγμό καί νά εἶναι ἀπύρετος γι’ αὐτό καί τόν μεταφέρει σέ θάλαμο.

Ἀρχίζουν οἱ ἐξετάσεις καί ἔκπληκτοι διαπιστώνουν ὅτι εἶχε θεραπευτεῖ τελείως. Ἦταν πιά ἕνας ὑγιής ἄνθρωπος. Σήμερα ζεῖ καί ἔχει δημιουργήσει μία θαυμάσια οἰκογένεια.

Ἀδελφοί μου,

Ὁ νέος της ἱστορίας μας ζήτησε δεύτερη εὐκαιρία καί ὁ Κύριος μετά ἀπό πρεσβεῖες τῆς Ἁγίας μητρός του, τοῦ ἔδωσε. Ἔτσι ξεγλίστρησε ἀπό τό δίχτυ τῆς ἁμαρτίας.

Μήπως πρέπει καί ἐμεῖς ἀφοῦ κάνουμε αὐτοκριτική, νά ζητήσουμε ἀπό τόν Κύριο νά μᾶς βοηθήσει νά ξεγλιστρήσουμε ἀπό τήν ἁμαρτία καί νά δώσουμε ἄλλο νόημα στή ζωή μας;

Ὁ καθένας μας ἄς διερωτηθεῖ καί ἄς δώσει τήν ἀπάντησή του.

Καλή ἀπάντηση καί ὁ Θεός μαζί σας.

Πηγή: http://arxontariki.forumup.gr

 

 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΟΙ ΣΑΡΑΝΤΑ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΜΑΡΤΥΡΕΣ

ΚΑΘΑΙΡΕΣΙΣ ΝΙΚΟΛΑΙΤΩΝ ΥΠΟ ΤΗΣ ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΣΥΝΟΔΟΥ

ΟΙ ΡΩΣΟΙ ΤΗΣ ΔΙΑΣΠΟΡΑΣ ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΑΠΕΔΕΧΘΗΣΑΝ ΤΗΝ ΟΜΟΛΟΓΙΑΝ ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑΝ ΜΑΣ