ΟΜΙΛΙΑ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ ΚΟΣΜΑ


ΟΜΙΛΙΑ
ΤΟΥ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ ΓΕΡΑΣΙΜΟΥ ΚΟΣΜΑ
ΕΙΣ ΤΟΝ ΕΣΠΕΡΙΝΟΝ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗΝ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
ΕΙΣ ΤΟΝ ΙΕΡΟΝ ΝΑΟΝ ΑΓΙΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΑΧΑΡΝΩΝ
ΤΗΝ 4ην ΜΑΡΤΙΟΥ 2019 ἐκ.ἡμ.
ΜΕ ΘΕΜΑ:
«Οἱ διωγμοί κατά τῆς Ἀληθείας καί οἱ ἀγῶνες τῆς Ὀρθοδοξίας».

Σεβασμιώτατοι Ἅγιοι Ἀρχιερεῖς,
Σεβαστοί Πατέρες καί Συλλειτουργοί,
Ἀγαπητοί ἐν Χριστῷ Ἀδελφοί,
Σήμερα, Πρώτη Κυριακή τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, τῆς Νη­στείας πρό τῆς Μεγάλης Ἑορτῆς τοῦ Πάσχα, ἡ Ἐκκλησία ὑπενθυμίζει καί τιμᾶ τούς ἀγῶνες καί τίς θυσίες, τά αἵματα καί τίς ἐξορίες, τῶν Πατέ­ρων τῆς Ἐκκλησίας εἰδικῶς κατά τήν περίοδον τῆς εἰκονομαχίας, πού διήρκε­σε σχεδόν ἑκατόν πενῆντα χρόνια, ἀπό τό 726 μ.Χ. πού ἐμφανίσθηκε, μέχρι τό 843 μ.Χ. πού διαλύθηκε. Ἀλλά καί γενικά σέ ὅλες τίς περιόδους τῆς ἱστορίας τῆς Ἐκκλησίας κατά τίς ὁποῖες ἀλλοιωνόταν, προσβαλλόταν καί ἐδιώκετο ἡ ὀρθό­δοξος πίστις, ἡ Ἀλήθεια, τήν ὁποία ἐπίστευαν οἱ πιστοί χριστιανοί καί ἔκαναν ἀγῶνες μεγάλους καί θυσίες πολλές γιά νά διατηρήσουν αὐτή τήν πίστη στόν ἀληθινό Θεό, στήν Ἀλήθεια, πού εἶναι ὁ Χριστός, ἀκριβῆ καί ἀκεραία.
Γι’ αὐτούς τούς ἀγῶνες καί τίς θυσίες τῶν ὀρθοδόξων στίς περιό­δους τῶν διωγμῶν τῆς ὀρθοδόξου πίστεως, μοῦ ἀνετέθη σήμερα νά σᾶς μιλήσω καί νά παρουσιάσω τήν ἀξία καί τή σημασία τους στή ζωή καί τήν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας. Νά σᾶς παρουσιάσω καί νά χαροῦμε λίγο, ὅσο μπορεῖ ὁ καθένας ἀπό μᾶς, ἀπό τήν λαμπρότητα καί τήν εὐλογία αὐτῶν τῶν ἀγώνων, γιά νά δοθῆ καί σέ μᾶς σήμερα ἡ ἀφορμή γιά νά ζηλέψουμε καί νά παραδειγματισθοῦμε ἀπό αὐτούς τούς ἀγῶνες καί τίς θυσίες τῶν Πατέρων μας.
Ἡ ἐξορία τῆς Ἀληθείας.
Εἶναι χαρακτηριστικό δεῖγμα καί ἀξίωμα ὅτι ἡ Ἀλήθεια, πού εἶναι ὁ Χριστός, ὅσο καί ἄν φαίνεται παράξενο, διώκεται μέ πολλούς καί διάφορους τρόπους. Ἀπό τήν πρώτη στιγμή πού ὁ Χριστός, ἡ Ἀλήθεια, ἦλθε στόν κόσμο, πού γεννήθηκε ὡς ἄνθρωπος σέ ἕνα ταπεινό καί ἄσημο σπήλαιο τῆς Βηθλεέμ πού οἱ ἄνθρωποι τῆς ἐποχῆς ἐκείνης χρησιμοποιοῦσαν γιά τήν φύλαξη καί τήν προστασία τῶν ζώων τους, ἐδιώχθη καί ἀπειλήθηκε μέ θάνατο.
Ἐπειδή οἱ ἄνθρωποι τοῦ κόσμου φοβήθηκαν νά μήν χάσουν τήν ἐξουσία τοῦ κόσμου, διέταξαν τήν θα­νάτωση ὅλων τῶν νηπίων ἀπό διετοῦς καί κατωτέρω στήν εὐρύτερη περιοχή τῆς Βηθλεέμ, ὥστε μεταξύ αὐτῶν νά θανατωθῆ σίγουρα καί ὁ Χριστός, ὁ ἀναμενόμενος Μεσσίας τῶν Ἰουδαίων. Ὁ Θεός ὅμως μέ ἀποκάλυψη Του στόν Ἰωσήφ, ἐφύλαξε τόν Υἱόν Του καί τό σχέδιό Του γιά τήν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Ὅμως ἡ ἀνθρώπινη κακία ἔστειλε τήν Ἀλήθεια, τό Χριστό, στήν ἐξορία τῆς Αἰγύπτου.
Ὅταν ὁ Χριστός ἄρχισε νά διδάσκει τήν Ἀλήθεια τοῦ εὐαγγελίου Του στούς ἀνθρώπους τῆς Ναζαρέτ, ἐκεῖ πού μεγάλωσε κοντά στόν Ἰωσήφ, σκανδαλίσθηκαν μέ τά λόγια τῆς Ἀληθείας πού τούς ἔλεγε καί ὡδήγησαν τόν Χριστό έπάνω στήν κορυ­φή τοῦ ὄρους γιά νά τόν ρί­ξουν στόν γκρεμό καί νά τόν θανατώσουν.
Ὅμως ὁ Χριστός πού ἦλθε στόν κόσμο γιά νά σώση τόν ἄνθρωπο, ἐτύφλωσε τά μάτια αὐτῶν τῶν κακῶν ἀνθρώπων «καί διελθών διά μέσου αὐτῶν, διέφυγε ἀπ’ αὐτῶν». Καί ἄλλη φορά πού οἱ ἄνθρωποι ἦσαν ἕτοιμοι μέ τίς πέτρες στά χέρια γιά νά λιθοβολήσουν τό Χριστό, ἔχασαν μπροστά ἀπό τά μάτια τους τόν Χριστό καί δέν Τόν ἔβλεπαν καί ἔμειναν μέ τίς πέτρες στά χέρια, ἀνίκανοι καί ἀνήμποροι γιά νά ἐκτελέσουν τό ἔγκλημά τους κατά τῆς Ἀληθείας.
Καί ὅταν λίγο ἀργότερα οἱ ἄνθρωποι τοῦ νόμου καί ἄρχοντες τοῦ λαοῦ τῶν Ἰουδαίων, κατηγόρησαν τόν Χριστό καί ἐζήτησαν τήν σταύ­ρωσή Του ἀπό τόν Πιλᾶτο, δέν μπόρεσαν νά καταλάβουν ὅτι μέ τά ἔργα τους καί τίς ἀποφάσεις τους δέν κατάφεραν νά νικήσουν τήν Ἀλήθεια, ἁπλῶς ἔδειξαν τήν ἀδυναμία τους νά καταλάβουν τό ἔργο τοῦ Θεοῦ γιά τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Γιατί ἀντίθετα ὁ Χριστός πού εἶναι ἡ Ἀλήθεια μέσα ἀπό τήν ἄκρα ταπεί­νωση καί τό θάνατο ἐνίκησε τόν θάνατο, τήν ἁμαρτία καί τόν Ἅδη καί ἐλευθέρωσε τόν ἄνθρωπο ἀπό τή δυναστεία τοῦ διαβόλου καί τῆς ἁμαρτίας.
Οἱ διωγμοί κατά τῶν Ἀποστόλων.
Ὅταν οἱ Μαθηταί τοῦ Χριστοῦ ἄρχισαν τόν ἀποστολικό τους ἔργο, συνάντησαν πολλές δυσκολίες, ἀπειλές, κατηγορίες, ἀνακρίσεις, φυλακίσεις, κινδύνους, στερήσεις, ἐξορίες καί διωγμούς, γιατί ὁ κό­σμος καί ἡ κοσμική ἐξουσία του δέν μποροῦσαν νά καταλάβουν οὔτε νά ἀντέξουν τήν Ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ.
Εἶναι ἐνδει­κτικό αὐτό πού γράφει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στόν μαθητή του τόν Τιμόθεο «γνωρίζεις τί φοβερούς διωγμούς ὑπέφερα καί ἀπό ὅλους αὐτούς μέ ἐλευθέρωσε ὁ Κύριος» (Β΄ Τιμόθεον Γ΄ 11).
Καί εἶναι χαρα­κτηριστικό ὅτι ὅλοι οἱ Ἀπόστολοι, ἐκτός ἀπό τόν εὐαγγελιστή Ἰωάννη τόν μαθητή τῆς ἀγάπης, ἐσφράγισαν τό ἀποστολικό ἔργο τους ὑπέρ τῆς Ἀληθείας μέ μαρτυρικό θάνατο. Τό αἷμά τους ἐβεβαίω­σε ὅτι πάντα ἡ Ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ διώκεται. Εἶναι λόγος τῆς Ἀληθείας ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ «εἰ ἐμέ ἐδίωξαν καί ὑμᾶς διώξουσι» (Ἰωάννου ΙΕ΄ 20) καθώς καί ὁ λόγος τοῦ Ἀποστόλου Παύλου «πάντες οἱ θέλον­τες εὐσεβῶς ζῆν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ διωχθήσονται» (Β΄ Τιμόθεον Γ΄ 12).
Ἄς ἐνθυμούμεθα αὐτά τά λόγια τῆς Ἀληθείας, γιατί πάντα ἐπιβεβαιώνονται μέσα στήν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας, μέχρι καί στίς ἡμέρες μας, ὅπως ἀποκαλύπτουν τά ἴδια τά γεγονότα.
Οἱ μεγάλοι διωγμοί κατά τῶν χριστιανῶν.
Καί γιά νά ἐπιβεβαιωθῆ ἀκόμη περισσότερο ὁ λόγος τῆς Ἀληθείας δέν πέρασαν λίγα χρόνια πού τό κήρυγμα τῶν Ἀποστόλων ἐγίνετο δεκτό ἀπό πολλούς ἀνθρώπους καί ἄρχισε ἕνας σκληρός καί βάρβα­ρος διωγμός ἐναντίον τῶν χριστιανῶν.
Οἱ Ρωμαῖοι αὐτοκράτορες καί οἱ κατά τόπους διοικηταί καί ἄρχοντες τῆς ἐξουσίας, σάν νά φοβή­θηκαν τόν λόγο τῆς Ἀληθείας τοῦ Χριστοῦ, τόν λόγο τῆς εἰρήνης, τῆς συγχωρήσεως καί τῆς ἀγάπης καί ἄρχισαν ἕναν ἀπάνθρωπο διωγμό κατά τῶν χριστιανῶν πού διήρκεσε μέ μικρές διακοπές περίπου τρεῖς αἰῶνες.
Καί μόνον νά ἔλεγε κάποιος ἄνθρωπος ὅτι εἶναι χριστιανός ἤ νά καταγγελθῆ ἀπό κάποιον ἄλλον ὅτι εἶναι χριστιανός, σήμαινε ὅτι τόν περιμένει τιμωρία, βασανιστήρια καί ἐν τέλει θάνατος. Καί ὅμως οἱ πραγματικοί χριστιανοί δέν φοβήθηκαν τόν θάνατο, γιατί ἀγάπη­σαν τόν Χριστό μέ ὅλη τήν καρδιά τους. Ἀγάπησαν τήν Ἀλήθεια καί τήν αἰώνιο ζωή περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλο πρᾶγμα. Καί ἔτσι τά ἁγιασμένα αἵματα ἑκατομμυρίων μαρτύρων, ἀνδρῶν καί γυναικῶν, εὐγενῶν καί ἁπλῶν ἀνθρώπων, πτωχῶν καί πλουσίων, ἀρχόντων καί δούλων, στρατιωτικῶν καί ἁπλῶν πολιτῶν, ἐπότισαν τό δένδρο τῆς Ἐκκλησίας καί ἐστόλισαν σάν πολύτιμοι λίθοι καί σμαραγδένια στεφάνια ἐστεφάνωσαν τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας.
Οἱ διωγμοί κατά τῶν ὀρθοδόξων ἀπό τούς αἱρετικούς.
Θά ἐνόμιζε κάποιος ὅτι ὅταν τόν 4ον αἰῶνα ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χρι­στοῦ, μέ τήν ἀπόφαση τοῦ Ρωμαίου αὐτοκράτορος Κωνσταντίνου τοῦ Μεγάλου ἀφέθηκε ἐλεύθερη νά ἀσκήση τό λυτρωτικό ἔργο της, θά ἐσταματοῦσαν καί οἱ διωγμοί κατά τῶν χριστιανῶν.
Ὅμως ὁ πανοῦρ­γος διάβολος καί πολέμιος τῆς ἀληθείας τοῦ Χριστοῦ, εὑρῆκε ἄλλον τρόπον γιά νά ταράζη τίς ψυχές τῶν χριστιανῶν καί στήν πραγμα­τικότητα νά δημιουργῆ ἄλλους μάρτυρες τῆς Ἀληθείας.
Χρησιμοποίη­σε τίς αἱρέσεις καί τούς αἱρετικούς γιά νά γίνουν πολέμιοι τῆς Ἀλη­θείας καί τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων. Οἱ αἱρετικοί, ὅπως ὅλοι οἱ ἄν­θρωποι τοῦ ἰδίου θελήματος καί τῆς ἁμαρτίας, δέν ἀρκέσθηκαν στό ὅτι ἦσαν ἐλεύθεροι νά πιστεύουν καί νά διδάσκουν τήν λανθασμένη ἀντίληψή τους, ἀλλά ἤθελαν νά τήν ἐπιβάλλουν ὡς ὀρθή καί στούς ἄλλους ἀνθρώπους καί μάλιστα μέ βία καί καταναγκασμό, ὅπως κά­νουν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι τῆς ἀνομίας καί τοῦ ψεύδους.
Καί ὅταν στήν πολιτική ἐξουσία εὑρίσκοντο βασιλεῖς μικρόμυαλοι ἤ ἀδιάφοροι στήν πίστη, οἱ αἱρετικοί τούς ἐπηρέαζαν, τίς περισσότερες φορές μέ ψεύδη καί συκοφαντίες, γιά νά ἐπιβάλλουν δυναστικά καί βίαια τό αἱρετικό φρόνημά τους.
Ὁ διωγμός κατά τῆς Ἀληθείας συνεχίζετο μέ ἄλλον τρόπο καί ἄλλα μέσα. Πόσοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας καί ὑπερα­σπι­σταί τῆς Ἀληθείας ἀδίκως κατηγορήθηκαν καί συκοφαντήθηκαν, ἐδιώχθησαν καί ἐξωρίσθησαν, ὑπέστησαν βασανιστήρια καί μαρτυρι­κό θάνατο σ’ αὐτά τά χρόνια πού ἐθεωρεῖτο ὅτι ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χρι­στοῦ ἦταν ἐλεύθερη. Καί δυστυχῶς αὐτοί οἱ διωγμοί κατά τῶν ὀρθο­δόξων συνεχίσθηκαν γιά πολλά χρόνια ἀπό διάφορους αἱρετι­κούς, οἱ ὁποῖοι κατά καιρούς ἐμφανίζονταν, ὅπως τούς ἀρειανόφρο­νες, τούς πνευματομάχους, τούς μονοθελῆτες καί ἀργότερα τόν 8ον αἰῶνα ἀπό τούς εἰκονομάχους.
Οἱ διωγμοί κατά τῶν ὀρθοδόξων ἀπό τούς εἰκονομάχους.
Ὁ μεγαλύτερος διωγμός πού ἔζησε ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἦταν στά χρόνια τῶν εἰκονομάχων αὐτοκρατόρων, ἀπό τοῦ Λέοντος τοῦ Ἰσαύρου πού ξεκίνησε μέ ὑποκριτικό πρόσχημα ὑπέρ τῆς ὀρθοδόξου πίστεως τόν διωγμό τό 726 μ.Χ. πού ούσιαστικά ἦταν διωγμός κατά τῆς Ἀληθείας καί τῆς ὀρθοδόξου πίστεως, μέχρι τοῦ εἰκονομάχου Θεο­φίλου πού ἐγνώ­ρισε οἰκτρό καί βασανιστικό θάνατο τό 842 μ.Χ. καί ἔγινε ἀφορμή ἡ εύσεβής σύζυγός του Θεοδώρα νά ἀποφασίση τήν ἀναστήλωση τῶν Ἱερῶν Εἰκόνων καί τήν ἀποκατάσταση τῆς ὀρθοδό­ξου πίστεως.
Καί τό χειρότερο εἶναι ὅτι εὑρέθησαν Κληρικοί καί Ἐπί­σκοποι οἱ ὁποῖοι ὑπηρέτησαν τό βέβηλο θέλημα τοῦ παράφρονος αὐτο­κράτορος καί τῶν συνεχιστῶν του.
Στήν ληστρική σύνοδο τῆς Ἱἐρειας πού συγκάλεσε ὁ εἰκονομάχος καί πιό σκληρός πολέμιος τῆς Ἀληθείας τοῦ Χριστοῦ Κωνσταντῖνος ὁ κοπρώνυμος, πεντακόσιοι πε­ρίπου ἐπίσκοποι ἀποφάσισαν καί ὑπέγραψαν τήν καταδίκη τῆς ὀρθο­δόξου πίστεως τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας. Καί δυστυχῶς αὐτό συμ­βαίνει κάθε φορά πού ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι φέρουν τόν τίτλο τοῦ ἐπισκό­που ξεχνοῦν τό λειτούργημα τοῦ ταπεινοῦ διακονητοῦ τοῦ θελήματος τοῦ Χριστοῦ καί συντάσσονται μέ τήν ἄσκηση ἐξουσίας, ὁποιασδή­ποτε μορφῆς, ξεχνώντας ἤ παραβλέποντας τόν λόγο τοῦ Χριστοῦ «οὐχ οὕτως ἔσται ἐν ὑμῖν».
Βέβαια στά σκληρά καί δύσκολα χρόνια τῆς εἰκονομαχίας μπορεῖ νά δοκιμάσθηκαν καί νά ταλαιπωρήθηκαν πολύ οἱ ὀρθόδοξοι χριστιανοί, μέ διωγμούς, ἐξορίες, φυλακίσεις καί θανάτους, ὅμως δέν χάθηκε ἡ ὀρθόδοξη πίστη, παρέμεινε ἀκριβής καί ἀκεραία, ἀνόθευτη καί καθαρή ὅπως τήν παρέδωσε ὁ Χριστός, οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι καί οἱ Ἅγιοι Πατέρες καί ἀκριβεῖς διδάσκαλοι τῆς Ἀληθείας τοῦ Χριστοῦ, χάρις στούς ἀγῶνες καί τίς θυσίες καί τά αἵματα τῶν ἀληθινῶν χριστιανῶν, τῶν ὁμολογητῶν τῆς πίστεως καί τῆς Ἀληθείας τοῦ Χριστοῦ.
Εἶναι χαρακτηριστικό ἴσως καί ἀναγκαῖο νά ἀναφέρωμε ὅτι ἐκεῖ πού ἐφαίνετο ὅτι ἡ Ἀλήθεια χάθηκε καί ἐπικράτησε ἡ αἱρετική πίστη τῶν εἰκονομάχων, τῶν διωκτῶν τῆς Ἀληθείας καί τοῦ ταπεινοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ, ἔρχεται ἡ χάρις καί τό χέρι τοῦ Θεοῦ καί ἀποκαθιστᾶ τήν Ἀλήθεια καί τό δίκαιον, τό ἀγαθό καί σωτήριο θέλημά Του στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας.
Τό μεγάλο σχῖσμα καί οἱ διωγμοί τῶν ὀρθοδόξων.
Ὅμως ὅσο καί ἄν χάρηκαν οἱ ψυχές τῶν ὀρθοδόξων μέ τήν ἀνα­στήλωση τῶν Ἱερῶν Εἰκόνων, δέν σταμάτησαν οἱ ἀγῶνες καί οἱ θυ­σίες τῶν ὀρθοδόξων γιά τήν διατήρηση τῆς ὀρθοδόξου πίστεως. Ἄλλα προβλήματα καί ἄλλες αἰτίες μέ νέα μορφή καί μέθοδο ἐμφανίζονταν στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας.
Στά μέσα τοῦ 11ου αἰῶνος ἐπῆλθε τό μεγάλο σχῖσμα τῶν Δυτικῶν, οἱ ὁποῖοι μέ τήν ἐπίδραση τοῦ κοσμικοῦ φρονή­ματος τῶν Φράγκων, ἀλλοίωσαν τή ζωή καί τή διδασκαλία τῆς Ἐκ­κλησίας καί ὡδηγήθηκαν στόν παπισμό μέ τίς διάφορες αἱρετικές διδασκαλίες καί τό πνεῦμα ἄσκησης ἐξουσίας καί κοσμικῆς διοική­σεως, τά ὁποῖα εἶναι ξένα καί ἀλλότρια στούς διακονητές τοῦ θελή­ματος τοῦ Θεοῦ γιά τήν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου.
Καί τό χειρότερο εἶναι ὅτι καί οἱ παπικοί, ὅπως ὅλοι οἱ προηγούμενοι αἱρετικοί, δέν ἀρκέσθηκαν στό χωρισμό καί τό σχῖσμα, ἀλλά συνεχῶς ἐπεδίωκαν τήν ἐπιβολή τῶν αἱρετικῶν φρονημάτων καί τῆς ἐξουσίας τους στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τῆς Ἀνατολῆς μέ διάφορους τρόπους καί μέσα, μέ χειρότερο ἀπό ὅλα τίς λεγόμενες «σταυροφορίες», πού οὐσιαστικά ἦσαν καταστροφικές ἐπιδρομές γιά τήν κατάληψη τῆς ἐξουσίας καί τήν ἐπιβολή τοῦ αἱρετικοῦ φρονήματος καί τοῦ κοσμι­κοῦ τρόπου ζωῆς τῶν παπικῶν στούς ὀρθοδόξους χριστιανούς τῆς ἀνατολῆς.
Δέν σταμάτησαν ὅμως μέ τήν ἀποτυχία καί τήν φοβερή κα­ταστροφή πού προκάλεσαν μέ τίς λεγόμενες «σταυροφορίες». Συνέχι­σαν μέ τούς μισσιοναρίους, τούς λεγομένους ἱεραποστόλους τοῦ πά­πα, μέ τήν ἀλλαγή τοῦ ἡμερολογίου γιά λόγους δῆθεν ἐπιστημονικῆς ἀκριβείας, τήν οὐνία γιά παραπλάνηση καί σύγχυση τῶν ὀρθοδόξων χριστιανῶν τῆς ἀνατολῆς, τήν ὑπόδειξη καί δημιουργία τοῦ οἰκουμενισμοῦ, τῆς μεγαλύτερης αἱρέσεως κατά τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, γιά τήν ἀποκατάσταση δῆθεν τῆς ἑνότητος τῆς Ἐκκλησίας.
Ὁ ἀγῶνας τῶν ὀρθοδόξων.
Τό ἔργον καί οἱ δραστηριότητες τῶν κακοδόξων καί τῶν πάσης φύσεως καί ἀποχρώσεως αἱρετικῶν καί αἱρετιζόντων συνεχίζεται καί σήμερα μέ τόν ἴδιο τρόπο καί τίς ἴδιες μεθόδους. Ἀλλοτε μέ τήν δῆθεν ἐπιστημονική ὀρθότητα καί ἀκρίβεια, τό κοινωνικό ἔργο ὑπέρ τῶν πτωχῶν καί τῶν ἀδυνάτων τοῦ λαοῦ καί τήν ἀγάπη, ὅπως τήν θέλει καί τήν ἀρέσκεται ὁ κόσμος, δηλαδή τήν κολακεία τοῦ ἐγωϊσμοῦ καί τῶν ἀνθρωπίνων ἀδυναμιῶν καί ἐπιθυμιῶν καί ἄλλοτε μέ τήν ἐπιβο­λή τῆς ἀρχῆς καί τῆς ἐξουσίας, τοῦ δυνάστου καί κυριάρχου τῆς κο­σμικῆς τάξεως.
Καί οἱ δύο μορφές τῆς κακοδοξίας ἔχουν τόν ἴδιο σκο­πό, τήν ἀπομάκρυνση τῶν ἀνθρώπων ἀπό τήν Ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ, ἀπό τήν σωτήριο ταπείνωση καί τήν ὑπακοή στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀπό τήν ὀρθόδοξη πίστη, ὅπως τήν ἐδίδαξε ὁ Χριστός, τήν παρέδωσαν οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι καί τήν ἐτήρησαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλη­σίας, ἀπό τό φῶς τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ, τό ὁποῖον φωτίζει, θερμαί­νει καί θεραπεύει τίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων καί μέ ἕνα λόγο ἀπό τό Χριστό καί τήν Ἀλήθειά Του πού σώζει τόν ἄνθρωπο ἀπό τήν ἁμαρτία καί τόν θάνατο, ἀπό τίς παγίδες τοῦ διαβόλου καί τοῦ κόσμου.
Γι’ αὐτό καί ὁ ἀγῶνας τῶν ὀρθοδόξων καί σήμερα συνεχίζεται καί πρέπει νά συνεχίζεται καί μάλιστα μέ δυσκολώτερες συνθῆκες καί προϋποθέσεις.
Γιατί σήμερα πού ὁ κόσμος παρέχει τίς διευκολύνσεις στόν ἄνθρωπο τοῦ κόσμου γιά τήν ἱκανοποίηση τοῦ ἀνθρωπίνου ἐγωϊσμοῦ καί τῶν ἁμαρτωλῶν ἐπιθυμιῶν καί ἀδυναμιῶν του, ὁ χριστιανός καλεῖται νά ἀναγνωρίση καί νά ἀκολουθήση τήν Ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ μέσα ἀπό πολλές παγίδες καί συγχυτικές καταστάσεις.
Ἀκούει μηνύματα καί κηρύγματα γιά ὀρθοδοξία καί ἀσκητισμό ἀπό πολλά καί διάφορα μεγάφωνα καί δέν εἶναι εὔκολο νά διακρίνει ποῦ εὑρίσκεται ἡ Ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ καί ποῦ κρύβεται τό ψεῦδος καί ἡ ὑποκρισία ἀνάμεικτα μέ τήν ἀλήθεια.
Ὁ οἰκουμενισμός, ἡ μεγαλύτερη αἵρεση κατά τῆς Μίας, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, ἐπαγγέλεται καί δῆθεν εὐαγγελίζεται τήν οἰκουμενική ἑνότητα τῶν χριστιανῶν μέ τόν σύνδεσμο τῆς ἀγάπης, πού ὅμως αἰσθητά καί ὁρατά ἀπομακρύνει ἀπό τήν ἀληθινή καί ὀρθή διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ καί τήν πνευματική ζωή τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας.
Ἁπλά ἐπιδιώκει τήν ὑποταγή τοῦ κόσμου σέ μία ἄλλη μορφή ἐξουσίας πού ἀποβάλλει τό προσωπεῖὀ της καί φαίνεται τό πραγματικό πρόσωπό της, μόνον ὅταν κάποιος ἄν­θρωπος τῆς ἀρνεῖται τήν ἐξουσία της.
 Ἕνα καθαρό δεῖγμα αὐτῆς τῆς ἐπιδιώξεως τοῦ οἰκουμενισμοῦ ἦταν ἡ λεγομένη Μεγάλη Σύνοδος πού ἔγινε πρίν τρία χρόνια στήν Κρήτη καί ἀποκάλυψε τίς πραγματι­κές διαθέσεις τοῦ οἰκουμενισμοῦ καί τῶν οἰκουμενιστῶν. Ἀλλά καί τήν εἰκόνα τῶν ὀρθοδόξων, αὐτῶν πού ἀκολουθοῦν, ὅπως ὁ καθένας βεβαίως ὑποστηρίζει, τό ὀρθόδοξον ἑορτολόγιον καί τηρεῖ τήν ὀρθόδοξον πίστιν, ἄν παρατηρήσωμε σήμερα, μεγαλύτερη σύγχυση καί δυσκολία ἀνευρέσεως τῆς ἀληθείας θά συναντήσωμε. Ὁ καθένας ἔχει ἀποκλεισθεῖ στόν ἑαυτόν του καί τό περιβάλλον του πού τόν ἀναγνωρίζει καί τόν τιμᾶ,, καί ὁ ἀγῶνας γιά τό κήρυγμα τοῦ εὐαγγελίου καί τῆς Ἀληθείας τοῦ Χριστοῦ μέ λόγια καί ἔργα, ἔχει μείνει στό περιθώριο ἄν ὄχι στά ἀζήτητα ἤ στά δυσεύρετα.
Θά μοῦ ἐπιτρέψετε, Σεβαστοί Πατέρες καί Ἀγαπητοί ἀδελφοί, νά σᾶς εἰπῶ μέ εἰλικρίνεια καί εὐθύνη ψυχῆς ἀπό τήν ἐμπειρία πού ἔχω, μέ ὅσα βλέπω καί ἀκούω καί παρακολουθῶ στήν κοινωνία στήν ὁποία ζοῦμε καί ἐργαζόμεθα, δέν ὑπάρχει ἡ ἀγάπη, ὁ σεβασμός, ἡ εἰλι­κρί­νεια, ἡ συνεργασία, ἡ πίστις στό Θεό καί τό ἐνδιαφέρον γιά τήν Ἐκ­κλησία καί τά πνευματικά θέματα. Σάν νά ζοῦν οἱ περισσότεροι ἄν­θρωποι, χωρίς νά πιστεύουν πραγματικά ὅτι ὑπάρχει Θεός, ὑπάρχει κρίσις, ὑπάρχει δικαιοσύνη καί ἀνταπόδοσις γιά ὅ,τι κάνουμε ἤ δέν κάνουμε σ’ αὐτήν τήν ζωή ἐδῶ στή γῆ.
Σάν νά μήν ἔχουν κἄν ἀκούσει ἤ πιστεύσει πραγματικά ὅτι ὑπάρχει αἰώνια ζωή, παράδεισος καί κόλασις. Καί αὐτά δέν τά παρατηρῶ μόνον στούς ἀνθρώπους τοῦ κόσμου, στούς ἀνθρώπους πού δέν ἐγνώρισαν τό Θεό, δέν ἄκουσαν καί δέν εἶδαν τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ στή ζωή τους. Δυστυχῶς τά βλέπει κάποιος μέ γυμνό μάτι, καί σέ ἀνθρώπους πού λένε ὅτι πιστεύουν στό Θεό καί χαρακτηρίζουν τόν ἑαυτό τους καλό χριστιανό.
Καί ἀκόμη περισσότερο. Δυστυχῶς βλέπομε σήμερα ἀνθρώπους ἐπαγγελομένους τά δῆθεν μεγάλα πατερικά ἀναστήματα καί τά δῆθεν πνευματικά παραδείγμα­τα γιά νά ἀκολου­θοῦν οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι ὅμως μόνον τό δικό τους θέλημα γνωρίζουν νά ὑπερασπίζων­ται μετά μανίας καί πο­νηρίας, τήν ἐπι­βολή τοῦ θελήματος τους νά ἐπιδιώκουν μέ κάθε τρό­πο, ἐνῶ φανερά καί ἀποδεδειγμένα εἶναι λαν­θασμένο καί καιροσκοπι­κό.
Μόνον λύπη καί ἀπογοήτευση προκαλεῖ αὐτή ἡ κατάσταση τήν ὁποία βλέπομε στήν ζωή καί στήν κοινωνία, στήν ὁποία ζοῦμε. Βλέπο­με δυστυχῶς ἀνθρώπους σέ θέση διακονίας τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ, νά χρησιμοποιοῦν τό ψεῦδος καί τήν εἰρω­νεία, τήν ὑποκρισία καί τήν ταπεινωτική προσβολή τοῦ ἄλλου, γιά νά διατηρήσουν δῆθεν τήν ἀξιοπιστία καί τόν σεβασμό πού τούς παρέχει ἡ θέσις τήν ὁποία κατέχουν.
Δυστυχῶς βλέπομε νά χρη­σιμοποιοῦν τά πατερικά ἐφόδια καί τά πνευματικά μέσα τά ὁποῖα τούς παρέχει ἡ Ἐκκλησία γιά τόν εὐαγγελισμό καί τήν σωτηρία τῶν ἀνθρώπων, νά τά χρησιμοποιοῦν, λέγω, γιά τήν ἐπιβολή καί τήν ἐπι­κράτηση τοῦ θελή­ματός τους καί τήν ἐξόντωση τοῦ ἀδελφοῦ τους.
Δέν θά ἀναφέρω συγκεκριμένα καί ὀνομαστικά παραδείγ­ματα, γιατί ὁ καθένας ἀντι­λαμβάνεται ποῦ καί σέ ποιούς ἀναφέρομαι. Δέν ἔχει ἀξία καί σημασία νά κατηγορήσωμε ἤ νά στιγματίσωμε κά­ποιον.
Σημασία καί ἀξία με­γάλη ἔχει ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καί τῶν ἀν­θρώπων, ἐμεῖς νά ἀποφύγωμε αὐτό τόν τρόπο τῆς ζωῆς καί ἐάν εἶναι δυνατόν, νά διορ­θώσωμε καί ἐν τέλει νά σώσωμε μέ τήν χάριν καί τήν δύναμη τῆς ἀγά­πης τοῦ Θεοῦ καί αὐτούς πού ἔχουν περιπέσει στήν ἁμαρτία τῆς ἱερο­κατηγορίας καί ἔχουν γίνει διῶκται τῶν ἐλαχίστων ἀδελφῶν τοῦ Χριστοῦ.
Γι’ αὐτό εἶναι ἀνάγκη ὡς χριστιανοί ὀρθόδοξοι ὄχι μόνον νά ἀπο­φύγωμε αὐτά τά παραδείγ­ματα τά ὁποῖα μᾶς λυποῦν, μᾶς στενοχω­ροῦν καί τά θεωροῦμε ὡς ἀταίριαστα καί ἀσύμφωνα μέ τήν χριστια­νική πίστη καί τήν χριστια­νική ζωή, ἀλλά καί νά δώσωμε φωτεινά πα­ραδείγματα χριστιανικῆς ὀρθοδόξου ζωῆς καί πίστεως.
Καί εὐτυχῶς ὑπάρχουν, ἔστω καί λίγα, φωτεινά καί σεβαστά παραδείγματα ἀν­θρώπων πραγματικά πιστῶν καί ἐναρέτων, οἱ ὁποῖοι μέ τήν ταπει­νή προσευχή, τήν ὀρθόδο­ξη πίστη, τήν διακριτική ὑπομονή, τήν ἀδελ­φική ἀνοχή καί τήν ἀγάπη τους στόν Θεό καί τόν ἀδελφό, στηρίζουν τό σωτήριο ἔργο τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, γιατί μέ τόν τρόπο τῆς ζωῆς τους γίνονται τό κριτήριο ἀναγνωρίσεως τῆς Ἀλη­θείας γιά πολλές ψυχές ἀνθρώπων.
Τό κριτήριο τῆς Ἀληθείας.
Γι’ αὐτό σήμερα, Σεβαστοί Πατέρες καί Ἀγαπητοί Ἀδελφοί, ἡμέρα μνήμης καί τιμῆς τῶν ἀγώνων τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας γιά τήν διατήρηση τῆς ὀρθοδόξου πίστεως, αὐτῶν τῶν ὁσίων Πατέρων οἱ ὁποῖοι ἐδιώχθησαν γιά τήν είλικρινῆ καί σταθερή προσήλωσή τους στήν ὀρθόδοξη πίστη, στήν Ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας Του, εἶναι εὐκαιρία καί καλή ἀφορμή νά διακρίνωμε καί νά χρησιμο­ποιήσωμε τό κριτήριο τῆς ἀληθείας, τό μέτρο τῆς ὀρθοδο­ξίας, τό ὁποῖο ἐκεῖνοι οἱ Ἅγιοι Πατέρες καί Ὁμολογηταί τῆς Ἀληθείας τοῦ Χριστοῦ, ἐχρησιμο­ποίησαν γιά νά ἐξέλθουν ἀπό τήν κρίση καί νά διατηρήσουν καθαρή καί ἀνόθευτη τήν ὀρθόδοξη πίστη.
Καί ἀπό ὅσα γνωρίζουμε καί σήμερα Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας, ἡμέρα ἀφιερωμένη στούς ἀγῶνες τῶν Ἁγίων Πατέρων, ἡ Ἐκκλησία μέ τούς ὕμνους καί τά συναξάρια μᾶς ὑπενθυμίζει, συμπεραίνουμε ὅτι ὁ ὀρθόδοξος χριστιανός, ὅταν θέλει νά ὁμολογῆ τήν Ἀλήθειαν τοῦ Εὐαγ­γελίου τοῦ Χριστοῦ, θά κατηγορηθῆ, θά συκοφαντηθῆ, θά διωχθῆ, κατά τόν λόγον τοῦ Χριστοῦ «εἰ ἐμέ ἐδίωξαν καί ὑμᾶς διώξουσι» (Ἰωάννου ΙΕ΄ 20), ὅμως πρέπει νά ὑπομένη καί νά ἐπιμένη στήν ὁμο­λογία τῆς ὀρθοδόξου πίστεως καί τῆς Ἀληθείας.
Ὁ ὀρθόδοξος χριστια­νός, Κληρικός καί λαϊκός, δέν διώκει, δέν κατηγορεῖ, δέν συκοφαντεῖ, δέν προσβάλλει, δέν ἀναθεματίζει, δέν καθαιρεῖ ἀναιτίως καί προσχη­μα­τικῶς. Ἔχει μάθει νά ὑπακούει στόν λόγο τοῦ Χριστοῦ «ὁ ὑπομείνας εἰς τέλος, σωθήσεται» (Ματθαίου, ΚΔ΄ 13).
Ἀντίθετα ὁ ὀρθόδοξος χριστιανός, Κληρικός καί Λαϊκός προσεύχεται μυστικά καί φανερά γιά τήν σωτηρία τῶν ἀνθρώπων καί αὐτῶν πού τυχόν τόν κατηγοροῦν καί τόν διώκουν. Εὔχεται γιά τήν ἐν Χριστῷ ἑνότητα ὅλων τῶν ἀνθρώπων, γιατί αὐτό εἶναι ἡ ἐντολή καί ἡ τελευταία προ­σευχή τοῦ Χριστοῦ ὅταν γονάτισε ἐπάνω στή γῆ καί προσευχήθηκε γιά ὅλους τούς άνθρώπους πρίν τήν σταύρωσή Του.
Ἡ κατά Χριστόν ἕνωσις.
Καί θά μοῦ ἐπιτρέψετε νά ἀναφέρω - καί μέ αὐτό θά τελειώσω τήν σημερινή ὁμιλία μου - ὅτι ἔργο αὐτοῦ τοῦ κριτηρίου τῆς Ἀληθείας καί τῆς ὀρθοδόξου Ὁμολογίας εἶναι ἡ κατά Χριστόν ἕνωσις, ἡ ὁποία ἔγινε μέ τήν καλή καί εὐλογημένη προσπάθεια τῶν Σεβ. Ἀρχιερέων πρίν ἕνα μῆνα περίπου.
Τό ἔργο αὐτό ἦταν ἐνέργεια τῆς χάριτος καί τῆς δυνάμεως τοῦ Παναγίου Πνεύματος, τό ὁποῖο εἶδε τό ταπεινό φρόνημα καί τήν ἀγαθή καί εἰλικρινῆ διάθεση ὅλων τῶν Σεβ. Ἀρχιε­ρέων πού ἐργάζονταν γι’ αὐτό τόν σκοπό καί διά τῆς θείας Χάριτος καί δυνάμεως Του ἐθεράπευσε τά ἀσθενῆ καί ἀνεπλήρωσε τά ἐλλεί­ποντα, ὥστε ἡ κατά Θεόν ἑνότητα ἡ ὁποία ἐπετεύχθη, νά γίνη πηγή σωτηρίας καί βάλσαμο ψυχικῆς παρηγορίας πολλῶν ψυχῶν. Καί αὐτό τό ἔργο τό βλέπουν, τό ἀντιλαμβάνονται, τό πιστεύουν καί τό χαίρον­ται ὅλοι ὅσοι ἔχουν ταπεινό φρόνημα καί ἀγαθή καί εἰλικρινῆ διάθεση ὑπα­κοῆς στήν Ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ καί στήν Ἐκκλησία Του.
Γι΄ αὐτό καί ἐμεῖς χαιρόμεθα ὅπως χαίρονται ὅλοι οἱ πραγματικά ὀρθόδοξοι χριστιανοί γιά τήν ἑνότητα αὐτή πού ἔγινε, μέ τήν χάρι τοῦ Θεοῦ καί τήν πνευματική καθοδήγηση καί προτροπή τῶν πιστῶν καί ἐναρέτων Ἀρχιερέων τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ.
Ἀλλά δέν μένομε μόνον σ’ αὐτήν τήν χαρά. Ἔχομε καί ἄλλη. Χαιρόμεθα ἀκόμη περισσό­τερο γιατί οἱ Ἀρχιερεῖς μας προσεύχονται καί ἐνεργοῦν, ὥστε μέ τήν Χάριν καί τήν φώτισιν τοῦ Θεοῦ αὐτή ἡ ἑνότητα μέ τόν Χριστό καί τήν Ἀλήθειά Του νά ἐπεκταθῆ καί σέ ἄλλες ψυχές καί σέ ἄλλους Ἀδελ­φούς, πού πραγματικά ἀγαποῦν τήν Ἀλήθεια τοῦ Εύαγγελίου τοῦ Χριστοῦ καί ἀγωνίζονται γιά τήν σωτηρία ψυχῶν ἀθανάτων.
Οἱ Ἅγιοι Πατέρες μὲ σκληροὺς ἀγῶνες διεφύλαξαν τὴν Ὀρθοδοξία καὶ μᾶς τὴν παρέδωσαν ὡς πολύτιμο πνευματικὸ θησαυρό, τὸν ὁποῖον καὶ ἐμεῖς σήμερα ὀφείλουμε νὰ διατηρήσουμε καθαρὸ καὶ ἀνόθευτο ἀπὸ τὸ πνεῦμα τοῦ οἰκουμενισμοῦ, τοῦ συγκρητισμοῦ καὶ τῆς Νέας Ἐποχῆς. Ἂς μὴ λησμονοῦμε τὸν λόγο τοῦ προμάχου καὶ στύλου τῆς Ὀρθοδοξίας, Ἁγ. Μάρκου Εὐγενικοῦ: "εἰς τὰ τῆς πίστεως οὐ χωρεῖ συγκατάβασις". Σὲ θέματα πίστεως δὲν ἐπιτρέπεται κανένας συμβιβασμός, ὑποχώρηση ἢ παραχώρηση.
Νὰ προσευχόμαστε ὁ Κύριος νὰ μᾶς στηρίζει στὴν πίστη μας καὶ νὰ ὁμολογοῦμε τὴν Ὀρθοδοξία ἔναντι ὅλων.
Γιατί ἔτσι πραγματικά τιμοῦμε ὅπως ἀξίζει τούς ἀγῶνες καί τίς θυσίες τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, τῶν ὁμολογητῶν καί μαρτύρων τῆς ὀρθοδόξου πίστεως. Ἔτσι ἑορτάζουμε τήν ἑορτή τῆς Ὀρθοδοξίας μέ περισσότερη χαρά καί εὐφροσύνη ψυχῆς. Ἔτσι ἡ Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας θά συνεχίζεται ὡς ἡμέρα μνήμης καί τιμῆς τῆς ἀμωμήτου πίστεως καί ὁμολογίας. Ἔτσι καί ἐμεῖς θά ἀναφωνοῦμε ὄχι μόνον μέ τήν φωνή μας, άλλά καί μέ τά ἔργα μας, μαζί μέ ὅλους τούς Ἁγίους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μέ μιά φωνή μέ μιά ψυχή:
«Αὕτη ἡ πίστις τῶν Ἀποστόλων, αὕτη ἡ πίστις τῶν Πατέ­ρων, αὕτη ἡ πίστις τῶν ὀρθοδόξων, αὕτη ἡ πίστις τήν οἰκουμένην ἐστήριξεν». Ἀμήν.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΚΑΘΑΙΡΕΣΙΣ ΝΙΚΟΛΑΙΤΩΝ ΥΠΟ ΤΗΣ ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΣΥΝΟΔΟΥ

ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΚΗΡΥΚΟΥ ΠΡΟΣ ΟΣΙΩΤΑΤΟΝ ΜΟΝΑΧΟΝ

ΙΕΡΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΔΙΑ ΤΟ " ΒΑΠΤΙΣΜΑ" ΤΩΝ ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΤΙΚΩΝ ΠΡΟΣΕΡΧΟΜΕΝΩΝ ΤΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ